Language of document :

Προσφυγή της 8ης Μαρτίου 2010 - Γερμανία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-116/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας (εκπρόσωποι: J. Möller και U. Karpenstein, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

-    να ακυρώσει την απόφαση C (2009)10675 της Επιτροπής της 23ης Δεκεμβρίου 2009 για τη μείωση της συνδρομής που χορήγησε, σύμφωνα με την απόφαση C (97)1120 της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (EΤΠΑ) για τον στόχο 2-πρόγραμμα Nordrhein-Westfalen (1997-1999) στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας·

-    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή μείωσε τη συνδρομή που χορήγησε το ΕΤΠΑ για τον στόχο 2-πρόγραμμα Nordrhein-Westfalen (1997-1999) στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

Η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως για να στηρίξει την προσφυγή της.

Ως πρώτο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή εκτίμησε εσφαλμένα τα πραγματικά περιστατικά. Κατά την άποψη της προσφεύγουσας, η Επιτροπή συμπεριέλαβε εσφαλμένα ποσά στον υπολογισμό του ποσοστού σφάλματος που έλαβε ως βάση.

Στο πλαίσιο του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, υποστηρίζεται ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 24, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΟΚ) 4253/881 για διόρθωση της χρηματοδοτήσεως. Κατά την άποψη της προσφεύγουσας, η διάταξη αυτή δεν παρέχει στην Επιτροπή το δικαίωμα διενέργειας διορθώσεων της χρηματοδοτήσεως λόγω διοικητικών σφαλμάτων ή φερομένων ως ανεπαρκών διοικητικών και ελεγκτικών συστημάτων. Περαιτέρω, υποστηρίζεται ότι και για άλλους λόγους δεν μπορεί να γίνει λόγος για διόρθωση της χρηματοδοτήσεως στην έκταση αυτής στην οποία προέβη η Επιτροπή. Αφενός, οι "αντικανονικότητες", που αποτελούν εν προκειμένω αντικείμενο των αιτιάσεων της Επιτροπής, μπορούν να δικαιολογήσουν διορθώσεις της χρηματοδοτήσεως μόνον εφόσον επηρεάζουν ή έχουν επηρεάσει αρνητικά τον προϋπολογισμό της Ένωσης. Αυτό δεν συμβαίνει, κατά την άποψη της προσφεύγουσας, στην περίπτωση των συμπεριφορών που αποτελούν το αντικείμενο των αιτιάσεων της Επιτροπής. Αφετέρου, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, όσον αφορά πολλά από τα προγράμματα που αποτελούν το αντικείμενο των αιτιάσεων, δεν υφίσταται ούτε στην ουσία παραβίαση του κοινοτικού δικαίου.

Ως τρίτος λόγος ακυρώσεως υποστηρίζεται ότι η Επιτροπή δεν είχε, σύμφωνα με τον κανονισμό 4253/88, το δικαίωμα να προβεί σε κατ' αποκοπή και κατ' εκτίμηση διορθώσεις της χρηματοδοτήσεως. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει, συναφώς, ότι η σαφής διατύπωση του άρθρου 24 του εν λόγω κανονισμού αναφέρεται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και ποσά δυνάμενα να υπολογισθούν αριθμητικά.

Στο πλαίσιο του τελευταίου λόγου ακυρώσεως η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, ακόμη και αν γινόταν δεκτό το παραδεκτό των κατ' αποκοπή και κατ' εκτίμηση διορθώσεων της χρηματοδοτήσεως, αυτές in concreto δεν είναι νόμιμες. Υποστηρίζεται, συναφώς, ότι η Επιτροπή δεν εξέθεσε ότι οι συμπεριφορές που αποτελούν το αντικείμενο των αιτιάσεών της είναι "εγγενείς στο σύστημα", ούτε ανταποκρίνονται οι κατ' αποκοπή διορθώσεις της χρηματοδοτήσεως στην αρχή της αναλογικότητας.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΟΚ) 4253/88 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1988, για τις διατάξεις εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) 2052/88 όσον αφορά τον συντονισμό των παρεμβάσεων των διαφόρων διαρθρωτικών ταμείων μεταξύ τους καθώς και με τις παρεμβάσεις της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των λοιπών υφιστάμενων χρηματοδοτικών οργάνων (ΕΕ L 374, σ. 1).