Language of document : ECLI:EU:C:2019:729

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

MANUEL CAMPOS SÁNCHEZ-BORDONA

της 12ης Σεπτεμβρίου 2019(1)

Υπόθεση C666/18

IT Development SAS

κατά

Free Mobile SAS

[αίτηση του Cour d’Appel de Paris
(εφετείου Παρισιού, Γαλλία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαίωμα του δημιουργού και συγγενικά δικαιώματα – Νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικού υπολογιστή – Σύμβαση παραχωρήσεως άδειας εκμεταλλεύσεως λογισμικού – Αγωγή για παραποίηση/απομίμηση ασκηθείσα από τον δημιουργό του προγράμματος κατά του κατόχου της άδειας εκμεταλλεύσεως – Φύση του εφαρμοστέου καθεστώτος ευθύνης»






1.        Ο κάτοχος του δικαιώματος του δημιουργού επί προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή άσκησε αγωγή κατά ενός εκ των κατόχων άδειας εκμεταλλεύσεως του προγράμματος (με τον οποίον είχε συνάψει την αντίστοιχη σύμβαση) για τον λόγο ότι ο τελευταίος είχε εισαγάγει τροποποιήσεις στο πρόγραμμα αυτό χωρίς τη συγκατάθεσή του. Η αγωγή, ασκηθείσα ενώπιον γαλλικού πρωτοδικείου και απορριφθείσα από αυτό, στηριζόταν στην εκ της προσβολής του δικαιώματος του δημιουργού ευθύνη (αδικοπρακτική ευθύνη) και όχι στην αθέτηση των όρων της συμβάσεως (συμβατική ευθύνη).

2.        Το εφετείο καλείται να αποφανθεί εάν η συμπεριφορά της εναγομένης συνιστά προσβολή των δικαιωμάτων του δημιουργού (contrefaçon) επί του προγράμματος ή αθέτηση των συμβατικών υποχρεώσεών της. Το ενώπιόν του πρόβλημα έγκειται στο ότι, σύμφωνα με αρχή του γαλλικού δικαίου, αγωγή για αδικοπρακτική ευθύνη μπορεί, κατά κανόνα, να ασκηθεί μόνον όταν τα μέρη δεν συνδέονται μεταξύ τους με συμβατική σχέση.

3.        Με την αίτησή του προδικαστικής αποφάσεως, το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να επιλύσει τις αμφιβολίες του ερμηνεύοντας τις οδηγίες 2004/48/ΕΚ (2) και 2009/24/ΕΚ (3).

I.      Νομικό πλαίσιο

1.      Δίκαιο της Ένωσης

1.      Οδηγία 2009/24

4.        Κατά την αιτιολογική σκέψη 13:

«Στην περίπτωση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, θα πρέπει να προβλεφθεί μια περιορισμένη εξαίρεση στα αποκλειστικά δικαιώματα του δημιουργού να απαγορεύει τη χωρίς άδεια αναπαραγωγή του έργου του, προκειμένου να επιτρέπεται η αναπαραγωγή που είναι τεχνικά αναγκαία για τη χρήση του προγράμματος αυτού από το πρόσωπο που το απέκτησε νομίμως. Τούτο σημαίνει ότι οι πράξεις φόρτωσης και εκτέλεσης που απαιτούνται για τη χρησιμοποίηση ενός αντιγράφου νομίμως αποκτηθέντος προγράμματος, καθώς και η πράξη διόρθωσης των σφαλμάτων του, δεν δύνανται να απαγορευθούν συμβατικώς. Ελλείψει ειδικών συμβατικών διατάξεων, και ιδίως σε περίπτωση πώλησης ενός αντιγράφου του προγράμματος, οποιαδήποτε άλλη πράξη που είναι αναγκαία για τη χρησιμοποίηση του αντιγράφου ενός προγράμματος μπορεί να εκτελεστεί, στα πλαίσια του προβλεπόμενου σκοπού της, από το πρόσωπο που απέκτησε το αντίγραφο αυτό νομίμως».

5.        Το άρθρο 4 («Πράξεις εξαρτώμενες από προηγούμενη άδεια του δικαιούχου»), παράγραφος 1, ορίζει τα εξής:

«Με την επιφύλαξη των άρθρων 5 και 6, στα αποκλειστικά δικαιώματα του δικαιούχου κατά την έννοια του άρθρου 2 περιλαμβάνεται το δικαίωμα να πραγματοποιεί ή να παρέχει άδεια για:

α)      οριστική ή προσωρινή αναπαραγωγή του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, με κάθε μέσο και μορφή, εν όλω ή εν μέρει. Εφόσον η φόρτωση, η εμφάνιση στην οθόνη, η εκτέλεση, η μεταβίβαση ή η αποθήκευση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, απαιτούν τέτοια αναπαραγωγή, οι πράξεις αυτές υπόκεινται σε άδεια εκ μέρους του δικαιούχου·

β)      μετάφραση, προσαρμογή, διαρρύθμιση ή οποιαδήποτε άλλη μετατροπή του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή και αναπαραγωγή των αποτελεσμάτων του, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του προσώπου που τροποποιεί το πρόγραμμα·

γ)      οποιαδήποτε μορφή διανομής στο κοινό, συμπεριλαμβανομένης της εκμίσθωσης, του πρωτότυπου προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή ή των αντιγράφων του».

6.        Το άρθρο 5 («Εξαιρέσεις από τις εξαρτώμενες από προηγούμενη άδεια πράξεις») προβλέπει τα εξής:

«Ελλείψει ειδικών συμβατικών διατάξεων, δεν απαιτείται η άδεια τού δικαιούχου για τις πράξεις που απαριθμούνται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), όταν αυτές είναι αναγκαίες για την κατά προορισμό χρησιμοποίηση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή από το πρόσωπο που το απέκτησε νομίμως, συμπεριλαμβανομένης της διόρθωσης σφαλμάτων».

7.        Το άρθρο 6 («Αντίστροφη μεταγλώττιση») διαλαμβάνει τα εξής:

«1.      Δεν απαιτείται άδεια του δικαιούχου εφόσον η αναπαραγωγή του κώδικα και η τροποποίηση της μορφής του κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), είναι αναγκαίες για να ληφθούν οι απαραίτητες πληροφορίες προκειμένου να επιτευχθεί διαλειτουργικότητα ενός ανεξάρτητα δημιουργηθέντος προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή με άλλα προγράμματα, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)      οι πράξεις αυτές πραγματοποιούνται από τον κάτοχο άδειας εκμετάλλευσης ή άλλο πρόσωπο που έχει δικαίωμα χρήσης αντιγράφου του προγράμματος ή για λογαριασμό τους από πρόσωπο που έχει σχετική άδεια·

[…]

2.      Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν επιτρέπουν οι πληροφορίες που ελήφθησαν κατ’ εφαρμογή της:

α)      να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς εκτός της επίτευξης της διαλειτουργικότητας του ανεξάρτητα δημιουργηθέντος προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή·

β)      να ανακοινωθούν σε άλλους, εκτός από τις περιπτώσεις που τούτο απαιτείται για να επιτευχθεί η διαλειτουργικότητά του ανεξάρτητα δημιουργηθέντος προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή ή

γ)      να χρησιμοποιηθούν για την ανάπτυξη, παραγωγή ή εμπορία προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή του οποίου η έκφραση παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες, ή για οιαδήποτε άλλη πράξη που προσβάλλει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

3.      Σύμφωνα με τις διατάξεις της σύμβασης της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να ερμηνευθούν έτσι ώστε να επιτρέπεται η χρησιμοποίηση της εφαρμογής του κατά τρόπο που προσβάλλει αδικαιολόγητα τα νόμιμα συμφέροντα του δικαιούχου ή έρχεται σε σύγκρουση με τη συνήθη εκμετάλλευση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή».

2.      Οδηγία 2004/48

8.        Κατά την αιτιολογική σκέψη 10:

«Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι η προσέγγιση των νομοθετικών συστημάτων προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλό, ισοδύναμο και ομοιογενές επίπεδο προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας στην εσωτερική αγορά».

9.        Η αιτιολογική σκέψη 15 αναφέρει τα εξής:

«Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάζει το ουσιαστικό δίκαιο διανοητικής ιδιοκτησίας […]».

10.      Το άρθρο 2 («Πεδίο εφαρμογής») ορίζει τα εξής:

«1.      Με την επιφύλαξη των μέσων που προβλέπονται ή ενδέχεται να προβλεφθούν με την κοινοτική ή την εθνική νομοθεσία, καθόσον τα εν λόγω μέσα μπορεί να είναι ευνοϊκότερα για τους δικαιούχους, τα μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο 3, σε οποιαδήποτε προσβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας όπως προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία ή/και την εθνική νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους.

