Language of document : ECLI:EU:T:2005:46

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 15ης Φεβρουαρίου 2005 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού κοινοτικού σήματος απεικονίζοντος φιάλη ζύθου φέρουσα το λεκτικό σημείο “negra modelo” – Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα Modelo – Κίνδυνος συγχύσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»

Στην υπόθεση T-169/02,

Cervecería Modelo, SA de CV, με έδρα την Πόλη του Μεξικού (Μεξικό), εκπροσωπούμενη από τους C. Lema Devesa και A. Velázquez Ibáñez, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπουμένου από τους J. Crespo Carrillo και I. de Medrano Caballero,

καθού,

έτερος διάδικος στη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Πρωτοδικείου:

Modelo Continente Hipermercados, SA, με έδρα τη Senhora da Hora (Πορτογαλία), εκπροσωπούμενη από τους N. Cruz, J. Pimenta και T. Colaço Dias, δικηγόρους,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του τρίτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ, της 6ης Μαρτίου 2002 (υποθέσεις R 536/2001-3 και R 674/2001-3), επί διαδικασίας ανακοπής μεταξύ της Cervecería Modelo, SA de CV, και της Modelo Continente Hipermercados, SA,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους B. Vesterdorf, Πρόεδρο, P. Mengozzi και I. Labucka, δικαστές,

γραμματέας: H. Jung

έχοντας υπόψη την προσφυγή που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 30 Μαΐου 2002,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 12 Δεκεμβρίου 2002,

έχοντας υπόψη το υπόμνημα αντικρούσεως της παρεμβαίνουσας που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 25 Νοεμβρίου 2002,

κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 14ης Σεπτεμβρίου 2004,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 19 Μαΐου 1999, η Cervecería Modelo, SA de CV, κατέθεσε αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί.

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση είναι το κατωτέρω εικονιζόμενο εικονιστικό σημείο που φέρει τα χρώματα χρυσό, πορτοκαλί, λευκό, μαύρο και καφέ (στο εξής: σήμα NEGRA MODELO):

Image not found

3        Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τις οποίες ζητήθηκε η καταχώριση υπάγονται στις κλάσεις 25, 32 και 42 κατά τον Διακανονισμό της Νίκαιας σχετικά με τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών όσον αφορά την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν, όσον αφορά καθεμία από τις κλάσεις αυτές, στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 25: «Είδη ενδύσεως»·

–        κλάση 32: «Ζύθος»·

–        κλάση 42: «Υπηρεσίες μπαρ, εστιατορίων και νυκτερινών κέντρων».

4        Η αίτηση δημοσιεύθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2000 στο Δελτίο Κοινοτικών Σημάτων αριθ. 5/2000.

5        Στις 17 Απριλίου 2000, η Modelo Continente Hipermercados, SA, άσκησε ανακοπή κατά της αιτήσεως της προσφεύγουσας, δυνάμει του άρθρου 42 του κανονισμού 40/94. Η ανακοπή ασκήθηκε για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορούσε η αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος της προσφεύγουσας. Η ανακοπή αυτή στηριζόταν στο εξής εθνικό εικονιστικό σήμα:

Image not found

6        Το σήμα αυτό είχε καταχωριστεί στην Πορτογαλία στις 20 Ιανουαρίου 1995 για «είδη ενδύσεως, συμπεριλαμβανομένων των υποδημάτων» της κλάσεως 25, στις δε 20 Απριλίου 1995 για «σιρόπια, ζύθους, αναψυκτικά και μη οινοπνευματώδη ποτά» της κλάσεως 32.

7        Με την απόφαση 763/2001, της 23ης Μαρτίου 2001, το τμήμα ανακοπών του ΓΕΕΑ δέχθηκε την αίτηση καταχωρίσεως όσον αφορά τα «είδη ενδύσεως» και τις «υπηρεσίες μπαρ, εστιατορίων και νυκτερινών κέντρων» και, κάνοντας εν μέρει δεκτή την ανακοπή, απέρριψε την αίτηση αυτή για το προϊόν που ενέπιπτε στην κλάση 32 («ζύθος»), με την αιτιολογία ότι υπήρχε κίνδυνος συγχύσεως, όσον αφορά το προϊόν αυτό, μεταξύ των δύο αντιπαραβαλλομένων σημείων.

