Language of document : ECLI:EU:T:2015:283

Υπόθεση T‑162/10

Niki Luftfahrt GmbH

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός – Συγκεντρώσεις – Αεροπορικές μεταφορές – Απόφαση που κηρύσσει τη συγκέντρωση συμβατή με την κοινή αγορά – Εκτίμηση των αποτελεσμάτων της συγκεντρώσεως επί του ανταγωνισμού – Δεσμεύσεις»

Περίληψη – Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (όγδοο τμήμα)
της 13ης Μαΐου 2015

1.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Εκτιμήσεις οικονομικής φύσεως – Διακριτική ευχέρεια – Δικαστικός έλεγχος – Περιεχόμενο – Όρια

(Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2 και 8)

2.      Πράξη των θεσμικών οργάνων – Αιτιολογία – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Περιεχόμενο – Απόφαση με την οποία η Επιτροπή κρίνει συγκέντρωση συμβατή με την εσωτερική αγορά

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 2 και 8 § 2)

3.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Ορισμός της σχετικής αγοράς – Συγκέντρωση μεταξύ δύο αεροπορικών εταιριών – Κριτήρια – Δυνατότητα υποκατάστασης των προϊόντων – Προσέγγιση ανά ζεύγος πόλεων

(Άρθρο 82 ΕΚ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρο 2· κανονισμός 802/2004 της Επιτροπής, τμήμα 6· ανακοίνωση 97/C 372/03 της Επιτροπής, σημεία 13 έως 17, 20, 21 και 24)

4.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Ορισμός της σχετικής αγοράς – Τα κριτήρια μπορούν να είναι διαφορετικά από αυτά που εφαρμόζονται στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων

(Άρθρα 87 EΚ και 88 EΚ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2 §§ 2 και 3 και 8 § 2)

5.      Ένδικη διαδικασία – Προβολή νέων ισχυρισμών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας – Προϋποθέσεις – Λόγος στηριζόμενος σε στοιχεία που αποκαλύφθηκαν κατά την εκκρεμοδικία

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 44 § 1 και 48 § 2)

6.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εκτίμηση του συμβατού των συγκεντρώσεων με την εσωτερική αγορά – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Βάρος αποδείξεως του διαδίκου που αμφισβητεί τη νομιμότητα της αποφάσεως περί συμβατότητας της συγκεντρώσεως

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2 και 8)

7.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εκτίμηση του συμβατού των συγκεντρώσεων με την εσωτερική αγορά – Κριτήρια – Επιπτώσεις στον ανταγωνισμό – Δημιουργία ή ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως – Η συγκέντρωση δεν μπορεί να κριθεί συμβατή με την εσωτερική αγορά χωρίς τα μέρη να αναλάβουν δεσμεύσεις προς άρση των επιπτώσεων στων ανταγωνισμό

(Άρθρο 82 ΕΚ· κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2 και 8)

8.      Μεταφορές – Αεροπορικές μεταφορές – Πρόσβαση των αερομεταφορέων της Ένωσης στα δικαιώματα εναέριας κυκλοφορίας στο εσωτερικό της Ένωσης και στις διεθνείς αερομεταφορές – Προϋποθέσεις – Υποχρέωση των κρατών μελών να προβούν σε κατανομή των δικαιωμάτων εναέριας κυκλοφορίας μεταξύ των ενδιαφερόμενων αερομεταφορέων της Ένωσης χωρίς διακρίσεις και στο πλαίσιο διαφανούς διαδικασίας – Απαιτείται να υφίσταται διμερής συμφωνία μεταξύ του κράτους μέλους και του τρίτου κράτους για τα δικαιώματα διεθνούς κυκλοφορίας

(Άρθρο 100 § 2 ΣΛΕΕ· κανονισμοί 847/2004 και 1008/2008, άρθρο 15, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου)

