Language of document : ECLI:EU:T:2016:389

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 5ης Ιουλίου 2016 (*)

«Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία για την κήρυξη ακυρότητας – Λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης MACCOFFEE – Προγενέστερο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης McDONALD’S – Άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 – Οικογένεια σημάτων – Αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή από τη φήμη του προγενέστερου σήματος – Κήρυξη ακυρότητας»

Στην υπόθεση T‑518/13,

Future Enterprises Pte Ltd, με έδρα τη Σιγκαπούρη (Σιγκαπούρη), εκπροσωπούμενη αρχικώς από τους B. Hitchens, J. Olsen, την R. Sharma και τον M. Henshall, solicitors, και τον R. Tritton, barrister, στη συνέχεια δε από τους B. Hitchens, J. Olsen, R. Tritton και την E. Hughes-Jones, solicitor,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), εκπροσωπούμενου από τον L. Rampini,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

McDonald’s International Property Co. Ltd, με έδρα το Wilmington, Delaware (Ηνωμένες Πολιτείες), εκπροσωπούμενη από τον C. Eckhartt, δικηγόρο,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 13ης Ιουνίου 2013 (υπόθεση R 1178/2012-1), σχετικά με διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας σήματος μεταξύ της McDonald’s International Property Co. και της Future Enterprises,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους H. Kanninen, πρόεδρο, I. Pelikánová (εισηγήτρια) και E. Buttigieg, δικαστές,

γραμματέας: A. Lamote, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη το δικόγραφο της προσφυγής που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 23 Σεπτεμβρίου 2013,

έχοντας υπόψη τα υπομνήματα αντικρούσεως του EUIPO και της παρεμβαίνουσας τα οποία κατατέθηκαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 22 Ιανουαρίου 2014,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα απαντήσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 1 Ιουλίου 2014,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα ανταπαντήσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 24 Νοεμβρίου 2014,

κατόπιν της συνεδριάσεως της 2ας Φεβρουαρίου 2016,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 13 Οκτωβρίου 2008 η προσφεύγουσα, Future Enterprises Pte Ltd, υπέβαλε στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) αίτηση καταχωρίσεως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δυνάμει του κανονισμού (EK) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί [αντικατασταθεί από τον κανονισμό (EK) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1)].

2        Το σήμα, του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση, είναι το λεκτικό σημείο MACCOFFEE.

3        Τα προϊόντα για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση του σήματος εμπίπτουν στις κλάσεις 29, 30 και 32 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, για καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 29: «Κρέατα, ψάρια, πουλερικά και κυνήγι· εκχυλίσματα κρέατος· φρούτα και λαχανικά διατηρημένα (κονσέρβες), κατεψυγμένα, αποξηραμένα και μαγειρεμένα· ζελέ, μαρμελάδες, κομπόστες (σάλτσες από φρούτα)· αυγά, γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα· έλαια και λίπη βρώσιμα· προϊόντα γάλακτος· κρέμα γάλακτος (ανθόγαλα) [γαλακτοκομικό προϊόν]· χτυπημένη κρέμα γάλακτος (σαντιγύ)· παρασκευάσματα για χρήση σε ροφήματα με κρέμα (με βάση γαλακτοκομικά προϊόντα)· πουτίγκες από γαλακτοκομικά προϊόντα· γιαούρτι· τρόφιμα με τη μορφή μικρογευμάτων (σνακ)· ελαφρά γεύματα (σνακ) με βάση φρούτα· ελαφρά γεύματα (σνακ) με βάση την πατάτα· τραγανά πατατάκια με τη μορφή μικρογευμάτων· ροφήματα από ή που περιέχουν γάλα· μιλκ-σέικ»·

–        κλάση 30: «Καφές, τσάϊ, κακάο, ζάχαρη, ρύζι, ταπιόκα, σάγο (αλεύρι κολλαρίσματος), υποκατάστατα καφέ· άλευρα και παρασκευάσματα από δημητριακά, άρτος, γλυκά και ζαχαρώδη, παγωτά· μέλι, σιρόπι μελάσσας· μαγιά, μπέϊκιν πάουντερ· αλάτι, μουστάρδα· ξίδι, σάλτσες (καρυκεύματα)· μπαχαρικά· πάγος· βουτήματα· δημητριακά προγεύματος· κατεψυγμένα προϊόντα ζαχαροπλαστικής· κράκερ· παγωμένο γιαούρτι· κρέμες - παγωτά· αλμυρά μπισκότα· ζαχαρώδη ξύσματα· ζαχαρώδη· καραμέλες· σνακ σε μορφή ράβδων με γλυκιά γεύση· καραμέλες μέντας· σοκολάτα· ζαχαρώδη με βάση τη σοκολάτα· κέικ· μικρά κέικ αγγλικού τύπου (μάφιν)· ποπκόρν· μικρογεύματα με βάση δημητριακά· έτοιμα αλμυρά είδη διατροφής με τη μορφή μικρογευμάτων (σνακ)· ξέσματα (τσιπς) καλαμποκιού· τορτίγια· προϊόντα ζαχαροπλαστικής· άρτος· σάντουιτς με γέμιση· περιτυλιγμένα προϊόντα (σάντουιτς)· φρυγανισμένα σάντουιτς· πουτίγκες επιδορπίου· στιγμιαίος καφές· μίγματα στιγμιαίου καφέ· κόκκοι καφέ·καφές σε αλεσμένη μορφή· παγωμένος καφές· ροφήματα καφέ με γάλα· ροφήματα κακάο με γάλα, ροφήματα με βάση τη σοκολάτα, καφές και ροφήματα με βάση τον καφέ, κακάο και ροφήματα με βάση το κακάο· ποτά με βάση από τσάι· τσάι, συγκεκριμένα τσάι από τζίνσενγκ, μαύρο τσάι, τσάι Κεϋλάνης, τσάι από κριθάρι και τσάι από φύλλα κριθαριού· τσάι με γεύση φρούτων· τσάι από βότανα (μη προοριζόμενο για φαρμακευτική χρήση)· παγωμένο τσάι»·

–        κλάση 32: «Ζύθος· ύδατα μεταλλικά και αεριούχα και άλλα ποτά μη οινοπνευματώδη· ποτά και χυμοί φρούτων· σιρόπια και άλλα παρασκευάσματα για ποτά· αναψυκτικά με βάση φρούτα και γεύση τσαγιού ή καφέ (μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις)·μη οινοπνευματώδη ροφήματα με γεύση τσαγιού ή καφέ (μη περιλαμβανόμενα σε άλλες κλάσεις)».

4        Η αίτηση καταχωρίσεως του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημοσιεύθηκε στο Δελτίο κοινοτικών σημάτων αριθ. 1/2009, της 12ης Ιανουαρίου 2009, και το λεκτικό σημείο MACCOFFEE καταχωρίστηκε ως σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 29 Ιανουαρίου 2010, με αριθμό 7307382, για όλα τα προϊόντα που αναφέρονται ανωτέρω, στη σκέψη 3.

5        Στις 13 Αυγούστου 2010, η παρεμβαίνουσα, McDonald’s International Property Co. Ltd, υπέβαλε αίτηση κηρύξεως ακυρότητας του επίμαχου σήματος για το σύνολο των προϊόντων για τα οποία είχε καταχωρισθεί.

6        Η αίτηση κηρύξεως ακυρότητας στηριζόταν στα ακόλουθα προγενέστερα σήματα:

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης McDONALD’S, το οποίο κατατέθηκε στις 1 Απριλίου 1996 και καταχωρίστηκε στις 16 Ιουλίου 1999, με τον αριθμό 62497, για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που υπάγονται στις κλάσεις 29, 30, 32 και 42·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης McFISH, το οποίο κατατέθηκε στις 18 Απριλίου 2006 και καταχωρίστηκε στις 20 Ιουλίου 2007, με τον αριθμό 5056429, για τα προϊόντα που υπάγονται στις κλάσεις 29 και 30·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης McTOAST, το οποίο κατατέθηκε στις 24 Οκτωβρίου 2005 και καταχωρίστηκε στις 20 Απριλίου 2007, με τον αριθμό 4699054, για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που υπάγονται στις κλάσεις 29, 30 και 43·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής McMUFFIN, το οποίο κατατέθηκε στις 27 Ιουλίου 2005 και καταχωρίστηκε στις 7 Αυγούστου 2006, με τον αριθμό 4562419, για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που υπάγονται στις κλάσεις 29, 30 και 43·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης McRIB, το οποίο κατατέθηκε στις 19 Νοεμβρίου 1999 και καταχωρίστηκε στις 11 Ιουνίου 2001, με τον αριθμό 1391663, για τα προϊόντα που υπάγονται στις κλάσεις 29 και 30·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης McFLURRY, το οποίο κατατέθηκε στις 30 Ιουνίου 1998 και καταχωρίστηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 1999, με τον αριθμό 864694, για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 29·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης CHICKEN McNUGGETS, το οποίο κατατέθηκε στις 1 Απριλίου 1996 και καταχωρίστηκε στις 4 Αυγούστου 1998, με τον αριθμό 16196, για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 29·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης McCHICKEN, το οποίο κατατέθηκε στις 1 Απριλίου 1996 και καταχωρίστηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1998, με τον αριθμό 16188, για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 30·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης EGG McMUFFIN, το οποίο κατατέθηκε στις 1 Απριλίου 1996 και καταχωρίστηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1997, με τον αριθμό 15966, για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 30·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης McFEAST, το οποίο κατατέθηκε στις 1 Απριλίου 1996 και καταχωρίστηκε στις 27 Οκτωβρίου 1999, με τον αριθμό 15941, για τα προϊόντα που υπάγονται στην κλάση 30·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης BIG MAC, το οποίο κατατέθηκε στις 1 Απριλίου 1996 και καταχωρίστηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1998, με τον αριθμό 62638, για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που υπάγονται στις κλάσεις 29, 30 και 42·

–        στο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης PITAMAC, το οποίο κατατέθηκε στις 1 Φεβρουαρίου 2005 και καταχωρίστηκε στις 11 Απριλίου 2006, με τον αριθμό 4264818, για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που υπάγονται στις κλάσεις 29, 30 και 42·

–        και στο γερμανικό σήμα McDonald’s, παγκοίνως γνωστό, για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που υπάγονται στις κλάσεις 29, 30, 32 και 43.

7        Οι λόγοι που προέβαλε η παρεμβαίνουσα για την κήρυξη της ακυρότητας ήταν οι διαλαμβανόμενοι στο άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχεία αʹκαι βʹ, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, και παράγραφος 5, του αυτού κανονισμού.

8        Κατόπιν αιτήματος της προσφεύγουσας, δικαιούχου του επίμαχου σήματος, η παρεμβαίνουσα κλήθηκε να αποδείξει την ουσιαστική χρήση των προγενεστέρων σημάτων στα οποία στήριζε την αίτησή της, συμφώνως προς το άρθρο 57, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 207/2009.

9        Με απόφαση της 27ης Απριλίου 2012, το τμήμα ακυρώσεων κήρυξε το επίμαχο σήμα ανίσχυρο στο σύνολό του, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 5, του αυτού κανονισμού, στηριζόμενο αποκλειστικά στο προγενέστερο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης McDONALD’S, που καταχωρίστηκε με τον αριθμό 62497, λόγω του ότι, λαμβανομένης υπόψη της μακρόχρονης φήμης που έχει αποκτήσει το σήμα McDONALD’S και του συσχετισμού, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, του εν λόγω σήματος με το επίμαχο σήμα, υπήρχε σοβαρός κίνδυνος η χρησιμοποίηση του επίμαχου σήματος, χωρίς εύλογη αιτία, να προσπορίσει στον χρησιμοποιούντα αυτό αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματος McDONALD’S.

10      Στις 26 Ιουνίου 2012, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή ενώπιον του EUIPO κατά της αποφάσεως του τμήματος ακυρώσεων, βάσει των άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009.

11      Με απόφαση της 13ης Ιουνίου 2013 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πρώτο τμήμα προσφυγών του EUIPO απέρριψε στο σύνολό της την προσφυγή της προσφεύγουσας, δεχόμενο, κατ’ ουσίαν, την επιχειρηματολογία του τμήματος ακυρώσεων, σύμφωνα με την οποία πληρούντο, εν προκειμένω, όλες οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009. Διαπίστωσε, συναφώς, ότι το σήμα McDONALD’S έχαιρε σημαντικής φήμης για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως. Βάσει των παραγόντων που είναι κρίσιμοι προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον το ενδιαφερόμενο κοινό, ήτοι το ευρύ κοινό εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο προσέφευγε επίσης στις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως που παρείχε η παρεμβαίνουσα, μπορούσε να συνδέσει τα αντιπαρατιθέμενα σήματα, το τμήμα προσφυγών επισήμανε, πρώτον, ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα ήταν παρόμοια, δεύτερον, ότι η σημαντική φήμη που είχε αποκτήσει το σήμα McDONALD’S εκτεινόταν και στον συνδυασμό του προθέματος «mc» με το όνομα ενός στοιχείου του καταλόγου ή ενός τροφίμου, τρίτον, ότι η παρεμβαίνουσα ήταν δικαιούχος μιας οικογενείας σημάτων που συνδύαζε το πρόθεμα «mc» με το όνομα ενός στοιχείου του καταλόγου ή ενός τροφίμου (στο εξής: οικογένεια σημάτων «Mc»), τέταρτον, ότι το επίμαχο σήμα αναπαρήγε τη δομή που ήταν κοινή στην οικογένεια σημάτων «Mc» και, πέμπτον, ότι οι υπηρεσίες και τα προϊόντα που προσδιορίζονταν από τα αντιπαρατιθέμενα σήματα εμφάνιζαν ορισμένο βαθμό ομοιότητας, λόγω των στενών σχέσεων που υπήρχαν μεταξύ τους. Κατόπιν εκτιμήσεως όλων αυτών των παραγόντων, το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο κοινό μπορούσε νοητικά να συνδέσει τα αντιπαρατιθέμενα σήματα και μάλιστα, κατά μεγάλο μέρος, να συσχετίσει το επίμαχο σήμα με την οικογένεια σημάτων «Mc». Ένας τέτοιος όμως συσχετισμός στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού μπορούσε, κατά την άποψη του τμήματος προσφυγών, να συνεπάγεται συνειρμική μεταφορά της εικόνας του σήματος McDONALD’S ή απόδοση των χαρακτηριστικών που συνδέονται με αυτό στα προϊόντα που προσδιορίζει το επίμαχο σήμα, με αποτέλεσμα να είναι σφόδρα πιθανό ότι η προσφεύγουσα αντλούσε αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματος McDONALD’S. Τέλος, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε ότι η χρησιμοποίηση του επίμαχου σήματος στερείτο ευλόγου αιτίας.

 Αιτήματα των διαδίκων

12      Η προσφεύγουσα ζητεί, κατ’ ουσίαν, από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα.

13      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

 Προκαταρκτικές παρατηρήσεις ως προς το νομικό πλαίσιο και το αντικείμενο της διαφοράς

14      Δυνάμει του άρθρου 53, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, ένα σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κηρύσσεται άκυρο μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο EUIPO, μεταξύ άλλων, όταν υφίσταται προγενέστερο σήμα, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού, ήτοι σήμα το οποίο έχει κατατεθεί πριν από το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης του οποίου ζητείται η ακύρωση, και πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 8, παράγραφος 5, του αυτού κανονισμού. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι η ακύρωση σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να ζητηθεί ακόμη και σε περίπτωση που το εν λόγω σήμα έχει καταχωριστεί για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν ομοιάζουν με εκείνα για τα οποία έχει καταχωριστεί το προγενέστερο σήμα.

15      Η διευρυμένη προστασία την οποία παρέχει, με τον τρόπο αυτό, στο προγενέστερο σήμα το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 προϋποθέτει τη συνδρομή πλειόνων προϋποθέσεων. Πρώτον, το προγενέστερο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να έχει κατατεθεί πριν το σήμα του οποίου ζητήθηκε η ακύρωση και πρέπει να έχει καταχωριστεί. Δεύτερον, το προγενέστερο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το σήμα του οποίου ζητήθηκε η ακύρωση πρέπει να ταυτίζονται ή να είναι όμοια. Τρίτον, το προγενέστερο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να χαίρει φήμης εντός της Ένωσης. Τέταρτον, πρέπει η χωρίς εύλογη αιτία χρήση του σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του οποίου ζητήθηκε η ακύρωση, να συνεπάγεται κίνδυνο αποκομίσεως αθεμίτου οφέλους από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή να κινδυνεύει να αποβεί επιζήμια για τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του τελευταίου αυτού σήματος. Δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις αυτές είναι σωρευτικές, η έλλειψη μιας εξ αυτών αρκεί για να εμποδίσει την εφαρμογή του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 [βλ. απόφαση της 6ης Ιουλίου 2012, Jackson International κατά ΓΕΕΑ – Royal Shakespeare (ROYAL SHAKESPEARE), T‑60/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:348, σκέψη 18 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

16      Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί ούτε ότι το σήμα McDONALD’S είχε κατατεθεί πριν το επίμαχο σήμα, την 1η Απριλίου 1996, και καταχωρισθεί στις 16 Ιουλίου 1999 (βλ. σκέψη 6 ανωτέρω), ούτε ότι το σήμα McDONALD’S χαίρει, εντός της Ένωσης, σημαντικής φήμης για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως, με αποτέλεσμα να μην αποτελεί αντικείμενο της διαφοράς κατά πόσον πληρούνται οι αναφερόμενες ανωτέρω, στη σκέψη 15, πρώτη και τρίτη προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009.