[…]

3.      Η παρούσα οδηγία δεν θίγει:

α)      τις κοινοτικές διατάξεις που διέπουν το ουσιαστικό δίκαιο διανοητικής ιδιοκτησίας […]».

11.      Το άρθρο 3 («Γενική υποχρέωση») προβλέπει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη προβλέπουν τα μέτρα, τις διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που απαιτούνται για τη διασφάλιση της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που ρυθμίζονται με την παρούσα οδηγία. Τα εν λόγω μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης πρέπει να είναι θεμιτά και δίκαια, να μην είναι περίπλοκα και δαπανηρά άνευ λόγου και να μην προβλέπουν παράλογες προθεσμίες ούτε να συνεπάγονται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις.

2.      Τα εν λόγω μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης πρέπει επίσης να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά και να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η δημιουργία εμποδίων στο νόμιμο εμπόριο και να προβλέπονται εγγυήσεις κατά της κατάχρησής τους».

2.      Γαλλικό δίκαιο. Code la propriété intellectuelle (4)

12.      Το άρθρο L. 122-6 διαλαμβάνει τα εξής:

«Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου L. 122-6-1, το δικαίωμα εκμεταλλεύσεως που ανήκει στον δημιουργό λογισμικού περιλαμβάνει το δικαίωμα να πραγματοποιεί και να παρέχει άδεια για:

1) μόνιμη ή προσωρινή αναπαραγωγή λογισμικού […]·

2) μετάφραση, προσαρμογή, διαρρύθμιση ή οποιαδήποτε άλλη μετατροπή του λογισμικού και αναπαραγωγή του προκύπτοντος από τις πράξεις αυτές λογισμικού […]·

3) διάθεση στην αγορά έναντι αμοιβής ή δωρεάν, συμπεριλαμβανομένης της εκμισθώσεως, του αντιγράφου ή των αντιγράφων του λογισμικού με οποιονδήποτε τρόπο […]».

13.      Το άρθρο L. 122-6-1 προβλέπει τα εξής:

«I.      Για τις απαριθμούμενες στα σημεία 1 και 2 του άρθρου L. 122-6 πράξεις δεν απαιτείται άδεια του δημιουργού, όταν αυτές είναι αναγκαίες για τη σύμφωνα με τον προορισμό του χρησιμοποίηση του λογισμικού από το πρόσωπο που έχει δικαίωμα χρησιμοποιήσεως, συμπεριλαμβανομένης της διορθώσεως σφαλμάτων.

Εντούτοις, ο δημιουργός έχει το δικαίωμα να επιφυλάξει συμβατικώς για τον εαυτό του το δικαίωμα διορθώσεως των σφαλμάτων και καθορισμού των ιδιαίτερων προϋποθέσεων στις οποίες υπόκεινται οι προβλεπόμενες στα σημεία 1 και 2 του άρθρου L. 122-6 πράξεις, οι οποίες είναι αναγκαίες για τη σύμφωνα με τον προορισμό του χρησιμοποίηση του λογισμικού από το πρόσωπο που έχει δικαίωμα χρησιμοποιήσεως».

14.      Κατά το άρθρο L. 335-3:

«[…]

Η προσβολή ενός εκ των προβλεπόμενων στο άρθρο L. 122-6 δικαιωμάτων του δημιουργού λογισμικού συνιστά και αδίκημα παραποιήσεως/απομιμήσεως.

[…]»

II.    Πραγματικά περιστατικά και προδικαστικό ερώτημα

15.      Με σύμβαση υπογραφείσα στις 25 Αυγούστου 2010 (5), η εταιρία Free Mobile, πάροχος υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας, έλαβε άδεια χρήσεως του λογισμικού «ClickOnSite», κάτοχος του δικαιώματος του δημιουργού επί του οποίου ήταν η εταιρία IT Development.

16.      Στις 18 Ιουνίου 2015 (6), η IT Development ενήγαγε τη Free Mobile για παραποίηση/απομίμηση του λογισμικού ClickOnSite, ζητώντας αποζημίωση για τις προκληθείσες ζημίες. Συγκεκριμένα, προσήψε στη Free Mobile ότι είχε τροποποιήσει τον πηγαίο κώδικα του λογισμικού, κυρίως διά της εισαγωγής νέων υποδειγμάτων, συμπεριφορά που, κατά την κρίση της, συνιστούσε παράβαση της έκτης ρήτρας της συμβάσεως παραχωρήσεως άδειας εκμεταλλεύσεως.

17.      Η Free Mobile αντέκρουσε την αγωγή, θεωρώντας την απαράδεκτη και αβάσιμη. Άσκησε, επιπλέον, ανταγωγή για κατάχρηση διαδικασίας.

18.      Το Tribunal de Grande Instance de Paris (πρωτοδικείο Παρισιού, Γαλλία) εξέδωσε, στις 6 Ιανουαρίου 2017, απόφαση, με την οποία έκρινε απαράδεκτες τις αδικοπρακτικές αξιώσεις της IT Development, αφενός, και απέρριψε την ανταγωγή, αφετέρου.

19.      Η IT Development άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Cour d’Appel de Paris (εφετείου Παρισιού, Γαλλία), εμμένουσα στις πρωτοδίκως προβληθείσες αξιώσεις «για παραποίηση/απομίμηση», προσθέτοντας, όμως, επικουρικώς, αίτημα καταδίκης, «επί συμβατικής βάσεως», της Free Mobile σε αποζημίωσή της για τις προκληθείσες ζημίες.

20.      Η Free Mobile ζήτησε την επικύρωση της πρωτόδικης αποφάσεως, πλην του σημείου που αφορούσε την απόρριψη της ανταγωγής.

21.      Το εφετείο έκρινε επιβεβλημένη την υποβολή αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως για τους ακόλουθους λόγους:

–      από τον δέκατο ένατο αιώνα, το γαλλικό δίκαιο περί αστικής ευθύνης ερείδεται στην αρχή της μη σωρεύσεως αδικοπρακτικής και συμβατικής ευθύνης, η οποία συνεπάγεται: α) ότι ένα πρόσωπο δεν μπορεί να εναχθεί από άλλο πρόσωπο βάσει της συμβατικής και της αδικοπρακτικής ευθύνης του για τις ίδιες πράξεις, και β) ότι η αδικοπρακτική ευθύνη αποκλείεται υπέρ της συμβατικής ευθύνης, όταν, αφενός, οι συμβαλλόμενοι δεσμεύονται από ισχύουσα σύμβαση και, αφετέρου, η ζημία που υπέστη ένας εκ των συμβαλλομένων απορρέει από την αθέτηση ή την πλημμελή εκπλήρωση οποιασδήποτε από τις συμβατικές υποχρεώσεις·

–      κατά το γαλλικό δίκαιο, η παραποίηση/απομίμηση, η οποία αρχικώς αποτελούσε ποινικό αδίκημα, εμπίπτει στην αδικοπρακτική και όχι στη συμβατική ευθύνη·

–      για τον λόγο αυτόν, δεδομένου ότι τα μέρη δεσμεύονταν από τη σύμβαση της 25ης Αυγούστου 2010 και ότι η ζημία φέρεται να προκλήθηκε από την αθέτηση των ρητρών της, το πρωτοδικείο απέκλεισε, με την απόφασή του, την αδικοπρακτική ευθύνη υπέρ της συμβατικής. Ως εκ τούτου, έκρινε ότι η αγωγή για παραποίηση/απομίμηση, η οποία εξομοιώνεται με αγωγή λόγω εξωσυμβατικής ευθύνης, ήταν απαράδεκτη·

–      δεν είναι, ωστόσο, άνευ σημασίας ο ισχυρισμός της IT Development ότι «η παραποίηση/απομίμηση δεν αποτελεί κατ’ ουσίαν αδικοπραξία, αλλά μπορεί επίσης να απορρέει από την αθέτηση συμβάσεως»·

–      πράγματι, η παραποίηση/απομίμηση ορίζεται, υπό την ευρύτερη έννοιά της, ως προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας και, υπό την έννοια του άρθρου L. 335-3, ως «προσβολή ενός από τα δικαιώματα του δημιουργού λογισμικού» (που ορίζονται στο άρθρο L. 122-6)·

–      ούτε οι διατάξεις αυτές ούτε και κάποια άλλη διάταξη του γαλλικού δικαίου σχετικά με την παραποίηση/απομίμηση προβλέπουν ρητώς ότι αυτό ισχύει μόνον όταν τα συμβαλλόμενα μέρη δεν δεσμεύονται από σύμβαση·

–      αν και μπορούν να χαρακτηριστούν ως εξαιρέσεις από την αρχή της μη σωρεύσεως, στο γαλλικό δίκαιο υφίστανται άρθρα ενδεικτικά του ότι η αγωγή για παραποίηση/απομίμηση μπορεί να ασκηθεί, όσον αφορά τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα σήματα, κατά του κατόχου της άδειας ο οποίος έχει παραβεί τους όρους της συμβάσεώς του (7

–      τα άρθρα L. 122-6 και L. 122-6-1 του CPI, τα οποία προβλέπουν τον συμβατικό καθορισμό των ειδικών όρων τροποποιήσεως λογισμικού, δεν αποκλείουν, στις περιπτώσεις αυτές, την άσκηση αγωγής για παραποίηση/απομίμηση. Το ίδιο ισχύει για τα άρθρα 4 και 5 της οδηγίας 2009/24, τα οποία ενσωματώθηκαν στο εσωτερικό δίκαιο μέσω των άρθρων αυτών του CPI·

–      τέλος, το άρθρο 2 της οδηγίας 2004/48 προβλέπει γενικώς ότι τα μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκαταστάσεως εφαρμόζονται σε οποιαδήποτε προσβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, χωρίς να γίνεται διάκριση αναλόγως του εάν η προσβολή αυτή απορρέει ή όχι από την αθέτηση συμβάσεως.

