Language of document : ECLI:EU:T:2010:520

Υπόθεση T-331/09

Novartis AG

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού κοινοτικού σήματος TOLPOSAN – Προγενέστερο διεθνές λεκτικό σήμα TONOPAN – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Κίνδυνος συγχύσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες – Κίνδυνος συγχύσεως με το προγενέστερο σήμα – Εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως – Βαθμός προσοχής του κοινού

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 1, στοιχείο β΄)

2.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες – Ομοιότητα των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών – Κριτήρια εκτιμήσεως – Συμπληρωματικός χαρακτήρας των προϊόντων

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 1, στοιχείο β΄)

3.      Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες – Κίνδυνος συγχύσεως με το προγενέστερο σήμα

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 1, στοιχείο β΄)

1.      Όσον αφορά τον βαθμό προσοχής του ενδιαφερόμενου κοινού, για τους σκοπούς της σφαιρικής εκτίμησης του κινδύνου συγχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα, ο μέσος καταναλωτής των οικείων προϊόντων θεωρείται ότι έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως συνετός και ενημερωμένος. Πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη ότι το επίπεδο της προσοχής του μέσου καταναλωτή είναι δυνατόν να μεταβάλλεται σε συνάρτηση με την κατηγορία των επίμαχων προϊόντων ή υπηρεσιών.

Όσον αφορά τα φαρμακευτικά προϊόντα, οι επαγγελματίες του ιατρικού κλάδου επιδεικνύουν μεγαλύτερη προσοχή κατά τη συνταγογράφηση φαρμάκων. Όσον αφορά τους τελικούς καταναλωτές, στις περιπτώσεις που πωλούνται φαρμακευτικά προϊόντα χωρίς συνταγή, πρέπει να υποτεθεί ότι τα προϊόντα αυτά ενδιαφέρουν τους καταναλωτές που θεωρούνται ότι έχουν τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως συνετοί και ενημερωμένοι, εφόσον τα προϊόντα αυτά επηρεάζουν την κατάσταση της υγείας τους, και ότι οι καταναλωτές αυτοί είναι λιγότερο πιθανό να συγχέουν τις διαφορετικές μορφές των προϊόντων αυτών. Εξάλλου, ακόμη και στην περίπτωση που είναι υποχρεωτική η ιατρική συνταγή, οι καταναλωτές ενδέχεται να επιδεικνύουν μεγάλη προσοχή κατά τη συνταγογράφηση των επίμαχων προϊόντων, διότι πρόκειται για φαρμακευτικά προϊόντα. Έτσι, όσον αφορά τα φάρμακα, είτε δίδονται με ιατρική συνταγή είτε χωρίς, θεωρείται ότι οι καταναλωτές που έχουν τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικοί και ενημερωμένοι επιδεικνύουν αυξημένη προσοχή.

(βλ. σκέψεις 23, 26)

2.      Για την εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ των προϊόντων ή υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα, επιβάλλεται να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι ασκούντες επιρροή παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη σχέση μεταξύ των προϊόντων ή υπηρεσιών. Στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνονται, ειδικότερα, η φύση τους, ο προορισμός τους, η χρήση τους, καθώς και ο ανταγωνιστικός ή συμπληρωματικός χαρακτήρας τους. Άλλοι παράγοντες μπορούν επίσης να λαμβάνονται υπόψη, όπως τα δίκτυα διανομής των οικείων προϊόντων.

Προϊόντα όπως τα φάρμακα είναι της ιδίας φύσεως (φαρμακευτικά προϊόντα), έχουν τον ίδιο σκοπό ή προορισμό (αντιμετώπιση προβλημάτων της υγείας του ανθρώπου), απευθύνονται στους ίδιους καταναλωτές (επαγγελματίες του ιατρικού κλάδου και ασθενείς) και διανέμονται μέσω του ίδιου κυκλώματος πώλησης (κατά κανόνα μέσω των φαρμακείων). Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι τα επίμαχα προϊόντα ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία προϊόντων, τα φάρμακα. Ωστόσο, πρόκειται για μια πολύ ευρεία κατηγορία που περιλαμβάνει προϊόντα που μπορεί να είναι διαφορετικά. Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι τα φάρμακα ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία προϊόντων επιτρέπει να διαπιστωθεί μικρή μόνον ομοιότητα μεταξύ όλων των φαρμάκων.

