Language of document : ECLI:EU:T:2015:502

Υπόθεση T‑337/13

CSF Srl

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Προσέγγιση των νομοθεσιών — Οδηγία 2006/42/ΕΚ — Μηχανήματα που φέρουν τη σήμανση “CE” — Βασικές απαιτήσεις ασφαλείας — Κίνδυνοι για την ασφάλεια των προσώπων — Ρήτρα διασφαλίσεως — Απόφαση της Επιτροπής με την οποία κρίθηκε ως δικαιολογημένο εθνικό μέτρο περί απαγορεύσεως της διαθέσεως στην αγορά — Προϋποθέσεις διέπουσες την εφαρμογή της ρήτρας διασφαλίσεως — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως — Ίση μεταχείριση»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 15ης Ιουλίου 2015

1.      Προσφυγή ακυρώσεως — Φυσικά ή νομικά πρόσωπα — Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά — Άμεσος επηρεασμός — Κριτήρια — Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα τον δικαιολογημένο χαρακτήρα εθνικών μέτρων που απαγορεύουν τη διάθεση στην αγορά μηχανήματος μη συμμορφούμενου προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 2006/42 — Άμεσος επηρεασμός του κατασκευαστή — Έλλειψη διακριτικής ευχέρειας των λοιπών κρατών μελών η οποία δύναται να επηρεάσει την κατάσταση του κατασκευαστή

(Άρθρο 263, εδ. 4, ΣΛΕΕ· οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 7 και 11 § 3· απόφαση 2013/173 της Επιτροπής)

2.      Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μηχανήματα — Οδηγία 2006/42 — Διάθεση στην αγορά — Προσφυγή κράτους μέλους στη ρήτρα διασφαλίσεως σε περίπτωση κινδύνου για την υγεία και την ασφάλεια — Έγκριση από την Επιτροπή — Δυνατότητα του οικείου κράτους μέλους να επεκτείνει τα ληφθέντα εθνικά μέτρα σε άλλα μηχανήματα που παρουσιάζουν τον ίδιο κίνδυνο — Αποκλείεται

(Οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 6 § 1, 7 και 11)

3.      Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μηχανήματα — Οδηγία 2006/42 — Διάθεση στην αγορά — Προσφυγή κράτους μέλους στη ρήτρα διασφαλίσεως σε περίπτωση κινδύνου για την υγεία και την ασφάλεια — Εξέταση από την Επιτροπή του δικαιολογημένου χαρακτήρα — Δικαστικός έλεγχος — Περιεχόμενο

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 11)

4.      Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μηχανήματα — Οδηγία 2006/42 — Διάθεση στην αγορά — Προσφυγή κράτους μέλους στη ρήτρα διασφαλίσεως σε περίπτωση κινδύνου για την υγεία και την ασφάλεια — Υποχρέωση δικαιολογήσεως της υπάρξεως του σχετικού κινδύνου — Περιεχόμενο

(Οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 5 § 1, στοιχείο αʹ, και 11 και παράρτημα I, σημείο 1.1.2, στοιχείο αʹ)

5.      Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μηχανήματα — Οδηγία 2006/42 — Διάθεση στην αγορά — Τήρηση των απαιτήσεων για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας οι οποίες παρατίθενται στο παράρτημα I — Απαίτηση να υπάρχει κατάλληλη προστατευτική κατασκευή σε περίπτωση πτώσεως αντικειμένων ή υλικών — Ερμηνεία υπό το πρίσμα του προέχοντος σκοπού της εξαλείψεως ή μειώσεως των κινδύνων — Συνέπειες για τα μηχανήματα που εξυπηρετούν διάφορες χρήσεις

(Οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 11 και παράρτημα I, σημεία 1.1.2, 1.7.4.1, 1.7.4.2 και 3.4.4)

6.      Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μηχανήματα — Οδηγία 2006/42 — Διάθεση στην αγορά — Τεκμήριο συμμορφώσεως των μηχανημάτων που φέρουν τη σήμανση CE — Επίδραση επί της δυνατότητας των κρατών μελών να προσφεύγουν στη ρήτρα διασφαλίσεως σε περίπτωση κινδύνου για την υγεία ή την ασφάλεια — Δεν υφίσταται

(Οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 7 § 1, και 11)

7.      Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μηχανήματα — Οδηγία 2006/42 — Διάθεση στην αγορά — Προσφυγή κράτους μέλους στη ρήτρα διασφαλίσεως σε περίπτωση κινδύνου για την υγεία και την ασφάλεια — Εξακρίβωση εκ μέρους της Επιτροπής — Εξουσία εκτιμήσεως — Δικαστικός έλεγχος — Όρια

(Άρθρα 36 ΣΛΕΕ και 114 ΣΛΕΕ· οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 11)