22.      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Cour d’Appel de Paris (εφετείο Παρισιού) υποβάλλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Αποτελεί η μη τήρηση από κάτοχο άδειας εκμεταλλεύσεως λογισμικού των όρων συμβάσεως παραχωρήσεως άδειας εκμεταλλεύσεως λογισμικού (με τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, την υπέρβαση του αριθμού των εξουσιοδοτημένων χρηστών ή άλλης μονάδας μετρήσεως, όπως των επεξεργαστών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εκτέλεση των οδηγιών του λογισμικού, ή με την τροποποίηση του πηγαίου κώδικα του λογισμικού, όταν η άδεια παρέχει αυτό το δικαίωμα στον αρχικό κάτοχο):

–      παραποίηση/απομίμηση (κατά την έννοια της οδηγίας 2004/48, της 29ης Απριλίου 2004) σε βάρος του κατόχου του δικαιώματος δημιουργού επί λογισμικού το οποίο κατοχυρώνεται από το άρθρο 4 της οδηγίας 2009/24/ΕΚ, της 23ης Απριλίου 2009, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών;

–      ή υπόκειται σε ιδιαίτερο νομικό καθεστώς, όπως αυτό της συμβατικής ευθύνης του κοινού δικαίου;»

III. Διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και επιχειρήματα των διαδίκων

23.      Η διάταξη περί παραπομπής περιήλθε στο Δικαστήριο στις 25 Οκτωβρίου 2018.

24.      Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν οι εταιρίες IT Development και Free Mobile, η Γαλλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή. Δεν διεξήχθη επ’ ακροατηρίου συζήτηση, καθόσον το Δικαστήριο δεν την έκρινε αναγκαία.

IV.    Ανάλυση του προδικαστικού ερωτήματος

1.      Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

1.      Επί του περιεχομένου του προδικαστικού ερωτήματος

25.      Η Free Mobile υποστηρίζει ότι το προδικαστικό ερώτημα είναι εν μέρει απαράδεκτο ως υποθετικό, όσον αφορά τρεις από τις απαριθμούμενες στη διάταξη περί παραπομπής συμβατικές αθετήσεις (τη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, την υπέρβαση του αριθμού των εξουσιοδοτημένων χρηστών και την υπέρβαση άλλης μονάδας μετρήσεως). Μόνον η ενδεχόμενη αθέτηση της συμβάσεως λόγω τροποποιήσεως του πηγαίου κώδικα θα είχε σχέση με τη διαφορά της κύριας δίκης.

26.      Το αιτούν δικαστήριο τοποθετεί τις προαναφερθείσες τέσσερις καταστάσεις στο ίδιο επίπεδο, ως έκφραση μιας και μόνο συμπεριφοράς, πλην, όμως, ορθώς η Free Mobile αναφέρει ότι δεν είναι κατ’ ανάγκην ταυτόσημες, από νομικής απόψεως, και, κυρίως, ότι οι τρεις πρώτες δεν έχουν σχέση με τα επίμαχα πραγματικά περιστατικά. Ως εκ τούτου, η απάντηση επί του προδικαστικού ερωτήματος δεν είναι αναγκαίο να επεκταθεί στις συμπεριφορές αυτές.

27.      Η οδηγία 2009/24 αφορά ειδικώς τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικού υπολογιστή, τα οποία τα κράτη μέλη οφείλουν να αντιμετωπίζουν, για τους σκοπούς των δικαιωμάτων του δημιουργού, ως λογοτεχνικά έργα, όπως αυτά ορίζονται στη σύμβαση της Βέρνης της 9ης Σεπτεμβρίου 1886 (άρθρο 1, παράγραφος 1).

28.      Τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή παρουσιάζουν, ωστόσο, ιδιαιτερότητες οι οποίες καθιστούν αναγκαία τη μεταχείρισή τους κατά τρόπο διαφορετικό από αυτόν που επιφυλάσσεται σε άλλα έργα προστατευόμενα από δικαιώματα του δημιουργού. Προκειμένου ο αγοραστής του προγράμματος να μπορεί να το χρησιμοποιήσει σύμφωνα με τον επιδιωκόμενο σκοπό του, ορισμένες εξουσίες που, βάσει νόμου, αποτελούν τμήμα του χαρακτηριστικού του κατόχου του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας μονοπωλίου, αποκλείονται, επίσης βάσει νόμου, λόγω ακριβώς της ιδιαίτερης φύσεως του προστατευόμενου έργου.

29.      Σύμφωνα με το καθεστώς αυτό, ενώ το άρθρο 4 της οδηγίας 2009/24 θεσπίζει αποκλειστικά δικαιώματα του δικαιούχου του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή (8), τα άρθρα 5 και 6 προβλέπουν εξαιρέσεις ή «εσωτερικά όρια» στα δικαιώματα αυτά, νομοθετικής προελεύσεως (9).

30.      Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/24 επιτρέπει τροποποιήσεις, μέσω συμβάσεως, στο θεσπιζόμενο από την ίδια την οδηγία καθεστώς προστασίας και εξαιρέσεις. Εάν δεν απαιτείται, κατ’ αρχήν, άδεια του κατόχου του δικαιώματος δημιουργού για ορισμένες ενέργειες, είναι πιθανό, βάσει συγκεκριμένων συμβατικών ρητρών οι οποίες συνομολογούνται με τον κάτοχο της άδειας εκμεταλλεύσεως, ο δικαιούχος του προγράμματος να ανακτήσει την αποκλειστικότητα ορισμένων από τις απαριθμούμενες στο άρθρο 4 εξουσίες. Υπό τις συνθήκες αυτές, η νομική βάση του δικαιώματος του δικαιούχου θα είναι η σύμβαση και όχι ο νόμος. Παράλληλα, η ευθύνη του κατόχου της άδειας εκμεταλλεύσεως, ο οποίος προσβάλλει το αποκλειστικό δικαίωμα του δικαιούχου, θα απορρέει ομοίως από τη σύμβαση και όχι από τον νόμο.

31.      Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να αποσαφηνίσει εάν οι περιστάσεις της διαφοράς αντιστοιχούν στις πραγματικές περιπτώσεις της οδηγίας 2009/24 (και των εθνικών κανόνων μεταφοράς), ιδίως δε του άρθρου 5, παράγραφος 1, όσον αφορά τη δυνάμει συμβάσεως διατήρηση των εξουσιών του δικαιούχου του προγράμματος.

32.      Σε μια τέτοια περίπτωση, η διαφορά δεν θα μπορούσε παρά να χαρακτηριστεί συμβατική. Δεν θα είχε, συνεπώς, εφαρμογή η ισχύουσα στο γαλλικό δίκαιο αρχή της μη σωρεύσεως, η συμβατότητα της οποίας με τις οδηγίες 2004/48 και 2009/24 αποτελεί τη βάση του προδικαστικού ερωτήματος.

33.      Στις σκέψεις που ακολουθούν, το προδικαστικό ερώτημα προσεγγίζεται υπό ευρύτερο πρίσμα, ήτοι, για την περίπτωση που η συμπεριφορά του κατόχου άδειας εκμεταλλεύσεως θα μπορούσε, ταυτοχρόνως, να χαρακτηριστεί, ως συμβατική αθέτηση και ως παράβαση της γενικής υποχρεώσεως σεβασμού του δικαιώματος του δημιουργού, όπως αυτό οριοθετείται στον νόμο (απόρροια, σε τελική ανάλυση, του κανόνα alterum non laedere). Στην περίπτωση αυτή, θα είχε εφαρμογή η αρχή της μη σωρεύσεως.

