Language of document : ECLI:EU:T:2004:26

Υπόθεση T-180/01

Euroagri Srl

κατά

Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

«ΕΓΤΠΕ – Κατάργηση χρηματοδοτικής συνδρομής – Άρθρα 24 και 25 του κανονισμού (ΕΟΚ) 4253/88»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Πράξεις των οργάνων – Διαχρονική εφαρμογή – Άμεση εφαρμογή ενός νέου κανόνα διαδικασίας – Αναδρομική ισχύς ενός ουσιαστικού κανόνα – Προϋποθέσεις – Κανονιστική ρύθμιση περί κοινοτικών συνδρομών

(Κανονισμοί του Συμβουλίου 2052/88 και 4253/88, άρθρο 24, και 4256/88 και 2082/93)

2.      Οικονομική και κοινωνική συνοχή – Διαρθρωτικές παρεμβάσεις – Κοινοτική χρηματοδότηση – Εξουσίες ελέγχου της Επιτροπής – Έκταση

(Κανονισμοί 2052/88 και 4253/88 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2)

3.      Οικονομική και κοινωνική συνοχή – Διαρθρωτικές παρεμβάσεις – Κοινοτική χρηματοδότηση – Υποχρέωση ενημερώσεως και τηρήσεως της νομιμότητας βαρύνουσα τους αιτούντες και τους αποδέκτες χρηματοδοτικής συνδρομής του ΕΓΤΠΕ – Τήρηση των προϋποθέσεων που θέτει η απόφαση περί χορηγήσεως συνδρομής – Τήρηση των όρων της αιτήσεως περί χορηγήσεως συνδρομής

(Κανονισμός 4253/88 του Συμβουλίου, άρθρο 24 § 2)

4.      Οικονομική και κοινωνική συνοχή – Διαρθρωτικές παρεμβάσεις – Κοινοτική χρηματοδότηση – Εξουσίες επιτόπιου ελέγχου και εξακριβώσεως της Επιτροπής – Δυνατότητα της Επιτροπής να στηριχθεί στα αποτελέσματα ελέγχου διεξαχθέντος στο πλαίσιο εθνικής ποινικής διαδικασίας – Μη δεσμευτικός χαρακτήρας των αποτελεσμάτων αυτών

(Κανονισμός 4253/88 του Συμβουλίου, άρθρα 23 § 2, και 24)

5.      Οικονομική και κοινωνική συνοχή – Διαρθρωτικές παρεμβάσεις – Κοινοτική χρηματοδότηση – Αντιστοιχία μεταξύ της χρηματοδοτήσεως και παροχής αναγκαίας για την υλοποίηση του προγράμματος – Ο αποδέκτης φέρει το βάρος αποδείξεως

(Κανονισμός 4253/88 του Συμβουλίου, άρθρο 24)

6.      Οικονομική και κοινωνική συνοχή – Διαρθρωτικές παρεμβάσεις – Κοινοτική χρηματοδότηση – Κατάργηση συνδρομής – Απαιτείται σαφής και μη διφορούμενη νομική βάση

(Κανονισμός 4253/88 του Συμβουλίου, άρθρο 24 § 2)

1.      Ενώ οι κανόνες διαδικασίας εφαρμόζονται γενικώς επί όλων των διαφορών που εκκρεμούν κατά το χρονικό σημείο της ενάρξεως της ισχύος τους, δεν συμβαίνει το ίδιο με τους ουσιαστικούς κανόνες. Οι τελευταίοι ερμηνεύονται συνήθως ως μη διέποντες τις διαμορφωθείσες προ της ενάρξεως της ισχύος τους καταστάσεις, εκτός αν από τη διατύπωσή τους, από τον επιδιωκόμενο σκοπό ή την οικονομία τους προκύπτει σαφώς ότι πρέπει να τους προσδοθεί τέτοιο αποτέλεσμα. Οι όροι χορηγήσεως κοινοτικής συνδρομής, οι υποχρεώσεις του αποδέκτη και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η συνδρομή μπορεί να καταργηθεί υπάγονται στους κανόνες ουσίας. Επομένως, οι πτυχές αυτές της παρούσας διαφοράς διέπονται, κατ’ αρχήν, από τις ρυθμίσεις που ισχύουν κατά τη χρονική στιγμή χορηγήσεως της συνδρομής. Αντιθέτως, οι διατάξεις που αφορούν τους ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν από την Επιτροπή και τις υποχρεώσεις της Επιτροπής και των κρατών μελών σχετικά με την παρακολούθηση των προγραμμάτων είναι διαδικαστικές διατάξεις, οι οποίες εφαρμόζονται, όπως έχουν τροποποιηθεί, αφότου τεθούν σε ισχύ.

