Language of document : ECLI:EU:T:2015:476

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ένατο τμήμα)

της 8ης Ιουλίου 2015 (*)

«Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών — Διαγωνισμός — Παροχή υπηρεσιών πληροφορικής για την ανάπτυξη και συντήρηση λογισμικού, συμβουλευτικών υπηρεσιών και υποστήριξης για διαφόρων ειδών εφαρμογές στον τομέα της πληροφορικής — Κατάταξη της προσφοράς διαγωνιζομένου σε σειρά προτεραιότητας για διάφορες παρτίδες και κατάταξη των προσφορών άλλων διαγωνιζομένων — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Κριτήριο αναθέσεως — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως — Εξωσυμβατική ευθύνη»

Στην υπόθεση T‑536/11,

European Dynamics Luxembourg SA, με έδρα το Ettelbrück (Λουξεμβούργο),

European Dynamics Belgium SA, με έδρα τις Βρυξέλλες (Βέλγιο),

Ευρωπαϊκή Δυναμική – Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής ΑΕ, με έδρα την Αθήνα (Ελλάδα),

εκπροσωπούμενες από τους Ν. Κορογιαννάκη, Μ. Δερμιτζάκη και Ν. Θεολόγου, δικηγόρους,

προσφεύγουσες-ενάγουσες,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης, αρχικώς, από την S. Delaude και τον V. Savov και, στη συνέχεια, από την S. Delaude, επικουρούμενους από τον M. O Graber-Soudry, solicitor,

καθής-εναγομένης,

με αντικείμενο, αφενός, αίτημα ακυρώσεως της αποφάσεως της Υπηρεσίας Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22ας Ιουλίου 2011 να κατατάξει τις προσφεύγουσες-ενάγουσες [στο εξής: προσφεύγουσες], όσον αφορά τις προσφορές που είχαν υποβάλει στο πλαίσιο του διαγωνισμού AO 10340, για την παροχή υπηρεσιών πληροφορικής για την ανάπτυξη και συντήρηση λογισμικού, συμβουλευτικών υπηρεσιών και υποστήριξης για διαφόρων ειδών εφαρμογές στον τομέα της πληροφορικής (ΕΕ 2011/S 66-106099), στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1, στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 4 και στη δεύτερη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 3, καθώς και των αποφάσεων περί αναθέσεως των επίμαχων συμβάσεων σε άλλους διαγωνιζομένους ως προς την κατάταξή τους, και, αφετέρου, αίτημα αποζημιώσεως,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ένατο τμήμα),

συγκείμενο από τους O. Czúcz, προεδρεύοντα, I. Pelikánová και A. Popescu (εισηγητή), δικαστές,

γραμματέας: L. Grzegorczyk, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 25ης Σεπτεμβρίου 2014,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση (1)

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Με προκήρυξη διαγωνισμού που δημοσιεύθηκε στις 5 Απριλίου 2011 στο Συμπλήρωμα της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2011/S 66‑106099), διορθωτικό της οποίας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα (ΕΕ 2011/S 70‑113065), η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: OP) προκήρυξε τον διαγωνισμό AO 10340 («Υπηρεσίες πληροφορικής — ανάπτυξη λογισμικού, συντήρηση, παροχή συμβούλων και υποστήριξης για διαφόρων ειδών εφαρμογές στον τομέα της πληροφορικής»).

2        Σύμφωνα με την προκήρυξη του διαγωνισμού, οι επίμαχες υπηρεσίες πληροφορικής είχαν κατανεμηθεί σε τέσσερις παρτίδες, από τις οποίες σχετικές με την παρούσα υπόθεση είναι οι εξής τρεις:

–        παρτίδα αριθ. 1, για «Στήριξη και ειδικευμένες διοικητικές εφαρμογές»·

–        παρτίδα αριθ. 3, για «Αλυσίδες παραγωγής και υποδοχής»·

–        παρτίδα αριθ. 4, για «Υπηρεσίες παροχής συμβουλών και συνδρομής σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των σχεδίων της τεχνολογίας της πληροφορίας».

3        Σκοπός του διαγωνισμού ήταν η σύναψη, για κάθε παρτίδα, νέων συμβάσεων-πλαισίων παροχής υπηρεσιών, προς αντικατάσταση συμβάσεων-πλαισίων που επρόκειτο να λήξουν.

4        Με τη συγγραφή υποχρεώσεων, η OP διευκρίνιζε ότι οι διαγωνιζόμενοι θα επιλεγούν με τον «μηχανισμό προτεραιότητας» και ότι, για κάθε παρτίδα, θα συναφθούν τετραετούς διάρκειας συμβάσεις-πλαίσια με τους διαγωνιζομένους που έχουν υποβάλει τις τρεις πλέον συμφέρουσες προσφορές. Κατά τη σύναψη ειδικών για κάθε παρτίδα συμβάσεων, η OP απευθυνόταν πρώτα στην επιχείρηση της οποίας η προσφορά είχε χαρακτηριστεί ως η καλύτερη με κριτήριο τη σχέση ποιότητας-τιμής. Εάν η πρώτη επιχείρηση δεν ήταν σε θέση να παράσχει τη ζητούμενη υπηρεσία ή δεν ενδιαφερόταν, η OP απευθυνόταν στην επιχείρηση που είχε καταταγεί δεύτερη. Εάν και η δεύτερη επιχείρηση δεν ήταν σε θέση να παράσχει τη ζητούμενη υπηρεσία ή δεν ενδιαφερόταν, η OP απευθυνόταν στην επιχείρηση που είχε καταταγεί τρίτη.

5        Στο σημείο 2.1 της συγγραφής υποχρεώσεων αναφέρεται ότι η αξιολόγηση των προσφορών περιλαμβάνει τρία κύρια στάδια: κατά το πρώτο στάδιο εφαρμόζονται τα κριτήρια αποκλεισμού (σημείο 2.5 της συγγραφής υποχρεώσεων), κατά το δεύτερο εφαρμόζονται τα κριτήρια επιλογής (σημείο 2.6 της συγγραφής υποχρεώσεων) και κατά το τρίτο στάδιο πραγματοποιείται η τεχνική και οικονομική αξιολόγηση της προσφοράς βάσει των κριτηρίων αναθέσεως (σημεία 2.7 και 2.8 της συγγραφής υποχρεώσεων.

6        Στο πλαίσιο της τεχνικής αξιολογήσεως, όσον αφορά τις παρτίδες αριθ. 1 και 3, στο σημείο 2.7.2 της συγγραφής υποχρεώσεων παρατίθενται πέντε κριτήρια αναθέσεως, ως εξής:

–        κριτήριο 1: «Συνολική ποιότητα της παρουσιάσεως της απαντήσεως του διαγωνιζομένου» (στο εξής: όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 1, κριτήριο 1.1 και, όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 3, κριτήριο 3.1) (μέγιστη βαθμολογία: 5 βαθμοί από τους 100)·

–        κριτήριο 2: «Σχεδιασμός του διαγωνιζομένου σχετικά με τη διασφάλιση της ποιότητας και τη διαχείριση του έργου κατά την εκτέλεση της συμβάσεως» (στο εξής: όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 1, κριτήριο 1.2 και, για την παρτίδα αριθ. 3, κριτήριο 3.2) (μέγιστη βαθμολογία: 40 βαθμοί από τους 100)·

–        κριτήριο 3: «Τεχνικά προσόντα του προσωπικού στο οποίο θα ανατεθεί η εκτέλεση των εργασιών» (στο εξής: όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 1, κριτήριο 1.3 και, όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 3, κριτήριο 3.3) (μέγιστη βαθμολογία: 25 σκέψεις από τους 100)·

–        κριτήριο 4: «Πρόταση του διαγωνιζομένου σε περίπτωση αναλήψεως ή μεταβιβάσεως» (στο εξής: όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 1, κριτήριο 1.4 και, όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 3, κριτήριο 3.4) (μέγιστη βαθμολογία: 10 σκέψεις από τους 100)·

–        κριτήριο 5: «Πρόταση του διαγωνιζομένου σχετικά με συμφωνία ως προς το επίπεδο της υπηρεσίας» (στο εξής: όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 1, κριτήριο 1.5 και, όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 3, κριτήριο 3.5) (μέγιστη βαθμολογία: 20 βαθμοί από τους 100).