17      Αντιθέτως, η προσφεύγουσα αμφισβητεί ορισμένες εκτιμήσεις που οδήγησαν το τμήμα προσφυγών να διαπιστώσει, με την προσβαλλόμενη απόφαση, ότι υφίστατο ορισμένος βαθμός ομοιότητας μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων. Κατά την άποψη του τμήματος προσφυγών, λόγω αυτής της ομοιότητας, της υπάρξεως της οικογένειας σημάτων «Mc», του γεγονότος ότι το πρόθεμα «mc» έχει αποκτήσει δικό του διακριτικό χαρακτήρα, της σημαντικής φήμης της οποίας χαίρει το σήμα McDONALD’S, η οποία εκτείνεται στο πρόθεμα «mc», χρησιμοποιούμενο σε συνδυασμό με το όνομα ενός στοιχείου του καταλόγου ή ενός τροφίμου, και ορισμένου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των προϊόντων και των υπηρεσιών που προσδιορίζουν τα αντιπαρατιθέμενα σήματα, οφειλόμενης στις υφιστάμενες μεταξύ τους στενές σχέσεις, θα μπορούσαν, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, να συσχετισθούν τα αντιπαρατιθέμενα σήματα. Κατά συνέπεια, είναι σφόδρα πιθανόν η άνευ ευλόγου αιτίας χρήση του επίμαχου σήματος να προσπορίζει αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματος McDONALD’S. Επομένως, το αντικείμενο της διαφοράς περιορίζεται στο ζήτημα κατά πόσον το τμήμα προσφυγών ορθώς επικύρωσε, με την προσβαλλόμενη απόφαση, τις εκτιμήσεις του τμήματος ακυρώσεων, σύμφωνα με τις οποίες πληρούνταν εν προκειμένω η δεύτερη και η τέταρτη προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009, οι οποίες μνημονεύονται ανωτέρω, στη σκέψη 15.

 Επί της υπάρξεως ορισμένου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων

18      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών, καταλήγοντας, με την προσβαλλόμενη απόφαση, στο συμπέρασμα ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα εμφάνιζαν, συνολικώς, ορισμένου βαθμού ομοιότητα, υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως. Υποστηρίζει ότι, κατά τη νομολογία, εν προκειμένω πρέπει να προέχει η οπτική ομοιότητα, καθόσον η επιλογή των τροφίμων και των ποτών χωρεί, πρωτίστως, οπτικώς. Ωστόσο, κατά την άποψή της, τα αντιπαρατιθέμενα σήματα είναι πολύ διαφορετικά από οπτικής απόψεως και κακώς το τμήμα προσφυγών εκτίμησε ότι τα στοιχεία «mac» και «mc» ήταν οπτικώς όμοια. Υποστηρίζει επίσης ότι, από φωνητικής απόψεως, τα αντιπαρατιθέμενα σήματα είναι πολύ διαφορετικά. Τα προθέματα «mac» και «mc» δεν προφέρονται με τον ίδιο τρόπο. Στην αγγλική γλώσσα, λόγω της διπλής χρησιμοποιήσεως του γράμματος «c», το επίμαχο σήμα προφέρεται «mac coffi», ενώ το σήμα McDONALD’S προφέρεται «me don alds» και, όπως προκύπτει από την αγγλική νομολογία που έχει επισυναφθεί στη δικογραφία, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, ο τονισμός γίνεται στη δεύτερη συλλαβή «don», πράγμα που συνεπάγεται ότι το στοιχείο «mc» αποτελεί, από φωνητικής απόψεως, δευτερεύον στοιχείο του εν λόγω σήματος. Από εννοιολογική άποψη, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το σήμα McDONALD’S γίνεται αντιληπτό ως επώνυμο, ενώ το επίμαχο σήμα, μολονότι περιέχει το στοιχείο «mac», που αποτελεί επίσης σύνηθες πρόθεμα των επωνύμων γαελικής (σκωτσέζικης και ιρλανδικής) προελεύσεως, δεν γίνεται στο σύνολό του αντιληπτό ως τέτοιο επώνυμο, καθόσον το εν λόγω στοιχείο συνδυάζεται με τον όρο «coffee», ο οποίος γίνεται αντιληπτός ως προσδιορίζων τον καφέ, ήτοι ένα αρωματικό, ζεστό ρόφημα. Σε αυτό το πλαίσιο, το στοιχείο «mac» του επίμαχου σήματος γίνεται, κατά πάσα πιθανότητα, αντιληπτό ως παραπέμπον σε όρο της αμερικανικής αργκό με τον οποίο προσφωνείται φιλικά ένας ξένος, όπως στην έκφραση «Hey Mac, you want a coffee?» (Έ, φίλε, θέλεις έναν καφέ;). Ελλείψει οποιασδήποτε ομοιότητας μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων, η προσφεύγουσα εκτιμά ότι το τμήμα προσφυγών έπρεπε να απορρίψει την αίτηση κηρύξεως ακυρότητας και επισημαίνει ότι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα εν λόγω σήματα παρουσίαζαν μια αμυδρή ομοιότητα, αυτό δεν θα επέτρεπε, λαμβανομένης υπόψη της πρακτικής του EUIPO, τη συναγωγή του συμπεράσματος ότι, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, αυτά συνδέονται.

19      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας και ζητούν την απόρριψη των αιτιάσεων που αυτή προβάλλει, λόγω του ότι το τμήμα προσφυγών, καταλήγοντας, με την προσβαλλόμενη απόφαση, στο συμπέρασμα ότι υφίσταται ορισμένου βαθμού συνολική ομοιότητα μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων, δεν υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως.

20      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι η προστασία που παρέχει το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 δεν εξαρτάται από τη διαπίστωση τόσο μεγάλης ομοιότητας μεταξύ των επίμαχων σημάτων ώστε να υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ τους στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού. Αρκεί ο βαθμός ομοιότητας μεταξύ των εν λόγω σημάτων να έχει ως αποτέλεσμα τον συσχετισμό τους εκ μέρους του ενδιαφερομένου κοινού [βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 16ης Μαΐου 2007, La Perla κατά ΓΕΕΑ – Worldgem Brands (NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC), T‑137/05, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:142, σκέψη 34 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 16ης Δεκεμβρίου 2010, Rubinstein κατά ΓΕΕΑ – Allergan (BOTOLIST), T‑345/08 και T‑357/08, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2010:529, σκέψη 65 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

21      Η ύπαρξη ενός τέτοιου βαθμού ομοιότητας πρέπει, όπως και η ύπαρξη βαθμού ομοιότητας κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1,στοιχείο βʹ, του κανονισμού 207/2009, να εκτιμάται συνολικώς, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση. Κατά συνέπεια, η εν λόγω σφαιρική εκτίμηση πρέπει, όσον αφορά την οπτική, φωνητική ή εννοιολογική ομοιότητα των εξεταζομένων σημάτων, να στηρίζεται στη συνολική εντύπωση που αυτά δημιουργούν, λαμβανομένων, ιδίως, υπόψη των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων τους (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 16ης Μαΐου 2007, NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC, T‑137/05, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:142, σκέψη 35 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

22      Στην υπό κρίση υπόθεση δεν αμφισβητείται η έλλειψη κινδύνου συγχύσεως μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων. Κατά συνέπεια, η διαφορά περιορίζεται στο ζήτημα κατά πόσον οι εκτιμήσεις στις οποίες προέβη, με την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών επιτρέπουν τη διαπίστωση ότι πληρούται η τιθέμενη με το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 προϋπόθεση περί υπάρξεως ενός ελάχιστου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των εξεταζομένων σημάτων.

23      Όσον αφορά, κατ’ αρχάς, την οπτική ομοιότητα των αντιπαρατιθεμένων σημάτων, πρέπει να επισημανθεί ότι τα εν λόγω σήματα είναι λεκτικά σήματα.

24      Όπως ορθώς επισημαίνει η προσφεύγουσα, τα αντιπαρατιθέμενα σήματα παρουσιάζουν, από οπτικής απόψεως, μεγάλες διαφορές, καθόσον, ενώ το σήμα McDONALD’S αποτελείται από εννέα γράμματα και ένα τυπογραφικό στοιχείο και το επίμαχο σήμα αποτελείται από εννέα γράμματα, τα δύο σήματα δεν έχουν κοινά παρά τέσσερα γράμματα, ήτοι τα γράμματα «m», «c», «o» και «a», εκ των οποίων τρία δεν κατέχουν την ίδια θέση στα αντιπαρατιθέμενα σήματα. Βεβαίως, αμφότερα τα εν λόγω σήματα αρχίζουν με το γράμμα «m» και τα γράμματά τους «c» και «o» κατέχουν, αντιστοίχως, τη δεύτερη και τέταρτη θέση στο σήμα McDONALD’S και την τρίτη και πέμπτη θέση στο επίμαχο σήμα. Εκτός αυτού, τα γράμματα «m» και «c» βρίσκονται στο αρχικό τμήμα των αντιπαρατιθεμένων σημάτων, ήτοι στα στοιχεία «mac» και «mc». Εξάλλου, δεν θα μπορούσε να συναχθεί ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα είναι ανόμοια λόγω της χρησιμοποιήσεως πεζών ή κεφαλαίων χαρακτήρων, διότι το γεγονός αυτό δεν ασκεί επιρροή, καθόσον η προστασία που απορρέει από την καταχώριση λεκτικού σήματος αφορά τη λέξη που δηλώνεται με την αίτηση καταχωρίσεως και όχι τις ιδιαίτερες γραφιστικές ή στιλιστικές μορφές που ενδέχεται να λάβει το εν λόγω σήμα [βλ. απόφαση της 29ης Απριλίου 2015, Chair Entertainment Group κατά ΓΕΕΑ – Libelle (SHADOW COMPLEX), T‑717/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:242, σκέψη 50 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Εντούτοις, οι διαπιστώσεις αυτές δεν αρκούν για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα παρουσιάζουν, έστω μικρού βαθμού, οπτική ομοιότητα.

25      Κατά συνέπεια, ορθώς η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το συμπέρασμα περί μικρού βαθμού οπτικής ομοιότητας των αντιπαρατιθεμένων σημάτων, στο οποίο κατέληξε το τμήμα προσφυγών με το σημείο 38 της προσβαλλομένης αποφάσεως, είναι εσφαλμένο.

26      Όσον αφορά, περαιτέρω, τη φωνητική ομοιότητα των αντιπαρατιθεμένων σημάτων, πρέπει να επικυρωθεί η εκτίμηση στην οποία προέβη, με το σημείο 39 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών και σύμφωνα με την οποία τα αρχικά τμήματα των εν λόγω σημάτων, ήτοι τα στοιχεία «mac» και «mc», προφέρονται αμφότερα «mak» ή «mac», ενώ το γράμμα «a» είναι «άφωνο» φωνήεν ή φωνήεν που ψιθυρίζεται και προφέρεται όπως στην αγγλική λέξη «ago», τουλάχιστον από ένα τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού. Βεβαίως, ορισμένα στοιχεία, τα οποία έχουν προσκομισθεί στη δικογραφία στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, είναι δυνατόν να δημιουργήσουν αμφιβολίες ως προς τη βασιμότητα της εκτιμήσεως στην οποία προέβη, κατά τα προεκτεθέντα, το τμήμα προσφυγών, κάνοντας προδήλως αναφορά στο αγγλόφωνο τμήμα του εν λόγω κοινού. Συγκεκριμένα, από τη δεύτερη περίοδο του σημείου 44 της αποφάσεως του High Court of Justice (England & Wales), Chancery Division [Ανώτερο δικαστήριο (Αγγλία και Ουαλία) τμήμα εμπορικού δικαίου και δικαίου του ανταγωνισμού, Ηνωμένο Βασίλειο], της 27ης Νοεμβρίου 2001, επί της υποθέσεως Frank Yu Kwan Yuen κατά McDonald’s, που προσκομίστηκε από την προσφεύγουσα, προκύπτει ότι «η πρώτη συλλαβή του McCHINA […] προφέρεται ελαφρώς διαφορετικά από το MAC». Συνεπώς, φαίνεται ότι το σύνολο ή τμήμα του αγγλόφωνου ενδιαφερόμενου κοινού θα μπορούσε να προφέρει κατά τρόπο ελαφρώς διαφορετικό το αρχικό τμήμα των αντιπαρατιθεμένων σημάτων. Εντούτοις, ένα τέτοιο σφάλμα, ακόμη και αν υποτεθεί ότι υφίσταται, δεν θα επηρέαζε τη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως, καθόσον, όπως ορθώς επισημαίνει το EUIPO, το τμήμα του εν λόγω κοινού που αντιλαμβάνεται τα προθέματα «mc» και «mac» ως προθέματα γαελικών επωνύμων τα προφέρει κατά πανομοιότυπο τρόπο. Τα εν λόγω προθέματα προφέρονται παραδοσιακά κατά τον ίδιο τρόπο, ήτοι «mac» [βλ., συναφώς, αποφάσεις της 5ης Ιουλίου 2012, Comercial Losan κατά ΓΕΕΑ – McDonald’s International Property (Mc. Baby), T‑466/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:346, σκέψεις 37 και 41, και της 26ης Μαρτίου 2015, Emsibeth κατά ΓΕΕΑ – Peek & Cloppenburg (Nael), T‑596/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:193, σκέψεις 48 και 50].

27      Εξάλλου, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το σύνολο ή ένα τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού προφέρει πλήρως το φωνήεν «a», που περιλαμβάνεται στο αρχικό τμήμα του επίμαχου σήματος, ενώ ψιθυρίζει το φωνήεν που περιλαμβάνεται στο αρχικό τμήμα του σήματος McDONALD’S, παρ’ όλ' αυτά η προφορά των αρχικών τμημάτων των αντιπαρατιθεμένων σημάτων παραμένει σε μεγάλο βαθμό όμοια. Βεβαίως, τα τελικά τμήματα των εν λόγω σημάτων, ήτοι τα στοιχεία «donald’s» και «coffee», είναι διαφορετικά από φωνητικής απόψεως, καθόσον το γεγονός και μόνον ότι ένα από τα γράμματα που τα απαρτίζουν, ήτοι το γράμμα «o», προφέρεται με τον ίδιο τρόπο είναι, συναφώς, αμελητέο. Εντούτοις, οι εν λόγω διαφορές δεν αναιρούν την ύπαρξη κάποιας συνολικής φωνητικής ομοιότητας μεταξύ των εν λόγω σημάτων, η οποία απορρέει από την πανομοιότυπη ή, τουλάχιστον, σε μεγάλο βαθμό όμοια προφορά, εκ μέρους του ενδιαφερομένου κοινού, του αρχικού τμήματος των σημάτων, ήτοι των στοιχείων «mac» και «mc».

28      Επομένως, ορθώς το τμήμα προσφυγών κατέληξε, με το σημείο 41 της προσβαλλομένης αποφάσεως, στο συμπέρασμα ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα ήταν, σε ορισμένο βαθμό, όμοια από φωνητικής απόψεως.

29      Όσον αφορά την εννοιολογική ομοιότητα των αντιπαρατιθεμένων σημάτων, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά τη νομολογία, τα σήματα παρουσιάζουν αρκετή ομοιότητα, εφόσον εκφράζουν την ίδια ιδέα [βλ., συναφώς, αποφάσεις της 16ης Μαΐου 2007, Merant κατά ΓΕΕΑ – Focus Magazin verlag (FOCUS), T‑491/04, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:141, σκέψη 57, και της 11ης Δεκεμβρίου 2008, Tomorrow Focus κατά ΓΕΕΑ – Information Builders (Tomorrow Focus), T‑90/06, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2008:567, σκέψη 35].