8        Στις 23 Μαΐου 2001, η προσφεύγουσα άσκησε προσφυγή (υπόθεση R 536/2001‑3) κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών, υποστηρίζοντας ότι δεν έπρεπε να απορριφθεί η αίτηση καταχωρίσεως του ζητηθέντος σήματος για το προϊόν της κλάσεως 32 («ζύθος»).

9        Στις 23 Μαΐου 2001, η παρεμβαίνουσα άσκησε προσφυγή (υπόθεση R 674/2001‑3) κατά της ίδιας αποφάσεως, στο μέτρο που με την απόφαση αυτή είχε γίνει δεκτή η αίτηση καταχωρίσεως.

10      Με απόφαση της 6ης Μαρτίου 2002 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το τρίτο τμήμα προσφυγών του ΓΕΕΑ απέρριψε τις προσφυγές, επικυρώνοντας την καταχώριση του σήματος για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες των κλάσεων 25 και 42, καθώς και την απόρριψη της καταχωρίσεως για το προϊόν της κλάσεως 32, με την αιτιολογία ότι υπήρχε για το προϊόν αυτό κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του ζητουμένου κοινοτικού σήματος και του προγενεστέρου εθνικού σήματος.

 Αιτήματα των διαδίκων

11      Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ στα δικαστικά έξοδα.

12      Το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα ζητούν από το Πρωτοδικείο:

–        να απορρίψει την προσφυγή·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

13      Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα επικαλείται ένα μοναδικό λόγο αντλούμενο από την παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

 Επιχειρήματα των διαδίκων

14      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, πρώτον, ότι ο κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του σήματος NEGRA MODELO του οποίου ζητείται η καταχώριση και του σήματος Modelo της παρεμβαίνουσας πρέπει να εκτιμηθεί με βάση την προγενέστερη χρήση του τελευταίου αυτού σήματος. Όμως, δεδομένου ότι η παρεμβαίνουσα δεν προσκόμισε, κατά την προσφεύγουσα, καμία απόδειξη σοβαρής χρήσεως του σήματός της, δεν μπορεί να υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του σήματος αυτού και του σήματος της προσφεύγουσας.

15      Δεύτερον, η προσφεύγουσα επικαλείται τη φήμη του σήματος NEGRA MODELO, παρατηρώντας, αφενός, ότι το τμήμα προσφυγών δεν την έλαβε επαρκώς υπόψη του κατά την εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεώς του με το σήμα της παρεμβαίνουσας και, αφετέρου, ότι η φήμη αυτή εμποδίζει την πλάνη του καταναλωτή και αποκλείει έτσι κάθε κίνδυνο συγχύσεως.

16      Τρίτον, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την εκ μέρους του τμήματος προσφυγών εκτίμηση της υπάρξεως κινδύνου συγχύσεως μεταξύ του προγενεστέρου σήματος και του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση. Συναφώς, υποστηρίζει ότι το τμήμα προσφυγών δεν προέβη σε σφαιρική εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως, βάσει της συνολικής εντυπώσεως που προκαλούν τα επίμαχα σήματα από οπτικής, ακουστικής και εννοιολογικής απόψεως, αντίθετα προς τα όσα αναφέρει το Δικαστήριο στη σκέψη 25 της αποφάσεως της 22ας Ιουνίου 1999, C‑342/97, Lloyd Schuhfabrik Meyer (Συλλογή 1999, σ. I‑3819). Εξάλλου, το τμήμα προσφυγών απέκλεισε από τη σφαιρική εκτίμηση τα εικονιστικά στοιχεία και τα χρώματα τα οποία μνημονεύονται στην αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος NEGRA MODELO. Τέλος, το τμήμα προσφυγών κακώς αποσυνέδεσε τους όρους «negra» και «modelo», θεωρώντας τον πρώτο ως περιγραφικό.

17      Το ΓΕΕΑ υπενθυμίζει, καταρχάς, ότι, σύμφωνα με το άρθρο 43, παράγραφος 2, του κανονισμού 40/94, στον ανακόπτοντα εναπόκειται, εφόσον αυτό ζητηθεί από τον καταθέτη, να αποδείξει τη χρήση του προγενεστέρου σήματος επί της οποίας στηρίζεται η ανακοπή. Εν προκειμένω, η προσφεύγουσα δεν ζήτησε από την ανακόπτουσα να προσκομίσει τέτοια απόδειξη.

