Language of document : ECLI:EU:C:2018:809

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 4ης Οκτωβρίου 2018 (*)

«Οδηγία 2007/64/ΕΚ – Υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά – Έννοια του “λογαριασμού πληρωμής” – Ενδεχόμενη υπαγωγή στην έννοια του λογαριασμού πληρωμής ενός λογαριασμού ταμιευτηρίου που επιτρέπει στον χρήστη του να πραγματοποιεί μεταφορές πιστώσεων και αναλήψεις μέσω τρεχούμενου λογαριασμού που έχει ανοίξει στο όνομά του»

Στην υπόθεση C‑191/17,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Oberster Gerichtshof (Ανώτατο Δικαστήριο, Αυστρία) με απόφαση της 28ης Μαρτίου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 13 Απριλίου 2017, στο πλαίσιο της δίκης

Bundeskammer für Arbeiter und Angestellte

κατά

ING-DiBa Direktbank Austria Niederlassung der INGDiBa AG,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J. L. da Cruz Vilaça (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, E. Levits, A. Borg Barthet, M. Berger και F. Biltgen, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: E. Tanchev

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        το Bundeskammer für Arbeiter und Angestellte, εκπροσωπούμενο από τον W. Reichholf, Rechtsanwalt,

–        η ING‑DiBa Direktbank Austria Niederlassung der ING‑DiBa AG, εκπροσωπούμενη από τον A. Zahradnik, Rechtsanwalt,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους D. Klebs και T. Henze,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την Ε. Τσερέπα‑Lacombe, καθώς και από τον T. Scharf,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 19ης Ιουνίου 2018,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 4, σημείο 14, της οδηγίας 2007/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, περί των υπηρεσιών πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ, και την κατάργηση της οδηγίας 97/5/ΕΚ (ΕΕ 2007, L 319, σ. 1, στο εξής: οδηγία περί των υπηρεσιών πληρωμών).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του Bundeskammer für Arbeiter und Angestellte (Ομοσπονδιακού επιμελητηρίου εργατών και υπαλλήλων), το οποίο νομιμοποιείται ενεργητικώς να προασπίζεται τα συμφέροντα των καταναλωτών, και της ING‑DiBa Direktbank Austria Niederlassung der ING‑DiBa AG (στο εξής: ING‑DiBa Direktbank Austria), σε σχέση με το ζήτημα της νομιμότητας των γενικών όρων των συμβάσεων που προτείνονται από την τράπεζα αυτή.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το δίκαιο της Ένωσης

 Η οδηγία περί των υπηρεσιών πληρωμών

3        Το άρθρο 2, παράγραφος 1, της οδηγίας περί των υπηρεσιών πληρωμών προβλέπει ότι «[η παρούσα] οδηγία εφαρμόζεται στις υπηρεσίες πληρωμών που παρέχονται εντός της Κοινότητας».

4        Το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας ορίζει τα εξής:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

[…]

3)      “υπηρεσίες πληρωμών”: οι επιχειρηματικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα·

[…]

5)      “πράξη πληρωμής”: ενέργεια, στην οποία προβαίνει ο πληρωτής ή ο δικαιούχος, και η οποία συνίσταται στη διάθεση, μεταβίβαση ή ανάληψη χρηματικών ποσών, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποκείμενη υποχρέωση μεταξύ πληρωτή και δικαιούχου·

[…]

14)      “λογαριασμός πληρωμής”: ο λογαριασμός που τηρείται στο όνομα ενός ή περισσοτέρων χρηστών υπηρεσιών πληρωμών και χρησιμοποιείται για την εκτέλεση πράξεων πληρωμών·

[…]».

5        Το παράρτημα της εν λόγω οδηγίας χαρακτηρίζει ως «υπηρεσίες πληρωμών», ιδίως:

«2.      Υπηρεσίες που επιτρέπουν τις αναλήψεις μετρητών από λογαριασμό πληρωμών, καθώς και όλες οι δραστηριότητες που απαιτούνται για την τήρηση λογαριασμού πληρωμών.

