Language of document : ECLI:EU:T:2015:776

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 13ης Οκτωβρίου 2015

Υπόθεση T‑104/14 P

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

κατά

Marco Verile

και

Anduela Gjergji

«Αίτηση αναιρέσεως — Ανταναίρεση — Υπαλληλική υπόθεση — Υπάλληλοι — Συντάξεις — Μεταφορά εθνικών συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων — Προτάσεις περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών — Μη βλαπτική πράξη — Απαράδεκτο της προσφυγής — Άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ — Ασφάλεια δικαίου — Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη — Ίση μεταχείριση»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ολομέλεια) της 11ης Δεκεμβρίου 2013, Verile και Gjergji κατά Επιτροπής (F‑130/11, Συλλογή Υπ.Υπ., EU:F:2013:195).

Απόφαση:      Η απόφαση του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ολομέλεια) της 11ης Δεκεμβρίου 2013, Verile και Gjergji κατά Επιτροπής (F‑130/11), αναιρείται. Η προσφυγή που άσκησαν ο Marco Verile και η Anduela Gjergji ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης στην υπόθεση F‑130/11 απορρίπτεται. Ο M. Verile και η A. Gjergji, αφενός, και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αφετέρου, φέρουν τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν.

Περίληψη

1.      Υπαλληλικές προσφυγές — Βλαπτική πράξη — Έννοια — Πρόταση περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών ενόψει της μεταφοράς στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν πριν την ανάληψη υπηρεσίας στην Ένωση — Δεν εμπίπτει — Απόφαση περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών εκδοθείσα μετά τη μεταφορά του κεφαλαίου που αντιστοιχεί στα αποκτηθέντα συνταξιοδοτικά δικαιώματα — Εμπίπτει

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 91 § 1, και παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

2.      Υπάλληλοι — Συντάξεις — Συνταξιοδοτικά δικαιώματα που αποκτήθηκαν πριν την ανάληψη υπηρεσίας στην Ένωση — Μεταφορά στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης — Δικαίωμα του ενδιαφερομένου να πληροφορηθεί, πριν τη μεταφορά, τον οριστικό αριθμό συντάξιμων ετών που θα του αναγνωριστούν — Δικαίωμα να ζητήσει προηγουμένως από τον δικαστή της Ένωσης να αποφανθεί — Δεν υφίστανται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

3.      Υπαλληλικές προσφυγές — Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης — Γνωμοδότηση — Δεν εμπίπτει

(Άρθρο 270 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 91 § 1)

4.      Υπάλληλοι — Καταστατική φύση του δεσμού μεταξύ του υπαλλήλου και του θεσμικού οργάνου — Συνταξιοδοτικό σύστημα — Καταστατική και μη συμβατική φύση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

5.      Πράξεις των οργάνων — Διαχρονική εφαρμογή — Άμεση εφαρμογή του νέου κανόνα στα μελλοντικά αποτελέσματα καταστάσεως γεννηθείσας υπό το κράτος του παλαιότερου κανόνα — Θέσπιση νέων γενικών εκτελεστικών διατάξεων των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ — Εφαρμογή σε μεταφορά των αποκτηθέντων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων ζητηθείσα πριν τη θέσπιση του νέου κανόνα αλλά πραγματοποιηθείσα μετά τη θέση του σε ισχύ — Προσβολή κεκτημένων δικαιωμάτων και παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

6.      Υπάλληλοι — Συντάξεις — Συνταξιοδοτικά δικαιώματα που αποκτήθηκαν πριν την ανάληψη υπηρεσίας στην Ένωση — Μεταφορά στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης — Θέσπιση νέων γενικών εκτελεστικών διατάξεων των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ — Διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των υπαλλήλων ως προς τους οποίους το κεφάλαιο που αντιπροσωπεύει τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα μεταφέρθηκε στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης, αντιστοίχως, πριν και μετά τη θέση σε ισχύ των εν λόγω διατάξεων — Παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα VIII, άρθρο 11 § 2)

1.      Πρόταση περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών η οποία κοινοποιείται σε υπάλληλο ενόψει μεταφοράς στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο άλλου συστήματος δεν παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα τα οποία θίγουν απευθείας και άμεσα την έννομη κατάσταση του αποδέκτη της, μεταβάλλοντάς την ουσιωδώς. Ως εκ τούτου, η εν λόγω πρόταση δεν συνιστά βλαπτική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 91, παράγραφος 1, του ΚΥΚ.

Σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, ο πραγματικός καθορισμός του αριθμού συντάξιμων ετών που αναγνωρίζονται στον υπάλληλο ο οποίος ζητεί τη μεταφορά στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων τα οποία απέκτησε στο πλαίσιο άλλου συστήματος συντελείται κατά λογική αναγκαιότητα μετά τη μεταφορά συγκεκριμένου χρηματικού ποσού, «βάσει του μεταφερθέντος κεφαλαίου». Επομένως, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η πρόταση καθορισμού συντάξιμων ετών η οποία κοινοποιείται, ως εκ της ίδιας της φύσεώς της, πριν την πραγματοποίηση της εν λόγω μεταφοράς δύναται να έχει ως αποτέλεσμα τον καθορισμό αριθμού συντάξιμων ετών.

