Language of document : ECLI:EU:C:2020:76

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 5ης Φεβρουαρίου 2020 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Κανονισμός (ΕΕ) 2016/399 – Κώδικας συνόρων του Σένγκεν – Έλεγχος στα εξωτερικά σύνορα – Υπήκοοι τρίτων χωρών – Άρθρο 11, παράγραφος 1 – Σφράγιση των ταξιδιωτικών εγγράφων ναυτικών – Σφραγίδα εξόδου – Καθορισμός του χρονικού σημείου της εξόδου από τη ζώνη Σένγκεν – Ναυτολόγηση ναυτικών σε πλοία ελλιμενισμένα σε θαλάσσιο λιμένα για μεγάλο χρονικό διάστημα»

Στην υπόθεση C‑341/18,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Raad van State (Συμβούλιο της Επικρατείας, Κάτω Χώρες) με απόφαση της 9ης Μαΐου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 24 Μαΐου 2018, στο πλαίσιο της δίκης

Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid

κατά

J. κ.λπ.,

παρισταμένων των:

C. και H. κ.λπ.,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Regan (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, I. Jarukaitis, E. Juhász, M. Ilešič και Κ. Λυκούργο, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: E. Sharpston

γραμματέας: M. Ferreira, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 6ης Ιουνίου 2019,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        οι J. κ.λπ., εκπροσωπούμενοι από τον K. Boele, advocaat,

–        η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις P. Huurnink, M. K Bulterman και H. S. Gijzen,

–        η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη αρχικώς από τους T. Henze, R. Kanitz και J. Möller και στη συνέχεια από τους δύο τελευταίους,

–        η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις Σ. Χαλά και Χ. Φατούρου, καθώς και από τον Γ. Κωνσταντίνο,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους G. Wils και J. Tomkin,

αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 17ης Οκτωβρίου 2019,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ 2016, L 77, σ. 1, στο εξής: κώδικας συνόρων του Σένγκεν).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Staatssecretaris van Justitie en Veiligheid (Υφυπουργού Δικαιοσύνης και Ασφάλειας, Κάτω Χώρες) (στο εξής: Υφυπουργός) και των J. κ.λπ., υπηκόων τρίτων χωρών, ναυτικών, σχετικά με την άρνηση θέσεως σφραγίδων εξόδου από τη ζώνη Σένγκεν στα διαβατήριά τους κατά το χρονικό σημείο της ναυτολόγησής τους σε πλοία ελλιμενισμένα για μεγάλο χρονικό διάστημα στον λιμένα του Ρότερνταμ (Κάτω Χώρες).

 Το νομικό πλαίσιο

 Ο κώδικας συνόρων του Σένγκεν

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 6 και 15 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν έχουν ως εξής:

«(6)      Ο έλεγχος των συνόρων δεν γίνεται μόνο προς το συμφέρον των κρατών μελών στα εξωτερικά σύνορα των οποίων ασκείται αλλά προς το συμφέρον όλων των κρατών μελών που έχουν καταργήσει τον έλεγχο στα εσωτερικά τους σύνορα. Ο έλεγχος θα πρέπει να συμβάλλει στην καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων, καθώς και στην πρόληψη κάθε απειλής κατά της εσωτερικής ασφάλειας, της δημόσιας τάξης, της δημόσιας υγείας και των διεθνών σχέσεων των κρατών μελών.

[…]

(15)      Για να αποφευχθεί η υπερβολική αναμονή στα σημεία διέλευσης των συνόρων, θα πρέπει να προβλέπεται η δυνατότητα απλούστευσης των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα σε περίπτωση εξαιρετικών και απρόβλεπτων συνθηκών. Η συστηματική επίθεση σφραγίδων στα έγγραφα υπηκόων τρίτων χωρών θα παραμείνει υποχρεωτική σε περίπτωση απλούστευσης των συνοριακών ελέγχων. Με τις σφραγίδες αποδεικνύεται με ασφάλεια η ημερομηνία και το σημείο διέλευσης των συνόρων, χωρίς πάντοτε να αποδεικνύεται ότι έχουν διεξαχθεί όλοι οι απαιτούμενοι έλεγχοι των ταξιδιωτικών εγγράφων.»

4        Το άρθρο 1 του εν λόγω κώδικα, με τίτλο «Αντικείμενο και αρχές», ορίζει:

«Ο παρών κανονισμός προβλέπει ότι δεν διενεργείται συνοριακός έλεγχος προσώπων κατά τη διέλευση των εσωτερικών συνόρων μεταξύ των κρατών μελών της Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους κανόνες συνοριακού ελέγχου προσώπων κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών της Ένωσης.»

5        Το άρθρο 2 του εν λόγω κώδικα, με τίτλο «Ορισμοί», ορίζει τα εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1)      “εσωτερικά σύνορα”:

α)      τα κοινά χερσαία σύνορα, περιλαμβανομένων των ποτάμιων και λιμναίων συνόρων, μεταξύ των κρατών μελών·

β)      οι αερολιμένες των κρατών μελών για τις εσωτερικές πτήσεις·

γ)      οι θαλάσσιοι, ποτάμιοι και λιμναίοι λιμένες των κρατών μελών για τα τακτικά εσωτερικά δρομολόγια οχηματαγωγών·

2)      “εξωτερικά σύνορα”: τα χερσαία, ποτάμια, λιμναία και θαλάσσια σύνορα, καθώς και οι αερολιμένες και ποτάμιοι, θαλάσσιοι και λιμναίοι λιμένες των κρατών μελών, εφόσον δεν αποτελούν εσωτερικά σύνορα.

[…]

8)      “συνοριακό σημείο διέλευσης”: κάθε σημείο διέλευσης επιτρεπόμενο από τις αρμόδιες αρχές για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων·

[…]

10)      “έλεγχος των συνόρων”: οι δραστηριότητες που αναλαμβάνονται στα σύνορα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και για τους σκοπούς του, αποκλειστικώς συνεπεία πρόθεσης διέλευσης ή συνεπεία διέλευσης των συνόρων, ασχέτως άλλου λόγου· οι εν λόγω δραστηριότητες συνίστανται στους συνοριακούς ελέγχους και στην επιτήρηση των συνόρων·

11)      “συνοριακοί έλεγχοι”: οι έλεγχοι στα συνοριακά σημεία διέλευσης, προκειμένου να εξακριβωθεί ότι τα πρόσωπα, τα μέσα μεταφοράς τους και τα αντικείμενα που έχουν στην κατοχή τους δικαιούνται να εισέλθουν στην επικράτεια των κρατών μελών ή να την εγκαταλείψουν·

[…]».

6        Κατά το άρθρο 5 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, το οποίο φέρει τον τίτλο «Διέλευση των εσωτερικών συνόρων»:

1.      Η διέλευση των εξωτερικών συνόρων επιτρέπεται μόνο στα συνοριακά σημεία διέλευσης και κατά τη διάρκεια καθορισμένων ωρών λειτουργίας. Οι ώρες λειτουργίας εμφαίνονται επακριβώς στα σημεία διέλευσης που δεν λειτουργούν επί εικοσιτετραώρου βάσεως.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τον κατάλογο των συνοριακών τους σημείων διέλευσης στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 39.

2.      Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, μπορούν να επιτραπούν εξαιρέσεις από την υποχρέωση διέλευσης των εξωτερικών συνόρων μόνο στα συνοριακά σημεία διέλευσης και κατά τη διάρκεια των καθορισμένων ωρών λειτουργίας:

[…]

γ)      σύμφωνα με τους ειδικούς κανόνες που θεσπίζονται στα άρθρα 19 και 20 σε σχέση με τα παραρτήματα VI και VII.