7        Στο πλαίσιο της τεχνικής αξιολογήσεως, όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 4, στο σημείο 2.7.2. της συγγραφής υποχρεώσεων παρατίθενται τρία κριτήρια αναθέσεως, ως εξής:

–        κριτήριο 1: «Συνολική ποιότητα της παρουσιάσεως της απαντήσεως του διαγωνιζομένου» (στο εξής: κριτήριο 4.1) (μέγιστη βαθμολογία: 5 βαθμοί από τους 100)·

–        κριτήριο 2: «Σχεδιασμός του διαγωνιζομένου σχετικά με τη διασφάλιση της ποιότητας και τη διαχείριση του έργου κατά την εκτέλεση της συμβάσεως» (στο εξής: κριτήριο 4.2) (μέγιστη βαθμολογία: 55 βαθμοί από τους 100)·

–        κριτήριο 3: «Τεχνικά προσόντα του προσωπικού στο οποίο θα ανατεθεί η εκτέλεση των εργασιών» (στο εξής: κριτήριο 4.3) (μέγιστη βαθμολογία: 40 βαθμοί από τους 100).

8        Για κάθε μία από τις παρτίδες αυτές, τα κριτήρια αναθέσεως βαθμολογούνταν με 100 βαθμούς. Μόνον οι προσφορές που θα λάμβαναν το ήμισυ τουλάχιστον των βαθμών για κάθε κριτήριο και τουλάχιστον 65 βαθμούς συνολικά θα εξετάζονταν για τη σύναψη συμβάσεως. Κάθε προσφορά αξιολογούνταν προκειμένου να διαπιστωθεί σε ποιο βαθμό ικανοποιεί τις προβλεπόμενες απαιτήσεις, επιλέχθηκε δε η προσφορά που κρίθηκε καλύτερη με το κριτήριο της σχέσεως ποιότητας-τιμής. Τόσο η ποιότητα, δηλαδή η τεχνική αξιολόγηση, όσο και η τιμή, δηλαδή η οικονομική αξιολόγηση, λαμβάνονται υπόψη κατά 50 % εκάστη (σημείο 2.9 της συγγραφής υποχρεώσεων).

9        Στις 17 Μαΐου 2011, οι προσφεύγουσες European Dynamics Luxembourg SA, European Dynamics Belgium SA και Ευρωπαϊκή Δυναμική – Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής ΑΕ, οι οποίες είχαν συστήσει κοινοπραξία, υπέβαλαν προσφορές για τις παρτίδες αριθ. 1, 3 και 4.

10      Την 1η Ιουλίου 2011, καταρτίστηκε η έκθεση αξιολογήσεως για τις παρτίδες αριθ. 1 και 4 και, στις 4 Ιουλίου 2011 για την παρτίδα αριθ. 3, σύμφωνα με το άρθρο 147, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2342/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (EK, Ευρατόμ) 1605/2002 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του Δημοσιονομικού Κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 357, σ. 1, στο εξής: κανόνες εφαρμογής).

11      Στις 13 Ιουλίου 2011, η επιτροπή αγορών και συμβάσεων, συμβουλευτικό όργανο της OP στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, γνωμοδότησε θετικά όσον αφορά την απόφαση αναθέσεως για τις παρτίδες αριθ. 1, 3 και 4, σύμφωνα με τη σύσταση που είχαν διατυπώσει οι επιτροπές αξιολογήσεως με τις εκθέσεις τους. Στις 14 Ιουλίου 2011, ο δευτερεύων διατάκτης εξέδωσε την απόφαση αναθέσεως, σύμφωνα με την γνωμοδότηση αυτή και τις συστάσεις της επιτροπής αξιολογήσεως.

12      Στις 18 Ιουλίου 2011, η επιτροπή αξιολογήσεως εξέδωσε διορθωτικό επί της αρχικής εκθέσεώς της της 1ης Ιουλίου 2011, σχετικά με την αξιολόγηση των προσφορών για την παρτίδα αριθ. 1. Στις 21 Ιουλίου 2011, η επιτροπή αγορών και συμβάσεων της OP διαβίβασε στον δευτερεύοντα διατάκτη σημείωμα με το οποίο του γνωστοποιούσε τη διόρθωση της γνωμοδοτήσεώς της της 13ης Ιουλίου 2011 σχετικά με την παρτίδα αριθ. 1. Στις 22 Ιουλίου 2011, ο δευτερεύων διατάκτης εξέδωσε διορθωμένη απόφαση αναθέσεως, λόγω υπολογιστικού σφάλματος στην έκθεση αξιολογήσεως όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 1.

13      Με έγγραφο της 22ας Ιουλίου 2011, η OP γνωστοποίησε στις προσφεύγουσες την κατάταξη των προσφορών για κάθε παρτίδα, και συγκεκριμένα ότι η προσφορά τους είχε καταταγεί τρίτη στη σειρά προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1, τρίτη για την παρτίδα αριθ. 4 και δεύτερη για την παρτίδα αριθ. 3, καθώς και τις επωνυμίες των λοιπών διαγωνιζομένων των οποίων οι προσφορές είχαν γίνει δεκτές για τις παρτίδες αριθ. 1, 3 και 4 (στο εξής, από κοινού: προτιμηθέντες διαγωνιζόμενοι). Ανέφερε, συγκεκριμένα, ότι, όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 1, οι προσφορές της κοινοπραξίας Sword-Siveco (στο εξής: Sword-Siveco) και της Logica Luxembourg (στο εξής: Logica) είχαν καταταγεί στην πρώτη και τη δεύτερη θέση, αντιστοίχως, στη σειρά προτεραιότητας, ότι, όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 3, η προσφορά της ARHS Cube είχε καταταγεί πρώτη στη σειρά προτεραιότητας και ότι, όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 4, οι προσφορές της Novitech και της Logica είχαν καταταγεί στην πρώτη και τη δεύτερη θέση, αντιστοίχως, στη σειρά προτεραιότητας (στο εξής, από κοινού: λοιποί προτιμηθέντες διαγωνιζόμενοι). Επιπλέον, η OP γνωστοποίησε τη βαθμολογία που είχε δοθεί στις προσφορές αυτές κατά την τεχνική αξιολόγηση, τις τιμές που είχαν προταθεί με τις εν λόγω προσφορές, καθώς και τη σχέση ποιότητας-τιμής που παρουσίαζε εκάστη εξ αυτών. Τέλος, γνωστοποίησε στις προσφεύγουσες ότι είχαν τη δυνατότητα να ζητήσουν συμπληρωματικές διευκρινίσεις σχετικά με την κατάταξη των προσφορών τους σε σειρά προτεραιότητας για κάθε παρτίδα, καθώς και για τα χαρακτηριστικά και τα πλεονεκτήματα των προσφορών που είχαν καταταγεί σε καλύτερη θέση από τις δικές τους.