9.      Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Έκδοση αποφάσεως με την οποία η συγκέντρωση κρίνεται συμβατή με την εσωτερική αγορά χωρίς να κινηθεί το στάδιο ΙΙ – Προϋπόθεση – Απουσία σοβαρών αμφιβολιών – Ανάγκη να αναληφθούν δεσμεύσεις από τις οικείες επιχειρήσεις – Εξουσία εκτιμήσεως – Ελέγχεται δικαστικά μόνο η πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως – Ο δικαστικός έλεγχος καταλαμβάνει και την πλάνη εκτιμήσεως σε περίπτωση κινήσεως του σταδίου ΙΙ και αναλήψεως δεσμεύσεων στο πλαίσιο του σταδίου αυτού

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 2, 6 και 8 § 2)

10.    Συγκεντρώσεις μεταξύ επιχειρήσεων – Εξέτασή τους από την Επιτροπή – Δεσμεύσεις εκ μέρους των οικείων επιχειρήσεων που μπορούν να καταστήσουν την κοινοποιηθείσα συγκέντρωση συμβατή με την εσωτερική αγορά – Κριτήρια

(Κανονισμός 139/2004 του Συμβουλίου, άρθρα 2 § 2, 6 και 8 § 2)

11.    Ένδικη διαδικασία – Εισαγωγικό δικόγραφο – Τυπικά στοιχεία – Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών – Γενική παραπομπή στα στοιχεία που εκτέθηκαν στο πλαίσιο του πρώτου λόγου προς στήριξη του δεύτερου – Απαράδεκτο

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 44 § 1, στοιχείο γ΄)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 85-87)

2.      Η Επιτροπή δεν αθετεί την υποχρέωση αιτιολογήσεως που υπέχει αν, κατά την άσκηση της εξουσίας ελέγχου των συγκεντρώσεων, δεν συμπεριλάβει στην απόφασή της ακριβή αιτιολογία όσον αφορά την εκτίμηση ορισμένων πτυχών της συγκεντρώσεως που θεωρεί ότι είναι προδήλως αλυσιτελείς, στερούμενες σημασίας ή σαφώς δευτερεύουσες για την εκτίμηση της συγκεντρώσεως. Πράγματι, μια τέτοια απαίτηση δύσκολα θα συμβιβαζόταν με την ανάγκη ταχύτητας και με τις σύντομες διαδικαστικές προθεσμίες που οφείλει να τηρεί η Επιτροπή όταν ασκεί την εξουσία ελέγχου των πράξεων συγκεντρώσεως, οι οποίες περιλαμβάνονται μεταξύ των ειδικών συνθηκών μιας διαδικασίας ελέγχου των πράξεων αυτών. Κατά συνέπεια, όταν η Επιτροπή κηρύσσει μια πράξη συγκεντρώσεως συμβατή με την εσωτερική αγορά βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 139/2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ των επιχειρήσεων, η απαίτηση περί αιτιολογήσεως τηρείται εφόσον η απόφαση αυτή εκθέτει σαφώς τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή θεωρεί ότι η εν λόγω συγκέντρωση, ενδεχομένως κατόπιν τροποποιήσεων που επιφέρουν οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, δεν παρακωλύει σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά ή σε σημαντικό της τμήμα, ιδίως με τη δημιουργία ή την ενίσχυση δεσπόζουσας θέσεως.

(βλ. σκέψεις 99, 100)

3.      Για να κριθεί αν μια αεροπορική εταιρία, που ασχολείται με τις τακτικές μεταφορές, κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά, πρέπει, καταρχάς, να καθοριστεί η σχετική αγορά μεταφορικών υπηρεσιών, είτε βάσει του ότι ο τομέας των τακτικών πτήσεων συνιστά χωριστή αγορά είτε βάσει του ότι οι εναλλακτικές δυνατότητες μεταφοράς, όπως η μεταφορά με ναυλωμένες πτήσεις, η σιδηροδρομική ή οδική μεταφορά πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη, όπως και οι τακτικές πτήσεις σε άλλες γραμμές που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως υποκατάστατα.

Το κριτήριο που πρέπει να ληφθεί υπόψη ως προς το ζήτημα αυτό είναι αν η τακτική πτήση σε ορισμένη γραμμή μπορεί να εξατομικευθεί, σε σχέση με τις εναλλακτικές δυνατότητες μεταφοράς, λόγω των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών της που καθιστούν δύσκολη την υποκατάστασή της από τις άλλες δυνατότητες μεταφοράς και ανεπαίσθητο τον ανταγωνισμό τους.