30      Εν προκειμένω, πρέπει, κατ’ αρχάς, να επισημανθεί ότι, όπως επισημαίνει το τμήμα προσφυγών με τα σημεία 42 και 66 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τα στοιχεία «mc» και «mac» που περιλαμβάνονται στα αντιπαρατιθέμενα σήματα συσχετίζονται, στην αντίληψη ενός τμήματος του ενδιαφερομένου κοινού, με την ίδια ιδέα, ήτοι με το πρόθεμα γαελικού επωνύμου, το οποίο μάλιστα προσδιορίζεται από το αγγλόφωνο τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού ως σημαίνον «υιός του», ενώ η εν λόγω ιδέα δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο νόημα για το λοιπό ενδιαφερόμενο κοινό (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 5ης Ιουλίου 2012, Mc. Baby, T‑466/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:346, σκέψη 41, και της 26ης Μαρτίου 2015, Nael, T‑596/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:193, σκέψη 41). Όπως ορθώς επισημαίνει το EUIPO, είναι γνωστό στο τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού που γνωρίζει τα προθέματα των γαελικών επωνύμων, ότι αυτά γράφονται αδιακρίτως «mc» ή «mac». Εξάλλου, ορθώς, τουλάχιστον όσον αφορά το αγγλόφωνο τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού, το τμήμα προσφυγών εκτίμησε ότι το τελικό τμήμα του επίμαχου σήματος, ήτοι το στοιχείο «coffee», γινόταν αντιληπτό ως αναφερόμενο σε αρωματικό ρόφημα, που παραδοσιακά σερβίρεται ζεστό και προέρχεται από τους σπόρους του καφεόδενδρου. Το τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού που γνωρίζει τα προθέματα των γαελικών επωνύμων και αντιλαμβάνεται την έννοια της αγγλικής λέξεως «coffee» είναι ικανό να διακρίνει, στο επίμαχο σήμα, τον συνδυασμό των δύο αυτών στοιχείων, και τούτο κατά μείζονα λόγο καθόσον, όπως ορθώς επισημαίνει το EUIPO, ένας τέτοιος συνδυασμός του προθέματος «mac» ή «mc» με λέξη της καθομιλουμένης δεν είναι ασυνήθης (απόφαση της 5ης Ιουλίου 2012, Mc. Baby, T‑466/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:346). Ο συνδυασμός, στο επίμαχο σήμα, ενός όρου που παραπέμπει σε γαελικό επώνυμο και ενός άλλου όρου που παραπέμπει στο όνομα ροφήματος είναι πιο πιθανό ότι γίνεται αντιληπτός από το ενδιαφερόμενο κοινό ως αναφορά σε ρόφημα που παρασκευάζεται από πρόσωπο σκωτσέζικης ή ιρλανδικής καταγωγής παρά, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, ως παραπέμπων σε έκφραση οικειότητας, στο πλαίσιο της οποίας ο όρος «mac» χρησιμοποιείται για τη φιλική προσφώνηση ενός ξένου.

31      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα εμφανίζουν ορισμένου βαθμού εννοιολογική ομοιότητα, καθόσον γίνονται αμφότερα αντιληπτά, τουλάχιστον από ένα τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού, ως αναφερόμενα σε επώνυμο γαελικής προελεύσεως. Κατά συνέπεια, ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε, με το σημείο 42 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα εμφάνιζαν ορισμένου βαθμού εννοιολογική ομοιότητα.

32      Όσον αφορά, τέλος, τη συνολική ομοιότητα που υφίσταται μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων, η οποία είναι επαρκής προκειμένου το ενδιαφερόμενο κοινό να τα συσχετίσει έστω και αν δεν τα συγχέει, πρέπει να υπομνησθεί ότι αυτή πρέπει να προσδιορίζεται, λαμβανομένων υπόψη της οπτικής, φωνητικής και εννοιολογικής ομοιότητας των εν λόγω σημάτων, καθώς και, ενδεχομένως, της εκτιμήσεως της σχετικής σημασίας που πρέπει να αποδοθεί στα διάφορα αυτά στοιχεία, σε συνάρτηση με την κατηγορία των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών και με τις συνθήκες υπό τις οποίες διατέθηκαν στην αγορά (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, όσον αφορά την εκτίμηση της υπάρξεως κινδύνου συγχύσεως, απόφαση της 22ας Ιουνίου 1999, Lloyd Schuhfabrik Meyer, C‑342/97, EU:C:1999:323, σκέψη 27).

33      Εν προκειμένω, τα αντιπαρατιθέμενα σήματα διαφέρουν από οπτικής απόψεως, αλλά εμφανίζουν ορισμένου βαθμού φωνητική και εννοιολογική ομοιότητα, απορρέουσα από τα αντίστοιχα αρχικά τμήματά τους, ήτοι τα στοιχεία «mac» και «mc». Αυτή η φωνητική και εννοιολογική ομοιότητα μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων δεν μπορεί να αγνοηθεί πλήρως επειδή, όπως προβάλλει η προσφεύγουσα, ο τρόπος διαθέσεως των προϊόντων που αφορά το επίμαχο σήμα στην αγορά στηρίζεται σε πρωτίστως οπτική επιλογή. Βεβαίως, από τη νομολογία προκύπτει ότι, όταν τα προϊόντα τα οποία προσδιορίζονται με το σήμα είναι καταναλωτικά αγαθά, τα οποία πωλούνται συνήθως σε καταστήματα αυτοεξυπηρετήσεως, το ενδιαφερόμενο κοινό, κατά την αγορά, αντιλαμβάνεται συνήθως οπτικώς το οικείο σήμα, με αποτέλεσμα η οπτική διάσταση να αποκτά μεγαλύτερη σημασία κατά τη σφαιρική εκτίμηση της ομοιότητας του εν λόγω σήματος με άλλο αντιπαρατιθέμενο σήμα [βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, όσον αφορά την εκτίμηση της υπάρξεως κινδύνου συγχύσεως, αποφάσεις της 23ης Μαΐου 2007, Henkel κατά ΓΕΕΑ – SERCA (COR), T‑342/05, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:152, σκέψη 53 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 13ης Δεκεμβρίου 2007, Cabrera Sánchez κατά ΓΕΕΑ – Industrias Cárnicas Valle (el charcutero artesano), T‑242/06, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:391, σκέψη 80 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία]. Εντούτοις, έστω και αν, σε μια τέτοια περίπτωση, η φωνητική ομοιότητα έχει περιορισμένη σημασία (απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2007, el charcutero artesano, T‑242/06, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:391, σκέψη 81), στο μέτρο που ο καταναλωτής των οικείων προϊόντων δεν θα χρειαστεί συνήθως να προφέρει το σήμα, δεν καθίσταται αμελητέα, αλλά διατηρεί όλη τη σημασία της, καθόσον δεν αποκλείεται, σε ορισμένες περιπτώσεις, να λάβει χώρα προφορική ανακοίνωση σχετικά με τα οικεία προϊόντα και το εν λόγω σήμα πριν διενεργηθεί η αγορά [βλ., συναφώς, αποφάσεις της 23ης Μαΐου 2007, COR, T‑342/05, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2007:152, σκέψη 53, και της 23ης Σεπτεμβρίου 2011, NEC Display Solutions Europe κατά ΓΕΕΑ – C More Entertainment (see more), T‑501/08, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:527, σκέψη 53] ή τα εν λόγω προϊόντα να αποτελέσουν αντικείμενο προφορικής διαφημίσεως, μέσω του ραδιοφώνου ή μέσω άλλων καταναλωτών (απόφαση της 23ης Σεπτεμβρίου 2011, see more, T‑501/08, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:527, σκέψη 53). Ομοίως, καίτοι, σε μια τέτοια περίπτωση, η σημασία της εννοιολογικής ομοιότητας περιορίζεται λόγω του γεγονότος ότι, στα καταστήματα αυτοεξυπηρετήσεως, ο καταναλωτής δαπανά λίγο μόνο χρόνο μεταξύ των διαδοχικών αγορών που πραγματοποιεί και, συχνά, δεν διαβάζει όλες τις ενδείξεις που φέρουν τα διάφορα προϊόντα, αλλά αφήνεται να τον καθοδηγήσει περισσότερο η σφαιρική οπτική εντύπωση που δημιουργούν οι ετικέτες ή οι συσκευασίες τους [απόφαση της 2ας Δεκεμβρίου 2008, Ebro Puleva κατά ΓΕΕΑ – Berenguel (BRILLO’S), T‑275/07, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2008:545, σκέψη 24], εντούτοις δεν καθίσταται αμελητέα, ιδίως σε περίπτωση που τα αντιπαρατιθέμενα σήματα είναι λεκτικά σήματα.

34      Ωστόσο, εάν ληφθούν υπόψη η φωνητική και η εννοιολογική διάσταση, συνάγεται το συμπέρασμα ότι, έστω και αν τα αντιπαρατιθέμενα σήματα διαφέρουν από οπτικής απόψεως και εμφανίζουν επίσης διαφορές από εννοιολογικής και φωνητικής απόψεως, λόγω του διαφορετικού τελικού τμήματός τους, εντούτοις εμφανίζουν ορισμένο βαθμό συνολικής ομοιότητας, λόγω της εννοιολογικής και φωνητικής ομοιότητας του αντίστοιχου αρχικού τμήματός τους, ήτοι των στοιχείων «mc» και «mac».

35      Κατά συνέπεια, έστω και αν το τμήμα προσφυγών κακώς έκρινε ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα εμφάνιζαν μικρού βαθμού οπτική ομοιότητα (βλ. σκέψη 25 ανωτέρω), ορθώς κατέληξε, με το σημείο 48 της προσβαλλομένης αποφάσεως, στο συμπέρασμα ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα εμφάνιζαν ορισμένου βαθμού συνολική ομοιότητα. Κατά συνέπεια, το διαπιστωθέν σφάλμα στο πλαίσιο της εκτιμήσεως της ομοιότητας μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων δεν πρέπει να οδηγήσει σε ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

36      Επιβάλλεται, συνεπώς, η διαπίστωση ότι οι εκτιμήσεις στις οποίες προέβη, με την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών και σύμφωνα με τις οποίες πληρούται εν προκειμένω η αναφερόμενη ανωτέρω, στη σκέψη 15, δεύτερη προϋπόθεση εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 είναι βάσιμες και, επομένως, πρέπει να απορριφθούν όλες οι βάλλουσες κατά των εν λόγω εκτιμήσεων αιτιάσεις.

 Επί της συνδέσεως, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, των αντιπαρατιθεμένων σημάτων

37      Προκαταρκτικώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι οι αναφερόμενες στο άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 προσβολές, όταν λαμβάνουν χώρα, αποτελούν συνέπεια της συσχετίσεως των εξεταζομένων σημάτων εκ μέρους του ενδιαφερομένου κοινού, δηλαδή του συνδέσμου που αυτό δημιουργεί μεταξύ των εν λόγω σημάτων, μολονότι δεν τα συγχέει (βλ., συναφώς, απόφαση 6ης Ιουλίου 2012, ROYAL SHAKESPEARE, T‑60/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:348, σκέψη 19 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Η δημιουργία ενός τέτοιου συνδέσμου πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. απόφαση της 6ης Ιουλίου 2012, ROYAL SHAKESPEARE, T‑60/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:348, σκέψη 20 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Στους παράγοντες αυτούς συγκαταλέγονται ο βαθμός ομοιότητας μεταξύ των εξεταζομένων σημάτων, η φύση των προϊόντων ή των υπηρεσιών που καλύπτουν τα εν λόγω σήματα, συμπεριλαμβανομένου του βαθμού εγγύτητας ή ετερότητας των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών καθώς και το ενδιαφερόμενο κοινό, το μέγεθος της φήμης του προγενέστερου σήματος, ο βαθμός του, εγγενούς ή κτηθέντος δια της χρήσεως, διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος και η ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως (βλ. απόφαση της 6ης Ιουλίου 2012, ROYAL SHAKESPEARE, T‑60/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:348, σκέψη 21 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

38      Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα αμφισβητεί, μεταξύ άλλων, τις εκτιμήσεις στις οποίες προέβη, με την προσβαλλόμενη απόφαση, το τμήμα προσφυγών, σύμφωνα με τις οποίες, αφενός, η ύπαρξη της οικογένειας σημάτων «Mc» αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την εκτίμηση της δημιουργίας, στην αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού, ενός συνδέσμου μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων και, αφετέρου, υφίσταται ορισμένου βαθμού ομοιότητα μεταξύ των εν λόγω υπηρεσιών και προϊόντων, λόγω των στενών σχέσεων που υφίστανται μεταξύ τους.

 Επί της υπάρξεως της οικογένειας σημάτων «Mc», ως παράγοντος που ασκεί επιρροή προκειμένου να εκτιμηθεί η δημιουργία, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, συνδέσμου μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων

39      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών, καταλήγοντας, με την προσβαλλόμενη απόφαση, στο συμπέρασμα ότι, λόγω του στοιχείου «mac» που περιλαμβάνεται στο επίμαχο σήμα, το ενδιαφερόμενο κοινό μπορούσε να συσχετίσει το εν λόγω σήμα με την προερχόμενη από το σήμα McDONALD’S οικογένεια σημάτων «Mc», υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως. Εκτιμά, συναφώς, ότι η νομολογία που αφορά την οικογένεια σημάτων πρέπει να ερμηνεύεται στενά, διότι αποκλίνει από τη γενική αρχή, σύμφωνα με την οποία κάθε σήμα πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά. Κατά την άποψή της, τα στοιχεία που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα στον φάκελο της διαδικασίας ενώπιον του EUIPO, ήτοι οι κατάλογοι των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως της παρεμβαίνουσας, μια ανεξάρτητη έρευνα που διενεργήθηκε το 1991 και το 1992 και οι αποφάσεις δικαστηρίων των κρατών μελών, ήταν ανεπαρκή προκειμένου να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το πρόθεμα «mc» είχε συσχετισθεί, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, με τα τρόφιμα και τα ποτά. Εκτός από ένα έγγραφο που μνημόνευε το σήμα McDONALD’S, τα εν λόγω στοιχεία χρονολογούνταν όλα από το έτος 2010 και ήταν, συνεπώς, μεταγενέστερα της 13ης Οκτωβρίου 2008, ημερομηνίας καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος. Εκτός αυτού, από το τμήμα της ανεξάρτητης έρευνας που διενεργήθηκε το 1991 προέκυπτε μόνον ότι οι ερωτηθέντες συσχέτιζαν το πρόθεμα «mc» με το σήμα McDONALD’S, ενώ το τμήμα της αυτής έρευνας που διενεργήθηκε το 1992, τα αποτελέσματα του οποίου θα μπορούσαν να έχουν νοθευθεί μέσω μεροληπτικής συντάξεως του τεθέντος ερωτήματος, οδηγούσε απλώς και μόνον στο συμπέρασμα ότι η πλειονότητα των ερωτηθέντων γνώριζαν ότι το πρόθεμα «mc», συνδυαζόμενο με άλλες λέξεις, χρησιμοποιείτο για υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως ή εστιάσεως με αυτοεξυπηρέτηση. Κατά την προσφεύγουσα, αβασίμως το τμήμα προσφυγών θεώρησε ότι τα συμπεράσματα της ανεξάρτητης έρευνας εξακολουθούσαν να είναι κρίσιμα περισσότερα από δέκα έξι έτη αργότερα και ότι η επιρροή τους είχε μάλιστα ενισχυθεί. Τέλος, οι αποφάσεις δικαστηρίων των κρατών μελών που εξέτασε το τμήμα προσφυγών δεν έχουν αποδεικτική αξία διότι δεν δεσμεύουν το EUIPO και αντικατοπτρίζουν ειδικές περιπτώσεις. Η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι έμμεσα προκύπτει από τη νομολογία και από το τμήμα Γ, μέρος 2, κεφάλαιο 7, σημείο 2, σελίδα 4, των κατευθυντηρίων οδηγιών σχετικά με τις διαδικασίες ενώπιον του EUIPO (στο εξής: κατευθυντήριες οδηγίες του EUIPO) ότι η έννοια της οικογένειας σημάτων δεν μπορεί να εφαρμοστεί εν προκειμένω, καθόσον το στοιχείο «mac», που περιλαμβάνεται στο επίμαχο σήμα, δεν ταυτίζεται με το στοιχείο «mc», που είναι κοινό στην οικογένεια σημάτων «Mc». Το στοιχείο «coffee», που περιλαμβάνεται στο επίμαχο σήμα και παραπέμπει στο όνομα ροφήματος, διαφοροποιεί το εν λόγω σήμα από τα προγενέστερα σήματα της παρεμβαίνουσας που συνδυάζουν το πρόθεμα «mc» με το όνομα ενός στοιχείου καταλόγου ή ενός τροφίμου, γραμμένο κατά κύριο λόγο με πεζά στοιχεία. Η προσφεύγουσα επικαλείται το γεγονός ότι η παρεμβαίνουσα δεν πωλεί, εντός της Ένωσης, ποτά προσδιοριζόμενα με σήμα που να περιέχει το πρόθεμα «mc». Κατά την άποψή της, οι υφιστάμενες μεταξύ του επίμαχου σήματος και των προγενέστερων σημάτων της παρεμβαίνουσας διαφορές είναι επαρκώς σημαντικές, ώστε να γίνονται αντιληπτές από το ενδιαφερόμενο κοινό.

