Language of document : ECLI:EU:F:2014:264


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(δεύτερο τμήμα)

της 11ης Δεκεμβρίου 2014

Υπόθεση F‑31/14

Philippe Colart κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Υπαλληλική υπόθεση – Εκπροσώπηση του προσωπικού – Επιτροπή προσωπικού – Εκλογές για την ανάδειξη της επιτροπής προσωπικού – Νομοθεσία σχετικά με την εκπροσώπηση του προσωπικού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου – Αρμοδιότητα της εφορευτικής επιτροπής – Διαδικασία ενστάσεως ενώπιον της εφορευτικής επιτροπής – Δημοσίευση των αποτελεσμάτων των εκλογών – Ένσταση ασκηθείσα ενώπιον της εφορευτικής επιτροπής – Άρθρο 90, παράγραφος 2, ΚΥΚ – Έλλειψη προηγούμενης διοικητικής ενστάσεως ενώπιον της ΑΔΑ – Απευθείας προσφυγή στο Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης – Απαράδεκτο»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο Ph. Colart και οι λοιποί προσφεύγοντες τα ονόματα των οποίων παρατίθενται στο παράρτημα ζητούν την ακύρωση των αποτελεσμάτων των εκλογών για την ανάδειξη της επιτροπής προσωπικού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως αυτά δημοσιεύθηκαν και ανακοινώθηκαν από την εφορευτική επιτροπή στις 28 Νοεμβρίου 2013 και επικυρώθηκαν από την εφορευτική επιτροπή μετά την απόρριψη της ενστάσεώς τους.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Ο Ph. Colart και οι λοιποί προσφεύγοντες των οποίων τα ονόματα παρατίθενται στο παράρτημα φέρουν το ήμισυ των δικαστικών εξόδων τους. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φέρει τα δικαστικά έξοδά του και καταδικάζεται στο ήμισυ των δικαστικών εξόδων των προσφευγόντων.

Περίληψη

1.      Υπαλληλικές προσφυγές – Επιτροπή προσωπικού – Εκλογές – Αρμοδιότητα του δικαστή της Ένωσης – Όρια

(Άρθρο 270 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

2.      Υπάλληλοι – Εκπροσώπηση – Επιτροπή προσωπικού – Εκλογές – Νομότυπη διεξαγωγή – Υποχρέωση των θεσμικών οργάνων να εξασφαλίσουν τη νομότυπη διεξαγωγή της εκλογικής διαδικασίας – Έκταση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 9 § 2, 90 και 91)

3.      Υπαλληλικές προσφυγές – Βλαπτική πράξη – Έννοια – Απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής για την εξασφάλιση της νομότυπης διεξαγωγής των εκλογών και εν συνεχεία της νομότυπης συνθέσεως των οργάνων εκπροσωπήσεως του προσωπικού του θεσμικού οργάνου – Εμπίπτει – Προϋποθέσεις

(Άρθρο 270 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

4.      Υπαλληλικές προσφυγές – Επιτροπή προσωπικού – Εκλογές – Απόφαση της εφορευτικής επιτροπής – Προσφυγή κατά του οικείου θεσμικού οργάνου χωρίς να έχει προηγηθεί η κατά τον ΚΥΚ διοικητική διαδικασία – Απαράδεκτο

(Άρθρο 270 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90 § 2 και παράρτημα II, άρθρο 1, εδ. 2)

5.      Ένδικη διαδικασία – Δικαστικά έξοδα – Επιβάρυνση με τα δικαστικά έξοδα – Συνεκτίμηση λόγων επιείκειας – Μερική καταδίκη του νικήσαντος διαδίκου στα δικαστικά έξοδα

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρα 101 και 102 § 2)

1.      Προκειμένου περί εκλογικών διαφορών σχετικών, μεταξύ άλλων, με την εκλογή των επιτροπών προσωπικού, ο δικαστής της Ένωσης έχει αρμοδιότητα να αποφαίνεται, βάσει των γενικών διατάξεων του ΚΥΚ περί των προσφυγών των υπαλλήλων που έχουν θεσπισθεί δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ. Ο δικαστικός αυτός έλεγχος ασκείται στο πλαίσιο προσφυγών που στρέφονται κατά του οικείου θεσμικού οργάνου και βάλλουν κατά πράξεων ή παραλείψεων της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής στο πλαίσιο του διοικητικού ελέγχου που η ίδια ασκεί συναφώς.