2.      Επί της ουσίας. Προσέγγιση

34.      Η Γαλλική Κυβέρνηση και η Επιτροπή φρονούν ότι η οδηγία 2004/48 δεν επιβάλλει συγκεκριμένο καθεστώς ευθύνης. Η επίλυση των τιθέμενων ζητημάτων εμπίπτει, συνεπώς, τηρουμένων των αρχών της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, στη δικονομική αυτονομία των κρατών μελών.

35.      Οι διάδικοι της διαφοράς της κύριας δίκης, καθώς και η Επιτροπή, προέβαλαν και άλλα επιχειρήματα προς στήριξη των αντίστοιχων θέσεών τους. Επικαλούνται, κατ’ αρχάς, την απόφαση της 18ης Απριλίου 2013 (10), εκδοθείσα επί αιτήσεως αναιρέσεως, με την οποία το Δικαστήριο απεφάνθη επί του χαρακτήρα –συμβατικού ή εξωσυμβατικού– διαφοράς η οποία παρουσίαζε ομοιότητες με την υπό κρίση υπόθεση.

36.      Η Free Mobile επικαλείται, επιπλέον, το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) 864/2007 (11), κατά το οποίο κάθε προσβολή του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας γεννά εξωσυμβατικής φύσεως υποχρέωση αποκαταστάσεως.

37.      Τέλος, η Free Mobile και η Επιτροπή αναφέρονται στη νομολογία του Δικαστηρίου επί του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 (12), κατά την οποία η εξωσυμβατική ευθύνη έχει, στο πλαίσιο του δικαίου της Ένωσης, συμπληρωματικό χαρακτήρα.

38.      Λαμβανομένου υπόψη ότι, εάν κάποιο από τα επιχειρήματα αυτά γινόταν δεκτό, δεν θα ήταν ενδεχομένως επιβεβλημένη η ανάλυση των οδηγιών 2009/24 και 2004/48, θα τα εξετάσω πρώτα, αφού, όμως, προηγουμένως εστιάσω στην αρχή της μη σωρεύσεως κατά το γαλλικό δίκαιο.

2.      Η αρχή της μη σωρεύσεως κατά το γαλλικό δίκαιο. Παρεκκλίσεις

39.      Η αρχή της μη σωρεύσεως έχει ως αφετηρία ορισμένο γεγονός το οποίο ενδέχεται, την ίδια στιγμή, να συνιστά αθέτηση (ή πλημμελή εκπλήρωση) συμβάσεως και παράβαση υποχρεώσεως νομοθετικής προελεύσεως. Κατά συνέπεια, η αξίωση αποζημιώσεως θα μπορούσε να εδράζεται σε δύο νομικές βάσεις –τη συμβατική και την εξωσυμβατική– τα δικονομικά καθεστώτα των οποίων είναι συνήθως διαφορετικά (13).

40.      Στην περίπτωση αυτή, είτε παρέχεται στον ενάγοντα η δυνατότητα επιλογής μεταξύ αμφοτέρων των νομικών οδών (Κάτω Χώρες, Γερμανία και Ηνωμένο Βασίλειο) είτε προκρίνεται η μια οδός αποκλειομένης της άλλης (Γαλλία και Βέλγιο). Στην τελευταία αυτή περίπτωση, η έκφραση «μη σώρευση» θα μπορούσε ενδεχομένως να αντικατασταθεί από την έκφραση «μη επιλογή».

41.      Διάφοροι λόγοι έχουν προβληθεί προς αιτιολόγηση της εν λόγω αρχής. Αφενός, από πρακτικής απόψεως, η αρχή αυτή διασφαλίζει ότι η επιλογή του εφαρμοστέου καθεστώτος ευθύνης δεν θα επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του ενάγοντος· κατ’ αυτόν τον τρόπο προστατεύεται η συμφωνία και η δεσμευτική φύση των συμβάσεων. Αφετέρου, αποτρέπει μια υπερβολικά ευρεία αστική ευθύνη (όπως αυτή του άρθρου 1242 του γαλλικού Αστικού Κώδικα), μη προβλεφθείσα από τα μέρη και δυνάμενη να θέσει σε κίνδυνο τη συμβατική ισορροπία.

42.      Αξίζει, ωστόσο, να υπομνησθεί ότι η γαλλική έννομη τάξη επιτρέπει παρεκκλίσεις από την εν λόγω αρχή: αυτό συμβαίνει, συγκεκριμένα, σε σχέση με τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας και τα σήματα (14). Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η λύση αυτή έχει προηγούμενα στο δίκαιο της Ένωσης (15).

43.      Μεταξύ των λόγων που θα εξηγούσαν την παρέκκλιση από την αρχή της μη επιλογής στα πεδία αυτά περιλαμβάνονται εκτιμήσεις σχετικές με την ανάλωση των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας, εκτιμήσεις οι οποίες δεν θα ήταν κρίσιμες για τα δικαιώματα του δημιουργού (16). Η εξήγηση αυτή δεν φαίνεται κατάλληλη όσον αφορά τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή (17), πλην, όμως, είναι αληθές ότι, σε σχέση με την άδεια εκμεταλλεύσεως προγραμμάτων ηλεκτρονικού υπολογιστή, ούτε στο δίκαιο της Ένωσης ούτε στο γαλλικό δίκαιο υφίστανται διατάξεις παρόμοιες με αυτές που ισχύουν για τα σήματα ή τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Στη Γαλλία, συνεπώς, ο κανόνας της μη σωρεύσεως έχει εφαρμογή στον τομέα αυτόν, ακόμη αν και η πρακτική εφαρμογή του παρουσιάζει ορισμένες δυσκολίες (18).

3.      Ο χαρακτηρισμός σε άλλο πλαίσιο: απόφαση Systran και κανονισμός «Ρώμη ΙΙ»

1.      Απόφαση Systran

44.      Με την απόφαση Systran, το Δικαστήριο, επιλαμβανόμενο αιτήσεως αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της 26ης Δεκεμβρίου 2010 (19), απεφάνθη επί διαφοράς συναφούς με την εν προκειμένω εξεταζόμενη.

45.      Σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως εκείνης, η Επιτροπή και ο όμιλος Systran συνδέονταν μεταξύ τους επί σειρά ετών με πολυάριθμες συμβάσεις για τη χρησιμοποίηση από την πρώτη ενός προγράμματος αυτόματης μεταφράσεως δικαιούχος του οποίου ήταν ο δεύτερος. Αργότερα, η Επιτροπή άρχισε να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες άλλου παρόχου για τη συντήρηση και τον γλωσσικό εμπλουτισμό του συστήματός της αυτόματης μεταφράσεως. Κατά την άποψη της Systran, η Επιτροπή, με τη συμπεριφορά της αυτή, είχε προσβάλει τα δικαιώματά της διανοητικής ιδιοκτησίας, και για τον λόγο αυτόν την ενήγαγε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

46.      Η Επιτροπή ζήτησε την απόρριψη της αγωγής λόγω αναρμοδιότητας του Γενικού Δικαστηρίου, λαμβανομένης υπόψη της συμβατικής φύσεως της διαφοράς: ελλείψει ρήτρας διαιτησίας, τέτοιας φύσεως διαφορές ανήκουν στην αρμοδιότητα των εθνικών δικαστηρίων. Κατόπιν απορρίψεως της ενστάσεως αυτής, η Επιτροπή άσκησε αίτηση αναιρέσεως.

47.      Το Δικαστήριο ακύρωσε, λόγω παραβάσεως των κανόνων δικαιοδοτικής αρμοδιότητας, την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, προσάπτοντάς του εσφαλμένη εκτίμηση περί της μη συμβατικής φύσεως της διαφοράς.

48.      Η εκτίμηση της συμβατικής φύσεως της διαφοράς πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ των δικαστηρίων της Ένωσης και των εθνικών δικαστηρίων, για την εκδίκαση αγωγών αποζημιώσεων κατά οργάνων της Ένωσης. Το Δικαστήριο επισήμανε ότι η κατά τα άρθρα 235 ΕΚ και 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ (νυν άρθρα 268 και 340, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ) έννοια της εξωσυμβατικής ευθύνης έχει αυτοτελές περιεχόμενο στο δίκαιο της Ένωσης και πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα του σκοπού της, που είναι να καθίσταται δυνατή η εν λόγω κατανομή αρμοδιοτήτων (20).

49.      Ουδόλως αποκλείω ότι από την απόφαση Systran μπορούν να αντληθούν κάποια συμπεράσματα για την υπό κρίση υπόθεση. Φρονώ, ωστόσο, ότι δεν μπορεί, ως απόρροια της αποφάσεως αυτής, να συναχθεί ποιο είδος ευθύνης (συμβατικής ή εξωσυμβατικής) προσήκει σε ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο, όπως αυτό της μεταφοράς των οδηγιών 2009/24 και 2004/48.