3.      Εκτέλεση πράξεων πληρωμής, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς κεφαλαίων, σε λογαριασμό πληρωμών που έχει ανοίξει ο χρήστης στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του ή σε άλλο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών:

–        εκτέλεση εντολών άμεσης χρέωσης, συμπεριλαμβανομένης της εφάπαξ άμεσης χρέωσης,

–        εκτέλεση πράξεων πληρωμής με κάρτα πληρωμής ή ανάλογο μέσο,

–        εκτέλεση μεταφορών πίστωσης, συμπεριλαμβανομένων των πάγιων εντολών.»

 Η οδηγία περί των λογαριασμών πληρωμών

6        Κατά την αιτιολογική σκέψη 12 της οδηγίας 2014/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (ΕΕ 2014, L 257, σ. 214, στο εξής: οδηγία περί των λογαριασμών πληρωμών):

«Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με τη συγκρισιμότητα των τελών και την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλους τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, όπως ορίζονται στην οδηγία [περί των υπηρεσιών πληρωμών]. […] Όλες οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να αφορούν λογαριασμούς πληρωμών μέσω των οποίων οι καταναλωτές είναι σε θέση να φέρουν εις πέρας τις ακόλουθες συναλλαγές: κατάθεση χρηματικών ποσών, ανάληψη μετρητών και εκτέλεση και λήψη πράξεων πληρωμής προς και από τρίτους, περιλαμβανομένης της εκτέλεσης μεταφορών πιστώσεων. […] [Ο]ι λογαριασμοί ταμιευτηρίου […] θα πρέπει να αποκλείονται καταρχήν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, εάν οι εν λόγω λογαριασμοί χρησιμοποιούνται για πράξεις καθημερινών πληρωμών και εμπεριέχουν όλες τις προαναφερόμενες λειτουργίες, θα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας […]».

7        Η αιτιολογική σκέψη 14 της ως άνω οδηγίας επισημαίνει τα εξής:

«Οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να είναι ευθυγραμμισμένοι κατά το δυνατόν με εκείνους που περιλαμβάνονται σε άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, ιδίως δε με τους ορισμούς της οδηγίας [περί των υπηρεσιών πληρωμών].»

8        Το άρθρο 1, παράγραφος 6, της οδηγίας περί των λογαριασμών πληρωμών προβλέπει:

«Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους λογαριασμούς πληρωμών μέσω των οποίων οι καταναλωτές είναι τουλάχιστον σε θέση:

α)      να καταθέτουν χρηματικά ποσά σε λογαριασμό πληρωμών·

β)      να αναλαμβάνουν μετρητά από λογαριασμό πληρωμών·

γ)      να εκτελούν και να λαμβάνουν πράξεις πληρωμής, περιλαμβανομένων των μεταφορών πιστώσεων, προς και από τρίτο μέρος.

[…]»

9        Το άρθρο 2 της οδηγίας αυτής ορίζει:

«Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

[…]

3.      “λογαριασμός πληρωμών”: ο λογαριασμός που τηρείται στο όνομα ενός ή περισσότερων καταναλωτών και χρησιμοποιείται για την εκτέλεση πράξεων πληρωμής·

[…]».

 Το αυστριακό δίκαιο

10      Το άρθρο 3 του Zahlungsdienstegesetz (νόμου σχετικά με τις υπηρεσίες πληρωμών) (BGBl. I, 66/2009, στο εξής: ZaDiG) ορίζει τα εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, νοούνται ως:

[…]

5.      πράξη πληρωμής: η ενέργεια, στην οποία προβαίνει ο πληρωτής ή ο δικαιούχος, και συνίσταται στη διάθεση, μεταβίβαση ή ανάληψη χρηματικών ποσών, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποκείμενη υποχρέωση μεταξύ πληρωτή και δικαιούχου·

6.      σύστημα πληρωμών: το σύστημα μεταφοράς χρηματικών ποσών το οποίο διέπεται από επίσημες τυποποιημένες διαδικασίες και κοινούς κανόνες για την επεξεργασία, το συμψηφισμό ή/και το διακανονισμό πράξεων πληρωμών·