14      Με έγγραφο της 22ας Ιουλίου 2011, οι προσφεύγουσες ζήτησαν από την OP τις εξής πληροφορίες: πρώτον, τα ονόματα του ή των δυνητικών υπεργολάβων που μετέχουν στις κοινοπραξίες των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων και τα ποσοστά των συμβάσεων που τους έχουν ανατεθεί, δεύτερον, τη βαθμολογία που συγκέντρωσαν, για καθένα από τα τεχνικά κριτήρια αναθέσεως, όλες οι προσφορές τους, καθώς και οι προσφορές των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων, τρίτον, ανάλυση των προτερημάτων και των αδυναμιών των προσφορών τους και των προσφορών των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων, τέταρτον, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των προσφορών, καθώς και τις συμπληρωματικές ή καλύτερες υπηρεσίες τις οποίες είχαν συμπεριλάβει σε αυτές οι λοιποί προτιμηθέντες διαγωνιζόμενοι, πέμπτον, αναλυτικό αντίγραφο της εκθέσεως αξιολογήσεως και, έκτον, τα ονόματα των μελών της επιτροπής αξιολογήσεως.

15      Στις 27 Ιουλίου 2011, η OP γνωστοποίησε στις προσφεύγουσες, όσον αφορά τις παρτίδες αριθ. 1, 3 και 4, τις επωνυμίες των υπεργολάβων που μετείχαν στις κοινοπραξίες των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων και τα ποσοστά των συμβάσεων που είχαν ανατεθεί σε αυτούς. Κοινοποίησε επίσης στις προσφεύγουσες απόσπασμα των εκθέσεων αξιολογήσεως με πληροφορίες σχετικά με τις προσφορές τους και τις προσφορές των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων ως προς τις προαναφερθείσες παρτίδες. Τέλος, γνωστοποίησε στις προσφεύγουσες ότι δεν είναι δυνατόν να δημοσιοποιηθούν τα ονόματα των μελών της επιτροπής αξιολογήσεως.

16      Με έγγραφο της 5ης Αυγούστου 2011, οι προσφεύγουσες παραπονέθηκαν ότι οι πληροφορίες που είχαν παρασχεθεί από την OP, δια των αποσπασμάτων των εκθέσεων της επιτροπής αξιολογήσεως, ήταν σύντομες και περιορισμένες. Υποστήριξαν ότι η αξιολόγηση των προσφορών τους βαρύνεται πολλαπλώς με σοβαρή και πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως.

17      Με έγγραφο της 29ης Αυγούστου 2011, η OP γνωστοποίησε στις προσφεύγουσες ότι διατηρεί τις αποφάσεις αναθέσεως ως προς τις επίμαχες συμβάσεις. Τους γνωστοποίησε επίσης την απόφασή της να προβεί στην υπογραφή συμβάσεων-πλαισίων με τους προτιμηθέντες διαγωνιζομένους.

 Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

18      Με δικόγραφο που κατέθεσαν στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 2 Οκτωβρίου 2011, οι προσφεύγουσες άσκησαν την υπό κρίση προσφυγή-αγωγή [στο εξής: προσφυγή].

19      Κατόπιν της μεταβολής της συνθέσεως των τμημάτων του Γενικού Δικαστηρίου, ο εισηγητής δικαστής τοποθετήθηκε στο ένατο τμήμα, στο οποίο, κατά συνέπεια, ανατέθηκε η υπό κρίση υπόθεση. Λόγω κωλύματος ενός εκ των μελών του ενάτου τμήματος, ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου όρισε, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 32, παράγραφος 3, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου της 2ας Μαΐου 2001, άλλον δικαστή για να συμπληρωθεί η σύνθεση του τμήματος.

20      Κατόπιν εκθέσεως του εισηγητή δικαστή, το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) αποφάσισε να προχωρήσει στην προφορική διαδικασία. Οι διάδικοι αγόρευσαν και απάντησαν στις ερωτήσεις του Γενικού Δικαστηρίου κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 25ης Σεπτεμβρίου 2014.

21      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Επιτροπή προσκόμισε έγγραφο με τίτλο «Corrigendum to Report of works of the Evaluation Committee evaluating offers submitted in response to the call for tenders N° 10340 lot 1» (Διορθωτικό στην Έκθεση των εργασιών της επιτροπής αξιολογήσεως των προσφορών που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο του διαγωνισμού [AO] 10340, παρτίδα αριθ. 1), το οποίο προστέθηκε στη δικογραφία χωρίς οι προσφεύγουσες να διατυπώσουν συναφώς αντιρρήσεις.

22      Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την απόφαση της 22ας Ιουλίου 2011 της OP να κατατάξει τις προσφορές τους στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1, στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 4 και στη δεύτερη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 3,

–        να ακυρώσει όλες τις σχετικές αποφάσεις της OP, μεταξύ άλλων και «τις αποφάσεις περί αναθέσεως των επίμαχων συμβάσεων στον πρώτο και τον δεύτερο ανάδοχο στη σειρά προτεραιότητας»,

–        να υποχρεωθεί η OP, βάσει των άρθρων 256 ΣΛΕΕ, 268 ΣΛΕΕ και 340 ΣΛΕΕ, να τους καταβάλει 3 450 000 ευρώ ως αποζημίωση για τις ζημίες που υπέστησαν λόγω της επίμαχης διαδικασίας αναθέσεως,

–        να υποχρεωθεί η OP, βάσει των άρθρων 256 ΣΛΕΕ, 268 ΣΛΕΕ και 340 ΣΛΕΕ, να τους καταβάλει αποζημίωση ύψους 345 000 ευρώ έναντι διαφυγόντος κέρδους και λόγω πλήγματος στη φήμη και την αξιοπιστία τους,

–        να καταδικάσει την OP στα δικαστικά έξοδα και τις λοιπές δαπάνες εκδικάσεως της υπό κρίση προσφυγής.

23      Η Επιτροπή ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή ως αβάσιμη,

–        να καταδικάσει τις προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα.

24      Με το υπόμνημα απαντήσεως, οι προσφεύγουσες μείωσαν το ύψος της αποζημιώσεως που ζητούν για τις ζημίες που υπέστησαν λόγω της επίμαχης διαδικασίας αναθέσεως σε 2 800 000 ευρώ και της αποζημιώσεως που ζητούν έναντι διαφυγόντος κέρδους και λόγω πλήγματος στη φήμη και την αξιοπιστία τους σε 280 000 ευρώ.

25      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, οι προσφεύγουσες παραιτήθηκαν από το τρίτο αίτημά τους, όπερ σημειώθηκε στα πρακτικά της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως.

26      Επιπλέον, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, οι προσφεύγουσες διευκρίνισαν, απαντώντας σε σχετική ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, ότι ως «αποφάσεις περί αναθέσεως των επίμαχων συμβάσεων στον πρώτο και τον δεύτερο ανάδοχο στη σειρά προτεραιότητας» εννοούν τις αποφάσεις περί αναθέσεως των επίμαχων συμβάσεων στους λοιπούς προτιμηθέντες διαγωνιζομένους, κατά το μέρος που αφορούν την κατάταξή τους. Επιπλέον, οι προσφεύγουσες διευκρίνισαν ότι η φράση «όλες τις σχετικές αποφάσεις» στο δεύτερο αίτημά τους αφορά μόνον τις αποφάσεις περί αναθέσεως των επίμαχων συμβάσεων στους λοιπούς προτιμηθέντες διαγωνιζομένους, κατά το μέρος που αφορούν την κατάταξή τους.

27      Τέλος, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, οι προσφεύγουσες, απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, ζήτησαν να καταδικαστεί η Επιτροπή και όχι η OP στα δικαστικά έξοδα, όπερ σημειώθηκε στα πρακτικά της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως.

 Σκεπτικό

28      Οι προσφεύγουσες υπέβαλαν αίτημα ακυρώσεως, καθώς και αίτημα αποζημιώσεως.

