Language of document : ECLI:EU:T:2014:901

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 21ης Οκτωβρίου 2014 (*)

«Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας — Κοινοτικό λεκτικό σήμα LAGUIOLE — Προγενέστερη γαλλική εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole — Άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, και άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009»

Στην υπόθεση T‑453/11,

Gilbert Szajner, κάτοικος Niort (Γαλλία), εκπροσωπούμενος από τον A. Lakits‑Josse, δικηγόρο,

προσφεύγων,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον A. Folliard-Monguiral,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

Forge de Laguiole SARL, με έδρα το Laguiole (Γαλλία), εκπροσωπούμενη από τον F. Fajgenbaum, δικηγόρο,

με αντικείμενο προσφυγή ασκηθείσα κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 1ης Ιουνίου 2011 (υπόθεση R 181/2007‑1), σχετικά με διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας μεταξύ των Forge de Laguiole SARL και Gilbert Szajner,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους H. Kanninen, πρόεδρο, I. Pelikánová (εισηγήτρια) και E. Buttigieg, δικαστές,

γραμματέας: C. Heeren, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 8 Αυγούστου 2011,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 25 Νοεμβρίου 2011,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως του ΓΕΕΑ που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 12 Δεκεμβρίου 2011,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα απαντήσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 20 Απριλίου 2012,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα ανταπαντήσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 6 Ιουλίου 2012,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 11ης Φεβρουαρίου 2014,

έχοντας υπόψη τις συμπληρωματικές γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν οι διάδικοι κατόπιν προσκλήσεως του Γενικού Δικαστηρίου και κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 24 και 25 Φεβρουαρίου, καθώς και στις 8 και 9 Απριλίου 2014,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Ο προσφεύγων, Gilbert Szajner, είναι δικαιούχος του κοινοτικού λεκτικού σήματος LAGUIOLE, του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση στις 20 Νοεμβρίου 2001 και το οποίο καταχωρίστηκε στις 17 Ιανουαρίου 2005 από το Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε [αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1)].

2        Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία έχει καταχωριστεί το σήμα LAGUIOLE υπάγονται ειδικότερα, κατόπιν της μερικής παραιτήσεως κατά την ενώπιον του ΓΕΕΑ διαδικασία, στις κλάσεις 8, 14, 16, 18, 20, 21, 28, 34 και 38 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας σχετικά με τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν ειδικότερα, για κάθε μία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 8: «Χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός· κουτάλια· πριόνια, κατσαβίδια, ξυράφια, λεπίδες ξυραφιών· σετ ξυρίσματος· λίμες και πένσες παρανυχίδων, νυχοκόπτες· θήκες οργάνων περιποίησης χεριών»·

–        κλάση 14: «Κράματα πολύτιμων μετάλλων· κοσμήματα, είδη χρυσοχοΐας, πολύτιμοι λίθοι· κοσμηματοθήκες από πολύτιμα μέταλλα· όργανα μέτρησης του χρόνου, μανικετόκουμπα, καρφίτσες για γραβάτες, διακοσμητικές καρφίτσες, δακτύλιοι για κλειδιά· πορτοφόλια από πολύτιμα μέταλλα· ρολόγια χειρός και λουράκια για ρολόγια χειρός, κουτιά, κηροπήγια, θήκες πούρων, μικρά σκεύη και δοχεία οικιακής και μαγειρικής χρήσης από πολύτιμα μέταλλα· επιτραπέζια σκεύη από πολύτιμα μέταλλα»·

–        κλάση 16: «Σχολικά είδη· χαρτοκόφτης· μολύβια, μηχανικά μολύβια, γομολάστιχες· φάκελοι· κλασέρ· άλμπουμ, βιβλία, ημερολόγια (αλμανάκ), φυλλάδια, τετράδια, κατάλογοι· ημερολόγια, λιθογραφίες, αφίσες»·

–        κλάση 18: «Δέρμα και απομιμήσεις δέρματος· μπαούλα, βαλιτσάκια, βαλίτσες· ράβδοι (μπαστούνια)· τσάντες χειρός· τσάντες για την παραλία· τσάντες, βαλιτσάκια και βαλίτσες ταξιδίου· πορτοφόλια· καρτοθήκες (πορτοφόλια), χαρτοφύλακες· χαρτοφύλακες (δερμάτινα είδη)· θήκες για κλειδιά (δερμάτινα είδη)· πορτοφόλια για κέρματα όχι από πολύτιμα μέταλλα»·

–        κλάση 20: «Πλαίσια (κορνίζες), έργα τέχνης ή διακοσμητικά από ξύλο, φελλό, καλάμι, βρύουλα, λυγαριά, κέρατο, κόκκαλο, ελεφαντοστό, κόκκαλο φάλαινας, χελωνόστρακο, ήλεκτρο, μαργαριτάρι, σηπιόλιθο, υποκατάστατα των παραπάνω υλικών ή από πλαστικό»·

–        κλάση 21: «Είδη κουζίνας και σκεύη από γυαλί, πορσελάνη και φαγεντιανή· πιατικά όχι από πολύτιμα μέταλλα· εκπωματιστήρες· ανοιχτήρια φιαλών, μεταλλικοί διανομείς χάρτινων πετσετών καθαρισμού· αμμοδοχεία· βούρτσες ξυρίσματος, σετ τουαλέτας σε τσαντάκι»·

–        κλάση 28: «Είδη γυμναστικής και αθλητικά είδη (εκτός από είδη κολύμβησης, ρουχισμού, τάπητες και παπούτσια)· γάντια γκολφ»·

–        κλάση 34: «Είδη καπνιστού· σπίρτα, αναπτήρες για καπνιστές· θήκες για πούρα και για τσιγάρα όχι από πολύτιμα μέταλλα· κόφτες για πούρα· πίπες· καθαριστήρες πίπας»·

–        κλάση 38: «Τηλεπικοινωνίες· παροχή πληροφοριών σχετικά με τις τηλεπικοινωνίες· πρακτορεία ειδήσεων· μετάδοση μηνυμάτων· μετάδοση μηνυμάτων και εικόνων με τη βοήθεια ηλεκτρονικών υπολογιστών· επικοινωνίες μέσω τερματικών ηλεκτρονικών υπολογιστών· επικοινωνίες τηλεφωνικές· επικοινωνία, μετάδοση πληροφοριών περιεχόμενων σε βάσεις δεδομένων ή σε διακομιστή τηλεματικής· μηνύματα τηλεφωνικά, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλεματικής· επικοινωνία και μετάδοση μηνυμάτων, πληροφοριών και δεδομένων, on‑line ή με καθυστέρηση, από συστήματα επεξεργασίας δεδομένων, από ηλεκτρονικά δίκτυα, συμπεριλαμβανομένου του παγκόσμιου δικτύου τηλεπικοινωνιών που καλείται “Internet” και του παγκόσμιου δικτύου που καλείται “web”· μετάδοση πληροφοριών από δίκτυα τηλεπικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένου του παγκόσμιου δικτύου που καλείται “Internet”».

3        Στις 22 Ιουλίου 2005, η παρεμβαίνουσα, Forge de Laguiole SARL, υπέβαλε αίτηση κηρύξεως ακυρότητας του σήματος LAGUIOLE, δυνάμει του άρθρου 52, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 4, του ιδίου κανονισμού (νυν άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, και άρθρο 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009).

4        Η αίτηση κηρύξεως ακυρότητας στηριζόταν στην εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole, την οποία χρησιμοποιούσε η παρεμβαίνουσα για τις δραστηριότητες «κατασκευής και πωλήσεως ειδών μαχαιροποιίας, οργάνων κοπής, ειδών δώρου και αναμνηστικών —όλων των τύπων επιτραπέζιων ειδών». Κατά την παρεμβαίνουσα, εξ αυτής της εταιρικής επωνυμίας, της οποίας η ισχύς δεν είναι μόνον τοπική, απορρέει το δικαίωμά της, σύμφωνα με το γαλλικό δίκαιο, να απαγορεύσει τη χρήση πλέον πρόσφατου σήματος.

5        Η αίτηση κηρύξεως μερικής ακυρότητας αφορούσε όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αναφέρονται στη σκέψη 2 ανωτέρω.

6        Με απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2006, το τμήμα ακυρώσεων απέρριψε την αίτηση κηρύξεως ακυρότητας.

7        Στις 25 Ιανουαρίου 2007 η παρεμβαίνουσα άσκησε προσφυγή ενώπιον του ΓΕΕΑ, δυνάμει των άρθρων 57 έως 62 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009), κατά της αποφάσεως του τμήματος ακυρώσεων.

8        Με απόφαση της 1ης Ιουνίου 2011 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πρώτο τμήμα προσφυγών δέχθηκε εν μέρει την προσφυγή και κήρυξε άκυρο το σήμα LAGUIOLE για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες των κλάσεων 8, 14, 16, 18, 20, 21, 28 και 34. Απέρριψε την προσφυγή όσον αφορά τις υπηρεσίες της κλάσεως 38.

9        Ειδικότερα, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, σύμφωνα με τη γαλλική νομολογία, η εταιρική επωνυμία προστατεύεται καταρχήν για όλες τις δραστηριότητες που καλύπτονται από τον εταιρικό σκοπό της, περιορίζεται όμως η προστασία αυτή στις συγκεκριμένες δραστηριότητες που πράγματι ασκούνται όταν ο εταιρικός σκοπός είναι αόριστος ή όταν οι ασκούμενες δραστηριότητες δεν καλύπτονται από αυτόν. Εν προκειμένω, ο εταιρικός σκοπός της παρεμβαίνουσας ήταν αρκούντως σαφής όσον αφορά την «κατασκευή και πώληση ειδών μαχαιροποιίας, οργάνων κοπής». Το τμήμα προσφυγών προσέθεσε ότι, ακόμη και αν γινόταν δεκτό ότι η διατύπωση του εταιρικού σκοπού «κατασκευή και πώληση ειδών δώρου και αναμνηστικών —όλων των τύπων επιτραπέζιων ειδών» είναι αόριστη, η εταιρική επωνυμία της αιτούσας έπρεπε να τύχει της προστασίας, κατ’ ελάχιστον όσον αφορά τους τομείς όπου ασκούσε πράγματι τις δραστηριότητές της πριν από την κατάθεση της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE.

10      Συναφώς, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι η παρεμβαίνουσα είχε αποδείξει ότι ασκούσε εμπορική δραστηριότητα, ήδη πριν από την κατάθεση της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE, όσον αφορά την εμπορία προϊόντων που ενέπιπταν στα «επιτραπέζια είδη», στα «είδη σπιτιού», στα είδη οίνου, μαχαιριών και καπνιστού, παίκτη γκολφ, κυνηγού και αναψυχής, καθώς και σε άλλα είδη εξοπλισμού. Αντιθέτως, η παρεμβαίνουσα δεν απέδειξε εμπορική δραστηριότητα όσον αφορά τα είδη πολυτελείας και τα είδη ταξιδίου, τα οποία εξάλλου δεν εμπίπτουν στον εταιρικό σκοπό της. Τέλος, έκρινε ότι, με εξαίρεση τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών που εμπίπτουν στην κλάση 38, όλα τα προϊόντα που προσδιόριζε το εν λόγω σήμα ενέπιπταν στους τομείς δραστηριότητας της παρεμβαίνουσας ή σε συναφείς τομείς δραστηριοτήτων.

11      Ως προς τα αντιπαρατιθέμενα σημεία, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι ο όρος «laguiole», καίτοι έχει περιγραφικό και όχι διακριτικό χαρακτήρα όσον αφορά τα μαχαίρια, αποτελούσε παρά ταύτα το κυρίαρχο, ή έστω το συγκυρίαρχο, στοιχείο της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole, ακόμη και όταν η επωνυμία αυτή χρησιμοποιούνταν για μαχαίρια. Στο πλαίσιο μιας σφαιρικής εκτιμήσεως, τα αντιπαρατιθέμενα σημεία παρουσίαζαν ορισμένη ομοιότητα από οπτικής, φωνητικής και εννοιολογικής απόψεως, η οποία δεν ήταν δυνατό να αντισταθμιστεί από μόνη την προσθήκη της γενικής εκφράσεως «forge de».

12      Το τμήμα προσφυγών συνήγαγε, αφενός, ότι υπήρχε κίνδυνος συγχύσεως για τους γάλλους καταναλωτές, εάν γινόταν χρήση του σήματος LAGUIOLE για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες, που απευθύνονται στην ίδια πελατεία και πωλούνται στα ίδια καταστήματα όπως και τα «είδη μαχαιροποιίας, όργανα κοπής, είδη δώρου ή επιτραπέζια είδη» που εμπίπτουν στους τομείς δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας. Αφετέρου, έκρινε ότι οι δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας θα επηρεάζονταν εάν γινόταν χρήση του εν λόγω σήματος για συμπληρωματικά προϊόντα, άρρηκτα συνδεόμενα με τις δραστηριότητες αυτές, ήτοι για προϊόντα εμπίπτοντα στους τομείς συναφών δραστηριοτήτων όπου οι εν λόγω δραστηριότητες μπορούν να αναπτυχθούν υπό φυσιολογικές συνθήκες.

13      Τέλος, κατά το τμήμα προσφυγών, λόγω του κύρους της, ήτοι της φήμης της, η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole είχε έντονο διακριτικό χαρακτήρα και μπορούσε να τύχει εξαιρετικής προστασίας ακόμη και για τομείς δραστηριοτήτων διαφορετικούς από τους εμπίπτοντες στον εταιρικό σκοπό της.

 Αιτήματα των διαδίκων

14      Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει την παρεμβαίνουσα τόσο στα δικαστικά έξοδά του όσο και στα δικά της δικαστικά έξοδα.

15      Το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.

16      Η παρεμβαίνουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να επιβεβαιώσει την απόφαση του τμήματος προσφυγών·

–        να καταδικάσει τον προσφεύγοντα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

1.     Επί των εγγράφων που προσκομίσθηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

17      Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο προσφεύγων και η παρεμβαίνουσα, στο πλαίσιο αντιστοίχως του υπομνήματος απαντήσεως και του υπομνήματος ανταπαντήσεως, προσκόμισαν ορισμένα έγραφα τα οποία δεν συμπεριλαμβάνονταν στον φάκελο της ενώπιον του ΓΕΕΑ διαδικασίας.

18      Συγκεκριμένα, ο προσφεύγων προσκόμισε τα εξής:

–        τρία αποσπάσματα λεξικού (παραρτήματα 34, 35 και 39 του υπομνήματος απαντήσεως)·

–        απόσπασμα καταλόγου πλειστηριασμού (παράρτημα 36 του υπομνήματος απαντήσεως)·

–        δύο αποσπάσματα αποτελεσμάτων από μηχανή αναζητήσεως στο διαδίκτυο (παραρτήματα 37 και 40 του υπομνήματος απαντήσεως)·

–        απόσπασμα on-line εγκυκλοπαίδειας (παράρτημα 38 του υπομνήματος απαντήσεως)·

–        δύο άρθρα του Τύπου (παράρτημα 41 του υπομνήματος απαντήσεως)·

–        αποσπάσματα αποτελεσμάτων αναζητήσεως σημάτων στη βάση δεδομένων του institut national français de la propriété intellectuelle (INPI) (παράρτημα 42 του υπομνήματος απαντήσεως)·

–        τέσσερα αντίτυπα αποφάσεων του τμήματος ανακοπών του ΓΕΕΑ (παραρτήματα 34α, 34β, 37α και 38α του υπομνήματος απαντήσεως).

19      Από πλευράς της, η παρεμβαίνουσα προσκόμισε τα εξής:

–        αποφάσεις διαφόρων γαλλικών δικαστηρίων (παραρτήματα 55, 57, 58, 67, 68, 69, 70, 73, 74 του υπομνήματος ανταπαντήσεως)·

–        τρεις αποφάσεις των τμημάτων προσφυγών και του τμήματος ανακοπών του ΓΕΕΑ (παραρτήματα 56, 59 και 66 του υπομνήματος ανταπαντήσεως)·

–        αποσπάσματα οδηγιών του ΓΕΕΑ σχετικών με τη διαδικασία ανακοπής (παράρτημα 60 του υπομνήματος ανταπαντήσεως)·

–        τέσσερα άρθρα του Τύπου, αποσπάσματα από το διαδίκτυο (παράρτημα 61 του υπομνήματος ανταπαντήσεως)·

–        τρία αποσπάσματα από διαδικτυακές σελίδες πωλήσεως (παραρτήματα 63 έως 65 του υπομνήματος ανταπαντήσεως)·

–        απόσπασμα του γαλλικού κώδικα προστασίας των καταναλωτών (παράρτημα 71 του υπομνήματος ανταπαντήσεως)·

–        αποσπάσματα του απολογισμού δραστηριοτήτων για το 2011 της γαλλικής γενικής διευθύνσεως ανταγωνισμού, καταναλωτή και καταστολής της απάτης (direction générale de la concurrence, de la consommation et de la répression des fraudes, DGCCRF) (παράρτημα 72 του υπομνήματος ανταπαντήσεως).

20      Επιπλέον, το ΓΕΕΑ υποστήριξε, με τις συμπληρωματικές παρατηρήσεις του της 21ης Φεβρουαρίου 2014, ότι η απόφαση του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (C.Cass. Com., Cœur de princesse/Mattel France, αριθ. 08‑2012.010), την οποία επικαλείται ο προσφεύγων, πρέπει να μην περιληφθεί στη δικογραφία ως απαράδεκτη.

