Language of document : ECLI:EU:T:2007:350

Υπόθεση T-149/06

Castellani SpA

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρήσεως του εικονιστικού κοινοτικού σήματος CASTELLANI – Προγενέστερα λεκτικά εθνικά σήματα CASTELLUM και CASTELLUCA – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Κίνδυνος συγχύσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94»

Περίληψη της αποφάσεως

Κοινοτικό σήμα – Ορισμός και κτήση του κοινοτικού σήματος – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Ανακοπή από τον δικαιούχο προγενέστερου πανομοιότυπου ή παρόμοιου σήματος που έχει καταχωρισθεί για πανομοιότυπα ή παρόμοια προϊόντα ή υπηρεσίες

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρο 8 § 1, στοιχείο β΄)

Για τον μέσο Γερμανό καταναλωτή δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, μεταξύ του εικονιστικού σημείου που περιέχει το λεκτικό στοιχείο «castellani», του οποίου η καταχώριση ως κοινοτικού σήματος ζητείται για τα «οινοπνευματώδη ποτά εξαιρουμένου του ζύθου, των λικέρ, των αφρωδών οίνων και της σαμπάνιας» που εμπίπτουν στην κλάση 33 κατά τον Διακανονισμό της Νίκαιας, και του λεκτικού σήματος CASTELLUCA, που καταχωρήθηκε προηγουμένως στη Γερμανία για τους «οίνους», που εμπίπτουν στην κλάση 33.

Πράγματι, είναι μεν αληθές ότι το κυρίαρχο στοιχείο του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση είναι το λεκτικό του στοιχείο, ήτοι ο όρος «castellani», ότι τα λεκτικά στοιχεία «castellani» και «castelluca» εμφανίζουν κάποια οπτική ομοιότητα, εφόσον έχουν το ίδιο μήκος, τα πρώτα επτά γράμματά τους είναι πανομοιότυπα και τοποθετημένα με την ίδια σειρά («c‑a‑s‑t‑e‑l‑l») και η προσοχή του καταναλωτή ελκύεται συχνά από το αρχικό μέρος των λέξεων, όμως η χρήση του όρου «château» είναι πολύ συνηθισμένη για τα οικεία προϊόντα και, για να μπορεί να αναγνωριστεί ορθώς ένα κρασί του οποίου η ονομασία αρχίζει με μια από αυτές τις λέξεις, το επίθημα που συνδέεται με αυτό πρέπει να εξετάζεται προσεκτικά από τους καταναλωτές. Εν προκειμένω, τα τελικά γράμματα των αντιτιθεμένων σημείων, ήτοι «a», «n» και «i» για το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση και «u», «c» και «a» για το προγενέστερο σήμα, διαφέρουν. Επομένως, στο πλαίσιο της συνολικής οπτικής εκτιμήσεως των σημείων, η διαπιστωθείσα διαφορά μεταξύ των λεκτικών στοιχείων «castellani» και «castelluca» είναι επαρκής για να αποκλειστεί οπτική ομοιότητα των συγκρουομένων σημείων.

Ως προς την φωνητική σύγκριση, οι διαφορές μεταξύ των σημείων, οφειλόμενες στη διαφορά των επιθημάτων, αρκούν για να διακρίνονται φωνητικώς στη γερμανική γλώσσα, παρά την ταυτότητα των προθεμάτων.

Ως προς την εννοιολογική σύγκριση πρέπει να υπομνηστεί, πρώτον, ότι η χρήση του όρου «château» είναι συνήθης στον τομέα των οίνων και ότι ο Γερμανός καταναλωτής είναι συνηθισμένος να βλέπει μεγάλο αριθμό σημάτων οίνου των οποίων το όνομα αρχίζει με τη λέξη «Schloss», «castello», «château», «castel» ή «castle» οσάκις αγοράζει κρασί σε εξειδικευμένο κατάστημα, σε σούπερ μάρκετ, υπεραγορά τροφίμων ή οσάκις επιλέγει κρασί που περιλαμβάνεται στον οινοκατάλογο στο εστιατόριο. Θα δώσει, επομένως, λιγότερη σημασία στο πρόθεμα και θα εξετάσει προσεκτικά το επίθημα του σήματος που περιλαμβάνεται στην ετικέτα της φιάλης. Δεύτερον, το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώρηση περιλαμβάνει οικογενειακό όνομα ιταλικής προσελεύσεως, το οποίο θα αναγνωριστεί ως τοιούτο από το ενδιαφερόμενο κοινό.

Έτσι, στο πλαίσιο μιας σφαιρικής αξιολογήσεως των οικείων σημάτων, οι οπτικές, φωνητικές και εννοιολογικές διαφορές των συγκρουομένων σημείων αρκούν για να εμποδίσουν το ενδεχόμενο, παρά το ότι τα σχετικά προϊόντα είναι πανομοιότυπα, οι ομοιότητες των συγκρουομένων σημείων να δημιουργήσουν κίνδυνο συγχύσεως για τον μέσο Γερμανό καταναλωτή.

(βλ. σκέψεις 53-60)