Language of document : ECLI:EU:T:2004:215

Υπόθεση T-37/04 R

Região autónoma dos Açores

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

«Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων – Αλιεία – Κανονισμός (ΕΚ) 1954/2003 του Συμβουλίου – Αίτηση μερικής αναστολής εκτελέσεως και λήψεως άλλων προσωρινών μέτρων – Παραδεκτό – Επείγον – Παρέμβαση»

Περίληψη της διατάξεως

1.      Διαδικασία – Παρέμβαση – Ενδιαφερόμενοι – Παρέμβαση στο πλαίσιο αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως – Αίτηση που αφορά τον κανονισμό 1954/2003 κατά το μέτρο που αυτός επηρεάζει τα ύδατα των Αζορών – Συνεταιριστική εταιρία αλιέων που ασκούν τη δραστηριότητά τους στα ύδατα των Αζορών ? Εγχώρια ένωση για την προστασία του αρχιπελάγους των Αζορών – Παραδεκτό ? Προϋποθέσεις – Διεθνής ένωση για την προστασία του περιβάλλοντος ? Απαράδεκτο

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 40, εδ. 2· κανονισμός 1954/2003)

2.      Ασφαλιστικά μέτρα – Αναστολή εκτελέσεως – Προϋποθέσεις παραδεκτού – Παραδεκτό, εκ πρώτης όψεως, της κύριας προσφυγής – Συνοπτική εξέταση της κύριας προσφυγής από τον δικάζοντα κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστή

(Άρθρο 242 ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άρθρο 104 § 2)

3.      Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Προσφυγή περιφερειακής αρχής – Περιφέρεια που έχει νομική προσωπικότητα δυνάμει του εθνικού δικαίου – Περιφέρεια που μπορεί να ασκήσει προσφυγή

(Άρθρο 230, εδ. 4, ΕΚ)

4.      Προσφυγή ακυρώσεως – Φυσικά ή νομικά πρόσωπα – Πράξεις που τα αφορούν άμεσα και ατομικά – Κανονισμός που αφορά τη διαχείριση της αλιείας σε ορισμένες ζώνες – Προσφυγή περιφερειακής αρχής μίας από τις ζώνες τις οποίες αφορά ο κανονισμός – Παραδεκτό – Προϋποθέσεις

(Άρθρο 230, εδ. 4, ΕΚ· κανονισμός 1954/2003 του Συμβουλίου)

5.      Ασφαλιστικά μέτρα – Αναστολή εκτελέσεως – Προσωρινά μέτρα – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Επείγον – Στάθμιση των εμπλεκομένων συμφερόντων – Αναστολή εκτελέσεως μέτρου γενικής ισχύος – Εκτίμηση των συνεπειών της αναστολής για πολυάριθμους ενδιαφερομένους σε σχέση με την ανάγκη λήψεως του μέτρου για τον αιτούντα

(Άρθρα 242 ΕΚ και 243 ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άρθρο 104 § 2· κανονισμός 1954/2003 του Συμβουλίου)

6.      Ασφαλιστικά μέτρα – Αναστολή εκτελέσεως – Προσωρινά μέτρα – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Επείγον – Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία ? Ύπαρξη άλλων πιθανών οδών τις οποίες μπορεί να ακολουθήσει η Επιτροπή ή τα κράτη μέλη – Αποκλεισμός του επείγοντος

(Άρθρα 242 ΕΚ και 243 ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του Πρωτοδικείου, άρθρο 104 § 2· κανονισμός 1954/2003 του Συμβουλίου)

1.      Η έννοια του συμφέροντος για την επίλυση της διαφοράς, κατά το πνεύμα του άρθρου 40, δεύτερο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου, πρέπει να νοείται ως το άμεσο και ενεστώς συμφέρον για την ευδοκίμηση των αιτημάτων. Είναι αναγκαίο να εξακριβωθεί, μεταξύ άλλων, αν ο αιτών την παρέμβαση θίγεται ευθέως από την προσβαλλόμενη πράξη και αν είναι βέβαιον ότι έχει συμφέρον για την επίλυση της διαφοράς. Επιτρέπεται η παρέμβαση ενώσεων προκειμένου να προστατευθούν τα συμφέροντα των μελών τους σε υποθέσεις στις οποίες ανακύπτουν βασικά ζητήματα δυνάμενα να επηρεάσουν τα εν λόγω συμφέροντα.