21      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι η προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αφορά τον έλεγχο της νομιμότητας των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών του ΓΕΕΑ κατά την έννοια του άρθρου 65 του κανονισμού 207/2009, οπότε το Γενικό Δικαστήριο δεν είναι αρμόδιο να επανεξετάσει τα πραγματικά περιστατικά υπό το πρίσμα των εγγράφων που προσκομίζονται για πρώτη φορά ενώπιόν του. Επιβάλλεται επομένως η απόρριψη των παραρτημάτων 34 έως 42 του υπομνήματος απαντήσεως, καθώς και των παραρτημάτων 61, 63 έως 65 και 72 του υπομνήματος ανταπαντήσεως της παρεμβαίνουσας, χωρίς να είναι αναγκαίο να εξεταστεί η αποδεικτική ισχύς τους [βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 24ης Νοεμβρίου 2005, T‑346/04, Sadas κατά ΓΕΕΑ — LTJ Diffusion (ARTHUR ET FELICIE), Συλλογή 2005, σ. II‑4891, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

22      Αντιθέτως, τα παραρτήματα 34α, 34β, 37α και 38α του υπομνήματος απαντήσεως και τα παραρτήματα 56, 59, 60 και 66 του υπομνήματος ανταπαντήσεως, μολονότι προσκομίσθηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, δεν αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία με τη στενή έννοια του όρου, αλλά αφορούν την πρακτική που ακολουθεί το ΓΕΕΑ στις σχετικές αποφάσεις του, την οποία οι διάδικοι έχουν δικαίωμα να επικαλούνται ακόμη και αν είναι μεταγενέστερη της ενώπιον του ΓΕΕΑ διαδικασίας (προπαρατεθείσα στη σκέψη 21 απόφαση ARTHUR ET FELICIE, σκέψη 20).

23      Το ίδιο ισχύει και για τα παραρτήματα 55, 57, 58, 67 έως 71, 73 και 74 του υπομνήματος ανταπαντήσεως, καθώς και για την απόφαση του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω), που πρέπει να γίνει δεκτό ότι προσκομίζονται παραδεκτώς, διότι αφορούν την εθνική νομοθεσία, καθώς και τη νομολογιακή πρακτική των εθνικών δικαστηρίων, την οποία οι διάδικοι έχουν δικαίωμα να επικαλούνται ακόμη και αν είναι μεταγενέστερη της ενώπιον του ΓΕΕΑ διαδικασίας. Συγκεκριμένα, δεν μπορεί να απαγορεύεται ούτε στους διαδίκους ούτε στο Γενικό Δικαστήριο να λαμβάνουν υπόψη, κατά την ερμηνεία του εθνικού δικαίου στο οποίο, όπως στην προκειμένη περίπτωση, παραπέμπει το δίκαιο της Ένωσης (βλ. σκέψη 29 κατωτέρω), στοιχεία αντλούμενα από την εθνική νομοθεσία ή νομολογία, δεδομένου ότι δεν πρόκειται για περίπτωση μη συνεκτιμήσεως εκ μέρους του τμήματος προσφυγών πραγματικών στοιχείων αντλούμενων από συγκεκριμένη απόφαση γαλλικού δικαστηρίου, αλλά για περίπτωση επικλήσεως νομοθετικών διατάξεων ή δικαστικών αποφάσεων προς στήριξη λόγου ακυρώσεως αντλούμενου από την κακή εφαρμογή εκ μέρους των τμημάτων προσφυγών διατάξεως του εθνικού δικαίου [βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Ιουλίου 2006, T‑277/04, Vitakraft-Werke Wührmann κατά ΓΕΕΑ — Johnson’s Veterinary Products (VITACOAT), Συλλογή 2006, σ. II‑2211, σκέψεις 70 και 71].

24      Εξάλλου, στο μέτρο που το ΓΕΕΑ επικαλείται την απόφαση του Δικαστηρίου της 5ης Ιουλίου 2011, C‑263/09 P, Edwin κατά ΓΕΕΑ (Συλλογή 2011, σ. I‑5853, σκέψεις 46 έως 57), προκειμένου να αμφισβητήσει το παραδεκτό της αποφάσεως του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω) ως αποδεικτικού στοιχείου, αρκεί η διαπίστωση ότι δεν προκύπτει από την απόφαση αυτή ότι απαγορεύεται στο Γενικό Δικαστήριο να λάβει υπόψη στοιχεία προσκομιζόμενα από διάδικο για πρώτη φορά ενώπιόν του προκειμένου να αποδειχθεί ότι το τμήμα προσφυγών εφήρμοσε εσφαλμένως το επικληθέν από αυτόν εθνικό δίκαιο. Συγκεκριμένα, στην απόφαση αυτή, το Δικαστήριο εξέτασε αποκλειστικώς, αφενός, αν το Γενικό Δικαστήριο παρέβη τον εφαρμοστέο στην ουσία της διαφοράς εθνικό κανόνα και, αφετέρου, αν το Δικαστήριο ήταν αρμόδιο να διαπιστώσει την ύπαρξη τέτοιου είδους παραβάσεως (προπαρατεθείσα απόφαση Edwin κατά ΓΕΕΑ, σκέψη 44). Στο πλαίσιο αυτό, επισήμανε, βεβαίως, ότι ο διάδικος ο οποίος ζητούσε την εφαρμογή εθνικού κανόνα όφειλε να προσκομίσει στο ΓΕΕΑ τα στοιχεία που αποδείκνυαν το περιεχόμενο του κανόνα αυτού (βλ. προπαρατεθείσα απόφαση Edwin κατά ΓΕΕΑ, σκέψη 50). Πάντως, τούτο δεν σημαίνει ότι η εκ μέρους του ΓΕΕΑ εφαρμογή του εθνικού κανόνα δεν υπάγεται σε έλεγχο του Γενικού Δικαστηρίου υπό το πρίσμα εθνικής δικαστικής αποφάσεως την οποία επικαλείται ο διάδικος, εκδοθείσας μεταγενεστέρως της αποφάσεως του ΓΕΕΑ.

25      Τέλος, πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα του ΓΕΕΑ κατά το οποίο το γεγονός ότι ο προσφεύγων προσκόμισε την απόφαση του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω) μόλις κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση και όχι προγενεστέρως συνιστά «παρελκυστικό διαδικαστικό χειρισμό». Συγκεκριμένα, επιβάλλεται κατ’ αρχάς η υπόμνηση ότι η εν λόγω απόφαση εκδόθηκε λίγες μέρες μετά την κατάθεση του υπομνήματος ανταπαντήσεως της παρεμβαίνουσας, σε χρόνο κατά τον οποίο η έγγραφη διαδικασία, καίτοι δεν είχε ακόμη περατωθεί τυπικώς, είχε πάντως κατ’ αρχήν ολοκληρωθεί. Ο προσφεύγων δεν μπορούσε, επομένως, να επικαλεστεί λυσιτελώς την απόφαση της 10ης Ιουλίου 2012 στα υπομνήματά του. Ακολούθως, υπογραμμίζεται ότι, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει το ΓΕΕΑ, ο προσφεύγων δεν επικαλέστηκε την απόφαση του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012, σκέψη 20 ανωτέρω, μόνον κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, αλλά ήδη στο πλαίσιο της αιτιολογήσεως του αιτήματός του περί διεξαγωγής επ’ ακροατηρίου συζητήσεως, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 23 Αυγούστου 2012 και κοινοποιήθηκε στο ΓΕΕΑ στις 11 Σεπτεμβρίου 2012.

2.     Επί της ουσίας

26      Ο προσφεύγων προβάλλει ένα μόνο λόγο ακυρώσεως, αντλούμενο από παράβαση του άρθρου 53, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 4, στοιχείο ζ΄, του ιδίου κανονισμού.

27      Δυνάμει των δύο αυτών διατάξεων, η ύπαρξη σημείου το οποίο δεν είναι σήμα δικαιολογεί την κήρυξη ακυρότητας ενός κοινοτικού σήματος αν το σημείο αυτό πληροί σωρευτικά τέσσερις προϋποθέσεις: το εν λόγω σημείο πρέπει να χρησιμοποιείται στις εμπορικές συναλλαγές· πρέπει να μην έχει μόνον τοπική ισχύ· το δικαίωμα επί του σημείου πρέπει να έχει κτηθεί σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους όπου χρησιμοποιήθηκε το σημείο πριν από την ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος· τέλος, το σημείο αυτό πρέπει να παρέχει στον δικαιούχο τη δυνατότητα να απαγορεύει τη χρήση πλέον πρόσφατου σήματος. Οι τέσσερις αυτές προϋποθέσεις περιορίζουν τον αριθμό των σημείων που δεν είναι σήματα τα οποία μπορεί να επικαλεστεί κάποιος ενδιαφερόμενος για να αμφισβητήσει το κύρος κοινοτικού σήματος στο σύνολο του κοινοτικού εδάφους, σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009 [απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 24ης Μαρτίου 2009, T‑318/06 έως T‑321/06, Moreira da Fonseca κατά ΓΕΕΑ — General Óptica (GENERAL OPTICA), Συλλογή 2006, σ. II‑649, σκέψη 32].

28      Οι δύο πρώτες προϋποθέσεις, δηλαδή οι σχετικές με τη χρήση και την όχι μόνον τοπική ισχύ του σημείου του οποίου γίνεται επίκληση, προκύπτουν από το ίδιο το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009 και, επομένως, πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα του δικαίου της Ένωσης. Έτσι, ο κανονισμός 207/2009 θεσπίζει ενιαίους κανόνες, σχετικούς με τη χρήση των σημείων και την ισχύ τους, οι οποίοι συνάδουν προς τις αρχές που διέπουν το προβλεπόμενο από τον κανονισμό αυτό σύστημα (προπαρατεθείσα στη σκέψη 27 απόφαση GENERAL OPTICA, σκέψη 33).

29      Αντιθέτως, από τη φράση «στις περιπτώσεις και στον βαθμό που σύμφωνα με […] το δίκαιο του κράτους μέλους που διέπει το σημείο αυτό» προκύπτει ότι οι δύο άλλες προϋποθέσεις, που προβλέπει στη συνέχεια το άρθρο 8, παράγραφος 4, στοιχεία α΄ και β΄, του κανονισμού 207/2009, είναι προϋποθέσεις τις οποίες θέτει ο εν λόγω κανονισμός οι οποίες, σε αντίθεση προς τις προηγούμενες, εκτιμώνται λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων που προβλέπει το δίκαιο που διέπει το σημείο του οποίου γίνεται επίκληση. Η εν λόγω παραπομπή στο δίκαιο που διέπει το σημείο του οποίου γίνεται επίκληση είναι απολύτως δικαιολογημένη, δεδομένου ότι ο κανονισμός 207/2009 αναγνωρίζει τη δυνατότητα επικλήσεως σημείων μη καλυπτόμενων από το κοινοτικό σύστημα έναντι κοινοτικού σήματος. Επομένως, μόνο βάσει του δικαίου που διέπει το σημείο του οποίου γίνεται επίκληση μπορεί να διαπιστωθεί αν το σημείο αυτό είναι προγενέστερο από το κοινοτικό σήμα και αν δικαιολογείται η απαγόρευση χρήσεως πλέον πρόσφατου σήματος (προπαρατεθείσα στη σκέψη 27 απόφαση GENERAL OPTICA, σκέψη 34).

30      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole αποτελεί σημείο χρησιμοποιούμενο στις εμπορικές συναλλαγές, υπό την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 207/2009, και ότι η ισχύς του δεν είναι μόνον τοπική. Οι διάδικοι δεν αμφισβήτησαν περαιτέρω, ούτε κατά την ενώπιον του ΓΕΕΑ διαδικασία ούτε με τα υπομνήματά τους ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ότι τα δικαιώματα επί της εν λόγω εταιρικής επωνυμίας αποκτήθηκαν, κατά το γαλλικό δίκαιο, προ της 20ής Νοεμβρίου 2001, δηλαδή προ της ημερομηνίας καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE.

31      Στο μέτρο που ο προσφεύγων, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, παραπέμποντας στα γαλλικά σήματά του LAGUIOLE, τα οποία είχε καταθέσει το 1993, επιχείρησε να αμφισβητήσει τον προγενέστερο χαρακτήρα της εταιρικής επωνυμίας της παρεμβαίνουσας υπό τη σημερινή της μορφή, σε σχέση με το κοινοτικό σήμα LAGUIOLE, αρκεί η παρατήρηση ότι κρίσιμη είναι εν προκειμένω μόνον η ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του εν λόγω κοινοτικού σήματος, ήτοι η 20ή Νοεμβρίου 2001 (βλ. σκέψη 1 ανωτέρω).

32      Αντιθέτως, οι διάδικοι ερίζουν ως προς την αναφερόμενη στην προπαρατεθείσα σκέψη 27 τέταρτη προϋπόθεση, σχετικά με το ζήτημα αν και σε ποιο βαθμό η εταιρική επωνυμία της παρεμβαίνουσας της παρέχει τη δυνατότητα να απαγορεύσει στον προσφεύγοντα τη χρήση του πλέον πρόσφατου σήματος LAGUIOLE. Σύμφωνα με την παρατεθείσα στην σκέψη 29 ανωτέρω νομολογία, η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται μόνον από το γαλλικό δίκαιο.

33      Εν προκειμένω, το τμήμα προσφυγών, υπό το πρίσμα της ισχύουσας κατά τον χρόνο εκδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως γαλλικής νομολογίας, θεμελίωσε το σκεπτικό του σε δύο πυλώνες, έκαστος των οποίων δύναται να αρκέσει από μόνος του για την αιτιολόγηση της κρίσεώς του, κατά την οποία η εταιρική επωνυμία της παρεμβαίνουσας προστατευόταν για το σύνολο των δραστηριοτήτων που καλύπτονται από τον εταιρικό σκοπό της.

34      Πρώτον, το τμήμα προσφυγών έκρινε κατ’ ουσίαν ότι η διατύπωση του εταιρικού σκοπού της παρεμβαίνουσας ήταν αρκούντως σαφής ώστε να μπορεί να γίνει δεκτό ότι η προστασία που απονέμει η εταιρική επωνυμία αυτής εκτείνεται σε όλες τις δραστηριότητες που καλύπτονται από τον σκοπό αυτό (προσβαλλόμενη απόφαση, σκέψεις 87 έως 90). Δεύτερον, έκρινε ότι, ακόμη και αν γινόταν δεκτό ότι τούτο δεν ίσχυε όσον αφορά τη δραστηριότητα «κατασκευής και πωλήσεως […] ειδών δώρου και αναμνηστικών —όλων των τύπων επιτραπέζιων ειδών», η παρεμβαίνουσα είχε αποδείξει ότι είχε επεκτείνει τις δραστηριότητές της, προ της 20ής Νοεμβρίου 2001, στα «επιτραπέζια είδη», στα «είδη σπιτιού», στα «είδη οίνου», στα όργανα κοπής, στα είδη καπνιστού, παίκτη γκολφ, κυνηγού και αναψυχής, καθώς και σε «λοιπά είδη εξοπλισμού» (προσβαλλόμενη απόφαση, σκέψεις 91 έως 94).

35      Επιβάλλεται, επομένως, να εξετασθεί έκαστος των δύο πυλώνων επί των οποίων στηρίζεται η προσβαλλόμενη απόφαση.

 Ως προς την έκταση της προστασίας που απονέμει η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole

36      Τα άρθρα L. 714‑3 και L. 711‑4 του γαλλικού Κώδικα πνευματικής ιδιοκτησίας (Code de la propriété intellectuelle, στο εξής: CPI) ορίζουν τα εξής:

L. 714‑3

«Κηρύσσεται άκυρη με δικαστική απόφαση καταχώριση σήματος η οποία δεν είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις των άρθρων L. 711‑1 έως L. 711‑4.

[…]

Μόνον ο δικαιούχος προγενέστερου δικαιώματος δύναται να ζητήσει την κήρυξη της ακυρότητας βάσει του άρθρου L. 711‑4. Η αγωγή δεν γίνεται δεκτή αν το σήμα κατατέθηκε με καλή πίστη και εφόσον ο κατά τα ανωτέρω δικαιούχος ανέχθηκε τη χρήση του για πέντε έτη.

Η απόφαση περί κηρύξεως της ακυρότητας ισχύει έναντι πάντων.»

L. 711‑4

«Δεν είναι δυνατόν να καταχωριστεί ως σήμα ένα σημείο το οποίο θίγει προγενέστερα δικαιώματα, και ειδικότερα:

[…]

β)       εταιρική επωνυμία ή εταιρικό σκοπό, εφόσον υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως του κοινού·

[…]».

37      Δεν αμφισβητείται ότι το δικαίωμα να ζητήσει ο ενδιαφερόμενος την κήρυξη ακυρότητας ενός πλέον πρόσφατου σήματος βάσει εταιρικής επωνυμίας περιλαμβάνει a fortiori το δικαίωμά του να αντιταχθεί στη χρήση του σήματος αυτού, υπό την έννοια της προαναφερθείσας στην σκέψη 27 τέταρτης προϋποθέσεως.

38      Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι, κατά το γαλλικό δίκαιο, η προστασία της εταιρικής επωνυμίας εκτείνεται μόνο στις δραστηριότητες που πράγματι ασκούνται, ιδίως όταν οι δραστηριότητες που αναφέρονται στον εταιρικό σκοπό ορίζονται με ιδιαίτερα ευρεία διατύπωση.

39      Από πλευράς του, το ΓΕΕΑ φρονεί ότι, κατά το γαλλικό δίκαιο, η έκταση της προστασίας της εταιρικής επωνυμίας ορίζεται από το περιεχόμενο των δραστηριοτήτων που περιγράφονται στον εταιρικό σκοπό, εκτός αν το περιεχόμενο αυτό εκτίθεται κατά τρόπο υπερβολικά ευρύ ή ασαφή και ότι, στην περίπτωση αυτή, η έκταση της προστασίας περιορίζεται μόνο στις συγκεκριμένες δραστηριότητες που ασκούνται από την οικεία εταιρία.

40      Η παρεμβαίνουσα προβάλλει κατ’ ουσίαν ότι η εταιρική επωνυμία προστατεύεται για όλες τις αναφερόμενες στον εταιρικό σκοπό δραστηριότητες, ακόμη και αν ο σκοπός αυτός έχει ευρεία διατύπωση, ανεξαρτήτως δε των δραστηριοτήτων που πράγματι ασκούνται. Προσθέτει ότι η προστασία εκτείνεται επίσης και σε δραστηριότητες εμπίπτουσες σε οικονομικούς τομείς στους οποίους δεν έχει ακόμη δραστηριοποιηθεί η οικεία εταιρία, αλλά είναι συναφείς με τους αναφερόμενους στον εταιρικό σκοπό.