Πάντως, ο δικαστής της Ένωσης είναι αρμόδιος μόνο για βλαπτικές πράξεις που έχουν εκδοθεί από την εν λόγω αρχή. Ειδικότερα, στο πλαίσιο διαφορών που αφορούν την εκλογή των επιτροπών προσωπικού, οι πράξεις που εκδίδονται από όργανο, καταστατικό ή μη, στο οποίο δεν έχουν εκχωρηθεί εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, όπως επιτροπή προσωπικού, επιτροπή εκλογών ή εφορευτική επιτροπή, δεν αποτελούν, κατ’ αρχήν, πράξεις εκδοθείσες κατά κυριολεξία από την ως άνω αρχή και δεκτικές, ως εκ τούτου, προσβολής με αυτοτελή προσφυγή ενώπιον του δικαστή της Ένωσης.

Ειδικότερα, μόνον παρεμπιπτόντως, στο πλαίσιο του δικαστικού ελέγχου των πράξεων ή παραλείψεων της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής σε σχέση με την υποχρέωσή της εξασφαλίσεως της νομότυπης διεξαγωγής των εκλογών, δύναται ο δικαστής της Ένωσης, λαμβανομένων υπόψη της αλληλουχίας των πράξεων που συναποτελούν τις εκλογές και της σύνθετης διαδικασίας στην οποία οι πράξεις αυτές εντάσσονται, να εξετάσει αν οι εκδοθείσες από εφορευτική επιτροπή πράξεις, οι οποίες συνδέονται στενά με την προσβαλλόμενη απόφαση της εν λόγω αρχής, είναι ενδεχομένως παράνομες. Ένας τέτοιος δικαστικός έλεγχος προϋποθέτει όμως την ύπαρξη αποφάσεως της ως άνω αρχής.

(βλ. σκέψεις 41, 46 και 47)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: αποφάσεις de Dapper κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου, 54/75, EU:C:1976:127, σκέψεις 8 και 24· Venus και Obert κατά Επιτροπής και Συμβουλίου, 783/79 και 786/79, EU:C:1981:245, σκέψη 22, και Diezler κ.λπ. κατά ΕΟΚΕ, 146/85 και 431/85, EU:C:1987:457, σκέψη 5

ΓΔΕΕ: αποφάσεις Grynberg και Hall κατά Επιτροπής, T‑534/93, EU:T:1994:86, σκέψη 20· Marx Esser και del Amo Martinez κατά Κοινοβουλίου, T‑182/94, EU:T:1996:130, σκέψη 37, και Chew κατά Επιτροπής, T‑28/96, EU:T:1997:97, σκέψη 20

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Milella και Campanella κατά Επιτροπής, F‑71/05, EU:F:2007:184, σκέψεις 42 και 43

2.      Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης οφείλουν να εξασφαλίζουν στους υπαλλήλους τους τη δυνατότητα εκλογής των εκπροσώπων τους εν πλήρει ελευθερία και με σεβασμό των κείμενων κανόνων. Συνεπώς, τα θεσμικά όργανα έχουν καθήκον να προλαμβάνουν ή να αποτρέπουν πρόδηλες παρατυπίες εκ μέρους των επιφορτισμένων με τη διεξαγωγή των εκλογών οργάνων, όπως μιας επιτροπής προσωπικού ή μιας εφορευτικής επιτροπής.

Συναφώς, η Διοίκηση, αφενός, ενδέχεται να κληθεί να λάβει αποφάσεις δεσμευτικού χαρακτήρα και, αφετέρου, είναι εν πάση περιπτώσει υποχρεωμένη να αποφαίνεται επί συναφών ενστάσεων που ενδέχεται να υποβληθούν σε αυτήν στο πλαίσιο της διαδικασίας που ορίζεται στα άρθρα 90 και 91 του ΚΥΚ.

Ο ασκούμενος από τη Διοίκηση έλεγχος στο πεδίο των εκλογών δεν περιορίζεται στο καθήκον παρεμβάσεως επί καταστάσεων στο πλαίσιο των οποίων τα υπεύθυνα για τη διεξαγωγή των εκλογών καταστατικά ή διοικητικά όργανα έχουν ήδη παραβεί τους εκλογικούς κανόνες ή απειλούν συγκεκριμένα να μην τους τηρήσουν. Τα θεσμικά όργανα έχουν, αντιθέτως, το δικαίωμα να παρεμβαίνουν αυτεπαγγέλτως, ακόμη και προληπτικώς, στην περίπτωση κατά την οποία τρέφουν αμφιβολίες ως προς το νομότυπο των εκλογών.