[…]»

7        Το άρθρο 6 του κώδικα αυτού, με τίτλο «Προϋποθέσεις εισόδου για τους υπηκόους τρίτων χωρών», ορίζει:

«1.      Για σκοπούμενη παραμονή στην επικράτεια των κρατών μελών που δεν υπερβαίνει σε διάρκεια τις 90 ημέρες εντός οιασδήποτε περιόδου 180 ημερών, που περιλαμβάνει τον συνυπολογισμό της τελευταίας περιόδου 180 ημερών πριν από κάθε ημέρα παραμονής, οι προϋποθέσεις εισόδου για τους υπηκόους τρίτων χωρών είναι οι εξής:

α)      να διαθέτουν έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο ή έγγραφο που δίνει το δικαίωμα στον κάτοχο για διέλευση των συνόρων […]

[…]

β)      να διαθέτουν έγκυρη θεώρηση, εφόσον απαιτείται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) 539/2001 του Συμβουλίου[, της 15ης Μαρτίου 2001, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή (ΕΕ 2001, L 81, σ. 1)], εκτός εάν διαθέτουν έγκυρο τίτλο διαμονής ή έγκυρη θεώρηση μακράς διαρκείας·

[…]

2.      Για τον σκοπό της εφαρμογής της παραγράφου 1, ως ημερομηνία εισόδου λογίζεται η πρώτη ημέρα παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών και ως ημερομηνία εξόδου λογίζεται η τελευταία ημέρα παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών. Περίοδοι παραμονής που επιτρέπονται βάσει άδειας διαμονής ή θεώρησης παραμονής μακράς διαρκείας δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της διάρκειας παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών.

[…]

5.      Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1:

[…]

β)      Στους υπηκόους τρίτης χώρας οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, εκτός από το στοιχείο β), και παρουσιάζονται στα σύνορα μπορεί να επιτραπεί η είσοδος στην επικράτεια των κρατών μελών, εάν εκδοθεί θεώρηση στα σύνορα σύμφωνα με τα άρθρα 35 και 36 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) (ΕΕ 2009, L 243, σ. 1, και διορθωτικό ΕΕ 2013, L 154, σ. 10)].

[…]»

8        Το άρθρο 8 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, με τίτλο «Συνοριακοί έλεγχοι προσώπων», προβλέπει στην παράγραφο 3:

«Κατά την είσοδο και την έξοδο, οι υπήκοοι τρίτων χωρών υποβάλλονται σε διεξοδικό έλεγχο ως εξής:

α)      Οι διεξοδικοί έλεγχοι κατά την είσοδο περιλαμβάνουν την εξακρίβωση των προϋποθέσεων εισόδου που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, καθώς και, ενδεχομένως, των εγγράφων που επιτρέπουν τη διαμονή και την άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας. Η εξακρίβωση αυτή περιλαμβάνει αναλυτική εξέταση των ακόλουθων στοιχείων:

[…]

iii)      εξέταση των σφραγίδων εισόδου και εξόδου του ταξιδιωτικού εγγράφου του υπηκόου τρίτης χώρας προκειμένου να εξακριβωθεί, με σύγκριση των ημερομηνιών εισόδου και εξόδου, ότι αυτός δεν έχει ήδη υπερβεί την ανώτατη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής στο έδαφος των κρατών μελών·

[…]

η)      Επιπροσθέτως των ελέγχων του στοιχείου ζ), οι διεξοδικοί έλεγχοι κατά την έξοδο μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν:

[…]

ii)      εξακρίβωση ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο δεν υπερέβη την ανώτατη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών·

[…]».

9        Το άρθρο 11 του κώδικα αυτού, με τίτλο «Σφράγιση ταξιδιωτικών εγγράφων», έχει ως εξής:

«1.      Τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών σφραγίζονται συστηματικά κατά την είσοδο και την έξοδο. Ειδικότερα, σφραγίδα εισόδου ή εξόδου τοποθετείται:

α)      στα έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών που επιτρέπουν τη διέλευση των συνόρων τα οποία φέρουν ισχύουσα θεώρηση·

β)      στα έγγραφα που επιτρέπουν τη διέλευση των συνόρων από υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους έχει χορηγηθεί θεώρηση στα σύνορα από κάποιο κράτος μέλος·

γ)      στα έγγραφα που επιτρέπουν τη διέλευση των συνόρων από υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης.

[…]

3.      Δεν τοποθετείται σφραγίδα εισόδου και εξόδου:

[…]

γ)      στα ταξιδιωτικά έγγραφα των ναυτικών οι οποίοι παραμένουν στην επικράτεια κράτους μέλους μόνο κατά τον ελλιμενισμό του πλοίου και στη ζώνη του λιμένος·

[…]».

10      Το άρθρο 13 του εν λόγω κώδικα, με τίτλο «Επιτήρηση των συνόρων», ορίζει, στην παράγραφο 1:

«Η επιτήρηση των εξωτερικών συνόρων έχει ως κύριο σκοπό να εμποδίσει τη μη επιτρεπόμενη διέλευση των συνόρων, να καταπολεμήσει τη διασυνοριακή εγκληματικότητα και να λάβει μέτρα κατά των ατόμων που διήλθαν τα σύνορα παρανόμως. […]»

11      Το άρθρο 19 του ίδιου κώδικα, με τίτλο «Ειδικοί κανόνες για τα διάφορα είδη συνόρων και τα διάφορα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων», ορίζει:

«Οι ειδικοί κανόνες ελέγχου του παραρτήματος VI εφαρμόζονται για τα διάφορα είδη συνόρων και τα διάφορα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη διέλευση των σημείων διέλευσης των συνόρων.

Οι εν λόγω ειδικοί κανόνες μπορούν να περιέχουν παρεκκλίσεις από τα άρθρα 5 και 6 και τα άρθρα 8 έως 14.»

12      Το άρθρο 20 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, με τίτλο «Ειδικοί κανόνες ελέγχου για συγκεκριμένες κατηγορίες προσώπων», ορίζει στην παράγραφο 1:

«Οι ειδικοί κανόνες του παραρτήματος VΙΙ εφαρμόζονται στους ελέγχους που αφορούν τις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων:

[…]

γ)      ναυτικούς·

[…]

Οι εν λόγω ειδικοί κανόνες μπορούν να περιέχουν παρεκκλίσεις από τα άρθρα 5 και 6 και τα άρθρα 8 έως 14.»

13      Το παράρτημα VI του κώδικα αυτού αφορά, σύμφωνα με τον τίτλο του, τους «[ε]ιδικούς κανόνες για τα διάφορα είδη συνόρων και τα διάφορα μεταφορικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων».

14      Το σημείο 3 του εν λόγω παραρτήματος, που φέρει τον τίτλο «Θαλάσσια σύνορα», περιλαμβάνει το σημείο 3.1., με τίτλο «Γενικές διαδικασίες ελέγχου στο πλαίσιο της θαλάσσιας κυκλοφορίας», το οποίο ορίζει τα εξής:

«3.1.1. Ο έλεγχος των σκαφών πραγματοποιείται στον λιμένα άφιξης ή αναχώρησης, ή σε χώρο που προβλέπεται για τον σκοπό αυτό, ο οποίος ευρίσκεται σε άμεση εγγύτητα με το σκάφος ή επί του σκάφους εντός των χωρικών υδάτων όπως ορίζονται στη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας [,η οποία υπογράφηκε στο Montego Bay στις 10 Δεκεμβρίου 1982, τέθηκε σε ισχύ στις 16 Νοεμβρίου 1994, επικυρώθηκε από το Βασίλειο των Κάτω Χωρών στις 28 Ιουνίου 1996 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 98/392/ΕΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1998 (ΕΕ 1998, L 179, σ. 1)]. Τα κράτη μέλη δύνανται να συνάπτουν συμφωνίες οι οποίες ορίζουν ότι έλεγχος μπορεί εξίσου να πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια του διάπλου ή, κατά την άφιξη ή την αναχώρηση του σκάφους, στο έδαφος τρίτης χώρας, εφόσον τηρούνται οι αρχές που καθορίζονται στο σημείο 1.1.4.

[…]

3.1.5.      Ο πλοίαρχος ενημερώνει εγκαίρως την αρμόδια αρχή για την αναχώρηση του πλοίου σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν στον συγκεκριμένο λιμένα.»