41      Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με την ερμηνεία του άρθρου L. 711‑4, στοιχείο β΄, του CPI, την οποία υιοθέτησε το τμήμα προσφυγών στην προσβαλλόμενη απόφαση, η εταιρική επωνυμία προστατεύεται κατ’ αρχήν για όλες τις δραστηριότητες που καλύπτονται από τον εταιρικό σκοπό της, περιορίζεται όμως η προστασία αυτή στις συγκεκριμένες δραστηριότητες που πράγματι ασκούνται όταν ο εταιρικός σκοπός είναι αόριστος ή όταν οι ασκούμενες δραστηριότητες δεν καλύπτονται από αυτόν.

42      Το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε, όσον αφορά την ερμηνεία αυτή, στη σχετική γαλλική νομολογία, ως αυτή ίσχυε κατά τον χρόνο εκδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως, την 1η Ιουνίου 2011. Η νομολογία αυτή δεν ήταν ομοιόμορφη και είχε ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση συγκρουόμενων απόψεων στη σχετική βιβλιογραφία, οι οποίες παρατέθηκαν εκτενώς από τους διαδίκους, τόσο ενώπιον του ΓΕΕΑ όσο και ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

43      Αυτή η διαφοροποιούμενη νομολογία, όπως επίσης και οι διιστάμενες θέσεις που προκάλεσε στη θεωρία, συνοψίσθηκαν και αναδιατυπώθηκαν στην απόφαση του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω). Συγκεκριμένα, με την απόφαση αυτή, η οποία εκδόθηκε μετά την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως, κρίθηκε ότι «η εταιρική επωνυμία [τύγχανε] προστασίας μόνον για τις πράγματι ασκούμενες δραστηριότητες από την εταιρία και όχι για τις απαριθμούμενες στο καταστατικό της».

44      Αντιθέτως προς όσα υποστηρίζουν το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα στις συμπληρωματικές γραπτές παρατηρήσεις τους τις οποίες υπέβαλαν, αντιστοίχως, στις 24 και στις 25 Φεβρουαρίου 2014, η αρχή που διατυπώθηκε στην απόφαση του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω) είναι απολύτως σαφής ως προς τα όρια της προστασίας που απολαύει η εταιρική επωνυμία και έχει γενική εφαρμογή. Είναι βεβαίως αληθές ότι η υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση δεν αφορούσε ένδικο μέσο ασκηθέν βάσει του άρθρου L. 711‑4 του CPI, αλλά την ακύρωση σήματος λόγω δόλιας καταθέσεως και ένδικο μέσο ασκηθέν για αθέμιτο ανταγωνισμό. Παρά ταύτα επιβάλλεται η επισήμανση ότι το απόσπασμα που παρατίθεται στη σκέψη 43 ανωτέρω περιλαμβάνεται στο μέρος της αποφάσεως αυτής το οποίο αφορά την απόρριψη λόγου προβληθέντος κατά της ακυρώσεως του σήματος «cœur de princesse» λόγω δόλιας καταθέσεως, λόγου αντλούμενου από το γεγονός ότι το εν λόγω σήμα απλώς επαναλάμβανε την εταιρική επωνυμία της αιτούσας εταιρίας, η οποία διέθετε στο εμπόριο, προ της εταιρίας Mattel France, κούκλες υπό την επωνυμία «cœur de princesse». Υπό το πλαίσιο αυτό, το γαλλικό Cour de cassation προέβη στη κατά ανωτέρω διαπίστωση, αναφέροντας ακολούθως ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσδιορίζονται από το σήμα «cœur de princesse» εκτείνονταν κατά πολύ πέραν των δραστηριοτήτων που έως τότε πράγματι ασκούσε η οικεία εταιρία, απορρίπτοντας έτσι ως αλυσιτελή τον προβληθέντα από αυτήν λόγο. Συμπερασματικώς, το απόσπασμα αυτό δεν περιλαμβάνει περιορισμούς, ούτε ως προς τη διατύπωση ούτε ως προς το πραγματικό ή διαδικαστικό πλαίσιό του, βάσει των οποίων θα μπορούσε να συναχθεί ότι δύναται να εφαρμοσθεί μόνον υπό τις ιδιαίτερες περιστάσεις της κριθείσας υποθέσεως.

45      Εξάλλου, αντιθέτως προς την άποψη του ΓΕΕΑ, η απόφαση του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω) μπορεί να ληφθεί υπόψη από το Γενικό Δικαστήριο κατά τον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλομένης αποφάσεως, ακόμη και αν είναι μεταγενέστερη αυτής.

46      Ειδικότερα, πέραν των ζητημάτων δικονομικής φύσεως που εκτίθενται στις σκέψεις 23 και 24 ανωτέρω, επιβάλλεται να επισημανθεί, πρώτον, ότι η απόφαση αυτή δεν προκάλεσε μεταστροφή στη νομολογία, αλλά απλώς διευκρίνισε ένα αμφισβητούμενο νομικό ζήτημα. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από πλήθος προγενέστερων αποφάσεων των γαλλικών δικαστηρίων τις οποίες προσκόμισαν οι διάδικοι τόσο ενώπιον του ΓΕΕΑ όσο και ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, από τη νομολογία των κατώτερων δικαστηρίων που προηγήθηκε της αποφάσεως του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω), μολονότι δεν ήταν ομοιόμορφη, ήταν δυνατό να συναχθεί ότι η προστασία της εταιρικής επωνυμίας περιοριζόταν στις πράγματι ασκούμενες από την οικεία εταιρία δραστηριότητες.

47      Δεύτερον, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι η απόφαση του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω) πρέπει να νοηθεί ως μεταστροφή της νομολογίας, τέτοιου είδους μεταστροφές εφαρμόζονται, καταρχήν, αναδρομικώς στις υφιστάμενες καταστάσεις.

48      Η αρχή αυτή δικαιολογείται καθώς η νομολογιακή ερμηνεία ενός κανόνα σε δεδομένη χρονική στιγμή δεν μπορεί να είναι διαφορετική αναλόγως του χρόνου κατά τον οποίο έλαβαν χώρα τα εξεταζόμενα πραγματικά περιστατικά και ουδείς μπορεί να επικαλεστεί δικαίωμα κεκτημένο βάσει διαμορφωμένης νομολογίας. Μολονότι είναι αληθές ότι η αρχή αυτή είναι πιθανό να περιοριστεί στο μέτρο που, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα δικαστήρια μπορούν να αποκλίνουν από τη διαμορφωμένη νομολογία ώστε να προσαρμόσουν τα διαχρονικά αποτελέσματα της αναδρομικότητας της μεταστροφής, η αναδρομικότητα των μεταστροφών παραμένει ως αρχή. Εν προκειμένω, η απόφαση του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω) δεν περιέχει καμία προσαρμογή και κανέναν περιορισμό υπό την έννοια αυτή.

49      Επιπροσθέτως, επισημαίνεται συναφώς ότι ανάλογη αρχή εφαρμόζεται από τα δικαστήρια της Ένωσης (απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Αυγούστου 1995, C‑367/93 έως C‑377/93, Roders κ.λπ., Συλλογή 1995, σ. I‑2229, σκέψεις 42 και 43).

50      Επομένως, ακόμη και αν η έκδοση της αποφάσεως του γαλλικού Cour de cassation της 10ης Ιουλίου 2012 (σκέψη 20 ανωτέρω) συνιστά αυτή καθαυτή νέο γεγονός, η απόφαση απλώς αποδίδει το γαλλικό δίκαιο όπως θα έπρεπε να είχε εφαρμοστεί από το τμήμα προσφυγών στην από 1ης Ιουνίου 2011 προσβαλλόμενη απόφαση και όπως πρέπει να εφαρμοστεί από το Γενικό Δικαστήριο σύμφωνα με την υπομνησθείσα στη σκέψη 29 ανωτέρω αρχή.

51      Ως εκ τούτου, εν προκειμένω, η προστασία της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole εκτείνεται αποκλειστικώς στις δραστηριότητες που πράγματι ασκούσε η παρεμβαίνουσα κατά τον χρόνο καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE, στις 20 Νοεμβρίου 2001.

52      Κατά συνέπεια, ο πρώτος πυλώνας του σκεπτικού του τμήματος προσφυγών, ο οποίος στηριζόταν στις αναφερόμενες στον εταιρικό σκοπό της παρεμβαίνουσας δραστηριότητες, δεν δύναται να αποτελέσει τη θεμελίωση της προσβαλλομένης αποφάσεως χωρίς να αποδειχθεί του ότι οι εν λόγω δραστηριότητες πράγματι ασκούνταν.

53      Απομένει, επομένως, να ελεγχθεί το βάσιμο του δευτέρου πυλώνα του σκεπτικού του τμήματος προσφυγών, ο οποίος στηρίζεται στις δραστηριότητες τις οποίες πράγματι ασκούσε η παρεμβαίνουσα.

 Ως προς τις δραστηριότητες τις οποίες πράγματι ασκούσε η παρεμβαίνουσα προ της καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE

54      Εν προκειμένω γίνεται δεκτό ότι η παρεμβαίνουσα δραστηριοποιείται στην κατασκευή και πώληση ειδών μαχαιροποιίας.

55      Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του τμήματος προσφυγών, η παρεμβαίνουσα είχε επιπλέον αποδείξει ότι είχε διευρύνει τις δραστηριότητές της και σε άλλους τομείς πέραν της μαχαιροποιίας, προ της ημερομηνίας καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE (ήτοι, στις 20 Νοεμβρίου 2001).

56      Ο προσφεύγων υποστηρίζει συναφώς, αφενός, ότι η δραστηριότητα της παρεμβαίνουσας στην πραγματικότητα περιορίζεται στο εμπόριο μαχαιριών, καθώς η φερόμενη διεύρυνση συνίστατο στην εμπορία μαχαιριών συνοδευομένων από κάποιο εξάρτημα, και, αφετέρου, ότι η εν λόγω διεύρυνση είναι, σε κάθε περίπτωση, σε μεγάλο βαθμό μεταγενέστερη της ημερομηνίας καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE.

57      Το ΓΕΕΑ υποστηρίζει ότι οι τομείς δραστηριοτήτων μιας εταιρίας ορίζονται σε συνάρτηση με την πελατεία προς την οποία η εταιρία απευθύνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της. Τα συνοδευόμενα από εξάρτημα μαχαίρια απευθύνονταν σε πελατεία διαφορετική από την πελατεία των απλών μαχαιριών, γεγονός που αποδεικνυόταν από τη διαφορά μεταξύ των δικτύων διανομής των διαφόρων συνοδευόμενων από εξαρτήματα μαχαιριών. Εξάλλου, η διεύρυνση των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας σε άλλους τομείς πέραν της μαχαιροποιίας είχε ξεκινήσει προ της καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE.

58      Η παρεμβαίνουσα προσθέτει ότι ένα προϊόν μπορεί να έχει διαφορετικές λειτουργίες, οπότε η λειτουργία του μαχαιριού δεν καταργεί τη λειτουργία του εξαρτήματος.

59      Όσον αφορά τις αποδείξεις της διευρύνσεως των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας σε άλλους τομείς πέραν της μαχαιροποιίας, το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε, στη σκέψη 94 της προσβαλλομένης αποφάσεως, σε έγγραφα τα οποία προσκόμισε η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ, τα οποία ανάγονται σε περίοδο προγενέστερη της καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE, ήτοι:

–        στον από 1ης Ιανουαρίου 2001 τιμοκατάλογο της παρεμβαίνουσας (έγγραφο 38.1), όπου γίνεται αναφορά σε μαχαίρια με διάφορα εξαρτήματα —ήτοι σε εκπωματιστήρες, διατρητήρες, ανοιχτήρια, κόπτες πούρων, πατητήρια για πίπες, κλειδοθήκες—, σε «πιρούνια» καθώς και στο μοντέλο «μαχαίρι κυνηγίου»,

–        σε δύο τιμολόγια της 15ης Οκτωβρίου 1998 και της 30ής Μαρτίου 2000, απευθυνόμενα σε πελάτες στο Λουξεμβούργο και στην Αυστρία, τα οποία ανέφεραν το μοντέλο «Sommelier», το οποίο περιλάμβανε εκπωματιστήρα και ανοιχτήρι, καθώς και στα «Relève-pitch», το μοντέλο «Laguiole du routard» και μια «θήκη» από δέρμα,

–        σε τιμολόγιο της 22ας Νοεμβρίου 2000, απευθυνόμενο σε πελάτη στη Γαλλία, το οποίο ανέφερε ένα «πιρούνι», καθώς και τα μοντέλα «Sommelier» και «Calumet», τα οποία περιλαμβάνουν αποξεστήρα, πατητήρι για πίπες και σκαλιστήρι καθώς και «θήκη».

60      Επιβάλλεται συναφώς η διαπίστωση, πρώτον, ότι οι «κασετίνες δώρου» και τα «κουτιά» δεν αναφέρονται σε κανένα από τα έγγραφα αυτά. Αντιθέτως, στο κάτω μέρος ορισμένων σελίδων του από 1ης Ιανουαρίου 2001 τιμοκαταλόγου της παρεμβαίνουσας περιλαμβάνεται η μνεία «τα μαχαίρια παραδίδονται σε συσκευασία δώρου και με πιστοποιητικό προελεύσεως». Τα έγγραφα τα οποία έλαβε υπόψη το τμήμα προσφυγών αναφέρονται, επομένως, στην εκ μέρους της παρεμβαίνουσας εμπορία συσκευασιών δώρου αποκλειστικώς προς τον σκοπό της συσκευασίας των δικών της προϊόντων και όχι ως αυτοτελών προϊόντων. Υπό τις περιστάσεις αυτές, πεπλανημένως το τμήμα προσφυγών έκρινε, στη σκέψη 93 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι οι «κασετίνες δώρου» και τα «κουτιά» προσφέρονταν προς πώληση από την παρεμβαίνουσα στο πλαίσιο της διευρύνσεως των δραστηριοτήτων της στον τομέα των «λοιπών ειδών εξοπλισμού».

61      Δεύτερον, το μοντέλο «Laguiole du routard» συνίσταται σε μαχαίρι τσέπης, χωρίς εξάρτημα. Ομοίως, το μοντέλο «μαχαίρι κυνηγίου» είναι, σύμφωνα με την περιγραφή που περιέχεται στον από 1ης Ιανουαρίου 2001 τιμοκατάλογο, «[μ]οντέλο το οποίο δεν κλείνει και παραδίδεται μαζί με δερμάτινη θήκη». Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτό ότι με βάση τα μοντέλα αυτά δεν είναι δυνατό να αποδειχθεί η διεύρυνση των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας σε άλλους τομείς πλην της μαχαιροποιίας, ακόμη και αν υποτεθεί ότι προορίζονται για χρήση στο πλαίσιο «αναψυχής» ή από κυνηγούς, όπως εκτίμησε το τμήμα προσφυγών στη σκέψη 93 της προσβαλλομένης αποφάσεως.

62      Τρίτον, αποκλειστικός σκοπός, βάσει του σχεδιασμού και της παρουσιάσεώς τους, των «καλυμμάτων» και των «θηκών» που αναφέρονται στα τιμολόγια και στον τιμοκατάλογο είναι να τοποθετηθούν εντός τους τα μαχαίρια που κατασκευάζει η παρεμβαίνουσα. Θα μπορούσαν περαιτέρω να χρησιμοποιηθούν, ενδεχομένως, και για να τοποθετηθούν εντός τους και άλλα μαχαίρια, αναλόγως του μεγέθους και της μορφής τους, αλλά όχι προϊόντα τα οποία δεν έχουν σχέση με τη μαχαιροποιία. Επιπλέον, τα εν λόγω καλύμματα και θήκες πωλούνται αποκλειστικά μαζί με τα μαχαίρια και όχι χωριστά. Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι συνιστούν απλώς εξαρτήματα των ειδών μαχαιροποιίας που διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα και δεν έχουν χαρακτήρα ανεξάρτητης σειράς προϊόντων, οπότε, για τον λόγο αυτό, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως απόδειξη της διευρύνσεως των δραστηριοτήτων της προς άλλους τομείς πλην της μαχαιροποιίας.

63      Τέταρτον, τα πιρούνια σαφώς δεν εμπίπτουν στη μαχαιροποιία. Πάντως, με βάση την εμπορία πιρουνιών δεν μπορεί να αποδειχθεί δραστηριότητα της παρεμβαίνουσας σε κάθε τομέα των «επιτραπέζιων ειδών». Ειδικότερα, μολονότι είναι αληθές ότι τα πιρούνια μπορούν να νοηθούν ως εμπίπτοντα στα «επιτραπέζια είδη», πρόκειται παρά ταύτα στην περίπτωση αυτή για μια πολύ ευρεία κατηγορία στην οποία περιλαμβάνονται ιδιαίτερα ετερόκλιτα σύνολα προϊόντων τα οποία μπορούν να αποτελέσουν σημείο αναφοράς για τη σύγκριση, προς τον σκοπό της εκτιμήσεως του παρόμοιου χαρακτήρα τους, με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE. Αντιθέτως, η εμπορία πιρουνιών αποδεικνύει τη συγκεκριμένη και πραγματική διεύρυνση των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας προς τα κουβέρ εν γένει, ως υποκατηγορία των «επιτραπέζιων ειδών» [βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Φεβρουαρίου 2007, T‑256/04, Mundipharma κατά ΓΕΕΑ — Altana Pharma (RESPICUR), Συλλογή 2007, σ. II‑449, σκέψη 23].

64      Πέμπτον, όσον αφορά διάφορα (άλλα) είδη τα οποία συνίστανται σε μαχαίρι συνοδευόμενο από ένα ή δύο εξαρτήματα (εκπωματιστήρες, διατρητήρες, ανοιχτήρια, κόφτες πούρων, πατητήρια για πίπες, κλειδοθήκες, εργαλεία divot), το τμήμα προσφυγών έκρινε κατ’ ουσίαν ότι τα πολυλειτουργικά αυτά είδη αποδείκνυαν τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας σε άλλους τομείς πλην της μαχαιροποιίας.

65      Όπως, όμως, ορθώς υποστηρίζει ο προσφεύγων, τα πολυλειτουργικά είδη που διέθετε στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα δεν χαρακτηρίζονται από τη λειτουργία του εξαρτήματος, αλλά παραμένουν μαχαίρια παρά την παρουσία ενός ή δύο εξαρτημάτων. Συγκεκριμένα, η προσθήκη διαφόρων εξαρτημάτων δεν τροποποιεί τον χαρακτήρα τους ως προϊόντα μαχαιροποιίας.