Η κατάργηση κοινοτικής συνδρομής συνεπεία παρατυπιών που προσάπτονται στον αποδέκτη της έχει χαρακτήρα κυρώσεως, οσάκις δεν περιορίζεται στην αναζήτηση των ποσών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως συνεπεία των παρατυπιών και επιβάλλεται ως αποτρεπτικό μέτρο. Επομένως, επιτρέπεται μόνο στην περίπτωση που δικαιολογείται με βάση τόσο τη ρύθμιση που ίσχυε κατά τη χρονική στιγμή χορηγήσεως της συνδρομής όσο και τη ρύθμιση που ίσχυε κατά την έκδοση της αποφάσεως περί χορηγήσεως της συνδρομής.

(βλ. σκέψεις 36-37)

2.      Κατά το άρθρο 23, παράγραφος 2, τελευταίο εδάφιο, του κανονισμού 4253/88, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού 2052/88 όσον αφορά τον συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων, όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, η Επιτροπή μεριμνά ώστε οι έλεγχοι που διενεργεί να πραγματοποιούνται με συντονισμένο τρόπο, προκειμένου να αποφεύγονται επανειλημμένοι έλεγχοι για το ίδιο θέμα και κατά τη διάρκεια της ιδίας χρονικής περιόδου. Με τη διάταξη αυτή επιδιώκεται πράγματι να αποφεύγονται επανειλημμένοι έλεγχοι σε σχέση με το ίδιο πρόγραμμα. Επιβάλλεται, επομένως, στην Επιτροπή η υποχρέωση να οργανώνει τις ελεγκτικές της δραστηριότητες σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοικήσεως. Ωστόσο, η διάταξη αυτή δεν απαγορεύει τη διενέργεια διαδοχικών ελέγχων αυτή καθ’ αυτήν.

Η Επιτροπή δικαιούται, ιδίως, να επαναλαμβάνει τους ελέγχους, οσάκις ανακύπτουν νέα στοιχεία από τα οποία συνάγεται ότι ενδείκνυται η διενέργεια πιο διεξοδικών ελέγχων σε σχέση με ορισμένα προγράμματα. Εν πάση περιπτώσει, είναι φυσικό ένας έλεγχος που διενεργήθηκε μετά την εμφάνιση νέων στοιχείων, τα οποία δημιούργησαν την υποψία υπάρξεως απάτης σε σχέση με ορισμένα προγράμματα, να είναι πιο διεξοδικός και να αποδώσει αποτελέσματα διαφορετικά από αυτά ενός συνήθους ελέγχου που διενεργήθηκε χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε υποψία.

(βλ. σκέψεις 57-59)

3.      Το σύστημα επιδοτήσεων που έχει διαμορφώσει η κοινοτική νομοθεσία στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στην εκπλήρωση εκ μέρους του δικαιούχου σειράς υποχρεώσεων, οι οποίες του παρέχουν το δικαίωμα εισπράξεως της προβλεπόμενης χρηματοδοτικής συνδρομής. Αν ο δικαιούχος δεν εκπληρώνει όλες αυτές τις υποχρεώσεις, το άρθρο 24, παράγραφος 2, του κανονισμού 4253/88, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού 2052/88 όσον αφορά τον συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων, παρέχει στην Επιτροπή την εξουσία να αναθεωρήσει την έκταση των υποχρεώσεων που αναλαμβάνει δυνάμει της αποφάσεως που χορηγεί την εν λόγω συνδρομή.

Ομοίως, οι αιτούντες χρηματοδοτική συνδρομή και οι δικαιούχοι τέτοιων συνδρομών είναι υποχρεωμένοι να βεβαιώνονται ότι παρέχουν στην Επιτροπή αρκούντως ακριβείς πληροφορίες, ειδάλλως το σύστημα ελέγχου και αποδείξεως που προβλέπεται για να εξακριβώνεται αν πληρούνται οι όροι χορηγήσεως της συνδρομής δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει ορθά. Πράγματι, ελλείψει αρκούντως ακριβών πληροφοριών, θα ήταν δυνατή η χορήγηση συνδρομής για σχέδια μη πληρούντα τις απαιτούμενες προϋποθέσεις. Εξ αυτού προκύπτει ότι η υποχρέωση πληροφορήσεως και τηρήσεως της εντιμότητας με την οποία βαρύνονται οι αιτούντες χρηματοδοτική συνδρομή και οι δικαιούχοι τέτοιων συνδρομών αποτελεί εγγενές στοιχείο του συστήματος χορηγήσεως συνδρομών του ΕΓΤΠΕ και είναι ουσιώδης για την ορθή λειτουργία του. Η παράβαση των υποχρεώσεων αυτών πρέπει, κατά συνέπεια, να θεωρηθεί ως παρατυπία υπό την έννοια του άρθρου 24 του κανονισμού 4253/88, όπως έχει τροποποιηθεί.

