Language of document :

Προσφυγή της 18ης Απριλίου 2024 – Caronte&Tourist Isole Minori κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-208/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Caronte&Tourist Isole Minori SpA (Μεσσίνα, Ιταλία) (εκπρόσωπος: M. Maćešić, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής C(2024) 1065 final της 14ης Φεβρουαρίου 2024, κατά το μέρος που η Επιτροπή απέρριψε την αίτηση πρόσβασης στα έγγραφα αριθ. 2, 5, 7 και 9 επικαλούμενη τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, δεύτερη και τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001 1 , και να χορηγήσει την πρόσβαση στα έγγραφα τα οποία ζήτησε η προσφεύγουσα, εκτός από τα δεδομένα σχετικά με την προστασία της προσωπικής σφαίρας και της ακεραιότητας του ατόμου, και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής η προσφεύγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως της Επιτροπής κατά την εφαρμογή του άρθρου 4, παράγραφος  2, δεύτερη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001.

Υποστηρίζεται ότι η Επιτροπή παρέλειψε να εκτιμήσει ότι, σε περίπτωση άρνησης πρόσβασης σε έγγραφα, δεν χωρεί επίκληση της αρχής ισότητας των όπλων όταν ένας εκ των διαδίκων της εθνικής δίκης είναι κράτος μέλος, καθώς αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι, από τυπικής απόψεως, το Κράτος είναι εκείνο που θεσπίζει τους νόμους, τους εκτελεί και δικάζει με βάση αυτούς. Σκοπός της αρχής της ισότητας των όπλων είναι να εξασφαλιστεί ότι θα υπάρχουν ισότιμοι όροι για δύο ιδιώτες που είναι διάδικοι σε πολιτική δίκη. Όταν το κράτος μέλος είναι διάδικος, θα υπάρχει, από τυπικής απόψεως, πάντοτε κατ’ ανάγκην μια ανισότητα υπέρ του.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως της Επιτροπής κατά την εφαρμογή του άρθρου 4, παράγραφος 2, τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001.

Η Επιτροπή δεν μπορεί να επικαλεστεί την αρχή της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και συνεργασίας μεταξύ της ίδιας και των κρατών μελών κατά τη διαδικασία διαβουλεύσεων για τη θέσπιση του νέου εθνικού νόμου για τις υπηρεσίες τακτικών θαλάσσιων μεταφορών (κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού 3577/92 του Συμβουλίου) 1 διότι το επιχείρημα αυτό δεν συνάδει με την απόφαση Schlyter 2 , όπου κρίθηκε ότι το κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών δεν δύναται να υπερισχύει της αρχής της διαφάνειας κατά τη διαδικασία θέσπισης νέας εθνικής νομοθεσίας.

Τυχόν γνωστοποίηση των ζητηθέντων εγγράφων δεν θα έθιγε τον σκοπό της (κινηθείσας από την προσφεύγουσα) διαδικασίας EU Pilot διότι η προσφεύγουσα έλαβε ήδη από την Γενική Διεύθυνση Κινητικότητας και Μεταφορών (στο εξής: DG Move) μια «επιστολή ενόψει θέσης στο αρχείο», από την οποία καθίσταται σαφές ότι η Επιτροπή αποφάσισε να μην ασκήσει προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τα ζητήματα του προηγούμενου νομοθετικού καθεστώτος στα οποία αναφέρονται τα ζητηθέντα έγγραφα.

Η DG Move (υπεύθυνη για τη διαδικασία EU Pilot) ήταν ήδη ενήμερη για τα σχόλια σχετικά με το νέο σχέδιο νόμου για τις υπηρεσίες τακτικών θαλάσσιων μεταφορών (κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού 3577/92 του Συμβουλίου), καθώς συμμετείχε ενεργά στις διεργασίες ενόψει της θέσπισης του νέου νόμου, εκπονώντας μια διεξοδική αξιολόγηση.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται παράλειψη της Επιτροπής να διαπιστώσει ότι υφίσταται υπερισχύον δημόσιο συμφέρον που επιβάλλει την γνωστοποίηση των εγγράφων.

Η Επιτροπή παρέβη την υποχρέωσή της να αιτιολογήσει γιατί δεν υφίσταται υπερισχύον δημόσιο συμφέρον που να επιβάλλει την γνωστοποίηση των εγγράφων, σύμφωνα με τη νομολογία Turco 1 διότι περιορίστηκε απλώς να διαπιστώσει ότι στερείται σημασίας το ζήτημα αν θα είχε δημόσιο αντίκτυπο η έκβαση της εθνικής διαδικασίας κατά του κράτους μέλους με αντικείμενο την επιδίκαση αποζημίωσης για παραβίαση του δικαίου της Ένωσης.

Υφίσταται υπερισχύον δημόσιο συμφέρον το οποίο επιβάλλει, στην παρούσα υπόθεση, τη γνωστοποίηση των εγγράφων λόγω του γεγονότος ότι η κροατική αφορά θαλάσσιων ενδομεταφορών-καμποτάζ αποτελεί μέρος της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ και ότι ο νέος νόμος για τις υπηρεσίες τακτικών θαλάσσιων μεταφορών (κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού 3577/92 του Συμβουλίου) ισχύει, ratione personae, για όλους τους εφοπλιστές των λοιπών κρατών μελών. Επιπλέον, ratione materiae, ο νέος νόμος για τις υπηρεσίες τακτικών θαλάσσιων μεταφορών, με τον οποίο τίθεται σε εφαρμογή η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών θαλάσσιων ενδομεταφορών-καμποτάζ (μία εκ των θεμελιωδών ελευθεριών), θίγει τα δικαιώματα των εφοπλιστών να παρέχουν ελεύθερα υπηρεσίες θαλάσσιων ενδομεταφορών-καμποτάζ, σε σχέση με τις οποίες υπερισχύει η διαφάνεια.

____________

1 Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ 2001 L 145, σ. 43).

1 Κανονισμός (ΕΟΚ) 3577/92 του Συμβουλίου, της 7ης Δεκεμβρίου 1992, για την εφαρμογή της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών στις θαλάσσιες μεταφορές στο εσωτερικό των κρατών μελών (θαλάσσιες ενδομεταφορές-καμποτάζ) (ΕΕ 1992 L 364, σ. 7).

1 Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 16ης Απριλίου 2015, Carl Schlyter κατά Επιτροπής (T-402/12, EΕ:T:2015:209).

1 Απόφαση του Δικαστηρίου της 1ης Ιουλίου 2008, Βασίλειο της Σουηδίας και Maurizio Turco κατά Συμβουλίου (Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-39/05 P και C-52/05 P, EΕ:C:2008:374).