66      Συναφώς επιβάλλεται η επισήμανση, αφενός, ότι στα εμπορευόμενα από την παρεμβαίνουσα πολυλειτουργικά προϊόντα το μαχαίρι παραμένει κυρίαρχο και καθορίζει τον χαρακτήρα του προϊόντος στο σύνολό του τόσο όσον αφορά το χρησιμοποιούμενο υλικό όσο και την όλη παρουσίασή του, το οποίο εξάλλου αποδεικνύεται με τον από 1ης Ιανουαρίου 2001 τιμοκατάλογο. Από το έγγραφο αυτό προκύπτει ότι η ίδια η παρεμβαίνουσα θεωρεί τα εν λόγω προϊόντα ως μαχαίρια. Συγκεκριμένα, το μοντέλο το οποίο περιλαμβάνει εκπωματιστήρα και ανοιχτήρι περιγράφεται στον τιμοκατάλογο ως «Μαχαίρι Sommelier‑Décapsuleur» και εκείνο που περιλαμβάνει το εργαλείο divot ορίζεται ως «Μαχαίρι του παίκτη γκολφ». Επιπλέον, τα μέρη των προϊόντων αυτών πέραν της λεπίδας, όπως ο διατρητήρας και ο εκπωματιστήρας, περιγράφονται σαφώς ως «Εξαρτήματα», με χωριστή επισήμανση του υλικού της λεπίδας και του υλικού των εν λόγω εξαρτημάτων, επιμένοντας στην ποιότητα του χάλυβα της λεπίδας (εξαιρουμένου συναφώς του μοντέλου «Calumet», με αποξεστήρα, σκαλιστήρι και πατητήρι για πίπες). Τέλος, όπως προαναφέρθηκε στη σκέψη 60, στο κάτω μέρος ορισμένων σελίδων που περιείχαν μοντέλα με εξαρτήματα περιλαμβάνεται η μνεία «τα μαχαίρια παραδίδονται σε συσκευασία δώρου και με πιστοποιητικό προελεύσεως».

67      Αφετέρου, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η παρεμβαίνουσα, η πελατεία στην οποία απευθύνονται τα επίμαχα πολυλειτουργικά προϊόντα αποτελείται όχι από παίκτες του γκολφ ή από καπνιστές εν γένει, αλλά από αγοραστές ειδών μαχαιροποιίας οι οποίοι παράλληλα είναι και παίκτες γκολφ ή είναι καπνιστές, ήτοι από παίκτες γκολφ ή από καπνιστές που ενδιαφέρονται για τα είδη μαχαιροποιίας. Τούτο ισχύει τόσο από λειτουργικής απόψεως (ένα εργαλείο divot ή ένας κόπτης πούρων που αποτελούν μέρος μαχαιριού είναι λιγότερο εύχρηστα και πρακτικά είδη από αυτό καθαυτό το εργαλείο χωρίς μαχαίρι, ιδίως όταν το ίδιο το μαχαίρι είναι μαχαίρι υψηλής ποιότητας ενός ορισμένου μεγέθους, όπως στην περίπτωση των προϊόντων της παρεμβαίνουσας) όσο και από οικονομικής απόψεως (σημαντικό επιπλέον κόστος των πολυλειτουργικών προϊόντων σε σχέση με τα μεμονωμένα εξαρτήματα) ή ακόμη από απόψεως εμφανίσεως (ένας καπνιστής ή ένας παίκτης γκολφ ο οποίος δεν ενδιαφέρεται για τα είδη μαχαιροποιίας δεν θα στραφεί υπό κανονικές συνθήκες στα προϊόντα της παρεμβαίνουσας προκειμένου να προμηθευτεί είδη για καπνιστές ή για γκολφ, αλλά θα στραφεί προς κατασκευαστές εξειδικευμένους στους τομείς αυτούς).

68      Επιβάλλεται, επομένως, η απόρριψη του επιχειρήματος του ΓΕΕΑ, κατά το οποίο οι τομείς δραστηριότητας νομικού προσώπου καθορίζονται προπαντός από τις αγορές στις οποίες απευθύνονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες τους. Ειδικότερα, τα εμπορευόμενα από την παρεμβαίνουσα πολυλειτουργικά προϊόντα δεν προορίζονται συγκεκριμένα για κοινό το οποίο δεν σχετίζεται με εκείνο στο οποίο απευθύνονται τα προϊόντα που εμπίπτουν στον τομέα της μαχαιροποιίας, αλλά στο κοινό καπνιστών ή παικτών γκολφ οι οποίοι ενδιαφέρονται επίσης για τα εν λόγω προϊόντα. Επισημαίνεται συναφώς ότι, αντιθέτως προς όσα εκτίμησε το τμήμα προσφυγών στις σκέψεις 96 και 97 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το γεγονός ότι τα εμπορευόμενα από την παρεμβαίνουσα πολυλειτουργικά προϊόντα πωλούνταν όχι μόνον από μαχαιροπώλες, αλλά και από οπλοπώλες, καταστήματα με είδη καπνιστού, καταστήματα γραφικών ειδών, καταστήματα «δώρων – επιτραπέζιων ειδών», πολυκαταστήματα και από άλλες επιχειρήσεις δεν δύναται να μεταβάλει τον χαρακτήρα των προϊόντων αυτών ως προϊόντων τα οποία εμπίπτουν στον τομέα της μαχαιροποιίας.

69      Έκτον, όσον αφορά τη δραστηριότητα της «κατασκευής και πωλήσεως […] ειδών δώρου και αναμνηστικών», όπως αναφέρεται στον εταιρικό σκοπό της παρεμβαίνουσας, είναι αληθές ότι, καταρχήν, όλα τα εμπορευόμενα από αυτήν προϊόντα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δώρα ή αναμνηστικά, όπως ορθώς υποστήριξε ο προσφεύγων. Επιπλέον, όπως προαναφέρθηκε στη σκέψη 60, τουλάχιστον ένα μέρος των προϊόντων της παρεμβαίνουσας παραδίδεται σε συσκευασία δώρου, γεγονός που τείνει να επιβεβαιώσει τον ενδεχόμενο προορισμό τους ως δώρα. Εξ αυτού απορρέει ότι η παρεμβαίνουσα πράγματι δραστηριοποιείται στον τομέα της εμπορίας ειδών δώρου.

70      Παρά ταύτα, επιβάλλεται η επισήμανση ότι η παρεμβαίνουσα δεν απέδειξε ότι κατασκεύαζε ή διέθετε στο εμπόριο είδη δώρου ή αναμνηστικά μη εμπίπτοντα στη μαχαιροποιία ή στα κουβέρ. Η δραστηριότητά της όσον αφορά τα δώρα και τα αναμνηστικά περιορίζεται καταφανώς στην προσφορά των συνήθων προϊόντων της, που εμπίπτουν στον τομέα της μαχαιροποιίας ή των κουβέρ, σε συσκευασίες δώρου. Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι, καίτοι η παρεμβαίνουσα απέδειξε ότι ασκούσε τη δραστηριότητα «κατασκευής και πωλήσεως ειδών δώρου και αναμνηστικών», η δραστηριότητα αυτή περιορίζεται σε δώρα και αναμνηστικά που εμπίπτουν στους τομείς της μαχαιροποιίας ή των κουβέρ.

71      Κατά συνέπεια, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, αντιθέτως προς όσα έκρινε το τμήμα προσφυγών στη σκέψη 93 της προσβαλλομένης αποφάσεως, η διεύρυνση των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας σε τομείς άλλους από της μαχαιροποιίας, προ της 20ής Νοεμβρίου 2001, δεν αποδείχθηκε για τα «όργανα κοπής», τα «επιτραπέζια είδη» —πλην των κουβέρ—, τα «είδη σπιτιού», τα «είδη οίνου», τα είδη καπνιστού, τα είδη παίκτη γκολφ, τα είδη κυνηγού, τα είδη αναψυχής ή τα εξαρτήματα, όπως οι κασετίνες δώρου, οι θήκες και τα κουτιά.

72      Αντιθέτως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η διεύρυνση των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας σε τομείς άλλους από της μαχαιροποιίας αποδεικνύεται για τα «κουβέρ» όπου εμπίπτουν τα «πιρούνια», τα οποία αναφέρονται στον από 1ης Ιανουαρίου 2001 τιμοκατάλογο, καθώς και για τα «είδη δώρου και αναμνηστικά», στο μέτρο που πρόκειται για προϊόντα εμπίπτοντα στους τομείς της μαχαιροποιίας ή των κουβέρ. Επομένως, αποκλειστικώς σε σχέση με τις δραστηριότητες αυτές μπορεί η παρεμβαίνουσα να αξιώσει την προστασία της εταιρικής επωνυμίας της έναντι του σήματος LAGUIOLE.

73      Κατά συνέπεια, επιβάλλεται η ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως στο μέτρο που το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε κίνδυνο συγχύσεως υπό την έννοια του άρθρου L. 711‑4 του CPI, όσον αφορά τα «όργανα κοπής» και τα «όλων των τύπων επιτραπέζια είδη», καθώς επίσης και τα «[…] είδη δώρου και αναμνηστικών», στον βαθμό που πρόκειται για είδη τα οποία δεν εμπίπτουν στη μαχαιροποιία και στα κουβέρ.

74      Επομένως, ο έλεγχος που ακολουθεί, ο σχετικός με τον κίνδυνο συγχύσεως υπό την έννοια του άρθρου L. 711‑4 του CPI, αφορά πλέον μόνον τις δραστηριότητες κατασκευής και πωλήσεως κάθε είδους εμπίπτοντος στους τομείς της μαχαιροποιίας ή των κουβέρ, καθώς και στους τομείς των δώρων και αναμνηστικών, στον βαθμό που πρόκειται για προϊόντα εμπίπτοντα στους εν λόγω τομείς.

 Ως προς τον κίνδυνο συγχύσεως

75      Υπενθυμίζεται προκαταρκτικώς ότι, σύμφωνα με την προαναφερθείσα στη σκέψη 29 νομολογία, η προϋπόθεση περί του ότι το σημείο πρέπει να παρέχει στον δικαιούχο του τη δυνατότητα να απαγορεύει τη χρήση πλέον πρόσφατου σήματος πρέπει να εξετασθεί υπό το πρίσμα των κριτηρίων που έχει θέσει το δίκαιο το οποίο διέπει το προγενέστερο αντιταχθέν σημείο, ήτοι το γαλλικό δίκαιο.

76      Δυνάμει του άρθρου L. 711‑4 του CPI (παρατιθέμενο στη σκέψη 36 ανωτέρω), ο δικαιούχος προγενέστερης εταιρικής επωνυμίας δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση πλέον πρόσφατου σήματος εφόσον «υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως του κοινού».

77      Όπως ορθώς υποστηρίζει το ΓΕΕΑ, λαμβανομένης υπόψη της φύσεως των προσδιοριζόμενων από το σήμα LAGUIOLE προϊόντων, ενδιαφερόμενο κοινό είναι το ευρύ γαλλικό κοινό, το οποίο διαθέτει μέσο επίπεδο προσοχής.

78      Κατά τη γαλλική νομολογία, η εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως εξαρτάται από πλήθος παραγόντων μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται ο βαθμός ομοιότητας (οπτικής, φωνητικής και εννοιολογικής) μεταξύ των επίμαχων σημείων, ο βαθμός ομοιότητας μεταξύ των οικονομικών τομέων που καλύπτονται από τα σημεία αυτά και ο περισσότερο ή λιγότερο διακριτικός χαρακτήρας του προγενέστερου σημείου (CA Versailles, απόφαση της 25ης Οκτωβρίου 2001, Flex’cible/SOS Flexibles και Sofirop, και TGI Paris, απόφαση της 8ης Ιουλίου 2011, RG 09/11931).

79      Ο κίνδυνος συγχύσεως είναι ακόμη υψηλότερος όσο εντονότερος είναι ο διακριτικός χαρακτήρας της προγενέστερης εταιρικής επωνυμίας, ιδίως λόγω του ότι είναι γνωστή στο κοινό. Η ζημία που προκαλείται από τον κίνδυνο συγχύσεως δεν οφείλεται αποκλειστικώς στην απόσπαση πελατείας. Μπορεί να πρόκειται επίσης για υπονόμευση της εμπιστοσύνης ή της φήμης (CA Paris, απόφαση της 13ης Οκτωβρίου 1962, Ann. propr. ind. 1963, σ. 228).

80      Δεδομένου ότι η επίλυση της συγκρούσεως μεταξύ του σήματος και της προγενέστερης εταιρικής επωνυμίας εξαρτάται από την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως, εφόσον το σήμα έχει καταχωριστεί για περισσότερα προϊόντα ή υπηρεσίες διαφορετικής φύσεως, η ακύρωση του θα έχει διανεμητικό χαρακτήρα και θα ισχύει μόνον για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία θα έχει διαπιστωθεί κίνδυνος συγχύσεως με τη δραστηριότητα του νομικού προσώπου (CA Paris, απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 2000, Revue Dalloz 2001, σ. 470).

 Ως προς την ομοιότητα μεταξύ των οικονομικών τομέων που καλύπτονται από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole και από το σήμα LAGUIOLE

81      Σύμφωνα με τη γαλλική νομολογία, προκειμένου να εκτιμηθεί αν οι οικονομικοί τομείς που καλύπτονται από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole και από το σήμα LAGUIOLE είναι παρόμοιοι, επιβάλλεται να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι ασκούντες επιρροή παράγοντες οι οποίοι χαρακτηρίζουν τη σχέση μεταξύ των προϊόντων ή των υπηρεσιών. Στους παράγοντες αυτούς περιλαμβάνονται, ειδικότερα, η φύση τους, ο προορισμός τους, η χρήση τους, καθώς και ο ανταγωνιστικός ή συμπληρωματικός χαρακτήρας τους (TGI Paris, απόφαση της 25ης Νοεμβρίου 2009, RG 09/10986).

82      Εν προκειμένω, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι τα προσδιοριζόμενα από το σήμα LAGUIOLE προϊόντα ενέπιπταν, ως επί το πλείστον, σε τομείς δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας ή σε συναφείς τομείς δραστηριοτήτων, εκτίμηση την οποία ανέλυσε λεπτομερώς στις σκέψεις 107 έως 114 της προσβαλλομένης αποφάσεως.

83      Πάντως, η εκτίμηση αυτή απορρέει από εξέταση κατά την οποία συνεκτιμήθηκε το σύνολο των τομέων δραστηριότητας που αναφέρονται στον εταιρικό σκοπό της παρεμβαίνουσας. Όπως όμως προεκτέθηκε στις σκέψεις 71 έως 74, πρέπει να ληφθούν υπόψη, από απόψεως του κινδύνου συγχύσεως, μόνον οι δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας στους τομείς της μαχαιροποιίας και των κουβέρ, καθώς και στους τομείς των δώρων και των αναμνηστικών, στον βαθμό που πρόκειται για προϊόντα εμπίπτοντα στους τομείς της μαχαιροποιίας και των κουβέρ.

84      Υπό τις περιστάσεις αυτές, οι διαπιστώσεις στις οποίες προέβη το τμήμα προσφυγών στις σκέψεις 107 έως 114 της προσβαλλομένης αποφάσεως επιβάλλεται να επανεξετασθούν υπό το πρίσμα αυτού του περιορισμού των προστατευόμενων από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole τομέων δραστηριοτήτων.

–       Ως προς τη σχέση μεταξύ των προϊόντων «κατσαβίδια, ξυράφια, λεπίδες ξυραφιών· λίμες και πένσες παρανυχίδων, νυχοκόπτες», καθώς και «θήκες οργάνων περιποίησης χεριών, σετ ξυρίσματος», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, «χαρτοκόφτες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16, και «βούρτσες ξυρίσματος, σετ τουαλέτας σε τσαντάκι», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, και των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας

85      Όσον αφορά τα προϊόντα «κατσαβίδια, ξυράφια, λεπίδες ξυραφιών· λίμες και πένσες παρανυχίδων, νυχοκόπτες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, καθώς και «χαρτοκόφτες» τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16, ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι επρόκειτο για αιχμηρά αντικείμενα, τα οποία ενέπιπταν στον τομέα της «μαχαιροποιίας», ο οποίος αναφέρεται στον εταιρικό σκοπό της παρεμβαίνουσας. Τα εν λόγω προϊόντα και οι δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας εμφανίζουν μεγάλο βαθμό ομοιότητας. Επίσης, τα προϊόντα «θήκες οργάνων περιποίησης χεριών, σετ ξυρίσματος», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, καθώς και «βούρτσες ξυρίσματος, σετ τουαλέτας σε τσαντάκι», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, λειτουργούν συμπληρωματικά ή ως εξαρτήματα των εν λόγω αιχμηρών αντικειμένων, καθόσον χρησιμοποιούνται ως σύνολο και πωλούνται εν γένει μαζί στην ίδια κατηγορία καταστημάτων και στην ίδια πελατεία. Τα προϊόντα αυτά και οι δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας εμφανίζουν, επομένως, ομοιότητα.

–       Ως προς τα προϊόντα «χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός» και «κατσαβίδια», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8

86      Όσον αφορά τα προϊόντα «χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, τα οποία προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE, επισημαίνεται ότι ο προσδιορισμός αυτός περιλαμβάνει τα μαχαίρια.

87      Η διαπίστωση αυτή δεν αναιρείται από τα προβληθέντα από τον προσφεύγοντα και από την παρεμβαίνουσα επιχειρήματα στις συμπληρωματικές γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν στις 9 και 8 Απριλίου 2014, αντιστοίχως.

88      Πρώτον, το γεγονός ότι ο τίτλος της κλάσεως 8 της ταξινομήσεως της Νίκαιας είναι «Χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός· όργανα κοπής, πιρούνια και κουτάλια· αιχμηρά όπλα· ξυράφια» δεν συνεπάγεται ότι οι διάφορες αυτές κατηγορίες δεν επικαλύπτονται. Συγκεκριμένα, η ταξινόμηση της Νίκαιας εξυπηρετεί αποκλειστικά διοικητικούς σκοπούς, αποβλέποντας μόνο στο να διευκολύνει τη σύνταξη και την επεξεργασία των αιτήσεων καταχωρίσεως σημάτων, προτείνοντας ορισμένες κλάσεις και κατηγορίες προϊόντων και υπηρεσιών. Αντιθέτως, οι τίτλοι των κλάσεων δεν συνιστούν ένα σύστημα στο πλαίσιο του οποίου αποκλείεται προϊόν ή υπηρεσία που περιέχεται σε μία κλάση ή κατηγορία να μπορεί να συμπεριλαμβάνεται και σε άλλη κλάση ή κατηγορία, όπως προκύπτει ειδικότερα από τον κανόνα 2, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 303, σ. 1).

