Language of document :

Αναίρεση που άσκησε στις 21 Ιουλίου 2023 η Stadtwerke Hameln Weserbergland GmbH κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τέταρτο πενταμελές τμήμα) στις 17 Μαΐου 2023 στην υπόθεση T-314/20, Stadtwerke Hameln Weserbergland GmbH κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-466/23 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Stadtwerke Hameln Weserbergland GmbH (εκπρόσωποι: I. Zenke, Rechtsanwältin, T. Heymann, Rechtsanwalt)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Bundesrepublik Deutschland, E.ON SE, RWE AG

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της 17ης Μαΐου 2020,, Stadtwerke Hameln Weserbergland GmbH κατά Επιτροπής (T-314/20), καθώς και να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της 26ης Φεβρουαρίου 2019, σχετικά με τη συγχώνευση «RWE/E.ON Assets» (Υπόθεση M.8871, ΕΕ 2000, C 111, σ. 1),

1α. επικουρικώς, και εν πάση περιπτώσει, να αναπέμψει την υπόθεση T-314/20 ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, προκειμένου αυτό να αποφανθεί δεόντως,

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων δικηγόρων και των δαπανών μετακίνησης της νυν αναιρεσείουσας όσον αφορά την υπόθεση T-314/20.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει έλλειψη αιτιολογίας, παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών και προσβολή των διαδικαστικών δικαιωμάτων.

Πρώτον, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη, καθότι δεν καταδεικνύεται αν/με ποιον τρόπο το Γενικό Δικαστήριο εκτίμησε τον επηρεασμό της θέσης της αναιρεσείουσας στην αγορά (σκέψεις 23 επ. της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης).

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα επιχειρήματα της νυν αναιρεσείουσας καθόσον διαπίστωσε ότι δεν υφίσταται καμία ιδιαίτερη περίσταση ικανή να επηρεάσει τη θέση της στην αγορά (σκέψη 31 της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης).

Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο προσέβαλε τα διαδικαστικά δικαιώματα της αναιρεσείουσας παραλείποντας να εξετάσει κατά πόσον αυτή θίγεται επί της ουσίας.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, προσάπτεται στο Γενικό Δικαστήριο ότι προέβη σε εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 263, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ. Κακώς δεν έγινε δεκτό με την ως άνω απόφαση ότι η αναιρεσείουσα θίγεται ατομικά.

Πρώτον, κακώς το Γενικό Δικαστήριο υπέθεσε ότι η επίσημη συμμετοχή στη διαδικασία ελέγχου των συγκεντρώσεων M.8871 αποτελούσε προϋπόθεση για να αποδειχθεί ότι η αναιρεσείουσα θίγεται ατομικά.

Δεύτερον, οι απαιτήσεις που έθεσε το Γενικό Δικαστήριο όσον αφορά την απόδειξη άλλων ειδικών περιστάσεων προκειμένου να θεωρηθεί ότι θίγεται ατομικά η αναιρεσείουσα είναι υπερβολικές.

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι δεν εξέτασε επί της ουσίας τους νομικούς λόγους που αυτή προέβαλε πρωτοδίκως. Παραπέμποντας στην απόφαση που εκδόθηκε στην υπόθεση T-312/20, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης, και ειδικότερα του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 21, παράγραφος 1, του κανονισμού (EΚ) 139/2004 1 .

Πρώτον, η παράβαση του δικαίου της Ένωσης οφείλεται στη μη εφαρμογή του άρθρου 101 ΣΛΕΕ λόγω του φερόμενου ως αποτελέσματος αποκλεισμού του άρθρου 21 του κανονισμού 139/2004 (σκέψεις 392 επ. της απόφασης στην υπόθεση T-312/20).

Δεύτερον, δεν ελήφθησαν υπόψη τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η νυν αναιρεσείουσα σχετικά με συμφωνία σύμπραξης μεταξύ της RWE και της E.ON κατά την έννοια του άρθρου 101 ΣΛΕΕ (σκέψεις 392 επ. της απόφασης στην υπόθεση T-312/20).

Τρίτον, η παράβλεψη για τυπικούς λόγους της έκθεσης των πραγματικών περιστατικών που παρέθεσε η νυν αναιρεσείουσα θεωρείται προσβολή των διαδικαστικών δικαιωμάτων (σκέψεις 393 επ. και 406 επ. της απόφασης στην υπόθεση T-312/20).

Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι η διαδικασία ελέγχου των συγκεντρώσεων της Επιτροπής στις υποθέσεις M.8871 και M.8870 και η διαδικασία ελέγχου των συγκεντρώσεων της Bundeskartellamt στην-υπόθεση B8 28/19 δεν αποτελούν αναπόσπαστο μέρος μιας ενιαίας πράξης συγκέντρωσης η οποία έπρεπε να εξεταστεί στο πλαίσιο διαδικασίας συγκέντρωσης.

Συναφώς, αφενός, προσάπτεται στο Γενικό Δικαστήριο ότι αγνόησε την απόκτηση συμμετοχής ύψους 16,67 % από την RWE στην E.ON στην υπόθεση B8-28/19 (σκέψεις 65 επ. της απόφασης στην υπόθεση T-312/20).

Αφετέρου, επικρίνεται η ερμηνεία του όρου «ενιαία συγκέντρωση» κατά το άρθρο 3 σε συνδυασμό με την αιτιολογική σκέψη 20 του κανονισμού 139/2004 (σκέψεις 74 επ. της απόφασης στην υπόθεση T-312/20).

Με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέβη επίσης και εφάρμοσε εσφαλμένως το άρθρο 2 του κανονισμού 139/2004 καθόσον προέβη σε μη ορθή ανάλυση της αγοράς στην υπόθεση M.8871.

Πρώτον, εσφαλμένως το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε το ότι η Επιτροπή αφήνει ανοιχτό τον ορισμό της αγοράς (σκέψεις 220 επ. της απόφασης στην υπόθεση T-312/20).

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν αμφισβήτησε την ανεπάρκεια των προβλέψεων της Επιτροπής σχετικά με την εξέλιξη της αγοράς (σκέψεις 229 επ. της απόφασης στην υπόθεση T-312/20).

Τρίτον, η αναιρεσείουσα επικρίνει την κατά την κρίση της ανεπαρκή εκτίμηση των προοπτικών ανάπτυξης της ισχύος της RWE στην αγορά (σκέψεις 260 επ. της απόφασης στην υπόθεση T-312/20).

Τέταρτον, προσάπτεται στο Γενικό Δικαστήριο ανεπαρκής εκτίμηση της ανταγωνιστικής σχέσης μεταξύ των RWE και E.ON καθώς και της εξαφάνισης της E.ON (σκέψεις 339 επ. της απόφασης στην υπόθεση T-312/20).

Τέλος, με τον έκτο λόγο αναιρέσεως, προσάπτεται στο Γενικό Δικαστήριο ότι παραβίασε την αρχή της κατανομής του βάρους αποδείξεως επιβάλλοντας στη νυν αναιρεσείουσα με την απόφαση στην υπόθεση T-312/20 υπερβολικές απαιτήσεις όσον αφορά τις αποδείξεις (σκέψεις 273, 278 επ., 328, 341, 344 και 382 της ως άνω απόφασης).

____________

1 Κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων) (ΕΕ 2004, L 24, σ. 1).