 I – Επί του αιτήματος ακυρώσεως

29      Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει, καταρχάς, ότι, από τα αιτήματα των προσφευγουσών, όπως αυτά διατυπώθηκαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, προκύπτει ότι το πλαίσιο του αιτήματος ακυρώσεως πρέπει να περιοριστεί στην εξέταση της νομιμότητας των αποφάσεων περί κατατάξεως των προσφορών των προσφευγουσών στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1, στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 4 και στη δεύτερη θέση της σειράς προτεραιότητας όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 3, καθώς και των αποφάσεων περί αναθέσεως των επίμαχων δημοσίων συμβάσεων στους λοιπούς προτιμηθέντες διαγωνιζομένους κατά το μέρος που αφορούν την κατάταξή τους.

30      Εξάλλου, λόγω της στενής σχέσεως μεταξύ των αποφάσεως περί κατατάξεως της προσφοράς των προσφευγουσών σε σειρά προτεραιότητας για τις επιμέρους παρτίδες και των αποφάσεων περί αναθέσεως των επίμαχων συμβάσεων στους λοιπούς προτιμηθέντες διαγωνιζομένους κατά το μέρος που αφορούν την κατάταξή τους και στον βαθμό που η επιχειρηματολογία των προσφευγουσών επικεντρώνεται στις αποφάσεις περί κατατάξεως των προσφορών τους, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο να εξετάσει πρώτα τη νομιμότητα των δεύτερων.

31      Προς στήριξη του αιτήματος ακυρώσεως των αποφάσεων περί κατατάξεως της προσφοράς τους στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1, στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 4 και στη δεύτερη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 3, οι προσφεύγουσες προβάλλουν τρεις λόγους. Ο πρώτος αφορά παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως λόγω μη γνωστοποιήσεως των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των προσφορών των προτιμηθέντων διαγωνιζομένων και λόγω μη τηρήσεως των διατάξεων του άρθρου 100, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 248, σ. 1, στο εξής: δημοσιονομικός κανονισμός). Ο δεύτερος λόγος αφορά παραβίαση της συγγραφής υποχρεώσεων λόγω της εφαρμογής κριτηρίου αναθέσεως κατά παράβαση του άρθρου 97 του δημοσιονομικού κανονισμού και του άρθρου 138 του κανονισμού 2342/2002. Ο τρίτος λόγος αφορά πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, αόριστες και αστήρικτες εκτιμήσεις της επιτροπής αξιολογήσεως, εκ των υστέρων τροποποίηση των κριτηρίων αναθέσεως που περιλαμβάνονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού, κριτήρια μη εγκαίρως γνωστοποιηθέντα στους διαγωνιζομένους, καθώς και ανάμειξη των κριτηρίων επιλογής και των κριτηρίων αναθέσεως.

32      Επισημαίνεται ότι οι τρεις λόγοι ακυρώσεως προβάλλονται προς στήριξη τόσο του αιτήματος ακυρώσεως των αποφάσεων περί κατατάξεως των προσφορών των προσφευγουσών στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1 και στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 4, όσο και του αιτήματος ακυρώσεως της αποφάσεως περί κατατάξεως της προσφοράς των προσφευγουσών στη δεύτερη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 3.

33      Συναφώς, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, όπως ανέφεραν οι προσφεύγουσες και η Επιτροπή, η OP διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια όσον αφορά τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη σύναψη συμβάσεως κατόπιν διαγωνισμού και ότι ο έλεγχος του Γενικού Δικαστηρίου πρέπει να περιορίζεται στον έλεγχο της τηρήσεως των κανόνων διαδικασίας και αιτιολογήσεως καθώς και στον έλεγχο της ουσιαστικής ακρίβειας των πραγματικών περιστατικών, της ελλείψεως πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως και καταχρήσεως εξουσίας (βλ., συναφώς, απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2011, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής, T‑377/07, EU:T:2011:731, σκέψη 22 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

 A — Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, σχετικά με παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως λόγω μη γνωστοποιήσεως των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των προσφορών των προτιμηθέντων διαγωνιζομένων και λόγω μη τηρήσεως των διατάξεων του άρθρου 100, παράγραφος 2, του δημοσιονομικού κανονισμού

34      Οι προσφεύγουσες χαρακτηρίζουν ανεπαρκή τη γνωστοποιηθείσα από την OP αιτιολογία. Συγκεκριμένα, η OP γνωστοποίησε, στην πραγματικότητα, ορισμένα μόνο στοιχεία με την απάντησή της της 27ης Ιουλίου 2011, αρνούμενη στη συνέχεια να απαντήσει στην αναλυτική επιχειρηματολογία που ανέπτυξαν οι προσφεύγουσες με την το έγγραφό τους της 5ης Αυγούστου 2011 και δημιουργώντας τους την εύλογη εντύπωση ότι η «απόρριψη» των προσφορών τους ήταν εσφαλμένη. Συναφώς, οι προσφεύγουσες υπενθυμίζουν ότι η συνήθης πρακτική της Επιτροπής κατά την εξέταση των παρατηρήσεων διαγωνιζομένου επί της εκτιμήσεως της επιτροπής αξιολογήσεως στο πλαίσιο διαγωνισμού συνίσταται στην εξέταση των παρατηρήσεων αυτών από διαφορετικό οργανισμό, προς εξεύρεση αμερόληπτης λύσεως. Η OP τους γνωστοποίησε γενικές, αόριστες και αβάσιμες παρατηρήσεις, οι οποίες δεν δικαιολογούσαν τις αρνητικές εκτιμήσεις ως προς τις προσφορές αυτές. Εξάλλου, η επιτροπή αξιολογήσεως δεν παρέθεσε καμία διευκρίνιση ως προς τις προταθείσες από τους λοιπούς προτιμηθέντες διαγωνιζομένους υπηρεσίες για τις αντίστοιχες παρτίδες, υπηρεσίες οι οποίες χαρακτηρίστηκαν πρόσθετες ή καλύτερες από τις προταθείσες με τις προσφορές αυτές.

35      Η Επιτροπή αμφισβητεί το βάσιμο της επιχειρηματολογίας των προσφευγουσών.

36      Υπενθυμίζεται ότι, όταν, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, τα θεσμικά όργανα διαθέτουν ευρεία διακριτική ευχέρεια, ο σεβασμός των εγγυήσεων που απονέμει η έννομη τάξη της Ένωσης στις διοικητικές διαδικασίες έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία. Στις εγγυήσεις αυτές καταλέγεται, μεταξύ άλλων, η υποχρέωση του αρμοδίου οργάνου να αιτιολογεί επαρκώς τις αποφάσεις του. Μόνον έτσι μπορεί ο δικαστής της Ένωσης να εξακριβώσει εάν συντρέχουν τα πραγματικά και νομικά στοιχεία από τα οποία εξαρτάται η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 21ης Νοεμβρίου 1991, Technische Universität München, C‑269/90, EU:C:1991:438, σκέψη 14, και της 10ης Σεπτεμβρίου 2008, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής, T‑465/04, EU:T:2008:324, σκέψη 54).

37      Τέλος, η υποχρέωση αιτιολογήσεως αποτελεί ουσιώδη τύπο που πρέπει να διακρίνεται από το ζήτημα του βασίμου της αιτιολογίας, δεδομένου ότι αυτή αφορά την ουσιαστική νομιμότητα της επίδικης πράξεως (αποφάσεις της 22ας Μαρτίου 2001, Γαλλία κατά Επιτροπής, C‑17/99, EU:C:2001:178, σκέψη 35, και της 12ης Νοεμβρίου 2008, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής, T‑406/06, EU:T:2008:484, σκέψη 47).