15      Το παράρτημα VII του εν λόγω κώδικα, με τίτλο «Ειδικές ρυθμίσεις για ορισμένες κατηγορίες προσώπων», περιλαμβάνει το σημείο 3, με τίτλο «Ναυτικοί», το οποίο ορίζει:

«Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 5 και 8, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους ναυτικούς που είναι εφοδιασμένοι με δελτίο ναυτικής ταυτότητας το οποίο εκδόθηκε σύμφωνα με τη σύμβαση αριθ. 108 (1958) ή αριθ. 185 (2003) του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO) σχετικά με τα έγγραφα ταυτότητας των ναυτικών, τη σύμβαση για τη διευκόλυνση της διεθνούς θαλάσσιας κυκλοφορίας (σύμβαση FAL), καθώς και το οικείο εθνικό δίκαιο, να εισέρχονται στην επικράτεια των κρατών μελών και να αναχωρούν από αυτήν, αποβιβαζόμενοι για να παραμείνουν στην περιοχή του λιμένα όπου δένει το πλοίο τους ή σε γειτονικούς δήμους, ή να εξέρχονται από το έδαφος των κρατών μελών επιστρέφοντας στα πλοία τους, χωρίς να παρουσιάζονται σε σημείο διέλευσης των συνόρων, υπό την προϋπόθεση ότι περιλαμβάνονται στον κατάλογο του πληρώματος στο οποίο ανήκουν και ο οποίος έχει προηγουμένως υποβληθεί στον έλεγχο των αρμόδιων αρχών.

[…]»

 Ο κώδικας θεωρήσεων

16      Το άρθρο 35 του κανονισμού 810/2009, όπως έχει τροποποιηθεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 610/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 (ΕΕ 2013, L 182, σ. 1) (στο εξής: κώδικας θεωρήσεων), με τίτλο «Θεωρήσεις που ζητούνται στα εξωτερικά σύνορα», ορίζει στην παράγραφο 1:

«1.      Σε έκτακτες περιπτώσεις μπορούν να χορηγούνται θεωρήσεις στα συνοριακά σημεία διέλευσης εφόσον πληρούνται οι εξής όροι:

[…]

γ)      η επιστροφή του αιτούντος στη χώρα καταγωγής ή διαμονής του ή η διέλευσή του μέσω κρατών διαφορετικών από εκείνα που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν θεωρείται εξασφαλισμένη.»

17      Το άρθρο 36 του κώδικα αυτού, με τίτλο «Θεωρήσεις που χορηγούνται σε διερχόμενους ναυτικούς στα εξωτερικά σύνορα», προβλέπει:

«1.      Μπορεί να χορηγηθεί θεώρηση διέλευσης στα εξωτερικά σύνορα σε ναυτικό ο οποίος υποχρεούται να διαθέτει θεώρηση για τον σκοπό της διέλευσης των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών όταν:

α)      πληροί τους όρους που θεσπίζονται στο άρθρο 35 παράγραφος 1· και

β)      διέρχεται τα εν λόγω σύνορα ενόψει ναυτολόγησης, εκ νέου ναυτολόγησης ή αποναυτολόγησης προκειμένου για πλοίο στο οποίο θα εργασθεί ή έχει εργασθεί ως ναυτικός.

2.      Πριν από τη χορήγηση θεώρησης στα σύνορα σε διερχόμενο ναυτικό, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμμορφώνονται προς τους κανόνες που θεσπίζονται στο παράρτημα ΙΧ μέρος 1, και εξασφαλίζουν ότι πραγματοποιήθηκε η ανταλλαγή των αναγκαίων πληροφοριών σχετικά με τον εν λόγω ναυτικό μέσω δεόντως συμπληρωμένου εντύπου για διερχόμενους ναυτικούς, το οποίο θεσπίζεται στο παράρτημα ΙΧ μέρος 2.

[…]»

18      Το παράρτημα IX του εν λόγω κώδικα περιλαμβάνει το μέρος 1 το οποίο, σύμφωνα με τον τίτλο του, ορίζει τους «[κ]ανόνες για τη χορήγηση θεωρήσεων στα σύνορα σε διερχόμενους ναυτικούς οι οποίοι υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης». Το μέρος 2 του παραρτήματος αυτού προβλέπει το υπόδειγμα εντύπου για τους διερχόμενους ναυτικούς οι οποίοι υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

19      Οι J. κ.λπ. είναι ναυτικοί, υπήκοοι τρίτων χωρών, οι οποίοι εισήλθαν στη ζώνη Σένγκεν από τον διεθνή αερολιμένα Schiphol του Άμστερνταμ (Κάτω Χώρες) και μετέβησαν στη συνέχεια οδικώς στον θαλάσσιο λιμένα του Ρότερνταμ, για τη ναυτολόγησή τους σε εξειδικευμένα πλοία που πλέουν αυτόνομα, τα οποία είναι ελλιμενισμένα για μεγάλα χρονικά διαστήματα στον λιμένα αυτόν, προκειμένου να πραγματοποιήσουν επί του πλοίου, χωρίς τα εν λόγω πλοία να αποπλεύσουν από τον λιμένα αυτόν, διάφορες εργασίες για την προετοιμασία της εγκατάστασης στη θάλασσα, μεταξύ άλλων, εξεδρών πετρελαίου και πετρελαιαγωγών. Κατά το τέλος της περιόδου εργασίας τους επί του πλοίου, η οποία διαρκεί, ανάλογα με την περίπτωση, πέντε ή δέκα εβδομάδες, οι εν λόγω ναυτικοί μετέβησαν οδικώς στο διεθνές αεροδρόμιο Schiphol του Άμστερνταμ ή αναχώρησαν με το συγκεκριμένο πλοίο.

20      Όταν, σε διαφορετικές ημερομηνίες από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο του 2016, οι εν λόγω ναυτικοί παρουσιάστηκαν στη Zeehavenpopolitie Rotterdam (αστυνομία του θαλάσσιου λιμένος του Ρότερνταμ, Κάτω Χώρες), που είναι η αρμόδια για τον έλεγχο των συνόρων εθνική αρχή στον λιμένα του Ρότερνταμ, δηλώνοντας ότι προτίθενται να ναυτολογηθούν σε πλοίο ελλιμενισμένο στον λιμένα αυτόν, η εν λόγω αρχή, σε αντίθεση με την πρακτική που ακολουθούσε στο παρελθόν, αρνήθηκε να θέσει σφραγίδα εξόδου στα ταξιδιωτικά τους έγγραφα, με το αιτιολογικό ότι δεν διευκρινίστηκε η ημερομηνία κατά την οποία το συγκεκριμένο πλοίο θα αποπλεύσει πράγματι από τον εν λόγω λιμένα και θα εξέλθει, επομένως, από τη ζώνη Σένγκεν.

21      Οι J. κ.λπ., καθώς και διάφοροι φορείς εκμετάλλευσης πλοίων, ήτοι οι C. και H κ.λπ., προσέφυγαν στον αρμόδιο για τις διοικητικές προσφυγές Υφυπουργό προκειμένου να προσβάλουν την απόρριψη των αιτημάτων σφράγισης. Αφού τόνισαν ότι, σύμφωνα με πάγια πρακτική των ολλανδικών αρχών, η σφράγιση των ταξιδιωτικών εγγράφων των ναυτικών πραγματοποιούνταν πάντοτε κατά το χρονικό σημείο της ναυτολόγησής τους, ανεξαρτήτως του αν οι ναυτικοί επρόκειτο να αποπλεύσουν σύντομα, οι J. κ.λπ. προέβαλαν ότι η νέα πρακτική της αστυνομίας του θαλάσσιου λιμένα του Ρότερνταμ θα είχε ως συνέπεια να εξαντλείται γρηγορότερα ο επιτρεπόμενος χρόνος παραμονής τους στη ζώνη Σένγκεν, δεδομένου ότι, ως υπήκοοι τρίτων χωρών, δύνανται, κατ’ αρχήν, να παραμείνουν στη ζώνη Σένγκεν για μέγιστη περίοδο 90 ημερών εντός χρονικού διαστήματος 180 ημερών. Επιπλέον, δεδομένου ότι ήταν υποχρεωμένοι να αναμείνουν την παρέλευση προθεσμίας 180 ημερών πριν εισέλθουν εκ νέου στη ζώνη Σένγκεν, οι εν λόγω ναυτικοί θα υφίσταντο απώλεια εισοδήματος.

