Language of document :

Προσφυγή της 15ης Μαΐου 2023 – Acampora κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-261/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Roberto Acampora (Νάπολη, Ιταλία) και 172 λοιποί προσφεύγοντες (εκπρόσωπος: E. Iorio, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Οι προσφεύγοντες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τη ρητή απόφαση της 27ης Ιανουαρίου 2023 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (EMPL.C.1/BPM/kt (2023) 633265) με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα GestDem αριθ. 2023/0263 για πρόσβαση τόσο στη συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή της 15ης Ιουλίου 2022, που απέστειλε η Επιτροπή στην Ιταλική Δημοκρατία όσο και στην επακόλουθη απάντηση της τελευταίας στο πλαίσιο της διαδικασίας λόγω παράβασης 2016/4081 σχετικά με τη συμβατότητα με το δίκαιο της Ένωσης της εθνικής νομοθεσίας που διέπει την παροχή υπηρεσιών από τους επί θητεία δικαστές, καθώς επίσης και στην απάντηση της Ιταλίας·

να ακυρώσει τη σιωπηρή απόφαση της 15ης Μαρτίου 2023 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με την οποία απορρίφθηκε η επιβεβαιωτική αίτηση για έκδοση ρητής απόφασης και με την οποία διευκρινίζεται ότι η Επιτροπή δεν είναι σε θέση, για διοικητικούς λόγους, να απαντήσει στην αίτηση επιβεβαίωσης και ότι δεν μπορεί να υποδείξει αν και πότε θα δοθεί ρητή απάντηση·

να καταδικάσει την Επιτροπή, σε περίπτωση ανακοπής, στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής, οι προσφεύγοντες προβάλλουν τρεις λόγους.

Ο πρώτος λόγος ακυρώσεως αφορά το παραδεκτό της προσφυγής. Οι προσφεύγοντες ενεργούν κατ’ ενάσκηση του κοινού δικαιώματος των πολιτών της Ένωσης για διαφάνεια της δράσης των θεσμικών οργάνων προκειμένου να λάβουν την αναγκαία ενημέρωση, σύμφωνα με το δικαίωμα που παρέχει σε όλους τους πολίτες της Ένωσης ο κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής1 .

Η γνωστοποίηση της συμπληρωματικής προειδοποιητικής επιστολής και της απάντησης της Ιταλίας θα παράσχει στους προσφεύγοντες τη δυνατότητα να ασκήσουν το δικαίωμά τους στην ενημέρωση, πληροφορούμενοι, μετά από σχεδόν επτά χρόνια, τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή δεν έχει ακόμη εκδώσει αιτιολογημένη γνώμη. Η Επιτροπή εξέδωσε αρχικά, στις 27 Ιανουαρίου 2023, ρητή απόφαση άρνησης πρόσβασης και στη συνέχεια έλαβε σιωπηρή απόφαση άρνησης στις 15 Μαρτίου 2023, στην οποία ανέφερε ότι για διοικητικούς λόγους δεν ήταν σε θέση να απαντήσει στην αίτηση επιβεβαίωσης της απόφασης της 27ης Ιανουαρίου 2023 και ότι δεν γνώριζε αν και πότε θα απαντούσε. Οι προσφυγές κατά σιωπηρών αποφάσεων που συνιστούν σιωπηρή άρνηση κατά το άρθρο 8, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001 μπορούν να ασκηθούν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται παραβίαση των αρχών στα θέματα της πρόσβασης στις πράξεις των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες κατοχυρώνονται στο άρθρο 1, δεύτερο εδάφιο, της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στο άρθρο 42 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και στα άρθρα 1 και 4, παράγραφος 2, τρίτη περίπτωση, του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001 - ύπαρξη γενικού συμφέροντος για την πρόσβαση στη συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή της 15ης Ιουλίου 2022.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης των πράξεων των θεσμικών οργάνων της Ένωσης. Η Επιτροπή παραβίασε τις αρχές της αιτιολόγησης, καθόσον περιορίστηκε στη διατύπωση εντελώς γενικών και στερεότυπων ενδείξεων ως προς τους λόγους για τους οποίους η δημοσιοποίηση της συμπληρωματικής προειδοποιητικής επιστολής της 15ης Ιουλίου 2022 και της απάντησης της Ιταλίας θα υπονόμευε το “κλίμα εμπιστοσύνης”, απαντώντας μέσω στερεότυπου εγγράφου που περιείχε ελάχιστα στοιχεία που παρείχαν τη δυνατότητα στους προσφεύγοντες και στο Γενικό Δικαστήριο να ασκήσουν πραγματικό έλεγχο επί της νομιμότητας των λόγων άρνησης της πρόσβασης, η οποία είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη, ιδίως όσον αφορά τους λόγους που δεν επέτρεψαν την έστω και μερική δημοσιοποίηση της πράξης, η οποία είχε ήδη εν μέρει δημοσιοποιηθεί στο πλαίσιο της δέσμης παραβάσεων της 15ης Ιουλίου 2022, αν και με τρόπο που δεν παρέχει τη δυνατότητα κατανόησης του περιεχομένου και των λόγων των πρόσθετων αιτιάσεων κατά της Ιταλίας.

Η ρητή απόφαση της 27ης Ιανουαρίου 2023 που περιέχει την προσβαλλόμενη άρνηση πρόσβασης δεν αναφέρει με σαφήνεια τους λόγους στους οποίους στηρίζεται, τη νομική βάση τους, τα πραγματικά στοιχεία και τον τρόπο με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη τα διάφορα συμφέροντα, διότι η άρνηση αυτή θίγει την άσκηση των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στα άρθρα 17 και 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οπότε, δεδομένου ότι η εν λόγω πράξη επιβάλλει περιορισμό του δικαιώματος που παρέχεται στους προσφεύγοντες από τη Συνθήκη, περιορίζοντας τα δικαιώματα αυτά, η αιτιολογία πρέπει να είναι αυστηρότερη, ακριβέστερη και λεπτομερέστερη, ώστε να καταστούν σαφώς κατανοητές οι επιλογές που έγιναν. Η σιωπηρή απόφαση της 15ης Μαρτίου 2023 στερείται παντελώς αιτιολογίας και αναβάλλει επ' αόριστον την απόφαση της Επιτροπής.

Η άρνηση πρόσβασης στα αναφερόμενα έγγραφα καθίσταται ακόμη πιο αδικαιολόγητη αν ληφθεί υπόψη ότι η συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή της 15ης Ιουλίου 2022 δημοσιεύθηκε ανεπίσημα σε μια σελίδα στο Facebook στην οποία είναι εγγεγραμμένοι χιλιάδες επίτιμοι δικαστές.

____________

1 ΕΕ 2001, L 145, σ. 43.