Ο αριθμός των αναγνωριζόμενων συντάξιμων ετών προκύπτει από την εφαρμογή της μεθόδου μετατροπής σε συντάξιμα έτη του κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει τα προγενέστερα δικαιώματα, μεθόδου προβλεπόμενης στις γενικές εκτελεστικές διατάξεις τις οποίες εκδίδει το οικείο όργανο σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ.

Συγκεκριμένα, η απόφαση που εκδίδεται αφότου πραγματοποιηθεί η μεταφορά του κεφαλαίου του αντιστοιχούντος στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που απέκτησε ο ενδιαφερόμενος πριν την ανάληψη των καθηκόντων του είναι εκείνη που αποτελεί βλαπτική πράξη και είναι δεκτική προσφυγής ακυρώσεως κατά το άρθρο 91, παράγραφος 1, του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 56, 58, 62 και 74)

2.      Το άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ δεν απαιτεί να διασφαλίζεται η δυνατότητα του ενδιαφερομένου, πριν αποφασίσει αν θα ασκήσει ή όχι το δικαίωμά του να μεταφέρει στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που απέκτησε σε άλλο σύστημα, να πληροφορηθεί τον οριστικό αριθμό συντάξιμων ετών που θα του αναγνωριστούν μετά τη μεταφορά αυτή.

Ούτε απαιτεί η διάταξη αυτή οι διαφορές που ενδέχεται να ανακύψουν μεταξύ του ενδιαφερόμενου και του οργάνου στο οποίο ανήκει ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων να επιλύονται από τον δικαστή της Ένωσης πριν καν ο ενδιαφερόμενος αποφασίσει αν επιθυμεί ή όχι τη μεταφορά στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που έχει αποκτήσει σε άλλο σύστημα.

(βλ. σκέψη 79)

3.      Το άρθρο 270 ΣΛΕΕ δεν παρέχει στον δικαστή της Ένωσης την αρμοδιότητα να εκδίδει γνωμοδοτήσεις αλλά μόνον να αποφαίνεται επί οποιασδήποτε διαφοράς μεταξύ της Ένωσης και των υπαλλήλων της, εντός των ορίων και υπό τους όρους που καθορίζει ο ΚΥΚ.

Ακριβώς όμως το άρθρο 91, παράγραφος 1, του ΚΥΚ προβλέπει ότι προσφυγή ακυρώσεως μπορεί να στρέφεται μόνον κατά βλαπτικής πράξεως. Αν η πράξη κατά της οποίας ασκήθηκε η προσφυγή δεν είναι βλαπτική για τον προσφεύγοντα, η προσφυγή είναι απαράδεκτη. Το ενδεχόμενο συμφέρον του προσφεύγοντος να επιλυθεί επί της ουσίας το ζήτημα το οποίο εγείρει με την προσφυγή του είναι, συναφώς, άνευ σημασίας.

(βλ. σκέψεις 81 και 82)

4.      Ο νομικός δεσμός μεταξύ των υπαλλήλων και της Διοικήσεως είναι καταστατικής και όχι συμβατικής φύσεως. Ως εκ τούτου, οι έννομες σχέσεις που διέπονται απευθείας από τις διατάξεις του ΚΥΚ, όπως οι σχετικές με το συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης, δεν είναι συμβατικής φύσεως. Κατά συνέπεια, οι έννοιες που εμπίπτουν στο ιδιωτικό δίκαιο των κρατών μελών το οποίο έχει εφαρμογή στις συμβάσεις, όπως η έννοια προτάσεως που προσομοιάζει με «προσφορά», δεν είναι λυσιτελείς για την εφαρμογή του άρθρου 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψη 94)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: αποφάσεις της 19ης Μαρτίου 1975, Gillet κατά Επιτροπής, 28/74, Συλλογή, EU:C:1975:46, σκέψη 4, και της 22ας Δεκεμβρίου 2008, Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά Επιτροπής, C‑443/07 P, Συλλογή, EU:C:2008:767, σκέψη 60

5.      Ο τροποποιητικός μιας νομοθετικής διατάξεως νόμος εφαρμόζεται, πλην εξαιρέσεως, στα μελλοντικά αποτελέσματα καταστάσεων γεγενημένων υπό το κράτος της προγενέστερης νομοθετικής διατάξεως. Το αντίθετο ισχύει μόνο για τις καταστάσεις που γεννώνται και διαμορφώνονται οριστικά υπό το κράτος του παλαιοτέρου κανόνα, οι οποίες και δημιουργούν κεκτημένα δικαιώματα. Ένα δικαίωμα θεωρείται κεκτημένο οσάκις το γεγονός που το δημιουργεί επέρχεται πριν από τη νομοθετική τροποποίηση. Εντούτοις, τούτο δεν ισχύει στην περίπτωση δικαιώματος του οποίου το γενεσιουργό γεγονός δεν επήλθε υπό το κράτος της νομοθεσίας που τροποποιήθηκε.

Η εφαρμογή των νέων γενικών εκτελεστικών διατάξεων των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ σε μεταφορά συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων αποκτηθέντων στο πλαίσιο άλλου συνταξιοδοτικού συστήματος η οποία ζητήθηκε πριν την έκδοση των εν λόγω διατάξεων αλλά πραγματοποιήθηκε μετά τη θέση τους σε ισχύ, δεν είναι αντίθετη προς το άρθρο 11, παράγραφος 2, του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ.

Συναφώς, ο ενδιαφερόμενος δεν αποκτά δικαίωμα αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών παρά μόνον αφότου πραγματοποιηθεί η μεταφορά στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης του κεφαλαίου που αντιπροσωπεύει συνταξιοδοτικά δικαιώματα αποκτηθέντα σε άλλο σύστημα. Ως εκ τούτου, στο μέτρο που ούτε η πρόταση αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών η οποία διαβιβάζεται σε υπάλληλο ή μέλος του λοιπού προσωπικού από το θεσμικό όργανο στο οποίο ανήκει κατόπιν αιτήσεως μεταφοράς στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που αυτός είχε αποκτήσει σε άλλο σύστημα ούτε κατά μείζονα λόγο η απλή υποβολή τέτοιας αίτησης παράγουν δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα, ενόσω η ζητηθείσα μεταφορά δεν έχει ακόμα πραγματοποιηθεί, μπορεί να γίνει λόγος, στην περίπτωση αυτή, για «κατάσταση μέλλουσα να γεννηθεί» ή, το πολύ, για «κατάσταση γεγενημένη χωρίς ωστόσο να έχει πλήρως διαμορφωθεί». Εν πάση περιπτώσει, δεν μπορεί να γίνει λόγος για κατάσταση γεννηθείσα και διαμορφωθείσα οριστικά υπό το κράτος του παλαιοτέρου κανόνα.

Επιπλέον, ακόμα και αν υπάρχουν συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις ικανές να δημιουργήσουν δικαιολογημένη εμπιστοσύνη στους αποδέκτες τους, οι ιδιώτες δεν μπορούν να επικαλεστούν την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης για να αντιταχθούν στην εφαρμογή νέας νομοθετικής διάταξης ιδίως σε τομέα στον οποίο ο νομοθέτης διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως.

(βλ. σκέψεις 152 έως 154 και 170)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2008, Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά Επιτροπής, EU:C:2008:767, σκέψεις 61 έως 63 και 91 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

6.      Το θεσμικό όργανο, θεσπίζοντας τις νέες γενικές εκτελεστικές διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του παραρτήματος VIII του ΚΥΚ, από τις οποίες προκύπτει διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των υπαλλήλων ως προς τους οποίους το κεφάλαιο που αντιπροσωπεύει τα αποκτηθέντα σε άλλο σύστημα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα μεταφέρθηκε στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης, αντιστοίχως, πριν και μετά τη θέση σε ισχύ των εν λόγω διατάξεων, δεν παραβιάζει την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, εφόσον η διαφορετική μεταχείριση αφορά υπαλλήλους που δεν ανήκουν στην ίδια και αυτή κατηγορία.

Συγκεκριμένα, οι υπάλληλοι ως προς τους οποίους το κεφάλαιο που αντιπροσωπεύει τα αποκτηθέντα σε άλλο σύστημα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα δεν έχει μεταφερθεί στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης κατά τον χρόνο θέσεως σε ισχύ των νέων διατάξεων δεν βρίσκονται στην ίδια νομική κατάσταση με τους υπαλλήλους των οποίων τα αποκτηθέντα πριν την ανάληψη των καθηκόντων τους συνταξιοδοτικά δικαιώματα έχουν ήδη μεταφερθεί, πριν την ημερομηνία αυτή, στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης υπό τη μορφή κεφαλαίου και ως προς τα οποία είχε εκδοθεί απόφαση περί αναγνωρίσεως συντάξιμων ετών στο τελευταίο αυτό σύστημα. Οι πρώτοι διαθέτουν ακόμη συνταξιοδοτικά δικαιώματα σε άλλο σύστημα ενώ, ως προς τους δεύτερους, έχει ήδη πραγματοποιηθεί μεταφορά κεφαλαίου η οποία επέφερε την απόσβεση των δικαιωμάτων αυτών και την αντίστοιχη αναγνώριση συντάξιμων ετών στο συνταξιοδοτικό σύστημα της Ένωσης.

Επιπλέον, η διαφορετική αυτή μεταχείριση στηρίζεται σε ένα αντικειμενικό στοιχείο ανεξάρτητο από τη βούληση του οικείου θεσμικού οργάνου, ήτοι την ταχύτητα με την οποία το οικείο εξωτερικό συνταξιοδοτικό σύστημα διεκπεραιώνει την αίτηση μεταφοράς κεφαλαίου του ενδιαφερόμενου.

(βλ. σκέψεις 177 έως 179)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2008, Centeno Mediavilla κ.λπ. κατά Επιτροπής, EU:C:2008:767, σκέψεις 79 έως 81