40      Επικουρικώς, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το σήμα McDONALD’S δεν έχει την ίδια δομή με τα λοιπά προγενέστερα σήματα της παρεμβαίνουσας, τα οποία συνδυάζουν το πρόθεμα «mc» με το όνομα ενός στοιχείου του καταλόγου ή ενός τροφίμου, με αποτέλεσμα να μην ανήκει στην οικογένεια σημάτων «Mc». Η χρήση του στοιχείου «mc» και, κατά μείζονα λόγο, του στοιχείου «mac» δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο επικρίσεων, διότι πρόκειται για σύνηθες πρόθεμα των γαελικών επωνύμων που χρησιμοποιείται ποικιλοτρόπως χωρίς να προβάλλονται αντιρρήσεις.

41      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας και υποστηρίζουν ότι ορθώς το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, με την προσβαλλόμενη απόφαση, ότι η ύπαρξη της οικογένειας σημάτων «Mc» αποτελούσε παράγοντα που έπρεπε να ληφθεί υπόψη κατά την εκτίμηση της δημιουργίας, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, συνδέσμου μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων.

42      Όπως επισημάνθηκε ανωτέρω, στη σκέψη 37, η δημιουργία, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, συνδέσμου μεταξύ των εξεταζομένων σημάτων πρέπει να εκτιμάται σφαιρικά, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση (βλ. απόφαση της 6ης Ιουλίου 2012, ROYAL SHAKESPEARE, T‑60/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:348, σκέψη 20 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Στους παράγοντες που ασκούν, συναφώς, επιρροή συγκαταλέγεται η ύπαρξη οικογένειας προγενέστερων σημάτων [βλ., συναφώς, απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2012, IG Communications κατά ΓΕΕΑ – Citigroup και Citibank (CITIGATE), T‑301/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:473, σκέψη 106]. Συγκεκριμένα, σε περίπτωση που η αίτηση κηρύξεως ακυρότητας σήματος στηρίζεται στην ύπαρξη πλειόνων προγενέστερων σημάτων που εμφανίζουν κοινά χαρακτηριστικά, λόγω των οποίων είναι δυνατόν να θεωρηθούν ότι ανήκουν στην ίδια οικογένεια, η δημιουργία, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, συνδέσμου μεταξύ του σήματος, το οποίο ζητείται να κηρυχθεί άκυρο, και των προγενέστερων σημάτων μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι το πρώτο σήμα εμφανίζει χαρακτηριστικά ικανά να το συνδέσουν με την οικογένεια που αποτελείται από τα προγενέστερα σήματα (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, Il Ponte Finanziaria κατά ΓΕΕΑ, C‑234/06 P, EU:C:2007:514, σκέψεις 62 και 63).

43      Πλείονα σήματα εμφανίζουν χαρακτηριστικά λόγω των οποίων είναι δυνατόν να θεωρηθούν ότι ανήκουν στην ίδια οικογένεια, όταν, μεταξύ άλλων, είτε αναπαράγουν πλήρως το ίδιο διακριτικό στοιχείο με την προσθήκη ενός γραφικού ή λεκτικού στοιχείου, που τα διαφοροποιεί, είτε χαρακτηρίζονται από την επανάληψη του ιδίου προθέματος ή επιθέματος, το οποίο προέρχεται από ένα αρχικό σήμα [απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 2006, Il Ponte Finanziaria κατά ΓΕΕΑ – Marine Enterprise Projects (BAINBRIDGE), T‑194/03, EU:T:2006:65, σκέψη 123]. Ο δικαιούχος των προγενέστερων σημάτων δεν οφείλει να αποδείξει ότι τα εν λόγω σήματα γίνονται αντιληπτά από το ενδιαφερόμενο κοινό ως αποτελούντα οικογένεια (απόφαση της 25ης Νοεμβρίου 2014, UniCredit κατά ΓΕΕΑ, T‑303/06 RENV και T‑337/06 RENV, EU:T:2014:988, σκέψεις 65 έως 67).

44      Εντούτοις, αν δεν γίνεται χρήση ικανού αριθμού σημάτων ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι τα εν λόγω σήματα αποτελούν οικογένεια, δεν είναι δυνατόν να αναμένεται από το ενδιαφερόμενο κοινό να εντοπίσει κοινά χαρακτηριστικά στην εν λόγω οικογένεια και να συνδέσει την εν λόγω οικογένεια με άλλο σήμα που περιέχει στοιχεία που προσομοιάζουν στα εν λόγω χαρακτηριστικά. Συνεπώς, για να μπορέσει το ενδιαφερόμενο κοινό να συνδέσει σήμα, του οποίου ζητείται η ακύρωση, με «οικογένεια» προγενέστερων σημάτων, τα σήματα που ανήκουν στην εν λόγω οικογένεια πρέπει να έχουν παρουσία στην αγορά (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, Il Ponte Finanziaria κατά ΓΕΕΑ, C‑234/06 P, EU:C:2007:514, σκέψη 64, και της 23ης Φεβρουαρίου 2006, BAINBRIDGE, T‑194/03, EU:T:2006:65, σκέψη 126).

45      Εναπόκειται, συνεπώς, στον δικαιούχο των προγενέστερων σημάτων, ο οποίος ζητεί της κήρυξη της ακυρότητας του μεταγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να αποδείξει την πραγματική χρήση ικανού αριθμού προγενέστερων σημάτων, ώστε αυτά να αποτελούν «οικογένεια» σημάτων και, επομένως, να αποδείξει την ύπαρξη της εν λόγω οικογένειας προκειμένου να καταστεί δυνατόν να εκτιμηθεί κατά πόσον το ενδιαφερόμενο κοινό συνδέει το σήμα, του οποίου ζητείται η ακύρωση, και τα προγενέστερα σήματα που συνθέτουν την εν λόγω «οικογένεια» (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογία, αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2007, Il Ponte Finanziaria κατά ΓΕΕΑ, C‑234/06 P, EU:C:2007:514, σκέψεις 65 και 66, και της 23ης Φεβρουαρίου 2006, BAINBRIDGE, T‑194/03, EU:T:2006:65, σκέψη 126) ή τουλάχιστον μόνον το σήμα, του οποίου ζητείται η ακύρωση, και το αρχικό προγενέστερο σήμα της εν λόγω «οικογένειας».

46      Λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας που προαναφέρθηκε στις σκέψεις 42 έως 45, πρέπει να εξακριβωθεί, αφενός, κατά πόσον η παρεμβαίνουσα απέδειξε την πραγματική χρήση ικανού αριθμού των προγενέστερων σημάτων της, ώστε αυτά να δύνανται να αποτελέσουν, λαμβανομένων υπόψη των κοινών χαρακτηριστικών τους, «οικογένεια» σημάτων και, αφετέρου, κατά πόσον το επίμαχο σήμα περιέχει στοιχεία που προσομοιάζουν στα κοινά χαρακτηριστικά της εν λόγω «οικογένειας».

–       Επί της πραγματικής χρήσεως ικανού αριθμού προγενέστερων σημάτων, ώστε αυτά να αποτελούν «οικογένεια» σημάτων

47      Με τα σημεία 57 και 86 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών επικύρωσε τα συμπεράσματα του τμήματος ακυρώσεων, σύμφωνα με τα οποία τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα ήταν επαρκή για να αποδείξουν την ουσιαστική χρήση του σήματος McDONALD’S για υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως. Το τμήμα προσφυγών παρέπεμψε, συναφώς, στα στοιχεία που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα, τα οποία πιστοποιούσαν ότι το εν λόγω σήμα κατείχε την έκτη θέση παγκοσμίως στην πραγματοποιηθείσα από γραφείο μελετών συνολική ανάλυση των σημάτων και ότι οι πωλούμενες υπό το εν λόγω σήμα υπηρεσίες απέφεραν εισόδημα περίπου 32 000 εκατομμυρίων ευρώ, και τα οποία ενισχύονταν, εξάλλου, από δηλώσεις στις οποίες είχαν επισυναφθεί ετικέτες προϊόντων, αφίσες καταλόγων καταστημάτων εστιάσεως και διαφημιστικό υλικό.

48      Εξάλλου, με τα σημεία 58 έως 60 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών επισήμανε ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα ήταν επαρκή προκειμένου να διαπιστωθεί η πραγματική χρήση στην αγορά των σημάτων που συνδυάζουν το πρόθεμα «mc» με άλλη λέξη, όπως είναι τα σήματα McFISH, McTOAST, McMUFFIN, McRIB, McFLURRY, CHICKEN McNUGGETS, McCHICKEN, EGG McMUFFIN και McFEAST, για υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως, σε τμήμα του εδάφους της Ένωσης. Συναφώς, το τμήμα προσφυγών παρέπεμψε, μεταξύ άλλων, στην ανεξάρτητη έρευνα που διεξήχθη το 1991 και το 1992 και στις αποφάσεις εθνικών δικαστηρίων που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα.

49      Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα περιορίζεται να υποστηρίξει ότι τα στοιχεία που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα δεν αποδεικνύουν ότι η πραγματική χρήση του προθέματος «mc», συνδυαζόμενου με μια άλλη λέξη, ήταν επαρκής στο έδαφος της Ένωσης, ώστε, κατά τις κρίσιμες περιόδους, το εν λόγω πρόθεμα να συσχετισθεί, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, με τα τρόφιμα και τα ποτά. Κατά συνέπεια, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί την πραγματική χρήση των προγενεστέρων σημάτων, αλλά το γεγονός ότι η εν λόγω χρήση ήταν επαρκής προκειμένου να αποκτήσει το πρόθεμα «mc», συνδυαζόμενο με μια άλλη λέξη, δικό του διακριτικό χαρακτήρα για τα τρόφιμα και τα ποτά.

50      Προκαταρκτικώς, πρέπει να επισημανθεί ότι, με το σημείο 59 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών απλώς διαπίστωσε ότι η πραγματική χρήση του προθέματος «mc», συνδυαζόμενου με μια άλλη λέξη, υπήρξε, τουλάχιστον σε ένα τμήμα του εδάφους της Ένωσης, επαρκής ώστε, κατά τις κρίσιμες περιόδους, το εν λόγω πρόθεμα να συσχετισθεί, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, με τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και με τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως.

51      Εν προκειμένω, πρέπει, συνεπώς, να εξακριβωθεί κατά πόσον η παρεμβαίνουσα απέδειξε πραγματική χρήση των σημάτων που μνημονεύονται ανωτέρω, στις σκέψεις 47 και 48, ικανή να προσδώσει στο πρόθεμα «mc», συνδυαζόμενο με μια άλλη λέξη, δικό του διακριτικό χαρακτήρα όσον αφορά τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως, τουλάχιστον σε ένα τμήμα του εδάφους της Ένωσης.

52      Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά την εξέταση του πραγματικού χαρακτήρα της χρήσεως σήματος σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, απαιτείται σφαιρική εκτίμηση των στοιχείων που προσκομίστηκαν, λαμβανομένων υπόψη όλων των παραγόντων που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση. Μια τέτοια εκτίμηση πρέπει να στηρίζεται στο σύνολο των γεγονότων και περιστάσεων που μπορούν να αποδείξουν το υποστατό της εμπορικής εκμεταλλεύσεως του σήματος, ιδίως στις χρήσεις του σήματος που θεωρούνται δικαιολογημένες στον οικείο οικονομικό τομέα για τη διατήρηση ή δημιουργία μεριδίων αγοράς υπέρ των προϊόντων ή των υπηρεσιών που προστατεύει το εν λόγω σήμα, στη φύση των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών, στα χαρακτηριστικά της αγοράς, στην έκταση και στη συχνότητα χρήσεως του σήματος [βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 29ης Φεβρουαρίου 2012, Certmedica International και Lehning entreprise κατά ΓΕΕΑ – Lehning entreprise και Certmedica International (L112), T‑77/10 et T‑78/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:95, σκέψη 40 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

53      Η απόδειξη της πραγματικής χρήσεως σήματος δεν πρέπει να στηρίζεται σε πιθανότητες ή εικασίες, αλλά σε συγκεκριμένα και αντικειμενικά στοιχεία [βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 23ης Σεπτεμβρίου 2009, Cohausz κατά ΓΕΕΑ – Izquierdo Faces (acopat), T‑409/07, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2009:354, σκέψη 36 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

54      Εντούτοις, από τον κανόνα 22, παράγραφος 4, του κανονισμού (ΕΚ) 2868/95 της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 1995 περί της εφαρμογής του κανονισμού 40/94 (ΕΕ 1995, L 303, σ. 1), που εφαρμόζεται mutatis mutandis στις διαδικασίες κηρύξεως ακυρότητας σύμφωνα με τον κανόνα 40, παράγραφος 6, του εν λόγω κανονισμού, προκύπτει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία της χρήσεως περιορίζονται, κατ’ αρχήν, μόνο στην κατάθεση δικαιολογητικών όπως π.χ. συσκευασίες, ετικέτες, τιμοκατάλογοι, κατάλογοι, τιμολόγια, φωτογραφίες, αγγελίες στις εφημερίδες καθώς και στις έγγραφες ένορκες βεβαιώσεις ή υπεύθυνες δηλώσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 78 παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 207/2009.

55      Εξάλλου, από το άρθρο 57, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, σε συνδυασμό με το άρθρο 42, παράγραφος 2, του αυτού κανονισμού, προκύπτει ότι οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπόψη για την απόδειξη της υπάρξεως ουσιαστικής χρήσεως του σήματος McDONALD’S και, κατά μείζονα λόγο, πραγματικής χρήσεως των λοιπών προγενέστερων σημάτων, που προέρχονται από το τελευταίο αυτό σήμα και μπορούν να αποτελέσουν, κατά την παρεμβαίνουσα, «οικογένεια» σημάτων είναι, αφενός, η περίοδος που μεσολαβεί μεταξύ της 12ης Ιανουαρίου 2004 και της 11ης Ιανουαρίου 2009 και, αφετέρου, η περίοδος που μεσολαβεί μεταξύ της 13ης Αυγούστου 2005 και της 12ης Αυγούστου 2010 (στο εξής: κρίσιμοι περίοδοι). Βεβαίως, είναι δυνατόν να ληφθούν υπόψη περιστατικά μεταγενέστερα ή ακόμη και προγενέστερα από τις ως άνω καθοριζόμενες από την εφαρμοστέα ρύθμιση περιόδους, αποκλειστικά όμως και μόνον υπό τον όρο ότι προσκομίζονται έγγραφα που αποδεικνύουν τη χρήση των οικείων σημάτων κατά τις εν λόγω περιόδους [βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 27ης Σεπτεμβρίου 2012, El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ – Pucci International (PUCCI), T‑39/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:502, σκέψη 26]. Κατά συνέπεια, ορθώς το τμήμα προσφυγών υιοθέτησε, με το σημείο 86 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τις αναφερόμενες στο σημείο 24 της αποφάσεως του τμήματος ακυρώσεων διαπιστώσεις, με τις οποίες καθορίζονται κατά τον προεκτεθέντα τρόπο οι κρίσιμες περίοδοι.

56      Τα αποδεικτικά στοιχεία της χρήσεως που προσκόμισε εν προκειμένω η παρεμβαίνουσα απαριθμούνται στα σημεία 29 και 30 της αποφάσεως του τμήματος ακυρώσεων.

57      Όπως ορθώς δέχεται το τμήμα προσφυγών με τα σημεία 57 και 86 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τα προσκομισθέντα στοιχεία που αφορούν τις κρίσιμες περιόδους αποδεικνύουν επαρκώς κατά νόμον την ουσιαστική χρήση, τουλάχιστον σε ένα τμήμα του εδάφους της Ένωσης, του σήματος McDONALD’S για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως. Πράγματι, τα εν λόγω στοιχεία πιστοποιούν ότι, κατά τη διάρκεια των κρισίμων περιόδων, το σήμα McDONALD’S παρέμεινε ένα από τα δέκα σημαντικότερα σήματα παγκοσμίως και ότι χρησιμοποιήθηκε εντατικώς, σε σημαντικό τμήμα του εδάφους της Ένωσης, για τον προσδιορισμό των υπηρεσιών ταχείας εστιάσεως και των προϊόντων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως.