38      Από το άρθρο 100, παράγραφος 2, του δημοσιονομικού κανονισμού και από το άρθρο 149 των κανόνων εφαρμογής, καθώς και από πάγια νομολογία προκύπτει ότι η αναθέτουσα αρχή τηρεί την υποχρέωση αιτιολογήσεως εφόσον, κατ’ αρχάς, ενημερώσει αμέσως τους διαγωνιζομένους που αποκλείστηκαν για την απόρριψη της προσφοράς τους και, εν συνεχεία, γνωστοποιήσει στους διαγωνιζομένους οι οποίοι υπέβαλαν παραδεκτή προσφορά και το ζητούν ρητώς τα χαρακτηριστικά και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της προσφοράς που επιλέχθηκε, καθώς και το όνομα του αναδόχου εντός δεκαπέντε ημερών από την παραλαβή γραπτής αιτήσεως (βλ., συναφώς, αποφάσεις της 9ης Σεπτεμβρίου 2010, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά ΕΚΠΝΤ, T‑63/06, EU:T:2010:368, σκέψη 111 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 12ης Δεκεμβρίου 2012, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά EFSA, T‑457/07, EU:T:2012:671, σκέψη 45)

39      Αυτή η προσέγγιση συνάδει με τον σκοπό της επιβαλλομένης από το άρθρο 296, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ υποχρεώσεως αιτιολογήσεως, κατά το οποίο από την αιτιολογία πρέπει να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και μη διφορούμενο η συλλογιστική του οργάνου που εξέδωσε την πράξη, έτσι ώστε οι μεν ενδιαφερόμενοι να γνωρίζουν τους λόγους για τους οποίους ελήφθη το μέτρο, προκειμένου να είναι σε θέση να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους, ο δε δικαστής να μπορεί να ασκήσει τον έλεγχό του (αποφάσεις Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά ΕΚΠΝΤ, σκέψη 38 ανωτέρω, EU:T:2010:368, σκέψη 112 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά ΕFSA, σκέψη 38 ανωτέρω, EU:T:2012:671, σκέψη 46 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

40      Δεν προκύπτει από το άρθρο 100, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του δημοσιονομικού κανονισμού, ούτε από το άρθρο 149, παράγραφος 3, τρίτο εδάφιο, των κανόνων εφαρμογής ούτε από τη νομολογία ότι, κατόπιν εγγράφου αιτήματος απορριφθέντος διαγωνιζομένου, η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να του παραδώσει πλήρη αντίγραφα των εκθέσεων αξιολογήσεως των προσφορών που προτιμήθηκαν (διάταξη της 13ης Ιανουαρίου 2012, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά ΕΟΠ, C‑462/10 P, EU:C:2012:14, σκέψη 39).

41      Υπενθυμίζεται επίσης ότι η υποχρέωση αιτιολογήσεως πρέπει να εκτιμάται αναλόγως των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, ιδίως του περιεχομένου της πράξεως, της φύσεως των προβαλλομένων λόγων και του συμφέροντος που έχουν ενδεχομένως στην παροχή διευκρινίσεων οι αποδέκτες ή άλλα πρόσωπα τα οποία η πράξη αφορά άμεσα και ατομικά (βλ. απόφαση της 2ας Απριλίου 1998, C‑367/95 P, Επιτροπή κατά Sytraval και Brink’s France, Συλλογή, EU:C:1998:154, σκέψη 63 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, απόφαση Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής, σκέψη 36 ανωτέρω, EU:T:2008:324, σκέψη 49).

42      Επομένως, για να διαπιστωθεί εάν, εν προκειμένω, η OP εκπλήρωσε την υποχρέωση αιτιολογήσεως, πρέπει να εξεταστεί το έγγραφο της 22ας Ιουλίου 2011, το οποίο περιείχε τις αποφάσεις περί κατατάξεως των προσφορών των προσφευγουσών σε σειρά προτεραιότητας για κάθε μία από τις επίμαχες παρτίδες. Πρέπει επίσης να εξεταστεί το έγγραφο της 27ης Ιουλίου 2011, που κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα εντός της προθεσμίας του άρθρου 149, παράγραφος 3, των κανόνων εφαρμογής, σε απάντηση της αιτήσεως που υπέβαλε επισήμως στις 22 Ιουλίου 2011, ζητώντας να της δοθούν συμπληρωματικές πληροφορίες επί των αποφάσεων περί αναθέσεως των επίμαχων συμβάσεων όσον αφορά τους προτιμηθέντες διαγωνιζομένους και περί κατατάξεως των προσφορών τους σε σειρά προτεραιότητας για κάθε μία από τις προαναφερθείσες παρτίδες.

43      Με έγγραφο της 22ας Ιουλίου 2011, η OP γνωστοποίησε στις προσφεύγουσες ότι οι προσφορές τους κατατάχθηκαν στην τρίτη θέση στη σειρά προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1, στην τρίτη θέση για την παρτίδα αριθ. 4 και στη δεύτερη θέση για την παρτίδα αριθ. 3. Επίσης, τους γνωστοποίησε ειδικότερα την τεχνική βαθμολογία των προσφορών των προτιμηθέντων διαγωνιζομένων, την προταθείσα με τις προσφορές αυτές τιμή, καθώς και την τελική συνολική βαθμολογία τους. Τέλος, ενημέρωσε τις προσφεύγουσες για το δικαίωμά τους να ζητήσουν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με την κατάταξη των εν λόγω προσφορών.

44      Όπως προαναφέρθηκε στη σκέψη 15 ανωτέρω, κατόπιν της υποβολής αιτήματος παροχής διευκρινίσεων από τις προσφεύγουσες, η OP τους γνωστοποίησε, με έγγραφο της 27ης Ιουλίου 2011, όσον αφορά τις παρτίδες αριθ. 1, 3 και 4, τις επωνυμίες των υπεργολάβων που μετείχαν στις κοινοπραξίες των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων και τα ποσοστά των συμβάσεων που είχαν ανατεθεί σε αυτούς. Συναφώς, διευκρινίζεται ότι η Logica (διαγωνιζόμενη) και η Herakles (υπεργολάβος) αναφέρθηκαν όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 4, και όχι όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 3, όπως προκύπτει μάλλον από τυπογραφικό λάθος, το οποίο οι προσφεύγουσες άλλωστε δεν επισήμαναν.

45      Με το ίδιο έγγραφο, η OP κοινοποίησε στις προσφεύγουσες αποσπάσματα των εκθέσεων αξιολογήσεως με πληροφορίες σχετικά με τις προσφορές τους και τις προσφορές των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων για κάθε μία από τις επίμαχες παρτίδες. Τα αποσπάσματα αυτά αριθμούσαν συνολικά 35 σελίδες, περιείχαν πίνακες με παρατηρήσεις ανά τεχνικό κριτήριο αναθέσεως σχετικά με τα προτερήματα και τις αδυναμίες των προσφορών των προσφευγουσών και των προσφορών των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων, καθώς και τη βαθμολογία ως προς κάθε κριτήριο. Ορισμένες παρατηρήσεις είχαν εν μέρει ή εν όλω απαλειφθεί, διότι, όπως διευκρίνισε η OP στις προσφεύγουσες, οι πληροφορίες αυτές δεν μπορούσαν να τους γνωστοποιηθούν, καθώς η δημοσιοποίησή τους θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, θα έθιγε τα θεμιτά εμπορικά συμφέροντα των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων (π.χ. πληροφορίες σχετιζόμενες με την προταθείσα τεχνική λύση) ή θα παρέβλαπτε το θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των εν λόγω επιχειρήσεων.

46      Τέλος, με το ίδιο έγγραφο, η OP γνωστοποίησε στις προσφεύγουσες ότι δεν είναι δυνατή η δημοσιοποίηση των ονομάτων των μελών της επιτροπής αξιολογήσεως.