89      Για τον λόγο αυτόν, με την απόφασή του της 14ης Μαΐου 2003 όσον αφορά το σήμα LAGUIOLE, ο εξεταστής του ΓΕΕΑ ορθώς έκρινε ότι «[γινόταν] δεκτό ότι το αιχμηρό όπλο [ήταν] “όπλο χειρός του οποίου το άκρο [κατέληγε] σε μεταλλικό μέρος”» και ότι «ο όρος αυτός [περιλάμβανε] επομένως τα μαχαίρια», οπότε οι δύο αυτές κατηγορίες προϊόντων περιλαμβάνονταν στον τίτλο της κλάσεως 8 της ταξινομήσεως της Νίκαιας.

90      Δεύτερον, ο προσφεύγων στηρίζεται στην απόφαση του εξεταστή του ΓΕΕΑ της 14ης Μαΐου 2003 κατά το μέρος που με την απόφαση αυτή γινόταν διάκριση μεταξύ των «αιχμηρών όπλων» τα οποία προσομοίαζε με μαχαίρια και για τα οποία ο εξεταστής αρνήθηκε να καταχωρίσει το εν λόγω σήμα εξαιτίας του περιγραφικού χαρακτήρα τους και των «χειροκίνητων εργαλείων και μηχανημάτων χειρός» για τα οποία δέχθηκε την καταχώριση του σήματος.

91      Παρατηρείται συναφώς ότι η απόφαση του εξεταστή του ΓΕΕΑ της 14ης Μαΐου 2003 δεν δύναται να δεσμεύσει το Γενικό Δικαστήριο στο πλαίσιο της εκτιμήσεως των προϊόντων που καλύπτονται από την εν λόγω κατηγορία (βλ., υπ’ αυτήν την έννοια, απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Απριλίου 2007, C‑412/05 P, Alcon κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή, 2007, σ. I‑3569, σκέψη 65, και προπαρατεθείσα στη σκέψη 21 απόφαση ARTHUR ET FELICIE, σκέψη 71). Εξάλλου, επισημαίνεται ότι ο προσφεύγων γνώριζε ήδη κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κηρύξεως ακυρότητας ενώπιον του ΓΕΕΑ το γεγονός ότι τα μαχαίρια ήταν δυνατό να εμπίπτουν στην κατηγορία των «χειροκίνητων εργαλείων και μηχανημάτων χειρός», καθώς εξέφρασε επανειλημμένως την πρόθεσή του να προσδιορίσει το περιεχόμενο της κατηγορίας των προϊόντων που εμπίπτουν ειδικότερα στην κλάση 8, τα οποία προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE, κατά τον ακόλουθο τρόπο: «χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός πλην των μαχαιριών». Οι αποφάσεις, ωστόσο, του τμήματος ακυρώσεως και του τμήματος προσφυγών στηρίζονταν σε λόγους οι οποίοι δεν απαιτούσαν την εξέταση του ζητήματος αυτού και, πράγματι, ο προσφεύγων δεν προσδιόρισε υπ’ αυτή την έννοια τον τρόπο αυτό τον κατάλογο των προϊόντων.

92      Επιβάλλεται επομένως η διαπίστωση ότι τα «χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός», στο μέτρο που πρόκειται για μαχαίρια, προσομοιάζουν με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας στον τομέα της μαχαιροποιίας —και όχι μόνο με το μοντέλο «Laguiole du routard», όπως έκρινε το τμήμα προσφυγών.

93      Αντιθέτως, όμως, προς την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, τα «κατσαβίδια», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, ουδόλως προσομοιάζουν στο μοντέλο «Laguiole du routard» που διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα, το οποίο είναι απλώς μαχαίρι τσέπης χωρίς εξαρτήματα.

–       Ως προς τα «κουτάλια», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8

94      Όσον αφορά τα «κουτάλια» τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, αυτά συγκαταλέγονται στα «κουβέρ» που διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα (βλ. σκέψεις 62 και 72 ανωτέρω), οπότε εμπίπτουν σε οικονομικό τομέα όμοιο με έναν από τους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole οικονομικούς τομείς.

–       Ως προς τα προϊόντα «είδη κουζίνας και σκεύη από γυαλί, πορσελάνη, και φαγεντιανή· πιατικά όχι από πολύτιμα μέταλλα· εκπωματιστήρες· ανοιχτήρια φιαλών· μεταλλικοί διανομείς χάρτινων πετσετών καθαρισμού· αμμοδοχεία», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, και «μικρά σκεύη και δοχεία οικιακής και μαγειρικής χρήσης από πολύτιμα μέταλλα· επιτραπέζια σκεύη από πολύτιμα μέταλλα», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14

95      Όσον αφορά τα προϊόντα αυτά, το τμήμα προσφυγών τα συνέδεσε με τα «επιτραπέζια είδη» και εξ αυτού συνήγαγε ότι ενέπιπταν στις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας στον κλάδο αυτόν.

96      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, όπως προαναφέρθηκε στη σκέψη 63, η κατηγορία των «επιτραπέζιων ειδών» είναι ιδιαίτερα ευρεία και αόριστη κατηγορία ώστε να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως σημείο αναφοράς με σκοπό να διαπιστωθεί η ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως. Επομένως, αντιθέτως προς τις διαπιστώσεις του τμήματος προσφυγών, τα εν λόγω προϊόντα δεν εμφανίζουν ομοιότητα με τους οικονομικούς τομείς που καλύπτει η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole.

97      Πάντως, τα προϊόντα «εκπωματιστήρες· ανοιχτήρια φιαλών» εμφανίζουν μεγάλη ομοιότητα με το μοντέλο «Sommelier», που περιλαμβάνει εκπωματιστήρα και ανοιχτήρι, καθώς και με άλλα μοντέλα μαχαιριών που περιλαμβάνουν εκπωματιστήρα, τα οποία διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα. Συγκεκριμένα, ακόμη και αν η εμπορία των προϊόντων αυτών, ως «παραγώγων» των προϊόντων που εμπίπτουν στον τομέα της μαχαιροποιίας, δεν είναι σε θέση να αποδείξει τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας στα «επιτραπέζια είδη» ή στα «είδη οίνου», όπως προεκτέθηκε στις σκέψεις 65 και 69, ισχύει ότι, ως μεμονωμένα προϊόντα, από απόψεως λειτουργικότητας, είναι ανάλογα με τα προϊόντα «εκπωματιστήρες· ανοιχτήρια φιαλών» που προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE. Το γεγονός αυτό, πέραν της εμπορίας εντός των ίδιων καταστημάτων, αρκεί για να διαπιστωθεί ότι τα εν λόγω προϊόντα εμπίπτουν σε οικονομικό τομέα όμοιο με έναν από τους οικονομικούς τομείς που καλύπτει η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole.

–       Ως προς τα προϊόντα «κράματα πολύτιμων μετάλλων», «πολύτιμοι λίθοι» και «κουτιά, κηροπήγια», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14

98      Όσον αφορά τα «κράματα πολύτιμων μετάλλων» και τους «πολύτιμους λίθους» τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι τα προϊόντα αυτά ήταν «ιδιαιτέρως δημοφιλή» όσον αφορά τα εκλεκτά όργανα κοπής και πλήθος αντικειμένων που εμπίπτουν στον τομέα των «επιτραπέζιων ειδών», οπότε εμφάνιζαν έντονα συμπληρωματικό χαρακτήρα προς τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας. Επιπλέον, τα προϊόντα «κουτιά, κηροπήγια» τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14 πωλούνται στο ίδιο είδος καταστημάτων όπου πωλούνται «επιτραπέζια είδη και είδη διακόσμησης» και στα οποία φέρεται ότι η παρεμβαίνουσα διαθέτει στο εμπόριο ορισμένα προϊόντα της.

99      Καταρχάς, υπενθυμίζεται συναφώς ότι εν προκειμένω τα «όργανα κοπής» και ο τομέας των «επιτραπέζιων ειδών» δεν περιλαμβάνονται στους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole οικονομικούς τομείς (βλ. σκέψεις 73 και 74 ανωτέρω). Ακολούθως, μόνον από το γεγονός ότι τα πολύτιμα μέταλλα και οι πολύτιμοι λίθοι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας που σχετίζονται με τη μαχαιροποιία δεν μπορεί να συναχθεί ότι εμπίπτουν σε οικονομικό τομέα παρόμοιο με έναν από τους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole οικονομικούς τομείς, στην ψυχολογία των Γάλλων καταναλωτών. Συγκεκριμένα, αφενός τα πολύτιμα μέταλλα και οι πολύτιμοι λίθοι απευθύνονται κυρίως στη μεταποιητική βιομηχανία και όχι στους τελικούς καταναλωτές όπως τα είδη μαχαιροποιίας. Αφετέρου, τέτοιου είδους υλικά χρησιμοποιούνται καταρχήν στα μαχαίρια για σκοπούς διακοσμητικούς και ως εξαρτήματα, χωρίς να συνδέονται με τη λειτουργικότητα των μαχαιριών.

–       Ως προς τα προϊόντα «δέρμα και απομιμήσεις δέρματος» και «μπαούλα, βαλιτσάκια, βαλίτσες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 18, καθώς και «κουτιά»

100    Όσον αφορά τα προϊόντα «δέρμα και απομιμήσεις δέρματος» και «μπαούλα, βαλιτσάκια, βαλίτσες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 18, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι τα προϊόντα αυτά χρησιμοποιούνταν συνήθως για την κατασκευή θηκών, καλυμμάτων και κουτιών, προϊόντων που διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα, ή μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη συσκευασία και τη μεταφορά προϊόντων εμπιπτόντων στον τομέα της μαχαιροποιίας, κυρίως όταν επρόκειτο για προϊόντα πολυτελείας, προοριζόμενα να προσφερθούν ως «είδη δώρου». Εξ αυτού συνήγαγε ότι τα προϊόντα αυτά είχαν συμπληρωματικό χαρακτήρα προς τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας και «ενέπιπταν στον τομέα της αναπτύξεως της σειράς των εξαρτημάτων».

101    Πρώτον, υπενθυμίζεται συναφώς ότι εν προκειμένω τα «είδη δώρου» συγκαταλέγονται στους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole οικονομικούς τομείς μόνο στο μέτρο που πρόκειται για είδη μαχαιροποιίας ή κουβέρ (βλ. σκέψεις 71 έως 74 ανωτέρω). Δεύτερον, το γεγονός ότι τα προϊόντα «δέρμα και απομιμήσεις δέρματος» μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πρώτες ύλες για την κατασκευή θηκών και καλυμμάτων που διατίθενται στο εμπόριο από την παρεμβαίνουσα μαζί με ορισμένα μαχαίρια της, δεν αρκεί για τη δημιουργία σχέσεως ομοιότητας με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας στον τομέα της μαχαιροποιίας, ιδίως δεδομένου ότι οι πρώτες ύλες απευθύνονται στους κατασκευαστές, ενώ τα είδη μαχαιροποιίας απευθύνονται στον τελικό καταναλωτή. Τρίτον, όσον αφορά ειδικότερα τα «κουτιά» τα οποία φέρεται ότι διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα, υπενθυμίζεται ότι τα έγγραφα επί των οποίων στήριξε το τμήμα προσφυγών τις διαπιστώσεις του σχετικά με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας κατά την 20ή Νοεμβρίου 2001 (βλ. σκέψη 59 ανωτέρω) δεν αναφέρουν τέτοια είδη και ότι, σε κάθε περίπτωση, καθόσον αποκλειστικός σκοπός τους είναι να τοποθετούνται εντός τους τα είδη μαχαιροποιίας της παρεμβαίνουσας, νοούνται απλώς ως εξαρτήματα, ή ακόμη ως είδη συσκευασίας, σε σχέση με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας στον τομέα της μαχαιροποιίας.

102    Επομένως, τα προϊόντα «δέρματα και απομιμήσεις δέρματος» και «μπαούλα, βαλιτσάκια και βαλίτσες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 18, δεν εμφανίζουν ομοιότητα με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας στον τομέα της μαχαιροποιίας.

–       Ως προς τα προϊόντα «σχολικά είδη· μολύβια, μηχανικά μολύβια, γομολάστιχες· φάκελοι· κλασέρ· άλμπουμ, βιβλία, ημερολόγια (αλμανάκ), φυλλάδια, τετράδια, κατάλογοι· ημερολόγια, λιθογραφίες, αφίσες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16

103    Όσον αφορά τα προϊόντα αυτά, το τμήμα προσφυγών αποφάνθηκε ότι πωλούνταν συνήθως σε καταστήματα γραφικών ειδών και χρησιμοποιούνταν στο ίδιο πλαίσιο με τους «χαρτοκόφτες» της παρεμβαίνουσας, ήτοι για γραφή και ανάγνωση, οπότε ενέπιπταν σε αυτόν τον τομέα δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας. Επιπλέον, όλα αυτά τα προϊόντα χρησιμοποιούνταν εν γένει στις συναλλαγές για την επικοινωνία εταιρίας με τους πελάτες της και για τις επιχειρηματικές σχέσεις της, ή ειδικότερα προσφέρονταν ως επιχειρηματικά δώρα. Στο μέτρο που τα έντυπα που προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE ήταν δυνατό να επιφέρουν, λόγω του περιεχομένου τους, κίνδυνο συγχύσεως με την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole, το εν λόγω σήμα έπρεπε να ακυρωθεί.

104    Πρώτον, επισημαίνεται συναφώς ότι, αντιθέτως προς τις διαπιστώσεις του τμήματος προσφυγών, η σχέση των εν λόγω προϊόντων με τους «χαρτοκόφτες» που διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα είναι ιδιαίτερη μικρή ώστε να μπορεί βάσει αυτής να διαπιστωθεί ομοιότητα. Ειδικότερα, αφενός, η μόνη σχέση που διαπιστώνεται λόγω της εν μέρει ταυτότητας των σημείων πωλήσεως δεν επαρκεί ώστε να θεωρηθούν οι χαρτοκόφτες ως παρόμοιοι με ένα σύνολο προϊόντων που κατά βάση εμπίπτει στον τομέα των χαρτικών, δεδομένου ότι τα καταστήματα γραφικής ύλης εν γένει προσφέρουν μια μεγάλη ποικιλία διαφορετικών προϊόντων που απευθύνεται σε μη εξειδικευμένο κοινό. Αφετέρου, η χρήση των χαρτοκοφτών που διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα συνήθως περιορίζεται στο άνοιγμα φακέλων. Επομένως, διαπιστώνεται μόνο μικρός βαθμός ομοιότητας, λόγω της συμπληρωματικής χρήσεώς τους, με τους «φακέλους», αλλά όχι με τα λοιπά προϊόντα που προαναφέρθηκαν στη σκέψη 103. Δεύτερον, μόνον το γεγονός ότι όλα αυτά τα προϊόντα χρησιμοποιούνται συνήθως κατά την επικοινωνία επιχειρήσεως με τους πελάτες της και για άλλες επιχειρηματικές σχέσεις ή για προσφορά επιχειρηματικών δώρων δεν συνεπάγεται καμία ομοιότητα με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας στον τομέα της μαχαιροποιίας, δεδομένου ότι, λόγω του προορισμού τους, διαφέρουν εντελώς από τις εν λόγω δραστηριότητες. Τρίτον, η διαπίστωση του τμήματος προσφυγών ως προς τον κίνδυνο συγχύσεως που ενδέχεται να δημιουργηθεί από τα έντυπα που προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE θα εξετασθεί στη σκέψη 165 κατωτέρω, στο πλαίσιο της σφαιρικής εκτιμήσεως του κινδύνου συγχύσεως.

–       Ως προς διάφορα προϊόντα τα οποία χαρακτηρίζονται ως «είδη δώρου», τα οποία εμπίπτουν στις κλάσεις 14, 18 και 20

105    Όσον αφορά τα προϊόντα «κοσμήματα, είδη χρυσοχοΐας· κοσμηματοθήκες από πολύτιμα μέταλλα· όργανα μέτρησης χρόνου, μανικετόκουμπα, καρφίτσες για γραβάτες, διακοσμητικές καρφίτσες, δακτύλιοι για κλειδιά· πορτοφόλια από πολύτιμα μέταλλα· ρολόγια χειρός και λουράκια χειρός», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14, τα προϊόντα «ράβδοι· τσάντες χειρός· τσάντες για την παραλία· τσάντες, βαλιτσάκια και βαλίτσες ταξιδίου· πορτοφόλια· καρτοθήκες (πορτοφόλια), χαρτοφύλακες· χαρτοφύλακες (δερμάτινα είδη)· θήκες για κλειδιά (δερμάτινα είδη)· πορτοφόλια για κέρματα όχι από πολύτιμα μέταλλα», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 18, και τα προϊόντα «πλαίσια (κορνίζες), έργα τέχνης ή διακοσμητικά από ξύλο, φελλό, καλάμι, βρύουλα, λυγαριά, κέρατο, κόκκαλο, ελεφαντοστό, κόκκαλο φάλαινας, χελωνόστρακο, ήλεκτρο, μαργαριτάρι, σηπιόλιθο, υποκατάστατα των παραπάνω υλικών ή από πλαστικό», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 20, το τμήμα προσφυγών περιορίσθηκε στη διαπίστωση ότι επρόκειτο για «είδη δώρου» που πωλούνται ιδιαίτερα συχνά σε κάθε είδους καταστήματα ή προσφέρονται ως επιχειρηματικά δώρα και ότι μπορούσαν, ως εκ τούτου, να βρίσκονται στους ίδιους χώρους όπου η παρεμβαίνουσα διέθετε τα δικά της προϊόντα.

