Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 8 Φεβρουαρίου 2024 ο German Khan κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) στις 29 Νοεμβρίου 2023 στην υπόθεση T-333/22, Khan κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση C-111/24 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείων: German Khan (εκπρόσωποι: T. Marembert και A. Bass)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Νοεμβρίου 2023, Khan κατά Συμβουλίου (T-333/22)·

κατά συνέπεια, να εξετάσει την προσφυγή επί της ουσίας και:

να ακυρώσει την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2022/429 του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2022 για την τροποποίηση της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα όσον αφορά δράσεις που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα·

να ακυρώσει τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2022/427 του Συμβουλίου της 15ης Μαρτίου 2022 για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 269/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα για ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα·

να ακυρώσει την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2022/1530 του Συμβουλίου της 14ης Σεπτεμβρίου 2022 για την τροποποίηση της απόφασης 2014/145/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα όσον αφορά δράσεις που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα·

να ακυρώσει τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2022/1529 του Συμβουλίου της 14ης Σεπτεμβρίου 2022 για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 269/2014 σχετικά με περιοριστικά μέτρα για ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, κατά το μέρος που αφορά τον προσφεύγοντα.

επικουρικώς, να ακυρώσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Νοεμβρίου 2023, Khan κατά Συμβουλίου (T-333/22) και να αναπέμψει την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου·

σε κάθε περίπτωση, να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αιτήσεώς του αναιρέσεως, ο αναιρεσείων επικαλείται οκτώ λόγους:

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλει παράβαση των άρθρων 7 και 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και παράβαση ουσιώδους τύπου, καθώς και παράβαση του άρθρου 36 του Οργανισμού του Δικαστηρίου λόγω ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Ισχυρίζεται δε ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση προσβάλλει το δικαίωμα στην αποτελεσματική προσφυγή και το δικαίωμα στην υπόληψη του αναιρεσείοντος, καθόσον παραλείπει να εξετάσει όλα τα επιχειρήματα περί ψευδών ισχυρισμών του Συμβουλίου σχετικά με το κριτήριο (δ) της παραγράφου 1 του άρθρου 2 της απόφασης 2014/145, όπως έχει τροποποιηθεί, και του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 269/2014, όπως έχει τροποποιηθεί.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, της απόφασης 2014/145, όπως έχει τροποποιηθεί, καθώς και παράβαση του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, του κανονισμού 269/2014, όπως έχει τροποποιηθεί, λόγω εσφαλμένης ερμηνείας στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση της έννοιας των «εξεχόντων» επιχειρηματιών.

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως προβάλλει παράβαση των άρθρων 29 ΣΕΕ και 215, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. Κατά τον αναιρεσείοντα, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση υπέπεσε σε σφάλμα όταν δέχθηκε ότι οι διατάξεις αυτές επέτρεπαν την επιβολή κυρώσεων σε κατηγορίες προσώπων χωρίς επαρκή σύνδεσμο με το καθεστώς στο οποίο προτίθεται να ασκήσει πίεση η Ένωση.

Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου και προσβολή του δικαιώματος ιδιοκτησίας και της επιχειρηματικής ελευθερίας. Κατά τον αναιρεσείοντα, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ακολούθησε ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, της απόφασης 2014/145, όπως έχει τροποποιηθεί, καθώς και του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, όπως έχει τροποποιηθεί, η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις ως άνω αρχές.

Στο πλαίσιο του πέμπτου λόγου αναιρέσεως, προσάπτεται στο Γενικό Δικαστήριο ότι παραμόρφωσε την έννοια και το περιεχόμενο του υπ’ αρ. 2 αποδεικτικού στοιχείου του Συμβουλίου και το παράρτημα C5 του αναιρεσείοντος, παραλείποντας να απαντήσει στην επιχειρηματολογία του αναιρεσείοντος. Επιπλέον, υποστηρίζεται ότι η αιτιολογία της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης είναι ανεπαρκής και αντιφατική, κατά παράβαση των άρθρων 296 ΣΛΕΕ και 36 του Οργανισμού του Δικαστηρίου.

Με τον έκτο και τον έβδομο λόγο αναιρέσεως προβάλλονται παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, της απόφασης 2014/145, όπως έχει τροποποιηθεί, και του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζ΄, του κανονισμού 269/2014, όπως έχει τροποποιηθεί. Προσάπτονται στο Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωση των αποδεικτικών στοιχείων και παράβαση ουσιώδους τύπου, καθώς και παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης βάσει του άρθρου 296 ΣΛΕΕ και του άρθρου 36 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, λόγω ανεπαρκούς αιτιολόγησης. Αφενός, η απόφαση συνάγει εσφαλμένως από μόνη τη θέση της τράπεζας Alfa (η οποία αμφισβητείται) σε έναν κατάλογο σημαντικών φορολογουμένων το συμπέρασμα ότι ο τραπεζικός τομέας αποτελεί πηγή σημαντικών εσόδων για τη Ρωσική Κυβέρνηση.

Αφετέρου, ο αναιρεσείων υποστηρίζει ότι είναι εσφαλμένη η ερμηνεία που δόθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση στην έννοια των οικονομικών τομέων οι οποίοι παρέχουν «σημαντική πηγή εσόδων στην Κυβέρνηση της Ρωσικής Ομοσπονδίας».

Τέλος, ο όγδοος λόγος αναιρέσεως στηρίζεται σε προβαλλόμενη παραβίαση των αρχών της δίκαιης δίκης και της ισότητας των όπλων, καθώς και της εκατέρωθεν ακροάσεως, και προβάλλεται με αυτόν ότι το Γενικό Δικαστήριο υπερέβη τα όρια του δικαστικού του ελέγχου. Κατά τον αναιρεσείοντα, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση παραβίασε τις αρχές αυτές καθόσον δέχθηκε, στη σκέψη 104, ότι «το τηλεγράφημα της Interfax της 15ης Μαρτίου 2022 σύμφωνα με το οποίο η Alfa Bank ανήγγειλε αλλαγή της δομής του μετοχικού σχήματός της και στο οποίο αναφερόταν ότι ο αναιρεσείων δεν ήταν πλέον “συνιδιοκτήτης”, το οποίο προσκομίστηκε χωρίς να υποστηρίζεται από κανένα άλλο επίσημο έγγραφο και χωρίς να προσδιορίζεται, μεταξύ άλλων, η ακριβής ημερομηνία της αλλαγής αυτής ή η ταυτότητα του προσώπου στο οποίο εκχώρησε τις μετοχές του ο αναιρεσείων, δεν αρκεί προκειμένου να αποδειχθεί η εκχώρηση των μετοχών του αναιρεσείοντος», περιάγοντας τον αναιρεσείοντα σε σαφώς δυσμενή θέση.

____________