Language of document : ECLI:EU:F:2013:173

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 7ης Νοεμβρίου 2013

Υπόθεση F‑52/12

Maria Luisa Cortivo

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Συντάξεις – Διορθωτικός συντελεστής – Κράτος μέλος διαμονής – Έννοια – Κύρια διαμονή – Διαμονή εκ περιτροπής σε δύο κράτη μέλη – Δικαιολογητικά έγγραφα – Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία η M. L. Cortivo ζητεί, μεταξύ άλλων, την ακύρωση των αποφάσεων με τις οποίες η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (στο εξής: ΑΔΑ) όρισε, αναδρομικώς από 1ης Ιανουαρίου 2010, ως τόπο της κύριας διαμονής της το Λουξεμβούργο (Λουξεμβούργο) και κατάργησε την εφαρμογή του διορθωτικού συντελεστή (στο εξής: ΔΣ) για τη Γαλλία.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται. Η M. L. Cortivo φέρει τα δικαστικά έξοδά της και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Συντάξεις – Διορθωτικός συντελεστής – Διορθωτικός συντελεστής της χώρας της κύριας διαμονής του συνταξιούχου – Έννοια της κύριας διαμονής – Προϋποθέσεις εφαρμογής – Δεσμία αρμοδιότητα της Διοικήσεως – Δικαστικός έλεγχος – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα XIII, άρθρο 20)

2.      Υπάλληλοι – Συντάξεις – Διορθωτικός συντελεστής – Διορθωτικός συντελεστής της χώρας της κύριας διαμονής του συνταξιούχου – Το βάρος αποδείξεως φέρει ο συνταξιούχος υπάλληλος – Αποδεικτικά μέσα

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα XIII, άρθρο 20)

3.      Υπάλληλοι – Αρχές – Προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης – Ετήσια εξακρίβωση της κύριας διαμονής των συνταξιούχων υπαλλήλων στους οποίους εφαρμόζεται διορθωτικός συντελεστής άνω του 100 – Παραβίαση – Δεν υφίσταται

1.      Προκειμένου να μπορέσει ο τόπος στον οποίο ο συνταξιούχος υπάλληλος διαμένει να χαρακτηριστεί όχι μόνον ως ο τόπος διαμονής του αλλά και ως ο τόπος της κύριας διαμονής του, κατά την έννοια του άρθρου 20 του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ, στα διάφορα συστατικά στοιχεία της έννοιας της διαμονής, ήτοι το φυσικό γεγονός της διαμονής στον συγκεκριμένο τόπο, το οποίο του προσδίδει τον χαρακτήρα της πραγματικής διαμονής, η ανάπτυξη φυσιολογικών κοινωνικών σχέσεων και η πραγματοποίηση τρεχόντων εξόδων με την πρόθεση της προσδώσεως σταθερού και συνεχούς χαρακτήρα στη διαμονή στον τόπο αυτόν, πρέπει να αποδίδεται μείζων σημασία.

Οι διατάξεις του άρθρου 20 του παραρτήματος ΧΙΙΙ του ΚΥΚ δεν παρέχουν στη Διοίκηση διακριτική ευχέρεια όσον αφορά την παροχή του ευεργετήματος της εφαρμογής του διορθωτικού συντελεστή, αλλά της απονέμουν δεσμία αρμοδιότητα, καθόσον από τους επιτακτικούς όρους των προμνησθεισών διατάξεων προκύπτει ότι η Διοίκηση οφείλει να χορηγήσει το σχετικό πλεονέκτημα εφόσον διαπιστώσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτουν οι διατάξεις αυτές. Επομένως, ο δικαστής της Ένωσης ασκεί πλήρη δικαστικό έλεγχο όταν εξετάζει τα πραγματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά από τη Διοίκηση και τον χαρακτηρισμό που τους δόθηκε από αυτήν, προκειμένου να απαντήσει στο ερώτημα αν πληρούνται οι προϋποθέσεις από τις οποίες εξαρτάται η χορήγηση του δικαιώματος εφαρμογής συγκεκριμένου διορθωτικού συντελεστή.

(βλ. σκέψεις 40 και 41)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 27 Σεπτεμβρίου 2006, T‑416/04, Κοντούλη κατά Συμβουλίου, σκέψεις 74 και 75

ΔΔΔΕΕ: 8 Απριλίου 2008, F‑134/06, Bordini κατά Επιτροπής, σκέψη 89

2.      Το βάρος της αποδείξεως όσον αφορά τον τόπο της κύριας διαμονής φέρει ο συνταξιούχος υπάλληλος, το δε αρμόδιο όργανο, εκτιμώντας τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται σχετικώς και προβαίνοντας, εν ανάγκη, σε ελέγχους, οφείλει να αποτρέπει τις περιπτώσεις καταχρηστικής εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως.

Προς δικαιολόγηση της κύριας διαμονής του, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να επικαλεστεί όλα τα πραγματικά στοιχεία που τη συνθέτουν και να κάνει χρήση όλων των αποδεικτικών μέσων τα οποία κρίνει χρήσιμα.

(βλ. σκέψεις 42 και 43)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 4 Ιουνίου 2003, T‑124/01 και T‑320/01, Del Vaglio κατά Επιτροπής, σκέψη 75

ΔΔΔΕΕ: 4 Μαΐου 2010, F‑100/08, Petrilli κατά Επιτροπής, σκέψη 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

3.      Δικαίωμα να ζητήσει προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, η οποία συνιστά μία από τις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Ένωσης, έχει κάθε ιδιώτης ευρισκόμενος σε κατάσταση από την οποία προκύπτει ότι η Διοίκηση, παρέχοντάς του συγκεκριμένες, ανεπιφύλακτες και συγκλίνουσες διαβεβαιώσεις, προερχόμενες από έγκυρες και αξιόπιστες πηγές, του δημιούργησε βάσιμες ελπίδες. Οι διαβεβαιώσεις αυτές πρέπει να είναι σύμφωνες προς τις διατάξεις του ΚΥΚ και προς τους γενικώς εφαρμοστέους κανόνες.

Ένα σύστημα ελέγχου που απαιτεί, από τους συνταξιούχους στους οποίους εφαρμόζεται διορθωτικός συντελεστής άνω του 100, να συμπληρώνουν κατ’ έτος δήλωση προς εξακρίβωση του κατά πόσον κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος διατήρησαν την κύρια διαμονής τους στη χώρα για την οποία τους χορηγήθηκε ο διορθωτικός συντελεστής και κατά πόσον η χορήγηση του εν λόγω διορθωτικού συντελεστή ήταν δικαιολογημένη για το ημερολογιακό αυτό έτος δεν μπορεί, εξ ορισμού, να δημιουργήσει δικαιολογημένη εμπιστοσύνη ως προς τη διατήρηση του διορθωτικού συντελεστή.

(βλ. σκέψεις 85 έως 87)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 13 Απριλίου 2011, F‑73/09, Sukup κατά Επιτροπής, σκέψη 89