22      Με αποφάσεις που εκδόθηκαν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 2016, ο Υφυπουργός απέρριψε τις εν λόγω διοικητικές προσφυγές, αφενός, ως απαράδεκτες, καθόσον είχαν ασκηθεί από τους φορείς εκμετάλλευσης των πλοίων και, αφετέρου, ως αβάσιμες καθόσον είχαν ασκηθεί από τους ναυτικούς, με το αιτιολογικό ότι το γεγονός και μόνον ότι ο ναυτικός ναυτολογείται σε πλοίο δεν σημαίνει ότι εξέρχεται από τη ζώνη Σένγκεν, κατά την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν. Έξοδος από τη ζώνη Σένγκεν συντελείται μόνον όταν ο ναυτικός μεταβαίνει ή βρίσκεται σε πλοίο του οποίου ο πλοίαρχος έχει ενημερώσει την αστυνομία του θαλάσσιου λιμένος του Ρότερνταμ για την αναχώρηση του πλοίου και στη συνέχεια το πλοίο αποπλέει πράγματι από τον λιμένα μαζί με τους ναυτικούς.

23      Με τέσσερις αποφάσεις της 17ης Μαΐου 2017, το rechtbank Den Haag (πρωτοδικείο Χάγης, Κάτω Χώρες) δέχθηκε τις προσφυγές που είχαν ασκηθεί κατά των ως άνω αποφάσεων του Υφυπουργού από τους J. κ.λπ., με το αιτιολογικό ότι, κατά τη ναυτολόγησή τους, οι εν λόγω ναυτικοί διήλθαν τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών και εξήλθαν από τη ζώνη Σένγκεν, κατά την έννοια του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν. Συγκεκριμένα, από τις εξαιρετικές ρυθμίσεις που προβλέπει το άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, και το παράρτημα VII του εν λόγω κώδικα, σχετικά με το καθεστώς των ναυτικών που εξέρχονται στην ξηρά κατά τον ενδιάμεσο σταθμό, προκύπτει ότι ο νομοθέτης της Ένωσης θεωρεί ως διέλευση των εξωτερικών συνόρων το γεγονός της αποβίβασης των ναυτικών από πλοίο που βρίσκεται σε θαλάσσιο λιμένα ή της επιβίβασής τους σε αυτό. Η εκτίμηση αυτή ενισχύεται από το άρθρο 36 και από τις διατάξεις του παραρτήματος IX του κώδικα θεωρήσεων, δυνάμει των οποίων οι αρμόδιες εθνικές αρχές μπορούν να χορηγούν στους ναυτικούς θεώρηση διέλευσης για τη διάρκεια του ταξιδιού από τον αερολιμένα εισόδου μέχρι την είσοδο στον λιμένα όπου ναυτολογούνται.

24      Ο Υφυπουργός άσκησε έφεση κατά των αποφάσεων αυτών ενώπιον του Raad van State (Συμβουλίου της Επικρατείας, Κάτω Χώρες).

25      Το δικαστήριο αυτό επισημαίνει ότι, συχνά, τα πλοία παραμένουν ελλιμενισμένα σε θαλάσσιους λιμένες, όπως ο λιμένας του Ρότερνταμ, επί πολλούς μήνες. Εξάλλου, από τις διαβιβασθείσες από τον Υφυπουργό πληροφορίες δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση ο ισχυρισμός που προβλήθηκε ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου, κατά τον οποίο οι αρμόδιες αρχές πολλών κρατών μελών θέτουν σφραγίδα εξόδου κατά τη ναυτολόγηση των ναυτικών, ανεξαρτήτως του αν το πλοίο στο οποίο ναυτολογήθηκαν θα αποπλεύσει από τον λιμένα σε σύντομο χρονικό διάστημα.

26      Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι από τον κώδικα συνόρων του Σένγκεν δεν προκύπτει με σαφήνεια το χρονικό σημείο κατά το οποίο πρέπει να θεωρηθεί ότι ο ναυτικός, ο οποίος εισήλθε στη ζώνη Σένγκεν από αερολιμένα και μετέβη οδικώς σε πλοίο που είναι ελλιμενισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θαλάσσιο λιμένα, όπως αυτός του Ρότερνταμ, προκειμένου να ναυτολογηθεί σε αυτό, εξήλθε από τη ζώνη Σένγκεν. Ειδικότερα, δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί σαφώς αν μια τέτοια έξοδος απαιτεί πραγματική αποχώρηση από τη ζώνη Σένγκεν. Συγκεκριμένα, ο κώδικας συνόρων του Σένγκεν δεν ορίζει την έννοια της «εξόδου», που διαλαμβάνεται στο άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα αυτού, και δεν καθορίζει ούτε τον τόπο όπου βρίσκονται ακριβώς τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών ούτε πότε συντελείται η διέλευση. Κατά συνέπεια, είναι αβέβαιο εάν και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, σε ποιο χρονικό σημείο πρέπει να τεθεί σφραγίδα εξόδου.

27      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Raad van State (Συμβούλιο της Επικρατείας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το εξής προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει το άρθρο 11, παράγραφος 1, του [κώδικα συνόρων του Σένγκεν] την έννοια ότι υπήκοος τρίτης χώρας ο οποίος εισήλθε προηγουμένως στη ζώνη Σένγκεν, για παράδειγμα μέσω διεθνούς αερολιμένα, εξέρχεται, κατά την έννοια του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, μόλις ναυτολογηθεί σε πλοίο το οποίο είναι ήδη ελλιμενισμένο σε θαλάσσιο λιμένα που αποτελεί εξωτερικό σύνορο, ανεξαρτήτως του αν, και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, ανεξαρτήτως του πότε, θα εγκαταλείψει με το πλοίο αυτό τον εν λόγω θαλάσσιο λιμένα; Ή, για να πρόκειται για έξοδο, πρέπει να διαπιστωθεί πρώτα ότι ο ναυτικός θα εγκαταλείψει τον θαλάσσιο λιμένα με το εν λόγω πλοίο, και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, ισχύει μέγιστη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να πραγματοποιηθεί ο απόπλους, και ποιο είναι το χρονικό σημείο κατά το οποίο πρέπει, στην περίπτωση αυτή, να τεθεί η σφραγίδα εξόδου; Ή πρέπει ως “έξοδος” να ισχύσει κάποια άλλη χρονική στιγμή, είτε υπό άλλες προϋποθέσεις είτε όχι;»

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

28      Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, εάν το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν έχει την έννοια ότι, όταν ναυτικός, υπήκοος τρίτης χώρας, ναυτολογείται σε πλοίο ελλιμενισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θαλάσσιο λιμένα κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης Σένγκεν, προκειμένου να εργαστεί σε αυτό πριν αναχωρήσει από τον λιμένα αυτόν με το εν λόγω πλοίο, η σφραγίδα εξόδου, όταν η σφράγιση προβλέπεται από τον κώδικα αυτόν, πρέπει να τίθεται στα ταξιδιωτικά έγγραφα του ναυτικού αυτού κατά το χρονικό σημείο της ναυτολόγησής του, ακόμη και αν το πλοίο δεν πρόκειται να αποπλεύσει από τον εν λόγω λιμένα σύντομα, ή σε χρονικό σημείο μεταγενέστερο της ναυτολόγησης και, στην τελευταία αυτή περίπτωση, σε ποιο ακριβώς χρονικό σημείο.

29      Από τα στοιχεία που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο προκύπτει ότι ο μακροχρόνιος ελλιμενισμός αποτελεί ναυτιλιακή πρακτική στο πλαίσιο της οποίας τα σκάφη παραμένουν στην προβλήτα ή αγκυροβολημένα σε λιμένα για χρονικό διάστημα που μπορεί να διαρκέσει πολλούς μήνες, οι δε ναυτικοί που ναυτολογήθηκαν στα πλοία αυτά διαμένουν στον εν λόγω λιμένα καθ’ όλο το χρονικό διάστημα ή για μέρος του χρονικού διαστήματος για το οποίο ναυτολογήθηκαν προκειμένου να εργαστούν στο πλοίο.