Εξάλλου, η χορήγηση οικονομικής συνδρομής εξαρτάται από την τήρηση όχι μόνον των προϋποθέσεων που έχει καθορίσει η Επιτροπή με την απόφαση περί χορηγήσεως της συνδρομής, αλλά και από την τήρηση των όρων της αιτήσεως περί χορηγήσεως συνδρομής που αποτέλεσε το αντικείμενο της εν λόγω αποφάσεως. Συγκεκριμένα, η αιτούσα ζήτησε τη χρηματοδοτική συνδρομή για συγκεκριμένο πρόγραμμα, το οποίο περιέγραψε κατά λεπτομερή τρόπο στην αίτησή της. Η περιγραφή αυτή διαδραμάτισε αποφασιστικό ρόλο για την έκδοση της αποφάσεως περί χορηγήσεως.

Εναπόκειται στον αποδέκτη της συνδρομής να αποδείξει την ακρίβεια των στοιχείων που περιέχονται στην αίτηση για χορήγηση συνδρομής. Ως συντάξας την έκθεση αυτή είναι ο πλέον κατάλληλος για να το πράξει και οφείλει να αποδείξει ότι η υπέρ αυτού οικονομική συνδρομή από πόρους του δημοσίου είναι δικαιολογημένη.

Αν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι τα στοιχεία που περιέχονται στην αίτηση περί χορηγήσεως συνδρομής δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, η απόφαση περί χορηγήσεως της συνδρομής ενέχει πραγματικό σφάλμα και πρέπει, κατά συνέπεια, να θεωρηθεί παράνομη. Ο παράνομος αυτός χαρακτήρας μπορεί, εφόσον η διοίκηση δεν παραβίασε την αρχή της ασφαλείας δικαίου ούτε της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, να δικαιολογεί την αναδρομική ανάκληση της αποφάσεως περί χορηγήσεως της συνδρομής.

(βλ. σκέψεις 82-85, 87, 92, 112)

4.      Ναι μεν η Επιτροπή μπορεί να στηριχθεί στα πορίσματα ελέγχου που έχει διενεργηθεί από τις εθνικές αρχές προκειμένου να αποφασίσει αν στοιχειοθετούνται παρατυπίες που δικαιολογούν την επιβολή κυρώσεων δυνάμει του άρθρου 24 του κανονισμού 4253/88, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού 2052/88 όσον αφορά τον συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων, η ευχέρεια αυτή ωστόσο δεν συνεπάγεται ότι η Επιτροπή δεσμεύεται από τα πορίσματα τέτοιων εθνικών ελέγχων. Πράγματι, οι έλεγχοι που διενεργούνται στο πλαίσιο εθνικής ποινικής διαδικασίας έχουν διαφορετικό σκοπό, το γεγονός δε ότι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται συμπεριφορά στοιχειοθετούσα πλημμέλημα κατά την έννοια του εθνικού ποινικού δικαίου δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται παρατυπία, κατά την έννοια του άρθρου 24, ικανή να οδηγήσει στη λήψη διοικητικών μέτρων δυνάμει της εν λόγω διατάξεως.

(βλ. σκέψη 94)

5.      Η εφαρμογή του άρθρου 24 του κανονισμού 4253/88, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού 2052/88 όσον αφορά τον συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων, δεν μπορεί να αποκλειστεί για τον λόγο ότι οι προβλεπόμενες από τη διάταξη αυτή κυρώσεις δεν μπορούν να επιβληθούν παρά μόνο στην περίπτωση που η χρηματοδοτούμενη δράση δεν έχει υλοποιηθεί εν όλω ή εν μέρει. Συγκεκριμένα, δεν αρκεί να αποδείξει ο αποδέκτης της συνδρομής ότι υλοποίησε ορθά στην πράξη το πρόγραμμα, όπως αυτό εγκρίθηκε από την Επιτροπή με την απόφαση περί χορηγήσεως. Ο αποδέκτης πρέπει να είναι επίσης σε θέση να αποδείξει ότι κάθε στοιχείο της κοινοτικής συνδρομής αντιστοιχεί σε πραγματική παροχή που ήταν αναγκαία για την υλοποίηση του προγράμματος.

(βλ. σκέψη 95)

6.      Η κατάργηση της συνδρομής συνεπεία παρατυπίας έχει τον χαρακτήρα κυρώσεως, καθόσον καταλήγει στην επιστροφή ποσών μεγαλυτέρων από αυτά που εισπράχθηκαν παρανόμως συνεπεία της εν λόγω παρατυπίας. Επομένως, δεν μπορεί να επιβληθεί παρά μόνον αν στηρίζεται σε σαφή και μη διφορούμενη νομική βάση.

(βλ. σκέψη 188)