58      Εκτός αυτού, όπως ορθώς διαπίστωσε το τμήμα προσφυγών με το σημείο 58 της προσβαλλομένης αποφάσεως και όπως προκύπτει, εξάλλου, από τα προσκομισθέντα από την παρεμβαίνουσα στοιχεία, η παρεμβαίνουσα είχε ήδη επιτύχει την καταχώριση ή είχε ενεργήσει ώστε να πραγματοποιηθεί, κατά τη διάρκεια των κρισίμων περιόδων, η καταχώριση μεγάλου αριθμού σημάτων που συνδύαζαν το πρόθεμα «mc» με μια άλλη λέξη, όπως είναι τα σήματα McFISH, McTOAST, McMUFFIN, McRIB, McFLURRY, CHICKEN McNUGGETS, McCHICKEN, EGG McMUFFIN και McFEAST, για υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και για προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως. Εκτός αυτού, χρησιμοποίησε τα σήματα McMUFFIN, McRIB, McFLURRY, CHICKEN McNUGGETS, McCHICKEN και EGG McMUFFIN στη Γερμανία και τα σήματα McFLURRY, CHICKEN McNUGGETS, McCHICKEN και EGG McMUFFIN στο Ηνωμένο Βασίλειο, για τον προσδιορισμό προϊόντων που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως και σε διαφημιστικό υλικό. Έστω και αν, όπως επισημαίνει η προσφεύγουσα, η παρεμβαίνουσα δεν παρέσχε πληροφορίες σχετικά με τον πραγματοποιηθέντα για καθένα από τα εν λόγω προϊόντα κύκλο εργασιών, προσκόμισε στον φάκελο της διαδικασίας ενώπιον του EUIPO στοιχεία που αποδεικνύουν ότι, το 2004 και το 2009, ήτοι κατά τη διάρκεια των κρισίμων περιόδων, διέθετε, αντιστοίχως, 1 262, ακολούθως δε 1 361 καταστήματα στη Γερμανία και 1 250, ακολούθως δε 1 193 καταστήματα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εξάλλου, από την ετήσια έκθεση του 2009 που συνέταξε η παρεμβαίνουσα για τη Γερμανία, η οποία προσκομίστηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του EUIPO και περιλαμβάνεται στη δικογραφία της παρούσας διαδικασίας, προκύπτει ότι τα γερμανικά καταστήματα της παρεμβαίνουσας πραγματοποίησαν σημαντικό κύκλο εργασιών κατά τα έτη 2008 και 2009. Τα στοιχεία αυτά, εκτιμώμενα συνολικά, σύμφωνα με τη λύση που έγινε δεκτή με την απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2011, J & F Participações κατά ΓΕΕΑ – Plusfood Wrexham (Friboi) (T‑324/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2011:47, σκέψεις 27 και 31), οδηγούν στη διαπίστωση ότι, εν προκειμένω, η παρεμβαίνουσα έκανε πραγματική χρήση των σημάτων McMUFFIN, McRIB, McFLURRY, CHICKEN McNUGGETS, McCHICKEN και EGG McMUFFIN στη Γερμανία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, ήτοι σε σημαντικό τμήμα του εδάφους της Ένωσης, κατά τη διάρκεια των κρισίμων περιόδων.

59      Εξάλλου, όπως ορθώς επισήμανε το τμήμα προσφυγών με το σημείο 59 της προσβαλλομένης αποφάσεως, δικαστήρια της Γερμανίας, της Ισπανίας, της Σουηδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου προέβησαν, κατά τη διάρκεια των κρισίμων περιόδων, στη διαπίστωση ότι το πρόθεμα «mc», συνδυαζόμενο με μια άλλη λέξη, είχε αποκτήσει δικό του διακριτικό χαρακτήρα για υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και για προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως. Καίτοι το EUIPO δεν δεσμεύεται από τις αποφάσεις που εκδίδουν οι εθνικές αρχές και, στο μέτρο που η εφαρμογή του δικαίου των σημάτων της Ένωσης είναι ανεξάρτητη από κάθε εθνικό σύστημα, η νομιμότητα των αποφάσεων του EUIPO δεν μπορεί να αμφισβητηθεί βάσει των εκτιμήσεων και μόνον που περιλαμβάνονται σε προγενέστερες εθνικές αποφάσεις, οι εν λόγω αποφάσεις μπορούν, ωστόσο, να ληφθούν υπόψη από το EUIPO, ως στοιχεία, στο πλαίσιο της εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης υποθέσεως [βλ., συναφώς, αποφάσεις της 21ης Απριλίουl 2004, Concept κατά ΓΕΕΑ (ECA), T‑127/02, EU:T:2004:110, σκέψεις 70 και 71· της 9ης Ιουλίου 2008, Reber κατά ΓΕΕΑ – Chocoladefabriken Lindt & Sprüngli (Mozart), T‑304/06, EU:T:2008:268, σκέψη 45, και της 25ης Οκτωβρίου 2012, riha κατά ΓΕΕΑ – Lidl Stiftung (VITAL&FIT), T‑552/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:576, σκέψη 66]. Κατά συνέπεια, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει η προσφεύγουσα, το τμήμα προσφυγών μπορούσε, προκειμένου να εκτιμήσει το ίδιο τα πραγματικά περιστατικά της συγκεκριμένης υποθέσεως, να λάβει υπόψη, με την προσβαλλόμενη απόφαση, ως στοιχεία, διαπιστώσεις στις οποίες προέβησαν τα εθνικά δικαστήρια κατά τη διάρκεια των κρίσιμων περιόδων, από τις οποίες προέκυπτε ότι, στο έδαφος στο οποίο εκτείνεται η δικαιοδοσία τους, η χρήση του προθέματος «mc», σε συνδυασμό με μια άλλη λέξη, ήταν τέτοια ώστε να καταστεί δυνατό το πρόθεμα αυτό να αποκτήσει δικό του διακριτικό χαρακτήρα για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως.

60      Όπως, ορθώς, επισημαίνει το τμήμα προσφυγών με το σημείο 59 της προσβαλλομένης αποφάσεως, οι εν λόγω διαπιστώσεις των εθνικών δικαστηρίων ενισχύονταν, εξάλλου, από την ανεξάρτητη έρευνα που είχε διεξαχθεί το 1991 και το 1992, από την οποία προέκυπτε ότι, στην αντίληψη ενός τμήματος του ενδιαφερομένου κοινού, το πρόθεμα «mc» συσχετιζόταν ευρέως με το σημείο McDONALD’S και ότι το αυτό πρόθεμα, συνδυαζόμενο με μια άλλη λέξη, συσχετιζόταν ευρέως με καταστήματα ταχείας εστιάσεως που ανήκαν σε έναν και τον αυτόν όμιλο. Τα στοιχεία αυτά, που ήταν προγενέστερα των κρίσιμων περιόδων, μπορούσαν, σύμφωνα με την προαναφερθείσα στη σκέψη 55 νομολογία, να χρησιμοποιηθούν από το τμήμα προσφυγών. Όσον αφορά τις τεθείσες στο πλαίσιο της ανεξάρτητης έρευνας ερωτήσεις, πρέπει να επισημανθεί ότι, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζει η προσφεύγουσα, η διατύπωσή τους καθιστούσε δυνατόν να εξακριβωθεί, κατά τρόπο αντικειμενικό, σε ποιο βαθμό, στην αντίληψη ενός τμήματος του ενδιαφερομένου κοινού, ήτοι στην αντίληψη του Γερμανού καταναλωτή που κάνει χρήση υπηρεσιών ταχείας εστιάσεως, το πρόθεμα «mc» συσχετίζονταν, αφενός, με το σημείο McDONALD’S και, αφετέρου, με υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως παρεχόμενες από έναν και τον αυτόν όμιλο. Όσον αφορά το γεγονός ότι τα εν λόγω αποτελέσματα αφορούν πολύ παλαιότερη περίοδο, επιβάλλεται, βεβαίως, η διαπίστωση ότι τα αποτελέσματα αυτά δεν επιτρέπουν να συσχετισθεί η χρήση του σήματος McDONALD’S με τα προγενέστερα σήματα McMUFFIN, McRIB, McFLURRY, CHICKEN McNUGGETS, McCHICKEN και EGG McMUFFIN, η πραγματική χρήση των οποίων διαπιστώθηκε ανωτέρω, στη σκέψη 58. Τα τελευταία αυτά σήματα καταχωρίστηκαν, εξάλλου, όλα μετά την περίοδο την οποία καλύπτει η ανεξάρτητη έρευνα. Εντούτοις, τα εν λόγω αποτελέσματα επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι, κατά τον χρόνο χρήσεως των εν λόγω σημάτων, το πρόθεμα «mc», συνδυαζόμενο με μια άλλη λέξη, είχε ήδη αποκτήσει δικό του διακριτικό χαρακτήρα σε σχέση με τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως. Πράγματι, όπως ορθά επισημαίνει το EUIPO, από κανένα στοιχείο δεν μπορεί, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, να συναχθεί ότι οι διαπιστώσεις που έλαβαν χώρα στο πλαίσιο της ανεξάρτητης έρευνας θα είχαν στη συνέχεια αναιρεθεί, καθόσον, όπως επισήμανε το τμήμα προσφυγών με το σημείο 86 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τα στοιχεία που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα πιστοποιούν ότι, κατά τη διάρκεια των κρίσιμων περιόδων, η παρεμβαίνουσα συνέχισε να προβαίνει σε καταχωρίσεις σημάτων που συνδύαζαν το πρόθεμα «mc» με μια άλλη λέξη και ότι το σήμα McDONALD’S παρέμεινε ένα από τα σημαντικότερα σήματα σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτό αποδεικνύει ότι η παρεμβαίνουσα συνέχισε να επενδύει για να διαφυλάξει τη φήμη του εν λόγω σήματος για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως.

61      Τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα αποδεικνύουν, συνεπώς, ότι η εκ μέρους της χρήση των σημάτων McDONALD’S, McMUFFIN, McRIB, McFLURRY, CHICKEN McNUGGETS, McCHICKEN και EGG McMUFFIN ήταν επαρκής ώστε, κατά τις κρίσιμες περιόδους, το πρόθεμα «mc», συνδυαζόμενο με το όνομα ενός στοιχείου του καταλόγου ή ενός τροφίμου, να διατηρήσει τον δικό του διακριτικό χαρακτήρα, τον οποίο είχε αποκτήσει προγενέστερα, όσον αφορά τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως, τουλάχιστον σε ένα τμήμα του εδάφους της Ένωσης.

62      Κατά συνέπεια, ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε, με το σημείο 60 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι η παρεμβαίνουσα είχε προσκομίσει επαρκή στοιχεία όσον αφορά το γεγονός ότι τα προαναφερθέντα στη σκέψη 58 προγενέστερα σήματα είχαν αποτελέσει αντικείμενο πραγματικής χρήσεως κατά τη διάρκεια των κρίσιμων περιόδων.

63      Εξάλλου, ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε κατ’ ουσίαν, με τα σημεία 67 έως 69, 73 και 74 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι τα στοιχεία που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα αποδείκνυαν, επαρκώς κατά νόμον, ότι, κατά τις κρίσιμες περιόδους, το πρόθεμα «mc», συνδυαζόμενο με το όνομα ενός στοιχείου του καταλόγου ή ενός τροφίμου, είχε αποκτήσει δικό του διακριτικό χαρακτήρα σε σχέση με τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και με τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως, τουλάχιστον σε ένα τμήμα του εδάφους της Ένωσης, με αποτέλεσμα, σύμφωνα προς την προαναφερθείσα στη σκέψη 43 νομολογία, να είναι το εν λόγω πρόθεμα ικανό να προσδιορίσει την ύπαρξη οικογένειας σημάτων.

64      Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι τα σήματα McMUFFIN, McRIB, McFLURRY, CHICKEN McNUGGETS, McCHICKEN και EGG McMUFFIN, που προέρχονται από το σήμα McDONALD’S, πληρούν όλες τις προϋποθέσεις για να σχηματίσουν «οικογένεια» σημάτων, κατά την έννοια της προαναφερθείσας στη σκέψη 43 νομολογίας, στο μέτρο που είναι επαρκή σε αριθμό και αναπαράγουν πλήρως το ίδιο διακριτικό στοιχείο, ήτοι το στοιχείο «mc», με την προσθήκη ενός λεκτικού στοιχείου που τα διαφοροποιεί και χαρακτηρίζονται από την επανάληψη του ιδίου προθέματος, «mc», το οποίο προέρχεται από το σήμα McDONALD’S. Το γεγονός ότι, στο τελευταίο αυτό σήμα, το δεύτερο στοιχείο αναφέρεται σε επώνυμο ενώ, στα σήματα που συνθέτουν την οικογένεια, αναφέρεται στο όνομα προϊόντος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως δεν ασκεί επιρροή, αντίθετα προς ό,τι υποστηρίζει η προσφεύγουσα. Πράγματι, όπως ορθώς επισημαίνει το τμήμα προσφυγών με το σημείο 81 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το σήμα McDONALD’S, το οποίο χαίρει φήμης για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως, είναι το αρχικό σήμα της οικογένειας, με το οποίο συνδέονται όλα τα παράγωγα σήματα με ένα κοινό χαρακτηριστικό, ήτοι το πρόθεμα «mc», και από το οποίο διαφέρουν όλα λόγω ενός τελικού στοιχείου ίδιου τύπου, το οποίο παραπέμπει σε ένα από τα τρόφιμα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως της παρεμβαίνουσας, όπως επισημαίνεται στο σημείο 61 της προσβαλλομένης αποφάσεως.

65      Κατά συνέπεια είναι ορθή και η περιεχόμενη στα σημεία 58 και 60 της προσβαλλομένης αποφάσεως κρίση του τμήματος προσφυγών, σύμφωνα με την οποία τα προγενέστερα σήματα αποτελούσαν «οικογένεια σημάτων» και είχαν χρησιμοποιηθεί «ως “οικογένεια σημάτων”».

–       Επί της παρουσίας, στο επίμαχο σήμα, στοιχείων ικανών να το συνδέσουν με την οικογένεια σημάτων «Mc»

66      Με τα σημεία 63 και 64 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών εκτίμησε ότι το επίμαχο σήμα εμφάνιζε χαρακτηριστικά ικανά να το συνδέσουν με την οικογένεια σημάτων «Mc», καθόσον, πρώτον, το εν λόγω σήμα άρχιζε με το πρόθεμα «mac», το οποίο κατά πάσα πιθανότητα γίνεται αντιληπτό ως σχεδόν πανομοιότυπο με το κοινό πρόθεμα της οικογένειας σημάτων «Mc», δεύτερον, η δομή του εν λόγω σήματος έμοιαζε πολύ με τη δομή που ήταν κοινή στην οικογένεια σημάτων «Mc» και, τρίτον, τα προθέματα «mc» και «mac» κατείχαν, στο επίμαχο σήμα και στην οικογένεια σημάτων «Mc», την ίδια θέση και είχαν το ίδιο σημασιολογικό περιεχόμενο.

67      Συναφώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ορθώς, υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε ότι το επίμαχο σήμα εμφάνιζε χαρακτηριστικά ικανά να το συνδέσουν με την οικογένεια σημάτων «Mc», για τους λόγους που προαναφέρθηκαν στις σκέψεις 30 και 64.

68      Τα επιχειρήματα που προβάλλει η προσφεύγουσα για να αμφισβητήσει την ύπαρξη χαρακτηριστικών ικανών να συνδέσουν το επίμαχο σήμα με την οικογένεια σημάτων «Mc» δεν είναι πειστικά.

69      Όσον αφορά το επιχείρημα ότι το αρχικό στοιχείο του επίμαχου σήματος, ήτοι το στοιχείο «mac», είναι απλώς παρεμφερές με το κοινό πρόθεμα της οικογένειας σημάτων «Mc», ήτοι το πρόθεμα «mc», ενώ το σημείο 2, σελίδα 4, του κεφαλαίου 7, του μέρους 2, του τμήματος Γ, «Ανακοπή», των κατευθυντήριων οδηγιών του EUIPO προβλέπει ότι το κοινό στοιχείο του επίμαχου σήματος και της οικογένειας σημάτων πρέπει να είναι «ταυτόσημο ή σε μεγάλο βαθμό όμοιο», αρκεί να επισημανθεί ότι, τουλάχιστον για το τμήμα του ενδιαφερομένου κοινού που γνωρίζει τα προθέματα των γαελικών επωνύμων, το αρχικό στοιχείο του εν λόγω σήματος, ήτοι το στοιχείο «mac», γίνεται αντιληπτό ως ταυτόσημο ή ισοδύναμο με το αρχικό στοιχείο που είναι κοινό στην οικογένεια σημάτων «Mc», ήτοι το στοιχείο «mc».

70      Όσον αφορά, εξάλλου, τα επιχειρήματα που στηρίζονται στην οπτική σύγκριση των αντιπαρατιθεμένων σημάτων, αυτά δεν ασκούν επιρροή, καθόσον εκείνες που καθιστούν δυνατή τη σύνδεση του επίμαχου σήματος με την εν λόγω οικογένεια σημάτων είναι η εννοιολογική ταυτότητα και, σε μικρότερο βαθμό, η φωνητική ταυτότητα που υφίσταται μεταξύ των αρχικών στοιχείων του επίμαχου σήματος και της οικογένειας σημάτων «Mc» καθώς και η πανομοιότυπη δομή του πρώτου και των δεύτερων (βλ. σκέψη 69 ανωτέρω). Εν πάση περιπτώσει, το γεγονός ότι, κατά την πραγματική χρήση τους, το επίμαχο σήμα και τα προγενέστερα σήματα της εν λόγω οικογένειας σημάτων μπορούν να διακρίνονται λόγω της χρήσεως πεζών ή κεφαλαίων χαρακτήρων δεν ασκεί επιρροή, σύμφωνα με την προαναφερθείσα στη σκέψη 24 νομολογία.