30      Για να δοθεί απάντηση στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα, πρέπει, εισαγωγικά, να υπομνησθεί ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 1 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, αντικείμενο και αρχές του κώδικα αυτού είναι να αναπτυχθεί η Ένωση ως κοινός χώρος ελεύθερης κυκλοφορίας χωρίς εσωτερικά σύνορα και να θεσπισθούν οι διατάξεις που εφαρμόζονται στον έλεγχο των ατόμων που διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών του χώρου Σένγκεν (πρβλ. απόφαση της 14ης Ιουνίου 2012, Association nationale d’assistance aux frontières pour les étrangers, C-606/10, EU:C:2012:348, σκέψη 23).

31      Δυνάμει του άρθρου 2, σημείο 2, του κώδικα αυτού, η έννοια των «εξωτερικών συνόρων», όπως ορίζεται στον εν λόγω κώδικα, αφορά, μεταξύ άλλων, τα χερσαία και τα θαλάσσια σύνορα των κρατών μελών «καθώς και τους αερολιμένες [και] τους θαλάσσιους λιμένες τους», εφόσον αυτοί δεν αποτελούν «εσωτερικά σύνορα», κατά την έννοια του ίδιου κώδικα, έννοια η οποία καλύπτει, σύμφωνα με το σημείο 1, στοιχεία βʹ και γʹ, του άρθρου αυτού, μεταξύ άλλων, τους αερολιμένες των κρατών μελών για τις εσωτερικές πτήσεις και τους θαλάσσιους λιμένες των κρατών αυτών για τακτικά εσωτερικά δρομολόγια οχηματαγωγών.

32      Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, η διέλευση των «εξωτερικών συνόρων» επιτρέπεται μόνο στα συνοριακά σημεία διέλευσης, τα οποία πρέπει να κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή. Κατά το άρθρο 2, σημείο 8, του εν λόγω κώδικα, ως «συνοριακό σημείο διέλευσης» νοείται κάθε σημείο διέλευσης επιτρεπόμενο από τις αρμόδιες αρχές για τη διέλευση των εν λόγω εξωτερικών συνόρων.

33      Κατά το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, τα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών σφραγίζονται συστηματικά κατά «την είσοδο» και «την έξοδο» από τη ζώνη Σένγκεν. Όπως το Δικαστήριο είχε την ευκαιρία να διευκρινίσει, μια τέτοια σφραγίδα συγκεκριμενοποιεί την άδεια εισόδου ή εξόδου (απόφαση της 26ης Ιουλίου 2017, Jafari, C-646/16, EU:C:2017:586, σκέψη 52).

34      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται, αφενός, ότι τόσο ο διεθνής αερολιμένας του Schiphol στο Άμστερνταμ όσο και ο θαλάσσιος λιμένας του Ρότερνταμ, αμφότεροι εντός της επικράτειας των Κάτω Χωρών, αποτελούν, αντιστοίχως, «αερολιμένα» και «θαλάσσιο λιμένα» οι οποίοι εμπίπτουν στην έννοια των «εξωτερικών συνόρων» του χώρου Σένγκεν, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, σημείο 2, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, και, αφετέρου, ότι το Βασίλειο των Κάτω Χωρών κοινοποίησε στην Επιτροπή τον θαλάσσιο αυτόν λιμένα ως «μεθοριακό σημείο διέλευσης» στο σύνολό του, κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 8, του κώδικα αυτού.

35      Εξάλλου, δεν αμφισβητείται επίσης ότι οι ναυτικοί τους οποίους αφορά η υπόθεση της κύριας δίκης εισήλθαν στη ζώνη Σένγκεν από τον διεθνή αερολιμένα του Schiphol στο Άμστερνταμ και κατά την είσοδό τους οι αρμόδιες ολλανδικές αρχές έθεσαν επί των ταξιδιωτικών εγγράφων τους τη σφραγίδα εισόδου που προβλέπει το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, και ότι, στη συνέχεια, οι εν λόγω ναυτικοί μετέβησαν οδικώς στον θαλάσσιο λιμένα του Ρότερνταμ, προκειμένου να ναυτολογηθούν σε πλοίο ελλιμενισμένο στον λιμένα αυτόν για μεγάλο χρονικό διάστημα, στο οποίο εργάστηκαν χωρίς το εν λόγω πλοίο να αποπλεύσει από τον λιμένα αυτόν. Δεν αμφισβητείται ότι, κατά το πέρας αυτής της περιόδου εργασίας επί του πλοίου, οι εν λόγω ναυτικοί, ανάλογα με την περίπτωση, είτε μετέβησαν οδικώς στο διεθνές αεροδρόμιο του Schiphol στο Άμστερνταμ είτε αναχώρησαν από τον λιμένα με το συγκεκριμένο πλοίο.

36      Στο πλαίσιο αυτό, στη δεύτερη από τις ως άνω περιπτώσεις, τίθεται το ερώτημα πότε πρέπει να τίθεται επί των ταξιδιωτικών εγγράφων των ναυτικών αυτών η σφραγίδα εξόδου που προβλέπει το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν.

37      Οι J. κ.λπ., καθώς και η Ελληνική Κυβέρνηση, υποστηρίζουν ότι οι ναυτικοί τους οποίους αφορά η υπόθεση της κύριας δίκης εξέρχονται από τη ζώνη Σένγκεν κατά το χρονικό σημείο της ναυτολόγησής τους σε ένα από τα πλοία που είναι ελλιμενισμένα στον λιμένα του Ρότερνταμ, διότι κατά το χρονικό αυτό σημείο διέρχονται τα εξωτερικά σύνορα που βρίσκονται στον λιμένα αυτόν εμφανιζόμενοι σε συνοριακό σημείο διέλευσης. Επομένως, η σφραγίδα εξόδου που προβλέπεται στη διάταξη αυτή πρέπει να τίθεται επί των ταξιδιωτικών εγγράφων των εν λόγω ναυτικών κατά την ημερομηνία της ναυτολόγησής τους, ανεξαρτήτως του χρονικού σημείου του απόπλου του συγκεκριμένου πλοίου.

38      Αντιθέτως, η Ολλανδική και η Γερμανική Κυβέρνηση, καθώς και η Επιτροπή υποστηρίζουν, κατ’ ουσίαν, ότι οι ναυτικοί τους οποίους αφορά η υπόθεση της κύριας δίκης εξέρχονται από τη ζώνη Σένγκεν κατά το χρονικό σημείο που το πλοίο στο οποίο ναυτολογήθηκαν εξέρχεται πράγματι από τον συγκεκριμένο θαλάσσιο λιμένα με τους εν λόγω ναυτικούς εντός του πλοίου. Συναφώς, οι κυβερνήσεις αυτές υπογραμμίζουν ότι, για να υπάρξει έξοδος από τον χώρο αυτόν, οι εν λόγω ναυτικοί πρέπει να διέλθουν από τα εξωτερικά γεωγραφικά σύνορα του χώρου Σένγκεν, τα οποία δεν καθορίζονται από τον κώδικα συνόρων του Σένγκεν, αλλά από τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, η οποία καθορίζει τα σύνορα αυτά σε απόσταση, κατ’ αρχήν, δώδεκα ναυτικών μιλίων, μετρούμενων από γραμμές βάσεως καθοριζόμενες σύμφωνα με την εν λόγω σύμβαση εντός των χωρικών υδάτων των οικείων κρατών μελών. Επομένως, η σφραγίδα εξόδου που προβλέπεται στο άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα αυτού πρέπει να τίθεται επί των ταξιδιωτικών εγγράφων των ναυτικών αυτών, αντιστοίχως, κατά την Ολλανδική Κυβέρνηση και την Επιτροπή, εντός εύλογης προθεσμίας ή κατά το διάστημα πριν από τον επικείμενο απόπλου του εν λόγω πλοίου. Η Γερμανική Κυβέρνηση εκτιμά ότι η σφραγίδα αυτή πρέπει να τίθεται την ημέρα της εξόδου από τη ζώνη Σένγκεν, όταν καθοριστεί η ημερομηνία απόπλου του πλοίου αυτού.

