Language of document : ECLI:EU:T:2013:80

Υπόθεση T‑492/10

Melli Bank plc

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

«Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα ληφθέντα κατά του Ιράν, με σκοπό την παρεμπόδιση της διαδόσεως των πυρηνικών όπλων — Δέσμευση κεφαλαίων — Οντότητα ελεγχόμενη κατά 100 % από οντότητα της οποίας η συμμετοχή στη διάδοση των πυρηνικών όπλων έχει αναγνωρισθεί — Ένσταση ελλείψεως νομιμότητας — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Δικαιώματα άμυνας — Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα)
της 20ής Φεβρουαρίου 2013

1.      Διαδικασία — Απόφαση ή κανονισμός που αντικαθιστά την προσβαλλόμενη πράξη κατά την εκκρεμοδικία — Νέο στοιχείο — Διεύρυνση των αρχικών αιτημάτων και των αρχικών ισχυρισμών

2.      Ευρωπαϊκή Ένωση — Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας — Περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν — Δέσμευση των κεφαλαίων προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που, όπως έχει αναγνωρισθεί από το Συμβούλιο, μετέχουν στη διάδοση των πυρηνικών όπλων — Υποχρέωση επεκτάσεως του μέτρου αυτού στις οντότητες που ανήκουν σε μια τέτοια οντότητα ή ελέγχονται από αυτήν — Χαρακτήρας μιας οντότητας ως ανήκουσας ή ελεγχόμενης — Εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης — Το Συμβούλιο δεν έχει εξουσία εκτιμήσεως

(Κανονισμοί του Συμβουλίου 961/2010, άρθρο 16 § 2, στοιχείο a΄, και 267/2012, άρθρο 23 § 2, στοιχείο a΄· απόφαση 2010/413 του Συμβουλίου, άρθρο 20 § 1, στοιχείο β΄)

3.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολόγηση — Υποχρέωση — Περιεχόμενο — Περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν — Δέσμευση των κεφαλαίων προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που μετέχουν στη διάδοση των πυρηνικών όπλων ή την υποστηρίζουν — Ελάχιστες απαιτήσεις

(Άρθρο 296, εδ. 2, ΣΛΕΕ· κανονισμοί του Συμβουλίου 961/2010, άρθρο 36 § 3, και 267/2012, άρθρο 46 § 3· απόφαση 2010/413 του Συμβουλίου, άρθρο 24 § 3)

4.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αρχές — Δικαιώματα άμυνας — Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας — Περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν — Δέσμευση των κεφαλαίων προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που μετέχουν στη διάδοση των πυρηνικών όπλων ή την υποστηρίζουν — Υποχρέωση κοινοποιήσεως των επιβαρυντικών στοιχείων — Περιεχόμενο

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 47· κοινή θέση 2001/931 του Συμβουλίου, άρθρα 1 §§ 4 και 6)

5.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αρχές — Δικαιώματα άμυνας — Περιοριστικά μέτρα κατά του Ιράν — Δέσμευση των κεφαλαίων προσώπων, οντοτήτων ή οργανισμών που μετέχουν στη διάδοση των πυρηνικών όπλων ή την υποστηρίζουν — Δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Δικαίωμα εξαρτώμενο από την υποβολή σχετικής αιτήσεως προς το Συμβούλιο

(Κανονισμοί του Συμβουλίου 423/2007, 961/2010 και 267/2012· απόφαση 2010/413 του Συμβουλίου)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 42)