Επομένως, ορθώς η Επιτροπή προσδιόρισε την επίμαχη αγορά αναπτύσσοντας, στο πλαίσιο του ελέγχου των συγκεντρώσεων στον τομέα των τακτικών αεροπορικών μεταφορών επιβατών, τη μέθοδο «σημείο αναχωρήσεως/σημείο προορισμού» καλούμενη μέθοδο Α-Π, που αντιστοιχεί σε μια προσέγγιση ανά ζεύγος πόλεων και που αντικατοπτρίζει την οπτική της ζητήσεως, κατά την οποία οι καταναλωτές εξετάζουν όλες τις δυνατές εναλλακτικές, περιλαμβανομένων των διαφορετικών τρόπων μεταφοράς, για να μεταβούν από την πόλη αναχωρήσεως στην πόλη προορισμού. Κατά τη μέθοδο αυτή, κάθε συνδυασμός σημείου αναχωρήσεως με σημείο προορισμού αποτελεί χωριστή αγορά.

(βλ. σκέψεις 135, 136, 138, 139)

4.      Στον τομέα των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων που διέπονται από το δίκαιο ανταγωνισμού της Ένωσης ο ορισμός της σχετικής αγοράς δεν συμπίπτει, κατ’ ανάγκη, με τον ορισμό της σχετικής αγοράς στο πλαίσιο της εγκρίσεως κρατικής ενισχύσεως, καθώς οι δύο διαδικασίες διαφέρουν τόσο ως προς το αντικείμενο όσο και ως προς τη νομική τους βάση, η οποία στην πρώτη περίπτωση είναι το άρθρο 88, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, ΕΚ, και στη δεύτερη το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 139/2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων.

Έτσι, στο πλαίσιο της εξετάσεως κρατικών ενισχύσεων που μπορούν να εγκριθούν βάσει του άρθρου 87, παράγραφος 3, στοιχείο γ΄, ΕΚ, η Επιτροπή πρέπει να φροντίζει ώστε οι ενισχύσεις αυτές να μην αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον. Στην περίπτωση αποφάσεως που αφορά σχέδιο αναδιαρθρώσεως, όπου η επίμαχη ενίσχυση σκοπεί στη μείωση των χρεών προβληματικής επιχειρήσεως και εντάσσεται στο πλαίσιο ενός σχεδίου αναδιαρθρώσεως που έχει ως σκοπό να εξασφαλίσει εκ νέου τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της επιχειρήσεως, τα αποτελέσματα της ενισχύσεως αυτής δεν περιορίζονται σε μια συγκεκριμένη αγορά στην οποία δραστηριοποιείται η εν λόγω επιχείρηση, αλλά αφορούν τη συνολική της κατάσταση.

Αντιθέτως, στο πλαίσιο του ελέγχου των συγκεντρώσεων η Επιτροπή πρέπει να βεβαιωθεί, βάσει του άρθρου 2, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού συγκεντρώσεων, ότι η συγκέντρωση δεν παρακωλύει σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στην κοινή αγορά ή σε σημαντικό τμήμα αυτής. Το επίκεντρο της αξιολογήσεως είναι επομένως οι συνέπειες της συγκεντρώσεως στην ανταγωνιστική πίεση. Για τον λόγο αυτό οι δεσμεύσεις που πρότειναν τα μέρη που προέβησαν στην κοινοποίηση σκοπούν να άρουν τα προβλήματα ανταγωνισμού που προκαλεί η συγκέντρωση στις αγορές στις οποίες τα μέρη αυτά ανταγωνίζονταν μεταξύ τους πριν από τη συγκέντρωση.

