Language of document : ECLI:EU:C:2014:2250

Υπόθεση C‑127/13 P

Guido Strack

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως — Δικαίωμα ακροάσεως — Δικαίωμα στον φυσικό δικαστή — Πρόσβαση στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων — Μερική άρνηση παροχής στον προσφεύγοντα προσβάσεως στα επίμαχα έγγραφα — Αρχική απόφαση περί αρνήσεως προσβάσεως — Γένεση σιωπηρής αποφάσεως περί αρνήσεως προσβάσεως — Αντικατάσταση αποφάσεως περί αρνήσεως προσβάσεως με ρητές αποφάσεις — Έννομο συμφέρον κατόπιν της εκδόσεως των ρητών αποφάσεων περί αρνήσεως προσβάσεως — Εξαιρέσεις από την πρόσβαση στα έγγραφα — Προάσπιση του συμφέροντος χρηστής διοικήσεως — Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και των εμπορικών συμφερόντων»

Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα)
της 2ας Οκτωβρίου 2014

1.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Μη τήρηση από το οικείο θεσμικό όργανο των προβλεπομένων προθεσμιών προς απάντηση επί επιβεβαιωτικής αιτήσεως προσβάσεως — Σιωπηρή απορριπτική απόφαση — Κατάργηση μέσω της εκδόσεως ρητής απορριπτικής αποφάσεως — Δυνατότητα προσφυγής κατά της σιωπηρής αποφάσεως — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 7 και 8)

2.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Αίτημα το οποίο αφορά πολύ μεγάλο αριθμό εγγράφων — Δικαίωμα του θεσμικού οργάνου να παρατείνει την προθεσμία εκδόσεως της αποφάσεως — Εξαιρετικός χαρακτήρας — Δυνατότητα του θεσμικού οργάνου να προβεί σε εύλογο συμβιβασμό με τον αιτούντα την πρόσβαση ώστε να τροποποιηθούν οι προβλεπόμενες στον κανονισμό προθεσμίες — Αποκλείεται — Δυνατότητα του θεσμικού οργάνου να αρνηθεί την πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα — Εξαιρετικός χαρακτήρας — Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 6 § 3, 7 και 8)

3.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Άρνηση παροχής προσβάσεως σε έγγραφο για τον λόγο ότι δεν υφίσταται ή ότι δεν βρίσκεται στην κατοχή του οικείου θεσμικού οργάνου — Περίσταση μη δυνάμενη να έχει ως συνέπεια τη μη εφαρμογή του κανονισμού — Υποχρέωση του θεσμικού οργάνου να δημιουργήσει το ζητούμενο έγγραφο — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 4, 6 § 2, 8 §§ 1 και 3, και 11)

4.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Υποχρέωση συστάσεως αρχείου εγγράφων — Υποχρέωση μέριμνας για την εκτέλεση της υποχρεώσεως μέσω αιτήματος προσβάσεως — Δεν υφίσταται

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 1 και 11)

5.        Γενικό Δικαστήριο — Οργάνωση — Κατανομή των υποθέσεων στα τμήματα — Κριτήρια — Δυνατότητα αποκλίσεως προκειμένου να διασφαλισθεί ισορροπημένη κατανομή του φόρτου εργασίας — Εκ νέου ανάθεση υποθέσεως μετά την κατάθεση του δικογράφου — Επιτρέπεται — Υποχρέωση προσκλήσεως των διαδίκων να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους — Δεν υφίσταται

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47, εδ. 2· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 12)

6.        Ένδικη διαδικασία — Διάρκεια της ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασίας — Εύλογη προθεσμία — Μη τήρηση — Συνέπειες — Διάρκεια η οποία δεν ασκεί επίδραση στην επίλυση της διαφοράς — Ακύρωση της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου — Αποκλείεται

7.        Ένδικη διαδικασία — Κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των διαφόρων δικαιοδοτικών οργάνων της Ένωσης — Αίτημα αποζημιώσεως λόγω υπερβολικής διάρκειας της ένδικης διαδικασίας — Αρμοδιότητα του δικαστηρίου που προβάλλεται ότι στερείται δικαιοδοσίας να αποφανθεί σε άλλο δικαστικό σχηματισμό

(Άρθρο 256 § 1 ΣΛΕΕ)