106    Υπενθυμίζεται συναφώς, αφενός, ότι η δραστηριότητα της «κατασκευής και πωλήσεως ειδών δώρου» της παρεμβαίνουσας περιλαμβάνεται στους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole οικονομικούς τομείς μόνο στον βαθμό που πρόκειται για είδη μαχαιροποιίας ή για κουβέρ (βλ. σκέψεις 71 έως 74 ανωτέρω). Τα προϊόντα, όμως, που παρατίθενται στην προηγούμενη σκέψη δεν εμπίπτουν στα είδη μαχαιροποιίας ή στα κουβέρ ούτε σχετίζονται με τον κλάδο αυτόν. Αφετέρου, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα εν λόγω προϊόντα πωλούνται ως δώρα στο ίδιο κατάστημα όπου πωλούνται τα είδη μαχαιροποιίας τα οποία διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα, το γεγονός αυτό δεν συνεπάγεται ομοιότητα μεταξύ των πρώτων και των δεύτερων ειδών, δεδομένου ότι τα καταστήματα με είδη δώρου προσφέρουν μεγάλη ποικιλία ετερόκλιτων προϊόντων, τα οποία απευθύνονται στο ευρύ κοινό.

–       Ως προς τα προϊόντα «γάντια γκολφ» και «αθλητικά είδη», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 28, τα προϊόντα «θήκες πούρων», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14, και τα προϊόντα «σπίρτα, αναπτήρες για καπνιστές· θήκες για πούρα και για τσιγάρα όχι από πολύτιμα μέταλλα· κόφτες για πούρα· πίπες· καθαριστήρες πίπας», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 34

107    Όσον αφορά τα προϊόντα «γάντια γκολφ» και «αθλητικά είδη», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 28, τα προϊόντα «θήκες πούρων», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14, και τα προϊόντα «είδη καπνιστού, σπίρτα, αναπτήρες για καπνιστές· θήκες για πούρα και για τσιγάρα όχι από πολύτιμα μέταλλα· πίπες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 34, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι απευθύνονταν στην ίδια πελατεία, αγοράζονταν στα ίδια καταστήματα και χρησιμοποιούνταν στο ίδιο πλαίσιο με ορισμένα «είδη δώρου» που προσφέρει η παρεμβαίνουσα. Τούτο ισχύει, για παράδειγμα, για το μοντέλο «Couteau du golfeur», το οποίο διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα, σε σχέση με τα «γάντια γκολφ» ή με άλλα «αθλητικά είδη», καθώς και για το μοντέλο «Calumet» (με αποξεστήρα, σκαλιστήρι και πατητήρι για πίπες) και για τον κόφτη πούρων, που διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα, σε σχέση με τα προϊόντα «θήκες πούρων» και «σπίρτα, αναπτήρες για καπνιστές, θήκες για πούρα και για τσιγάρα, πίπες», τα οποία προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE.

108    Συναφώς, αρκεί η υπόμνηση ότι η δραστηριότητα της «κατασκευής και πωλήσεως ειδών δώρου» περιλαμβάνεται στους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole οικονομικούς τομείς μόνο στον βαθμό που πρόκειται για είδη μαχαιροποιίας ή για κουβέρ (βλ. σκέψεις 71 έως 74 ανωτέρω), όπερ δεν ισχύει για τα προαναφερθέντα στη σκέψη 107 προϊόντα.

109    Παρά ταύτα, τα προϊόντα «κόφτες για πούρα» και «καθαριστήρες πίπας», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 34, παρουσιάζουν ομοιότητα με, αντιστοίχως, το μοντέλο «coupe-cigare» και το μοντέλο «Calumet» (με αποξεστήρα, σκαλιστήρι και πατητήρι για πίπες), τα οποία διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα. Συγκεκριμένα, ακόμη και αν η διάθεση των μοντέλων αυτών στο εμπόριο, ως «παραγώγων» των ειδών μαχαιροποιίας, δεν είναι σε θέση να αποδείξει τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας σε «είδη καπνιστού» εν γένει, όπως προεκτέθηκε στις σκέψεις 65 έως 68 και 71, εντούτοις πράγματι, ως μεμονωμένα προϊόντα, είναι ταυτόσημα, από λειτουργικής απόψεως, με τα προϊόντα «κόφτες για πούρα» και «καθαριστήρες πίπας» τα οποία προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE. Το γεγονός αυτό, πέραν της διαθέσεώς τους στο εμπόριο εντός των ίδιων καταστημάτων, αρκεί για να διαπιστωθεί μεγάλος βαθμός ομοιότητας.

110    Αντιθέτως, τα προϊόντα «γάντια γκολφ», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 28, δεν παρουσιάζουν καμία ομοιότητα με το μοντέλο «couteau du Golfeur» (με εργαλείο divot) το οποίο διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα. Βεβαίως, το δεύτερο αυτό εργαλείο μπορεί να χρησιμοποιηθεί μαζί με τα «γάντια γκολφ» που προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE. Παρά ταύτα, δεν πρόκειται στην περίπτωση αυτή για σχέση συμπληρωματικότητας θεμελιώνουσα ομοιότητα, δεδομένου ότι τα προϊόντα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν χωριστά και συνήθως νοούνται ανεξάρτητα το ένα από το άλλο και όχι σε συνάρτηση με κριτήρια απορρέοντα από κοινή χρήση τους —αντιθέτως απ’ ό,τι μπορεί να συμβαίνει, για παράδειγμα, με τα γάντια του γκολφ σε σχέση με τα μπαστούνια του γκολφ.

–       Ως προς τις εμπίπτουσες στην κλάση 38 υπηρεσίες

111    Όσον αφορά τις υπηρεσίες που αφορούν τις «τηλεπικοινωνίες» και συγγενείς τομείς, οι οποίες εμπίπτουν στην κλάση 38, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, στη σκέψη 114 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι δεν παρουσίαζαν καμία ομοιότητα με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας. Η διαπίστωση αυτή, ευνοϊκή για τον προσφεύγοντα και μη αμφισβητηθείσα από την παρεμβαίνουσα, στην πραγματικότητα δεν αποτελεί αντικείμενο της υπό κρίση διαφοράς και ως εκ τούτου παρέλκει η εξέτασή της από το Γενικό Δικαστήριο.

–       Συμπέρασμα ως προς την ομοιότητα μεταξύ των καλυπτόμενων από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole και των καλυπτόμενων από το σήμα LAGUIOLE οικονομικών τομέων

112    Συμπερασματικώς, διαπιστώνεται, πρώτον, ταυτότητα, σε σχέση με τους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole τομείς, των προϊόντων «χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός» και «κουτάλια», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, καθώς και μεγάλος βαθμός ομοιότητας, σε σχέση με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας, των προϊόντων «κατσαβίδια, ξυράφια, λεπίδες ξυραφιών· λίμες και πένσες παρανυχίδων, νυχοκόπτες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, των προϊόντων «χαρτοκόφτες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16, των προϊόντων «εκπωματιστήρες· ανοιχτήρια φιαλών», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, και των προϊόντων «κόφτες για πούρα» και «καθαριστήρες πίπας», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 34.

113    Δεύτερον, υπάρχει μεσαίου βαθμού ομοιότητα, σε σχέση με τους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole τομείς, των προϊόντων «θήκες οργάνων περιποίησης χεριών, σετ ξυρίσματος», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, καθώς και των προϊόντων «βούρτσες ξυρίσματος, σετ τουαλέτας σε τσαντάκι», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21.

114    Τρίτον, υπάρχει μικρή ομοιότητα, σε σχέση με τους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole τομείς, των προϊόντων «φάκελοι», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16.

115    Τέλος, τέταρτον, συνάγεται ότι δεν υπάρχει ομοιότητα, σε σχέση με τους καλυπτόμενους από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole τομείς, όλων των λοιπών προϊόντων και των λοιπών υπηρεσιών που προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE.

 Ως προς την ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημάτων

116    Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι ο όρος «laguiole», καίτοι έχει περιγραφικό και όχι διακριτικό χαρακτήρα όσον αφορά τα μαχαίρια, όπως διαπιστώθηκε από το cour d’appel de Paris με την απόφασή του της 3ης Νοεμβρίου 1999 (G.T.I.-G.I.L. Technologies internationales κατά Commune de Laguiole και Association Le couteau de Laguiole), αποτελούσε παρά ταύτα το κυρίαρχο, ή έστω το συγκυρίαρχο, στοιχείο της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole, ακόμη και όταν η επωνυμία αυτή χρησιμοποιούνταν για μαχαίρια. Επομένως, κατά την κρίση του, στο πλαίσιο μιας σφαιρικής εκτιμήσεως, τα αντιπαρατιθέμενα σημεία παρουσίαζαν ορισμένη ομοιότητα από φωνητικής, οπτικής και εννοιολογικής απόψεως, η οποία δεν ήταν δυνατό να αντισταθμιστεί από μόνη την προσθήκη της γενικής εκφράσεως «forge de».

117    Ο προσφεύγων υποστηρίζει κατ’ ουσίαν ότι τα αντιπαρατιθέμενα σημεία παρουσιάζουν οπτικές, φωνητικές και εννοιολογικές διαφορές.

118    Το ΓΕΕΑ υποστηρίζει ότι ο όρος «laguiole» αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole, παρά τον γενικό χαρακτήρα του. Δεδομένου ότι το σήμα LAGUIOLE επαναλαμβάνεται στο σύνολό του στην εν λόγω εταιρική επωνυμία, ο βαθμός ομοιότητας μεταξύ των δύο σημείων είναι μεγάλος.

119    Η παρεμβαίνουσα υποστηρίζει ότι τα αντιπαρατιθέμενα σημεία παρουσιάζουν ομοιότητες από οπτικής, φωνητικής και εννοιολογικής απόψεως.

120    Επιβάλλεται προκαταρκτικώς να εξετασθεί αν, όπως έκρινε το τμήμα προσφυγών και δέχονται το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα, ο όρος «laguiole» αποτελεί το κυρίαρχο στοιχείο της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole, παρά τον περιγραφικό, άλλως γενικό, χαρακτήρα του, όσον αφορά τα μαχαίρια, χαρακτήρα τον οποίο διαπίστωσε το cour d’appel de Paris με την απόφασή του της 3ης Νοεμβρίου 1999 (σκέψη 116 ανωτέρω), καθώς και τον περιγραφικό χαρακτήρα του τόπου εγκαταστάσεως και παραγωγής της παρεμβαίνουσας.

121    Πρώτον, είναι αληθές ότι, όπως δέχεται στη σκέψη 119 της προσβαλλομένης αποφάσεως το τμήμα προσφυγών, ο περιγραφικός και μη διακριτικός χαρακτήρας του όρου «laguiole» όσον αφορά τα μαχαίρια δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην ότι ο όρος αυτός έχει επίσης περιγραφικό και όχι διακριτικό χαρακτήρα όσον αφορά προϊόντα τα οποία δεν είναι μαχαίρια.

122    Υπενθυμίζεται συναφώς ότι ο παρών έλεγχος του κινδύνου συγχύσεως αφορά αποκλειστικώς τις δραστηριότητες κατασκευής και πωλήσεως ειδών μαχαιροποιίας και κουβέρ, καθώς και δώρων και αναμνηστικών, στον βαθμό που πρόκειται για είδη μαχαιροποιίας ή για κουβέρ (βλ. σκέψη 74 ανωτέρω). Συγκεκριμένα, οι πράγματι ασκούμενες από την παρεμβαίνουσα δραστηριότητες επικεντρώνονται σχεδόν αποκλειστικώς στον τομέα της μαχαιροποιίας, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων ειδών τα οποία ενσωματώνουν άλλες λειτουργίες, πέραν του μαχαιριού, ενώ η διάθεση στο εμπόριο άλλων προϊόντων —ιδίως κουβέρ— παραμένει συμπληρωματική, ή και ελάχιστη. Τούτο προκύπτει τόσο από την εξέταση των προϊόντων των περιλαμβανόμενων στον τιμοκατάλογο της παρεμβαίνουσας της 1ης Ιανουαρίου 2001 όσο και από την ανάγνωση των διαφόρων περιεχόμενων στο «press-book» δημοσιευμένων στοιχείων που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα —στον βαθμό που αναφέρονται σαφώς στην προ της 20ής Νοεμβρίου 2001 περίοδο— όπου η παρεμβαίνουσα εμφανίζεται συστηματικώς ως επιχείρηση η οποία ειδικεύεται στην παραγωγή μαχαιριών τύπου «Laguiole», χωρίς να γίνεται μνεία στην άσκηση άλλων δραστηριοτήτων. Μολονότι είναι αληθές ότι ορισμένα από αυτά τα είδη μαρτυρούν την πρόθεση των διευθυνόντων της εταιρίας για διεύρυνση των δραστηριοτήτων της, η παρεμβαίνουσα δεν απέδειξε, όπως προαναφέρθηκε, ότι οι προθέσεις αυτές άρχισαν να υλοποιούνται προ της 20ής Νοεμβρίου 2001.

123    Υπό τις συνθήκες αυτές, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο όρος «Laguiole» έχει περιγραφικό χαρακτήρα, ήτοι γενικό, όσον αφορά το σύνολο των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας, που είναι κρίσιμες για την εξέταση του κινδύνου συγχύσεως.

124    Δεύτερον, θα πρέπει να γίνει δεκτή η υπόμνηση εκ μέρους του τμήματος προσφυγών ότι το περιγραφικό στοιχείο ενός σημείου μπορούσε παρά ταύτα να αποτελεί το κυρίαρχο ή συγκυρίαρχο στοιχείο του, αν, για παράδειγμα, τα λοιπά στοιχεία είχαν εξίσου περιγραφικό χαρακτήρα ή είχαν εξίσου ή ακόμη μεγαλύτερο ασθενή χαρακτήρα. Συναφώς, είναι αληθές ότι το στοιχείο «Forge de» έχει αυτό καθαυτό περιγραφικό χαρακτήρα, όσον αφορά τις ασκούμενες από την παρεμβαίνουσα δραστηριότητες στους τομείς της μαχαιροποιίας και των κουβέρ. Πάντως, αντιθέτως προς την κρίση του τμήματος προσφυγών, το στοιχείο αυτό δεν «εξαρτάται από σημασιολογικής απόψεως από το όνομα “Laguiole”, το οποίο προσδιορίζει την ειδική σφυρηλάτηση περί της οποίας πρόκειται». Συγκεκριμένα, το περιγραφικό στοιχείο του τόπου —και των ασκούμενων δραστηριοτήτων— δεν είναι το κυρίαρχο σε σχέση με το περιγραφικό στοιχείο της φύσεως της εγκαταστάσεως. Υπό τις περιστάσεις αυτές, δεν είναι δυνατό να προσδιορισθεί ένα κυρίαρχο στοιχείο στην εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole, η οποία αποτελείται στο σύνολό της από στοιχεία περιγραφικής, άλλως γενικής, φύσεως σε σχέση με τις δραστηριότητες και/ή τον τόπο εγκαταστάσεως της παρεμβαίνουσας.

125    Τρίτον, όσον αφορά τη σύγκριση από οπτικής απόψεως, η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole αποτελείται από τρεις λέξεις οι οποίες συνιστούν ένα σύνολο δεκαπέντε γραμμάτων, ενώ το σήμα LAGUIOLE έχει μόνον οκτώ γράμματα. Το στοιχείο «laguiole» είναι βεβαίως παρόν σε έκαστο των αντιπαρατιθέμενων σημείων· παρά ταύτα, βρίσκεται στο τέλος της εν λόγω εταιρικής επωνυμίας, οπότε το βαλλόμενο στοιχείο «forge de» εντείνει την οπτική εντύπωση που δημιουργείται από την εν μέρει ταυτότητα. Για τον λόγο αυτό, επιβάλλεται να συναχθεί μια μεσαίου βαθμού οπτική ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων.

126    Τέταρτον, από φωνητικής απόψεως, επισημαίνεται ότι η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole έχει πέντε, άλλως έξι, συλλαβές, ενώ το σήμα LAGUIOLE έχει δύο, άλλως τρεις, αναλόγως της προφοράς του όρου «laguiole». Όσον αφορά την εν μέρει ταυτότητα των αντιπαρατιθέμενων σημείων, οι σχετικές με την οπτική ομοιότητα εκτιμήσεις ισχύουν mutatis mutandis, οπότε επιβάλλεται να συναχθεί μια μεσαίου βαθμού φωνητική ομοιότητα.

127    Πέμπτον, όσον αφορά τη σύγκριση από εννοιολογικής απόψεως, η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole παραπέμπει σε εργαστήριο εγκατεστημένο στον Δήμο Laguiole (Γαλλία), όπως ορθώς υποστήριξε ο προσφεύγων, αλλά, ταυτοχρόνως και παραλλήλως, και σε εργαστήριο το οποίο κατασκευάζει μαχαίρια τύπου Laguiole. Από πλευράς του, το σήμα LAGUIOLE παραπέμπει τόσο στον εν λόγω δήμο όσο και στα μαχαίρια τύπου Laguiole. Ως εκ τούτου, το τμήμα προσφυγών ορθώς διαπίστωσε ότι, στο μέτρο που τα αντιπαρατιθέμενα σημεία παρέπεμπαν στις ίδιες έννοιες, ήτοι στην πόλη και στο μαχαίρι, ήταν παρόμοια από εννοιολογικής απόψεως. Το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά μάλιστα ότι ο βαθμός εννοιολογικής ομοιότητας πρέπει να χαρακτηρισθεί ως υψηλός.

 Ως προς τον έντονο διακριτικό χαρακτήρα της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole που απορρέει από τη γνώση του κοινού

128    Το τμήμα προσφυγών έκρινε, στη σκέψη 130 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole είχε έντονο διακριτικό χαρακτήρα λόγω του κύρους, άλλως της φήμης, που είχε η παρεμβαίνουσα στη Γαλλία και στην αλλοδαπή για την ποιότητα των μαχαιριών της.

129    Ο προσφεύγων φρονεί ότι ουδόλως προκύπτει από τη δικογραφία η υποστηριζόμενη αναγνωρισιμότητα της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole και ότι φημισμένα είναι τα μαχαίρια τύπου Laguiole και όχι η ονομασία «Forge de Laguiole».