47      Διαπιστώνεται ότι η OP γνωστοποίησε στις προσφεύγουσες, για κάθε μία από τις επίμαχες παρτίδες, τις επωνυμίες των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων, τις παρατηρήσεις της επιτροπής αξιολογήσεως, τόσο για τις δικές τους προσφορές όσο και για εκείνες που είχαν καταταγεί σε καλύτερη θέση, καθώς και το αποτέλεσμα της οικονομικής αξιολογήσεως, οπότε οι προσφεύγουσες ήταν σε θέση να γνωρίζουν τα σχετικά χαρακτηριστικά και τα πλεονεκτήματα των λοιπών προσφορών που επιλέχθηκαν, όπως επιτάσσει το άρθρο 100, παράγραφος 2, του δημοσιονομικού κανονισμού. Συγκεκριμένα, οι προσφεύγουσες είχαν τη δυνατότητα, χάρη στις τεχνικές παρατηρήσεις, να συγκρίνουν, όσον αφορά τις προαναφερθείσες παρτίδες, τις βαθμολογίες των προσφορών τους, στο πλαίσιο εκάστου τεχνικού κριτηρίου αναθέσεως, με τις βαθμολογίες των προσφορών που κατετάγησαν σε καλύτερη θέση από τις δικές τους.

48      Συναφώς, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν μεν ότι η Επιτροπή οφείλει να γνωστοποιεί πληροφορίες σχετικές με τις προσφορές των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων, οι οποίες ενδέχεται να χαρακτηριστούν ως εμπιστευτικές, αναφέροντας εάν και κατά πόσον οι εν λόγω διαγωνιζόμενοι ενδέχεται να πληγούν από τη γνωστοποίηση, πλην όμως αρκούνται στη διατύπωση ενός γενικού αιτήματος, χωρίς να αναφέρουν, στα σχετικά με τον συγκεκριμένο λόγο ακυρώσεως δικόγραφά τους, τις παρατηρήσεις, ή έστω τα μέρη των προσφορών τους τα οποία αφορούν οι παρατηρήσεις των οποίων η δημοσιοποίηση θα ήταν αναγκαία για την αποτελεσματική νομική και ένδικη προστασία.

49      Υπενθυμίζεται, ωστόσο, ότι, κατά το άρθρο 100, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του δημοσιονομικού κανονισμού, η γνωστοποίηση ορισμένων στοιχείων παραλείπεται εφόσον εμποδίζει την εφαρμογή των νόμων, είναι αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, θίγει θεμιτά εμπορικά συμφέροντα δημοσίων ή ιδιωτικών επιχειρήσεων ή βλάπτει τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των επιχειρήσεων.

50      Επιπλέον, από τη νομολογία προκύπτει ότι, στο πλαίσιο προσφυγής που ασκείται κατά αποφάσεως ληφθείσας από αναθέτουσα αρχή σχετικά με διαδικασία συνάψεως δημοσίας συμβάσεως, η αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως δεν σημαίνει ότι οι διάδικοι έχουν απόλυτο και απεριόριστο δικαίωμα προσβάσεως στο σύνολο των σχετικών με την εν λόγω διαδικασία συνάψεως στοιχείων που κατατέθηκαν ενώπιον της αρμόδιας για την προσφυγή αρχής. Αντιθέτως, το εν λόγω δικαίωμα προσβάσεως πρέπει να σταθμίζεται με το δικαίωμα άλλων επιχειρηματιών για προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών και των επιχειρηματικών απορρήτων τους. Η αρχή της προστασίας των εμπιστευτικών πληροφοριών και των επιχειρηματικών απορρήτων πρέπει να εφαρμόζεται έτσι ώστε η προστασία αυτή να συμφιλιώνεται με τις επιταγές της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας και με τον σεβασμό των δικαιωμάτων άμυνας των διαδίκων και, στην περίπτωση ένδικης προσφυγής ή προσφυγής ενώπιον αρχής η οποία θεωρείται δικαιοδοτικό όργανο κατά την έννοια του άρθρου 234 ΕΚ, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι η όλη διαδικασία δεν θίγει το δικαίωμα για δίκαιη δίκη (βλ., συναφώς, απόφαση της 23ης Νοεμβρίου 2011, bpost κατά Επιτροπής, T‑514/09, EU:T:2011:689, σκέψη 25 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Από τις αναλυτικές παρατηρήσεις που διατύπωσαν οι προσφεύγουσες με το έγγραφο τους της 5ης Αυγούστου 2011 συνάγεται ότι οι προσφεύγουσες είχαν επαρκή γνώση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των προσφορών των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων.

51      Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι η απόφαση περί κατατάξεως των προσφορών των προσφευγουσών στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1, στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 4 και στη δεύτερη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 3, εκδόθηκε κατά το πέρας της τελικής αξιολογήσεως, δηλαδή μετά από τον υπολογισμό της σχέσεως ποιότητας-τιμής εκάστης προσφοράς για την αντίστοιχη παρτίδα. Συγκεκριμένα, τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των προσφορών που κατατάχθηκαν σε καλύτερη θέση από αυτές των προσφευγουσών δεν συνίσταντο μόνο στη βαθμολογία τους βάσει των τεχνικών κριτηρίων αναθέσεως, αλλά και στην προταθείσα τιμή και, ειδικότερα, στη σχέση ποιότητας-τιμής των προσφορών.

52      Υπό τις συνθήκες αυτές, η OP, γνωστοποιώντας στις προσφεύγουσες, για κάθε μία από τις επίμαχες παρτίδες, παρατηρήσεις σχετικές με την τεχνική αξιολόγηση, βάσει των κριτηρίων αναθέσεως, των προσφορών που είχαν καταταγεί σε καλύτερη θέση σε σχέση με τις δικές τους, καθώς και την τιμή που είχε προταθεί στο πλαίσιο των εν λόγω προσφορών και τους αναλυτικούς υπολογισμούς της σχέσεως ποιότητας-τιμής, παρέθεσε επαρκώς τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των προσφορών των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων, ακόμη και στις περιπτώσεις εκείνες που η προταθείσα με τις προαναφερθείσες προσφορές τιμή ήταν υψηλότερη από εκείνη που είχαν προτείνει οι προσφεύγουσες για τη συγκεκριμένη παρτίδα.

53      Αντιθέτως προς ό,τι φαίνεται να φρονούν οι προσφεύγουσες, στο πλαίσιο της γνωστοποιήσεως των χαρακτηριστικών και των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της προσφοράς που προτιμήθηκε για κάθε παρτίδα, η αναθέτουσα αρχή δεν υποχρεούται να προβαίνει σε εξονυχιστική συγκριτική ανάλυση της επιλεγείσας προσφοράς και της προσφοράς του αποκλεισθέντος διαγωνιζομένου (διάταξη της 13ης Οκτωβρίου 2011, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής, C‑560/10 P, EU:C:2011:657, σκέψη 17, και απόφαση Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά ΕΑΑΤ, σκέψη 38 ανωτέρω, EU:T:2012:671, σκέψη 51), πράγμα που ισχύει και σε περίπτωση που, όπως εν προκειμένω, οι προσφορές ενός διαγωνιζομένου έχουν καταταγεί χαμηλότερα απ’ ό,τι οι προσφορές των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων, όπως συνέβη με τις προσφορές των προσφευγουσών.

