Language of document : ECLI:EU:T:2015:124

Υπόθεση T‑188/12

Patrick Breyer

κατά

Ευρωπαϊκή Επιτροπής

«Πρόσβαση στα έγγραφα – Κανονισμός (EK) 1049/2001 – Υπομνήματα κατατεθέντα από τη Δημοκρατία της Αυστρίας στο πλαίσιο διαδικασίας λόγω παραβάσεως ενώπιον του Δικαστηρίου – Άρνηση παροχής προσβάσεως»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα)
της 27ης Φεβρουαρίου 2015

1.      Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις δεκτικές προσφυγής – Απόφαση θεσμικού οργάνου μη δεχόμενη την πρόσβαση σε έγγραφα γνωστοποιηθέντα στο πλαίσιο μιας δίκης – Προσφυγή η οποία κατέστη άνευ αντικειμένου – Κατάργηση της δίκης

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

2.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Έννοια του εγγράφου – Περιεχόμενο

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 3 και 3, στοιχείο α΄)

3.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα – Κανονισμός 1049/2001 – Έννοια του εγγράφου – Περιεχόμενο – Υπομνήματα συνταχθέντα από κράτος μέλος στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου η οποία έχει περατωθεί – Περιλαμβάνονται

(Άρθρο 258 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 3, 3, στοιχείο α΄, και 4 § 2)

4.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα – Περιεχόμενο – Αποκλεισμός των εγγράφων του Δικαστηρίου που υπάγονται στη δικαιοδοτική δραστηριότητά του – Έννοια – Υπομνήματα υποβληθέντα από κράτος μέλος στο πλαίσιο διαδικασίας λόγω παραβάσεως που έχει περατωθεί – Δεν περιλαμβάνονται

(Άρθρα 15 § 3, εδ. 4, ΣΛΕΕ και 258 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 2 και 5)

5.      Ένδικη διαδικασία – Εξέταση των υποθέσεων ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου – Προστασία χορηγούμενη στους διαδίκους κατά της μη προσήκουσας χρήσεως των εγγράφων της διαδικασίας – Περιεχόμενο – Δημοσίευση στο διαδίκτυο του υπομνήματος αντικρούσεως του αντιδίκου – Δεν επιτρέπεται – Συνεκτίμηση για την κατανομή των δικαστικών εξόδων

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 87 § 3· οδηγίες προς τον Γραμματέα του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 5 § 8)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 27-29)

2.      Η έννοια του εγγράφου, η οποία ορίζεται ευρέως στο άρθρο 3, στοιχείο α΄, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, καλύπτει «οποιοδήποτε περιεχόμενο ανεξάρτητα από το χρησιμοποιηθέν υπόθεμα (γραμμένο σε χαρτί ή αποθηκευμένο υπό ηλεκτρονική μορφή, ή με ηχητική, οπτική ή οπτικοακουστική εγγραφή) που αφορά τομέα σχετικό με τις πολιτικές, τις δράσεις και τις αποφάσεις αρμοδιότητας του θεσμικού οργάνου» της Ένωσης. Ο ως άνω ορισμός στηρίζεται, κατ’ ουσίαν, στην ύπαρξη ενός περιεχομένου το οποίο διατηρείται και ενδέχεται να αναπαραχθεί ή στο οποίο δύναται να ανατρέχει κάποιος και μετά την παραγωγή του, με τη διευκρίνιση, αφενός, ότι η φύση του υποθέματος αποθηκεύσεως, το είδος και η φύση του αποθηκευόμενου περιεχομένου, όπως και το μέγεθος, η έκταση, η σημασία ή η παρουσίαση του περιεχομένου δεν ασκούν επιρροή επί του αν ένα περιεχόμενο καλύπτεται ή όχι από τον εν λόγω ορισμό και, αφετέρου, ότι ο μόνος περιορισμός που τίθεται όσον αφορά το περιεχόμενο το οποίο δύναται να αφορά ο ως άνω ορισμός είναι ότι το περιεχόμενο αυτό πρέπει να σχετίζεται με τις πολιτικές, τις δραστηριότητες ή τις αποφάσεις που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του οικείου θεσμικού οργάνου της Ένωσης.