130    Το ΓΕΕΑ υποστηρίζει ότι η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole απέκτησε φήμη στον τομέα της μαχαιροποιίας και η παρεμβαίνουσα βεβαιώνει ότι απολαύει πολύ μεγάλης αναγνωρισιμότητας στη Γαλλία και στην αλλοδαπή.

131    Επιβάλλεται προκαταρκτικώς η υπόμνηση ότι το γαλλικό δίκαιο περί σημάτων διέπεται από τις οδηγίες για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων [πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 40, σ. 1), η οποία αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299, σ. 25)]. Κατά συνέπεια, η αρχή κατά την οποία ο κίνδυνος συγχύσεως είναι τόσο μεγαλύτερος όσο σημαντικότερος είναι ο διακριτικός χαρακτήρας του προγενέστερου σήματος και κατά την οποία τα σήματα που έχουν έντονο διακριτικό χαρακτήρα, για παράδειγμα, λόγω του ότι είναι γνωστά στο κοινό, απολαύουν προστασίας μεγαλύτερης απ’ ό,τι εκείνα των οποίων ο διακριτικός χαρακτήρας είναι ασθενέστερος (αποφάσεις του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 1997, C‑251/95, SABEL, Συλλογή 1997, σ. I‑6191, σκέψη 24· της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, C‑39/97, Canon, Συλλογή 1998, σ. I‑5507, σκέψη 18, και της 22ας Ιουνίου 1999, C‑342/97, Lloyd Schuhfabrik Meyer, Συλλογή 1999, σ. I‑3819, σκέψη 20) ισχύει επίσης και στο γαλλικό δίκαιο περί σημάτων. Όπως προκύπτει από την προπαρατεθείσα στη σκέψη 79 νομολογία, η αρχή αυτή ισχύει επίσης και στο γαλλικό δίκαιο οσάκις εκτιμάται ο κίνδυνος συγχύσεως σε σχέση με εταιρική επωνυμία, και τούτο ήδη προ της ενάρξεως ισχύος των οδηγιών για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων.

132    Επομένως, γίνεται δεκτό ότι η ύπαρξη διακριτικού χαρακτήρα εντονότερου από το σύνηθες, λόγω του ότι η εταιρική επωνυμία είναι γνωστή στο εμπόριο, προϋποθέτει οπωσδήποτε ότι η εν λόγω εταιρική επωνυμία είναι γνωστή τουλάχιστον σε σημαντικό τμήμα του ενδιαφερόμενου κοινού, χωρίς να πρέπει κατ’ ανάγκην να χαίρει φήμης υπό την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009. Δεν μπορεί να καθοριστεί κατά γενικό τρόπο, διά της προσφυγής, για παράδειγμα, σε συγκεκριμένα ποσοστά σχετικά με τον βαθμό αναγνωρισιμότητας της εταιρικής επωνυμίας μεταξύ των ενδιαφερομένων κύκλων, πότε ένα σήμα έχει ισχυρό διακριτικό χαρακτήρα. Πάντως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι υφίσταται μια ορισμένη αλληλεξάρτηση μεταξύ της αναγνωρισιμότητας μιας εταιρικής επωνυμίας και του διακριτικού της χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι όσο πιο γνωστή είναι η εταιρική επωνυμία στο κοινό στο οποίο απευθύνεται τόσο ενισχύεται ο διακριτικός της χαρακτήρας. Για να εξετασθεί αν εταιρική επωνυμία διαθέτει έντονο διακριτικό χαρακτήρα λόγω του ότι είναι γνωστή στο κοινό, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα στοιχεία που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση, δηλαδή, μεταξύ άλλων, το μερίδιο της αγοράς που αναλογεί στην οικεία εταιρία, η ένταση, η γεωγραφική εξάπλωση και η χρονική διάρκεια της χρήσεώς της, το μέγεθος των επενδύσεων στις οποίες έχει προβεί η επιχείρηση για την προώθησή της, το ποσοστό των ενδιαφερομένων κύκλων που αναγνωρίζει χάρις στην εταιρική επωνυμία τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες ως προερχόμενα από συγκεκριμένη επιχείρηση, καθώς και οι δηλώσεις των εμπορικών και βιομηχανικών επιμελητηρίων ή άλλων επαγγελματικών ενώσεων (βλ., κατ’ αναλογία, προπαρατεθείσα στη σκέψη 23 απόφαση VITACOAT, σκέψεις 34 και 35 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

133    Υπό τις συνθήκες αυτές, προκειμένου να αποδειχθεί εν προκειμένω ότι η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole είναι γνωστή στο κοινό, απαιτείται να αποδειχθεί ότι σημαντικό τμήμα του ενδιαφερόμενου κοινού —ήτοι ο μέσος γάλλος καταναλωτής— γνωρίζει την εν λόγω εταιρική επωνυμία.

134    Για να διαπιστωθεί ο έντονος διακριτικός χαρακτήρας της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole, λόγω του κύρους και της φήμης που υποστηρίζεται ότι απολαύει η παρεμβαίνουσα στη Γαλλία, το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε στα στοιχεία του ενώπιόν του φακέλου διαδικασίας, τα οποία εκτέθηκαν στις σκέψεις 63 έως 66 της προσβαλλομένης αποφάσεως.

135    Πρόκειται, πρώτον, για ένα άρθρο σε γαλλικό οικονομικό περιοδικό, του Οκτωβρίου του 2004, με τίτλο «Laguiole — Μια παραδοσιακή παραγωγή που έγινε τάση» (στη γαλλική, «Laguiole — Une production traditionnelle devenue tendance»).

136    Αρκεί συναφώς η υπόμνηση ότι κρίσιμος χρόνος προκειμένου να εκτιμηθεί αν το κοινό γνώριζε την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole είναι η ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE, ήτοι η 20ή Νοεμβρίου 2001. Το επίμαχο, όμως, άρθρο, με ημερομηνία του έτους 2004, δεν περιέχει κανένα στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ότι η εν λόγω εταιρική επωνυμία ήταν ιδιαιτέρως γνωστή στο κοινό προ της 20ής Νοεμβρίου 2001.

137    Δεύτερον, το τμήμα προσφυγών μνημονεύει έγγραφο της 9ης Μαρτίου 1999, το οποίο εσφαλμένως αναφέρεται ότι φέρει ημερομηνία 20 Μαρτίου 1999. Στο έγγραφο αυτό, ο διευθύνων σύμβουλος της παρεμβαίνουσας επιβεβαιώνει τη «συμφωνία για τη δημιουργία μιας νέας μήτρας που θα καταστήσει δυνατή την επίτευξη μεγαλύτερης παραγωγής και την κατασκευή ειδών καλύτερης ποιότητας», διευκρινίζοντας τους χρηματοοικονομικούς όρους αυτής.

138    Επισημαίνεται, αφενός, ότι ο παραλήπτης του εγγράφου της 9ης Μαρτίου 1999 δεν προσδιορίζεται σαφώς. Αφετέρου, στο μέτρο που το τμήμα προσφυγών παρέπεμψε στο εν λόγω έγγραφο προκειμένου να τεκμηριώσει τη διαπίστωσή του ότι η παρεμβαίνουσα είχε προβεί σε συνεργασία με γνωστό εστιάτορα, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι απλώς περιλαμβάνεται μνεία στο έγγραφο αυτό μιας συναντήσεως «παρουσία των κυρίων [B. και C.]», γεγονός το οποίο δεν αρκεί για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του επίμαχου εστιάτορα ούτε για να βεβαιωθεί πράγματι η συνεργασία του με την παρεμβαίνουσα ή η μορφή της συνεργασίας αυτής.

139    Κατά συνέπεια, το έγγραφο της 9ης Μαρτίου 1999 δεν δύναται να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να αποδείξει, έστω και εμμέσως, ότι το κοινό γνώριζε την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole.

140    Τρίτον, το τμήμα προσφυγών δέχεται, στη σκέψη 65 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι τα προϊόντα της παρεμβαίνουσας έλαβαν πλήθος βραβείων και διακρίσεων σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο το 1992 και το 1996. Απαντώντας σε γραπτή ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, το ΓΕΕΑ επισήμανε ότι το τμήμα προσφυγών στηρίχθηκε συναφώς στις αναφορές που περιέχονταν στο μνημονευόμενο στη σκέψη 135, ανωτέρω, άρθρο, το οποίο αφορούσε παρουσίαση της «στρατηγικής δημιουργίας» της παρεμβαίνουσας, που είχε αναρτηθεί το 2005 στην ιστοσελίδα της (σελίδα 234 του φακέλου διαδικασίας ενώπιον του ΓΕΕΑ), και σε άλλες δημοσιεύσεις που αφορούσαν την παρεμβαίνουσα (σελίδα 169 του φακέλου διαδικασίας ενώπιον του ΓΕΕΑ).

141    Η σελίδα 169 του φακέλου διαδικασίας ενώπιον του ΓΕΕΑ περιέχει απόσπασμα άρθρου άνευ ημερομηνίας στην ιταλική γλώσσα το οποίο αναφέρει ότι το μαχαίρι το οποίο σχεδιάσθηκε από διάσημο δημιουργό αποτελεί μέρος της συλλογής σχεδίου του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (MoMA), και ότι το μοντέλο «Sommelier» έλαβε το βραβείο «Design plus» της εκθέσεως «Ambiente» στη Φρανκφούρτη το 1996.

142    Ο πληρέστερος κατάλογος των βραβείων και διακρίσεων περιέχεται στο απόσπασμα από την ιστοσελίδα, στη σελίδα 234 του φακέλου διαδικασίας ενώπιον του ΓΕΕΑ, το οποίο αναφέρει, πέραν του μαχαιριού που εκτίθεται στο MoMA και του βραβείου «Design plus» του 1996, το «Grand prix français de l’objet design» το 1991 (χωρίς σαφή αναφορά σχετικά με το σε ποιο προϊόν απονεμήθηκε), το «Blade Magazine Award» 1992 για ένα μοντέλο που δημιουργήθηκε από γνωστό αρχιτέκτονα και το Ευρωπαϊκό Βραβείο Σχεδίου 1992 «για τη δημιουργικότητα» της παρεμβαίνουσας, βραβεία των οποίων μνεία γίνεται και στην προσβαλλόμενη απόφαση.

143    Το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά ότι τα εν λόγω βραβεία και διακρίσεις συνιστούν ένδειξη ότι το κοινό γνώριζε τα προϊόντα της παρεμβαίνουσας και, ως εκ τούτου, και την εταιρική επωνυμία της, καθώς η απονομή βραβείων και διακρίσεων σε μια επιχείρηση για τα προϊόντα της είναι σε θέση να προσελκύσει την προσοχή του ευρέος κοινού στην επιχείρηση αυτή. Πάντως, πρέπει παραλλήλως να ληφθεί υπόψη ότι η δημοσιότητα λόγω των βραβείων αυτών παραμένει περιορισμένη σε κοινό το οποίο ενδιαφέρεται ιδιαιτέρως για το σχέδιο και ότι η απήχησή της στο ευρύ γαλλικό κοινό, το μόνο κρίσιμο εν προκειμένω (βλ. σκέψη 77 ανωτέρω), είναι περιορισμένη. Η παρατήρηση αυτή ισχύει κατά μείζονα λόγο για το «Blade Magazine Award», το οποίο απονεμήθηκε από εξειδικευμένο περιοδικό στις ΗΠΑ, το οποίο είναι γνωστό μόνο στους Γάλλους καταναλωτές οι οποίοι έχουν ειδικό ενδιαφέρον για τη συλλογή μαχαιριών.

144    Τέταρτον, το τμήμα προσφυγών παραπέμπει στον «κατάλογο» που περιέχεται στο «έγγραφο 21» το οποίο προσκόμισε η παρεμβαίνουσα ενώπιον του ΓΕΕΑ, ως απόδειξη του γεγονότος ότι η παρεμβαίνουσα κατέβαλλε συνεχείς προσπάθειες για να διαφοροποιηθεί διά της ποιότητας και της εικόνας των προϊόντων της, ιδίως προσλαμβάνοντας υψηλά ειδικευμένο προσωπικό και συνάπτοντας συνεργασίες με σχεδιαστές και δημιουργούς κύρους. Το εν λόγω έγγραφο μνημονεύει πράγματι μοντέλα τα οποία έχουν σχεδιασθεί από ή δημιουργηθεί σε συνεργασία με δύο γνωστούς συνεργάτες.

145    Προκύπτει, όμως, από τη δικογραφία, όπως επίσης και από την απάντηση της παρεμβαίνουσας σε γραπτή ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, ότι το «έγγραφο 21» απαρτίζεται στην πραγματικότητα από τρία διαφορετικά έγγραφα, ήτοι από φυλλάδιο το οποίο διανεμόταν από το 1997, από διαφημιστικό φυλλάδιο το οποίο διανεμόταν από το 2004 και από κατάλογο διανεμηθέντα το 2000.

146    Δεδομένου ότι αναφορά σε γνωστό εστιάτορα υπάρχει μόνο στο διαφημιστικό φυλλάδιο του 2004 και όχι στα άλλα δύο έγγραφα, η αναφορά αυτή δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως απόδειξη της υπάρξεως συνεργασίας μαζί του κατά την 20ή Νοεμβρίου 2001.

147    Αντιθέτως, οι αναφορές σε διάσημο δημιουργό περιέχονται στον κατάλογο του 2000, ο οποίος βεβαιώνει τη συνεργασία μαζί του προ της 20ής Νοεμβρίου 2001. Εξάλλου, από τα εξετασθέντα στη σκέψη 142, ανωτέρω, στοιχεία προκύπτει ότι υπήρξε συνεργασία, προ της ημερομηνίας αυτής, με γνωστό αρχιτέκτονα.

148    Πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι συνεργασίες αυτές με επαγγελματίες ιδιαιτέρου κύρους και φήμης δύνανται να ωφελήσουν την παρεμβαίνουσα και την εταιρική επωνυμία της, υπό την οποία τα προϊόντα διατίθενται στο εμπόριο, προσελκύοντας την προσοχή τουλάχιστον τμήματος του κοινού που γνωρίζει τους επίμαχους επαγγελματίες. Παρά ταύτα, το γεγονός αυτό δεν αρκεί ώστε να αποδειχθεί ότι η εν λόγω εταιρική επωνυμία ήταν γνωστή εν γένει στο ευρύ κοινό.

149    Πέμπτον, το τμήμα προσφυγών μνημονεύει άρθρο το οποίο δημοσιεύθηκε σε γαλλικό περιοδικό τον Δεκέμβριο του 1999, με τίτλο «Κινδυνεύει ο μύθος του μαχαιριού Laguiole» (στη γαλλική γλώσσα «Péril sur le mythe du couteau Laguiole»).

150    Το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι το άρθρο αυτό ήταν «ιδιαιτέρως εύγλωττο όσον αφορά τη φήμη που είχε αποκτήσει η [εταιρική] επωνυμία Forge de Laguiole προ της καταθέσεως [της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE]», καθώς το άρθρο αυτό συνιστούσε, για την επιλογή μαχαιριού τύπου Laguiole, εμπιστοσύνη στο σήμα. Το άρθρο αναφέρει, ακολούθως, ως πλέον εγνωσμένα τρία «σήματα», μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η εταιρική επωνυμία της παρεμβαίνουσας, της οποίας την ιστορία και την εξέλιξη σκιαγραφεί εν συντομία στη συνέχεια.

151    Διαπιστώνεται ότι το άρθρο αυτό αποτελεί ασφαλώς ένδειξη ότι το κοινό γνώριζε την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole, αλλά δεν αρκεί μόνον αυτό ως απόδειξη της γνώσεως αυτής. Συγκεκριμένα, επιβάλλεται να ληφθεί υπόψη ότι το άρθρο αυτό απλώς αναφέρει την παρεμβαίνουσα, μαζί με δύο άλλους παραγωγούς, ως περισσότερο φημισμένη σε σχέση με άλλους. Αυτή, όμως, η γνώμη του αρθρογράφου δεν παρέχει τη δυνατότητα να συναχθούν, άνευ ετέρου, συμπεράσματα ως προς τον βαθμό γνώσεως της εν λόγω εταιρικής επωνυμίας από το κοινό, ελλείψει, ιδίως, στοιχείων ως προς την κυκλοφορία και τη διανομή του περιοδικού όπου περιλήφθηκε.

152    Έκτον, το τμήμα προσφυγών μνημονεύει άρθρο δημοσιευθέν σε δωρεάν διανεμηθέν γαλλικό περιοδικό, τον Φεβρουάριο του 1999, με τίτλο «Aveyron: μια περιοχή σε αναβρασμό» (στη γαλλική γλώσσα, «L’Aveyron: un terroir en ébullition»), όπου αναφέρεται ότι «το Laguiole, το οποίο κατασκευάζεται στη Laguiole, η αγορά του οποίου έχει εικοσαπλασιαστεί, αρχίζει να αποκτά καλή φήμη στην αλλοδαπή».

153    Συναφώς επισημαίνεται, πρώτον, ότι η επίμαχη φράση, η οποία δεν παρατίθεται ολόκληρη από το τμήμα προσφυγών, στην πραγματικότητα έχει ως εξής: «Το Laguiole “made in Laguiole”, η αγορά του οποίου έχει εικοσαπλασιαστεί με την ανάδυση μικρών τοπικών εργαστηρίων, αρχίζει να αποκτά καλή φήμη στην αλλοδαπή». Εξ αυτού απορρέει ότι, καίτοι η παρεμβαίνουσα παρουσιάζεται σαφώς στο άρθρο αυτό, η φράση την οποία μνημονεύει το τμήμα προσφυγών αφορά παρά ταύτα το σύνολο της παραγωγής μαχαιριών στον Δήμο Laguiole και όχι μόνον τα προϊόντα της παρεμβαίνουσας. Δεύτερον, η επίμαχη φράση αναφέρεται στη φήμη στην αλλοδαπή των μαχαιριών που κατασκευάζονται στον εν λόγω δήμο και όχι στο ότι το γαλλικό κοινό γνωρίζει την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole, όπερ είναι το μόνο κρίσιμο εν προκειμένω (βλ. σκέψη 133 ανωτέρω).