7.      πληρωτής: το πρόσωπο που διατηρεί λογαριασμό πληρωμών και το οποίο δίνει εντολή πληρωμής ή επιτρέπει την εκτέλεση εντολής πληρωμής από αυτόν το λογαριασμό ή, εάν δεν υπάρχει λογαριασμός πληρωμών, το πρόσωπο που δίνει εντολή πληρωμής·

8.      δικαιούχος πληρωμής: το πρόσωπο που είναι ο τελικός αποδέκτης των χρηματικών ποσών που αποτελούν αντικείμενο της πράξεως πληρωμής·

[…]

10.      χρήστης υπηρεσιών πληρωμών: το πρόσωπο που χρησιμοποιεί μια υπηρεσία πληρωμών ως πληρωτής ή δικαιούχος, ή και με τις δύο ιδιότητες·

11.      καταναλωτής: το φυσικό πρόσωπο που δεν ενεργεί υπό εμπορική ή επαγγελματική ιδιότητα, όσον αφορά συμβάσεις υπηρεσιών πληρωμών που καλύπτονται από τον παρόντα ομοσπονδιακό νόμο·

[…]

13.      λογαριασμός πληρωμών: ο λογαριασμός που τηρείται στο όνομα ενός ή περισσότερων χρηστών υπηρεσιών πληρωμών και χρησιμοποιείται για την εκτέλεση πράξεων πληρωμών.»

11      Το άρθρο 31 του Bankwesengesetz (νόμου περί του τραπεζικού τομέα) (BGBl. 532/1993), όπως τροποποιήθηκε με τον ομοσπονδιακό νόμο BGBl. I, 118/2016, προβλέπει τα εξής:

«(1)      Ως καταθέσεις ταμιευτηρίου νοούνται οι καταθέσεις χρημάτων σε πιστωτικά ιδρύματα, οι οποίες εξυπηρετούν επενδυτικούς σκοπούς και όχι τη διενέργεια συναλλαγών πληρωμής, και οι οποίες, ως τέτοιες, μπορούν να αναληφθούν μόνον έναντι επιδείξεως συγκεκριμένων πιστοποιητικών εγγράφων (πιστοποιητικά καταθέσεων ταμιευτηρίου) […]

[…]».

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

12      Η ING‑DiBa Direktbank Austria προτείνει διαδικτυακούς λογαριασμούς ταμιευτηρίου από τους οποίους οι πελάτες της μπορούν να πραγματοποιούν, μέσω μιας υπηρεσίας ηλεκτρονικής τραπεζικής, καταθέσεις και αναλήψεις. Οι μεταφορές αυτές πιστώσεων πρέπει πάντοτε να πραγματοποιούνται μέσω ενός λογαριασμού αναφοράς που έχει ανοιχθεί στο όνομα των πελατών. Οι λογαριασμοί αυτοί αναφοράς είναι τρεχούμενοι λογαριασμοί τους οποίους οι εν λόγω πελάτες μπορούν να διατηρούν και σε κάποια άλλη τράπεζα πλην της ING‑DiBa Direktbank Austria. Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι οι μεταφορές πιστώσεων από ή προς τους διαδικτυακούς λογαριασμούς ταμιευτηρίου δεν συνεπάγονται την προσφυγή σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

13      Αυτοί οι διαδικτυακοί λογαριασμοί ταμιευτηρίου είναι λογαριασμοί όψεως, ήτοι οι πελάτες μπορούν να διαθέτουν τα ποσά που κατατίθενται στους λογαριασμούς αυτούς ανά πάσα στιγμή, χωρίς καμία αρνητική συνέπεια επί των τόκων.

14      Η διαφορά της κύριας δίκης αφορά τις ρήτρες που περιέχονται στους γενικούς όρους των συμβάσεων που χρησιμοποίησε η ING‑DiBa Direktbank Austria. Σύμφωνα με το Ομοσπονδιακό επιμελητήριο εργατών και υπαλλήλων, ορισμένες από τις ρήτρες αυτές αντιβαίνουν στον ZaDiG, ο οποίος μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο την οδηγία περί των υπηρεσιών πληρωμών και, ως εκ τούτου, είναι παράνομες.