(βλ. σκέψεις 42 έως 44)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση de Dapper κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου, EU:C:1976:127, σκέψεις 22 και 23

ΓΔΕΕ: απόφαση Maindiaux κ.λπ. κατά ΕΟΚΕ, T‑28/89, EU:T:1990:18, σκέψεις 32 και 71

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Milella και Campanella κατά Επιτροπής, EU:F:2007:184, σκέψη 71

3.      Οι πράξεις που εκδίδονται στο πλαίσιο της υποχρεώσεως κάθε θεσμικού οργάνου της Ένωσης να εξασφαλίζει τη νομότυπη διεξαγωγή των εκλογών για την ανάδειξη των οργάνων εκπροσωπήσεως του προσωπικού και, εν συνεχεία, τη νομότυπη σύνθεση των εν λόγω οργάνων συνιστούν αποφάσεις του εκάστοτε θεσμικού οργάνου των οποίων η ύπαρξη παρέχει στους υπαλλήλους και στο λοιπό προσωπικό τη δυνατότητα να υποβάλουν απευθείας διοικητική ένσταση ενώπιον της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής, χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να τηρήσουν την προβλεπόμενη από το άρθρο 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ διαδικασία και να πρέπει να καλέσουν προηγουμένως την εν λόγω αρχή να λάβει απόφαση περί των ιδίων.

Ο δικαστής της Ένωσης αναγνωρίζει επίσης τη δυνατότητα απευθείας υποβολής διοικητικής ενστάσεως δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή δεν έχει ακόμη λάβει απόφαση, σιωπηρή ή ρητή, περί μη ελέγχου του νομοτύπου αποφάσεως υπεύθυνου για τη διεξαγωγή των εκλογών οργάνου, εφόσον, με την εν λόγω ένσταση, ο ενδιαφερόμενος προσδιορίζει τα μέτρα που επιβάλλει ο ΚΥΚ και των οποίων τη λήψη φέρεται να παρέλειψε η ως άνω αρχή.

Δεδομένου τούτου, προκειμένου περί ενδίκων διαφορών σχετικών με την εκλογή των επιτροπών προσωπικού των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, η προηγούμενη υποβολή διοικητικής ενστάσεως δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ αποτελεί εν πάση περιπτώσει προϋπόθεση για την άσκηση οιασδήποτε προσφυγής δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ και του άρθρου 91 του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 49 έως 51)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: αποφάσεις de Dapper κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου, EU:C:1976:127, σκέψη 23, και Diezler κ.λπ. κατά ΕΟΚΕ, EU:C:1987:457, σκέψη 7

ΓΔΕΕ: απόφαση White κατά Επιτροπής, T‑65/91, EU:T:1994:3, σκέψεις 91 και 92

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Milella και Campanella κατά Επιτροπής, EU:F:2007:184, σκέψη 54, και διάταξη Klar και Fernandez Fernandez κατά Επιτροπής, F‑114/13, EU:F:2014:192, σκέψεις 58 και 59, κατά της οποίας εκκρεμεί αίτηση αναιρέσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπόθεση T‑665/14 P

4.      Προσφυγή η οποία στρέφεται κατά θεσμικού οργάνου της Ένωσης αλλά αφορά τη νομιμότητα των αποτελεσμάτων των εκλογών για την ανάδειξη της επιτροπής προσωπικού που ανακοινώθηκαν επισήμως από την εφορευτική επιτροπή και όχι απόφαση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής είναι απαράδεκτη.

Ειδικότερα, σε περίπτωση που η εφορευτική επιτροπή απορρίψει τη διοικητική ένσταση του προσφεύγοντος βάσει των δικών της κανόνων, ο προσφεύγων δύναται να προσφύγει στην εν λόγω αρχή προκειμένου αυτή να λάβει απόφαση περί του νομοτύπου ή μη των εκλογών, ή ακόμη και προκειμένου αυτή να ακυρώσει τα αποτελέσματα των εν λόγω εκλογών και, σε περίπτωση σιωπηρής ή ρητής αρνήσεώς της, να υποβάλει διοικητική ένσταση κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ. Ο προσφεύγων δύναται επίσης να υποβάλει απευθείας διοικητική ένσταση, κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ, ενώπιον της ως άνω αρχής.