154    Υπό τις συνθήκες αυτές, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το επίμαχο άρθρο συνιστά κατά βάση ένδειξη της φήμης των μαχαιριών τύπου Laguiole, τα οποία κατασκευάζονται «τοπικά» —λαμβανομένου πάντως υπόψη του γεγονότος, το οποίο διαπιστώθηκε από την προπαρατεθείσα στη σκέψη 116 νομολογία, ότι τα μαχαίρια αυτού του τύπου κατασκευάζονται επίσης, από μακρόν και παραδοσιακά, στον Δήμο Thiers (Γαλλία)— και, σε μικρότερο βαθμό, ένδειξη της φήμης της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole.

155    Συμπερασματικώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι από τα έγγραφα επί των οποίων στηρίχθηκε το τμήμα προσφυγών προκύπτουν βεβαίως ορισμένες προσπάθειες διαφημίσεως και επικοινωνίας εκ μέρους της παρεμβαίνουσας προκειμένου να γίνει γνωστή στο ευρύ γαλλικό κοινό και να ξεχωρίσει από τους ανταγωνιστές της προβάλλοντας μια εικόνα ποιότητας ή πολυτέλειας. Δεδομένου ότι οι προσπάθειες αυτές συνεχίσθηκαν επί πολλά έτη, δεν αποκλείεται η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole να έγινε ενδεχομένως γνωστή από το κοινό, στον τομέα των μαχαιριών τύπου Laguiole.

156    Παρά ταύτα, επιβάλλεται παράλληλα να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ορισμένα στοιχεία επί των οποίων στηρίχθηκε το τμήμα προσφυγών αφορούν τα μαχαίρια τύπου Laguiole εν γένει και όχι την εταιρική επωνυμία της παρεμβαίνουσας.

157    Περαιτέρω, τα άρθρα του Τύπου στα οποία αναφέρθηκε το τμήμα προσφυγών ως ενδείξεις της γνώσεως εκ μέρους του κοινού της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole αφορούν είτε εξειδικευμένα μέσα —όπως το προαναφερθέν στη σκέψη 135 άρθρο, το οποίο απευθύνεται σε επαγγελματίες της διοικήσεως επιχειρήσεων, και το «Blade Magazine», το οποίο απευθύνεται σε κυρίως Αμερικανούς συλλέκτες μαχαιριών— είτε μέσα των οποίων το εύρος διανομής δεν αποδείχθηκε —όπως του προαναφερθέντος στη σκέψη 149 άρθρου— είτε ακόμη περιοδικά κυρίως διαφημιστικού χαρακτήρα τα οποία, για τον λόγο αυτό, είναι λιγότερο πιθανό να αποσπάσουν την προσοχή του αναγνώστη —όπως το προαναφερθέν στη σκέψη 152 άρθρο. Το γεγονός αυτό διαφοροποιεί εξάλλου την υπό κρίση υπόθεση από την υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 16ης Δεκεμβρίου 2010, T‑345/08 και T‑357/08, Rubinstein και L’Oréal κατά ΓΕΕΑ — Allergan (BOTOLIST και BOTOCYL), την οποία επικαλέσθηκε το ΓΕΕΑ στο πλαίσιο της απαντήσεώς του στις γραπτές ερωτήσεις του Γενικού Δικαστηρίου. Συγκεκριμένα, μολονότι είναι αληθές ότι, στις σκέψεις 50 έως 53 της αποφάσεως αυτής, το Γενικό Δικαστήριο στηρίχθηκε σε άρθρα του Τύπου προκειμένου να αποδείξει την ύπαρξη μεγάλης καλύψεως από τα μέσα του επίμαχου προϊόντος, εντούτοις επρόκειτο για μέσα ευρείας διανομής τα οποία έχαιραν διεθνούς φήμης.

158    Επομένως, καίτοι τα στοιχεία τα οποία έλαβε υπόψη το τμήμα προσφυγών αποτελούν ασφαλώς ενδείξεις ορισμένης γνώσεως εκ μέρους του κοινού της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole, εντούτοις δεν επαρκούν για να αποδείξουν τη γνώση αυτή με βεβαιότητα. Επιβάλλεται να τονισθεί συναφώς ότι δεν είναι η διαφημιστική προσπάθεια που κατέβαλε η παρεμβαίνουσα προκειμένου να αυξήσει την αναγνωρισιμότητά της στο κοινό η οποία είναι εν τέλει καθοριστικής σημασίας, αλλά η πραγματική γνώση του κοινού η οποία αποτελεί αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής και μετράται βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στην προπαρατεθείσα στη σκέψη 132 νομολογία VITACOAT.

159    Η προσβαλλόμενη απόφαση δεν περιλαμβάνει, όμως, καμία ένδειξη η οποία να τεκμηριώνει την εν προκειμένω συνδρομή των κριτηρίων αυτών, ιδίως όσον αφορά το τμήμα του γαλλικού κοινού που γνωρίζει την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole, το μερίδιο αγοράς που αναλογεί στην παρεμβαίνουσα στην αγορά της μαχαιροποιίας εν γένει ή, πιο περιορισμένα, στην αγορά των μαχαιριών τύπου Laguiole, το μέγεθος των επενδύσεων στις οποίες έχει προβεί η παρεμβαίνουσα προκειμένου να προωθήσει στο κοινό την εταιρική επωνυμία της, το ποσοστό των ενδιαφερόμενων κύκλων που αναγνωρίζει χάρις στην εταιρική επωνυμία τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες ως προερχόμενα από την παρεμβαίνουσα ή τις ανεξάρτητες προς την παρεμβαίνουσα δηλώσεις των εμπορικών και βιομηχανικών επιμελητηρίων ή άλλων επαγγελματικών ενώσεων. Τέτοιες ενδείξεις δεν προκύπτουν ούτε από άλλα έγγραφα της δικογραφίας ούτε, ειδικότερα, από στοιχεία προσκομισθέντα από την παρεμβαίνουσα.

160    Υπό τις περιστάσεις αυτές, πεπλανημένως το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι, κατά την 20ή Νοεμβρίου 2001, η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole είχε αποκτήσει, όσον αφορά τα μαχαίρια, διακριτικό χαρακτήρα εντονότερο από το σύνηθες λόγω του ότι η εταιρική επωνυμία ήταν γνωστή στο γαλλικό κοινό.

 Συμπέρασμα ως προς τον κίνδυνο συγχύσεως

161    Συμπερασματικώς, τα αντιπαρατιθέμενα σημεία παρουσιάζουν ορισμένη ομοιότητα από οπτικής και φωνητικής απόψεως και υψηλό βαθμό ομοιότητας από εννοιολογικής απόψεως. Πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole έχει εγγενώς ασθενή διακριτικό χαρακτήρα, καθώς αποτελείται αποκλειστικώς από περιγραφικά στοιχεία των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας. Αυτός ο ασθενής διακριτικός χαρακτήρας δεν αντισταθμίζεται από τη γνώση την οποία έχει αποκτήσει το ενδιαφερόμενο κοινό.

162    Δεδομένης της ταυτότητας, σε σχέση με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας, των προϊόντων «χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός» και «κουτάλια», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, καθώς και δεδομένου του μεγάλου βαθμού ομοιότητας, σε σχέση με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας, των προϊόντων «κατσαβίδια, ξυράφια, λεπίδες ξυραφιών· λίμες και πένσες παρανυχίδων, νυχοκόπτες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, των προϊόντων χαρτοκόφτες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16, των προϊόντων «εκπωματιστήρες· ανοιχτήρια φιαλών», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, και των προϊόντων «κόφτες για πούρα» και «καθαριστήρες πίπας», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 34, τα οποία προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του σήματος αυτού και της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole, καθώς το ενδιαφερόμενο κοινό δύναται να θεωρήσει ότι τα προϊόντα αυτά έχουν την ίδια εμπορική προέλευση με τα είδη μαχαιροποιίας και τα κουβέρ τα οποία διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα.

163    Ομοίως, δεδομένου του μεσαίου βαθμού ομοιότητας, σε σχέση με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας, των προϊόντων «θήκες οργάνων περιποίησης χεριών, σετ ξυρίσματος», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, καθώς και των προϊόντων «βούρτσες ξυρίσματος, σετ τουαλέτας σε τσαντάκι», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, τα οποία προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του σήματος και της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole, καθώς το ενδιαφερόμενο κοινό δύναται να θεωρήσει ότι τα προϊόντα αυτά έχουν την ίδια εμπορική προέλευση με τα είδη μαχαιροποιίας και τα κουβέρ τα οποία διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα.

164    Αντιθέτως, δεδομένου του ασθενούς βαθμού ομοιότητας, σε σχέση με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας, των προϊόντων «φάκελοι», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16 και προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι δεν υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως από της απόψεως αυτής, καθώς το ενδιαφερόμενο κοινό δεν δύναται να θεωρήσει ότι τα προϊόντα αυτά έχουν την ίδια εμπορική προέλευση με τα είδη μαχαιροποιίας και τα κουβέρ τα οποία διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα.

165    Ομοίως, δεδομένης της ελλείψεως ομοιότητας, σε σχέση με τις δραστηριότητες της παρεμβαίνουσας, όλων των άλλων προϊόντων και υπηρεσιών που προσδιορίζονται από το σήμα LAGUIOLE, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι δεν υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως από της απόψεως αυτής. Ειδικότερα, πεπλανημένως το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, στη σκέψη 111 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι τα έντυπα (άλμπουμ, βιβλία, αλμανάκ, φυλλάδια, κατάλογοι, ημερολόγια, λιθογραφίες, αφίσες, τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16), τα οποία προσδιορίζονται από το εν λόγω σήμα, ήταν δυνατό να επιφέρουν, «λόγω του περιεχομένου τους», κίνδυνο συγχύσεως με την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole. Συγκεκριμένα, δεν προκύπτει με ποιον τρόπο τα προσδιοριζόμενα από το σήμα αυτό «έντυπα», ανεξαρτήτως της φύσεως και του περιεχομένου τους, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν την εντύπωση στο ενδιαφερόμενο κοινό ότι έχουν την ίδια εμπορική προέλευση με τα είδη μαχαιροποιίας και με τα κουβέρ τα οποία διαθέτει στο εμπόριο η παρεμβαίνουσα, πλην της περιπτώσεως τα έντυπα αυτά να αφορούν ειδικώς τα προϊόντα της παρεμβαίνουσας. Μια τέτοια, όμως, ειδική και εξαιρετική υποθετική περίπτωση δεν μπορεί να θεμελιώσει κίνδυνο συγχύσεως για ολόκληρη την κατηγορία των προϊόντων. Άλλως, ο προσδιορισμός των «εντύπων» από σήμα το οποίο εμφανίζει ομοιότητες με άλλο θα έπρεπε να θεωρηθεί ως ενέχων κίνδυνο συγχύσεως σε σχέση με οποιοδήποτε προσδιοριζόμενο από αυτό το άλλο σήμα προϊόν.

166    Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτός ο μοναδικός λόγος ακυρώσεως και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση στο μέτρο που το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε κίνδυνο συγχύσεως μεταξύ της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole και του σήματος LAGUIOLE, για προϊόντα άλλα από τα προϊόντα «χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός· κουτάλια· κατσαβίδια, ξυράφια, λεπίδες ξυραφιών· σετ ξυρίσματος· λίμες και πένσες παρανυχίδων, νυχοκόπτες· θήκες οργάνων περιποίησης χεριών», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, «χαρτοκόφτες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16, «εκπωματιστήρες· ανοιχτήρια φιαλών» και «βούρτσες ξυρίσματος, σετ τουαλέτας σε τσαντάκι», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, και «κόφτες για πούρα» και «καθαριστήρες πίπας», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 34.

167    Κατά τα λοιπά, η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.

 Επί των δικαστικών εξόδων

168    Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα αν υπάρχει σχετικό αίτημα. Εξάλλου, κατά την παράγραφο 3, πρώτο εδάφιο, του ιδίου άρθρου, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί να κατανείμει τα δικαστικά έξοδα σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων.

169    Εν προκειμένω, το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα έχουν μερικώς ηττηθεί, στο μέτρο που επιβάλλεται η εν μέρει ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, σύμφωνα με σχετικό αίτημα του προσφεύγοντος. Παρά ταύτα, ο προσφεύγων δεν αιτήθηκε την καταδίκη του ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα, αλλά μόνο την καταδίκη της παρεμβαίνουσας.

170    Υπό τις περιστάσεις αυτές, πρέπει να καταδικαστεί η παρεμβαίνουσα στο ένα τέταρτο των δικαστικών εξόδων του προσφεύγοντος, καθώς και στα τρία τέταρτα των εξόδων της. Το δε ΓΕΕΑ καταδικάζεται στο ένα τέταρτο των αντίστοιχων εξόδων της παρεμβαίνουσας και του ΓΕΕΑ και φέρει τα τρία τέταρτα των εξόδων της. Τέλος, το ΓΕΕΑ φέρει τα τρία τέταρτα των εξόδων του.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 1ης Ιουνίου 2011 (υπόθεση R 181/2007‑1) στο μέτρο που κηρύσσει άκυρο το κοινοτικό λεκτικό σήμα LAGUIOLE, για προϊόντα άλλα από τα προϊόντα «χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός· κουτάλια· κατσαβίδια, ξυράφια, λεπίδες ξυραφιών· σετ ξυρίσματος· λίμες και πένσες παρανυχίδων, νυχοκόπτες· θήκες οργάνων περιποίησης χεριών», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, «χαρτοκόφτες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16, «εκπωματιστήρες· ανοιχτήρια φιαλών» και «βούρτσες ξυρίσματος, σετ τουαλέτας σε τσαντάκι», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, και «κόφτες για πούρα» και «καθαριστήρες πίπας», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 34.

2)      Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)      Η Forge de Laguiole SARL φέρει το ένα τέταρτο των δικαστικών εξόδων του προσφεύγοντος, καθώς και τα τρία τέταρτα των εξόδων της.

4)      Ο Gilbert Szajner φέρει το ένα τέταρτο των δικαστικών εξόδων της Forge de Laguiole και το ένα τέταρτο των δικαστικών εξόδων του ΓΕΕΑ, καθώς και τα τρία τέταρτα των εξόδων του.

5)      Το ΓΕΕΑ φέρει τα τρία τέταρτα των δικαστικών εξόδων του.

Kanninen

Pelikánová

Buttigieg

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο, στις 21 Οκτωβρίου 2014.

(υπογραφές)

Περιεχόμενα


Ιστορικό της διαφοράς

Αιτήματα των διαδίκων

Σκεπτικό

1. Επί των εγγράφων που προσκομίσθηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

2. Επί της ουσίας

Ως προς την έκταση της προστασίας που απονέμει η εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole

Ως προς τις δραστηριότητες τις οποίες πράγματι ασκούσε η παρεμβαίνουσα προ της καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του σήματος LAGUIOLE

Ως προς τον κίνδυνο συγχύσεως

Ως προς την ομοιότητα μεταξύ των οικονομικών τομέων που καλύπτονται από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole και από το σήμα LAGUIOLE

– Ως προς τη σχέση μεταξύ των προϊόντων «κατσαβίδια, ξυράφια, λεπίδες ξυραφιών· λίμες και πένσες παρανυχίδων, νυχοκόπτες», καθώς και «θήκες οργάνων περιποίησης χεριών, σετ ξυρίσματος», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8, «χαρτοκόφτες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16, και «βούρτσες ξυρίσματος, σετ τουαλέτας σε τσαντάκι», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, και των δραστηριοτήτων της παρεμβαίνουσας

– Ως προς τα προϊόντα «χειροκίνητα εργαλεία και μηχανήματα χειρός» και «κατσαβίδια», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8

– Ως προς τα «κουτάλια», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 8

– Ως προς τα προϊόντα «είδη κουζίνας και σκεύη από γυαλί, πορσελάνη, και φαγεντιανή· πιατικά όχι από πολύτιμα μέταλλα· εκπωματιστήρες· ανοιχτήρια φιαλών· μεταλλικοί διανομείς χάρτινων πετσετών καθαρισμού· αμμοδοχεία», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 21, και «μικρά σκεύη και δοχεία οικιακής και μαγειρικής χρήσης από πολύτιμα μέταλλα· επιτραπέζια σκεύη από πολύτιμα μέταλλα», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14

– Ως προς τα προϊόντα «κράματα πολύτιμων μετάλλων», «πολύτιμοι λίθοι» και «κουτιά, κηροπήγια», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14

– Ως προς τα προϊόντα «δέρμα και απομιμήσεις δέρματος» και «μπαούλα, βαλιτσάκια, βαλίτσες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 18, καθώς και «κουτιά»

– Ως προς τα προϊόντα «σχολικά είδη· μολύβια, μηχανικά μολύβια, γομολάστιχες· φάκελοι· κλασέρ· άλμπουμ, βιβλία, ημερολόγια (αλμανάκ), φυλλάδια, τετράδια, κατάλογοι· ημερολόγια, λιθογραφίες, αφίσες», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 16

– Ως προς διάφορα προϊόντα τα οποία χαρακτηρίζονται ως «είδη δώρου», τα οποία εμπίπτουν στις κλάσεις 14, 18 και 20

– Ως προς τα προϊόντα «γάντια γκολφ» και «αθλητικά είδη», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 28, τα προϊόντα «θήκες πούρων», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 14, και τα προϊόντα «σπίρτα, αναπτήρες για καπνιστές· θήκες για πούρα και για τσιγάρα όχι από πολύτιμα μέταλλα· κόφτες για πούρα· πίπες· καθαριστήρες πίπας», τα οποία εμπίπτουν στην κλάση 34

– Ως προς τις εμπίπτουσες στην κλάση 38 υπηρεσίες

– Συμπέρασμα ως προς την ομοιότητα μεταξύ των καλυπτόμενων από την εταιρική επωνυμία Forge de Laguiole και των καλυπτόμενων από το σήμα LAGUIOLE οικονομικών τομέων

Ως προς την ομοιότητα των αντιπαρατιθέμενων σημάτων

Ως προς τον έντονο διακριτικό χαρακτήρα της εταιρικής επωνυμίας Forge de Laguiole που απορρέει από τη γνώση του κοινού

Συμπέρασμα ως προς τον κίνδυνο συγχύσεως

Επί των δικαστικών εξόδων


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.