8.      Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μηχανήματα — Οδηγία 2006/42 — Διάθεση στην αγορά — Προσφυγή κράτους μέλους στη ρήτρα διασφαλίσεως σε περίπτωση κινδύνου για την υγεία και την ασφάλεια — Υποχρέωση δικαιολογήσεως της υπάρξεως του σχετικού κινδύνου — Αξιολόγηση του κινδύνου — Κριτήρια εκτιμήσεως

(Οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 11 και παράρτημα I, σημείο 1.1.1, στοιχείο θʹ)

9.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αρχές — Ίση μεταχείριση — Έννοια

10.    Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μηχανήματα — Οδηγία 2006/42 — Διάθεση στην αγορά — Προσφυγή κράτους μέλους στη ρήτρα διασφαλίσεως σε περίπτωση κινδύνου για την υγεία και την ασφάλεια — Έγκριση από την Επιτροπή — Υποχρέωση εκτιμήσεως της συμμορφώσεως των εθνικών μέτρων προς την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως — Δεν υφίσταται

(Άρθρα 36 ΣΛΕΕ και 114 ΣΛΕΕ· οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, αιτιολογική σκέψη 25, και άρθρα 11 και 20)

11.    Προσέγγιση των νομοθεσιών — Μηχανήματα — Οδηγία 2006/42 — Διάθεση στην αγορά — Προσφυγή κράτους μέλους στη ρήτρα διασφαλίσεως σε περίπτωση κινδύνου για την υγεία και την ασφάλεια — Μη λήψη παρόμοιων μέτρων έναντι άλλων μηχανημάτων που παρουσιάζουν τους ίδιους κινδύνους — Έλλειψη αντικειμενικής αιτιολογίας — Δεν επιτρέπεται — Παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως

(Οδηγία 2006/42 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 11)

12.    Εξωσυμβατική ευθύνη — Προϋποθέσεις — Έλλειψη νομιμότητας — Ζημία — Αιτιώδης σύνδεσμος — Σωρευτικές προϋποθέσεις — Μη συνδρομή μιας εκ των προϋποθέσεων — Απόρριψη της προσφυγής στο σύνολό της

(Άρθρο 340, εδ. 2, ΣΛΕΕ)

1.      Μια πράξη αφορά άμεσα φυσικό ή νομικό πρόσωπο, υπό την έννοια του άρθρου 263, τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ, όταν η πράξη αυτή επηρεάζει άμεσα τη νομική του κατάσταση και δεν αφήνει καμία εξουσία εκτιμήσεως στους αποδέκτες της που είναι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή του, όταν αυτή έχει αμιγώς αυτόματο χαρακτήρα και απορρέει αποκλειστικά από τη ρύθμιση της Ένωσης χωρίς εφαρμογή άλλων παρεμβαλλομένων κανόνων.

Όσον αφορά προσφυγή στρεφόμενη κατά αποφάσεως της Επιτροπής η οποία διαπιστώνει τον δικαιολογημένο χαρακτήρα μέτρων που έλαβαν οι εθνικές αρχές, στηριζόμενη στο άρθρο 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 2006/42, σχετικά με τα μηχανήματα, όσον αφορά τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μηχάνημα διατίθεται στην εθνική αγορά, και απευθύνεται στα κράτη μέλη, η απόφαση αυτή παράγει έναντι της νομικής καταστάσεως του κατασκευαστή του εν λόγω μηχανήματος άμεσα αποτελέσματα διακρινόμενα από τα απορρέοντα εκ των μέτρων που έλαβαν οι εν λόγω εθνικές αρχές. Πράγματι, πρώτον, μια τέτοια απόφαση συνεπάγεται ότι έκαστο των κρατών μελών, πέραν εκείνου που έλαβε τα επίμαχα μέτρα, λαμβάνει μέτρα κατάλληλα για τη θέση ή τη διατήρηση του οικείου μηχανήματος στην αντίστοιχη αγορά του και διασφαλίζει, με τον τρόπο αυτό, την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή της οδηγίας 2006/42, υπό το πρίσμα των μέτρων που έλαβε το οικείο κράτος μέλος και κρίθηκαν δικαιολογημένα από την Επιτροπή. Στον βαθμό αυτό, η εν λόγω απόφαση έχει ως άμεση συνέπεια την κίνηση των εθνικών διαδικασιών οι οποίες θέτουν υπό αμφισβήτηση το δικαίωμα που είχε ο κατασκευαστής έως τότε, στο σύνολο της Ένωσης, να εμπορεύεται μηχάνημα το οποίο έχαιρε του κατά το άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας τεκμηρίου συμμορφώσεως, καθόσον διέθετε σήμανση CE και συνοδευόταν από δήλωση συμμορφώσεως ΕΚ.

