Language of document : ECLI:EU:T:2015:446

Υπόθεση T‑489/13

(δημοσίευση αποσπασμάτων)

La Rioja Alta, SA

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς
(εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα — Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας — Κοινοτικό λεκτικό σήμα VIÑA ALBERDI — Προγενέστερο εθνικό εικονιστικό σήμα VILLA ALBERTI — Σχετικός λόγος απαραδέκτου — Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (EΚ) 207/2009 — Έλλειψη συνυπάρξεως σημάτων — Κίνδυνος συγχύσεως»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα)
της 30ής Ιουνίου 2015

Κοινοτικό σήμα — Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος — Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου — Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες — Κίνδυνος συγχύσεως με το προγενέστερο σήμα — Συνύπαρξη προγενέστερων σημάτων στην αγορά — Συνέπειες

(Κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 1, στοιχείο β΄)

Κίνδυνος συγχύσεως υφίσταται όταν το κοινό ενδέχεται να σχηματίσει την πεποίθηση ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες προέρχονται από την ίδια επιχείρηση ή από οικονομικώς συνδεόμενες μεταξύ τους επιχειρήσεις. Η σχετική εκτίμηση πρέπει να είναι σφαιρική, με βάση τον τρόπο που το κοινό προσλαμβάνει τόσο τα σημεία όσο και τα προϊόντα, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της αλληλεξαρτήσεως μεταξύ της ομοιότητας των σημείων και της ομοιότητας των προϊόντων. Επιπλέον, βάσει όλων των κρίσιμων παραγόντων μπορεί ενδεχομένως να ληφθεί υπόψη η συνύπαρξη των δύο σημάτων στην αγορά, καθόσον γίνεται δεκτό ότι το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο συγχύσεως μεταξύ των εν λόγω σημάτων στην αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού

Μολονότι στον δικαιούχο του επίμαχου σήματος απόκειται, ασφαλώς, να αποδείξει, στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), ότι η εν λόγω συνύπαρξη βασίζεται στην έλλειψη κινδύνου συγχύσεως, στην αντίληψη του ενδιαφερόμενου κοινού, μεταξύ του σήματος που αυτός επικαλείται και του προγενέστερου σήματος στο οποίο βασίζεται η αίτηση κηρύξεως της ακυρότητας, έχει τη δυνατότητα να προβεί στην εν λόγω απόδειξη επικαλούμενος σχετικώς δέσμη ενδείξεων. Είναι ιδιαιτέρως κρίσιμα, συναφώς, τα στοιχεία που πιστοποιούν ότι το ενδιαφερόμενο κοινό γνωρίζει καθένα από τα επίμαχα σήματα πριν την ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος. Επιπλέον, στον βαθμό που από τη νομολογία προκύπτει ότι η διάρκεια της συνυπάρξεως δύο σημάτων πρέπει να είναι αρκούντως μεγάλη ώστε να μπορεί να ασκήσει επιρροή στην αντίληψη του ενδιαφερόμενου καταναλωτή, η διάρκεια της συνυπάρξεως συνιστά επίσης ουσιώδες στοιχείο.

Επιπλέον, κάθε επιχείρημα περί συνυπάρξεως συνεπάγεται προηγουμένως την απόδειξη, αφενός, της ταυτότητας των προγενέστερων σημάτων με τα αντιπαρατιθέμενα σήματα και, αφετέρου, της ουσιαστικής χρήσεως του σήματος το οποίο επικαλείται η προσφεύγουσα στο οικείο έδαφος. Επιπλέον, στον βαθμό που μόνο ενδεχόμενη αρμονική συνύπαρξη μεταξύ των επίμαχων σημάτων μπορεί να ληφθεί υπόψη, η ύπαρξη ένδικης διαφοράς μεταξύ των δικαιούχων προγενέστερων σημάτων αποκλείει την αποδοχή της συνυπάρξεως.

(βλ. σκέψεις 68, 70, 80-82)