Language of document : ECLI:EU:T:2013:514

Υπόθεση T‑556/11

European Dynamics Luxembourg SA κ.λπ.

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο Πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς
(εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Προσφυγή ακυρώσεως και αγωγή αποζημιώσεως — Δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών — Ένσταση απαραδέκτου — Αίτημα ακυρώσεως — Άρθρο 263, πρώτο και πέμπτο εδάφιο, ΣΛΕΕ — Άρθρο 122 του κανονισμού (EK) 207/2009 — Δεν υφίσταται πρόωρος χαρακτήρας της προσφυγής — Παθητική νομιμοποίηση — Αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου — Αγωγή αποζημιώσεως — Άρθρο 44, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου — Παραδεκτό»

Περίληψη — Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα)
της 12ης Σεπτεμβρίου 2013

1.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αρχές — Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας — Δυνατότητα εφαρμογής στις πράξεις τις οποίες εκδίδουν οι οργανισμοί που έχουν δημιουργηθεί βάσει του παράγωγου δικαίου και παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων — Πράξεις του προέδρου του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς

(Άρθρο 263, εδ. 1, ΣΛΕΕ)

2.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αρχές — Δικαίωμα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας — Δυνατότητα εφαρμογής στις πράξεις τις οποίες εκδίδουν οι οργανισμοί που έχουν δημιουργηθεί βάσει του παράγωγου δικαίου και παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων — Πράξεις του προέδρου του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς — Πεδίο εφαρμογής του άρθρου 122 του κανονισμού 207/2009

(Άρθρο 19 § 1 ΣΕΕ· άρθρο 263, εδ. 1 και 4, ΣΛΕΕ· κανονισμός 207/2009 του Συμβουλίου, άρθρο 122)

3.      Ένδικη διαδικασία — Εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο — Τυπικά στοιχεία — Προσδιορισμός του αντικειμένου της διαφοράς — Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών — Αγωγή για την αποκατάσταση της ζημίας που προβάλλεται ότι προκλήθηκε από όργανο της Ένωσης

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρα 21, εδ. 1, και 53, εδ. 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 44 § 1, στοιχείο γ΄)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 50-52)

2.      Το άρθρο 122, παράγραφος 1, του κανονισμού 207/2009 για το κοινοτικό σήμα ορίζει ότι «[η] Επιτροπή ελέγχει τη νομιμότητα των πράξεων του προέδρου του Γ[ΕΕΑ] για τις οποίες το κοινοτικό δίκαιο δεν προβλέπει έλεγχο νομιμότητας από άλλο όργανο […]». Επομένως, το πεδίο εφαρμογής της διατάξεως αυτής εξαρτάται ρητώς από την ανυπαρξία ελέγχου της νομιμότητας των πράξεων του προέδρου του ΓΕΕΑ από άλλο όργανο. Ωστόσο, το Γενικό Δικαστήριο, ως ένα από τα δικαιοδοτικά όργανα τα οποία συναποτελούν το Δικαστήριο κατά το άρθρο 19, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, ΣΕΕ, αποτελεί «άλλο όργανο», καθόσον ασκεί έλεγχο της νομιμότητας σύμφωνα με το άρθρο 263, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, ΣΛΕΕ.

Συνεπώς, πράξη του προέδρου του ΓΕΕΑ δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 122 του κανονισμού 207/2009 και, επομένως, μεταξύ άλλων, η παράγραφος 3, δεύτερη περίοδος, του άρθρου αυτού κατά την οποία «[η] Επιτροπή πρέπει να επιληφθεί μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από την ημέρα κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος έλαβε για πρώτη φορά γνώση της αμφισβητούμενης πράξης» δεν είναι εφαρμοστέα. Κατά συνέπεια, το ΓΕΕΑ δεν μπορεί να επικαλεστεί ότι είτε η εξέταση από την Επιτροπή καταγγελίας κατά πράξεως του προέδρου του ΓΕΕΑ είτε η κίνηση διοικητικής διαδικασίας συναφώς, είτε τυχόν ρητή ή σιωπηρή απόφαση της Επιτροπής επί της εν λόγω καταγγελίας αποτελούν, υπό οποιαδήποτε μορφή, αναγκαίες, και μάλιστα απτόμενες του παραδεκτού, προϋποθέσεις για την άσκηση προσφυγής ενώπιον του δικαστή της Ένωσης κατά της πράξεως αυτής, βάσει του άρθρου 263, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, και τέταρτο εδάφιο, ΣΛΕΕ.

Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται από την τελολογική ερμηνεία του άρθρου 122 του κανονισμού 207/2009 περί σημάτων. Συγκεκριμένα, όταν στο άρθρο 230, πρώτο εδάφιο, ΕΚ, που διέπει το σύστημα της δικαστικής προστασίας της Συνθήκης, υπάρχει ακόμη κενό σχετικά με τις πράξεις των οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, η αναγνώριση στην Επιτροπή καθήκοντος ελέγχου της νομιμότητας, όπως του προβλεπόμενου στο άρθρο 122 του ίδιου κανονισμού, ανταποκρίνεται στην ανάγκη την οποία διέγνωσε ο νομοθέτης της Ένωσης να προκληθεί η έκδοση αποφάσεως της Επιτροπής προκειμένου οι πράξεις τις οποίες εκδίδουν τα όργανα ή οι οργανισμοί της Ένωσης να καταστούν, τουλάχιστον εμμέσως, δεκτικές προσφυγής ενώπιον του δικαστή της Ένωσης. Επομένως, η διατύπωση «των πράξεων […] για τις οποίες το κοινοτικό δίκαιο δεν προβλέπει έλεγχο νομιμότητας από άλλο Όργανο» επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για τη χορήγηση στην Επιτροπή συμπληρωματικής και επικουρικής εξουσίας ελέγχου προκειμένου να διασφαλισθεί η πρόσβαση στον δικαστή της Ένωσης τουλάχιστον μέσω της ρητής ή σιωπηρής αποφάσεως της Επιτροπής κατά το άρθρο 122, παράγραφος 3, τρίτη και τέταρτη περίοδος, του κανονισμού 207/2009 περί σημάτων. Ωστόσο, το αργότερο μετά την έναρξη ισχύος του άρθρου 263, πρώτο εδάφιο, δεύτερη περίοδος, ΣΛΕΕ, ο σκοπός αυτός απώλεσε τον λόγο υπάρξεώς του και δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον προβαλλόμενο υποχρεωτικό χαρακτήρα της βάσει του άρθρου 122 του εν λόγω κανονισμού διαδικασίας ως προηγούμενου σταδίου της προσφυγής στον δικαστή της Ένωσης.

(βλ. σκέψεις 54-56)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 71)