39      Προκειμένου να καθοριστεί το χρονικό σημείο κατά το οποίο πρέπει να τίθεται σφραγίδα εξόδου, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, στα ταξιδιωτικά έγγραφα ναυτικού ο οποίος βρίσκεται στην κατάσταση που εκτίθεται στη σκέψη 28 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να εξεταστεί, κατ’ αρχάς, σε ποιο χρονικό σημείο πρέπει να θεωρηθεί ότι ο εν λόγω ναυτικός εξήλθε από τη ζώνη Σένγκεν, προκειμένου, στη συνέχεια, να καθοριστεί, αναλόγως του χρονικού σημείου της εξόδου αυτής, το χρονικό σημείο κατά το οποίο πρέπει να τεθεί από τις αρμόδιες εθνικές αρχές η σφραγίδα εξόδου που προβλέπει η διάταξη αυτή.

40      Όσον αφορά, πρώτον, τον καθορισμό του χρονικού σημείου της εξόδου από τη ζώνη Σένγκεν, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, από τις επιταγές τόσο της ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης όσο και της αρχής της ισότητας προκύπτει ότι το γράμμα διατάξεως του δικαίου της Ένωσης που δεν περιέχει καμία ρητή παραπομπή στο δίκαιο των κρατών μελών για τον προσδιορισμό της έννοιας και του περιεχομένου της πρέπει κατά κανόνα να ερμηνεύεται, σε ολόκληρη την Ένωση, κατά τρόπο αυτοτελή και ομοιόμορφο, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού που δίδεται εντός των κρατών μελών, λαμβανομένου υπόψη του γράμματος της εν λόγω διάταξης, καθώς και του πλαισίου της και των σκοπών που επιδιώκει η ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος [πρβλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 9ης Νοεμβρίου 2017, Maio Marques da Rosa, C-306/16, EU:C:2017:844, σκέψη 38, και της 3ης Οκτωβρίου 2019, X (Eπί μακρόν διαμένοντες – Σταθεροί, τακτικοί και επαρκείς πόροι), C-302/18, EU:C:2019:830, σκέψη 26].

41      Επομένως, ελλείψει παραπομπής του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν στο εθνικό δίκαιο, η έννοια της «εξόδου» που περιλαμβάνεται στη διάταξη αυτή πρέπει να θεωρηθεί ως αυτοτελής έννοια του δικαίου της Ένωσης, της οποίας το νόημα και το περιεχόμενο πρέπει να είναι πανομοιότυπα σε όλα τα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, εναπόκειται στο Δικαστήριο να ερμηνεύσει τον όρο αυτόν κατά τρόπο ενιαίο στην έννομη τάξη της Ένωσης.

42      Όσον αφορά, πρώτον, το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, εφόσον ούτε η διάταξη αυτή ούτε καμία άλλη διάταξη του κώδικα αυτού, ειδικότερα το άρθρο του 2, περιλαμβάνουν ορισμό της έννοιας της «εξόδου» από τη ζώνη Σένγκεν, ο προσδιορισμός της σημασίας και του περιεχομένου της έννοιας αυτής πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τη συνήθη έννοια που έχουν στην καθημερινή γλώσσα (πρβλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 26ης Ιουλίου 2017, Jafari, C-646/16, EU:C:2017:586, σκέψη 73, της 29ης Ιουλίου 2019, Spiegel Online, C-516/17, EU:C:2019:625, σκέψη 65, και της 12ης Σεπτεμβρίου 2019, Koton Mağazacilik Tekstil Sanayi ve Ticaret κατά EUIPO, C‑104/18 P, EU:C:2019:724, σκέψη 43).

43      Ωστόσο, υπό τη συνήθη σημασία της, η έννοια της «εξόδου» από τη ζώνη Σένγκεν δεν παρουσιάζει αμφισημία και πρέπει να γίνεται αντιληπτή ως αναφερόμενη στη φυσική μετακίνηση ενός προσώπου από τόπο ευρισκόμενο εντός του εδάφους της Ένωσης προς τόπο ευρισκόμενο εκτός του εδάφους αυτού (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις της 4ης Μαΐου 2017, El Dakkak και Intercontinental, C-17/16, EU:C:2017:341, σκέψεις 19 έως 21, καθώς και της 31ης Μαΐου 2018, Zheng, C-190/17, EU:C:2018:357, σκέψη 30).

44      Όσον αφορά, στη συνέχεια, το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, επισημαίνεται εισαγωγικά ότι από το άρθρο 2, σημείο 11, και από το άρθρο 6, παράγραφος 2, του κώδικα αυτού συνάγεται ότι ένα πρόσωπο δεν εξέρχεται από τη ζώνη Σένγκεν ενόσω διαμένει στο έδαφος κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης αυτής, δεδομένου ότι οι διατάξεις αυτές εξομοιώνουν τη ζώνη Σένγκεν με το «έδαφος των κρατών μελών».

45      Επομένως, το γεγονός και μόνον ότι ένα πρόσωπο διήλθε από ένα «συνοριακό σημείο διέλευσης», κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 8, του εν λόγω κώδικα, όπου ασκήθηκε, όπως προκύπτει από τη σκέψη 32 της παρούσας αποφάσεως, ο επιβαλλόμενος από τον κώδικα αυτόν έλεγχος στα εξωτερικά σύνορα, δεν σημαίνει ότι το πρόσωπο αυτό εξήλθε από τη ζώνη Σένγκεν εάν διαμένει ακόμη σε τμήμα του εδάφους ενός κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης αυτής.

46      Επομένως, ένας ναυτικός ο οποίος, μετά την είσοδό του στο έδαφος της ζώνης Σένγκεν από διεθνή αερολιμένα ευρισκόμενο σε κράτος που αποτελεί μέρος της ζώνης αυτής, διαμένει σε πλοίο ελλιμενισμένο σε έναν από τους θαλάσσιους λιμένες του κράτους αυτού, για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο εκτελεί την εργασία του εντός του πλοίου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εξήλθε από τη ζώνη Σένγκεν.

47      Βεβαίως, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως, το άρθρο 2, σημείο 2, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν ορίζει ως «εξωτερικά σύνορα» της ζώνης Σένγκεν, αφενός, τα χερσαία και θαλάσσια σύνορα των κρατών μελών και, αφετέρου, μεταξύ άλλων, τους αερολιμένες και τους θαλάσσιους λιμένες τους, εφόσον δεν αποτελούν εσωτερικά σύνορα.

48      Εντούτοις, η διάταξη αυτή, όπως προκύπτει από το γράμμα της, αποσκοπεί αποκλειστικά στη σύνδεση ορισμένων αερολιμένων και λιμένων των κρατών που μετέχουν στη ζώνη Σένγκεν με τα εξωτερικά σύνορά της, με μοναδικό σκοπό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, ΣΛΕΕ, να διευκολυνθεί η συγκεκριμένη εφαρμογή των ελέγχων των προσώπων που διέρχονται από τα εξωτερικά σύνορα της ζώνης Σένγκεν.

49      Συγκεκριμένα, όπως προβάλλουν, κατ’ ουσίαν, η Ολλανδική και η Γερμανική Κυβέρνηση, οι έλεγχοι σχετικά με τη διέλευση των συνόρων των κρατών μελών που αποτελούν εξωτερικά σύνορα της ζώνης Σένγκεν πρέπει να πραγματοποιούνται σε τόπο που καθιστά δυνατή την πρακτική και αποτελεσματική οργάνωσή τους, χωρίς να πρέπει κατ’ ανάγκην ο τόπος αυτός να συμπίπτει με τον τόπο της διέλευσής τους.

50      Συναφώς, επισημαίνεται ότι, δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, και του άρθρου 19 του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, σε συνδυασμό με το παράρτημα VI του κώδικα αυτού, ο έλεγχος των θαλάσσιων συνόρων των κρατών μελών μπορεί να διενεργείται, κατά παρέκκλιση, εκτός των συνοριακών σημείων διέλευσης που αναφέρονται στο άρθρο 2, σημείο 8, του εν λόγω κώδικα, δεδομένου ότι το σημείο 3.1.1 του παραρτήματος αυτού διευκρινίζει συναφώς ότι οι έλεγχοι των σκαφών μπορούν να πραγματοποιούνται, ανάλογα με την περίπτωση, στον λιμένα άφιξης ή αναχώρησης, σε χώρο που προβλέπεται για τον σκοπό αυτόν και ο οποίος ευρίσκεται σε άμεση εγγύτητα με το σκάφος, επί του σκάφους εντός των χωρικών υδάτων, όπως αυτά ορίζονται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, κατά τη διάρκεια του διάπλου ή, ακόμη, αν έχει συναφθεί σχετική συμφωνία, στο έδαφος τρίτης χώρας, κατά την άφιξη ή την αναχώρηση του σκάφους.