8.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου — Καθολική εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού 45/2001 — Υποχρέωση του αιτούντος την πρόσβαση να αποδείξει το αναγκαίο της διαβιβάσεως των επίμαχων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα — Υποχρέωση του θεσμικού οργάνου να εξακριβώσει αυτεπαγγέλτως την ύπαρξη λόγων δικαιολογούντων τη διαβίβαση — Δεν υφίσταται

(Κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 45/2001, άρθρα 8, στοιχείο β΄, και 18, και 1049/2001, άρθρο 4 § 1, στοιχείο β΄)

9.        Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Άρνηση παροχής προσβάσεως — Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης να διατάξει την προσκόμιση εγγράφων προκειμένου να ελέγξει το βάσιμο της αρνήσεως προσβάσεως — Περιεχόμενο

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 65 και 66· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4)

10.      Αναίρεση — Λόγοι — Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων — Απαράδεκτο — Έλεγχος από το Δικαστήριο της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών και των αποδεικτικών στοιχείων — Αποκλείεται, πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου των εν λόγω στοιχείων

(Άρθρο 256 § 1 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1)

11.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία της ιδιωτικής ζωής και της ακεραιότητας του ατόμου — Περιεχόμενο — Υποχρέωση κωδικοποιήσεως των ονομάτων που απαλείφθηκαν από τα έγγραφα τα οποία χορηγήθηκαν στους αιτούντες — Περιεχόμενο — Όρια

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο β΄)

12.      Αναίρεση — Λόγοι — Λόγος προβαλλόμενος για πρώτη φορά στο πλαίσιο της αιτήσεως αναιρέσεως — Απαράδεκτο

(Άρθρο 256 § 1 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 170 § 1)

13.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία των εμπορικών συμφερόντων — Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον βάσει του οποίου δικαιολογείται η δημοσιοποίηση εγγράφων — Επίκληση της αρχής της διαφάνειας — Ανάγκη αναπτύξεως ειδικών συλλογισμών σε σχέση με τη συγκεκριμένη περίπτωση

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 §§ 2 και 3)

14.      Προσφυγή ακυρώσεως — Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης — Αίτημα με το οποίο ζητείται να απευθυνθεί εντολή προς θεσμικό όργανο — Δεν επιτρέπεται — Προσβολή του δικαιώματος για αποτελεσματική δικαστική προστασία — Δεν υφίσταται

(Άρθρα 264 ΣΛΕΕ και 266 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47)

15.      Αναίρεση — Λόγοι — Λόγος στρεφόμενος κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου επί των δικαστικών εξόδων — Απαράδεκτο σε περίπτωση απορρίψεως όλων των λοιπών λόγων

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58, εδ. 2· Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου, άρθρο 184)

1.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 24, 88-90)

2.        Ο κανονισμός 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, δεν προβλέπει τη δυνατότητα παρεκκλίσεως από τις προθεσμίες που προβλέπονται στα άρθρα του 7 και 8 και ότι οι προθεσμίες αυτές είναι καθοριστικές για τη διεξαγωγή της διαδικασίας προσβάσεως στα έγγραφα των οικείων θεσμικών οργάνων, η οποία αποσκοπεί στη διασφάλιση ταχείας και εύκολης επεξεργασίας των αιτημάτων προσβάσεως στα έγγραφα αυτά.

Συναφώς, σε περίπτωση αιτήματος που αφορά πολύ ογκώδες έγγραφο ή πολύ μεγάλο αριθμό εγγράφων, επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση μόνον παράταση δεκαπέντε εργασίμων ημερών της προβλεπόμενης στο άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού προθεσμίας. Μολονότι σε τέτοια περίπτωση το άρθρο 6, παράγραφος 3, του ως άνω κανονισμού επιτρέπει στο οικείο θεσμικό όργανο να επιδιώξει την επίτευξη εύλογου συμβιβασμού με τον αιτούντα την πρόσβαση στα έγγραφα που έχει στην κατοχή του, ο εύλογος αυτός συμβιβασμός μπορεί να αφορά μόνον το περιεχόμενο ή τον αριθμό των ζητηθέντων εγγράφων. Προκειμένου να προασπισθεί το συμφέρον χρηστής διοικήσεως, ένα θεσμικό όργανο θα μπορούσε, υπό εξαιρετικές συνθήκες, να αρνηθεί την πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα για τον λόγο ότι ο φόρτος εργασίας που προϋποθέτει η δημοσιοποίησή τους είναι δυσανάλογος σε σχέση με τους σκοπούς της αιτήσεως προσβάσεως στα έγγραφα αυτά. Εντούτοις, η επίκληση της αρχής της αναλογικότητας δεν μπορεί να επιτρέψει την τροποποίηση των προβλεπόμενων στον κανονισμό 1049/2001 προθεσμιών χωρίς να προκληθεί κατάσταση ανασφάλειας δικαίου.