(βλ. σκέψεις 41, 42)

3.      Πρέπει να λογίζονται ως έγγραφα «εις χείρας θεσμικού οργάνου» υπό την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, στοιχείο α΄, αυτού, τα υπομνήματα που συντάσσει κράτος μέλος, τα οποία κατατίθενται ενώπιον του Δικαστηρίου στο πλαίσιο προσφυγής λόγω παραβάσεως βάσει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ και τα οποία διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή ως διάδικο της οικείας διαδικασίας.

Το συμπέρασμα αυτό δεν κλονίζεται από το γεγονός ότι τα υπομνήματα δεν απευθύνονται στο εν λόγω θεσμικό όργανο, που ήταν διάδικος στη διαδικασία, αλλά στο Δικαστήριο, και ότι το τελευταίο του διαβίβασε απλώς αντίγραφα. Ωστόσο, αφενός, μολονότι, δυνάμει του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού 1049/2001, μόνον τα «έγγραφα εις χείρας θεσμικού οργάνου», δηλαδή όσα συντάσσονται ή παραλαμβάνονται από αυτό και βρίσκονται στην κατοχή του, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού, εντούτοις, η διάταξη αυτή ουδόλως εξαρτά την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού στα έγγραφα που παραλαμβάνει το ως άνω όργανο από την προϋπόθεση ότι το οικείο έγγραφο απεστάλη στο όργανο αυτό από τον συντάκτη του. Ομοίως, καθόσον η έννοια του εγγράφου ορίζεται ευρέως στο άρθρο 3, στοιχείο α΄, του κανονισμού 1049/2001, στηριζόμενη στην ύπαρξη ενός περιεχομένου «το οποίο διατηρείται», πρέπει να γίνει δεκτό ότι δεν ασκεί επιρροή επί της υπάρξεως εγγράφου υπό την έννοια του άρθρου 3, στοιχείο α΄, του κανονισμού 1049/2001 το ότι τα επίδικα υπομνήματα διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή με τη μορφή αντιγράφων και όχι με τη μορφή πρωτοτύπων.

Επιπλέον, συνάγεται από τον ευρύ ορισμό της εννοίας του εγγράφου, καθώς και από τη διατύπωση, ακόμη δε από την πρόβλεψη εξαιρέσεως, στο άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού αυτού, αφορώσας την προστασία των ένδικων διαδικασιών, ότι βούληση του νομοθέτη της Ένωσης δεν ήταν να αποκλείσει τη δράση των θεσμικών οργάνων που αφορά ένδικες διαφορές από το δικαίωμα προσβάσεως των πολιτών. Η ως άνω διαπίστωση επιβάλλεται για τον επιπρόσθετο λόγο ότι ο κανονισμός αυτός δεν προβλέπει ούτε αποκλεισμό από το πεδίο εφαρμογής του της δραστηριότητας των θεσμικών οργάνων της Ένωσης ούτε περιορισμό του πεδίου αυτού μόνο στη διοικητική τους δραστηριότητα. Εξάλλου, εφόσον τα υπομνήματα διαβιβάζονται στην Επιτροπή στο πλαίσιο προσφυγής λόγω παραβάσεως κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της βάσει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, η Επιτροπή τα παρέλαβε στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της.

Εξάλλου, η υπαγωγή στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1049/2001 υπομνημάτων που ένα κράτος μέλος έχει καταθέσει στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας δεν μπορεί να θίξει τον σκοπό των ειδικών κανόνων περί προσβάσεως στα έγγραφα όσον αφορά τις ένδικες διαδικασίες. Πράγματι, η προστασία των ενδίκων διαδικασιών μπορεί να εξασφαλίζεται, ενδεχομένως, με την εφαρμογή της εξαιρέσεως που προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001, με τη διευκρίνιση ότι για την ερμηνεία της εξαιρέσεως περί προστασίας των ενδίκων διαδικασιών μπορεί να λαμβάνεται υπόψη η έλλειψη, στους ειδικούς κανόνες που αφορούν τα δικαιοδοτικά όργανα της Ένωσης, δικαιώματος προσβάσεως των τρίτων στα υπομνήματα που υποβάλλονται στα ως άνω δικαιοδοτικά όργανα στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας.