51      Περαιτέρω, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, σε συνδυασμό με το άρθρο 2, σημεία 8 και 10, του κώδικα αυτού, οι έλεγχοι στα εξωτερικά σύνορα της ζώνης Σένγκεν διεξάγονται, κατ’ αρχήν, στα επιτρεπόμενα από τα κράτη μέλη συνοριακά σημεία «για» τη διέλευση των συνόρων αυτών και πραγματοποιούνται «αποκλειστικώς συνεπεία πρόθεσης διέλευσης» των εν λόγω συνόρων ή «συνεπεία διέλευσης».

52      Από τα προεκτεθέντα συνάγεται ότι ο κώδικας συνόρων του Σένγκεν στηρίζεται στην παραδοχή ότι μετά τον έλεγχο των υπηκόων τρίτων χωρών σε συνοριακό σημείο διέλευσης θα ακολουθήσει σε σύντομο χρονικό διάστημα, ακόμη και αν ο ενδιαφερόμενος διαμένει προσωρινά στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους, η πραγματική διέλευση των εξωτερικών συνόρων της ζώνης Σένγκεν.

53      Υπ’ αυτό το πρίσμα, η παρουσία ενός προσώπου σε συνοριακό σημείο διέλευσης θαλάσσιου λιμένα κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης Σένγκεν δεν μπορεί, αυτή καθεαυτήν, να εξομοιωθεί με έξοδο του προσώπου αυτού από τη ζώνη Σένγκεν, αλλά μπορεί ίσως να μαρτυρά την πρόθεσή του, στις περισσότερες περιπτώσεις, να εξέλθει από τη ζώνη αυτή σε σύντομο χρονικό διάστημα.

54      Εν προκειμένω, ωστόσο, δεν αμφισβητείται ότι ναυτικός ο οποίος προσλαμβάνεται για να εργαστεί σε πλοίο το οποίο είναι ελλιμενισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θαλάσσιο λιμένα δεν έχει την πρόθεση, κατά το χρονικό σημείο της εμφάνισής του, για τους σκοπούς της ναυτολόγησής του στο πλοίο αυτό, σε συνοριακό σημείο διέλευσης του εν λόγω θαλάσσιου λιμένα, να εξέλθει σε σύντομο χρονικό διάστημα από το έδαφος του οικείου κράτους μέλους και, με τον ίδιο τρόπο, από τη ζώνη Σένγκεν.

55      Τέλος, όσον αφορά τον σκοπό που επιδιώκει το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, υπενθυμίζεται ότι ο κώδικας αυτός εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης χωρίς εσωτερικά σύνορα, μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 2, ΣΕΕ και το άρθρο 67, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων σε συνδυασμό με κατάλληλα μέτρα, ιδίως όσον αφορά τους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα (πρβλ. απόφαση της 14ης Ιουνίου 2012, Association nationale d’assistance aux frontières pour les étrangers, C‑606/10, EU:C:2012:348, σκέψη 25).

56      Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 6 του εν λόγω κώδικα, ο έλεγχος των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών δεν γίνεται μόνον προς το συμφέρον των κρατών μελών στα εξωτερικά σύνορα των οποίων ασκείται, αλλά και προς το συμφέρον όλων των κρατών μελών που έχουν καταργήσει τον έλεγχο στα εσωτερικά τους σύνορα (πρβλ. απόφαση της 14ης Ιουνίου 2012, Association nationale d’assistance aux frontières pour les étrangers, C-606/10, EU:C:2012:348, σκέψη 24).

57      Στο πλαίσιο αυτό, οι έλεγχοι που πραγματοποιούνται στα συνοριακά σημεία διέλευσης στο πλαίσιο των συνοριακών ελέγχων αποσκοπούν, κατά το άρθρο 2, σημείο 11, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, στο να εξακριβωθεί ότι τα πρόσωπα δικαιούνται να εισέλθουν στην επικράτεια των κρατών μελών ή να την εγκαταλείψουν.

58      Όπως, όμως, προκύπτει από το άρθρο 6, παράγραφος 1, του εν λόγω κώδικα, οι υπήκοοι τρίτων χωρών μπορούν να διαμείνουν στο έδαφος της ζώνης Σένγκεν για διάστημα που δεν υπερβαίνει σε διάρκεια τις 90 ημέρες εντός περιόδου 180 ημερών, πράγμα που συνεπάγεται ότι πρέπει να εξετάζεται η περίοδος των 180 ημερών που προηγείται κάθε ημέρας διαμονής.

59      Συναφώς, το άρθρο 6, παράγραφος 2, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν διευκρινίζει ότι, για τον υπολογισμό της τηρήσεως αυτής της μέγιστης επιτρεπόμενης διάρκειας διαμονής, η «ημερομηνία εισόδου» και η «ημερομηνία εξόδου» αντιστοιχούν στην «πρώτη ημέρα παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών» και στην «τελευταία ημέρα παραμονής στην επικράτεια των κρατών μελών».

60      Προκειμένου να διασφαλιστεί η τήρηση των διατάξεων αυτών, το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν θεσπίζει την αρχή κατά την οποία στα ταξιδιωτικά έγγραφα των υπηκόων τρίτων χωρών πρέπει να τίθενται συστηματικά σφραγίδες εισόδου και εξόδου, προκειμένου να αποδεικνύεται με ασφάλεια, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 15 του κώδικα αυτού, η ημερομηνία και το σημείο διέλευσης των εξωτερικών συνόρων.

61      Κατά το άρθρο 8, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, σημείο iii, και στοιχείο ηʹ, σημείο ii, του εν λόγω κώδικα, η εξέταση των σφραγίδων εισόδου και εξόδου του ταξιδιωτικού εγγράφου του συγκεκριμένου υπηκόου τρίτης χώρας αποσκοπεί στο να εξακριβωθεί, με σύγκριση των ημερομηνιών εισόδου και εξόδου, ότι αυτός δεν έχει υπερβεί την ανώτατη διάρκεια επιτρεπόμενης παραμονής εντός της ζώνης Σένγκεν.

62      Επομένως, η επίθεση σφραγίδων εισόδου και εξόδου συνδέεται στενά με την άσκηση από τις αρμόδιες εθνικές αρχές της αποστολής τους να ελέγχουν, μεταξύ άλλων, τη διαμονή μικρής διάρκειας στη ζώνη Σένγκεν, με κύριο σκοπό, κατά το άρθρο 13, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, την καταπολέμηση, ιδίως, των μη επιτρεπόμενων διελεύσεων (πρβλ. απόφαση της 4ης Σεπτεμβρίου 2014, Air Baltic Corporation, C-575/12, EU:C:2014:2155, σκέψεις 50 και 51).

63      Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας εξήλθε από τη ζώνη Σένγκεν ενώ διαμένει ακόμη στο έδαφος κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης αυτής, διότι άλλως θα επιτρεπόταν στον υπήκοο αυτόν, κατά παράβαση του σκοπού που επιδιώκει το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, να διαμείνει στη ζώνη Σένγκεν πέραν της μέγιστης επιτρεπόμενης διάρκειας διαμονής.

64      Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ναυτικός ο οποίος ναυτολογείται σε πλοίο ελλιμενισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θαλάσσιο λιμένα κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης Σένγκεν και διαμένει στον λιμένα αυτόν κατά τη διάρκεια ολόκληρης ή μέρους της περιόδου για την οποία ναυτολογήθηκε για να εργαστεί στο πλοίο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εξήλθε από τη ζώνη αυτή κατά το χρονικό σημείο της ναυτολόγησής του.

