Language of document :

Προσφυγή της 18ης Σεπτεμβρίου 2015 – De Capitani κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-540/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Emilio De Capitani (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωποι: O. Brouwer και J. Wolfhagen, δικηγόροι)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα

Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση A(2015)4931 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 8ης Ιουλίου 2015 με την οποία αυτό αρνήθηκε την παροχή πλήρους προσβάσεως στα έγγραφα LIBE-2013-0091-02 και LIBE-2013-0091-03 που αφορούν τη νομοθετική πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεργασία και την κατάρτιση στον τομέα της επιβολής του νόμου (Ευρωπόλ) και όσον αφορά την κατάργηση των αποφάσεων 2009/371/ΔΕΥ και 2005/681/ΔΕΥ·

να καταδικάσει το καθού στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των δικαστικών εξόδων οποιουδήποτε παρεμβαίνοντος.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Ο προσφεύγων διατυπώνει δύο λόγους ακυρώσεως.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλονται πλάνη περί το δίκαιο και εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145, σ. 43).

Ο προσφεύγων διατείνεται ότι το Κοινοβούλιο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και εφάρμοσε εσφαλμένως το άρθρο 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1049/2001 επειδή:

η πρόσβαση στα ζητηθέντα έγγραφα, που αποτελούν μέρος της νομοθετικής διαδικασίας, δεν θίγει με συγκεκριμένο, αποτελεσματικό και μη υποθετικό τρόπο τη νομοθετική διαδικασία λήψεως αποφάσεων·το Κοινοβούλιο αγνοεί ότι, ειδικά μετά τη Συνθήκη της Λισσαβώνας, τα προπαρασκευαστικά νομοθετικά έγγραφα υπόκεινται στην αρχή της ευρύτερης δυνατής προσβάσεως·αν το άρθρο 4, παράγραφος 3, εξακολουθεί να έχει εφαρμογή επί των προπαρασκευαστικών νομοθετικών εργασιών μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας και του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Κοινοβούλιο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο και εφάρμοσε εσφαλμένως το κριτήριο του υπερισχύοντος δημοσίου συμφέροντος. Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται έλλειψη αιτιολογίας κατά το άρθρο 296 ΣΛΕΕ. Κατά τον προσφεύγοντα, το Κοινοβούλιο δεν αιτιολόγησε για ποιον λόγο αρνήθηκε την παροχή προσβάσεως στα ζητηθέντα έγγραφα βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1049/2001, μη αναφέροντας i) για ποιον λόγο η πλήρης δημοσιοποίηση των ζητηθέντων εγγράφων θα έθιγε με αποτελεσματικό και συγκεκριμένο τρόπο την επίμαχη διαδικασία λήψεως αποφάσεων, και ii) για ποιον λόγο στην παρούσα υπόθεση δεν υπάρχει υπερισχύον δημόσιο συμφέρον.

____________