54      Εξάλλου, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζουν οι προσφεύγουσες, η OP δεν υπέχει, εν προκειμένω, αυξημένη υποχρέωση αιτιολογήσεως, στον βαθμό που υπήρξαν σφάλματα κατά τη διαδικασία αναθέσεως, με συνέπεια η επιτροπή αξιολογήσεως να εκδώσει τροποποιητική απόφαση αναθέσεως. Αφενός, διαπιστώνεται ότι το σφάλμα λόγω του οποίου διορθώθηκε η απόφαση αναθέσεως δεν αφορούσε τις παρτίδες αριθ. 3 και 4 (βλ. σκέψη 12 ανωτέρω). Αφετέρου, όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 1, την οποία αφορούσε το προαναφερθέν σφάλμα, η Επιτροπή επισήμανε ότι επρόκειτο για εσφαλμένο υπολογισμό στον μαθηματικό τύπο που χρησιμοποιήθηκε για την αξιολόγηση της προσφοράς με την καλύτερη σχέση ποιότητας-τιμής (βλ. σκέψη 12 ανωτέρω). Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, απαντώντας σε ερώτηση του Γενικού Δικαστηρίου, η Επιτροπή διευκρίνισε ότι δεν τροποποιήθηκαν οι βαθμολογίες, πράγμα που επιβεβαιώνεται από το έγγραφο με τίτλο «Corrigendum to Report of works of the Evaluation Committee evaluating offers submitted in response to the call for tenders N° 10340 lot 1» (Διορθωτικό στην Έκθεση των εργασιών της επιτροπής αξιολογήσεως των προσφορών που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο του διαγωνισμού [AO] 10340, παρτίδα αριθ. 1), το οποίο προστέθηκε στη δικογραφία. Επομένως, το σφάλμα αυτό δεν αφορούσε τη βαθμολογία των προσφορών κατά την αξιολόγησή τους βάσει των τεχνικών κριτηρίων αναθέσεως.

55      Τέλος, είναι απορριπτέα η επιχειρηματολογία των προσφευγουσών περί μη εξετάσεως, από άλλον οργανισμό, πέραν της επιτροπής αξιολογήσεως, των αναλυτικών παρατηρήσεών τους, παρά τη σημασία τους, προς επίτευξη αμερόληπτης λύσεως. Συγκεκριμένα, από την εφαρμοστέα ρύθμιση δεν προκύπτει ότι η αναθέτουσα αρχή ήταν υποχρεωμένη να προβεί σε τέτοια εξέταση, οι δε προσφεύγουσες δεν επικαλούνται καμία σχετική διάταξη. Σε κάθε περίπτωση, η εν λόγω επιχειρηματολογία είναι αλυσιτελής, διότι δεν αποδεικνύει ότι ήταν ανεπαρκής η αιτιολογία που παρατίθεται στο έγγραφο της 22ας Ιουλίου 2011, το οποίο περιείχε τις αποφάσεις περί κατατάξεως των προσφορών των προσφευγουσών σε σειρά προτεραιότητας για κάθε συγκεκριμένη παρτίδα, οπότε η αιτίαση αυτή δεν μπορεί να οδηγήσει σε ακύρωση του εγγράφου και των αποφάσεων που αυτό περιέχει.

56      Κατόπιν των προεκτεθέντων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, με τα έγγραφά της 22ας και της 27ης Ιουλίου 2011, καθώς και με τα συνημμένα στο έγγραφο της 27ης Ιουλίου 2011 αποσπάσματα των εκθέσεων αξιολογήσεως, η OP παρέθεσε κατά τρόπο αρκούντως αναλυτικό τους λόγους για τους οποίους οι προσφορές των προσφευγουσών κατατάχθηκαν στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1, στην τρίτη θέση για την παρτίδα αριθ. 4 και στη δεύτερη για την παρτίδα αριθ. 3, χωρίς να είναι απαραίτητο, κατ’ αντίθεση προς ό,τι υποστηρίζουν οι προσφεύγουσες, να κληθεί η Επιτροπή να προσκομίσει πίνακα που να εμφαίνει, όσον αφορά τις παρτίδες αριθ. 1, 3 και 4 και κάθε προτιμηθέντα διαγωνιζόμενο, την επιρροή εκάστης αρνητικής ή θετικής παρατηρήσεως στη βαθμολογία βάσει των τεχνικών κριτηρίων αναθέσεως. Διευκρινίζεται, συναφώς, ότι δεν μπορεί να υποχρεωθεί η αναθέτουσα αρχή να γνωστοποιήσει σε διαγωνιζόμενο του οποίου η προσφορά δεν κατατάχθηκε πρώτη στη σειρά προτεραιότητας, πέραν της αιτιολογίας της κατατάξεώς του, αναλυτική σύνοψη του τρόπου με τον οποίον συνεκτιμήθηκε κάθε επιμέρους στοιχείο της προσφοράς του στο πλαίσιο της αξιολογήσεώς της (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2012, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής, C‑629/11 P, EU:C:2012:617, σκέψη 21 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

57      Εξάλλου, κατά το μέρος που οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο να διατάξει την εξ ολοκλήρου προσκόμιση των εκθέσεων αξιολογήσεως των προσφορών των προσφευγουσών και των προσφορών των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων, υπενθυμίζεται ότι ο αποτυχών διαγωνιζόμενος δεν μπορεί να αξιώσει την εξ ολοκλήρου γνωστοποίηση των εν λόγω εκθέσεων (βλ. σκέψη 40 ανωτέρω), πράγμα που ισχύει και σε περίπτωση που, όπως συμβαίνει εν προκειμένω, η προσφορά ενός διαγωνιζομένου για συγκεκριμένη παρτίδα έχει καταταγεί χαμηλότερα στη σειρά προτεραιότητας απ’ ό,τι οι προσφορές των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων στην ίδια σειρά προτεραιότητας. Επιπλέον, η γνωστοποίηση των εν λόγω εκθέσεων δεν παρίσταται αναγκαία εν προκειμένω.

58      Επομένως, δεν μπορεί να γίνει δεκτό το αίτημα των προσφευγουσών να διατάξει το Γενικό Δικαστήριο την προσκόμιση του διαλαμβανομένου στη σκέψη 56 ανωτέρω πίνακα, για τον οποίον κάνουν λόγο οι προσφεύγουσες, και του συνόλου των εκθέσεων αιτιολογήσεως.

59      Διαπιστώνεται ότι η OP αιτιολόγησε επαρκώς κατά νόμο τις αποφάσεις της περί κατατάξεως των προσφορών των προσφευγουσών σε σειρά προτεραιότητας για κάθε μία από τις επίμαχες παρτίδες και τήρησε τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 100, παράγραφος 2, του δημοσιονομικού κανονισμού και το άρθρο 149 των κανόνων εφαρμογής.

60      Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από τα όσα διατείνονται οι προσφεύγουσες περί ανεπάρκειας ορισμένων παρατηρήσεων της επιτροπής αξιολογήσεως σχετικά με την αξιολόγηση των προσφορών τους για τις παρτίδες αριθ. 1, 3 και 4.

61      Συγκεκριμένα, στον βαθμό που η επιχειρηματολογία των προσφευγουσών σχετικά με την αξιολόγηση των προσφορών τους βάσει των κριτηρίων 1.1, 1.3 και 3.1 αποσκοπεί στην αμφισβήτηση του βασίμου των παρατηρήσεων της επιτροπής αξιολογήσεως, η εν λόγω επιχειρηματολογία κρίνεται αναγκαστικά απορριπτέα στο πλαίσιο του συγκεκριμένου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αφορά παραβίαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως.

