Language of document :

Προσφυγή της 1ης Μαρτίου 2010 - BASF κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-105/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: BASF SE (Ludwigshafen am Rhein, Γερμανία) (εκπρόσωποι: F. Montag, J. Blockx και T. Wilson, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της αποφάσεως C(2009)10568 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2009, στην υπόθεση αριθ. COMP/M.5355 - BASF/Ciba, με την οποία απορρίφθηκε η πρόταση της 6ης Νοεμβρίου 2009, περί εγκρίσεως της εκ μέρους της Roquette Frères αγοράς της Divestment Business SDA, και το αίτημα να τροποποιηθούν οι δεσμεύσεις βάσει των οποίων έκρινε η Επιτροπή, με την απόφασή της C(2009) 1961 της 12ης Μαρτίου 2009, ότι η πράξη με την οποία η προσφεύγουσα αποκτά συνολικά τον έλεγχο της CIBA Holding AG ("Ciba") είναι συμβατή με την κοινή αγορά.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τους εξής λόγους ακυρώσεως.

Πρώτον, ισχυρίζεται ότι, απορρίπτοντας την προταθείσα αγοράστρια, η καθής παρέβη το άρθρο 6, παράγραφος 2, του κανονισμού 139/2004 1, τα σημεία 418 και 419 της αποφάσεως που ενέκρινε την απόκτηση της Ciba από τη BASF, τις ρήτρες 4, στοιχεία α΄ και β΄, 13, 14 και 34 και τους όρους του πίνακα B των δεσμεύσεων που επιβάλλονται με την απόφαση, καθώς και τα σημεία 31, 48, 73 και 102 των διορθωτικών μέτρων 2.

Ειδικότερα, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η καθής στήριξε την απόρριψη της προταθείσας αγοράστριας σε ανακριβή στοιχεία και υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά τα κίνητρα προς την Roquette Frères, προκειμένου να διατηρήσει σε λειτουργία και να αναπτύξει την Divestment Business. Επιπλέον, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η καθής στηρίχθηκε σε ανακριβή στοιχεία και υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά το αίτημα της προσφεύγουσας να τροποποιηθούν οι δεσμεύσεις σύμφωνα με τη ρήτρα τους περί τροποποιήσεως.

Δεύτερον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αντιβαίνει στην αρχή της αναλογικότητας, καθόσον, κατά την προσφεύγουσα, η απόρριψη της προτάσεώς της δεν ήταν αναγκαία για την επίτευξη του στόχου των δεσμεύσεων που συνίσταται στην αποτροπή δημιουργίας ή ενισχύσεως δεσπόζουσας θέσεως.

Τρίτον, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η καθής παρέβη την αρχή της χρηστής διοικήσεως και το άρθρο 296 ΣΛΕΕ, καθόσον δεν υπήρξε προηγούμενη ακρόαση της προσφεύγουσας πριν την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως και καθόσον δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την προσβαλλόμενη απόφαση.

____________

1 - Κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων), ΕΕ 2004 L 24, σ. 1

2 - Κανονισμός (ΕΚ) 802/2004 της Επιτροπής, της 7ης Απριλίου 2004, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων, ΕΕ 2004 L 133, σ. 1