(βλ. σκέψεις 145-147)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 149, 150, 167, 257, 259-261, 319)

6.      Στο πλαίσιο της εξετάσεως της συμβατότητας μιας συγκεντρώσεως με την εσωτερική αγορά, η Επιτροπή, βάσει ιδίως του άρθρου 2 του κανονισμού 139/2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, πρέπει να εξετάσει τα αποτελέσματα που έχει μια συγκέντρωση στον ανταγωνισμό όσον αφορά τις αγορές για τις οποίες υπάρχει κίνδυνος σημαντικής παρακωλύσεως του αποτελεσματικού ανταγωνισμού, ιδίως ως αποτέλεσμα της δημιουργίας ή της ενισχύσεως δεσπόζουσας θέσεως.

Μολονότι η ανάλυση του ανταγωνισμού που πραγματοποιεί η Επιτροπή στηρίζεται εν μέρει στις ανησυχίες που εξέφρασαν οι τρίτοι με τους οποίους υπήρξε διαβούλευση στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας, η ανάλυση της Επιτροπής πρέπει να εντοπίσει, έστω και αν δεν υπήρξε καμία ρητή επισήμανση εκ μέρους των τρίτων, αλλά με βάση σοβαρές ενδείξεις, τα σχετικά με τον ανταγωνισμό προβλήματα που δημιουργεί η συγκέντρωση στο σύνολο των αγορών που θα μπορούσαν να επηρεαστούν από αυτήν.

Ωστόσο, όταν προσάπτεται στην Επιτροπή ότι δεν έλαβε υπόψη κάποιο ενδεχόμενο πρόβλημα σχετικά με τον ανταγωνισμό σε αγορές άλλες από αυτές στις οποίες ανέλυσε τον ανταγωνισμό, απόκειται στον προσφεύγοντα να προσκομίσει σοβαρές ενδείξεις προκειμένου να αποδειχθεί τεκμηριωμένα η ύπαρξη προβλήματος σχετικά με τον ανταγωνισμό το οποίο θα έπρεπε, λόγω της επιπτώσεώς του, να εξεταστεί από την Επιτροπή.

Για να ικανοποιήσει την απαίτηση αυτή, ο προσφεύγων πρέπει να προσδιορίσει τις οικείες αγορές, να περιγράψει την κατάσταση του ανταγωνισμού που θα υπήρχε χωρίς τη συγκέντρωση και να αναφέρει ποιες θα είναι οι πιθανές συνέπειες μιας συγκέντρωσης όσον αφορά την κατάσταση του ανταγωνισμού στις αγορές αυτές.

(βλ. σκέψεις 172-175)

7.      Στο πλαίσιο της εξετάσεως της συμβατότητας μιας συγκεντρώσεως με την εσωτερική αγορά η Επιτροπή οφείλει να εκτιμήσει τα αποτελέσματα που έχει η συγκέντρωση στον ανταγωνισμό όσον αφορά τις αγορές στις οποίες υπάρχει επικάλυψη μεταξύ των δραστηριοτήτων των μερών της συγκεντρώσεως. Επομένως, εάν ένα από τα μέρη κατέχει ήδη το μονοπώλιο σε ορισμένη αεροπορική σύνδεση, δηλαδή σε σχετική αγορά, πριν από τη συγκέντρωση, η κατάσταση αυτή εκφεύγει εξ ορισμού της αναλύσεως των αποτελεσμάτων της συγκεντρώσεως στον ανταγωνισμό.

Αντιθέτως, δεν ισχύει το ίδιο όταν το μονοπώλιο ή η δεσπόζουσα θέση απορρέει από τη συγκέντρωση ή ενισχύεται από αυτή. Στην περίπτωση αυτή η Επιτροπή δεν μπορεί να κηρύξει τη συγκέντρωση συμβατή με την εσωτερική αγορά, χωρίς τα μέρη να αναλάβουν δεσμεύσεις που θα μπορούσαν να άρουν τις επιπτώσεις της δεσπόζουσας θέσεως στον ανταγωνισμό.