15      Προκειμένου να κριθεί η νομιμότητα των εν λόγω ρητρών, το αιτούν δικαστήριο, το Oberster Gerichtshof (Ανώτατο Δικαστήριο, Αυστρία), κρίνει ότι πρέπει, κατ’ αρχάς, να εξετάσει το ζήτημα της δυνατότητας εφαρμογής του ZaDiG. Στο πλαίσιο αυτό, το εν λόγω δικαστήριο πρέπει να καθορίσει εάν οι διαδικτυακοί λογαριασμοί ταμιευτηρίου, όπως είναι αυτοί τους οποίους προτείνει η ING‑DiBa Direktbank Austria, πρέπει να χαρακτηριστούν ως «λογαριασμοί πληρωμών», κατά την έννοια της οδηγίας αυτής, και εάν, ως εκ τούτου, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της.

16      Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι η χρήση και μόνον της ονομασίας «λογαριασμός ταμιευτηρίου» δεν αποκλείει έναν τέτοιο λογαριασμό από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας περί των υπηρεσιών πληρωμών. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται εντούτοις αν, λαμβανόμενου υπόψη του προορισμού τους, ήτοι την κατάθεση αποταμιεύσεων, μπορεί να θεωρηθεί ότι οι διαδικτυακοί λογαριασμοί ταμιευτηρίου εξυπηρετούν τη διενέργεια συναλλαγών πληρωμής.

17      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Oberster Gerichtshof (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να θέσει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει το άρθρο 4, σημείο 14, της οδηγίας [περί των υπηρεσιών πληρωμών] την έννοια ότι διαδικτυακός λογαριασμός ταμιευτηρίου, μέσω του οποίου ο εκάστοτε πελάτης δύναται (με δικαίωμα άμεσης προσβάσεως στον λογαριασμό και χωρίς ειδικότερη σύμπραξη της τράπεζας) να πραγματοποιεί, με τη χρήση υπηρεσιών ηλεκτρονικής τραπεζικής, καταθέσεις σε λογαριασμό αναφοράς, του οποίου δικαιούχος είναι ο ίδιος (τρεχούμενος λογαριασμός στην Αυστρία), και αναλήψεις από τον λογαριασμό αυτόν, εμπίπτει επίσης στην έννοια του “λογαριασμού πληρωμής” και, ως εκ τούτου, και στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

18      Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ’ ουσίαν αν, κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 4, σημείο 14, της οδηγίας περί των υπηρεσιών πληρωμών, εμπίπτει στην έννοια του «λογαριασμού πληρωμής» λογαριασμός ταμιευτηρίου ο οποίος καθιστά δυνατή τη διάθεση ποσών προερχόμενων από καταθέσεις όψεως και από τον οποίο πράξεις πληρωμής και αναλήψεως μπορούν να διενεργούνται μόνο μέσω ενός τρεχούμενου λογαριασμού, που καλείται «λογαριασμός αναφοράς».

19      Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται ότι, για την ερμηνεία ορισμένης διατάξεως του δικαίου της Ένωσης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αυτή αποτελεί μέρος [αποφάσεις της 2ας Σεπτεμβρίου 2015, Surmačs, C‑127/14, EU:C:2015:522, σκέψη 28, και της 16ης Νοεμβρίου 2016, DHL Express (Austria), C‑2/15, EU:C:2016:880, σκέψη 19].

20      Πρέπει επίσης να υπομνησθεί, πρώτον, ότι το άρθρο 4, σημείο 14, της οδηγίας περί των υπηρεσιών πληρωμών ορίζει τον λογαριασμό πληρωμών ως έναν «λογαριασμό που τηρείται στο όνομα ενός ή περισσοτέρων χρηστών υπηρεσιών πληρωμών και χρησιμοποιείται για την εκτέλεση πράξεων πληρωμής».

21      Η πράξη πληρωμής ορίζεται στο άρθρο 4, σημείο 5, της οδηγίας αυτής ως μια «ενέργεια στην οποία προβαίνει ο πληρωτής ή ο δικαιούχος και η οποία συνίσταται στη διάθεση, μεταβίβαση ή ανάληψη χρηματικών ποσών, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποκείμενη υποχρέωση μεταξύ πληρωτή και δικαιούχου».

