Language of document :

Προσφυγή της 21ης Δεκεμβρίου 2009 - Rusal Armenal κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-512/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Rusal Armenal ZAO (εκπρόσωπος: B. Evtimov, δικηγόρος)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει, κατά το μέρος που την αφορά, τον κανονισμό (ΕΚ) 925/2009 του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2009, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξή του προσωρινού δασμού που επιβάλλεται στις εισαγωγές ορισμένου φύλλου αλουμινίου, καταγωγής Αρμενίας, Βραζιλίας και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας·

να καταδικάσει το Συμβούλιο στα δικαστικά έξοδα

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Με την προσφυγή της, η προσφεύγουσα ζητεί να ακυρωθεί, κατά το μέρος που την αφορά, ο κανονισμός (ΕΚ) 925/2009 του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2009, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξή του προσωρινού δασμού που επιβάλλεται στις εισαγωγές ορισμένου φύλλου αλουμινίου, καταγωγής Αρμενίας, Βραζιλίας και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΕΕ L 262, σ. 1).

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα διατυπώνει πέντε λόγους ακυρώσεως, ο ένας εκ των οποίων στηρίζεται σε ένσταση ελλείψεως νομιμότητας.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή και το Συμβούλιο παρέβησαν το άρθρο 2, παράγραφοι 1 έως 6, του Βασικού Κανονισμού 1 και του άρθρου 2.1 και 2.2 της Συμφωνίας για την εφαρμογή του άρθρου VI της ΓΣΔΕ του 1994 (στο εξής: Συμφωνία κατά του ντάμπινγκ) καθορίζοντας για την προσφεύγουσα την κανονική αξία βάσει στοιχείων από ανάλογη τρίτη χώρα, οπότε κατέληξαν σε σαφώς εσφαλμένα συμπεράσματα σχετικά με το ντάμπινγκ και τη σώρευση, τη βλάβη και την αιτιώδη συνάφεια όσον αφορά τις εισαγωγές από την Αρμενία. Κατά την προσφεύγουσα, το Συμβούλιο και η Επιτροπή έπρεπε να καθορίσουν για την προσφεύγουσα την κανονική αξία βάσει των δικών της αρμενικών στοιχείων, και όχι σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 7, στοιχείο α΄, του βασικού κανονισμού.

Περαιτέρω, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το Γενικό Δικαστήριο, στο πλαίσιο του πρώτου λόγου ακυρώσεως, πρέπει να αναγνωρίσει, βάσει του άρθρου 277 ΣΛΕΕ (πρώην άρθρου 241 ΕΚ) ότι το άρθρο 2, παράγραφος 7, του βασικού κανονισμού δεν έχει εφαρμογή έναντι της προσφεύγουσας, στο μέτρο που χρησίμευσε ως νομική βάση για τη μέθοδο της ανάλογης χώρας προκειμένου να καθοριστεί στον προσβαλλόμενο κανονισμό η κανονική αξία της προσφεύγουσας. Η προσφεύγουσα προβάλλει αυτή την ένσταση ελλείψεως νομιμότητας, επειδή διατείνεται ότι έννομο συμφέρον να κριθεί ότι το άρθρο 2, παράγραφος 7, δεν έχει εφαρμογή επ' αυτής και επειδή προβάλλει ότι θίγεται από τα συμπεράσματα σχετικά με την κανονική αξία που περιέχονται στον προσβαλλόμενο κανονισμό και έχουν ως νομικό έρεισμα το άρθρο 2, παράγραφος 7, του Βασικού Κανονισμού. Ο τελευταίος πρέπει να κηρυχθεί ανεφάρμοστος, κατά την προσφεύγουσα, λόγω του ότι η εφαρμογή του επί της προσφεύγουσας συνιστά παράβαση των άρθρων 2.1 και 2.2 της Συμφωνίας κατά του ντάμπινγκ, την οποία η ΕΕ θέλησε να μεταφέρει ως πολυμερείς υποχρεώσεις στο δίκαιο της ΕΕ και η οποία αποτελεί μέρος των Συνθηκών στις οποίες βασίζεται η ΕΕ και οι οποίες είναι δεσμευτικές για το Συμβούλιο και την Επιτροπή κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι τα θεσμικά όργανα δεν ενήργησαν κατά παράβαση του άρθρου 2, παράγραφοι 1 έως 6, του Βασικού Κανονισμού και της συμφωνίας κατά του ντάμπινγκ, παρέβησαν το άρθρο 2, παράγραφος 7, στοιχείο γ΄, του Βασικού Κανονισμού και κακώς αρνήθηκαν το καθεστώς οικονομίας της αγοράς στην προσφεύγουσα και υπέπεσαν σε σειρά πρόδηλων σφαλμάτων εκτιμήσεως των πραγματικών περιστατικών στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 2, παράγραφος 7, στοιχείο γ΄.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα προβάλλει ότι τα κοινοτικά όργανα παρέβησαν το άρθρο 3, παράγραφος 4, του Βασικού Κανονισμού και υπέπεσαν σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, μη αποσυνδέοντας την Αρμενία από τις εισαγωγές που φέρεται ότι έγιναν αντικείμενο ντάμπινγκ και, στο πλαίσιο αυτό, μη εξετάζοντας τη βασική επισκόπηση της παραγωγικής δραστηριότητας της Αρμενίας κατά την περίοδο 2004-2006 και τα προβλήματα ποιότητας των σχετικών αρμενικών προϊόντων κατά την επανέναρξη και αναμόρφωση των κατασκευαστικών εργασιών το 2007 εντός της υπό εξέταση περιόδου.

Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή, με τον τρόπο που ενήργησε και με την αιτιολογία που παρέθεσε για να απορρίψει την τιμή που προσέφερε η προσφεύγουσα και συγχρόνως να δεχθεί υπό όμοιες συνθήκες μια τιμή που προσέφερε ένας Βραζιλιάνος εξαγωγέας, παραβίασε τη βασική αρχή της ίσης μεταχειρίσεως-απαγορεύσεως των δυσμενών διακρίσεων και υπέπεσε σε πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως.

Με τον πέμπτο λόγο ακυρώσεως, προβάλλεται ότι η Επιτροπή παραβίασε τη γενική αρχή της χρηστής διοικήσεως, και έτσι παρέβη μια ουσιώδη διαδικαστική επιταγή, επειδή αναφέρθηκε δημόσια και ευθέως στην προσφεύγουσα, σε μια υπό εξέλιξη έρευνα κατά του ντάμπινγκ, με αποτέλεσμα να ωθήσει τα κοινοτικά όργανα που ήσαν αρμόδια για την έρευνα κατά του ντάμπινγκ να επιβάλουν δασμούς αντιντάμπινγκ στις εξαγωγές της προσφεύγουσας.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ 1996 L 56, σ. 1).