18      Περαιτέρω, όσον αφορά το επιχείρημα το οποίο η προσφεύγουσα αντλεί από την υποτιθέμενη φήμη του σήματός της, το ΓΕΕΑ παρατηρεί ότι τα έγγραφα τα οποία προσκόμισε προς απόδειξη αυτής της φήμης αναφέρονται στη χρήση του σήματος στην Ισπανία, ενώ εκείνο που θα πρέπει να εκτιμηθεί είναι ο κίνδυνος συγχύσεως στην Πορτογαλία. Εξάλλου, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, το ΓΕΕΑ αμφισβήτησε το παραδεκτό των εν λόγω εγγράφων με την αιτιολογία ότι παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά ενώπιον του Πρωτοδικείου.

19      Όσον αφορά την εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως, το ΓΕΕΑ παρατηρεί ότι, αν από οπτικής απόψεως, ο βαθμός ομοιότητας μεταξύ των επιμάχων σημάτων δεν είναι μεγάλος, τα σήματα αυτά εμφανίζουν υψηλό βαθμό ομοιότητας από ακουστικής και εννοιολογικής απόψεως. Όσον αφορά, ιδίως, την εννοιολογική ομοιότητα, το ΓΕΕΑ θεωρεί ότι το τμήμα προσφυγών δεν αποσυνέθεσε αυθαιρέτως το σημείο που αποτελεί αντικείμενο του σήματος, αλλά, αντιθέτως, ανέλυσε σφαιρικώς το σύνολο των στοιχείων που το συνθέτουν.

20      Η παρεμβαίνουσα παρατηρεί ότι δεν υπάρχει αντίφαση μεταξύ της σφαιρικής εκτιμήσεως του κινδύνου συγχύσεως και της υπογραμμίσεως των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων του σήματος, καθόσον το κατά πόσον υπερισχύει ένα από τα στοιχεία του μπορεί να κριθεί λαμβανομένης υπόψη της συνολικής εντυπώσεως και όχι της εντυπώσεως που προκαλούν τα επί μέρους στοιχεία.

21      Σε εννοιολογικό επίπεδο, η παρεμβαίνουσα υποστηρίζει ακόμα ότι η λέξη «negra» έχει ιδιαίτερη σημασία, ήτοι «εκείνος που έχει πολύ σκοτεινό χρώμα: ο μαύρος», και ότι χρησιμοποιείται στην τρέχουσα γλώσσα στην Πορτογαλία για τον προσδιορισμός ενός είδους βαθύχρωμου ζύθου. Σε σχέση προς τα προϊόντα στα οποία αναφέρονται τα επίδικα σήματα, ο όρος «negra» δεν έχει, συνεπώς, διακριτικό χαρακτήρα.

 Εκτίμηση του Πρωτοδικείου

22      Κατά το άρθρο 74, παράγραφος 1, του κανονισμού 40/94, στις διαδικασίες που αφορούν σχετικούς λόγους απαραδέκτου της καταχωρίσεως, ο έλεγχος περιορίζεται στα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι και στα αιτήματά τους. Επομένως, εφόσον πρόκειται για σχετικό λόγο απαραδέκτου της καταχωρίσεως, νομικά στοιχεία και πραγματικά περιστατικά των οποίων γίνεται επίκληση ενώπιον του Πρωτοδικείου χωρίς προηγουμένως να έχει γίνει επίκλησή τους ενώπιον των οργάνων του ΓΕΕΑ δεν μπορούν να θίξουν τη νομιμότητα μιας αποφάσεως του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ [βλ., όσον αφορά τους νέους πραγματικούς ισχυρισμούς, απόφαση του Πρωτοδικείου της 13ης Ιουλίου 2004, T-115/03, Samar κατά ΓΕΕΑ – Grotto (GAS STATION), Συλλογή 2004, σ. ΙΙ‑2939, σκέψη 13].

23      Κατά συνέπεια, στο πλαίσιο του ελέγχου της νομιμότητας των αποφάσεων των τμημάτων προσφυγών του ΓΕΕΑ, με τον οποίο είναι επιφορτισμένο το Πρωτοδικείο δυνάμει του άρθρου 63 του κανονισμού 40/94, αυτά τα νομικά και πραγματικά στοιχεία δεν μπορούν να εξετάζονται προς εκτίμηση της νομιμότητας της αποφάσεως του τμήματος προσφυγών και πρέπει, ως εκ τούτου, να κρίνονται απαράδεκτα (προμνησθείσα απόφαση GAS STATION, σκέψη 14).

