Language of document : ECLI:EU:T:2018:929

Υπόθεση T-851/1

(Δημοσίευση αποσπασμάτων)

Slovak Telekom, a.s.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός – Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως – Σλοβακική αγορά ευρυζωνικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών – Πρόσβαση τρίτων επιχειρήσεων στον “τοπικό βρόχο” του κατεστημένου φορέα στην αγορά – Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 102 ΣΛΕΕ και του άρθρου 54 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ – Ενιαία και διαρκής παράβαση – Έννοια “καταχρήσεως” – Άρνηση προσβάσεως – Συμπίεση των περιθωρίων κέρδους – Υπολογισμός της συμπιέσεως των περιθωρίων κέρδους – Κριτήριο του εξίσου αποτελεσματικού ανταγωνιστή – Δικαιώματα άμυνας – Καταλογισμός στη μητρική εταιρία της παραβάσεως που διέπραξε η θυγατρική της – Καθοριστική επιρροή της μητρικής εταιρίας στην εμπορική πολιτική της θυγατρικής – Πραγματική άσκηση – Βάρος αποδείξεως – Υπολογισμός του προστίμου – Κατευθυντήριες γραμμές του 2006 για τον υπολογισμό των προστίμων»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (ένατο πενταμελές τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 2018

1.      Διαδικασία – Εισαγωγικό δικόγραφο – Τυπικά στοιχεία – Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων λόγων – Απλός ισχυρισμός που δεν συνοδεύεται από πραγματικά ή νομικά στοιχεία – Απαράδεκτο

[Άρθρο 102 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 21 και 53, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου (1991), άρθρο 44 § 1, στοιχείο γʹ]

2.      Διαδικασία – Εισαγωγικό δικόγραφο – Τυπικά στοιχεία – Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων λόγων – Παραπομπή σε παράρτημα με σκοπό την τεκμηρίωση των επιχειρημάτων που διατυπώνονται στα δικόγραφα – Παραδεκτό

[Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 21 και 53, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου (1991), άρθρο 44 § 1, στοιχείο γʹ]

3.      Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Άρνηση της κατέχουσας δεσπόζουσα θέση επιχείρησης να παράσχει σε άλλη επιχείρηση πρόσβαση σε προϊόν ή υπηρεσία – Πρόσβαση τρίτων επιχειρήσεων στον τοπικό βρόχο του κατεστημένου φορέα στην αγορά των ευρυζωνικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών – Έμμεση άρνηση πρόσβασης – Κανονιστικό πλαίσιο που επιβάλλει την πρόσβαση – Υποχρέωση της Επιτροπής να αποδείξει τον απαραίτητο χαρακτήρα της πρόσβασης αυτής για την είσοδο των ανταγωνιστικών φορέων στην αγορά – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 102 ΣΛΕΕ· Συμφωνία ΕΟΧ, άρθρο 54)

4.      Ανταγωνισμός – Διοικητική διαδικασία – Ανακοίνωση των αιτιάσεων – Υποχρεωτικό περιεχόμενο – Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση – Απόφαση που δεν συμπίπτει με την ανακοίνωση αιτιάσεων – Προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας – Προϋποθέσεις – Εκτίμηση κατά περίπτωση

(Άρθρο 102 ΣΛΕΕ· άρθρο 54 ΕΟΧ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 27 § 1)

5.      Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Συμπίεση των περιθωρίων κέρδους – Έννοια – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Άρθρο 102 ΣΛΕΕ· Συμφωνία ΕΟΧ, άρθρο 54)

6.      Δεσπόζουσα θέση – Κατάχρηση – Συμπίεση των περιθωρίων κέρδους – Κριτήριο του εξίσου αποτελεσματικού ανταγωνιστή – Θετικά περιθώρια κέρδους – Η Επιτροπή φέρει το βάρος της αποδείξεως του αποτελέσματος αποκλεισμού

(Άρθρα 102 ΣΛΕΕ· Συμφωνία ΕΟΧ, άρθρο 54· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 2)