2.      Όταν δεσμεύονται τα κεφάλαια μιας οντότητας ως προς την οποία έχει αναγνωρισθεί ότι μετέχει στη διάδοση των πυρηνικών όπλων, υπάρχει ο μη αμελητέος κίνδυνος η οντότητα αυτή να ασκήσει πίεση στις οντότητες που ελέγχει ή που της ανήκουν, προκειμένου να καταστρατηγήσουν το αποτέλεσμα των εις βάρος της μέτρων. Κατά συνέπεια, προκειμένου περί περιοριστικών μέτρων κατά του Ιράν, όπως είναι η δέσμευση των κεφαλαίων των οντοτήτων αυτών, η οποία επιβάλλεται στο Συμβούλιο από το άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της αποφάσεως 2010/143, το άρθρο 16, παράγραφος 2, του κανονισμού 961/2010 και το άρθρο 23, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού 267/2012, η δέσμευση αυτή είναι αναγκαία και πρόσφορη για τη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας των μέτρων που ελήφθησαν και προς αποτροπή της καταστρατηγήσεως των μέτρων αυτών. Επιπλέον, όταν οντότητα ανήκει κατά 100 % σε οντότητα θεωρούμενη ως εμπλεκόμενη στη διάδοση των πυρηνικών όπλων, πληρούται η προϋπόθεση του ελέγχου την οποία προβλέπουν το άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της αποφάσεως 2010/143, το άρθρο 16, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού 961/2010. Το ίδιο συμπέρασμα ισχύει ως προς την έννοια της οντότητας που «ανήκει» σε μια οντότητα η οποία θεωρείται ως εμπλεκόμενη στη διάδοση των πυρηνικών όπλων, την οποία προβλέπει το άρθρο 23, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού 267/2012. Συνεπώς, η λήψη περιοριστικών μέτρων εις βάρος μιας οντότητας ελεγχόμενης κατά 100 % από οντότητα θεωρηθείσα ως εμπλεκόμενη στη διάδοση των πυρηνικών όπλων ή ανήκουσας κατά 100 % στην οντότητα αυτή δεν απορρέει από εκτίμηση του Συμβουλίου ως προς τον κίνδυνο να ωθηθεί η οντότητα αυτή στην καταστρατήγηση των μέτρων που έχουν ληφθεί εις βάρος της μητρικής οντότητας, αλλά απορρέει ευθέως από την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της αποφάσεως 2010/413, του κανονισμού 961/2010 και του κανονισμού 267/2012, όπως έχουν ερμηνευθεί από τον δικαστή της Ένωσης.

(βλ. σκέψεις 55-57, 96)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 67-69)


4.      Η αρχή του σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας επιτάσσει, αφενός, να γνωστοποιούνται στην ενδιαφερόμενη οντότητα τα στοιχεία που προβάλλονται εις βάρος της προς στήριξη της βλαπτικής γι’ αυτήν πράξεως. Αφετέρου, πρέπει να της παρέχεται η δυνατότητα να υποστηρίξει λυσιτελώς την άποψή της σε σχέση με τα στοιχεία αυτά.

Ως εκ τούτου, όσον αφορά την πρώτη πράξη με την οποία δεσμεύονται τα κεφάλαια μιας οντότητας, τα επιβαρυντικά στοιχεία πρέπει να κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο είτε ταυτοχρόνως με την έκδοση της οικείας πράξεως είτε το συντομότερο δυνατό μετά την έκδοση αυτής, εκτός εάν δεν το επιτρέπουν επιτακτικοί λόγοι αφορώντες την ασφάλεια της Ένωσης ή των κρατών μελών της ή τον χειρισμό των διεθνών σχέσεών τους. Κατόπιν αιτήσεως της ενδιαφερόμενης οντότητας, η τελευταία δικαιούται να υποστηρίξει την άποψή της σε σχέση με τα στοιχεία αυτά και αφού εκδοθεί η πράξη. Υπό τις ίδιες επιφυλάξεις, κάθε επακόλουθης αποφάσεως περί δεσμεύσεως κεφαλαίων πρέπει, κατ’ αρχήν, να προηγείται κοινοποίηση των νέων επιβαρυντικών στοιχείων και εκ νέου παροχή στην οικεία οντότητα της δυνατότητας να υποστηρίξει την άποψή της.

Εξάλλου, όσον αφορά την αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, η αποτελεσματικότητα του δικαστικού ελέγχου συνεπάγεται ότι η οικεία αρχή της Ένωσης οφείλει να γνωστοποιήσει στη θιγόμενη οντότητα τους λόγους για τους οποίους λαμβάνεται ένα περιοριστικό μέτρο, κατά το μέτρο του δυνατού, είτε κατά τον χρόνο λήψεως του εν λόγω μέτρου είτε, τουλάχιστον, το ταχύτερο δυνατό μετά τη λήψη του, ώστε να παρασχεθεί στη θιγόμενη οντότητα η δυνατότητα να ασκήσει, εμπροθέσμως, το δικαίωμά της για προσφυγή. Η τήρηση της υποχρεώσεως γνωστοποιήσεως των λόγων αυτών είναι, πράγματι, αναγκαία προκειμένου να παρασχεθεί στους αποδέκτες των περιοριστικών μέτρων η δυνατότητα να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες και να αποφασίσουν, έχοντας γνώση όλων των στοιχείων, αν είναι πρόσφορο να προσφύγουν στον δικαστή της Ένωσης, αλλά και προκειμένου να παρασχεθεί πλήρως στον δικαστή αυτόν η δυνατότητα ασκήσεως του ελέγχου νομιμότητας της επίμαχης κοινοτικής πράξεως για τον οποίο είναι αρμόδιος.

(βλ. σκέψεις 71, 72, 74)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 73)