Δεύτερον, απόφαση βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 3, της οδηγίας 2006/42 δεν καταλείπει καμία εξουσία εκτιμήσεως στους αποδέκτες της ως προς το προς εκπλήρωση αποτέλεσμα, δεδομένου ότι η εφαρμογή της έχει συναφώς αμιγώς αυτόματο χαρακτήρα και απορρέει αποκλειστικά από τη ρύθμιση της Ένωσης, χωρίς εφαρμογή άλλων παρεμβαλλόμενων κανόνων. Βεβαίως, για να είναι σε θέση να διαπιστώσουν αν ο κατασκευαστής έθεσε ή προτίθεται να θέσει σε κυκλοφορία στο έδαφός τους τύπους του μηχανήματός του και αν ορισμένοι από τους τύπους αυτούς εμφανίζουν τον ίδιο κίνδυνο με τα εθνικά μέτρα που έλαβε το οικείο κράτος μέλος, είναι πιθανό ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν αρχικώς να προβούν σε ελεγκτικά μέτρα. Παρά ταύτα, αν αποδειχθεί ότι τούτο ισχύει, οι αρχές αυτές υποχρεούνται να διαπιστώσουν ότι η κατάσταση αυτή ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια των προσώπων και να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την αντιμετώπιση του κινδύνου αυτού, διασφαλίζοντας στο πλαίσιο αυτό την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή της οδηγίας 2006/42, λαμβανομένων υπόψη της αποφάσεως της Επιτροπής και των εθνικών μέτρων που βάσει αυτής κρίθηκαν δικαιολογημένα, και, επομένως, διατάσσοντας την απαγόρευση, την απόσυρση ή την τροποποίηση του επίμαχου μηχανήματος ή εκδίδοντας κάθε αντίστοιχο μέτρο. Επομένως, είναι η διαπιστώνουσα τον δικαιολογημένο χαρακτήρα των οικείων εθνικών μέτρων απόφαση της Επιτροπής εκείνη η οποία καθορίζει το προς εκπλήρωση αποτέλεσμα από τις λοιπές εθνικές αρχές, οι οποίες δεν διαθέτουν συναφώς διακριτική ευχέρεια.

(βλ. σκέψεις 17, 23, 28, 30, 31)

2.      Καίτοι τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίζουν την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή της οδηγίας 2006/42, σχετικά με τα μηχανήματα, λαμβάνοντας υπόψη τις συνέπειες εθνικού μέτρου ληφθέντος ως προς δεδομένο μηχάνημα και κριθέντος ως δικαιολογημένου από την Επιτροπή, εντούτοις, καθώς δεν έχουν διακριτική ευχέρεια ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, δεν μπορούν προφανώς να επεκτείνουν ιδία βουλήσει, και εκτός του διαδικαστικού και ουσιαστικού πλαισίου του άρθρου 11, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, το πεδίο εφαρμογής του μέτρου αυτού σε άλλα μηχανήματα, με το σκεπτικό ότι τα μηχανήματα αυτά εμφανίζουν τον ίδιο κίνδυνο, χωρίς να παραβιάσουν την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας την οποία κατοχυρώνει το άρθρο 6, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας και το τεκμήριο συμμορφώσεως που προβλέπει το άρθρο 7 αυτής. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο νομοθέτης της Ένωσης εξήρτησε την επέκταση αυτή από την εφαρμογή μιας ειδικής διαδικασίας που συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, την έκδοση, αφενός, ρητής αποφάσεως της Επιτροπής προς τον σκοπό αυτό και, αφετέρου, εθνικών μέτρων εφαρμογής της αποφάσεως αυτής. Αντιθέτως, τέτοιες πράξεις ούτε προβλέπονται ούτε είναι αναγκαίες για τους σκοπούς του άρθρου 11 της οδηγίας 2006/42, λαμβανομένου υπόψη του εύρους του.

(βλ. σκέψη 34)

3.      Καίτοι πράγματι απόκειται στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν κατά τρόπο ορθό την οδηγία 2006/42, σχετικά με τα μηχανήματα, και να εποπτεύουν ώστε τα μηχανήματα που διατίθενται στην αγορά ή αρχίζουν να χρησιμοποιούνται στο έδαφός τους πληρούν τις προϋποθέσεις της, λαμβάνοντας εφόσον απαιτείται μέτρα όπως τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11 αυτής, γεγονός παραμένει, πάντως, ότι η Επιτροπή οφείλει να ελέγχει τον δικαιολογημένο χαρακτήρα των μέτρων αυτών, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ιδίως το βάσιμο των νομικών και πραγματικών δικαιολογητικών λόγων της εκδόσεώς τους. Από το αποτέλεσμα του ελέγχου αυτού εξαρτάται η οριστική διατήρηση εν ισχύι του επίμαχου εθνικού μέτρου, υπό την έννοια ότι το κράτος μέλος μπορεί να το διατηρήσει εν ισχύι μόνον εάν η Επιτροπή το κρίνει δικαιολογημένο, ενώ οφείλει να το άρει σε αντίθετη περίπτωση.

Συνεπώς, κάθε πρόσωπο το οποίο παραδεκτώς ζητεί την ακύρωση αποφάσεως διαπιστώνουσας τον δικαιολογημένο χαρακτήρα τέτοιων μέτρων δικαιούται να προβάλει, προς στήριξη των αιτημάτων του, ότι η εν λόγω απόφαση στηρίζεται σε εσφαλμένη ερμηνεία των διατάξεων της οδηγίας 2006/42, παρότι αυτή η ερμηνεία, την οποία όλα τα κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν δεόντως υπόψη, υιοθετήθηκε πρώτα από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, και στη συνέχεια από την Επιτροπή. Πράγματι, σε ανάλογη περίπτωση, η πλάνη περί το δίκαιο η οποία ενδέχεται να καταστήσει πλημμελή την απόφαση με την οποία η Επιτροπή διαπίστωσε τον δικαιολογημένο χαρακτήρα των επίμαχων εθνικών μέτρων πρέπει να είναι δεκτική αμφισβητήσεως ενώπιον του δικαστή της Ένωσης, άλλως καθίστανται κενά περιεχομένου το άρθρο 263 ΣΛΕΕ και η αρχή της αποτελεσματικής ένδικης προστασίας.

Εξάλλου, ο δικαστικός έλεγχος του βασίμου των νομικών δικαιολογητικών λόγων επί των οποίων η Επιτροπή στήριξε τη διαπίστωσή της περί δικαιολογημένου χαρακτήρα των επίμαχων εθνικών μέτρων δεν μπορεί παρά να είναι, όσον αφορά τα νομικά ζητήματα, ένας πλήρης έλεγχος.

(βλ. σκέψεις 46-48)

4.      Μόνο σε σχέση με συγκεκριμένο μηχάνημα ή εναλλάξιμο εξοπλισμό, με μία ή περισσότερες λειτουργίες, ένα κράτος μέλος δύναται να προσφύγει στη ρήτρα διασφαλίσεως του άρθρου 11 της οδηγίας 2006/42, σχετικά με τα μηχανήματα, και έχει την υποχρέωση, στο πλαίσιο αυτό, να αξιολογήσει τον κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων που επηρεάζει η εφαρμογή της ρήτρας αυτής. Η αξιολόγηση αυτή και το εξ αυτής απορρέον εθνικό μέτρο πρέπει, επομένως, να δικαιολογούνται όσον αφορά το εν λόγω μηχάνημα, όπως έχει διατεθεί στην αγορά, και ενδεχομένως όσον αφορά τον εναλλάξιμο εξοπλισμό με τον οποίο συνοδεύθηκε κατά τη διάθεσή του στην αγορά ή κατά την έναρξη της χρήσεώς του. Σε διαφορετική περίπτωση, το κράτος μέλος ενδεχομένως θα παραβίαζε την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας, χωρίς η παραβίαση αυτή να μπορεί να δικαιολογηθεί λόγω της υπάρξεως πραγματικού κινδύνου για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων.

Συναφώς, λαμβανομένου υπόψη του ίδιου του σημείου 1.1.2, στοιχείο αʹ, του παραρτήματος I της οδηγίας 2006/42, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι «κίνδυνος» συνδεόμενος με την εγκατάσταση, τη συντήρηση ή τη λειτουργία του επίμαχου μηχανήματος, είτε πρόκειται υπό συνθήκες προβλεπόμενης χρήσεως είτε υπό συνθήκες ευλόγως αναμενόμενης κακής χρήσεως, μπορεί να δικαιολογήσει την προσφυγή στη ρήτρα διασφαλίσεως του άρθρου 11 της εν λόγω οδηγίας. Πάντως, το άρθρο αυτό προβλέπει ότι απαιτείται ο κίνδυνος στον οποίο οφείλεται η εφαρμογή της να διαπιστώνεται, και επομένως ότι το κράτος μέλος που τον επικαλείται να αποδεικνύει επαρκώς κατά νόμον το υποστατό ενός τέτοιου κινδύνου. Σε περίπτωση μη αποδείξεώς του, η προσβολή της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας που προκαλείται από το εθνικό μέτρο που λαμβάνεται δυνάμει της ρήτρας διασφαλίσεως κατά τη διάταξη αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δικαιολογημένη υπό την έννοια αυτής.

Εξάλλου, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η ύπαρξη κινδύνου για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων υπό την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/42 μπορεί να αξιολογηθεί με γνώμονα, μεταξύ άλλων, τις βασικές απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που επιβάλλουν στους κατασκευαστές μηχανημάτων το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και το παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας. Συγκεκριμένα, η τήρηση των απαιτήσεων αυτών, σκοπός των οποίων είναι να διασφαλίζεται ότι ο σχεδιασμός και η κατασκευή μηχανημάτων λαμβάνουν υπόψη τους κινδύνους που συνδέονται με αυτά, επηρεάζει τη διάθεση στην αγορά αυτών των μηχανημάτων. Από την πλευρά της, η μη τήρησή τους μπορεί να προβληθεί προς στήριξη μέτρου αποσύρσεως ή απαγορεύσεως.

(βλ. σκέψεις 54, 57, 58)

5.      Το εύρος της ειδικής απαιτήσεως της υγείας και της ασφάλειας που προβλέπεται στο σημείο 3.4.4 του παραρτήματος I της οδηγίας 2006/42, σχετικά με τα μηχανήματα, και αφορά την πτώση αντικειμένων, πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα τις γενικές απαιτήσεις που προβλέπει η εν λόγω οδηγία και ειδικότερα το σημείο 1 των γενικών αρχών στην αρχή του παραρτήματος I καθώς και την αρχή ενσωματώσεως της ασφάλειας που προβλέπει το σημείο 1.1.2 του εν λόγω παραρτήματος. Προκύπτει, όμως, σαφώς από τις διατάξεις αυτές, καταρχάς, ότι ο σχεδιασμός και η κατασκευή των μηχανημάτων που προορίζονται να διατεθούν στην αγορά της Ένωσης πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα μηχανήματα αυτά μπορούν να λειτουργούν χωρίς τα πρόσωπα να εκτίθενται σε κίνδυνο κατά την εκτέλεση των εν λόγω εργασιών υπό τις προβλεπόμενες συνθήκες, αλλά λαμβάνοντας επίσης υπόψη ευλόγως αναμενόμενη κακή του χρήση, και, σε γενικότερες γραμμές, να αποφεύγεται κάθε άλλη χρήση τους εκτός από την κανονική, εφόσον από μια τέτοια χρήση θα μπορούσε να προκύψει κίνδυνος. Ακολούθως, τα λαμβανόμενα προς τούτο μέτρα πρέπει να έχουν ως στόχο την εξάλειψη του κινδύνου. Τέλος, για την εκπλήρωση μιας τέτοιας υποχρεώσεως, ο κατασκευαστής, καίτοι έχει τη δυνατότητα επιλογής των καταλληλότερων λύσεων, εντούτοις παράλληλα δεσμεύεται από μια σειρά προτεραιοτήτων προκειμένου, κυρίως, να εξαλείφει ή να μειώνει τους κινδύνους στο μέτρο του δυνατού.

Δεδομένου του προέχοντος χαρακτήρα του σκοπού που συνίσταται στο να εξαλείφει ή να μειώνει στο μέτρο του δυνατού, ήδη από τον σχεδιασμό και την κατασκευή του μηχανήματος, τους κινδύνους που συνδέονται με την προβλεπόμενη χρήση του ή την ευλόγως αναμενόμενη κακή χρήση, καθώς και στο να αποφεύγεται κάθε άλλη χρήση του εκτός από την κανονική και να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα προστασίας όσον αφορά τους κινδύνους που δεν μπορούν να εξαλειφθούν, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, όταν μηχάνημα προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για πλήθος διαφορετικών χρήσεων, σε συνάρτηση με εναλλάξιμο εξοπλισμό που μπορεί να συνδεθεί με αυτό, πρέπει να διαθέτει, προ της κυκλοφορίας του στην αγορά ή της ενάρξεως της χρήσεώς του, κατάλληλη προστατευτική κατασκευή όταν διαπιστώνεται ότι, ακόμη και αν η προβλεπόμενη χρήση για την οποία το προορίζει ο αγοραστής του σε δεδομένη περίπτωση δεν εγκυμονεί αφ’ εαυτής κίνδυνο από την πτώση αντικειμένων ή υλικών, μια από τις άλλες ευλόγως αναμενόμενες χρήσεις συνεπάγεται τέτοιον κίνδυνο. Ένα τέτοιο μέτρο εμπίπτει συγκεκριμένα στα μέτρα που σκοπό έχουν να εξαλείφουν ή να μειώνουν τους κινδύνους στο μέτρο του δυνατού μέσω της ενσωματώσεως της ασφάλειας στον σχεδιασμό και στην κατασκευή του μηχανήματος.

Εξάλλου, η τήρηση της απαιτήσεως που προβλέπεται στα σημεία 1.7.4.1 και 1.7.4.2 του παραρτήματος I της οδηγίας 2006/42 να συνοδεύονται τα μηχανήματα από οδηγίες χρήσεως που να περιγράφουν την προβλεπόμενη χρήση τους δεν αναιρεί την προέχουσα υποχρέωση των κατασκευαστών μηχανημάτων να ενσωματώνουν την ασφάλεια στον σχεδιασμό και στην κατασκευή τους, εξαλείφοντας ή μειώνοντας στο μέτρο του δυνατού τους κινδύνους που συνδέονται με την προβλεπόμενη χρήση ή την ευλόγως αναμενόμενη κακή χρήση τους, όπως τούτο προκύπτει από το σημείο 1.7.4.2, στοιχείο ιβʹ, του παραρτήματος I της εν λόγω οδηγίας. Τούτο σημαίνει ότι η οδηγία δεν υποχρεώνει τους κατασκευαστές μόνον να προειδοποιούν τους πελάτες τους για τους κινδύνους που συνδέονται με την ευλόγως αναμενόμενη κακή χρήση των μηχανημάτων που πωλούν. Τους υποχρεώνει επίσης να εξαλείφουν ή να μειώνουν τέτοιους κινδύνους στο μέτρο του δυνατού ήδη από το στάδιο του σχεδιασμού και της κατασκευής των μηχανημάτων αυτών.

(βλ. σκέψεις 64, 65, 69, 70)

6.      Προκύπτει σαφώς από την οικονομία της οδηγίας 2006/42, σχετικά με τα μηχανήματα, ότι το τεκμήριο συμμορφώσεως που απολαύει μηχάνημα δυνάμει του άρθρου 7, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας δεν αναιρεί τη δυνατότητα που αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη να προσφεύγουν στη ρήτρα διασφαλίσεως που προβλέπει το άρθρο 11 αυτής όταν οι προϋποθέσεις που προβλέπει το συγκεκριμένο άρθρο πληρούνται.

(βλ. σκέψη 72)

7.      Η οδηγία 2006/42, σχετικά με τα μηχανήματα, καθιερώνει ένα σύστημα εποπτείας και ρυθμίσεως της εσωτερικής αγοράς, στο πλαίσιο του οποίου, σε πρώτο επίπεδο, απόκειται στις αρμόδιες εθνικές αρχές να αξιολογήσουν αν το μηχάνημα ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων και, στην περίπτωση αυτή, να λάβουν τα απαιτούμενα μέτρα αποσύρσεως ή απαγορεύσεως. Η ρήτρα διασφαλίσεως η οποία προβλέπεται προς τον σκοπό αυτό με το άρθρο 11 της οδηγίας 2006/42 πρέπει να νοηθεί υπό το πρίσμα του άρθρου 114, παράγραφος 10, ΣΛΕΕ, που παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να λαμβάνουν τέτοια μέτρα για έναν ή περισσότερους από τους μη οικονομικούς λόγους που προβλέπονται στο άρθρο 36 ΣΛΕΕ, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται η προστασία της υγείας και της ζωής των προσώπων. Μια τέτοια απόπειρα μπορεί να συνεπάγεται, εκ μέρους των αρμόδιων εθνικών αρχών, πολύπλοκες εκτιμήσεις τεχνικής ή επιστημονικής φύσεως.

Από την πλευρά της, η Επιτροπή καλείται, στο πλαίσιο της διατάξεως αυτής, να εξακριβώσει τον δικαιολογημένο ή μη χαρακτήρα, από νομικής και πραγματικής απόψεως, των μέτρων που λαμβάνουν τα κράτη μέλη. Πρέπει να αναγνωριστεί ότι η Επιτροπή διαθέτει ευρεία εξουσία αξιολογήσεως, έτσι ώστε να είναι σε θέση να επιτύχει αποτελεσματικά τον σκοπό που της έχει ανατεθεί, λαμβανομένων υπόψη των περίπλοκων τεχνικών αξιολογήσεως στις οποίες οφείλει να προβαίνει. Αναγνωρίζεται επίσης η ύπαρξη τέτοιας εξουσίας στην Επιτροπή όταν αυτή καλείται να ελέγξει τα μέτρα που λαμβάνει κράτος μέλος στο πλαίσιο διατάξεως προβλεπόμενης από τις παραγράφους 4 έως 6 του άρθρου 114 ΣΛΕΕ. Συναφώς, οσάκις καλείται να ελέγξει την άσκηση ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως, ο δικαστής της Ένωσης οφείλει να ελέγχει, σε συνάρτηση με τους ενώπιόν του προβαλλόμενους λόγους, την τήρηση των διαδικαστικών κανόνων, το υποστατό των πραγματικών περιστατικών που ελήφθησαν υπόψη από την Επιτροπή, ενδεχόμενα πρόδηλα σφάλματα κατά την εκτίμηση των περιστατικών αυτών ή ενδεχόμενη κατάχρηση εξουσίας. Ειδικότερα, οφείλει να εξακριβώνει, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που επικαλούνται οι διάδικοι, την επί της ουσίας ακρίβεια των αποδεικτικών στοιχείων που στηρίζουν την προσβαλλόμενη πράξη, την αξιοπιστία και τη συνοχή τους και να ελέγχει αν τα στοιχεία αυτά αποτελούν το σύνολο των ληπτέων υπόψη κρίσιμων στοιχείων για την εκτίμηση σύνθετης καταστάσεως και αν είναι ικανά να θεμελιώσουν τα εξ αυτών αντλούμενα συμπεράσματα.

(βλ. σκέψεις 79-82)

8.      Όσον αφορά την αξιολόγηση του κινδύνου στην οποία οφείλει να προβαίνει το οικείο κράτος μέλος προτού προσφύγει στα προβλεπόμενα από το άρθρο 11 της οδηγίας 2006/42 μέτρα, σχετικά με τα μηχανήματα, υπό τον έλεγχο της Επιτροπής, η αξιολόγηση αυτή πρέπει να πραγματοποιείται με γνώμονα τον μέσο και ευλόγως προσεκτικό και ενημερωμένο χρήστη. Συγκεκριμένα, η εξουσία την οποία απονέμει το άρθρο αυτό στις εθνικές αρχές συνιστά παρέκκλιση από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας που κατοχυρώνει η οδηγία και δικαιολογείται μόνον εφόσον υφίσταται κίνδυνος συνδεόμενος με την προβλεπόμενη ή με την ευλόγως αναμενόμενη κακή χρήση του επίμαχου μηχανήματος, η οποία, όπως ορίζεται στο ίδιο το σημείο 1.1.1, στοιχείο θʹ, του παραρτήματος I της οδηγίας αυτής, αποτελεί χρήση που μπορεί να προέλθει από εύκολα προβλέψιμη ανθρώπινη συμπεριφορά. Στο πλαίσιο αυτό, το ότι οι εθνικές αρχές αξιολογούν την ύπαρξη του κινδύνου συγκεκριμένα με γνώμονα τον μέσο και ευλόγως επιμελή χρήστη, και όχι αφηρημένα, συμβάλλει στη διασφάλιση της μη αδικαιολόγητης παραβιάσεως εκ μέρους τους της ελεύθερης κυκλοφορίας των μηχανημάτων, υπό την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας.

Πάντως, καθόσον διαπιστώνεται επαρκώς κατά νόμον η ύπαρξη τέτοιου κινδύνου, με γνώμονα τον μέσο και ευλόγως επιμελή χρήστη, το γεγονός ότι ο χρήστης αυτός έχει προηγουμένως ενημερωθεί για την ύπαρξη του κινδύνου είναι αυτό καθεαυτό αδιάφορο, λαμβανομένων υπόψη, αφενός, της ιεραρχήσεως που καθιερώνει η οδηγία 2006/42 μεταξύ των υποχρεώσεων προλήψεως και ενημερώσεως που επιβάλλει στους κατασκευαστές μηχανημάτων και, αφετέρου, των συνεπειών που προκαλούνται από τη μη τήρηση των υποχρεώσεων αυτών.

(βλ. σκέψεις 83, 84)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 94)

10.    Το άρθρο 11 της οδηγίας 2006/42, σχετικά με τα μηχανήματα, δεν επιβάλλει στην Επιτροπή, στο ειδικό πλαίσιο της εξετάσεως του δικαιολογημένου ή μη χαρακτήρα των μέτρων που της γνωστοποιούν τα κράτη μέλη, να κρίνει αν τα μέτρα αυτά συμμορφώνονται περαιτέρω προς την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως. Καθόσον ένα τέτοιο μέτρο είναι δικαιολογημένο υπό την έννοια της εν λόγω διατάξεως, η απόφαση με την οποία η Επιτροπή αναγνωρίζει τον δικαιολογημένο χαρακτήρα του δεν μπορεί επομένως να αναιρείται με βάση το σκεπτικό ότι μηχανήματα παρόμοια με το μηχάνημα στο οποίο αφορά το εν λόγω μέτρο κυκλοφορούν στην επίμαχη εθνική αγορά, αλλά δεν αποτέλεσαν αντικείμενο παρόμοιων μέτρων παραβιάζοντας την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως.

Συγκεκριμένα, πρώτον, όταν ένα ζήτημα έχει αποτελέσει αντικείμενο πλήρους εναρμονίσεως στο επίπεδο της Ένωσης, κάθε σχετικό εθνικό μέτρο πρέπει να εκτιμάται υπό το πρίσμα των διατάξεων της πράξεως εναρμονίσεως και όχι υπό το πρίσμα των διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου. Τούτο ισχύει επίσης όταν το επίμαχο μέτρο συνιστά όχι πράξη νομοθετικής ή κανονιστικής φύσεως, αλλά μέτρο ατομικού χαρακτήρα. Επομένως, δεδομένου ότι η οδηγία 2006/42 έχει προβεί σε πλήρη εναρμόνιση, στο επίπεδο της Ένωσης, όχι μόνον των κανόνων των σχετικών με τις βασικές απαιτήσεις ασφαλείας που ισχύουν για τα μηχανήματα και με την πιστοποίηση της συμμορφώσεως των μηχανημάτων αυτών προς τις εν λόγω απαιτήσεις, αλλά και των συμπεριφορών που μπορούν να υιοθετούν τα κράτη μέλη όσον αφορά τα μηχανήματα που τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται προς τις απαιτήσεις αυτές, ακριβώς υπό το πρίσμα των διατάξεων αυτής πρέπει να εξετασθεί αν η Επιτροπή παρέβη τις υποχρεώσεις της μην εξακριβώνοντας αν τα μέτρα που έλαβαν οι αρμόδιες εθνικές αρχές παραβίαζαν την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως ή αν δεν εναπέκειτο στην Επιτροπή να προβεί σε τέτοιο έλεγχο.