Δικαιολογεί τέτοιο συμφέρον, στο πλαίσιο αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως του κανονισμού 1954/2003, για τη διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας όσον αφορά ορισμένες αλιευτικές ζώνες και πόρους της Κοινότητας, κατά το μέτρο που αυτός επηρεάζει τα ύδατα των Αζορών, μια συνεταιριστική εταιρία περιορισμένης ευθύνης η οποία αποτελεί μια οργάνωση των παραγωγών και η οποία έχει ως κύριο στόχο την προστασία των συμφερόντων των μελών της που είναι κυρίως αλιείς οι οποίοι ασκούν τη δραστηριότητά τους στις Αζόρες. Δικαιολογεί, επίσης, τέτοιο συμφέρον μια ένωση μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα για την προστασία του περιβάλλοντος, που έχει ως κύριο στόχο, μεταξύ άλλων, τη μελέτη και την προστασία της εθνικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του αρχιπελάγους των Αζορών, καθώς και την προστασία του πληθυσμού των ιχθύων και των θαλάσσιων οικοσυστημάτων του εν λόγω αρχιπελάγους.

Αντιθέτως, είναι απαράδεκτη η αίτηση παρεμβάσεως μιας διεθνούς ενώσεως για την προστασία του περιβάλλοντος, εφόσον οι σκοποί και οι δραστηριότητες της εν λόγω ενώσεως καλύπτουν εκτεταμένες γεωγραφικές ζώνες και δεν επικεντρώνονται αποκλειστικώς ή κυρίως στα ύδατα των Αζορών. Συγκεκριμένα, η έκταση των συμφερόντων μιας τέτοιας διεθνούς ενώσεως είναι πολύ ευρεία και πολύ γενική για να επηρεασθεί ουσιωδώς από την έκβαση της διαδικασίας αναστολής εκτελέσεως ενός κανονισμού που αφορά μόνον τα ύδατα των Αζορών.

(βλ. σκέψεις 59-60, 63, 69-70)

2.      Καίτοι είναι αληθές ότι το ζήτημα του παραδεκτού της κύριας προσφυγής δεν πρέπει, κατ’ αρχήν, να εξετάζεται στο πλαίσιο διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, διότι άλλως προδικάζεται η ουσία της υποθέσεως, γεγονός παραμένει ότι, προκειμένου να κηρυχθεί παραδεκτή η αίτηση αναστολής εκτελέσεως μιας πράξεως, ο αιτών οφείλει να αποδείξει την ύπαρξη ορισμένων στοιχείων που επιτρέπουν να συναχθεί, εκ πρώτης όψεως, το παραδεκτό της προσφυγής με την οποία συνδέεται η αίτησή του ασφαλιστικών μέτρων, και τούτο για να μη μπορέσει, μέσω της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, να επιτευχθεί αναστολή εκτελέσεως πράξεως που δεν πρόκειται στη συνέχεια να ακυρωθεί από το Δικαστήριο, καθόσον η προσφυγή θα κριθεί απαράδεκτη στην κύρια δίκη.