(βλ. σκέψεις 248, 249)

8.      Στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών, μια αεροπορική εταιρία, για να εξυπηρετήσει μια σύνδεση μεταξύ αεροδρομίων που βρίσκονται στην επικράτεια δύο διαφορετικών κρατών, πρέπει να έχει δικαίωμα διεθνούς εναέριας κυκλοφορίας, δηλαδή την άδεια να εξυπηρετεί τη συγκεκριμένη σύνδεση. Κάθε κράτος καθορίζει τις αεροπορικές εταιρίες που εδρεύουν σε αυτό στις οποίες δίνει το δικαίωμα να εξυπηρετούν μια σύνδεση μεταξύ της επικράτειάς του και της επικράτειας άλλου κράτους. Ο αριθμός των αδειών που μπορούν να δοθούν από κάθε κράτος για την εξυπηρέτηση διεθνούς αεροπορικής συνδέσεως παραδοσιακά καθορίζεται από διμερή διεθνή συμφωνία μεταξύ των δύο κρατών. Αυτά τα δικαιώματα κυκλοφορίας αποτελούν, επομένως, a priori, ένα νομικό εμπόδιο για την είσοδο σε διεθνή αεροπορική σύνδεση.

Η άρση των νομικών αυτών εμποδίων εντός της Ένωσης έγινε με τον κανονισμό 2408/92, για την πρόσβαση των κοινοτικών αερομεταφορέων σε δρομολόγια ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών, ο οποίος καταργήθηκε με τον κανονισμό 1008/2008, σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα. Κατά το άρθρο 15 του κανονισμού 1008/2008, οι αερομεταφορείς με έγκυρη άδεια εκμεταλλεύσεως που έχει εκδοθεί από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο έχουν την κύρια εγκατάστασή τους έχουν δικαίωμα εκμεταλλεύσεως των ενδοκοινοτικών αεροπορικών γραμμών και τα κράτη μέλη δεν μπορούν να εξαρτήσουν την εκμετάλλευση των υπηρεσιών αυτών από τους ανωτέρω αερομεταφορείς από κανενός είδους άδεια.

Αντιθέτως, για την εξυπηρέτηση αεροπορικής συνδέσεως μεταξύ της επικράτειας κράτους μέλους της Ένωσης και τρίτου κράτους απαιτούνται ακόμα δικαιώματα κυκλοφορίας.

Από την έκδοση των «αποφάσεων ελεύθερης αεροπλοΐας» του Δικαστηρίου και την έκδοση του κανονισμού 847/2004, για τη διαπραγμάτευση και εφαρμογή των συμφωνιών περί αεροπορικών μεταφορών μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών, οι αερομεταφορείς της Ένωσης, δηλαδή αυτοί που δεν ανήκουν ούτε ελέγχονται από κράτος μέλος ή τους υπηκόους του κράτους μέλους, μπορούν, κατ’ αρχήν, να ανταγωνιστούν τους αερομεταφορείς κράτους μέλους, που ανήκουν ή ελέγχονται από το κράτος μέλος ή τους υπηκόους του κράτους, για την απόκτηση δικαιωμάτων διεθνούς κυκλοφορίας στο πλαίσιο διαφανούς διαδικασίας που δεν εισάγει δυσμενείς διακρίσεις.

Αυτό προϋποθέτει όμως ότι η διμερής συμφωνία, μεταξύ του κράτους μέλους και του τρίτου κράτους, που ορίζει τις προϋποθέσεις χορηγήσεως δικαιωμάτων κυκλοφορίας περιλαμβάνει τη λεγόμενη ρήτρα περί «community ownership and control» (κοινοτικής ιδιοκτησίας και ελέγχου). Στην περίπτωση κράτους μέλους που δεν έχει συνάψει τέτοια διμερή συμφωνία με τρίτο κράτος, μόνο οι αερομεταφορείς που ελέγχονται ή ανήκουν στο κράτος αυτό ή σε υπηκόους του εν λόγω κράτους μπορούν να αποκτήσουν δικαιώματα κυκλοφορίας, ενώ οι αερομεταφορείς της Ένωσης αποκλείονται από τα δρομολόγια μεταξύ του εν λόγω κράτους μέλους και του τρίτου κράτους.

(βλ. σκέψεις 270-273, 277, 279-281)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 289-292, 295-298)

10.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 293, 294, 302, 303, 312-317, 319, 327, 344-348, 353)

11.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 356-358)