62      Εξάλλου, βάσει της υπομνησθείσας στη σκέψη 39 ανωτέρω νομολογίας, οι προσφεύγουσες δεν μπορούν να προβάλουν παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως. Συγκεκριμένα, πρώτον, όσον αφορά την εκ μέρους των προσφευγουσών παράθεση των παρατηρήσεων της επιτροπής αξιολογήσεως κατά την αξιολόγηση των προσφορών τους βάσει των κριτηρίων 1.5, 3.2, 3.5 και 4.2, αρκεί η διαπίστωση ότι οι προσφεύγουσες δεν παραθέτουν εξ ολοκλήρου τις εν λόγω παρατηρήσεις, όπως αυτές περιλαμβάνονται στα αποσπάσματα των εκθέσεων αξιολογήσεως που τους κοινοποιήθηκαν. Διαπιστώνεται ότι οι εν λόγω παρατηρήσεις είναι αρκούντως σαφείς ώστε να γίνουν κατανοητές και αντιληπτές και να καταστεί δυνατός ο έλεγχος της εκτιμήσεως της επιτροπής αξιολογήσεως, το ίδιο δε ισχύει και όσον αφορά τις παρατιθέμενες από τις προσφεύγουσες παρατηρήσεις στο πλαίσιο της αξιολογήσεως των προσφορών τους βάσει των κριτηρίων 1.2, 1.4, 3.3, 3.4 και 3.5. Τέλος, στον βαθμό που οι προσφεύγουσες προβάλλουν επιχειρήματα προς αμφισβήτηση του βασίμου ορισμένων παρατηρήσεων τις οποίες παραθέτουν στο τμήμα των δικογράφων τους το σχετικό με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, καθώς και με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, σχετικά με την αξιολόγηση των προσφορών τους βάσει των κριτηρίων 1.1, 1.2, 1.4, 1.5, 3.2, 3.4, 3.5 και 4.2, ή σχετικά με την αξιολόγηση άλλης προσφοράς ως προς την οποία διατυπώθηκε η ίδια παρατήρηση βάσει των κριτηρίων 1.3 και 3.3, δεν ευσταθούν τα περί παραβάσεως της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως. Συγκεκριμένα, από τα επιχειρήματα αυτά επιβεβαιώνεται, εξάλλου, ότι οι προσφεύγουσες ήταν σε θέση να κατανοήσουν τον σχετικό συλλογισμό της OP.

63      Δεύτερον, αντιθέτως προς ό,τι υποστηρίζουν οι προσφεύγουσες, η OP δεν ήταν υποχρεωμένη να διευκρινίσει ότι οι λοιποί προτιμηθέντες διαγωνιζόμενοι είχαν καταθέσει καλύτερη πρόταση ούτε να εκθέσει τους λόγους της εκτιμήσεώς αυτής. Η επιχειρηματολογία των προσφευγουσών σχετικά με τα σχόλια της επιτροπής αξιολογήσεως στο πλαίσιο της αξιολογήσεως των προσφορών τους και των προσφορών των λοιπών προτιμηθέντων διαγωνιζομένων βάσει των κριτηρίων 3.1, 3.2 και 4.2 καταλήγει σε αίτημα αναλυτικής συγκριτικής αναλύσεως των προσφορών και πρέπει, ως εκ τούτου, να απορριφθεί (βλ. σκέψη 53 ανωτέρω). Όσον αφορά το επιχείρημα των προσφευγουσών, σχετικά με την αξιολόγηση των προσφορών βάσει του κριτηρίου 4.2, ότι η έκθεση αξιολογήσεως δεν περιέχει καμία παρατήρηση σχετικά με την προταθείσα από τη Sword-Siveco διαχείριση των παραδόσεων, αρκεί η διαπίστωση ότι ο συγκεκριμένος διαγωνιζόμενος δεν κατετάγη στη σειρά προτεραιότητας όσον αφορά την παρτίδα αριθ. 4.

64      Κατόπιν των προεκτεθέντων, ο πρώτος λόγος ακυρώσεως κρίνεται απορριπτέος.

 B –      Επί του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, σχετικά με παραβίαση της συγγραφής υποχρεώσεων λόγω της εφαρμογής κριτηρίου αναθέσεως κατά παράβαση του άρθρου 97 του δημοσιονομικού κανονισμού και του άρθρου 138 του κανονισμού 2342/2002

[παραλειπόμενα]

 Γ –       Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως, σχετικά με πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, αόριστες και αστήρικτες εκτιμήσεις της επιτροπής αξιολογήσεως, εκ των υστέρων τροποποίηση των κριτηρίων αναθέσεως που περιλαμβάνονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού, κριτήρια μη εγκαίρως γνωστοποιηθέντα στους διαγωνιζομένους, καθώς και ανάμειξη των κριτηρίων επιλογής και των κριτηρίων αναθέσεως

[παραλειπόμενα]

377    Δεδομένου ότι οι προσφεύγουσες ηττήθηκαν ως προς όλους τους λόγους ακυρώσεως, η υπό κρίση προσφυγή κρίνεται απορριπτέα κατά το μέρος που ζητείται η ακύρωση των αποφάσεων περί κατατάξεως των προσφορών των προσφευγουσών στην τρίτη θέση της σειράς προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 1, στην τρίτη θέση προτεραιότητας για την παρτίδα αριθ. 4 και στη δεύτερη θέση για την παρτίδα αριθ. 3.

378    Όσον αφορά το αίτημα ακυρώσεως των αποφάσεων περί αναθέσεως των επίμαχων συμβάσεων στους λοιπούς προτιμηθέντες διαγωνιζομένους κατά το μέρος που αφορούν την κατάταξή τους, το αίτημα αυτό κρίνεται αναγκαστικά απορριπτέο συνεπεία της απορρίψεως του αιτήματος περί ακυρώσεως των αποφάσεων για τις οποίες γίνεται λόγος στη σκέψη 377 ανωτέρω, με τις οποίες είναι στενά συνδεδεμένες (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 18ης Απριλίου 2007, Deloitte Business Advisory κατά Επιτροπής, T‑195/05, Συλλογή, EU:T:2007:107, σκέψη 113, και της 10ης Οκτωβρίου 2012, Ευρωπαϊκή Δυναμική κατά Επιτροπής, T‑247/09, EU:T:2012:533, σκέψη 170).

[παραλειπόμενα]

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ένατο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει τις European Dynamics Luxembourg SA, European Dynamics Belgium SA και Ευρωπαϊκή Δυναμική – Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής ΑΕ στα δικαστικά έξοδα.

Czúcz

Pelikánová

Popescu

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 8 Ιουλίου 2015.

(υπογραφές)

Περιεχόμενα


Ιστορικό της διαφοράς

Διαδικασία και αιτήματα των διαδίκων

Σκεπτικό

I –  Επί του αιτήματος ακυρώσεως

A —  Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, σχετικά με παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως λόγω μη γνωστοποιήσεως των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των προσφορών των προτιμηθέντων διαγωνιζομένων και λόγω μη τηρήσεως των διατάξεων του άρθρου 100, παράγραφος 2, του δημοσιονομικού κανονισμού

B –   Επί του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, σχετικά με παραβίαση της συγγραφής υποχρεώσεων λόγω της εφαρμογής κριτηρίου αναθέσεως κατά παράβαση του άρθρου 97 του δημοσιονομικού κανονισμού και του άρθρου 138 του κανονισμού 2342/2002

Γ –    Επί του τρίτου λόγου ακυρώσεως, σχετικά με πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, αόριστες και αστήρικτες εκτιμήσεις της επιτροπής αξιολογήσεως, εκ των υστέρων τροποποίηση των κριτηρίων αναθέσεως που περιλαμβάνονταν στην προκήρυξη του διαγωνισμού, κριτήρια μη εγκαίρως γνωστοποιηθέντα στους διαγωνιζομένους, καθώς και ανάμειξη των κριτηρίων επιλογής και των κριτηρίων αναθέσεως


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.


1 – Παρατίθενται μόνον οι σκέψεις της παρούσας αποφάσεως των οποίων τη δημοσίευση κρίνει σκόπιμη το Γενικό Δικαστήριο.