22      Το άρθρο 4, σημείο 3, της εν λόγω οδηγίας ορίζει τις υπηρεσίες πληρωμών ως τις «επιχειρηματικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα» της ίδιας οδηγίας. Έτσι, το σημείο 2 του εν λόγω παραρτήματος ορίζει ότι συνιστούν υπηρεσίες πληρωμών οι «[υ]πηρεσίες που επιτρέπουν τις αναλήψεις μετρητών από λογαριασμό πληρωμών, καθώς και όλες οι δραστηριότητες που απαιτούνται για την τήρηση λογαριασμού πληρωμών». Ομοίως, το σημείο 3 του εν λόγω παραρτήματος περιλαμβάνει στις υπηρεσίες πληρωμών την εκτέλεση πράξεων πληρωμής, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς κεφαλαίων, σε λογαριασμό πληρωμών που έχει ανοίξει ο χρήστης στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του ή σε άλλον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, πράγμα που περιλαμβάνει την εκτέλεση εντολών άμεσης χρεώσεως, την εκτέλεση πράξεων πληρωμής με κάρτα πληρωμής και την εκτέλεση μεταφορών πιστώσεως.

23      Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 28, 30 και 36 των προτάσεών του, από το γράμμα και μόνον των διατάξεων αυτών δεν μπορεί να προσδιοριστεί αν η έννοια του «λογαριασμού πληρωμών» περιλαμβάνει ή όχι λογαριασμούς, όπως οι επίμαχοι στην κύρια δίκη, για τους οποίους ένα ενδιάμεσο στάδιο, που περιλαμβάνει τη μεταφορά κεφαλαίων μεταξύ του λογαριασμού ταμιευτηρίου και του τρεχούμενου λογαριασμού του χρήστη, είναι απαραίτητο προκειμένου να διενεργηθεί μια πράξη πληρωμής.

24      Κατόπιν της διαπιστώσεως αυτής, πρέπει, δεύτερον, να εξεταστεί το νομοθετικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η οδηγία περί των υπηρεσιών πληρωμών.

25      Για τον σκοπό αυτό, πρέπει να ληφθεί υπόψη, ειδικότερα, η οδηγία περί των λογαριασμών πληρωμών.

26      Πράγματι, μολονότι η οδηγία αυτή δεν είναι άμεσα εφαρμοστέα στη διαφορά της κύριας δίκης, η αιτιολογική της σκέψη 12 διαλαμβάνει ότι πρέπει να εφαρμόζεται σε όλους τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, κατά την έννοια της οδηγίας περί των υπηρεσιών πληρωμών. Διευκρινίζεται επίσης στην αιτιολογική σκέψη 14 της οδηγίας περί των λογαριασμών πληρωμών ότι οι ορισμοί που περιλαμβάνονται σε αυτήν θα πρέπει να είναι ευθυγραμμισμένοι κατά το δυνατόν με εκείνους που περιλαμβάνονται σε άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, ιδίως δε με τους ορισμούς της οδηγίας περί των υπηρεσιών πληρωμών.

27      Όσον αφορά την έννοια του «λογαριασμού πληρωμών», επισημαίνεται, κατ’ αρχάς, ότι ο ορισμός που προβλέπεται στο άρθρο 2, σημείο 3, της οδηγίας περί των λογαριασμών πληρωμών είναι σχεδόν πανομοιότυπος με εκείνον του άρθρου 4, σημείο 14, της οδηγίας περί των υπηρεσιών πληρωμών. Πράγματι, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 54 των προτάσεών του, η μόνη διαφορά, που οφείλεται στο γεγονός ότι ο όρος «καταναλωτής» που χρησιμοποιείται στον πρώτο εξ αυτών των ορισμών αντικαθίσταται από την έκφραση «χρήστης υπηρεσιών πληρωμών» στον δεύτερο, δεν απηχεί κάποια ουσιώδη διαφοροποίηση στον ορισμό της εννοίας αυτής, αλλά, μάλλον, μια διαφορά αντικειμένου μεταξύ των δύο συγκεκριμένων οδηγιών.