71      Εξάλλου, το επιχείρημα που αντλείται από τη διαφορετική δομή του επίμαχου σήματος και των προγενέστερων σημάτων της οικογένειας σημάτων «Mc», καίτοι ασκεί κάποια επιρροή, δεν είναι ικανό να αναιρέσει τη βασιμότητα της εκτιμήσεως του τμήματος προσφυγών. Πράγματι, ορθώς, με το σημείο 92 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα προϊόντα για τα οποία καταχωρίστηκε το επίμαχο σήμα, και τα οποία κάλυπταν τόσο τρόφιμα (στα οποία συμπεριλαμβάνονταν οι κρέμες-παγωτά, τα μάφιν, τα σάντουιτς με γέμιση και τα φρυγανισμένα σάντουιτς) όσο και ποτά, ήταν στενά συνδεδεμένα με τις υπηρεσίες για τις οποίες έχαιρε φήμης το σήμα McDONALD’S, ήτοι τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως, στο πλαίσιο των οποίων παρέχονταν στους πελάτες τρόφιμα και ποτά (βλ. σκέψεις 76 επ. κατωτέρω). Εκτός αυτού, στο μέτρο που η προσφεύγουσα αναφέρει ότι χρησιμοποιεί το επίμαχο σήμα μόνον για να εμπορεύεται ποτά, πρέπει να επισημανθεί ότι, σύμφωνα με τη νομολογία, δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα προϊόντα για τα οποία πράγματι χρησιμοποιείται στην αγορά το εν λόγω σήμα, αλλά αυτά για τα οποία έχει καταχωριστεί [βλ., συναφώς, απόφαση της 13ης Απριλίου 2005, Gillette κατά ΓΕΕΑ – Wilkinson Sword (RIGHT GUARD XTREME sport), T‑286/03, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2005:126, σκέψη 33].

72      Τέλος, το επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο το επίμαχο σήμα δεν αναπαράγει την ίδια δομή με αυτή του σήματος McDONALD’S, είναι αλυσιτελές. Πράγματι, εκείνο που έχει σημασία είναι ότι το επίμαχο σήμα αναπαράγει τα κοινά χαρακτηριστικά με τα οποία συνδέονται τα προγενέστερα σήματα της οικογένειας σημάτων «Mc» και μέσω των οποίων διαφοροποιούνται από το σήμα McDONALD’S, που είναι το αρχικό σήμα της εν λόγω οικογένειας σημάτων.

73      Τελικώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το τμήμα προσφυγών ορθώς, υπό το πρίσμα της προαναφερθείσας στη σκέψη 42 νομολογίας, έκρινε, με τα σημεία 99 και 100 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι η ύπαρξη της οικογένειας σημάτων «Mc» αποτελούσε, εν προκειμένω, παράγοντα που έπρεπε να ληφθεί υπόψη, προκειμένου να εκτιμηθεί η ύπαρξη, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, συνδέσμου μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων.

 Επί της υπάρξεως ορισμένου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των εν λόγω υπηρεσιών και προϊόντων

74      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε, με την προσβαλλόμενη απόφαση, σε πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον διαπίστωσε ότι υφίστατο ορισμένου βαθμού ομοιότητα μεταξύ των εν λόγω υπηρεσιών και προϊόντων, λόγω των υφισταμένων μεταξύ τους στενών σχέσεων. Κατά την άποψή της, οι εν λόγω υπηρεσίες και τα εν λόγω προϊόντα είναι, για το σήμα McDONALD’S, οι υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως για τις οποίες το εν λόγω σήμα χαίρει φήμης, και, για το επίμαχο σήμα, τα προϊόντα για τα οποία αυτό έχει καταχωριστεί, ήτοι ορισμένα τρόφιμα και ορισμένα ποτά και, ιδίως, ο καφές, τα υποκατάστατα καφέ, ο στιγμιαίος καφές, τα μίγματα στιγμιαίου καφέ, οι κόκκοι καφέ και ο καφές σε αλεσμένη μορφή που υπάγονται στην κλάση 30 (στο εξής: προϊόντα με βάση τον καφέ), τα οποία πωλούνται φέροντας το επίμαχο σήμα. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι από την πρακτική που ακολουθεί στις αποφάσεις του το EUIPO προκύπτει ότι οι υπηρεσίες εστιάσεως, αφενός, και τα τρόφιμα και τα ποτά, αφετέρου, δεν εμφανίζουν ομοιότητα. Το γεγονός ότι οι αποδέκτες των εν λόγω υπηρεσιών και οι καταναλωτές των εν λόγω προϊόντων είναι οι ίδιοι δεν ασκεί επιρροή όσον αφορά την εκτίμηση της υπάρξεως ομοιότητας μεταξύ αυτών των υπηρεσιών και προϊόντων, διότι το ευρύ κοινό εντός της Ένωσης αγοράζει παντός τύπου υπηρεσίες και προϊόντα, που θα μπορούσαν να είναι λίαν όμοια όπως και λίαν διαφορετικά. Τα προϊόντα με βάση τον καφέ δεν έχουν καμία ομοιότητα με τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως, διότι πωλούνται στα σούπερ-μάρκετ και στα παντοπωλεία και όχι σε καταστήματα ταχείας εστιάσεως και, εάν πωλούνταν στα καταστήματα αυτά, οι καταναλωτές δεν θα θεωρούσαν ότι τα εν λόγω καταστήματα είναι υπεύθυνα για την κατασκευή τους. Το γεγονός ότι τα καταστήματα εστιάσεως χρησιμοποιούν μη παρασκευασμένα τρόφιμα και σερβίρουν τρόφιμα δεν σημαίνει ότι οι υπηρεσίες εστιάσεως παρουσιάζουν ομοιότητα με τα τρόφιμα, όπως προκύπτει τόσο από τη νομολογία, όσο και από το τμήμα Γ.2, κεφάλαιο 2.Β, παράγραφος 5.3.3, των κατευθυντήριων οδηγιών του EUIPO, όπως ίσχυαν κατά τον χρόνο των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών. Κατά την προσφεύγουσα, η νομολογία που επικαλείται το EUIPO δεν ασκεί επιρροή, διότι αναφέρεται σε παρασκευασμένα τρόφιμα. Η προσφεύγουσα εκτιμά ότι, βάσει των στοιχείων που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα στον φάκελο της διαδικασίας ενώπιον του EUIPO, το τμήμα προσφυγών δεν μπορούσε να ισχυρίζεται, με το σημείο 101 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι τρόφιμα, όπως κέτσαπ, πωλήθηκαν υπό το σήμα McDONALD’S σε γερμανικά και ιταλικά σούπερ-μάρκετ.

75      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας και υποστηρίζουν ότι το τμήμα προσφυγών, διαπιστώνοντας, με την προσβαλλόμενη απόφαση, την ύπαρξη ορισμένου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των εν λόγω υπηρεσιών και προϊόντων, δεν υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως.

76      Προκαταρκτικώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μπορεί να προβληθεί στο πλαίσιο αιτήσεως για την ακύρωση σήματος, τόσο όταν τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσδιορίζει το προγενέστερο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίστηκε σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι πανομοιότυπα ή παρόμοια, όσο και όταν αυτά δεν είναι ούτε πανομοιότυπα ούτε παρόμοια [βλ., συναφώς, απόφαση της 22ας Μαρτίουs 2007, Sigla κατά ΓΕΕΑ – Elleni Holding (VIPS), T‑215/03, EU:T:2007:93, σκέψη 33].

77      Κατά τη νομολογία, ο βαθμός εγγύτητας ή ετερότητας των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών αποτελεί, στο πλαίσιο αυτό, απλώς έναν από τους παράγοντες που ασκούν επιρροή προκειμένου να εκτιμηθεί η δημιουργία, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, συνδέσμου μεταξύ των εξεταζομένων σημάτων (βλ. απόφαση της 6ης Ιουλίου 2012, ROYAL SHAKESPEARE, T‑60/10, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:348, σκέψη 21 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

78      Για την εκτίμηση της ομοιότητας μεταξύ των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών, επιβάλλεται να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι παράγοντες που χαρακτηρίζουν τη σχέση μεταξύ των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών, παράγοντες στους οποίους περιλαμβάνονται, ιδίως, η φύση των προϊόντων και υπηρεσιών, ο προορισμός τους, η χρήση τους, καθώς και ο ανταγωνιστικός ή συμπληρωματικός χαρακτήρας τους (απόφαση της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, Canon, C-39/97, EU:C:1998:442, σκέψη 23).

79      Όπως επισημάνθηκε ανωτέρω, στη σκέψη 71, οι υπηρεσίες και τα προϊόντα που πρέπει, εν προκειμένω, να συγκριθούν είναι, αφενός, οι υπηρεσίες για τις οποίες χαίρει φήμης το σήμα McDONALD’S, ήτοι οι υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως, στο πλαίσιο των οποίων παρέχονται στους πελάτες τρόφιμα και ποτά, και, αφετέρου, τα προϊόντα για τα οποία έχει καταχωριστεί το επίμαχο σήμα, στα οποία περιλαμβάνονται ορισμένα τρόφιμα και ορισμένα ποτά. Για τους προεκτεθέντες στη σκέψη 71 λόγους, η προσφεύγουσα δεν μπορεί βασίμως να ισχυρίζεται ότι η εν λόγω σύγκριση θα έπρεπε κατά κύριο λόγο να αναφέρεται, όσον αφορά το επίμαχο σήμα, στα ποτά, καθόσον, στην πράξη, χρησιμοποιεί κυρίως το εν λόγω σήμα για την εμπορία ποτών.

80      Βεβαίως, είναι αναμφισβήτητο ότι τα τρόφιμα και τα ποτά, αφενός, και οι υπηρεσίες εστιάσεως, αφετέρου, δεν έχουν την ίδια φύση, τον ίδιο προορισμό, ή την ίδια χρήση [βλ., συναφώς, απόφαση της 12ης Δεκεμβρίου 2014, Comptoir d’Épicure κατά ΓΕΕΑ – A-Rosa Akademie (da rosa), T‑405/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2014:1072, σκέψη 96]. Εντούτοις, από τη νομολογία προκύπτει ότι τα τρόφιμα εν ευρεία εννοία, περιλαμβανομένων των ποτών, αφενός, και οι υπηρεσίες εστιάσεως, αφετέρου, εμφανίζουν, παρά τις διαφορές τους, ορισμένου βαθμού ομοιότητα, καθόσον, πρώτον, τα οικεία τρόφιμα χρησιμοποιούνται και προσφέρονται στο πλαίσιο υπηρεσιών εστιάσεως, με αποτέλεσμα τα εν λόγω προϊόντα και οι υπηρεσίες να έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα, δεύτερον, οι υπηρεσίες εστιάσεως είναι δυνατόν να προσφέρονται στους ίδιους τόπους όπου πωλούνται τα οικεία τρόφιμα και, τρίτον, τα οικεία τρόφιμα είναι δυνατόν να προέρχονται από τις ίδιες επιχειρήσεις ή από οικονομικά συνδεδεμένες επιχειρήσεις, οι οποίες εμπορεύονται τυποποιημένα τρόφιμα, ή από εστιατόρια που πωλούν εδέσματα σε πακέτο [βλ., συναφώς, αποφάσεις της 12ης Δεκεμβρίου 2014, da rosa, T‑405/13, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2014:1072, σκέψεις 97 και 98 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 4ης Ιουνίου 2015, Yoo Holdings κατά ΓΕΕΑ – Eckes-Granini Group (YOO), T‑562/14, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2015:363, σκέψεις 25 έως 28].

81      Το γεγονός ότι οι κατευθυντήριες οδηγίες του EUIPO, στις οποίες αναφέρεται η προσφεύγουσα, δεν αντικατοπτρίζουν ακριβώς, ως προς το ζήτημα αυτό, την προαναφερθείσα στη σκέψη 80 νομολογία δεν ασκεί επιρροή, καθόσον οι εν λόγω οδηγίες δεν αποτελούν έννομες πράξεις με δεσμευτική ισχύ ως προς την ερμηνεία των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης (απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2012, Leno Merken, C‑149/11, EU:C:2012:816, σκέψη 48).

82      Εν προκειμένω, πρέπει, κατ’ αρχάς, να επισημανθεί ότι τα τρόφιμα εν ευρεία εννοία, τα οποία προσδιορίζει το επίμαχο σήμα, είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται και να προσφέρονται στο πλαίσιο των υπηρεσιών ταχείας εστιάσεως που προσφέρει η παρεμβαίνουσα. Ορισμένα από τα τρόφιμα που προσδιορίζει το επίμαχο σήμα, όπως οι κρέμες-παγωτά, τα μάφιν, τα σάντουιτς με γέμιση και τα φρυγανισμένα σάντουιτς, δεν αποτελούν, άλλωστε, απλά συστατικά που χρησιμεύουν ως βάση για εδέσματα που σερβίρονται στα καταστήματα ταχείας εστιάσεως, αλλά αντιστοιχούν σε προϊόντα που προσφέρονται, αυτά καθεαυτά, στον κατάλογο των εν λόγω καταστημάτων. Συνεπώς, όπως ορθώς επισημαίνεται από το τμήμα προσφυγών στο σημείο 95 της προσβαλλομένης αποφάσεως, τα εν λόγω τρόφιμα και οι εν λόγω υπηρεσίες εστιάσεως απευθύνονται στους ίδιους καταναλωτές. Υφίσταται, επομένως, συμπληρωματική σχέση μεταξύ των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών.

83      Περαιτέρω, όσον αφορά τα τρόφιμα που προσδιορίζονται από το επίμαχο σήμα και αντιστοιχούν σε προϊόντα που χρησιμοποιούνται ή προσφέρονται, αυτά καθεαυτά, στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι τα τρόφιμα αυτά μπορούν να καταναλωθούν επιτόπου, στα ίδια τα καταστήματα όπου προσφέρονται οι υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως της παρεμβαίνουσας.

84      Τέλος, όπως επισημαίνει η παρεμβαίνουσα, οι υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως, όπως αυτές που η ίδια παρέχει, παρέχονται επίσης και με τη μορφή πωλήσεων «εκτός εστιατορίου». Ωστόσο, σε μια τέτοια περίπτωση, ο καταναλωτής τείνει να συνδέσει το σήμα που έχει τεθεί στη συσκευασία των προϊόντων σε πακέτο με την εμπορική προέλευση των εν λόγω προϊόντων.

85      Λαμβανομένων υπόψη όσων επισημάνθηκαν ανωτέρω, στις σκέψεις 82 έως 84, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι είναι βάσιμες οι εκτιμήσεις του τμήματος προσφυγών που περιλαμβάνονται στα σημεία 92, 95, 96 και 101 της προσβαλλομένης αποφάσεως και σύμφωνα με τις οποίες υφίσταται ορισμένου βαθμού ομοιότητα μεταξύ των εν λόγω υπηρεσιών και προϊόντων, λόγω των υφισταμένων μεταξύ τους στενών σχέσεων.

86      Δεδομένου ότι τα προεκτεθέντα συνιστούν επαρκή αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως, παρέλκει η εξέταση των αιτιάσεων που στρέφει η προσφεύγουσα κατά της επάλληλης αιτιολογίας, που αναφέρεται στη δεύτερη περίοδο του σημείου 102 της προσβαλλομένης αποφάσεως και αντλείται από το γεγονός ότι ορισμένα προϊόντα της παρεμβαίνουσας (κέτσαπ) πωλούνται στα σούπερ-μάρκετ στη Γερμανία και στην Ιταλία. Ορθώς, συνεπώς, το τμήμα προσφυγών κατέληξε, συγκεκριμένα με το σημείο 102 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι το ενδιαφερόμενο κοινό μπορούσε να συνδέσει νοητικώς τα αντιπαρατιθέμενα σήματα.