(βλ. σκέψεις 25, 26, 28)

3.        Στο πλαίσιο του συστήματος που θεσπίζει ο κανονισμός 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, διαπιστώνεται ότι η μη ύπαρξη εγγράφου στο οποίο ζητήθηκε πρόσβαση ή το γεγονός ότι τούτο δεν ευρίσκεται στην κατοχή του οικείου θεσμικού οργάνου δεν συνεπάγεται τη μη εφαρμογή του ως άνω κανονισμού.

Συγκεκριμένα, καθόσον, δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού 1049/2001, κάθε άρνηση παροχής προσβάσεως σε έγγραφα τα οποία ζητήθηκαν από τη διοίκηση είναι δεκτική ένδικης προσφυγής, όποιος κι αν είναι ο λόγος που επικαλέστηκε το οικείο θεσμικό όργανο για να αρνηθεί την ως άνω πρόσβαση, δεν επηρεάζει το δικαίωμα προσφυγής των ενδιαφερομένων το επιχείρημα ότι η πρόσβαση σε έγγραφο πρέπει να απορριφθεί για έναν από τους προβλεπόμενους στο άρθρο 4 του εν λόγω κανονισμού λόγους ή το επιχείρημα ότι το ζητηθέν έγγραφο δεν υπάρχει. Κάθε άλλη λύση θα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχο που απόκειται στον δικαστή της Ένωσης να ασκήσει επί του βασίμου αποφάσεως περί αρνήσεως παροχής προσβάσεως στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων, καθώς θα εξαρκούσε το οικείο θεσμικό όργανο να ισχυρισθεί ότι ένα έγγραφο δεν υπάρχει προκειμένου να εκφύγει παντός δικαστικού ελέγχου. Αντιθέτως, απόκειται στο επίμαχο θεσμικό όργανο να απαντήσει στον αιτούντα και να δικαιολογήσει, ενδεχομένως, ενώπιον του δικαστή την άρνησή του παροχής προσβάσεως κατ’ επίκληση του ως άνω λόγου.

Ωστόσο, ούτε το άρθρο 11 του κανονισμού 1049/2001 ούτε η υποχρέωση αρωγής, η οποία επιβάλλεται με το άρθρο 6, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, μπορούν να υποχρεώσουν θεσμικό όργανο να καταρτίσει έγγραφο το οποίο του ζητήθηκε, αλλά δεν υπάρχει.

(βλ. σκέψεις 39-42, 46)

4.        Όσον αφορά την προβλεπόμενη στο άρθρο 11 του κανονισμού 1049/2001 υποχρέωση, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, συστάσεως μητρώου εγγράφων, καθόσον ο ως άνω κανονισμός δεν συναρτά άμεσα την υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 11 αυτού προς το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα κατά το άρθρο του 2, παράγραφος 1, δεν είναι δυνατόν να επιβληθεί η τήρηση της υποχρεώσεως καταχωρίσεως διά της υποβολής αιτήσεως προσβάσεως σε έγγραφα.