Συναφώς, η υποχρέωση υποβολής, ομοίως στο πεδίο των εκλογικών διαφορών, διοικητικής ενστάσεως προ της ασκήσεως προσφυγής βάσει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ κατά πράξεως ή παραλείψεως της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής στο πλαίσιο της υποχρεώσεώς της ελέγχου του νομοτύπου των εκλογών για την ανάδειξη της επιτροπής προσωπικού δεν δύναται να υποσκελίζεται εκ του λόγου ότι όργανο, εν προκειμένω η εφορευτική επιτροπή, είναι αρμόδιο, δυνάμει κανονιστικής ρυθμίσεως εγκριθείσας από την επιτροπή προσωπικού και από το ίδιο το προσωπικό του θεσμικού οργάνου, να αποφαίνεται επί αμφισβητήσεων σχετικών με τη διεξαγωγή και τα αποτελέσματα των εκλογών.

Ειδικότερα, αφενός, η γενική συνέλευση των υπαλλήλων και τα καταστατικά όργανα, όπως η επιτροπή προσωπικού, δεν έχουν την ευχέρεια, στο πλαίσιο των προϋποθέσεων για την εκλογή στην επιτροπή προσωπικού τις οποίες καλούνται να καθορίσουν, να παρεκκλίνουν από ρητό κανόνα του ΚΥΚ, εν προκειμένω από τη διάταξη του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ.

Αφετέρου, απόφαση που εκδίδεται από την εφορευτική επιτροπή είναι απλώς μια απόφαση επικυρώσεως ή, ενδεχομένως, ακυρώσεως των εκλογικών αποτελεσμάτων. Στην περίπτωση αυτή, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης δεν είναι αρμόδιο να αποφανθεί απευθείας, ελλείψει οιασδήποτε αποφάσεως της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής του καθού θεσμικού οργάνου, επί της νομιμότητας αποφάσεως της εφορευτικής επιτροπής.

Αντιθέτως, απόφαση με την οποία η ως άνω αρχή αποφαίνεται επί σχετικής με εκλογές διοικητικής ενστάσεως υποβληθείσας δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, του ΚΥΚ είναι απόφαση με την οποία η εν λόγω αρχή, βάσει των αποτελεσμάτων των εκλογών και δεδομένου του καθήκοντός της να εξασφαλίζει στους υπαλλήλους και στο λοιπό προσωπικό τη δυνατότητα εκλογής των εκπροσώπων τους εν πλήρει ελευθερία και με σεβασμό των κείμενων κανόνων, επιλέγει να παρέμβει ή να απόσχει από παρέμβαση στην εκλογική διαδικασία. Στο πλαίσιο ακριβώς μιας τέτοιας καταστάσεως στο πεδίο των εκλογών, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης είναι αρμόδιο να ελέγξει τη νομιμότητα αποφάσεως της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής προκειμένου, μεταξύ άλλων, να κρίνει κατά πόσον η ως άνω αρχή παρέλειψε να λάβει μέτρο που επιβάλλεται από τον ΚΥΚ κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του ΚΥΚ.

(βλ. σκέψεις 54, 57 και 60 έως 63)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση de Dapper κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου, EU:C:1976:127, σκέψεις 28 και 29

ΓΔΕΕ: αποφάσεις Maindiaux κ.λπ. κατά ΕΟΚΕ, EU:T:1990:18, σκέψη 45· Grynberg και Hall κατά Επιτροπής, EU:T:1994:86, σκέψη 23· Schneider κατά Επιτροπής, T‑54/92, EU:T:1994:283, σκέψη 19, και Marx Esser και del Amo Martinez κατά Κοινοβουλίου, EU:T:1996:130, σκέψεις 17 έως 22 και 33

ΔΔΔΕΕ: απόφαση Λουκάκης κ.λπ. κατά Κοινοβουλίου, F‑82/11, EU:F:2013:139, σκέψεις 25, 29 και 46

5.      Είναι εφαρμοστέες οι διατάξεις του άρθρου 102, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, σχετικά με τη δυνατότητα να υποχρεωθεί ο νικήσας διάδικος να φέρει τα δικαστικά έξοδά του και τα δικαστικά έξοδα του αντιδίκου, στην περίπτωση που το γράμμα των επίδικων εσωτερικών διατάξεων μπορεί να δημιουργήσει την εντύπωση ότι είναι δυνατόν να ασκηθεί παραδεκτώς απευθείας προσφυγή ενώπιον του δικαστή της Ένωσης και το οικείο θεσμικό όργανο αναγνωρίζει την ύπαρξη της αμφισημίας, αλλά αποφασίζει να μην παρέμβει για την τροποποίηση των διατάξεων αυτών.

(βλ. σκέψεις 67 και 68)