 Επί του κινδύνου προσπορισμού αθέμιτου οφέλους από τη φήμη του σήματος McDONALD’S μέσω της άνευ ευλόγου αιτίας χρήσεως του επίμαχου σήματος

87      Προκαταρκτικώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι το γεγονός ότι το ενδιαφερόμενο κοινό προβαίνει σε συσχετισμό των εξεταζομένων σημάτων αποτελεί αναγκαία, αλλά όχι και αφ’ εαυτής επαρκή προϋπόθεση για να γίνει δεκτό ότι συντρέχει κάποια από τις προσβολές από τις οποίες διασφαλίζει προστασία το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 υπέρ των σημάτων που χαίρουν φήμης [βλ. απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, Nute Partecipazioni και La Perla κατά ΓΕΕΑ – Worldgem Brands (NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC), T‑59/08, EU:T:2010:500, σκέψη 30 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

88      Πράγματι, για να μπορεί το προγενέστερο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να τύχει της προστασίας που παρέχει το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009, πρέπει ο δικαιούχος του να αποδείξει ότι η άνευ ευλόγου αιτίας χρησιμοποίηση του σήματος, του οποίου ζητείται η ακύρωση, προσπορίζει αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή βλάπτει τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC, T‑59/08, EU:T:2010:500, σκέψη 31 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

89      Αρκεί να συντρέχει μία από τις τρεις αυτές περιπτώσεις προσβολής προκειμένου να έχει εφαρμογή το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC, T‑59/08, EU:T:2010:500, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), λαμβανομένου υπόψη ότι τόσο το τμήμα ακυρώσεων όσο και το τμήμα προσφυγών, με την προσβαλλόμενη απόφαση, περιορίστηκαν στη διαπίστωση της υπάρξεως προσβολής συνιστάμενης στον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους από τη φήμη του σήματος McDONALD’S.

90      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών, διαπιστώνοντας, με την προσβαλλόμενη απόφαση, ότι η προσφεύγουσα μπορούσε να προσποριστεί αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματος McDONALD’S μέσω της άνευ ευλόγου αιτίας χρήσεως του επίμαχου σήματος, υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως. Επισημαίνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίζεται στην εσφαλμένη διαπίστωση της φήμης που απέκτησε το πρόθεμα «mc» του σήματος McDONALD’S, συνδυαζόμενο με το όνομα ενός στοιχείου του καταλόγου ή ενός τροφίμου. Υπό τις συνθήκες αυτές, θα ήταν εσφαλμένο να υποστηριχθεί ότι το επίμαχο σήμα, το οποίο συνδυάζει το πρόθεμα «mac» με τον όρο «coffee», γίνεται αντιληπτό από το ενδιαφερόμενο κοινό ως αναπαράγον τη δομή του σήματος McDONALD’S. Κατά την προσφεύγουσα, το τμήμα προσφυγών, διαπιστώνοντας, με το σημείο 99 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι, στο μέτρο που επέθετε το επίμαχο σήμα μόνον στον καφέ και στις συσκευασίες καφέ, δεν υπήρχε αμφιβολία ότι η προσφεύγουσα προσπαθούσε να αναπαραγάγει, κατά πανομοιότυπο τρόπο, την κοινή δομή της οικογένειας σημάτων «Mc», υπέπεσε σε πλάνη. Συναφώς, η προσφεύγουσα επισημαίνει ότι, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, το EUIPO και η παρεμβαίνουσα δεν ισχυρίζονται, άλλωστε, ότι επέλεξε κακόπιστα το επίμαχο σήμα. Εξάλλου, η παρεμβαίνουσα δεν έχει ασκήσει εναντίον της αγωγή λόγω απομιμήσεως σήματος. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι μια κατάθεση μάρτυρα που προσκόμισε στο φάκελο της διαδικασίας ενώπιον του EUIPO βεβαιώνει ότι το επίμαχο σήμα είχε επιλεγεί καλοπίστως και ότι η χρήση του για την πώληση καφέ εξηγείται από το γεγονός ότι το στοιχείο «coffee» παραπέμπει στο εν λόγω προϊόν.

91      Τέλος, η προσφεύγουσα προσάπτει στο τμήμα προσφυγών ότι δεν έλαβε υπόψη την πραγματική κατάσταση της αγοράς, ενώ, όταν τα οικεία σήματα χρησιμοποιούνται πράγματι στην αγορά, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να αποδείξει ότι ο δικαιούχος του σήματος, του οποίου ζητείται η ακύρωση, προσπορίζεται όντως αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματός του. Το τμήμα προσφυγών αγνόησε το γεγονός ότι, στη Βουλγαρία, στην Εσθονία, στην Κύπρο, στη Λετονία, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία, τουλάχιστον από το 1994, τα αντιπαρατιθέμενα σήματα συνυπήρξαν ειρηνικά, ακόμη και όταν, όπως στην Πολωνία, η χρήση του επίμαχου σήματος ήταν εντατική. Κατά την προσφεύγουσα, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι η πραγματική κατάσταση της αγοράς είναι η ίδια στο σύνολο της Ένωσης. Αντιθέτως, το γεγονός ότι ο δικαιούχος των προγενέστερων σημάτων έχει ασκήσει αγωγές κατά του δικαιούχου του σήματος, του οποίου ζητείται η ακύρωση, δεν αποτελεί στοιχείο ικανό να οδηγήσει στη διαπίστωση ότι, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, τα εν λόγω σήματα συγχέονται, συνδέονται ή το ένα δημιουργεί συνειρμικά την εικόνα του άλλου. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η καλόπιστη και ειρηνική, παρατεταμένη, εντατική χρήση του επίμαχου σήματος, που προσδιορίζει προϊόντα με βάση τον καφέ, δίπλα στο σήμα McDONALD’S, που χαίρει φήμης για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως, αποτελεί εύλογη αιτία για τη χρήση του επίμαχου σήματος, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009.

92      Το EUIPO και η παρεμβαίνουσα αντικρούουν τα επιχειρήματα της προσφεύγουσας και υποστηρίζουν ότι το τμήμα προσφυγών, καταλήγοντας, με την προσβαλλόμενη απόφαση, στο συμπέρασμα ότι η άνευ ευλόγου αιτίας χρήση του επίμαχου σήματος εκ μέρους της προσφεύγουσας προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματος McDONALD’S, δεν υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως.

93      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, στο μέτρο που αυτό το οποίο απαγορεύεται είναι το πλεονέκτημα που αποκομίζει από το προγενέστερο σήμα ο δικαιούχος του μεταγενέστερου σήματος, το ζήτημα αν συντρέχει η συνιστάμενη στον προσπορισμό αθέμιτου οφέλους είτε από τον διακριτικό χαρακτήρα είτε από τη φήμη του προγενέστερου σήματος προσβολή πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με τον μέσο καταναλωτή των προϊόντων ή αποδέκτη των υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωρισθεί το μεταγενέστερο σήμα, ο οποίος έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 27ης Νοεμβρίου 2008, Intel Corporation, C‑252/07, EU:C:2008:655, σκέψεις 35 και 36).

94      Ο προσπορισμός «αθέμιτ[ου οφέλους] από […] τη φήμη […] προγενέστερου σήματος [της Ευρωπαϊκής Ένωσης]», κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009, δεν προϋποθέτει την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως ούτε κινδύνου προσβολής της φήμης του εν λόγω σήματος ή, γενικότερα, ζημίας του δικαιούχου του (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 18ης Ιουνίου 2009, L’Oréal κ.λπ., C‑487/07, EU:C:2009:378, σκέψη 50). Ο προσπορισμός αθέμιτου οφέλους προκύπτει από την εκ μέρους τρίτου χρήση σήματος παρόμοιου με το προγενέστερο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οσάκις ο τρίτος επιχειρεί με τη χρήση αυτή να μιμηθεί το εν λόγω σήμα, προκειμένου να επωφεληθεί από την έλξη που ασκεί το σήμα, από τη φήμη και από το κύρος του σήματος, και να εκμεταλλευθεί, χωρίς να καταβάλει χρηματικό αντίτιμο, την εμπορική προσπάθεια που καταβάλλει ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να οικοδομήσει και να εδραιώσει τη φήμη του σήματος αυτού (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 18ης Ιουνίου 2009, L’Oréal κ.λπ.., C‑487/07, EU:C:2009:378, σκέψη 50, και της 7ης Δεκεμβρίου 2010, NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC, T‑59/08, EU:T:2010:500, σκέψη 44 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

95      Για να διαπιστωθεί αν με τη χρήση του σήματος, του οποίου ζητείται η ακύρωση, αντλείται αθέμιτο όφελος από τη φήμη του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαιτείται σφαιρική εκτίμηση, λαμβανομένων υπόψη όλων των κρίσιμων παραγόντων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, μεταξύ των οποίων καταλέγονται, ιδίως, η ισχύς της φήμης και ο βαθμός του διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο βαθμός ομοιότητας μεταξύ των εξεταζομένων σημάτων, καθώς και η φύση και ο βαθμός ομοιότητας μεταξύ των οικείων προϊόντων και υπηρεσιών. Όσον αφορά την ισχύ της φήμης και τον βαθμό του διακριτικού χαρακτήρα του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο μεγαλύτερος είναι ο διακριτικός χαρακτήρας και όσο μεγαλύτερη η φήμη του προγενέστερου σήματος τόσο ευχερέστερα μπορεί να γίνει δεκτό ότι υφίσταται προσβολή. Επιπλέον, όσο αμεσότερα και σαφέστερα το σήμα, του οποίου ζητείται η ακύρωση, παραπέμπει στο προγενέστερο σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος να αντλείται, με την ενεστώσα ή τη μελλοντική χρήση του σημείου, αθέμιτο όφελος από τη φήμη του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (βλ. απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC, T‑59/08, EU:T:2010:500, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

96      Ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη πραγματικής και ενεστώσας προσβολής του σήματός του, υπό την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009. Συγκεκριμένα, οσάκις ενδέχεται το σήμα του να υποστεί μια τέτοια προσβολή λόγω του τρόπου με τον οποίο ο δικαιούχος του σήματος, του οποίου ζητείται η ακύρωση, μπορεί να χρησιμοποιήσει το δικό του σήμα στο μέλλον, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι δυνατό να υποχρεωθεί να αναμείνει την επέλευσή της, προκειμένου να είναι σε θέση να επιτύχει την απαγόρευση της εν λόγω χρησιμοποιήσεως. Ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει, πάντως, να αποδείξει βάσει στοιχείων ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος επελεύσεως της προσβολής αυτής στο μέλλον (βλ. απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC, T‑59/08, EU:T:2010:500, σκέψεις 33 και 54 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

97      Εφόσον ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτύχει να αποδείξει την ύπαρξη είτε πραγματικής και ενεστώσας προσβολής του σήματός του είτε, εφόσον τούτο δεν είναι δυνατό, την ύπαρξη σοβαρού κινδύνου επελεύσεως τέτοιας προβολής στο μέλλον, απόκειται στον δικαιούχο του σήματος, του οποίου ζητείται η ακύρωση, να αποδείξει ότι συντρέχει εύλογη αιτία για τη χρησιμοποίησή του (βλ. απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2010, NIMEI LA PERLA MODERN CLASSIC, T‑59/08, EU:T:2010:500, σκέψη 34 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

98      Τα επιχειρήματα των διαδίκων που στρέφονται κατά των λόγων που οδήγησαν το τμήμα προσφυγών να επικυρώσει, με την προσβαλλόμενη απόφαση, τις εκτιμήσεις του τμήματος ακυρώσεων, σύμφωνα με τις οποίες η άνευ ευλόγου αιτίας χρήση του επίμαχου σήματος αντλούσε αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματος McDONALD’S πρέπει να εξεταστούν υπό το πρίσμα των κανόνων που προεξετέθησαν στις σκέψεις 93 έως 97.

99      Εν προκειμένω, το τμήμα προσφυγών κατέληξε, με το σημείο 90 της προσβαλλομένης αποφάσεως, στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο κοινό ήταν το κοινό που ενδιαφερόταν για τα προϊόντα που καλύπτει το επίμαχο σήμα, ήτοι το ευρύ κοινό εντός της Ένωσης, που επιδεικνύει μέσου επιπέδου προσοχή. Εκτός αυτού, με το σημείο 108 της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είχε επαρκώς αποδειχθεί ότι η άνευ ευλόγου αιτίας χρήση του επίμαχου σήματος αντλούσε αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματος McDONALD’S. Όπως προκύπτει από τα σημεία 102 έως 108 της αυτής αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών εκτίμησε, συγκεκριμένα, ότι ήταν σφόδρα πιθανό το επίμαχο σήμα να μιμήθηκε το σήμα McDONALD’S, προκειμένου να επωφεληθεί από την έλξη που ασκεί το σήμα αυτό, από τη φήμη και από το κύρος του, και να εκμεταλλεύτηκε, χωρίς την καταβολή χρηματικού αντιτίμου, την εμπορική προσπάθεια που κατέβαλε η παρεμβαίνουσα για να οικοδομήσει και να εδραιώσει τη φήμη του σήματος McDONALD’S. Κατά την άποψη του τμήματος προσφυγών, από το σύνολο των κρίσιμων στην συγκεκριμένη περίπτωση παραγόντων μπορούσε, πράγματι, να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο κοινό, ή ένα σημαντικό τμήμα του κοινού αυτού, μπορούσε να συνδέσει νοητικώς τα αντιπαρατιθέμενα σήματα, καθόσον, βλέποντας προϊόντα στενά συνδεδεμένα με αυτά της παρεμβαίνουσας να φέρουν το επίμαχο σήμα, μπορούσε, ελκόμενο από το γεγονός ότι το εν λόγω σήμα είχε στην πράξη το ίδιο πρόθεμα και αναπαρήγε την ίδια δομή με το σήμα McDONALD’S , να συσχετίσει το εν λόγω σήμα με την οικογένεια σημάτων «Mc», το αρχικό σήμα της οποίας ήταν το σήμα McDONALD’S.

100    Κατά συνέπεια, το τμήμα προσφυγών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χρήση του επίμαχου σήματος μπορούσε να συνεπάγεται συνειρμική μεταφορά της εικόνας του σήματος McDONALD’S, ή των προβαλλόμενων με αυτό χαρακτηριστικών, στα προϊόντα που προσδιορίζει το επίμαχο σήμα. Οι κρίσιμοι για την εκτίμησή του παράγοντες ήταν, όπως αναφέρεται στα σημεία 99 έως 101 της προσβαλλομένης αποφάσεως, πρώτον, η σημαντική φήμη του σήματος McDONALD’S, δεύτερον, το γεγονός ότι το πρόθεμα «mc», συνδυαζόμενο με το όνομα ενός στοιχείου του καταλόγου ή ενός τροφίμου, έχει αποκτήσει δικό του διακριτικό χαρακτήρα για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως, τρίτον, το γεγονός ότι το επίμαχο σήμα αναπαρήγε την ίδια δομή με την οικογένεια σημάτων «Mc» και, τέταρτον, το γεγονός ότι οι εν λόγω υπηρεσίες και προϊόντα εμφάνιζαν ορισμένου βαθμού ομοιότητα, λόγω των υφισταμένων μεταξύ τους στενών σχέσεων.

101    Όπως ορθώς επισημαίνει το EUIPO, η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί την εκτίμηση στην οποία προέβη το τμήμα προσφυγών σχετικά με το ενδιαφερόμενο κοινό. Εξάλλου, ο σχετικός προσδιορισμός του ενδιαφερόμενου κοινού είναι ορθός και πρέπει να γίνει δεκτός. Πράγματι, τα προϊόντα που αφορά το επίμαχο σήμα προορίζονται για το ευρύ κοινό εντός της Ένωσης, το οποίο επιδεικνύει μέσου επιπέδου προσοχή. Εξάλλου, το σήμα McDONALD’S καταχωρίστηκε στις 16 Ιουλίου 1999, με δικαίωμα λόγω προγενέστερης χρήσεως αναγόμενο στην 1η Απριλίου 1996, και έχαιρε, εντός της Ένωσης, σημαντικής φήμης για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως, πράγμα που δεν αμφισβητεί, εξάλλου, η προσφεύγουσα (βλ. σκέψη 16 ανωτέρω).

102    Όσον αφορά την αιτίαση της προσφεύγουσας, σύμφωνα με την οποία το τμήμα προσφυγών δεν μπορούσε, με την προσβαλλόμενη απόφαση, να διαπιστώσει τη φήμη που είχε αποκτήσει το πρόθεμα «mc», συνδυαζόμενο με το όνομα ενός στοιχείου του καταλόγου ή ενός τροφίμου, για τις υπηρεσίες ταχείας εστιάσεως και τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στον κατάλογο των καταστημάτων ταχείας εστιάσεως, πρέπει να επισημανθεί ότι η εν λόγω αιτίαση απορρίφθηκε ανωτέρω, με τη σκέψη 63. Το τμήμα προσφυγών βασίμως συνήγαγε το συμπέρασμα ότι η σημαντική φήμη της οποίας έχαιρε το σήμα McDONALD’S εκτεινόταν στα χαρακτηριστικά στοιχεία της οικογένειας σημάτων «Mc», χωρίς να πρέπει να ερευνήσει, όπως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, κατά πόσον καθένα από τα σήματα που απαρτίζουν την εν λόγω οικογένεια ήταν σήμα που έχαιρε μεγάλης φήμης.