(βλ. σκέψη 44)

5.        Κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 12 του Κανονισμού του Διαδικασίας, το Γενικό Δικαστήριο καθορίζει τα κριτήρια βάσει των οποίων κατανέμονται οι αποφάσεις μεταξύ των τμημάτων και ότι η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συναφώς, καθόσον η απόφαση με την οποία καθορίζονται τα κριτήρια κατανομής των υποθέσεων στα τμήματα επέτρεπε στον Πρόεδρο του Γενικού Δικαστηρίου να παρεκκλίνει από το πρότυπο κατανομής των υποθέσεων εκ περιτροπής που προβλέπεται στις αποφάσεις αυτές ώστε να διασφαλίσει την ισόρροπη κατανομή του φόρτου εργασίας και δεδομένου ότι η εφαρμογή της παρεκκλίσεως αυτής δεν υπέκειτο σε περιορισμούς κατά τον χρόνο ασκήσεως της προσφυγής, τίποτα δεν εμποδίζει την εκ νέου ανάθεση της τελευταίας σε άλλο τμήμα σε διαφορετικό χρόνο. Η ερμηνεία αυτή επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο δεδομένου ότι η εκ νέου ανάθεση μιας υποθέσεως, η οποία γίνεται προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, προκειμένου να διασφαλισθεί ισόρροπη κατανομή του φόρτου εργασίας, προάγει τον σκοπό της εκδικάσεως των υποθέσεων εντός εύλογης προθεσμίας, σύμφωνα με το άρθρο 47, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εξάλλου, δεδομένου ότι, όπως και κατά την αρχική ανάθεση μιας υποθέσεως, η εκ νέου ανάθεσή της σε δικαστικό σχηματισμό διαφορετικό από τον αρχικό δεν παρέχει στους διαδίκους το δικαίωμα να υποβάλουν προηγουμένως τις παρατηρήσεις τους επί του εν λόγω μέτρου απονομής της δικαιοσύνης, επιχείρημα αντλούμενο από προσβολή του δικαιώματος ακροάσεως πριν την εκ νέου ανάθεση της προσφυγής είναι αβάσιμο.

(βλ. σκέψεις 50-53)

6.        Ελλείψει κάθε στοιχείου που να αποδεικνύει ότι η διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου επηρέασε την επίλυση της διαφοράς, η προβαλλόμενη υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της δίκης δεν μπορεί να οδηγήσει στην αναίρεση της επίμαχης αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 62)

7.        Όσον αφορά το αίτημα αποζημιώσεως στο πλαίσιο του οποίου προβάλλεται υπερβολική διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, σε τούτο απόκειται, το οποίο είναι αρμόδιο δυνάμει του άρθρου 256, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, να αποφανθεί σε δικαστικό σχηματισμό διαφορετικό εκείνου που επελήφθη αρχικώς της ένδικης διαφοράς την οποία αφορά η διαδικασία η διάρκεια της οποίας επικρίνεται.

(βλ. σκέψη 64)

8.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 70, 101, 102, 106, 107, 111, 115)

9.        Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 73, 74, 76-78, 136)

10.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 79)

11.      Συστηματική υποχρέωση κωδικοποιήσεως των ονομάτων που απαλείφθηκαν από έγγραφο διαβιβασθέν κατόπιν αιτήσεως βάσει του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, θα συνιστούσε ιδιαιτέρως επαχθή και άσκοπο φόρτο εργασίας. Συγκεκριμένα, τα θεσμικά όργανα μπορούν, σε ιδιαίτερες περιπτώσεις, να προτάσσουν το συμφέρον χρηστής διοικήσεως κατόπιν της σταθμίσεως του συμφέροντος του αιτούντος πρόσβαση σε έγγραφα και τον φόρτο εργασίας που θα συνεπαγόταν η επεξεργασία του αιτήματός του.

(βλ. σκέψη 113)

12.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 119)

13.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 128, 130, 131)

14.      Ο δικαστής της Ένωσης δεν μπορεί, καταρχήν, να απευθύνει εντολές σε θεσμικό όργανο της Ένωσης χωρίς να σφετεριστεί τις εξουσίες διοικητικής αρχής. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 264 ΣΛΕΕ, ο δικαστής της Ένωσης δεν είχε τη δυνατότητα να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση. Εξάλλου, το άρθρο 266 ΣΛΕΕ δεν προβλέπει τη δυνατότητα να απευθυνθεί διαταγή προς τα θεσμικά όργανα. Η διαπίστωση αυτή δεν αίρεται από τα επιχειρήματα του αναιρεσείοντος τα οποία βασίζονται στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθόσον το άρθρο αυτό δεν έχει ως σκοπό να τροποποιήσει το σύστημα δικαιοδοτικού ελέγχου που προβλέπεται στις Συνθήκες.

(βλ. σκέψεις 145-147)

15.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 151)