28      Πρέπει, εν συνεχεία, να τονιστεί ότι η αιτιολογική σκέψη 12 της οδηγίας περί των λογαριασμών πληρωμών αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής καθώς δεν αποτελούν λογαριασμούς πληρωμής, εκτός εάν μπορούν να χρησιμοποιούνται για πράξεις καθημερινών πληρωμών.

29      Επομένως, μολονότι οι λογαριασμοί ταμιευτηρίου δεν εμπίπτουν, κατ’ αρχήν, στον ορισμό της εννοίας του «λογαριασμού πληρωμής», εντούτοις ο αποκλεισμός αυτός δεν είναι απόλυτος. Πράγματι, όπως προκύπτει από την εν λόγω αιτιολογική σκέψη 12, αφενός, η απλή ονομασία ενός λογαριασμού ως «λογαριασμού ταμιευτηρίου» δεν αρκεί, αυτή και μόνον, για να αποκλείσει τον χαρακτηρισμό του ως «λογαριασμού πληρωμής» και, αφετέρου, το αποφασιστικό κριτήριο για τους σκοπούς του χαρακτηρισμού αυτού είναι η δυνατότητα εκτελέσεως πράξεων καθημερινών πληρωμών από έναν τέτοιο λογαριασμό.

30      Σε αυτό το πλαίσιο, είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη το άρθρο 1, παράγραφος 6, της οδηγίας περί των λογαριασμών πληρωμών, το οποίο προβλέπει ότι η οδηγία αυτή εφαρμόζεται στους λογαριασμούς πληρωμών μέσω των οποίων οι καταναλωτές είναι τουλάχιστον σε θέση να διενεργούν πράξεις που συνίστανται στην κατάθεση χρηματικών ποσών σε λογαριασμό πληρωμών, στην ανάληψη μετρητών από λογαριασμό πληρωμών, καθώς και στην εκτέλεση και στη λήψη πράξεων πληρωμής προς και από τρίτους, περιλαμβανομένης της εκτελέσεως μεταφορών πιστώσεων.

31      Επομένως, η δυνατότητα της εκτελέσεως, από λογαριασμό, πράξεων πληρωμής και της λήψεως πράξεων πληρωμής προς και από τρίτους αποτελεί συστατικό στοιχείο της εννοίας του «λογαριασμού πληρωμών».

32      Λογαριασμός από τον οποίο τέτοιες πράξεις πληρωμής δεν μπορούν να διενεργούνται άμεσα, αλλά για την εκτέλεση των οποίων είναι αναγκαία η προσφυγή σε ενδιάμεσο λογαριασμό, δεν μπορεί επομένως να θεωρηθεί ως «λογαριασμός πληρωμών», κατά την έννοια της οδηγίας περί των λογαριασμών πληρωμών ούτε, κατά συνέπεια, κατά την έννοια της οδηγίας περί των υπηρεσιών πληρωμών.

33      Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο υποβληθέν ερώτημα είναι ότι, κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 4, σημείο 14, της οδηγίας περί των υπηρεσιών πληρωμών, δεν εμπίπτει στην έννοια του «λογαριασμού πληρωμής» λογαριασμός ταμιευτηρίου ο οποίος καθιστά δυνατή τη διάθεση ποσών προερχόμενων από καταθέσεις όψεως και από τον οποίο πράξεις πληρωμής και αναλήψεως μπορούν να διενεργούνται μόνο μέσω ενός τρεχούμενου λογαριασμού.

 Επί των δικαστικών εξόδων

34      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:

Κατ’ ορθή ερμηνεία του άρθρου 4, σημείο 14, της οδηγίας 2007/64/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2007, περί των υπηρεσιών πληρωμών στην εσωτερική αγορά, την τροποποίηση των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ, 2005/60/ΕΚ και 2006/48/ΕΚ, και την κατάργηση της οδηγίας 97/5/ΕΚ, δεν εμπίπτει στην έννοια του «λογαριασμού πληρωμής» λογαριασμός ταμιευτηρίου ο οποίος καθιστά δυνατή τη διάθεση ποσών προερχόμενων από καταθέσεις όψεως και από τον οποίο πράξεις πληρωμής και αναλήψεως μπορούν να διενεργούνται μόνο μέσω ενός τρεχούμενου λογαριασμού.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.