103    Όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας, σύμφωνα με το οποίο δεν είχε την πρόθεση, στο επίμαχο σήμα, να αναπαραγάγει την κοινή δομή της οικογένειας σημάτων «Mc», έχει επισημανθεί, ανωτέρω στην σκέψη 67, ότι το τμήμα προσφυγών ορθώς θεώρησε, με τα σημεία 61 και 99 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι το επίμαχο σήμα αναπαρήγε τη δομή της οικογένειας σημάτων «Mc». Καίτοι, βεβαίως, για τους λόγους που προεξετέθησαν στην σκέψη 79, το τμήμα προσφυγών δεν μπορούσε, με το σημείο 99 της προσβαλλομένης αποφάσεως, να αντλήσει βασίμως επιχείρημα από το γεγονός ότι η προσφεύγουσα δεν εμπορευόταν, στην πράξη, παρά μόνον καφέ υπό το επίμαχο σήμα και εντεύθεν να συναγάγει ότι το επίμαχο σήμα αποσκοπούσε στην αναπαραγωγή της δομής της οικογένειας σημάτων «Mc», εντούτοις η πλάνη στην οποία, συναφώς, υπέπεσε δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της προσβαλλομένης αποφάσεως. Πράγματι, οι εν λόγω αιτιολογίες προβάλλονται επαλλήλως στην εν λόγω απόφαση και δεν μεταβάλλουν το συναγόμενο στο σημείο 61 της εν λόγω αποφάσεως συμπέρασμα, σύμφωνα με το οποίο το επίμαχο σήμα αναπαράγει την κοινή δομή της οικογένειας σημάτων «Mc». Επομένως, ορθώς, με το σημείο 99 της προσβαλλομένης αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών έκρινε ότι η ύπαρξη οικογένειας σημάτων «Mc» αποτελούσε αποφασιστικό παράγοντα που έπρεπε να ληφθεί υπόψη προκειμένου να εκτιμηθεί η ύπαρξη αθέμιτου οφέλους.

104    Όσον αφορά την αιτίαση της προσφεύγουσας που αντλείται από την έλλειψη στενής σχέσεως μεταξύ των εν λόγω υπηρεσιών και προϊόντων, πρέπει να υπομνησθεί ότι, όπως έχει επισημανθεί ανωτέρω με τη σκέψη 83, ορθώς το τμήμα προσφυγών κατέληξε, με τα σημεία 92, 95, 96 και 101 της προσβαλλομένης αποφάσεως, στο συμπέρασμα ότι υφίσταται ορισμένου βαθμού ομοιότητα μεταξύ των εν λόγω υπηρεσιών και προϊόντων, εξαιτίας των υφισταμένων μεταξύ τους στενών σχέσεων.

105    Σύμφωνα με την νομολογία που παρατίθεται ανωτέρω, στη σκέψη 95, και λαμβανομένων υπόψη των συναχθέντων ανωτέρω, στη σκέψη 73, συμπερασμάτων όσον αφορά τη σημασία του αντλούμενου από την ύπαρξη οικογένειας σημάτων «Mc» παράγοντα, όλοι οι παράγοντες που έλαβε υπόψη το τμήμα προσφυγών ήταν κρίσιμοι, προκειμένου να εκτιμηθεί σφαιρικά η ύπαρξη αθέμιτου οφέλους που αντλείται, με τη χρήση του επίμαχου σήματος, από τη φήμη του σήματος McDONALD’S.

106    Στο πλαίσιο σφαιρικής εκτιμήσεως του συνόλου των εν λόγω παραγόντων, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, όπως έχει επισημανθεί ανωτέρω, με τη σκέψη 99, ότι ήταν πολύ πιθανόν η εκμετάλλευση του επίμαχου σήματος να στηρίχθηκε στην έλξη που ασκεί το σήμα McDONALD’S, λόγω του ότι το ενδιαφερόμενο κοινό μπορούσε συνειρμικά να μεταφέρει την εικόνα του σήματος McDONALD’S ή των προβαλλόμενων με αυτό χαρακτηριστικών στα προϊόντα που προσδιορίζει το επίμαχο σήμα.

107    Όσον αφορά την αιτίαση που αντλεί η προσφεύγουσα από το γεγονός ότι το τμήμα προσφυγών, προβαίνοντας στην εν λόγω εκτίμηση, δεν έλαβε υπόψη την πραγματική κατάσταση της αγοράς, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, σύμφωνα με τη νομολογία που έχει παρατεθεί ανωτέρω, στη σκέψη 96, το τμήμα προσφυγών όφειλε μόνον να ερευνήσει κατά πόσον ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχε προσκομίσει στοιχεία που του επέτρεπαν να συναγάγει, εκ πρώτης όψεως, το συμπέρασμα ότι υφίστατο μη υποθετικός μελλοντικός κίνδυνος προσπορισμού αθέμιτου οφέλους. Ένα τέτοιο συμπέρασμα μπορούσε να συναχθεί βάσει επαγωγικών συλλογισμών που απορρέουν από ανάλυση των πιθανοτήτων και λαμβάνοντας υπόψη τις συνήθεις πρακτικές στον οικείο εμπορικό τομέα, καθώς και οποιοδήποτε άλλο πραγματικό περιστατικό της υπό κρίση υποθέσεως (απόφαση της 10ης Μαΐου 2012, Rubinstein και L’Oréal κατά ΓΕΕΑ, C‑100/11 P, EU:C:2012:285, σκέψη 95).

108    Ωστόσο, όπως προκύπτει από τη σκέψη 99 της παρούσας αποφάσεως, το τμήμα προσφυγών κατέληξε, βάσει σφαιρικής αναλύσεως των κρίσιμων στην συγκεκριμένη υπόθεση παραγόντων, στο συμπέρασμα περί υπάρξεως σοβαρού κινδύνου το ενδιαφερόμενο κοινό να συσχετίσει το επίμαχο σήμα με την οικογένεια σημάτων «Mc» και να συνδέσει νοητικώς τα αντιπαρατιθέμενα σήματα, με αποτέλεσμα την ύπαρξη σοβαρού κινδύνου προσπορισμού, δια της χρήσεως του επίμαχου σήματος, αθέμιτου οφέλους από τη φήμη του σήματος McDONALD’S.

109    Στο μέτρο που η προσφεύγουσα προσάπτει, ειδικότερα, στο τμήμα προσφυγών ότι δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα είχαν συνυπάρξει ειρηνικά στη Βουλγαρία, στην Εσθονία, στην Κύπρο, στη Λεττονία, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία, τουλάχιστον από το 1994, τα επιχειρήματά της πρέπει να απορριφθούν. Πράγματι, τα αντιπαρατιθέμενα σήματα δεν είναι δυνατόν να θεωρηθούν ότι συνυπάρχουν ή συνυπήρξαν ειρηνικά, αφού, συγκεκριμένα, η παρεμβαίνουσα υπέβαλε αίτηση κηρύξεως ακυρότητας του επίμαχου σήματος, επικαλούμενη το σήμα McDONALD’S. Εξάλλου, δεδομένου ότι η εν λόγω αίτηση υποβλήθηκε πριν συμπληρωθούν επτά μήνες από την καταχώριση του επίμαχου σήματος, ουδεμία απώλεια δικαιώματος λόγω ανοχής, κατά την έννοια του άρθρου 54, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009, είναι δυνατόν να επήλθε εν προκειμένω. Στο μέτρο που, στο πλαίσιο της υπό κρίση αιτιάσεως, η προσφεύγουσα επικαλείται, στην πράξη, την ειρηνική συνύπαρξη του σήματος McDONALD’S, όχι με το επίμαχο σήμα, αλλά με ορισμένα από τα εθνικά της σήματα, τα οποία είναι πανομοιότυπα με το επίμαχο σήμα και έχουν καταχωριστεί στη Βουλγαρία, στην Εσθονία, στην Κύπρο, στην Λεττονία, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία, τουλάχιστον από το 1994, πρέπει να επισημανθεί, όπως ορθά τονίζει η παρεμβαίνουσα, ότι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα εν λόγω σήματα συνυπήρξαν ειρηνικά από την αντίστοιχη ένταξη των οικείων κρατών μελών στην Ένωση, αυτό δεν αποδεικνύει ότι η εν λόγω συνύπαρξη υπήρξε γενική και αφορούσε το σύνολο των εθνικών σημάτων που είναι πανομοιότυπα με το επίμαχο σήμα και έχουν καταχωριστεί από την προσφεύγουσα εντός της Ένωσης. Εν προκειμένω, οι εθνικές αποφάσεις που προσκόμισε η παρεμβαίνουσα στον φάκελο της διαδικασίας ενώπιον του EUIPO αποδεικνύουν, αντιθέτως, ότι η συνύπαρξη του σήματος McDONALD’S και των εθνικών σημάτων της προσφεύγουσας, που είναι πανομοιότυπα με το επίμαχο σήμα, δεν υπήρξε «ειρηνική» στη Γερμανία, στην Ισπανία, στη Σουηδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, διότι τα εθνικά σήματα της προσφεύγουσας αποτέλεσαν το αντικείμενο πολλών διαφορών που ήχθησαν ενώπιον των δικαστηρίων των εν λόγω κρατών μελών [βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 3ης Σεπτεμβρίου 2009, Aceites del Sur-Coosur κατά Koipe, C‑498/07 P, EU:C:2009:503, σκέψη 83, και της 8ης Δεκεμβρίου 2005, Castellblanch κατά ΓΕΕΑ – Champagne Roederer (CRISTAL CASTELLBLANCH), T‑29/04, EU:T:2005:438, σκέψη 74].

110    Εν πάση περιπτώσει, όπως ορθώς επισημαίνει η παρεμβαίνουσα, η έλλειψη σοβαρού κινδύνου να συσχετίσει το ενδιαφερόμενο κοινό στα κράτη μέλη ορισμένα άλλα εθνικά σήματα της προσφεύγουσας, πανομοιότυπα με το επίμαχο σήμα, με την οικογένεια σημάτων «Mc» και να συνδέσει νοητικώς τα εν λόγω εθνικά σήματα με το σήμα McDONALD’S δεν μπορεί να συναχθεί από μόνο το γεγονός ότι η παρεμβαίνουσα δεν αντιτάχθηκε στην καταχώριση ή δεν ζήτησε την ακύρωση των εν λόγω εθνικών σημάτων [βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, όσον αφορά την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως, απόφαση της 11ης Μαΐου 2005, Grupo Sada κατά ΓΕΕΑ – Sadia (GRUPO SADA), T‑31/03, EU:T:2005:169, σκέψεις 85 και 86], και τούτο ακόμη και αν υποτεθεί ότι η χρήση των εν λόγω σημάτων ήταν σημαντικής εκτάσεως, όπως συνέβη, κατά την άποψη της προσφεύγουσας, στην Πολωνία.

111    Πράγματι, αυτή η έλλειψη αμφισβητήσεως μπορεί να οφείλεται σε πολλούς λόγους, οι οποίοι δεν συνδέονται κατ’ ανάγκη με τον τρόπο με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κοινό, εντός των εν λόγω κρατών μελών, αντιλαμβάνεται αντικειμενικώς τα οικεία σήματα. Ωστόσο, εν προκειμένω, η προσφεύγουσα δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο δυνάμενο να αποκλείσει, σε κάθε περίπτωση, τη δυνατότητα του βουλγαρικού, εσθονικού, κυπριακού, λεττονικού, ουγγρικού ή πολωνικού ευρέος κοινού να συσχετίσει τα πανομοιότυπα με το επίμαχο σήμα εθνικά σήματα της προσφεύγουσας με την οικογένεια σημάτων «Mc» και να συνδέσει νοητικώς τα εν λόγω εθνικά σήματα με το σήμα McDONALD’S (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 26ης Σεπτεμβρίου 2012, CITIGATE, T‑301/09, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2012:473, σκέψη 128 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

112    Απομένει να εξεταστεί η αιτίαση που προβάλλει, κατ’ ουσίαν, η προσφεύγουσα κατά του τμήματος προσφυγών, διότι δεν προέβη, με τα σημεία 114 έως 116 της προσβαλλομένης αποφάσεως, στη διαπίστωση ότι η προσφεύγουσα διέθετε εύλογη αιτία για τη χρήση του επίμαχου σήματος.

113    Από το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009 προκύπτει ότι ο δικαιούχος σήματος που χαίρει φήμης μπορεί να αναγκαστεί, λόγω της υπάρξεως «ευλόγου αιτίας» κατά τη διάταξη αυτή, να ανεχθεί τη χρήση σημείου παρόμοιου με το εν λόγω σήμα από τρίτον και σε σχέση με προϊόν πανομοιότυπο με εκείνο για το οποίο έχει καταχωριστεί το εν λόγω σήμα, εφόσον αποδεικνύεται ότι το σημείο αυτό χρησιμοποιήθηκε και πριν από την καταχώριση του σήματος που χαίρει φήμης και ότι η χρήση του ως προς το πανομοιότυπο προϊόν είναι καλόπιστη (βλ., συναφώς και κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2014, Leidseplein Beheer και de Vries, C‑65/12, EU:C:2014:49, σκέψη 60).

114    Εν προκειμένω, στο μέτρο που το σημείο που επικαλείται η προσφεύγουσα στο πλαίσιο της υπό κρίση αιτιάσεως αντιστοιχεί στο επίμαχο σήμα, πρέπει να επισημανθεί ότι η νομολογία που παρατίθεται ανωτέρω, στη σκέψη 113, δεν τυγχάνει εφαρμογής, για δύο λόγους. Αφενός, όπως ορθώς επισημαίνει η παρεμβαίνουσα, το επίμαχο σήμα δεν χρησιμοποιήθηκε πριν από το σήμα McDONALD’S, δεδομένου ότι το τελευταίο καταχωρίστηκε πριν το επίμαχο σήμα. Αφετέρου, όπως έχει επισημανθεί ανωτέρω, με τη σκέψη 109, δεν μπορεί να διαπιστωθεί ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα συνυπήρξαν ειρηνικά, αφού, συγκεκριμένα, η παρεμβαίνουσα προάσπισε τα δικαιώματά της επί του σήματος McDONALD’S, υποβάλλοντας, και μάλιστα εμπροθέσμως, αίτηση με την οποία ζήτησε την ακύρωση του επίμαχου σήματος.

115    Στο μέτρο που τα σημεία που επικαλείται η προσφεύγουσα στο πλαίσιο της υπό κρίση αιτιάσεως αντιστοιχούν σε εθνικά σήματα, πανομοιότυπα με το επίμαχο σήμα, τα οποία καταχώρισε στο Βέλγιο, στην Εσθονία, στην Κύπρο, στη Λετονία, στην Ουγγαρία και στην Πολωνία, τουλάχιστον από το 1994, πρέπει να διευκρινιστεί ότι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα εν λόγω σήματα συνυπήρξαν ειρηνικά με το σήμα McDONALD’S στις οικείες εθνικές αγορές, αυτό δεν συνεπάγεται, όπως έχει επισημανθεί ανωτέρω, με την σκέψη 109, ότι η παρεμβαίνουσα ανέχεται ή οφείλει να ανεχθεί τη χρήση του επίμαχου σήματος στο σύνολο της αγοράς της Ένωσης.

116    Κατά συνέπεια, ορθώς το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε, με τα σημεία 114 έως 116 της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι η προσφεύγουσα δεν διέθετε εύλογη αιτία για τη χρήση του επίμαχου σήματος.

117    Δεδομένου ότι καμία από τις αιτιάσεις που προέβαλε η προσφεύγουσα δεν ευδοκίμησε, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η υπό κρίση προσφυγή.

 Επί των δικαστικών εξόδων

118    Κατά το άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου.

119    Επειδή η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με τα αιτήματα του EUIPO και της παρεμβαίνουσας.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει τη Future Enterprises Pte Ltd στα δικαστικά έξοδα.

Kanninen

Pelikánová

Buttigieg

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 5 Ιουλίου 2016.

Περιεχόμενα


Ιστορικό της διαφοράς

Αιτήματα των διαδίκων

Σκεπτικό

Προκαταρκτικές παρατηρήσεις ως προς το νομικό πλαίσιο και το αντικείμενο της διαφοράς

Επί της υπάρξεως ορισμένου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων

Επί της συνδέσεως, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, των αντιπαρατιθεμένων σημάτων

Επί της υπάρξεως της οικογένειας σημάτων «Mc», ως παράγοντος που ασκεί επιρροή προκειμένου να εκτιμηθεί η δημιουργία, στην αντίληψη του ενδιαφερομένου κοινού, συνδέσμου μεταξύ των αντιπαρατιθεμένων σημάτων

– Επί της πραγματικής χρήσεως ικανού αριθμού προγενέστερων σημάτων, ώστε αυτά να αποτελούν «οικογένεια» σημάτων

– Επί της παρουσίας, στο επίμαχο σήμα, στοιχείων ικανών να το συνδέσουν με την οικογένεια σημάτων «Mc»

Επί της υπάρξεως ορισμένου βαθμού ομοιότητας μεταξύ των εν λόγω υπηρεσιών και προϊόντων

Επί του κινδύνου προσπορισμού αθέμιτου οφέλους από τη φήμη του σήματος McDONALD’S μέσω της άνευ ευλόγου αιτίας χρήσεως του επίμαχου σήματος

Επί των δικαστικών εξόδων


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.