Η εν λόγω εξέταση του παραδεκτού της κύριας προσφυγής είναι κατ’ ανάγκην συνοπτική, λαμβανομένου υπόψη του επείγοντος χαρακτήρος της διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων. Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων, το παραδεκτό της κύριας προσφυγής μπορεί να εκτιμηθεί μόνον εκ πρώτης όψεως, δεδομένου ότι η εν λόγω εκτίμηση αποσκοπεί στο να εξεταστεί αν ο αιτών προσκόμισε επαρκή στοιχεία τα οποία δικαιολογούν, εκ των προτέρων, να συναχθεί ότι το παραδεκτό της κύριας προσφυγής δεν μπορεί να αποκλειστεί. Κατά συνέπεια, ο δικάζων κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστής οφείλει να κρίνει την εν λόγω προσφυγή απαράδεκτη μόνον αν το παραδεκτό της κύριας προσφυγής μπορεί να αποκλειστεί τελείως. Άλλως, η έκδοση αποφάσεως επί του παραδεκτού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας των ασφαλιστικών μέτρων, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες το παραδεκτό αυτό εκ πρώτης όψεως δεν αποκλείεται τελείως, θα προδίκαζε την απόφαση του Πρωτοδικείου επί της κύριας προσφυγής.

(βλ. σκέψεις 108-110)

3.      Μια περιφέρεια, καθόσον έχει νομική προσωπικότητα σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, μπορεί, κατ’ αρχήν, να ασκήσει προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ, σύμφωνα με το οποίο κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δύναται να ασκεί προσφυγή κατά των αποφάσεων που απευθύνονται σ’ αυτό και κατά των αποφάσεων που, αν και εκδίδονται ως κανονισμοί ή αποφάσεις που απευθύνονται σε άλλο πρόσωπο, το αφορούν άμεσα και ατομικά.

(βλ. σκέψη 112)

4.      Κατά την έννοια του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ, μια πράξη γενικής ισχύος, όπως ένας κανονισμός, μπορεί να αφορά ατομικά φυσικά ή νομικά πρόσωπα μόνον αν η πράξη αυτή θίγει τα ως άνω πρόσωπα λόγω ορισμένων ξεχωριστών ιδιοτήτων ή μιας πραγματικής καταστάσεως που τα χαρακτηρίζει σε σχέση με κάθε άλλο πρόσωπο και έτσι τα εξατομικεύει κατά τρόπον ανάλογο προς αυτόν του αποδέκτη αποφάσεως.

Ειδικότερα, στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως που ασκήθηκε από μια περιοχή, όπως η Αυτόνομη Περιοχή των Αζορών, κατά του κανονισμού 1954/2003, για τη διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας όσον αφορά ορισμένες αλιευτικές ζώνες και πόρους της Κοινότητας, κατά το μέτρο που αυτός επηρεάζει τα ύδατα των Αζορών, το γενικό συμφέρον που η ως άνω περιοχή, ως αρμόδια οντότητα για τα ζητήματα οικονομικής φύσεως στο έδαφός της, και ειδικότερα για την αλιεία, μπορεί να έχει σχετικά με την επίτευξη ευνοϊκού αποτελέσματος για την οικονομική ευημερία της δεν αρκεί από μόνο του για να θεωρηθεί ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός την αφορά κατά την έννοια του άρθρου 230, τέταρτο εδάφιο, ΕΚ. Επιπλέον, δεν αρκεί, προκειμένου να αποδειχθεί η ύπαρξη ατομικού συμφέροντος, το ότι η αιτούσα απολαύει ειδικής προστασίας χορηγουμένης από τη Συνθήκη (ήτοι από το άρθρο 299, παράγραφος 2, ΕΚ) ή το ότι η προσβαλλόμενη πράξη μνημονεύει ρητώς και ειδικώς την αιτούσα ή ακόμη το ότι το Συμβούλιο όφειλε να λάβει υπόψη την κατάσταση της αιτούσας κατά την έκδοση του προσβαλλομένου κανονισμού.

Η αιτούσα οφείλει να αποδείξει, βάσει των πραγματικών περιστατικών, ότι η προσβαλλόμενη πράξη τη θίγει λόγω πραγματικής καταστάσεως που τη χαρακτηρίζει σε σχέση με κάθε άλλο πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των άλλων εξαιρετικά απομακρυσμένων περιοχών. Εκ πρώτης όψεως, τούτο ισχύει αν η αιτούσα μπορεί να αποδείξει ότι ο προσβαλλόμενος κανονισμός παράγει ουσιώδη και άμεσα αποτελέσματα επί της νομικής καταστάσεώς της, κατά το μέτρο που, κατόπιν της εφαρμογής των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού, η αιτούσα θα στερηθεί της εξουσίας να νομοθετεί στον τομέα της αλιείας και οι αλιευτικές δραστηριότητες, που συνιστούν ουσιώδες τμήμα της οικονομίας της, θα θιγούν, και ότι η κατάστασή της είναι ιδιάζουσα όσον αφορά το θαλάσσιο οικοσύστημα και τις αλιευτικές δραστηριότητες.

