Language of document : ECLI:EU:T:2012:94

Υπόθεση T-153/10

Schneider España de Informática, SA

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Τελωνειακή ένωση — Εισαγωγή δεκτών έγχρωμης τηλεοράσεως συναρμολογημένων στην Τουρκία — Εκ των υστέρων είσπραξη εισαγωγικών δασμών — Αίτηση περί της μη εκ των υστέρων βεβαιώσεως και περί διαγραφής των εισαγωγικών δασμών — Άρθρο 220, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, και άρθρο 239 του κανονισμού (ΕΟΚ) 2913/92 — Απορριπτική απόφαση της Επιτροπής — Ακύρωση από τον εθνικό δικαστή των αποφάσεων των εθνικών αρχών περί της εκ των υστέρων βεβαιώσεως των εισαγωγικών δασμών — Κατάργηση της δίκης»

Περίληψη της διατάξεως

1.      Προσφυγή ακυρώσεως — Προσφυγή κατά αποφάσεως της Επιτροπής περί απορρίψεως αιτήσεως με σκοπό τη μη εκ των υστέρων βεβαίωση και τη διαγραφή τελωνειακής οφειλής διαπιστωθείσας από τις εθνικές τελωνειακές αρχές — Ακύρωση, με οριστική εθνική δικαστική απόφαση, της αποφάσεως των εθνικών τελωνειακών αρχών περί της εκ των υστέρων βεβαιώσεως — Προσφυγή η οποία κατέστη άνευ αντικειμένου — Κατάργηση της δίκης

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 113· κανονισμός 2913/92 του Συμβουλίου)

2.      Προσφυγή ακυρώσεως — Έννομο συμφέρον — Προσφυγή προς αποφυγή επαναλήψεως, στο μέλλον, της πλημμέλειας πράξεως θεσμικού οργάνου ή οργανισμού της Ένωσης — Παραδεκτό — Προϋποθέσεις

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 2913/92 του Συμβουλίου, άρθρα 220 § 2, στοιχείο β΄, 236 και 239)

1.      Στερείται αντικειμένου η προσφυγή με αντικείμενο την ακύρωση αποφάσεως της Επιτροπής περί απορρίψεως αιτήσεως του προσφεύγοντος με σκοπό τη μη εκ των υστέρων βεβαίωση και τη διαγραφή τελωνειακής οφειλής που του επιβλήθηκε με πλείονες αποφάσεις των εθνικών τελωνειακών αρχών, όταν, κατόπιν της ακυρώσεως των αποφάσεών τους περί της εκ των υστέρων βεβαιώσεως με οριστική δικαστική απόφαση εθνικού δικαστηρίου, η καταβολή των επίδικων δασμών δεν μπορεί πλέον να ζητηθεί από τον προσφεύγοντα και, κατά συνέπεια, η ακύρωση της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν δύναται να προσδώσει όφελος στον προσφεύγοντα.

Το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από το γεγονός ότι η απόφαση της Επιτροπής δύναται να παραγάγει αποτελέσματα έναντι άλλων εισαγωγέων. Συγκεκριμένα, το έννομο συμφέρον πρέπει να είναι προσωπικό και ο προσφεύγων δεν μπορεί να ασκήσει προσφυγή ακυρώσεως υπέρ του γενικού συμφέροντος τρίτων ή υπέρ της νομιμότητας. Εξάλλου, το ίδιο αυτό συμφέρον πρέπει να είναι αρκούντως άμεσο. Το γεγονός και μόνον ότι εξακολουθεί να υφίσταται το συμφέρον τρίτων σε σχέση με την προσφεύγουσα προς ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως δεν αρκεί, υπό τις συνθήκες αυτές, για να συναχθεί ότι η υπό κρίση προσφυγή δεν κατέστη άνευ αντικειμένου.

(βλ. σκέψεις 19, 34, 38, 40, 57)

2.      Ένας προσφεύγων μπορεί να διατηρεί το έννομο συμφέρον του για την ακύρωση πράξεως θεσμικού οργάνου ή οργανισμού της Ένωσης, προς αποτροπή του ενδεχομένου επαναλήψεως της προβαλλόμενης πλημμέλειας στο μέλλον, μόνον όμως αν η προβαλλόμενη πλημμέλεια είναι δυνατόν να επαναληφθεί στο μέλλον, ανεξαρτήτως των περιστάσεων της υποθέσεως στο πλαίσιο της οποίας ασκήθηκε από τον εν λόγω προσφεύγοντα η προσφυγή.

Συναφώς, οι προβληθέντες από τον προσφεύγοντα λόγοι σχετικά, αφενός, με δικονομικές αιτιάσεις που τον αφορούν προσωπικώς και, αφετέρου, με σφάλματα που διέπραξε η Επιτροπή εφαρμόζοντας το άρθρο 220, παράγραφος 2, στοιχείο β΄, το άρθρο 236 και το άρθρο 239 του κανονισμού 2913/92, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, στην ιδιαίτερη περίπτωση της προσφεύγουσας υπό συγκεκριμένες περιστάσεις δεν αφορούν παρατυπίες δυνάμενες να επαναληφθούν ανεξαρτήτως των περιστάσεων της υποθέσεως.

(βλ. σκέψεις 41-42)