24      Εν προκειμένω, δεδομένου ότι δεν αμφισβητείται ότι οι αιτιάσεις που αντλούνται από την έλλειψη χρήσεως του προγενεστέρου σήματος και από τη φήμη του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση δεν εκτιμήθηκαν από το τμήμα προσφυγών, καθόσον η προσφεύγουσα δεν τις προέβαλε, οι αιτιάσεις αυτές πρέπει να κριθούν απαράδεκτες.

25      Όσον αφορά την εκτίμηση της υπάρξεως κινδύνου συγχύσεως μεταξύ των δύο επιδίκων σημάτων, πρέπει να υπομνησθεί ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με την ερμηνεία της πρώτης οδηγίας 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 1989, L 40, σ. 1), και του Πρωτοδικείου ως προς τον κανονισμό 40/94, κίνδυνος συγχύσεως υπάρχει όταν το κοινό μπορεί να πιστέψει ότι τα σχετικά προϊόντα ή υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή, ενδεχομένως, από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις [απόφαση του Δικαστηρίου της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, C-39/97, Canon, Συλλογή 1998, σ. I-5507, σκέψη 29, και προμνησθείσα απόφαση Lloyd Schuhfabrik Meyer, σκέψη 17· αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 23ης Οκτωβρίου 2002, T-104/01, Oberhauser κατά ΓΕΕΑ – Petit Liberto (Fifties), Συλλογή 2002, σ. II-4359, σκέψη 25· της 15ης Ιανουαρίου 2003, T-99/01, Mystery Drinks κατά ΓΕΕΑ – Karlsberg Brauerei (MYSTERY), Συλλογή 2003, σ. II-43, σκέψη 29, και της 17ης Μαρτίου 2004, T-183/02 και T-184/02, El Corte Inglés κατά ΓΕΕΑ – González Cabello και Iberia Líneas Aéreas de España (MUNDICOR), Συλλογή 2004, σ. ΙΙ-965, σκέψη 64].

26      Ειδικότερα, κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, η εκτίμηση της υπάρξεως κινδύνου συγχύσεως προϋποθέτει, αφενός, το ταυτόσημο ή την ομοιότητα των προϊόντων ή υπηρεσιών που προσδιορίζουν τα αντιπαραβαλλόμενα σημεία και, αφετέρου, το ταυτόσημο ή την ομοιότητα μεταξύ των σημείων αυτών.

27      Εν προκειμένω, όσον αφορά την ομοιότητα των προϊόντων, οι διάδικοι δεν αμφισβητούν ότι το προϊόν το οποίο προσδιορίζεται από το προγενέστερο σήμα και εκείνο που προσδιορίζεται από το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι το ίδιο, δηλαδή ζύθος.

28      Όσον αφορά την ομοιότητα μεταξύ των δύο σημείων, πρέπει να παρατηρηθεί ότι το τμήμα προσφυγών εντόπισε τον κίνδυνο συγχύσεως στην πορτογαλική αγορά (σκέψη 50 της προσβαλλομένης αποφάσεως). Το τμήμα προσφυγών έκρινε επίσης ότι ο καταναλωτής στον οποίο απευθύνεται το σήμα ήταν ο μέσος Πορτογάλος καταναλωτής, που έχει τη συνήθη πληροφόρηση και είναι ευλόγως προσεκτικός και ενημερωμένος, και, συνεπώς, σε σχέση προς αυτόν εκτίμησε την εντύπωση που μπορούσαν να προκαλέσουν τα επίδικα σήματα. Αυτά τα συμπεράσματα του τμήματος προσφυγών δεν αμφισβητήθηκαν στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής.

29      Όσον αφορά την εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως, από την προσβαλλόμενη απόφαση (σκέψεις 36 επ.) προκύπτει ότι το τμήμα προσφυγών συνέκρινε τα επίδικα σήματα εξετάζοντας τη συνολική εντύπωση που προκαλούν τα δύο σήματα από οπτικής, ακουστικής και εννοιολογικής απόψεως.

30      Συνεπώς, αντίθετα προς τα υποστηριζόμενα από την προσφεύγουσα, το τμήμα προσφυγών δεν παρέβη την υποχρέωση της συνολικής εκτιμήσεως του κινδύνου συγχύσεως.