7.      Ανταγωνισμός – Κανόνες της Ένωσης – Παραβάσεις – Καταλογισμός – Μητρική εταιρία και θυγατρικές – Οικονομική ενότητα – Κριτήρια εκτιμήσεως – Πραγματική άσκηση καθοριστικής επιρροής επί της συμπεριφοράς της θυγατρικής, δυνάμενη να συναχθεί από δέσμη ενδείξεων σχετικών με τους οικονομικούς, οργανωτικούς και νομικούς δεσμούς με τη μητρική εταιρία – Περιστάσεις βάσει των οποίων μπορεί να διαπιστωθεί η άσκηση καθοριστικής επιρροής – Πραγματικός έλεγχος του διοικητικού συμβουλίου της θυγατρικής – Επιρροή στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων στο διοικητικό συμβούλιο της θυγατρικής – Πρόσωπα που ασκούν καθήκοντα διοίκησης τόσο στη μητρική όσο και στη θυγατρική εταιρία – Διάθεση προσωπικού – Τακτική ενημέρωση σχετικά με την εμπορική στρατηγική της θυγατρικής – Αυξημένος βαθμός ανάμιξης της μητρικής εταιρίας στον καθορισμό της εμπορικής πολιτικής της θυγατρικής – Επίδραση όσον αφορά τις στρατηγικές επιλογές

(Άρθρο 102 ΣΛΕΕ· Συμφωνία ΕΟΧ, άρθρο 54)

8.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Καθορισμός του βασικού ποσού – Προσδιορισμός της αξίας των πωλήσεων – Σοβαρότητα της παραβάσεως – Καθορισμός του προστίμου κατ’ αναλογία προς τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για να εκτιμηθεί η σοβαρότητα της παραβάσεως – Κύκλος εργασιών που αντιστοιχεί στις υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο της παραβάσεως – Κύκλος εργασιών πραγματοποιηθείς κατά το τελευταίο πλήρες οικονομικό έτος συμμετοχής στην παράβαση – Αύξηση του κύκλου εργασιών κατά τη διάρκεια της παραβάσεως – Υποχρέωση συνεκτιμήσεως του μέσου κύκλου εργασιών κατά τη διάρκεια της παραβάσεως – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 102 ΣΛΕΕ· Συμφωνία ΕΟΧ, άρθρο 54· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 3· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής, σημείο 13)

9.      Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Υποχρέωση της Επιτροπής να ακολουθήσει την προηγούμενη πρακτική της όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων – Δεν υφίσταται

(Άρθρο 102 ΣΛΕΕ· Συμφωνία ΕΟΧ, άρθρο 54· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

10.    Ανταγωνισμός – Πρόστιμα – Ύψος – Καθορισμός – Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής – Δικαστικός έλεγχος – Πλήρης δικαιοδοσία του δικαστή της Ένωσης – Περιεχόμενο

(Άρθρα 261 ΣΛΕΕ και 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 31)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 74-78)

2.      Από το άρθρο 21, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που εφαρμόζεται στη διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 53 του εν λόγω Οργανισμού, και από το άρθρο 44, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας της 2ας Μαΐου 1991, ο οποίος ήταν σε ισχύ κατά τον χρόνο ασκήσεως της προσφυγής, προκύπτει ότι το δικόγραφο της προσφυγής πρέπει να μνημονεύει το αντικείμενο της διαφοράς και να περιέχει συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων λόγων, και ότι, για να είναι η προσφυγή παραδεκτή, πρέπει τα ουσιώδη πραγματικά και νομικά στοιχεία στα οποία αυτή στηρίζεται να προκύπτουν, έστω συνοπτικά, πλην όμως κατά τρόπο συνεκτικό και κατανοητό, από το ίδιο το κείμενο του δικογράφου.

Η φράση «συνοπτική έκθεση» των λόγων, η οποία χρησιμοποιείται στα κείμενα αυτά, σημαίνει ότι το δικόγραφο πρέπει να εξειδικεύει σε τι συνίσταται ο λόγος επί του οποίου στηρίζεται η προσφυγή.

Μολονότι το κύριο μέρος της προσφυγής μπορεί να στηριχθεί και να συμπληρωθεί, επί συγκεκριμένων σημείων, με παραπομπές σε συγκεκριμένα χωρία συνημμένων εγγράφων, η γενική παραπομπή σε άλλα κείμενα, ακόμη και συνημμένα στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν μπορεί να θεραπεύσει την έλλειψη ουσιωδών στοιχείων της νομικής επιχειρηματολογίας, τα οποία, δυνάμει των προμνησθεισών διατάξεων, πρέπει να περιλαμβάνονται στο ίδιο το δικόγραφο.

Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση να ερευνά και να εξακριβώνει, στα συνημμένα στην προσφυγή έγγραφα, τους λόγους που θα μπορούσαν, κατά την κρίση του, να αποτελούν τη βάση της προσφυγής, δεδομένου ότι τα συνημμένα αυτά έγγραφα επιτελούν απλώς λειτουργία αποδεικτικών και διευκρινιστικών στοιχείων.

Κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη του ένα συνημμένο στην προσφυγή έγγραφο μόνον κατά το μέτρο που το έγγραφο αυτό τεκμηριώνει ή συμπληρώνει λόγους ή επιχειρήματα που έχει ρητώς παραθέσει η προσφεύγουσα στο κύριο μέρος της προσφυγής και εφόσον το Γενικό Δικαστήριο μπορεί ευχερώς να προσδιορίσει με ακρίβεια ποια από τα στοιχεία του συνημμένου εγγράφου τεκμηριώνουν ή συμπληρώνουν τους ως άνω λόγους ή επιχειρήματα.

(βλ. σκέψεις 83-87)

3.      Προκειμένου η άρνηση επιχειρήσεως με δεσπόζουσα θέση να παράσχει πρόσβαση σε υπηρεσία να συνιστά κατάχρηση κατά την έννοια του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, πρέπει η άρνηση αυτή να μπορεί να εξαφανίσει οποιονδήποτε ανταγωνισμό στην αγορά εκ μέρους του αιτούντος την υπηρεσία, να μη μπορεί να δικαιολογηθεί αντικειμενικά και να είναι η υπηρεσία καθεαυτήν απαραίτητη για την άσκηση της δραστηριότητας του αιτούντος την υπηρεσία.

Εξάλλου, από τις σκέψεις 43 και 44 της αποφάσεως της 26ης Νοεμβρίου 1998, Bronner (C-7/97), προκύπτει ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν ένα προϊόν ή μια υπηρεσία είναι αναγκαία για την άσκηση της δραστηριότητας μιας επιχειρήσεως σε ορισμένη αγορά, επιβάλλεται να εξετασθεί αν υφίστανται προϊόντα ή υπηρεσίες που αποτελούν εναλλακτικές λύσεις, έστω και αν αυτές είναι λιγότερο πλεονεκτικές, καθώς και αν υφίστανται τεχνικής, κανονιστικής ή οικονομικής φύσεως εμπόδια δυνάμενα να καταστήσουν αδύνατη, ή τουλάχιστον αδικαιολογήτως δυσχερή, την ανάπτυξη, ενδεχομένως σε συνεργασία με άλλους επιχειρηματίες, εναλλακτικών προϊόντων ή υπηρεσιών εκ μέρους κάθε επιχειρήσεως που προτίθεται να δραστηριοποιηθεί στην εν λόγω αγορά. Σύμφωνα με τη σκέψη 46 της αποφάσεως αυτής, προκειμένου να γίνει δεκτή η ύπαρξη εμποδίων οικονομικής φύσεως, θα πρέπει τουλάχιστον να αποδειχθεί ότι η δημιουργία αυτών των προϊόντων ή υπηρεσιών είναι οικονομικώς ασύμφορη για παραγωγή ανάλογης κλίμακας με την παραγωγή της επιχειρήσεως που ελέγχει το υφιστάμενο προϊόν ή την υφιστάμενη υπηρεσία.

Εντούτοις, εφόσον η κανονιστική ρύθμιση στον τομέα των τηλεπικοινωνιών ορίζει το εφαρμοστέο σε αυτόν νομικό πλαίσιο, συμβάλλοντας έτσι στον καθορισμό των συνθηκών του ανταγωνισμού υπό τις οποίες μια επιχείρηση τηλεπικοινωνιών ασκεί τις δραστηριότητές της στις οικείες αγορές, η ρύθμιση αυτή συνιστά στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη για την εφαρμογή του άρθρου 102 ΣΛΕΕ στις συμπεριφορές αυτής της επιχειρήσεως, ιδίως όσον αφορά την εκτίμηση του καταχρηστικού χαρακτήρα αυτών των συμπεριφορών.

Επομένως, όταν το οικείο κανονιστικό πλαίσιο υποχρεώνει ρητώς τον κατεστημένο φορέα στην αγορά των ευρυζωνικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών να κάνει δεκτές όλες τις αιτήσεις αδεσμοποίητης προσβάσεως στον τοπικό βρόχο, οι οποίες κρίνονται εύλογες και δικαιολογημένες, προκειμένου να δοθεί σε εναλλακτικούς φορείς εκμεταλλεύσεως η δυνατότητα να παράσχουν, στη βάση αυτή, τις υπηρεσίες τους στη μαζική λιανική αγορά σταθερών ευρυζωνικών υπηρεσιών, η Επιτροπή δεν είναι υποχρεωμένη να αποδείξει ότι η πρόσβαση αυτή είναι απαραίτητη.