(βλ. σκέψεις 48-51, 53, 54, 57, 61, 104, 105)

4.      Τα κατατιθέμενα από κράτος μέλος στο Δικαστήριο υπομνήματα στο πλαίσιο προσφυγής λόγω παραβάσεως ασκηθείσας από την Επιτροπή στρεφόμενης κατά του κράτους αυτού έχουν, όπως και τα υπομνήματα της τελευταίας, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, καθόσον αφορούν επίσης, από την ίδια τη φύση τους, τη δικαιοδοτική δραστηριότητα του Δικαστηρίου. Πράγματι, δεδομένου ότι, με τα υπομνήματά του, το καθού κράτος μέλος μπορεί να προβάλει, μεταξύ άλλων, όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του για να αμυνθεί, τα εν λόγω υπομνήματα του καθού κράτους μέλους παρέχουν στο Δικαστήριο τα στοιχεία βάσει των οποίων αυτό θα κληθεί να εκδώσει τη δικαστική απόφασή του.

Συναφώς, μολονότι αφορούν τη δικαιοδοτική δραστηριότητα των δικαστηρίων της Ένωσης, τα κατατιθέμενα ενώπιόν τους από κράτος μέλος στο πλαίσιο διαδικασίας λόγω παραβάσεως υπομνήματα δεν καλύπτονται, όπως ούτε και εκείνα της Επιτροπής, από τον αποκλεισμό του δικαιώματος προσβάσεως στα έγγραφα τον οποίο προβλέπει, όσον αφορά τη δικαιοδοτική δραστηριότητα του Δικαστηρίου, το άρθρο 15, παράγραφος 3, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ. Πράγματι, πέραν του γεγονότος ότι τα υπομνήματα της Επιτροπής και εκείνα κράτους μέλους στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας έχουν κοινά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, πρέπει να σημειωθεί ότι ούτε το άρθρο 15, παράγραφος 3, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, ούτε το γεγονός ότι τα υπομνήματα αυτά προέρχονται από διαφορετικούς διαδίκους, ούτε η φύση των υπομνημάτων αυτών επιβάλλουν να γίνεται διάκριση, όσον αφορά την υπαγωγή τους στο πεδίο εφαρμογής του δικαιώματος προσβάσεως στα έγγραφα, μεταξύ των υπομνημάτων της Επιτροπής και εκείνων κράτους μέλους. Επομένως, το άρθρο 15, παράγραφος 3, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι καθιερώνει, όσον αφορά την πρόσβαση στα υπομνήματα που συντάσσονται στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας, έναν κανόνα συνδεόμενο με την ιδιότητα του συντάκτη του οικείου υπομνήματος, που να επιβάλλει να γίνεται διάκριση μεταξύ των υπομνημάτων θεσμικών οργάνων στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας και εκείνων των κρατών μελών, στο πλαίσιο του ενώπιον του δικαστή της Ένωσης σταδίου διαδικασίας λόγω παραβάσεως.

Αντιθέτως, πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ, αφενός, του δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 3, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ αποκλεισμού της δικαιοδοτικής δραστηριότητας του Δικαστηρίου από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα και, αφετέρου, των υπομνημάτων που συντάσσονται στο πλαίσιο μιας τέτοιας διαδικασίας, τα οποία, μολονότι αφορούν την εν λόγω δικαιοδοτική δραστηριότητα, εντούτοις δεν εμπίπτουν στον αποκλεισμό τον οποίο προβλέπει η ως άνω διάταξη και διέπονται, αντιθέτως, από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα. Επομένως, το άρθρο 15, παράγραφος 3, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να εμπίπτουν τα επίδικα υπομνήματα στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, εφόσον όμως πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του τελευταίου αυτού κανονισμού και υπό την επιφύλαξη της εφαρμογής, ενδεχομένως, κάποιας από τις εξαιρέσεις περί των οποίων γίνεται λόγος στο άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού και της προβλεπομένης στην παράγραφο 5 της διατάξεως αυτής δυνατότητας του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους να ζητήσει από το οικείο θεσμικό όργανο να μη δημοσιοποιήσει τα υπομνήματά του.

(βλ. σκέψεις 72, 73, 79-83)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 118-120)