31      Όσον αφορά την παρατήρηση της προσφεύγουσας σχετικά με τη χωριστή εκτίμηση των όρων «negra» και «modelo», πρέπει να υπομνησθεί ότι η συνολική εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως μεταξύ δύο σημάτων πρέπει να στηρίζεται στη συνολική εντύπωση που προκαλούν τα σήματα, λαμβανομένων υπόψη, μεταξύ άλλων, των διακριτικών και κυρίαρχων στοιχείων τους [βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση του Δικαστηρίου της 11ης Νοεμβρίου 1997, C-251/95, SABEL, Συλλογή 1997, σ. I-6191, σκέψη 23, και προμνησθείσες αποφάσεις Lloyd Schuhfabrik Meyer, σκέψη 25, και Fifties, σκέψη 34].

32      Προκειμένου για σήματα συντιθέμενα από πλείονες λέξεις, η αναζήτηση του κυρίαρχου στοιχείου προϋποθέτει αναγκαστικά την ανάλυση της σημασίας που έχει κάθε μία από τις λέξεις αυτές για τον ενδιαφερόμενο καταναλωτή.

33      Η αναζήτηση αυτή πρέπει να στηρίζεται, αφενός, στην εξέταση των επιμάχων σημάτων, στο πλαίσιο της οποίας «έκαστο θεωρείται ως σύνολο», και, αφετέρου, στις «εγγενείς ιδιότητες» εκάστου των συνθετικών στοιχείων σε σύγκριση με εκείνες των άλλων στοιχείων [απόφαση του Πρωτοδικείου της 23ης Οκτωβρίου 2002, T‑6/01, Matratzen Concord κατά ΓΕΕΑ – Hukla Germany (MATRATZEN), Συλλογή 2002, σ. II‑4335, σκέψεις 34 και 35].

34      Πρέπει επίσης να παρατηρηθεί ότι το ενδιαφερόμενο κοινό δεν θα θεωρήσει ένα περιγραφικό στοιχείο που αποτελεί τμήμα ενός σύνθετου σήματος ως το διακριτικό και κυρίαρχο στοιχείο της συνολικής εντυπώσεως που το σήμα αυτό προκαλεί [αποφάσεις του Πρωτοδικείου της 3ης Ιουλίου 2003, T-129/01, Alejandro κατά ΓΕΕΑ – Anheuser-Busch (BUDMEN), Συλλογή 2003, σ. II‑2251, σκέψη 53· της 18ης Φεβρουαρίου 2004, T-10/03, Koubi κατά ΓΕΕΑ – Flabesa (CONFORFLEX), Συλλογή 2004, σ. ΙΙ-719, σκέψη 60, και της 6ης Ιουλίου 2004, T-117/02, Grupo El Prado Cervera κατά ΓΕΕΑ – Debuschewitz (CHUFAFIT), Συλλογή 2004, σ. ΙΙ-2073, σκέψη 51].

35      Στην υπό κρίση περίπτωση, δεν αμφισβητείται ότι η λέξη «modelo» είναι το κυρίαρχο στοιχείο του σύνθετου σήματος NEGRA MODELO.

36      Πράγματι, το «negra» είναι περιγραφικό στοιχείο, δεδομένου ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην πορτογαλική γλώσσα προς δήλωση του βαθύχρωμου ζύθου, δηλαδή του είδους ζύθου που διατίθεται στο εμπόριο υπό το σήμα NEGRA MODELO.

37      Κατά συνέπεια, η προσοχή του μέσου Πορτογάλου καταναλωτή θα εστιαστεί στον όρο «modelo».

38      Επομένως, ο όρος «modelo» είναι το κυρίαρχο στοιχείο του σήματος NEGRA MODELO, τόσο αν η λέξη αυτή εξεταστεί σε σχέση προς τα λοιπά στοιχεία του σήματος όσο και αν εκτιμηθεί η συνολική εντύπωση που προκαλεί το σήμα αυτό. Ορθώς, συνεπώς, το τμήμα προσφυγών, στη σκέψη 42 της προσβαλλομένης αποφάσεως, χαρακτήρισε ως κυρίαρχο στοιχείο τη λέξη «modelo», η οποία περιέχεται στο σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση.