Δεύτερον, αντικείμενο του άρθρου 11 της οδηγίας 2006/42 δεν είναι να αναθέσει στην Επιτροπή τη μέριμνα του ελέγχου, υπό όλες τις πτυχές τους, της νομιμότητας των μέτρων που λαμβάνουν οι εθνικές αρχές όταν διαπιστώνουν ότι μηχανήματα ενδέχεται να θίξουν την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων. Συγκεκριμένα, στα εθνικά δικαστήρια απόκειται ένας τέτοιος έλεγχος, όπως τούτο προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 25 και το άρθρο 20 της εν λόγω οδηγίας. Τρίτον, καίτοι η παράγραφος 3 του άρθρου 11 της οδηγίας 2006/42 απλώς προβλέπει ότι η Επιτροπή εξετάζει αν τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη είναι δικαιολογημένα ή όχι, από την όλη οικονομία του εν λόγω άρθρου απορρέει ότι η υποχρέωση αυτή πρέπει να εκληφθεί υπό το πρίσμα των υποχρεώσεων που επιβάλλουν οι παράγραφοι 1 και 2 του εν λόγω άρθρου καταρχάς στις εθνικές αρχές.

Εξάλλου, το άρθρο 114, παράγραφος 10, ΣΛΕΕ το οποίο παρέχει στον νομοθέτη της Ένωσης την εξουσία να προβλέπει ρήτρες διασφαλίσεως όπως η θεσπιζόμενη στο άρθρο 11 της οδηγίας 2006/42 και παραπέμπει στους λόγους που προβλέπει η πρώτη περίοδος του άρθρου 36 ΣΛΕΕ, δεν παραπέμπει, αντιθέτως, στη δεύτερη περίοδο του άρθρου αυτού, η οποία προβλέπει ότι οι απαγορεύσεις ή οι περιορισμοί που μπορούν να δικαιολογηθούν από τους λόγους αυτούς δεν δύνανται πάντως να αποτελούν ούτε μέσο αυθαιρέτων διακρίσεων ούτε συγκεκαλυμμένο περιορισμό στο εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Διαφέρει, κατά συνέπεια, από τις παραγράφους 4 έως 6 του ιδίου άρθρου, σχετικά με τις διατάξεις τις οποίες μπορεί να θεσπίζει ή να διατηρεί εν ισχύι κράτος μέλος μετά την έκδοση μέτρου εναρμονίσεως σύμφωνα με την παράγραφο 1.

(βλ. σκέψεις 98-105)

11.    Κάθε πράξη της Ένωσης πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με το σύνολο του πρωτογενούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. Ομοίως, για την ερμηνεία πράξεως της Ένωσης, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όχι μόνο το γράμμα της, αλλά και η όλη οικονομία της, το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος.

Όσον αφορά την οδηγία 2006/42, σχετικά με τα μηχανήματα, είναι αντίθετο όχι μόνον στην αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, αλλά και στον σκοπό της εν λόγω οδηγίας, που αφορά ειδικότερα την εναρμόνιση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες τα μηχανήματα διατίθενται στην εσωτερική αγορά και κυκλοφορούν ελευθέρως σε αυτήν, διασφαλίζοντας παραλλήλως την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων έναντι κινδύνων που απορρέουν από τη χρήση τους, καθώς και στην όλη οικονομία του πλαισίου που καθιερώνεται για τη διασφάλιση της ορθής και ομοιόμορφης εφαρμογής της οδηγίας αυτής από τις εθνικές αρχές, υπό τον έλεγχο της Επιτροπής, ένα κράτος μέλος να μπορεί να προσφύγει στη ρήτρα διασφαλίσεως που προβλέπει το άρθρο 11 της εν λόγω οδηγίας όσον αφορά μηχάνημα που ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, μην υπάγοντας παραλλήλως τα παρόμοια μηχανήματα σε ίδια μεταχείριση, ελλείψει αντικειμενικής δικαιολογήσεως.

(βλ. σκέψεις 108, 109)

12.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 116)