Δεδομένου ότι οι παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη ανωτέρω δεν καθιστούν δυνατή τη διάκριση μεταξύ των διαφόρων υποκατηγοριών φαρμάκων, για την ορθή εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ των φαρμάκων, πρέπει να ληφθούν υπόψη άλλοι παράγοντες. Οι παράγοντες αυτοί είναι ειδικότερα ο ανταγωνιστικός και ο συμπληρωματικός χαρακτήρας των φαρμάκων καθώς και ο ειδικός σκοπός και προορισμός τους (αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων υγείας). Κατά την εκτίμηση των παραγόντων αυτών, η θεραπευτική ένδειξη ενός φαρμάκου είναι αποφασιστικής σημασίας.

Η ιδιαιτερότητα αυτή των φαρμάκων έχει ληφθεί υπόψη στη νομολογία κατά την οποία, στον βαθμό που ο καταναλωτής αναζητεί καταρχήν ένα προϊόν ή μια υπηρεσία δυνάμενη να ανταποκριθεί στις ειδικές ανάγκες του, ο σκοπός ή ο προορισμός του εν λόγω προϊόντος ή της εν λόγω υπηρεσίας έχει ουσιώδη χαρακτήρα για την επιλογή του. Συνεπώς, το κριτήριο του σκοπού ή του προορισμού, στο μέτρο που λαμβάνεται υπόψη από τους καταναλωτές πριν από κάθε χρήση, είναι πρωταρχικό για τον καθορισμό υποκατηγορίας προϊόντων ή υπηρεσιών. Ο σκοπός και ο προορισμός ενός θεραπευτικού προϊόντος αποδίδονται με τη θεραπευτική ένδειξή του.

Το γεγονός ότι τα επίμαχα προϊόντα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ταυτόχρονα από τον καταναλωτή δεν αρκεί για να θεωρηθούν ως συμπληρωματικά. Συγκεκριμένα, ως συμπληρωματικά νοούνται εκείνα τα προϊόντα ή υπηρεσίες μεταξύ των οποίων υφίσταται στενή σχέση, υπό την έννοια ότι το ένα είναι αναγκαίο ή σημαντικό για τη χρήση του άλλου, με συνέπεια οι καταναλωτές να μπορούν ευλόγως να θεωρήσουν ότι η ίδια επιχείρηση φέρει την ευθύνη κατασκευής αυτών των δύο προϊόντων ή παροχής αυτών των δύο υπηρεσιών.

(βλ. σκέψεις 30, 35-37, 41)

3.      Για το ενδιαφερόμενο κοινό που αποτελείται από τους επαγγελματίες του ιατρικού κλάδου και από τους τελικούς καταναλωτές της Αυστρίας και της Ισπανίας, δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα μεταξύ του λεκτικού σημείου TOLPOSAN, του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος για «Φάρμακα που περιέχουν τολπερισόνη με μυοχαλαρωτική δράση· κτηνιατρικά παρασκευάσματα που περιέχουν τολπερισόνη με μυοχαλαρωτική δράση» που εμπίπτουν στην κλάση 5 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας και του λεκτικού σημείου TONOPAN που καταχωρίστηκε προγενέστερα ως διεθνές σήμα με ισχύ, μεταξύ άλλων, στην Αυστρία και στην Ισπανία, για «αναλγητικά που καταπραΰνουν τον πόνο, ειδικότερα στην αντιμετώπιση των κεφαλαλγιών και της ημικρανίας», της ιδίας κλάσεως, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι, αφενός, τα επίμαχα προϊόντα έχουν μικρή μόνον ομοιότητα και τα συγκρουόμενα σήματα έχουν μεσαίου βαθμού ομοιότητα και ότι, αφετέρου, το ενδιαφερόμενο κοινό επιδεικνύει μεγαλύτερη του μέσου όρου προσοχή.

(βλ. σκέψεις 29, 32, 58)