39      Όσον αφορά το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το τμήμα προσφυγών παρέλειψε να λάβει υπόψη του τις γραφικές ιδιαιτερότητες του σήματος NEGRA MODELO, πρέπει να παρατηρηθεί ότι, κατά την ανάλυση της συνολικής εντυπώσεως την οποία προκαλούν τα σήματα από οπτικής, ακουστικής και εννοιολογικής απόψεως, δεν είναι αναγκαίο να υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως σε όλα αυτά τα επίπεδα. Πράγματι, όπως ορθώς υπενθύμισε το ΓΕΕΑ, είναι δυνατόν ορισμένες διαφορές που υπάρχουν σε ένα από τα επίπεδα αυτά να εξουδετερώνονται, στη συνολική εντύπωση που προκαλείται στον καταναλωτή, από την ύπαρξη ομοιοτήτων σε άλλα επίπεδα. Λαμβανομένων υπόψη των ακουστικών και εννοιολογικών ομοιοτήτων μεταξύ των επίμαχων σημείων, οι οπτικές διαφορές μεταξύ των σημείων δεν είναι ικανές να αποκλείσουν τον κίνδυνο συγχύσεως (προμνησθείσα απόφαση Fifties, σκέψη 46).

40      Στην υπό κρίση περίπτωση, η ακουστική και εννοιολογική ταυτότητα μεταξύ του κυρίαρχου στοιχείου του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση και του προγενεστέρου σήματος εξουδετερώνει τις οπτικές διαφορές που οφείλονται σε γραφικές ιδιαιτερότητες του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση, οπότε οι διαφορές αυτές δεν είναι ικανές να αποκλείσουν τον κίνδυνο συγχύσεως.

41      Εξάλλου, η ομοιότητα αυτή αφορά δύο σήματα τα οποία προσδιορίζουν το ίδιο προϊόν, δηλαδή ζύθο. Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι μια ελαφρά ομοιότητα μεταξύ των σημάτων μπορεί να αντισταθμίζεται από μια έντονη ομοιότητα μεταξύ των προσδιοριζομένων προϊόντων ή υπηρεσιών (βλ., κατ’ αναλογίαν, προμνησθείσες αποφάσεις Canon, σκέψη 17, Lloyd Schuhfabrik Meyer, σκέψη 19 και Fifties, σκέψη 27).

42      Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως μεταξύ του σήματος NEGRA MODELO της προσφεύγουσας και του σήματος Modelo της παρεμβαίνουσας, η οποία περιέχεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, δεν είναι παράνομη, καθόσον το τμήμα προσφυγών ορθώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο όρος «modelo» είναι το κυρίαρχο στοιχείο του σήματος της προσφεύγουσας καθώς και ότι ο όρος αυτός ταυτίζεται με τον μοναδικό όρο του προγενεστέρου σήματος.

43      Εν προκειμένω, η ταυτότητα του προϊόντος που προσδιορίζεται από τα αντιπαραβαλλόμενα σημεία ενισχύει την ομοιότητα που υπάρχει μεταξύ των σημείων αυτών.

44      Βάσει των ανωτέρω, πρέπει να διαπιστωθεί ότι υπάρχει κίνδυνος να νομίσει το ενδιαφερόμενο κοινό ότι τα προϊόντα που προσδιορίζονται από τα αντιπαραβαλλόμενα σημεία προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή, τουλάχιστον, από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις.

45      Κατά τα λοιπά, η ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως ενισχύεται και από το ότι ο μέσος καταναλωτής σπανίως έχει τη δυνατότητα να προβεί σε άμεση σύγκριση των διαφόρων σημάτων και είναι αναγκασμένος να εμπιστεύεται την ατελή εικόνα τους που έχει συγκρατήσει στη μνήμη του (προμνησθείσες αποφάσεις Lloyd Schuhfabrik Meyer, σκέψη 26, και GAS STATION, σκέψη 37).

46      Κατά συνέπεια, πρέπει να συναχθεί ότι υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ των σημάτων NEGRA MODELO και Modelo, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

47      Από το σύνολο των προεκτεθέντων προκύπτει ότι οι αιτιάσεις της προσφεύγουσας που αποσκοπούν στο να αναγνωριστεί ότι το τμήμα προσφυγών παρέβη το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 δεν μπορούν να γίνουν δεκτές. Συνεπώς, η προσφυγή είναι απορριπτέα.

 Επί των δικαστικών εξόδων

48      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η προσφεύγουσα ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα σύμφωνα με τα αιτήματα του ΓΕΕΑ και της παρεμβαίνουσας.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ (πρώτο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Απορρίπτει την προσφυγή.

2)      Καταδικάζει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

Vesterdorf

Mengozzi

Labucka

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 15 Φεβρουαρίου 2005.

Ο Γραμματέας

 

      Ο Πρόεδρος

H. Jung

 

       B. Vesterdorf


* Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.