(βλ. σκέψεις 115-117, 119, 121)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 178-184, 207-209)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 228-231, 252-254)

6.      Όσον αφορά τις πρακτικές που έχουν ως αποτέλεσμα τη συμπίεση των περιθωρίων κέρδους, στον βαθμό που η κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση καθορίζει τις τιμές της σε επίπεδο που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του κόστους διαθέσεως στο εμπόριο του προϊόντος ή της παροχής των εν λόγω υπηρεσιών, ένας εξίσου αποτελεσματικός με την επιχείρηση αυτή ανταγωνιστής έχει, καταρχήν, τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί τις τιμές αυτές, χωρίς να υποστεί μακροπρόθεσμα δυσβάστακτες ζημίες.

Εάν, βέβαια, το περιθώριο κέρδους είναι θετικό, δεν αποκλείεται να μπορεί η Επιτροπή, στο πλαίσιο της εξετάσεως του αποτελέσματος αποκλεισμού μιας τιμολογιακής πολιτικής, να αποδείξει ότι η εφαρμογή της εν λόγω πρακτικής ήταν ικανή, λόγω, παραδείγματος χάριν, μειώσεως της κερδοφορίας, να καταστήσει τουλάχιστον δυσχερέστερη για τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις την άσκηση των δραστηριοτήτων τους στη σχετική αγορά. Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της υπάρξεως θετικών περιθωρίων κέρδους επί ορισμένο διάστημα, η Επιτροπή υπείχε ιδιαίτερη υποχρέωση όσον αφορά την απόδειξη των αποτελεσμάτων αποκλεισμού της πρακτικής συμπιέσεως των περιθωρίων κέρδους που προσάπτεται στην επιχείρηση για το διάστημα αυτό. Η νομολογία αυτή μπορεί να συνδυαστεί με το άρθρο 2 του κανονισμού 1/2003, κατά το οποίο, στο πλαίσιο του συνόλου των διαδικασιών εφαρμογής του άρθρου 102 ΣΛΕΕ, η απόδειξη της παραβάσεως του άρθρου αυτού βαρύνει το μέρος ή την αρχή που υποστηρίζει ότι συντρέχει η παράβαση, ήτοι, εν προκειμένω, την Επιτροπή.

Στο πλαίσιο αυτό, ο απλός ισχυρισμός της Επιτροπής ότι οι φορείς εκμεταλλεύσεως εξετάζουν την ικανότητά τους να εξασφαλίσουν εύλογη απόδοση σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, το οποίο εκτείνεται σε πλείονα έτη, δεν μπορεί να συνιστά τέτοια απόδειξη. Η περίσταση αυτή, έστω και αν ήθελε θεωρηθεί στοιχειοθετημένη, στηρίζεται σε μελλοντοστραφή εξέταση της αποδοτικότητας, η οποία δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί. Επιπλέον, ο ισχυρισμός αυτός δεν μπορεί να συνιστά απόδειξη του αποτελέσματος αποκλεισμού και δεν πληροί την απαίτηση που απορρέει από την αρχή της ασφάλειας δικαίου σύμφωνα με την οποία μια κατέχουσα δεσπόζουσα θέση επιχείρηση πρέπει να είναι σε θέση να εκτιμήσει αν οι συμπεριφορές της συνάδουν προς το άρθρο 102 ΣΛΕΕ. Για τον ίδιο λόγο, η διαπίστωση αρνητικών περιθωρίων κέρδους, διά της εφαρμογής προσεγγίσεως βασισμένης σε πλείονες περιόδους (πολυετούς προσεγγίσεως), δεν μπορεί να αναιρέσει την εκτίμηση αυτή, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση κατέληξε στη διαπίστωση αυτή μόνο κατόπιν σταθμίσεως των θετικών περιθωρίων κέρδους για ένα συγκεκριμένο έτος με τα αρνητικά περιθώρια κέρδους που διαπιστώθηκαν αντίστοιχα για τα λοιπά έτη.

(βλ. σκέψεις 257, 259, 261, 262, 264)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(Βλ. σκέψεις 280-288, 295-299, 308, 309, 311, 313, 321, 328, 332, 344, 357, 358, 362, 368, 384, 393, 396, 420-423)

8.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 432-436, 439, 444)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 441-444)

10.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 473-475)