(βλ. σκέψεις 116-120)

5.      Στο πλαίσιο αιτήσεως αναστολής εκτελέσεως ενός κανονισμού που περιέχει μέτρο γενικής ισχύος, όπως είναι ο κανονισμός 1954/2003, για τη διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας όσον αφορά ορισμένες αλιευτικές ζώνες και πόρους της Κοινότητας, ο δικάζων κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστής οφείλει να αξιολογήσει τις συνέπειες της αναστολής εκτελέσεως για πολυάριθμους ενδιαφερομένους σε σχέση με την ανάγκη λήψεως των αιτουμένων προσωρινών μέτρων προκειμένου να εμποδιστεί η προβαλλόμενη από τον αιτούντα σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία εν αναμονή της επιλύσεως της διαφοράς της κύριας προσφυγής.

Επίσης, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, όταν το Συμβούλιο, ως νομοθέτης, έχει σημαντικό περιθώριο εκτιμήσεως και ο δικαστικός έλεγχος περιορίζεται, ως εκ τούτου, στην εξέταση του αν η πράξη πάσχει λόγω πρόδηλης πλάνης ή καταχρήσεως εξουσίας ή του ζητήματος μήπως η οικεία αρχή υπερέβη προδήλως τα όρια της εξουσίας εκτιμήσεώς της, ο δικάζων κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστής δεν μπορεί να υποκαταστήσει, εκτός της περιπτώσεως υπάρξεως προδήλως επείγοντος, το Συμβούλιο στην κρίση του, χωρίς να υπάρξει κίνδυνος να σφετερισθεί τη διακριτική εξουσία του ως άνω θεσμικού οργάνου.

Επομένως, από τη στάθμιση των υφισταμένων συμφερόντων προκύπτει ότι ο δικάζων κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων δικαστής δεν μπορεί να υποκαταστήσει το Συμβούλιο στην κρίση του παρά μόνον αν συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις, χαρακτηριζόμενες από ιδιαιτέρως σοβαρό fumus boni juris και προδήλως επείγοντα χαρακτήρα.

(βλ. σκέψεις 135-138, 193, 195)

6.      Το επείγον της αιτήσεως λήψεως ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με την ανάγκη που υφίσταται για την έκδοση προσωρινής αποφάσεως προκειμένου να αποφευχθεί η επέλευση σοβαρής και ανεπανόρθωτης ζημίας στον διάδικο που ζητεί το προσωρινό μέτρο. Ειδικότερα, όταν η ζημία εξαρτάται από τη συνδρομή ορισμένου αριθμού παραγόντων, αρκεί η ζημία αυτή να πιθανολογείται επαρκώς.

Συναφώς, όσον αφορά μια αίτηση αναστολής εκτελέσεως ενός κανονισμού, όπως είναι ο κανονισμός 1954/2003, για τη διαχείριση της αλιευτικής προσπάθειας όσον αφορά ορισμένες αλιευτικές ζώνες και πόρους της Κοινότητας, η ανάγκη λήψεως του εν λόγω προσωρινού μέτρου αποκλείεται αν υφίστανται άλλες πιθανές οδοί, πλέον ενδεδειγμένες και ανάλογες, όπως είναι τα έκτακτα μέτρα που θεσπίζονται από την Επιτροπή ή από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής, και αν ο αιτών μπορεί να ενεργήσει κατά τρόπο ώστε να διασφαλίσει τη θέσπιση τέτοιων μέτρων.

(βλ. σκέψεις 141, 194)