Language of document :

Προσφυγή της 9ης Νοεμβρίου 2023 – Federcasse κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-1070/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Federazione Italiana delle Banche di Credito Cooperativo e Casse Rurali (Federcasse) (Ρώμη, Ιταλία) και 12 λοιποί προσφεύγοντες (εκπρόσωποι: A. Pera και F. Salerno, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 8ης Μαρτίου 2023 (σε απάντηση της επίσημης αιτήσεως που υπέβαλε ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών της Ιταλίας, Giancarlo Giorgetti, στις 15 Δεκεμβρίου 2022) περί αρνήσεως χορηγήσεως της αναγκαίας έγκρισης για τη μείωση του επιπέδου-στόχου της χρηματοδοτικής κατανομής κατ' αναλογία προς το ποσό των καλυπτόμενων καταθέσεων των τραπεζών-μελών του Fondo di Garanzia dei Depositanti del Credito Cooperativo, η οποία υπογράφηκε από τον Επίτροπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις Χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες [,τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την ένωση κεφαλαιαγορών], Mairead McGuinness, (αριθ. Ares(2023)1696845 – 08/03/2023).

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της παρούσας διαδικασίας.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής τους, οι προσφεύγοντες προβάλλουν τέσσερις λόγους.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση ουσιώδους τύπου.

Η απόφαση αποτελείται από ένα έγγραφο και ένα παράρτημα. Ωστόσο, το εν λόγω παράρτημα δεν φέρει ημερομηνία ή υπογραφή και δεν περιέχει άλλες ενδείξεις για την προέλευσή του. Ως εκ τούτου, η απόφαση, καθόσον περιλαμβάνει ένα μη επικυρωμένο έγγραφο, του οποίου η προέλευση και η ημερομηνία είναι άγνωστες, ενέχει παράβαση ουσιώδους τύπου κατά την έννοια του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, γεγονός το οποίο συνιστά λόγο ακυρώσεως.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται έλλειψη αιτιολογίας.

Η απόφαση περιέχει σοβαρές αντιφάσεις και παραλείψεις, καθόσον i) η αιτιολογία της είναι εν μέρει περιορισμένη και εν μέρει περιέχεται σε ένα εξωτερικό ως προς αυτή, μη επικυρωμένο, έγγραφο, ii) δεν εκθέτει τους λόγους για τους οποίους το ιταλικό τραπεζικό σύστημα πρέπει να θεωρηθεί ως ενιαίο σύνολο, (iii) δεν εκθέτει τους λόγους για τους οποίους δεν πληρούται το κριιτήριο του άρθρου 10, παράγραφος 6, στοιχείο β', της οδηγίας 2014/49/ΕΕ 1 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων (στο εξής: οδηγία), όσον αφορά το Ταμείο, και (iv) δεν εκθέτει τους λόγους για τους οποίους η συνδρομή του κριτηρίου του άρθρου 10, παράγραφος 6, στοιχείο α', της οδηγίας εξετάζεται σε σχέση με το ιταλικό τραπεζικό σύστημα στο σύνολό του. Επιπλέον, η απόφαση βασίζεται σε μεθοδολογία που δεν είναι δημόσια. Κατά συνέπεια, οι προσφεύγοντες δεν είναι σε θέση να παρακολουθήσουν το σκεπτικό της αποφάσεως.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως και παράβαση της συναφούς υποχρέωσης προσεκτικής και αμερόληπτης εξέτασης όλων των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων.

Στην απόφαση δεν εξετάστηκε κανένα από τα στοιχεία που υπέβαλαν οι ιταλικές αρχές με την αίτηση και η ανάλυση αφορούσε το ιταλικό τραπεζικό σύστημα συνολικά.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται πλάνη περί το δίκαιο όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 10, παράγραφος 6, της οδηγίας.

Η ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 10, παράγραφος 6, στοιχείο β', σε συνδυασμό με τις λοιπές διατάξεις της οδηγίας, στηρίζεται σε μια ανάλυση σε επίπεδο συγκεκριμένης αγοράς/τομέα στον οποίο ανήκουν τα πιστωτικά ιδρύματα. Στην Ιταλία, όλες οι τράπεζες-μέλη του Ταμείου ανήκουν συγχρόνως σε ένα σαφώς διακριτό τομέα που διαθέτει μηχανισμούς κάλυψης των κινδύνων οι οποίοι τις διαχωρίζουν πλήρως από γεγονότα που θα μπορούσαν να επηρεάσουν άλλες τράπεζες. Επομένως, η Επιτροπή ερμήνευσε εσφαλμένα την εν λόγω διάταξη, δεδομένου ότι δεν έλαβε υπόψη της την ανάλυση αγοράς/τομέα, αγνόησε το γεγονός ότι βούληση του Ιταλού νομοθέτη ήταν να δημιουργήσει ένα διακριτό τομέα για τις συνεταιριστικές πιστωτικές τράπεζες και αξιολόγησε, χωρίς κανένα γραμματικό ή συστηματικό έρεισμα, σε επίπεδο κράτους μέλους την ύπαρξη των προϋποθέσεων που προβλέπονται από το άρθρο 10, παράγραφος 6, της οδηγίας.

____________

1     ΕΕ 2014, L 173, σ. 149.