50.      Σκοποί των δύο αυτών οδηγιών είναι η εναρμόνιση, αφενός, της ουσιαστικής προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας επί λογισμικών και, αφετέρου, των μηχανισμών δικονομικής προστασίας των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Πρόκειται για σκοπούς πόρρω απέχοντες από τον αυτόν στον οποίον περιοριζόταν η απόφαση Systran. Κατά μείζονα λόγο, το σκεπτικό της τελευταίας δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις αρχές οι οποίες, εντός της εσωτερικής έννομης τάξεως των κρατών μελών, χαρακτηρίζουν τα δύο είδη ευθύνης και καθορίζουν τη δικονομική μεταχείρισή τους.

2.      Ο χαρακτηρισμός κατά τον κανονισμό «Ρώμη ΙΙ»

51.      Απορριπτέα ομοίως είναι τα επιχειρήματα κατά τα οποία οι προσβολές των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας εμπίπτουν στον κανονισμό «Ρώμη ΙΙ», για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές.

52.      Εν αντιθέσει προς ό,τι υποστηρίζει η Free Mobile, ο κανονισμός αυτός δεν τυποποιεί την προσβολή ενός δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας ως ζημιογόνο γεγονός εκ του οποίου απορρέει εξωσυμβατική ενοχή. Αυτό που καθορίζει είναι το εφαρμοστέο δίκαιο «στην εξωσυμβατική ενοχή που απορρέει από προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας» (άρθρο 8, παράγραφος 1). Εάν, όπως μπορεί να συμβαίνει στην περίπτωση των προγραμμάτων ηλεκτρονικού υπολογιστή, η προέλευση των θιγόμενων αποκλειστικών εξουσιών του δημιουργού του προγράμματος είναι συμβατική (21), το εφαρμοστέο δίκαιο δεν θα καθοριστεί σύμφωνα με τον κανονισμό «Ρώμη ΙΙ», αλλά σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) 593/2008 (22).

4.      Επί του συμπληρωματικού χαρακτήρα της εξωσυμβατικής ευθύνης: ο κανονισμός 1215/2012

53.      Ουδόλως μπορεί να γίνει δεκτό το επιχείρημα που αντλείται από τον κατά το Δικαστήριο ορισμό, για τους σκοπούς του κανονισμού 1215/2012, της εξωσυμβατικής ευθύνης.

54.      Ο ορισμός αυτός, που φαίνεται να προσδίδει πράγματι δευτερεύοντα χαρακτήρα στην εξωσυμβατική ευθύνη, χρησιμοποιείται μόνον για την οριοθέτηση μεταξύ των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 7 του εν λόγω κανονισμού, προς αποφυγή ενδεχόμενης αλληλοεπικαλύψεως, η οποία θα τις καθιστούσε εν μέρει άχρηστες. Η οριοθέτηση αυτή πραγματοποιείται στο πλαίσιο του καθορισμού της διεθνούς δικαιοδοσίας σε διασυνοριακές υποθέσεις και ανταποκρίνεται στις εγγενείς στο πλαίσιο αυτό αρχές, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να εφαρμοστεί αναλογικώς σε μη συναφή πεδία, όπως αυτό του υπό κρίση προδικαστικού ερωτήματος.

5.      Προστασία προγραμμάτων ηλεκτρονικού υπολογιστή

1.      Πεδίο εφαρμογής των οδηγιών 2009/24 και 2004/48

1)      Η οδηγία 2009/24

55.      Η οδηγία 2009/24 αναγνωρίζει την κεφαλαιώδη σημασία των τεχνολογιών πληροφορικής για τη βιομηχανική ανάπτυξη της Ένωσης. Λαμβάνουσα υπόψη τα αρνητικά αποτελέσματα που ορισμένες αποκλίσεις στις νομοθεσίες των κρατών μελών προκαλούν, όσον αφορά τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, περιλαμβάνει ουσιαστικούς κανόνες (23) με σκοπό την εξάλειψή τους.

56.      Η οδηγία περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής της την προστασία του δικαιώματος του δικαιούχου του προγράμματος, τόσο στο πλαίσιο των συμβατικών σχέσεων που έχουν ως αντικείμενο το πρόγραμμα αυτό, όσο και ως προς τις σχέσεις μεταξύ του δικαιούχου και τρίτων. Συγκεκριμένα, υφίστανται εξαιρέσεις από τα αποκλειστικά δικαιώματα (προβλεπόμενες στο άρθρο 4) οι οποίες αποκτούν τυπικώς το πλήρες νόημά τους στο πλαίσιο ορισμένης συμβάσεως: αυτή είναι η περίπτωση της εξαιρέσεως με την οποία επωφελείται ο νόμιμος αγοραστής του προγράμματος (άρθρο 5, παράγραφος 1) ή το «πρόσωπο που έχει δικαίωμα χρήσεως του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή» (άρθρο 5, παράγραφος 2). Το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, περιλαμβάνει ρητή αναφορά στη σχέση μεταξύ του δικαιούχου και του κατόχου άδειας εκμεταλλεύσεως.

2)      Η οδηγία 2004/48

57.      Η οδηγία 2004/48, εν αντιθέσει προς την οδηγία 2009/24, περιλαμβάνει δικονομικούς και όχι ουσιαστικούς κανόνες. Αφετηρία της είναι η ανάγκη να υπάρχουν αποτελεσματικά μέσα προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας, καθόσον, ελλείψει αυτών, η καινοτομία και η δημιουργικότητα αποθαρρύνονται και οι επενδύσεις μειώνονται (αιτιολογική σκέψη 3). Με σκοπό τον περιορισμό των ανισοτήτων μεταξύ κρατών μελών σε σχέση με τα μέσα αυτά και το εξ αυτών ενδεχόμενο στρεβλώσεως της εσωτερικής αγοράς, η οδηγία αυτή θεσπίζει κοινές διατάξεις δικονομικού χαρακτήρα ή εντός του πλαισίου της διαδικασίας.

58.      Το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/48 οριοθετείται υπό ένα τριπλό πρίσμα: το προστατευόμενο αντικείμενο (τα δικαιώματα), την περίμετρο προστασίας (τις παραβάσεις) και τα μέτρα προστασίας (εναρμονισμένους μηχανισμούς προστασίας).

59.      Όσον αφορά το αντικείμενο, τα μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκαταστάσεως που προβλέπονται από την οδηγία εφαρμόζονται «σε οποιαδήποτε προσβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας όπως προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία ή/και την εθνική νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους» (άρθρο 2 της οδηγίας, σε συνδυασμό με την αιτιολογική σκέψη 13) (24).

60.      Στην υπό κρίση υπόθεση, το θιγόμενο δικαίωμα του δημιουργού προβλέπεται τόσο από την οδηγία 2009/24 όσο και από τον CPI (άρθρα L. 112-2, L. 122-6, και L. 122-6 1), και, ως εκ τούτου, καλύπτεται από την οδηγία 2004/48.

61.      Όσον αφορά τις προσβολές στις οποίες έχει εφαρμογή η οδηγία 2004/48, ο όρος αυτός πρέπει τύχει αυτοτελούς ερμηνείας που θα λαμβάνει υπόψη το πλαίσιο και τους σκοπούς του κανόνα. Η αντωνυμία «οποιαδήποτε» του άρθρου 2 και ο γενικός σκοπός της οδηγίας επιτρέπουν την ερμηνεία της τελευταίας υπό την έννοια ότι περιλαμβάνει κάθε προσβολή, συμπεριλαμβανομένης αυτής που απορρέει από την παράβαση συμβατικής ρήτρας σχετικής με την εκμετάλλευση δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, και, ως εκ τούτου, σχετικής με τις εξουσίες που εκ νόμου ανήκουν αποκλειστικά στον κάτοχό τους.

62.      Όσον αφορά τα μέτρα προστασίας, το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/48 δεν αντικαθιστά την προστασία που κατά τρόπο συγκεκριμένο προβλέπουν άλλες κοινοτικές πράξεις. Μεταξύ των τελευταίων περιλαμβάνεται το άρθρο 7 της οδηγίας 91/250 (νυν άρθρο 7 της οδηγίας 2009/24). Καθόσον οι διεπόμενες από το τελευταίο αυτό άρθρο περιπτώσεις δεν αντιστοιχούν σε αυτές που περιγράφονται στη διάταξη περί παραπομπής, το σημείο αυτό της οδηγίας δεν έρχεται σε αντίθεση με το σχετικό με την εφαρμογή της προηγούμενο συμπέρασμα.

2.      Μέσα, διαδικασίες και μέτρα αποκαταστάσεως για την προστασία του δικαιώματος του δικαιούχου του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή

1)      Η οδηγία 2009/24

63.      Η οδηγία 2009/24 επιβάλλει στον εθνικό νομοθέτη την υποχρέωση να προστατεύει τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή μέσω δικαιωμάτων δημιουργού λογοτεχνικού έργου, χωρίς, ωστόσο, να συνδέει την υποχρέωση αυτή με κάποιο προτιμησιακό ή αποκλειστικό νομικό καθεστώς. Με άλλα λόγια, δεν λαμβάνει θέση ως προς το εάν η αξίωση λόγω προσβολής του δικαιώματος του δημιουργού, όταν αυτή απορρέει από συμβατική αθέτηση, πρέπει να επιδιώκεται μέσω του καθεστώτος της κατά το κοινό δίκαιο συμβατικής ευθύνης, ή μπορεί να καλύπτεται από άλλο καθεστώς, όπως το προβλεπόμενο στη Γαλλία για την παραποίηση/απομίμηση.

2)      Η οδηγία 2004/48

64.      Ούτε η οδηγία 2004/48 επιβάλλει, από πλευράς της, συγκεκριμένη διαδικασία για την αναγνώριση ευθύνης σε περίπτωση προσβολής δικαιώματος του δημιουργού συνεπεία συμβατικής αθετήσεως (25).

65.      Το άρθρο 3 της οδηγίας απαιτεί, αντιθέτως, τα μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκαταστάσεως που θεσπίζουν τα κράτη μέλη προς διασφάλιση της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας να πληρούν τις εξής προϋποθέσεις: πρέπει να είναι θεμιτά, δίκαια, αναλογικά και αποτρεπτικά, να μην είναι περίπλοκα και δαπανηρά άνευ λόγου· να μην προβλέπουν παράλογες προθεσμίες ούτε να συνεπάγονται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις· να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η δημιουργία εμποδίων στο νόμιμο εμπόριο και να προβλέπονται εγγυήσεις κατά της καταχρήσεώς τους.

66.      Από τις προϋποθέσεις αυτές δεν μπορεί να συναχθεί ότι η οδηγία 2004/48 κλίνει υπέρ της δικαστικής προστασίας που, στη Γαλλία, περιβάλλεται τη μορφή της action en contrefaçon (αγωγή για παραποίηση/απομίμηση) (26).

67.      In abstracto, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι η αξίωση που εγείρεται εντός του δικονομικού πλαισίου της αγωγής για παραποίηση/απομίμηση παρέχει ευρύτερη προστασία στον δικαιούχο του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή: οι υποθέσεις ανατίθενται σε συγκεκριμένα δικαστήρια (άρθρο L. 331-1 του CPI)· το καθεστώς αποκαταστάσεως προβλέπει τη δυνατότητα καταδίκης σε αποζημίωση ευρύτερη της πλήρους αποκαταστάσεως (άρθρο L. 331-1-3 του CPI)· προβλέπεται πρόσβαση στα μέτρα saisi-contrefaçon (κατάσχεση λόγω παραποιήσεως/απομιμήσεως) των άρθρων L. 332-1 έως L. 332-4 του CPI. Όμως, ακόμη και έτσι (27), το γεγονός ότι οι εν λόγω κανόνες δεν έχουν εφαρμογή σε αγωγή στηριζόμενη σε σύμβαση (και, κατ’ επέκταση, το γεγονός ότι ο ενάγων δεν μπορεί να επιλέξει μεταξύ της αγωγής για παραποίηση/απομίμηση και της αγωγής λόγω συμβατικής ευθύνης του κοινού δικαίου) δεν επάγεται κατ’ ανάγκην παράβαση των κανόνων προστασίας της οδηγίας 2004/48.

68.      Ο νομοθέτης της Ένωσης δεν επιβάλλει τα θεσπιζόμενα στα κράτη μέλη για την προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκαταστάσεως να συγκεντρώνουν σε υπερθετικό βαθμό τα απαριθμούμενα στο άρθρο 3 της οδηγίας 2004/48 χαρακτηριστικά, ήτοι να είναι τα πιο αποτελεσματικά, τα πιο αποτρεπτικά ή αυτά που προκαλούν λιγότερα εμπόδια στο νόμιμο εμπόριο. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η οδηγία προβαίνει σε ελάχιστη εναρμόνιση (άρθρο 2, παράγραφος 1).

69.      Εκ πρώτης όψεως, δεν μπορεί βασίμως να υποτεθεί ότι, όταν το εθνικό δίκαιο προβλέπει την εκδίκαση της αξιώσεως λόγω προσβολής της διανοητικής ιδιοκτησίας σύμφωνα με το καθεστώς συμβατικής ευθύνης του κοινού δικαίου, το πράττει μέσω μέτρων, διαδικασιών ή μέτρων αποκαταστάσεως που δεν πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 3 της οδηγίας 2004/48. Η εκτίμηση του σημείου αυτού εναπόκειται, σε κάθε περίπτωση, στο αιτούν δικαστήριο.

70.      Αντιθέτως, είναι πράγματι αναγκαίο κάθε δικονομική οδός την οποία μπορεί να ακολουθήσει ο κάτοχος του θιγόμενου δικαιώματος να σέβεται τις απαιτήσεις της οδηγίας 2004/48, συμπεριλαμβανομένων αυτών του άρθρου 3 και λοιπών άλλων. Ούτως, παραδείγματος χάριν, εφόσον το άρθρο 13 επιβάλλει τον υπολογισμό της αποζημιώσεως λαμβανομένων υπόψη «όλων των συναφών στοιχείων», με ρητή μνεία ορισμένων εξ αυτών, απαιτείται, προκειμένου το εθνικό δίκαιο να είναι συμβατό με τον κανόνα αυτόν, η σχετική εκτίμηση να πραγματοποιείται τόσο κατά την εκδίκαση αγωγής για παραποίηση/απομίμηση όσο και κατά την εκδίκαση οποιασδήποτε άλλης αγωγής που στηρίζεται στη συμβατική ευθύνη του κοινού δικαίου. Με την επιφύλαξη αυτή, ουδεμία ένσταση μπορεί να προβληθεί –από απόψεως δικαίου της Ένωσης– κατά κάποιας από τις δύο δικονομικές οδούς ούτε, κατ’ επέκταση, κατά της αρχής της μη σωρεύσεως.

6.      Δικονομική αυτονομία και όρια στην ελευθερία του εθνικού δικαστή.

71.      Η οδηγία 2004/48 έχει περιορισμένο πεδίο εφαρμογής (28), το δε επίπεδο προστασίας της είναι, επαναλαμβάνω, το «ελάχιστο». Όπως έχω ήδη αναφέρει, μεταξύ των πτυχών που δεν διέπει η οδηγία αυτή περιλαμβάνεται το ένδικο βοήθημα ή είδος αγωγής για την αξίωση αποζημιώσεως λόγω προσβολής του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας που αποτελεί, ταυτοχρόνως, συμβατική αθέτηση (29).

72.      Ελλείψει δικονομικών κανόνων στην οδηγία 2004/48 ή προς εκτέλεση αυτών που περιέχει, εναπόκειται στον εθνικό νομοθέτη να θεσπίσει το δικονομικό πλαίσιο που θα εγγυάται την προστασία των προβλεπόμενων από αυτήν δικαιωμάτων. Οφείλει να το πράξει σεβόμενος τους κανόνες της ίδιας της οδηγίας και, εν πάση περιπτώσει, τις αρχές τις ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας (30).

1.      Ισοδυναμία

73.      Η απαίτηση περί ισοδυναμίας σημαίνει ότι η εθνική δικονομική νομοθεσία δεν μπορεί να αντιμετωπίζει τις βάσει του δικαίου της Ένωσης αξιώσεις λιγότερο ευνοϊκά από αυτές που στηρίζονται στο εθνικό δίκαιο. Η ανάλυση περιλαμβάνει δύο στάδια, το πρώτο αφορά το συγκρίσιμο κατά το εθνικό δίκαιο ένδικο βοήθημα και το δεύτερο την ίδια τη σύγκριση.

74.      Καίτοι εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να διαπιστώσει εάν στη Γαλλία υφίσταται η περιγραφόμενη κατάσταση (η λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση) όσον αφορά τα δικαιώματα του δημιουργού επί προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, από κανένα, εντούτοις, στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι πρόκειται περί τούτου. Αντιθέτως, φαίνεται να υφίσταται ένα και μοναδικό καθεστώς το οποίο εφαρμόζεται αδιακρίτως σε οποιαδήποτε προσβολή των εν λόγω δικαιωμάτων (και το οποίο περιλαμβάνει την απαγόρευση σωρεύσεως αγωγών, όπως έχει ήδη εκτεθεί). Δεν εγείρονται, συνεπώς, προβλήματα ισοδυναμίας, και, ως εκ τούτου, η διαμάχη περιορίζεται στο πλαίσιο της αρχής της αποτελεσματικότητας των προβλεπόμενων από το εθνικό δίκαιο δικονομικών μηχανισμών.

75.      Το αιτούν δικαστήριο αναφέρεται, ωστόσο, στη διαφορετική μεταχείριση της αγωγής για παραποίηση/απομίμηση προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή έναντι αυτών που αφορούν την προσβολή των δικαιωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημάτων. Φρονώ, ωστόσο, ότι δεν υφίστανται επαρκή στοιχεία συγκρίσεως μεταξύ της πρώτης και των δευτέρων.

76.      Πρώτον, η αγωγή για παραποίηση/απομίμηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημάτων αποσκοπεί στην προστασία των αποκλειστικών βάσει νόμου εξουσιών του δικαιούχου. Αντιθέτως, σε σχέση με τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή, ορισμένες πράξεις που, υπό το γενικό καθεστώς της διανοητικής ιδιοκτησίας, θα έχρηζαν άδειας του δικαιούχου, εξαιρούνται αυτής βάσει νόμου, κατά τρόπο ώστε ο δικαιούχος να μπορεί να ανακτήσει την αποκλειστικότητα μόνον εάν ούτως έχει συνομολογηθεί σε σύμβαση. Αναλόγως, συνεπώς, της εξεταζόμενης πράξεως, το σημείο εκκινήσεως μπορεί να είναι διαφορετικό από αυτό που ισχύει στην περίπτωση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και σημάτων.

77.      Δεύτερον, τόσο στη Γαλλία όσο και σε διεθνές επίπεδο, η συζήτηση σε σχέση με την προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικού υπολογιστή μέσω διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ή δικαιωμάτων του δημιουργού έχει επιλυθεί υπέρ των τελευταίων. Κατά το άρθρο L. 611-10, παράγραφος 2, στοιχείο c, του CPI, τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή δεν μπορούν να κατοχυρωθούν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

2.      Αποτελεσματικότητα

78.      Υπό το πρίσμα της αρχής της αποτελεσματικότητας, κρίσιμο εν προκειμένω είναι εάν η εφαρμοστέα στην προστασία των πληροφοριακών προγραμμάτων γαλλική νομοθεσία, στον βαθμό κατά τον οποίον στερεί από τον δικαιούχο προγράμματος τη δυνατότητα να ασκήσει αγωγή για παραποίηση/απομίμηση όταν (και διότι) η προσβολή των χορηγούμενων από το δίκαιο της Ένωσης δικαιωμάτων του δημιουργού στοιχειοθετεί, ταυτοχρόνως, συμβατική αθέτηση, καθιστά αδύνατη ή υπερβολικά δύσκολη την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών.

79.      Κατά την άποψή μου, η ύπαρξη και μόνον της αγωγής λόγω συμβατικής ευθύνης επιβεβαιώνει ότι δεν είναι αδύνατη η δικαστική προστασία του δικαιώματος του δημιουργού.

80.      Ουδόλως φρονώ ότι το γαλλικό καθεστώς στον τομέα αυτόν καθιστά υπερβολικά δύσκολη την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος, έως του σημείου να αποτρέπει το θιγόμενο πρόσωπο από το να κινήσει δικαστική διαδικασία. Ακόμη και αν ήταν αδιαμφισβήτητο, in abstracto, ότι ο θιγόμενος θα τελούσε σε καλύτερη κατάσταση διεκδικώντας την αξίωσή του μέσω αγωγής για παραποίηση/απομίμηση, η αρχή, εντούτοις, της αποτελεσματικότητας, ως όριο στη δικονομική αυτονομία του εθνικού νομοθέτη, δεν φθάνει έως του σημείου αυτού.

81.      Υπό το πρίσμα της αρχής αυτής, κρίσιμο δεν είναι ποια λύση θα προστάτευε περισσότερο το δικαίωμα του δικαιούχου του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, αλλά εάν η υφιστάμενη δυσχεραίνει υπερβολικά την προάσπιση του δικαιώματος αυτού.

82.      Όπως έχω ήδη αναφέρει, ουδείς λόγος υφίσταται ώστε να θεωρηθεί, κατ’ αρχήν, ότι, στη Γαλλία, τα διέποντα μια συμβατικής φύσεως αξίωση μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκαταστάσεως προκαλούν αυτού του είδους τις δυσκολίες, έως του σημείου να ματαιώνουν, στην πράξη, την προστασία των δικαιωμάτων των κατόχων δικαιωμάτων του δημιουργού επί λογισμικών.

83.      Εναπόκειται, ωστόσο, στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει, υπό το πρίσμα των κρίσιμων στοιχείων της αγωγής λόγω συμβατικής ευθύνης, εάν κάτι τέτοιο ισχύει.

V.      Πρόταση

84.      Βάσει των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο προδικαστικό ερώτημα του Cour d’Appel de Paris (εφετείου Παρισιού, Γαλλία) ως εξής:

«Τα άρθρα 4 και 5 της οδηγίας 2009/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, της οδηγίας 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι:

–      η τροποποίηση του πηγαίου κώδικα προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, κατά παράβαση συμβάσεως παραχωρήσεως άδειας εκμεταλλεύσεως, συνιστά προσβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που ανήκουν στον κάτοχο του δικαιώματος δημιουργού επί του προγράμματος, υπό την προϋπόθεση ότι η τροποποίηση αυτή δεν εξαιρείται από το καθεστώς προηγούμενης άδειας σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 της οδηγίας 2009/24·

–      η νομική βάση της αγωγής που ο κάτοχος των δικαιωμάτων του δημιουργού επί λογισμικού μπορεί να ασκήσει κατά του κατόχου άδειας εκμεταλλεύσεως λόγω προσβολής των αποκλειστικών εξουσιών του κατόχου των δικαιωμάτων είναι συμβατικής φύσεως όταν η ίδια η σύμβαση παραχωρήσεως άδειας εκμεταλλεύσεως επιφυλάσσει τις εξουσίες αυτές στον δικαιούχο του προγράμματος, σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/24·

–      εναπόκειται στον εθνικό νομοθέτη να καθορίσει, σεβόμενος τις διατάξεις της οδηγίας 2004/48 και τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας, τα αναγκαία δικονομικά μέσα για την προστασία των δικαιωμάτων του δημιουργού επί προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή κατά της παραποιήσεως/απομιμήσεώς του, όταν η παραποίηση/απομίμηση αυτή επάγεται ταυτοχρόνως προσβολή των εν λόγω δικαιωμάτων και συμβατική αθέτηση.»


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η ισπανική.


2      Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ 2004, L 157, σ. 45).


3      Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (ΕΕ 2009, L 111, σ. 16). Η οδηγία 2009/24 κωδικοποιεί το περιεχόμενο της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 1991, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (ΕΕ 1991, L 122, σ. 42), η οποία είχε προηγουμένως τροποποιηθεί.


4      Η οδηγία 2009/24 ενσωματώθηκε στον Code de la propriété intellectuelle (κώδικα διανοητικής ιδιοκτησίας, στο εξής: CPI).


5      Όπως τροποποιήθηκε με προσάρτημα της 1ης Απριλίου 2012.


6      Προηγουμένως, στις 22 Μαΐου 2015, είχε προβεί σε κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων στις εγκαταστάσεις άλλης εταιρίας, υπεργολάβου της Free Mobile.


7      Παραθέτει, συναφώς, δύο άρθρα του CPI: το L. 613-8, τρίτο εδάφιο, όσον αφορά τις άδειες εκμεταλλεύσεως διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, και το άρθρο L. 714-1 όσον αφορά τις άδειες εκμεταλλεύσεως σημάτων.


8      Το Δικαστήριο έχει ερμηνεύσει το άρθρο 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/250 υπό την έννοια ότι η οδηγία αυτή αφορά το πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή σε όλες τις μορφές εκφράσεώς του, συμπεριλαμβανομένου του πηγαίου κώδικα (απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Bezpečnostní softwarová asociace, C‑393/09, EU:C:2010:816, σκέψη 35).


9      Όσον αφορά τις εξαιρέσεις από τις εξαρτώμενες από προηγούμενη άδεια πράξεις του άρθρου 5 της οδηγίας 91/250 (ταυτόσημου με το άρθρο 5 της οδηγίας 2009/24), στο πλαίσιο συμβάσεως παραχωρήσεως άδειας εκμεταλλεύσεως, βλ. απόφαση της 2ας Μαΐου 2012, SAS Institute Inc. (C-406/10, EU:C:2012:259).


10      Υπόθεση Επιτροπή κατά Systran και Systran Luxembourg (C-103/11 P, στο εξής: απόφαση Systran, EU:C:2013:245).


11      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις εξωσυμβατικές ενοχές (Ρώμη ΙΙ) (ΕΕ 2007, L 199, σ. 40).


12      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2012, L 351, σ. 1).


13      Κυρίως σε σχέση με τη δικαιοδοσία, την παραγραφή των αντίστοιχων αξιώσεων, την απόδειξη ή την έκταση της αποκαταστάσεως.


14      Βλ. υποσημείωση 7 των παρουσών προτάσεων, σχετικά την παράθεση των αντίστοιχων γαλλικών νόμων στους οποίους παραπέμπει το αιτούν δικαστήριο.


15      Ως προς το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, στο άρθρο 43 της αποτυχημένης Συμβάσεως του Λουξεμβούργου της 15ης Δεκεμβρίου 1975, η οποία είχε κυρωθεί από τη Γαλλία [Loi 77-681, της 30ής Ιουνίου 1977, Journal Officiel (Επίσημη Εφημερίδα) της 1ης Ιουλίου 1977, σ. 3479]. Όσον αφορά το σήμα, πρόκειται για το αποτέλεσμα της μεταφοράς του άρθρου 8, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 2008, L 299, σ. 25). Η διάταξη επαναλαμβάνεται στο άρθρο 25, παράγραφος 2, της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 2015, L 336, σ. 1). Βλ., επίσης, άρθρο 25, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1).


16      Léger, P., «La nature de la responsabilité dans l’hypothèse de la violation du périmètre d’une licence de logiciel», Recueil Dalloz, 2018, σ. 1320, υπό την επικεφαλίδα I.A.


17      Βλ. άρθρο 4, παράγραφος 2, της οδηγίας 2009/24, καθώς και απόφαση της 12ης Οκτωβρίου 2016, Ranks και Vasiļevičs (C-166/15, EU:C:2016:762).


18      Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το Cour d’Appel de Paris (εφετείο Παρισιού), με την απόφασή του της 10ης Μαΐου 2016 (Paris, pôle 5, αριθ. 14/25055. https://www.doctrine.fr/d/CA/Paris/2016/R4668A71A97317DB905E0), έκρινε απαράδεκτη την αγωγή λόγω προσβολής των δικαιωμάτων του δημιουργού σε υπόθεση που αφορούσε διαφωνία των διαδίκων ως προς το εύρος άδειας εκμεταλλεύσεως και ως προς το εάν αυτή κάλυπτε προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ένα έτος νωρίτερα, το Cour d’Appel de Versailles (εφετείο Βερσαλλιών, Γαλλία) είχε κρίνει, με απόφαση της 1ης Σεπτεμβρίου 2015 (αριθ. 13/08074), ότι η αγωγή σχετικά με την εκμετάλλευση του προγράμματος προς όφελος τρίτων μη προσδιοριζόμενων κατά τη σύναψη της συμβάσεως ήταν «relatif aux droits patrimoniaux concédés et rélève tant de la responsabilité contractuelle que de l’atteinte portée au droit d’auteur». Υφίστανται, ωστόσο, διαφορετικές αναγνώσεις της αποφάσεως: βλ. Hadadd, S., και Casanova, A. (RLDI, 2015, αριθ. 121). Το Cour d’Appel de Paris (εφετείο Παρισιού) έκανε δεκτή, με απόφαση της 23ης Μαΐου 2007, Sté Tech – Airport c/Sté Arkad Informatique et autre, αριθ. 06/09541, RLDI 2007, αριθ. 28, obs. L. Costes et J.-B. Auroux, την αγωγή για παραποίηση/απομίμηση λόγω χρησιμοποιήσεως του λογισμικού πέραν των όρων της συμβάσεως.


19      Υπόθεση Systran και Systran Luxembourg κατά Επιτροπής (T-19/07, EU:T:2010:526).


20      Απόφαση Systran (σκέψη 62).


21      Βλ. σημείο 30 των παρουσών προτάσεων.


22      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) (ΕΕ 2008, L 177, σ. 6).


23      Με εξαίρεση το άρθρο της 7, η οδηγία 2009/24 δεν περιλαμβάνει δικονομικούς κανόνες.


24      Η γαλλική απόδοση του άρθρου 2 αναφέρεται στις προβλεπόμενες από την εθνική νομοθεσία ή τη νομοθεσία της Ένωσης προσβολές («à toute atteinte aux droits de propriété intellectuelle prévue»), ενώ η γερμανική, η ισπανική, η ιταλική και η πορτογαλική συνδέουν τη διάταξη με τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας· το ίδιο ισχύει για τη γαλλική απόδοση της αιτιολογικής σκέψεως 13. Το άρθρο 2 της προτάσεως οδηγίας COM(2003) 46 τελικό, κατά τη γαλλική απόδοσή του, είναι το ίδιο και δεν φαίνεται να υπήρξαν προτάσεις τροποποιήσεως ως προς το σημείο αυτό στην έκθεση του Κοινοβουλίου της 5ης Δεκεμβρίου 2003, A5-0468/2003. Η αγγλική απόδοση του άρθρου 2, παράγραφος 1, είναι ουδέτερη και δεν μπορεί να συναχθεί εάν ευθυγραμμίζονται ή όχι με τη γαλλική. Όταν υφίστανται αποκλίσεις μεταξύ των γλωσσικών αποδόσεων ορισμένης διατάξεως του δικαίου της Ένωσης, η διάταξη αυτή πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με την οικονομία και τον σκοπό της νομοθεσίας στην οποία εντάσσεται, όπερ οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας είναι αυτά που πρέπει να περιλαμβάνονται στην εθνική νομοθεσία ή τη νομοθεσία της Ένωσης.


25      Κατά την εκτίμηση της ανάγκης εναρμονίσεως στον τομέα αυτόν, η πρόταση της Επιτροπής επεσήμαινε ότι «πρέπει να ληφθούν υπόψη οι νομικές παραδόσεις και η συγκεκριμένη κατάσταση κάθε κράτους μέλους». Βλ. COM(2003) 46, σ. 17. Εξάλλου, τα κράτη μέλη δεσμεύονται από διεθνή νομοθετήματα σχετικά με τη διανοητική και τη βιομηχανική ιδιοκτησία υπό τη διαχείριση του Παγκόσμιου Οργανισμού Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ), καθώς και από τη Συμφωνία για τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (TRIPS), τα οποία περιλαμβάνουν διατάξεις για την προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Η οδηγία αναφέρει ρητώς ότι δεν θα πρέπει να θίγει τις διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών μελών που έχουν αναληφθεί δυνάμει των νομοθετημάτων αυτών (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 4 έως 6).


26      Το άρθρο L. 331 του CPI, υπό τις διάφορες επικεφαλίδες του, διέπει τις αστικές αξιώσεις και αγωγές σχετικά με τη λογοτεχνική και καλλιτεχνική ιδιοκτησία. Συγκεκριμένα, το άρθρο L. 331-1-4 αναφέρεται στις «διαταγές πληρωμής λόγω παραποιήσεως/απομιμήσεως».


27      Ως αντιστάθμισμα, ο ενάγων οφείλει να αποδείξει, από απόψεως δικαιωμάτων του δημιουργού και όχι από συμβατικής απόψεως, την πρωτοτυπία του προγράμματος που δικαιολογεί την προστασία του. Άλλα κρίσιμα στοιχεία, όπως οι αποσβεστικές προθεσμίες, είναι ίδια ανεξαρτήτως του είδους της αγωγής.


28      Απόφαση της 10ης Απριλίου 2014, ACI Adam κ.λπ. (C-435/12, EU:C:2014:254, σκέψη 61).


29      Ουδόλως θίγει άλλες πτυχές που ενδέχεται να ποικίλουν αναλόγως του είδους αγωγής, όπως είναι η φύση του δικαστηρίου (κοινού ή ειδικού) που πρόκειται να επιληφθεί τυχόν διαφορών ή οι προθεσμίες για την άσκηση της αγωγής. Ακόμη και σε σχέση με τις πτυχές τις οποίες ρυθμίζει, και οι οποίες έχουν ορθώς μεταφερθεί στις εθνικές έννομες τάξεις, ο βαθμός ακρίβειας της οδηγίας 2004/48 δεν είναι πάντοτε ίδιος, καθόσον υπάρχουν ταυτοχρόνως σαφείς διατάξεις και διατάξεις επιδεχόμενες ερμηνεία.


30      Βλ. απόφαση της 21ης Ιουνίου 2017, W κ.λπ. (C-621/15, EU:C:2017:484, σκέψη 25).