65      Το συμπέρασμα αυτό δεν αίρεται από τις εισάγουσες παρεκκλίσεις διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, στοιχείο γʹ, στο άρθρο 11, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, και στο άρθρο 20, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, σε συνδυασμό με το παράρτημα VII, σημείο 3, του κώδικα αυτού, σχετικά με τη διαμονή στην ξηρά των ναυτικών που είναι ναυτολογημένοι σε πλοίο το οποίο έχει σταθμεύσει σε θαλάσσιο λιμένα.

66      Συγκεκριμένα, δεν αμφισβητείται ότι οι διατάξεις αυτές, οι οποίες, κατ’ ουσίαν, αποσκοπούν στην απλούστευση των ελέγχων των ναυτικών που διαμένουν στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους μόνον κατά τον ελλιμενισμό του πλοίου και εντός της ζώνης του λιμένα, απαλλάσσοντάς τους, μεταξύ άλλων, από την υποχρέωση να σφραγίζουν κατά την είσοδο ή έξοδο τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα, δεν έχουν εφαρμογή στους ναυτικούς οι οποίοι εργάζονται σε πλοίο το οποίο είναι ελλιμενισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θαλάσσιο λιμένα.

67      Για τους ίδιους λόγους, δεν ασκούν επιρροή στο συμπέρασμα που συνάγεται στη σκέψη 64 της παρούσας αποφάσεως ούτε οι διατάξεις των άρθρων 35 και 36, καθώς και του παραρτήματος IX του κώδικα θεωρήσεων σχετικά με τις θεωρήσεις που χορηγούνται στα εξωτερικά σύνορα και τις θεωρήσεις διέλευσης, καθόσον, εν πάση περιπτώσει, δεν αμφισβητείται ότι οι ναυτικοί τους οποίους αφορά η υπόθεση της κύριας δίκης δεν είχαν τέτοιες θεωρήσεις.

68      Όσον αφορά, δεύτερον, το χρονικό σημείο κατά το οποίο πρέπει να τίθεται η σφραγίδα εξόδου στα ταξιδιωτικά έγγραφα σε περίπτωση όπως αυτή που εκτίθεται στη σκέψη 28 της παρούσας αποφάσεως, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το γράμμα του άρθρου 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, η σφράγιση αυτή πρέπει να διενεργείται «κατά την έξοδο» από τη ζώνη Σένγκεν.

69      Επομένως, η σφραγίδα αυτή πρέπει να τίθεται επ’ ευκαιρία της εν λόγω εξόδου, η οποία αντιστοιχεί, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 44 έως 64 της παρούσας αποφάσεως, σε διέλευση των εξωτερικών συνόρων της ζώνης Σένγκεν.

70      Σύμφωνα, πάντως, με την παραδοχή που διαλαμβάνεται στη σκέψη 52 της παρούσας αποφάσεως, εφόσον αποδειχθεί ότι μετά τον έλεγχο των συγκεκριμένων προσώπων σε ένα συνοριακό σημείο διέλευσης δεν πρόκειται να ακολουθήσει σε σύντομο χρονικό διάστημα πραγματική διέλευση των εξωτερικών συνόρων της ζώνης Σένγκεν, οι αρμόδιες εθνικές αρχές πρέπει να θέσουν τη σφραγίδα εξόδου στα ταξιδιωτικά τους έγγραφα σε χρονικό σημείο που δεν απέχει πολύ από την εν λόγω διέλευση, προκειμένου να διασφαλιστεί, σύμφωνα με τον σκοπό που επιδιώκει ο κώδικας συνόρων του Σένγκεν, ο οποίος υπομνήσθηκε στις σκέψεις 60 έως 63 της παρούσας αποφάσεως αυτής, ότι οι εν λόγω αρχές εξακολουθούν να είναι σε θέση να ελέγξουν την πραγματική τήρηση των ορίων της διαμονής μικρής διάρκειας εντός της ζώνης Σένγκεν, λαμβάνοντας υπόψη την πραγματική διάρκεια διαμονής των προσώπων αυτών στο έδαφος της εν λόγω ζώνης.

71      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι ο ναυτικός που προσλαμβάνεται για να εργαστεί σε πλοίο ελλιμενισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θαλάσσιο λιμένα κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης Σένγκεν δεν σκοπεύει, κατά τον χρόνο της ναυτολόγησής του στο πλοίο αυτό, να εξέλθει από την εν λόγω ζώνη σε σύντομο χρονικό διάστημα. Επομένως, ο ναυτικός αυτός δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει να τεθεί σφραγίδα εξόδου στα ταξιδιωτικά του έγγραφα κατά το χρονικό σημείο της ναυτολόγησής του.

72      Η σφραγίδα αυτή πρέπει να τεθεί στα ταξιδιωτικά του έγγραφα μόνον όταν επίκειται η αναχώρηση του πλοίου αυτού από ένα τέτοιο θαλάσσιο λιμένα προς τόπο εκτός της ζώνης Σένγκεν.

73      Επισημαίνεται, συναφώς, ότι, όπως προκύπτει από το παράρτημα VI, σημείο 3.1.5, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν, ο πλοίαρχος του πλοίου οφείλει να ενημερώσει την αρμόδια αρχή για την αναχώρηση του πλοίου «εγκαίρως», σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν στον συγκεκριμένο λιμένα.

74      Επομένως, η σφραγίδα εξόδου που προβλέπει το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα αυτού πρέπει να τίθεται επί των ταξιδιωτικών εγγράφων ναυτικού που προσλαμβάνεται σε πλοίο ελλιμενισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θαλάσσιο λιμένα κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης Σένγκεν κατά το χρονικό σημείο που ο πλοίαρχος του συγκεκριμένου πλοίου ενημερώνει τις αρμόδιες εθνικές αρχές για την επικείμενη αναχώρηση του πλοίου αυτού.

75      Κάθε άλλη ερμηνεία της διάταξης αυτής θα μπορούσε να διευκολύνει τις καταχρήσεις και τις καταστρατηγήσεις των κανόνων που θεσπίζει το δίκαιο της Ένωσης για τη διαμονή μικρής διάρκειας εντός της ζώνης Σένγκεν, επιτρέποντας σε κάθε ναυτικό υπήκοο τρίτης χώρας να διαμένει χωρίς χρονικό περιορισμό σε θαλάσσιο λιμένα κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης Σένγκεν.

76      Συνεπώς, στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κώδικα συνόρων του Σένγκεν έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση που ένας ναυτικός, υπήκοος τρίτης χώρας, ναυτολογείται σε πλοίο ελλιμενισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θαλάσσιο λιμένα κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης Σένγκεν, προκειμένου να εργαστεί στο πλοίο πριν αναχωρήσει από τον εν λόγω λιμένα με το εν λόγω πλοίο, η σφραγίδα εξόδου, οσάκις η σφράγιση προβλέπεται από τον κώδικα αυτόν, δεν πρέπει να τίθεται στα ταξιδιωτικά έγγραφα του ναυτικού κατά το χρονικό σημείο της ναυτολόγησής του, αλλά κατά το χρονικό σημείο που ο πλοίαρχος του πλοίου ενημερώνει τις αρμόδιες εθνικές αρχές για την επικείμενη αναχώρηση του πλοίου.

 Επί των δικαστικών εξόδων

77      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 11, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/399 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2016, περί κώδικα της Ένωσης σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (κώδικας συνόρων του Σένγκεν), έχει την έννοια ότι, σε περίπτωση που ένας ναυτικός, υπήκοος τρίτης χώρας, ναυτολογείται σε πλοίο ελλιμενισμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε θαλάσσιο λιμένα κράτους που αποτελεί μέρος της ζώνης Σένγκεν, προκειμένου να εργαστεί στο πλοίο πριν αναχωρήσει από τον εν λόγω λιμένα με το εν λόγω πλοίο, η σφραγίδα εξόδου, οσάκις η σφράγιση προβλέπεται από τον κώδικα αυτόν, δεν πρέπει να τίθεται στα ταξιδιωτικά έγγραφα του ναυτικού κατά το χρονικό σημείο της ναυτολόγησής του, αλλά κατά το χρονικό σημείο που ο πλοίαρχος του πλοίου ενημερώνει τις αρμόδιες εθνικές αρχές για την επικείμενη αναχώρηση του πλοίου.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική.