Language of document :

Προσωρινό κείμενο

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

LAILA MEDINA

της 11ης Απριλίου 2024 (1)

Υπόθεση C109/23 [Jemerak] (i)

GM,

ON

κατά

PR

[Αίτηση του Landgericht Berlin (πρωτοδικείου Βερολίνου, Γερμανία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας – Περιοριστικά μέτρα – Ενέργειες της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία – Κανονισμός (ΕΕ) 833/2014 του Συμβουλίου – Άρθρο 5ιδ, παράγραφοι 2 και 6 – Απαγόρευση παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών σε νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία – Εξαίρεση – Υπηρεσίες που είναι απολύτως αναγκαίες για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε δικαστικές, διοικητικές ή διαιτητικές διαδικασίες σε κράτος μέλος – Κατάρτιση και εκτέλεση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου – Διερμηνέας ο οποίος επικουρεί τον συμβολαιογράφο – Άρθρο 17, παράγραφος 1, του Χάρτη»






I.      Εισαγωγή

1.        Η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΕ) 833/2014 (2), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/1904 (3), σχετικά με περιοριστικά μέτρα που θέσπισε το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία.

2.        Η αίτηση υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, των GM και ON, υποψήφιων αγοραστών ενός διαμερίσματος που βρίσκεται στο Βερολίνο (Γερμανία) και, αφετέρου, του PR, συμβολαιογράφου ο οποίος αρνήθηκε να καταρτίσει και να εκτελέσει συμβολαιογραφική πράξη πώλησης του εν λόγω διαμερίσματος για τον λόγο ότι η πωλήτρια ήταν νομικό πρόσωπο με έδρα στη Ρωσία.

3.        Στην υπό κρίση υπόθεση είναι αναγκαία η ερμηνεία του όρου «υπηρεσίες νομικών συμβουλών», κατά το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, ιδίως προκειμένου να εξακριβωθεί εάν απαγορεύεται, δυνάμει της διάταξης αυτής, η κατάρτιση και εκτέλεση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης η οποία αφορά τη μεταβίβαση ακινήτου που ανήκει σε νομικό πρόσωπο εδρεύον στη Ρωσία.

4.        Εάν απαγορεύεται η ως άνω πράξη, τίθεται το ζήτημα μήπως, παρά ταύτα, η κατάρτιση και εκτέλεσή της είναι δυνατή κατ’ εξαίρεση δυνάμει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 6, του ως άνω κανονισμού. Κατ’ ουσίαν, το άρθρο αυτό επιτρέπει την παροχή υπηρεσιών νομικών συμβουλών οι οποίες είναι απολύτως αναγκαίες για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε δικαστικές, διοικητικές ή διαιτητικές διαδικασίες.

5.        Αντίστοιχα ερωτήματα τίθενται, βάσει των δύο ανωτέρω διατάξεων, και όσον αφορά την παρεχόμενη από διερμηνέα συνδρομή στους δικαιοπρακτούντες που δεν γνωρίζουν επαρκώς τη γλώσσα στην οποία διεξάγεται η διαδικασία κατάρτισης της πράξης ενώπιον συμβολαιογράφου.

II.    Το νομικό πλαίσιο

6.         Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 2, 3, 19 και 22 του κανονισμού 2022/1904 έχουν ως εξής:

«(1)      Την 31η Ιουλίου 2014 το Συμβούλιο εξέδωσε τον κανονισμό [833/2014].

(2)      Ο κανονισμός [833/2014] θέτει σε εφαρμογή ορισμένα μέτρα που προβλέπονται στην απόφαση 2014/512/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου. […]

(3)      Ως απάντηση στη συνέχιση της επίθεσης της Ρωσικής Ομοσπονδίας κατά της Ουκρανίας, τη διοργάνωση παράνομων εικονικών “δημοψηφισμάτων” στα τμήματα των περιοχών Ντονέτσκ, Χερσώνας, Λουχάνσκ και Ζαπορίζια που επί του παρόντος κατέχει παράνομα η Ρωσική Ομοσπονδία, στην παράνομη προσάρτηση αυτών των ουκρανικών εδαφών από τη Ρωσική Ομοσπονδία, καθώς και την επιστράτευση στη Ρωσική Ομοσπονδία και τις επαναλαμβανόμενες απειλές χρήσης όπλων μαζικής καταστροφής, στις 6 Οκτωβρίου 2022 το Συμβούλιο εξέδωσε την απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2022/1909 για την τροποποίηση της απόφασης 2014/512/ΚΕΠΠΑ.

[…]

(19)      […] η απόφαση (ΚΕΠΠΑ) 2022/1909 επεκτείνει την ισχύουσα απαγόρευση παροχής ορισμένων υπηρεσιών στη Ρωσική Ομοσπονδία, απαγορεύοντας την παροχή αρχιτεκτονικών υπηρεσιών και υπηρεσιών μηχανικού, καθώς και συμβουλευτικών υπηρεσιών ΤΠ και υπηρεσιών νομικών συμβουλών. […] Οι “υπηρεσίες νομικών συμβουλών” καλύπτουν την παροχή νομικών συμβουλών σε πελάτες σε εξωδικαστικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών συναλλαγών, που αφορούν την εφαρμογή ή την ερμηνεία του δικαίου· συμμετοχή από κοινού με πελάτες ή εξ ονόματος πελατών σε εμπορικές συναλλαγές, διαπραγματεύσεις και άλλες συναλλαγές με τρίτους· και σύνταξη, επικύρωση και επαλήθευση νομικών εγγράφων. Στις “υπηρεσίες νομικών συμβουλών” δεν περιλαμβάνονται η εκπροσώπηση, η παροχή συμβουλών, η σύνταξη εγγράφων και η επαλήθευση εγγράφων στο πλαίσιο υπηρεσιών νομικής εκπροσώπησης, ιδίως σε υποθέσεις ή διαδικασίες ενώπιον διοικητικών υπηρεσιών, δικαστηρίων, άλλων δεόντως συσταθέντων επίσημων δικαιοδοτικών οργάνων, ή σε διαδικασίες διαιτησίας ή διαμεσολάβησης.

[…]

(22)      Επομένως, ο κανονισμός [833/2014] θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.»

7.        Το άρθρο 1, παράγραφος 12, του κανονισμού 2022/1904 προβλέπει τα εξής:

«Το άρθρο 5ιδ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

“Άρθρο 5ιδ

[…]

2.      Απαγορεύεται η άμεση ή έμμεση παροχή […] υπηρεσιών νομικών συμβουλών […]:

[…]

β)      σε νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία.

[…]

6.      Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν ισχύουν για την παροχή υπηρεσιών που είναι απολύτως αναγκαίες για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε δικαστικές, διοικητικές ή διαιτητικές διαδικασίες σε ένα κράτος μέλος, […] υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω παροχή υπηρεσιών συνάδει προς τους στόχους του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 269/2014 του Συμβουλίου […]

[…]”».

III. Τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία και τα προδικαστικά ερωτήματα

8.        Η GM και ο ON είναι Γερμανοί υπήκοοι που προτίθεντο να αποκτήσουν ένα διαμέρισμα στο Βερολίνο. Το εν λόγω διαμέρισμα είναι εγγεγραμμένο στο κτηματολόγιο του Schöneberg, το οποίο τηρείται στο Amtsgericht Schöneberg (ειρηνοδικείο Schöneberg, Γερμανία). Ιδιοκτήτρια του διαμερίσματος είναι, σύμφωνα με το κτηματολόγιο, η Visit-Moscow Ltd, εταιρία περιορισμένης ευθύνης εγκατεστημένη στη Μόσχα (Ρωσία).

9.        Για τις ανάγκες της συναλλαγής αυτής, η GM, ο ON και η Visit-Moscow ζήτησαν από τον PR, συμβολαιογράφο Βερολίνου, να καταρτίσει συμβολαιογραφική πράξη με την οποία να βεβαιώνει το περιεχόμενο της μεταξύ τους σύμβασης πώλησης, ήτοι το αντικείμενο της πώλησης, το τίμημα αγοράς και άλλες συμβατικές ρήτρες. Του ζήτησαν επίσης να προβεί στην εκτέλεση της σύμβασης μετά την κατάρτισή της, η οποία συνίστατο στην καταχώριση στο κτηματολόγιο της πράξης μεταβίβασης του διαμερίσματος υπέρ των αγοραστών, στην εξάλειψη των υφιστάμενων βαρών επί του ακινήτου και στη διασφάλιση με μεσεγγύηση του τιμήματος αγοράς και της καταβολής του στον πωλητή.

10.      Ωστόσο, ο PR πληροφόρησε τους συμβαλλομένους ότι αρνείται προσωρινά να προβεί στην κατάρτιση και, ως εκ τούτου, στην εκτέλεση της συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης. Κατά την άποψή του, δεν μπορούσε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η κατάρτιση της πράξης αυτής να παραβιάζει την προβλεπόμενη στο άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 απαγόρευση άμεσης ή έμμεσης παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών σε νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία. Ο PR απέρριψε επίσης τις αντιρρήσεις που προέβαλαν ακολούθως οι συμβαλλόμενοι και παρέπεμψε, σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες, τη σχετική διαφορά στο Landgericht Berlin (πρωτοδικείο Βερολίνου, Γερμανία).

11.      Το Landgericht Berlin (πρωτοδικείο Βερολίνου), το οποίο είναι το αιτούν δικαστήριο στην υπό κρίση υπόθεση, εκτιμά ότι η διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί απαιτεί να δοθεί απάντηση στο ερώτημα εάν η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου καθώς και ορισμένες παρεπόμενες ενέργειες που πραγματοποιούνται για την εκτέλεσή της εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, διότι η πωλήτρια είναι νομικό πρόσωπο με έδρα στη Ρωσία. Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι είναι αναγκαίο εν συνεχεία να εξεταστεί εάν οι ενέργειες αυτές μπορούν να εξαιρεθούν από την εν λόγω απαγόρευση δυνάμει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 6, του ως άνω κανονισμού.

12.      Στη διάταξη περί παραπομπής, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, πρώτον, ότι πλείονες λόγοι συνηγορούν κατά της εφαρμογής της απαγόρευσης του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 επί των καθηκόντων που ασκεί ο συμβολαιογράφος βάσει του γερμανικού δικαίου. Συγκεκριμένα, το αιτούν δικαστήριο εκθέτει ότι οι συμβολαιογράφοι δεν παρέχουν υπηρεσία, αλλά ασκούν δημόσιο λειτούργημα. Διορίζονται ως ανεξάρτητοι δημόσιοι λειτουργοί επιφορτισμένοι με την κατάρτιση νομικών πράξεων και την εκτέλεση άλλων καθηκόντων στον τομέα της προληπτικής απονομής της δικαιοσύνης. Κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους, οι συμβολαιογράφοι δεν δύνανται να εκπροσωπούν συγκεκριμένο συμβαλλόμενο, αλλά, αντιθέτως, πρέπει να επιτελούν ανεξάρτητο και αμερόληπτο έργο έναντι όλων των εμπλεκόμενων προσώπων.

13.      Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, ακόμη και αν η δραστηριότητα των συμβολαιογράφων θεωρηθεί ως υπηρεσία νομικών συμβουλών βάσει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, η προβλεπόμενη στη διάταξη αυτή απαγόρευση δεν αφορά την κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου. Κατά το αιτούν δικαστήριο, για τη μεταβίβαση της κυριότητας διαμερίσματος στη Γερμανία, ο Bürgerliches Gesetzbuch (γερμανικός αστικός κώδικας) απαιτεί όχι μόνον την καταχώριση του αγοραστή στο κτηματολόγιο, αλλά και τη συμφωνία αμφοτέρων των συμβαλλομένων για τη μεταβίβαση της κυριότητας, η οποία με τη σειρά της πρέπει, κατά κανόνα, να καταρτιστεί ενώπιον συμβολαιογράφου. Επομένως, εάν η απαγόρευση του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 ίσχυε για την κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου, τα νομικά πρόσωπα με έδρα στη Ρωσία θα στερούνταν κάθε νομικής και πραγματικής δυνατότητας διάθεσης της περιουσίας τους, δεδομένου ότι η συμμετοχή συμβολαιογράφου είναι αναγκαία για την πώληση ακινήτου.

14.      Τρίτον, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, εν πάση περιπτώσει, το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014 –δυνάμει του οποίου εξαιρείται της προαναφερθείσας απαγόρευσης η παροχή υπηρεσιών που είναι απολύτως αναγκαίες για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε δικαστικές, διοικητικές ή διαιτητικές διαδικασίες σε κράτος μέλος– φαίνεται να έχει εφαρμογή επί των δραστηριοτήτων που ασκούν οι συμβολαιογράφοι. Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά το γερμανικό δίκαιο, η καταχώριση στο κτηματολόγιο αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη σύσταση και κτήση εμπράγματου δικαιώματος. Η τήρηση του κτηματολογίου αποτελεί δικαστική διαδικασία, στην οποία οι συμβολαιογράφοι διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο, δεδομένου ότι η αίτηση καταχώρισης στο κτηματολόγιο είναι έγκυρη μόνον εφόσον η σχετική δικαιοπραξία αποδεικνύεται με δημόσια έγγραφα ή με έγγραφα που έχουν επικυρωθεί από δημόσια αρχή. Τούτο συνεπάγεται ότι, κατά κανόνα, για την καταχώριση στο κτηματολόγιο απαιτείται η συμμετοχή συμβολαιογράφου.

15.      Τέλος, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, εντούτοις, ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε οδηγό με τον τίτλο «Frequently asked questions on provision of services concerning sanctions adopted following Russia’s military aggression against Ukraine» («Συχνές ερωτήσεις για την παροχή υπηρεσιών σε σχέση με την επιβολή κυρώσεων μετά τη στρατιωτική επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας») (4). Στον οδηγό αυτόν, η Επιτροπή εκφράζει την άποψη ότι η απαγόρευση του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 περιλαμβάνει τις υπηρεσίες που παρέχουν οι συμβολαιογράφοι σε νομικά πρόσωπα εδρεύοντα στη Ρωσία. Μολονότι η άποψη που εξέφρασε η Επιτροπή δεν είναι δεσμευτική, εντούτοις δημιουργεί σημαντική αβεβαιότητα ως προς την ορθή ερμηνεία της εν λόγω διάταξης. Η αβεβαιότητα αυτή επεκτείνεται και στα παρεπόμενα καθήκοντα που ασκούν συνήθως οι συμβολαιογράφοι για την εκτέλεση της σύμβασης πώλησης μετά την κατάρτισή της, καθώς και στις υπηρεσίες που παρέχουν διερμηνείς οι οποίοι επικουρούν κατά νόμο τους συμβαλλομένους που δεν γνωρίζουν τη γερμανική γλώσσα κατά την κατάρτιση σύμβασης πώλησης.

16.      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Landgericht Berlin (πρωτοδικείο Βερολίνου) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«(1)      Παραβιάζει Γερμανός συμβολαιογράφος την απαγόρευση άμεσης ή έμμεσης παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών σε νομικό πρόσωπο που έχει την έδρα του στη Ρωσία, σε περίπτωση που καταρτίζει συμβολαιογραφική πράξη πωλήσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας μεταξύ του εν λόγω προσώπου ως πωλητή και ενός υπηκόου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης;

(2)      Παραβιάζει διερμηνέας την απαγόρευση άμεσης ή έμμεσης παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών, σε περίπτωση που καλείται από τον συμβολαιογράφο στο πλαίσιο της καταρτίσεως συμβολαιογραφικής πράξεως πωλήσεως, προκειμένου να μεταφράσει το περιεχόμενο της διαδικασίας συντάξεως της συμβολαιογραφικής πράξεως στον εκπρόσωπο του νομικού προσώπου που έχει την έδρα του στη Ρωσία ο οποίος δεν κατέχει επαρκώς τη γερμανική γλώσσα;

(3)      Παραβιάζει ο συμβολαιογράφος την απαγόρευση άμεσης ή έμμεσης παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών σε περίπτωση που αναλαμβάνει και διενεργεί τις εκ του νόμου προβλεπόμενες συμβολαιογραφικές ενέργειες για την εκτέλεση της συμβάσεως πωλήσεως (π.χ. διεκπεραίωση της καταβολής του τιμήματος μέσω λογαριασμού μεσεγγυήσεως που τηρείται από τον συμβολαιογράφο, αίτηση προσκομίσεως εγγράφων εξαλείψεως υποθηκών και άλλων βαρών του αντικειμένου της πωλήσεως, υποβολή των απαραίτητων για τη μεταγραφή της μεταβιβάσεως της κυριότητας εγγράφων ενώπιον του φορέα που τηρεί το Grundbuch (κτηματολόγιο);»

17.      Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 23 Φεβρουαρίου 2023. Γραπτές παρατηρήσεις υπέβαλαν η Γερμανική, η Εσθονική, η Ολλανδική, η Πολωνική και η Φινλανδική Κυβέρνηση καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι διάδικοι της κύριας δίκης. Στις 25 Ιανουαρίου 2024 διεξήχθη επ’ ακροατηρίου συζήτηση, στην οποία κλήθηκε να μετάσχει και το Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 24, παράγραφος 2, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

IV.    Ανάλυση

18.      Με τα τρία προδικαστικά ερωτήματα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί διευκρινίσεις σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014.

19.      Κατ’ ουσίαν, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται εάν οι ενέργειες στις οποίες προβαίνει συμβολαιογράφος κράτους μέλους κατά την κατάρτιση σύμβασης πώλησης ακινήτου το οποίο ανήκει σε νομικό πρόσωπο εδρεύον στη Ρωσία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014. Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, το αιτούν δικαστήριο ζητεί εν συνεχεία να διευκρινιστεί εάν οι ενέργειες αυτές εμπίπτουν στην εξαίρεση από την εν λόγω απαγόρευση, την οποία προβλέπει το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού αυτού (πρώτο προδικαστικό ερώτημα).

20.      Επιπλέον, το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει στο Δικαστήριο τα ίδια ερωτήματα αναφορικά με τον διερμηνέα ο οποίος, κατά το εθνικό δίκαιο, επικουρεί τον συμβολαιογράφο κατά τη διαδικασία κατάρτισης της σύμβασης, εάν κάποιος από τους συμβαλλομένους δεν γνωρίζει επαρκώς τη γλώσσα της διαδικασίας (δεύτερο προδικαστικό ερώτημα).

21.      Τέλος, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται εάν η προαναφερθείσα απαγόρευση και η εξαίρεσή της ισχύουν για τις ενέργειες που ενδεχομένως ζητηθούν να πραγματοποιήσει ο συμβολαιογράφος για την εκτέλεση της σύμβασης πώλησης μετά την κατάρτισή της –για παράδειγμα τη διασφάλιση με μεσεγγύηση του τιμήματος αγοράς και της καταβολής του στον πωλητή, την εξάλειψη των υφιστάμενων βαρών επί του ακινήτου, και την καταχώριση στο κτηματολόγιο της πράξης μεταβίβασης του ακινήτου υπέρ των αγοραστών (τρίτο προδικαστικό ερώτημα).

22.      Δεδομένου ότι το πρώτο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα αφορούν ενέργειες του συμβολαιογράφου, ενώ το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα αφορά ενέργειες του διερμηνέα, θα εξετάσω αρχικά το πρώτο, στη συνέχεια το τρίτο και, τέλος, το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα.

Α.      Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

23.      Στο πλαίσιο του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο πρέπει να εξεταστεί εάν η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου το οποίο ανήκει σε νομικό πρόσωπο που έχει την έδρα του στη Ρωσία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της απαγόρευσης του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, εάν η κατάρτιση μιας τέτοιας πράξης εμπίπτει στην εξαίρεση από την εν λόγω απαγόρευση δυνάμει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού αυτού.

1.      Η απαγόρευση του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014

24.      Το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 ορίζει ότι απαγορεύεται η άμεση ή έμμεση παροχή υπηρεσιών νομικών συμβουλών σε νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία. Δεδομένου ότι από τη διάταξη περί παραπομπής προκύπτει ότι ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη που ζητούν την παροχή υπηρεσιών συμβολαιογράφου στην κύρια δίκη είναι νομικό πρόσωπο με έδρα στη Ρωσία, το ερώτημα αυτό απαιτεί κυρίως την ερμηνεία του όρου «υπηρεσίες νομικών συμβουλών» κατά την έννοια της διάταξης αυτής, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν η έννοιά της καταλαμβάνει την κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου.

25.      Κατά πάγια νομολογία, από τις επιταγές τόσο της ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης όσο και της αρχής της ισότητας συνάγεται ότι οι όροι διάταξης του δικαίου της Ένωσης που δεν περιέχει ρητή παραπομπή στο δίκαιο των κρατών μελών για τον προσδιορισμό της έννοιας και του πεδίου εφαρμογής της πρέπει κατά κανόνα να τυγχάνουν αυτοτελούς και ομοιόμορφης ερμηνείας σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση (5).

26.      Εν προκειμένω, καθόσον ο όρος «υπηρεσίες νομικών συμβουλών» περιέχεται μόνον στον κανονισμό 833/2014 και δεν γίνεται παραπομπή στο δίκαιο των κρατών μελών για τον προσδιορισμό της έννοιας και του πεδίου εφαρμογής του, πρέπει να θεωρηθεί ως αυτοτελής έννοια του δικαίου της Ένωσης η οποία πρέπει, επομένως, να ερμηνεύεται και να εφαρμόζεται με τον ίδιο τρόπο σε όλα τα κράτη μέλη. Επομένως, εναπόκειται στο Δικαστήριο να την ερμηνεύσει κατά τρόπο ομοιόμορφο στην έννομη τάξη της Ένωσης.

27.      Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει επανειλημμένα υπενθυμίσει τους ερμηνευτικούς κανόνες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την ερμηνεία μιας διάταξης του δικαίου της Ένωσης. Κατά πάγια νομολογία, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (6).

α)      Γραμματική ερμηνεία

28.      Όσον αφορά, κατ’ αρχάς, τη γραμματική ερμηνεία, πρέπει να επισημανθεί ότι ορισμός της έννοιας των «υπηρεσιών νομικών συμβουλών» δεν περιλαμβάνεται ούτε στο άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 ούτε σε οποιαδήποτε άλλη διάταξη του εν λόγω κανονισμού.

29.      Επεξήγηση του ως άνω όρου υπάρχει μόνο στην αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904, ο οποίος τροποποίησε τον κανονισμό 833/2014, μεταξύ άλλων, με την προσθήκη σε αυτόν του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2.

30.      Κατά την ως άνω αιτιολογική σκέψη, ως «υπηρεσίες νομικών συμβουλών» νοούνται: i) η παροχή νομικών συμβουλών σε πελάτες σε εξωδικαστικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών συναλλαγών, που αφορούν την εφαρμογή ή την ερμηνεία του δικαίου, ii) η συμμετοχή από κοινού με πελάτες ή εξ ονόματος πελατών σε εμπορικές συναλλαγές, διαπραγματεύσεις και άλλες συναλλαγές με τρίτους και iii) η σύνταξη, επικύρωση και επαλήθευση νομικών εγγράφων.

31.      Κατ’ αρχάς, όσον αφορά το ζήτημα αν η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης συνιστά παροχή νομικών συμβουλών σε πελάτες σε εξωδικαστικά ζητήματα, παρατηρώ ότι είναι κοινώς αποδεκτό ότι η κατάρτιση αυθεντικής πράξης –συμπεριλαμβανομένης της σύμβασης πώλησης ακινήτου– συνίσταται κατ’ ουσίαν στην επαλήθευση της συνδρομής όλων των απαιτούμενων εκ του νόμου προϋποθέσεων για τη σύνταξη της επίμαχης πράξης, καθώς και της ικανότητας δικαίου και της δικαιοπρακτικής ικανότητας των δικαιοπρακτούντων.

32.      Αυτή την έννοια έχει η διαδικασία κατάρτισης αυθεντικού εγγράφου, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου (7) και, ειδικότερα, από την εκ μέρους του αιτούντος δικαστηρίου περιγραφή της διαδικασίας αυτής στη γερμανική έννομη τάξη. Με την κατάρτιση του εγγράφου, προσδίδονται σ’ αυτό σημαντικά έννομα αποτελέσματα, ήτοι πλήρης αποδεικτική ισχύς και εκτελεστότητα (8). Στην περίπτωση της σύμβασης πώλησης, τα αποτελέσματα αυτά καλύπτουν κατά κανόνα την ταυτότητα και τη δικαιοπρακτική ικανότητα των συμβαλλομένων, τις δηλώσεις των συμβαλλομένων, τον προσδιορισμό και τα χαρακτηριστικά του αντικειμένου της πώλησης, το τίμημα της αγοράς, τη συναίνεση των συμβαλλομένων, καθώς και την ημερομηνία και τον τόπο κατάρτισης της πράξης (9).

33.      Από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει, επίσης, ότι πρέπει να γίνει δεκτό ότι αυθεντικά έγγραφα συντάσσονται εφόσον συναινούν οι δικαιοπρακτούντες ιδία βουλήσει (10).

34.      Πράγματι, το Δικαστήριο, εξετάζοντας τη φύση των δραστηριοτήτων συμβολαιογράφου που ασκούνται σε ορισμένα κράτη μέλη –μεταξύ των οποίων και στη Γερμανία (11) – έκρινε ότι οι δικαιοπρακτούντες αποφασίζουν οι ίδιοι, εντός των ορίων που θέτει ο νόμος, το περιεχόμενο των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών τους. Επιπλέον, επιλέγουν ελεύθερα τις διατυπώσεις στις οποίες επιθυμούν να υπαχθούν, όταν ζητούν από συμβολαιογράφο τη σύνταξη αυθεντικής πράξεως ή συμβολαίου. Η παρέμβαση του συμβολαιογράφου προϋποθέτει, συνεπώς –όπως έκρινε το Δικαστήριο– προηγούμενη συναίνεση ή εκούσια συμφωνία των δικαιοπρακτούντων (12), στην οποία δεν συμμετέχει ο συμβολαιογράφος.

35.      Δεδομένου ότι οι συμβολαιογράφοι δεν παρεμβαίνουν στη διαδικασία λήψης αποφάσεων των δικαιοπρακτούντων, η διαδικασία κατάρτισης συμβολαιογραφικής πράξης δεν μπορεί, αυτή καθεαυτήν, να θεωρηθεί νομική συμβουλή. Λαμβανομένου υπόψη του κοινού ορισμού που δίδεται στην έννοια αυτή (13), προκειμένου η κατάρτιση εγγράφου από συμβολαιογράφο να θεωρηθεί νομική συμβουλή, θα έπρεπε ο συμβολαιογράφος να παράσχει γνώμη, από νομική άποψη, ως προς το περιεχόμενο, για παράδειγμα, της συμφωνίας των δικαιοπρακτούντων κατά τον καθορισμό των συμβατικών ρητρών του συμβολαιογραφικού εγγράφου ή ως προς τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της συναλλαγής για τους συμβαλλομένους. Εντούτοις, η κατάρτιση αυθεντικού εγγράφου, μετά το πέρας της οποίας ο συμβολαιογράφος απλώς επιβεβαιώνει τη νομιμότητα της οικείας συναλλαγής και περιάπτει το έγγραφο με τον εκτελεστήριο τύπο (14), δεν αποτελεί νομική συμβουλή.

36.      Τούτο ισχύει ακόμη και όταν ο συμβολαιογράφος αρνείται να συντάξει αυθεντική πράξη ή συμβόλαιο που δεν πληροί τις απαιτούμενες εκ του νόμου προϋποθέσεις. Στην περίπτωση αυτή, το Δικαστήριο έχει τονίσει ιδιαίτερα ότι, κατόπιν της αρνήσεως αυτής, οι δικαιοπρακτούντες παραμένουν ελεύθεροι είτε να θεραπεύσουν τη διαπιστωθείσα έλλειψη νομιμότητας, είτε να τροποποιήσουν τις διατάξεις της επίμαχης πράξεως ή του επίμαχου συμβολαίου, ή ακόμη και να παραιτηθούν από την πράξη ή το συμβόλαιο (15).

37.      Κατά συνέπεια, η εργασία που εκτελεί ο συμβολαιογράφος κατά την κατάρτιση αυθεντικής πράξης πώλησης ακινήτου δεν εμπίπτει στο πρώτο σημείο της παρατιθέμενης στην αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904 επεξήγησης.

38.      Φρονώ ότι παρόμοιο συμπέρασμα ισχύει και ως προς το δεύτερο σημείο της επεξήγησης αυτής, το οποίο, όπως προεκτέθηκε, αφορά τη συμμετοχή από κοινού με πελάτες ή εξ ονόματος πελατών σε εμπορικές συναλλαγές, διαπραγματεύσεις και άλλες συναλλαγές με τρίτους. Κατά την κατάρτιση αυθεντικού εγγράφου, ο συμβολαιογράφος προδήλως δεν παρεμβαίνει, από κοινού με τους δικαιοπρακτούντες που ζητούν την κατάρτισή του ή ως αντιπρόσωπος αυτών, σε οποιαδήποτε συναλλαγή, διαπραγμάτευση ή συναλλαγή με τρίτους.

39.      Τέλος, όσον αφορά το τρίτο σημείο της παρατιθέμενης στην αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904 επεξήγησης, το οποίο αφορά τη σύνταξη, επικύρωση και επαλήθευση νομικών εγγράφων, είναι αληθές ότι, εκ πρώτης όψεως, πρόκειται για τις εργασίες που διενεργεί ο συμβολαιογράφος κατά τη διεκπεραίωση αιτήματος κατάρτισης αυθεντικής πράξης. Εντούτοις, φρονώ ότι τούτο δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης εμπίπτει στην απαγόρευση του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014.

40.      Πράγματι, πρέπει να επισημανθεί, όπως υποστήριξε το Συμβούλιο κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ότι, καθόσον η αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904 παρέχει επεξήγηση του όρου «υπηρεσίες νομικών συμβουλών» κατά την έννοια του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, κάθε αναφερόμενη στην επεξήγηση αυτή εργασία πρέπει να εμπεριέχει τα κύρια στοιχεία του όρου αυτού. Μεταξύ των στοιχείων αυτών διακρίνεται ο «συμβουλευτικός» χαρακτήρας των εν λόγω υπηρεσιών.

41.      Κατά συνέπεια, οι εργασίες που αφορούν τη σύνταξη, επικύρωση και επαλήθευση νομικών εγγράφων, όπως προκύπτουν από την αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904, πρέπει να περιλαμβάνουν το στοιχείο της νομικής συμβουλής προκειμένου να εμπίπτουν στην έννοια των «υπηρεσιών νομικών συμβουλών» κατά το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014.

42.      Εν προκειμένω, για λόγους παρόμοιους με τους εκτιθέμενους στο σημείο 30 των παρουσών προτάσεων, θεωρώ ότι η σύνταξη και επαλήθευση που καλείται να διενεργήσει ο συμβολαιογράφος κατά την κατάρτιση πράξης πώλησης ακινήτου δεν περιλαμβάνουν το συμβουλευτικό στοιχείο. Το στοιχείο αυτό δεν υφίσταται, κατ’ αρχήν, ούτε κατά την εκτέλεση καταρτισθείσας αυθεντικής πράξης, την οποία εξετάζω στο πλαίσιο του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος (16).

43.      Συναφώς είναι αληθές, αφενός, ότι, στο πλαίσιο διαδικασίας κατάρτισης αυθεντικού εγγράφου, ο συμβολαιογράφος οφείλει να εξακριβώνει τη βούληση των δικαιοπρακτούντων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αναπαράγει εγγράφως τις δηλώσεις τους υπό τυποποιημένη μορφή, γεγονός που συνεπάγεται ενδεχομένως τη σύνταξη και επαλήθευση νομικού εγγράφου. Εντούτοις, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, τούτο συμβαίνει αποκλειστικά για να διασφαλιστεί ότι το καταρτισθέν αυθεντικό έγγραφο συντάχθηκε σύμφωνα με τις απαιτούμενες εκ του νόμου διατυπώσεις (17), ώστε να έχει την εμπιστοσύνη του κοινού και να καταστεί πλήρως αξιόπιστο και εκτελεστό. Η σύνταξη και επαλήθευση νομικού εγγράφου στο πλαίσιο αυτό ασφαλώς και δεν συνεπάγεται την παροχή στους δικαιοπρακτούντες συμβουλών σχετικών με τον καλύτερο τρόπο για να διασφαλιστεί η ικανοποίηση της βούλησής τους, ιδίως σε συμβατικό επίπεδο.

44.      Αφετέρου, ακόμη και εάν απαιτείται να ενημερώνει ο συμβολαιογράφος τους δικαιοπρακτούντες, κατά τη διαδικασία κατάρτισης, για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και για τα αποτελέσματα που επάγεται η κατάρτιση αυθεντικού εγγράφου –όπως απαιτεί το γερμανικό δίκαιο, κατά τη διάταξη περί παραπομπής– η ενέργεια αυτή δεν περιλαμβάνει την παροχή συμβουλών για την προώθηση συγκεκριμένων συμφερόντων ενός ή αμφοτέρων των δικαιοπρακτούντων. Πρόκειται για επιβεβλημένο εκ του νόμου καθήκον, του οποίου ο σκοπός είναι επεξηγηματικός, ώστε οι δικαιοπρακτούντες να κατανοήσουν πλήρως τις συνέπειες της εν λόγω διαδικασίας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι συμβολαιογράφοι εγγυώνται επίσης ότι οι δικαιοπρακτούντες λαμβάνουν τεκμηριωμένη απόφαση για την ολοκλήρωση της συμφωνίας για την οποία είχαν προηγουμένως συναινέσει.

45.      Ασφαλώς, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο συμβολαιογράφος να παράσχει, στο πλαίσιο της διαδικασίας κατάρτισης, νομικές συμβουλές για θέματα που δεν σχετίζονται με την κατάρτιση αυθεντικής πράξης, και στην περίπτωση αυτή καθίσταται εφαρμοστέα η εν λόγω διάταξη. Πρόκειται, ωστόσο, για στοιχείο το οποίο, από εννοιολογικής άποψης, διαφέρει από την κατάρτιση αυτή καθεαυτήν και το οποίο δύναται να εκτιμηθεί μόνον από το δικαστήριο που θα επιληφθεί του ζητήματος υπό το πρίσμα των συγκεκριμένων περιστάσεων ορισμένης υπόθεσης.

46.      Ως εκ τούτου, φρονώ ότι η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου δεν εμπίπτει στο τρίτο σημείο της παρατιθέμενης στην αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904 επεξήγησης, εφόσον ο συμβολαιογράφος, στο πλαίσιο της διαδικασίας κατάρτισης, δεν παρέχει νομικές συμβουλές για θέματα που δεν σχετίζονται με την κατάρτιση αυθεντικής πράξης.

47.      Επομένως, δεδομένου ότι καμία από τις δραστηριότητες που περιγράφονται στην εν λόγω αιτιολογική σκέψη δεν αντιστοιχεί στις εργασίες που διενεργεί ο συμβολαιογράφος κατά την κατάρτιση πράξης πώλησης ακινήτου, η κατάρτιση μιας τέτοιας πράξης δεν πρέπει να θεωρηθεί παροχή νομικών συμβουλών κατά την έννοια του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014.

48.      Προσθέτω ότι, για τη συναγωγή του συμπεράσματος αυτού, δεν ασκεί επιρροή εάν ο κατάλογος των δραστηριοτήτων που απαριθμούνται στην αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904 είναι εξαντλητικός. Όπως προεκτέθηκε, οι δραστηριότητες αυτές πρέπει να έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα, όπερ δεν ισχύει στην περίπτωση της κατάρτισης αυθεντικού εγγράφου, σύμφωνα με την ανάλυση που προτείνω στο Δικαστήριο.

49.      Επιπλέον, και για τον ίδιο λόγο, δεν ασκεί επιρροή ούτε το κατά πόσον η διαδικασία της κατάρτισης μπορεί να θεωρηθεί «υπηρεσία» στο πλαίσιο του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 (18). Δεδομένου ότι η εν λόγω διάταξη κάνει λόγο για «υπηρεσίες νομικών συμβουλών» και όχι για «νομικές υπηρεσίες», η προβλεπόμενη σε αυτήν απαγόρευση έχει εφαρμογή μόνον επί υπηρεσιών που συνίστανται στην παροχή συμβουλών, η οποία, επαναλαμβάνω, δεν περιλαμβάνει, κατά τη γνώμη μου, την περίπτωση των εργασιών κατάρτισης αυθεντικού εγγράφου που διενεργούν οι συμβολαιογράφοι.

50.      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, βάσει της γραμματικής ερμηνείας του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, υπό το πρίσμα της αιτιολογικής σκέψης 19 του κανονισμού 2022/1904, οδηγούμαι στο συμπέρασμα ότι η διενεργούμενη από συμβολαιογράφο διαδικασία κατάρτισης αυθεντικής πράξης δεν εμπίπτει στην προβλεπόμενη στη διάταξη αυτή απαγόρευση, εκτός εάν ο συμβολαιογράφος παρέχει συμπληρωματικές νομικές συμβουλές, πέραν της κατάρτισης της συμβολαιογραφικής πράξης.

β)      Συστηματική ερμηνεία

51.      Η γραμματική ερμηνεία διάταξης του δικαίου της Ένωσης, η οποία βασίζεται αποκλειστικά στο γράμμα της, μπορεί να επανεκτιμηθεί, αφού η διάταξη αυτή τοποθετηθεί στο πλαίσιο και ερμηνευθεί υπό το φως των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης στο σύνολό του (19).

52.      Εν προκειμένω, το Δικαστήριο καλείται να αποφανθεί εάν η προτεινόμενη στα προηγούμενα σημεία των παρουσών προτάσεων γραμματική ερμηνεία του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 ενισχύεται περαιτέρω από απόψεως συστηματικής συνέπειας, όταν η εν λόγω διάταξη εξετάζεται υπό το πρίσμα άλλων σχετικών άρθρων του ίδιου κανονισμού και άλλων νομοθετημάτων της Ένωσης που επιβάλλουν περιοριστικά μέτρα σε νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία. Το Δικαστήριο καλείται, επίσης, να εξετάσει εάν η προτεινόμενη γραμματική ερμηνεία είναι ορθή υπό το πρίσμα του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

53.      Κατ’ αρχάς, όσον αφορά την εσωτερική συνοχή του κανονισμού 833/2014, παρατηρώ ότι το άρθρο 5αα, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού προβλέπει, κατ’ ουσίαν, ότι απαγορεύεται η άμεση ή έμμεση πραγματοποίηση οποιασδήποτε συναλλαγής με νομικά πρόσωπα τα οποία, εκτός του ότι έχουν την έδρα τους στη Ρωσία, τελούν υπό την ιδιοκτησία ή τον έλεγχο του ρωσικού κράτους ή έχουν στενούς δεσμούς με το κράτος αυτό ή με τα νομικά πρόσωπα που απαριθμούνται στο παράρτημα XIX του εν λόγω κανονισμού.

54.      Αντιθέτως, ούτε το άρθρο 5αα, παράγραφος 1, ούτε οποιαδήποτε άλλη διάταξη του κανονισμού 833/2014 απαγορεύει την πραγματοποίηση συναλλαγών με νομικά πρόσωπα που έχουν μεν την έδρα τους στη Ρωσία, πλην όμως δεν έχουν δεσμούς με το ρωσικό κράτος ή δεν δραστηριοποιούνται στους οικονομικούς τομείς τους οποίους αφορά ειδικώς ο κανονισμός αυτός. Ουδεμία διάταξη του εν λόγω κανονισμού απαγορεύει ρητώς στα νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία να διαθέτουν ακίνητη περιουσία τους που βρίσκεται στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

55.      Όπως υποστήριξε η πλειονότητα των διαδίκων κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, δύσκολα επομένως, για λόγους συνοχής, μπορεί να δοθεί η ερμηνεία ότι το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 απαγορεύει τη διαδικασία κατάρτισης αυθεντικής πράξης που διενεργούν οι συμβολαιογράφοι –στο πλαίσιο μεταβίβασης περιουσίας από νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία– ενώ ταυτόχρονα δεν θεσπίζει κανέναν απολύτως περιορισμό στη διάθεση, εκ μέρους των προσώπων αυτών, της ακίνητης περιουσίας τους.

56.      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι η συμβολαιογραφική κατάρτιση της σύμβασης πώλησης συνιστά, σε ορισμένα ιδίως κράτη μέλη που εφαρμόζουν το λατινικό συμβολαιογραφικό σύστημα, ουσιώδη προϋπόθεση για τη διάθεση ακίνητης περιουσίας (20).

57.      Τούτο ισχύει, ειδικότερα, στην περίπτωση της γερμανικής έννομης τάξης, η οποία, όπως προκύπτει από την απόφαση Επιτροπή κατά Γερμανίας (21), απαιτεί για την κτήση και τη μεταβίβαση της κυριότητας ακινήτου την κατάρτιση από συμβολαιογράφο εγγράφου με το οποίο επιβεβαιώνεται η μεταβίβαση της ιδιοκτησίας, προκειμένου η μεταβίβαση αυτή να καταχωριστεί στο κτηματολόγιο.

58.      Πράγματι, στα εν λόγω κράτη μέλη απαιτείται η συμβολαιογραφική κατάρτιση, για την καταχώριση στο κτηματολόγιο, ώστε να διασφαλίζεται η ακρίβεια των σχετικών καταχωρίσεων και, ως εκ τούτου, η εμπέδωση της ασφάλειας δικαίου των συναλλαγών επί ακινήτων, καθώς και να προστατεύεται, εν γένει, η ορθή απονομή της δικαιοσύνης (22). Ταυτόχρονα, το κτηματολόγιο και η ορθή λειτουργία του έχει κεφαλαιώδη σημασία, δεδομένου ότι η δυνατότητα επίκλησης και προστασίας των δικαιωμάτων του νέου ιδιοκτήτη εξαρτάται από την καταχώριση στο εν λόγω μητρώο (23).

59.      Επομένως, από συστηματική άποψη προκύπτει ότι, εφόσον i) η διενεργούμενη από συμβολαιογράφο κατάρτιση πράξης συνιστά, σε ορισμένα κράτη μέλη, ουσιώδη προϋπόθεση για τη διάθεση ακίνητης περιουσίας και ii) η διάθεση αυτή δεν απαγορεύεται ρητώς από τον κανονισμό 833/2014 για νομικά πρόσωπα με έδρα στη Ρωσία, τα οποία δεν τελούν υπό τον έλεγχο ή την ιδιοκτησία του ρωσικού κράτους ή δεν έχουν στενούς δεσμούς με το κράτος αυτό, η κατάρτιση μιας τέτοιας πράξης δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι απαγορεύεται δυνάμει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του προαναφερθέντος κανονισμού. Ειδάλλως, κατά την εφαρμογή του κανονισμού αυτού, θα προέκυπτε το άτοπο αποτέλεσμα να επιτρέπονται ορισμένες κατηγορίες συναλλαγών, ενώ απαγορεύεται το μοναδικό μέσο για την πραγματοποίησή τους (24).

60.      Παρόμοιο συμπέρασμα μπορεί να συναχθεί, κατά τη γνώμη μου, και βάσει ευρύτερης συστηματικής προοπτικής, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη το έτερο νομοθέτημα της Ένωσης με το οποίο επιβάλλονται περιοριστικά μέτρα στα νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία στο τρέχον πλαίσιο, ήτοι ο κανονισμός (ΕΕ) 269/2014 (25). Ο κανονισμός αυτός προβλέπει μέτρα για τη δέσμευση κεφαλαίων λόγω ενεργειών που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας.

61.      Ειδικότερα, το άρθρο 2, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού ορίζει ότι δεσμεύονται όλα τα κεφάλαια και όλοι οι οικονομικοί πόροι που ανήκουν ή τελούν υπό την κυριότητα, την κατοχή ή τον έλεγχο οποιουδήποτε φυσικού προσώπου ή φυσικών ή νομικών προσώπων, οντοτήτων ή φορέων που σχετίζονται με αυτά, όπως περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι.

62.      Εν προκειμένω, όπως επισήμανε η Γερμανική Κυβέρνηση, το εμπλεκόμενο στη δίκη ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου νομικό πρόσωπο δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο του εν λόγω παραρτήματος, και τούτο σημαίνει ότι δεν υπέκειτο σε κανένα από τα μέτρα δέσμευσης κεφαλαίων που προβλέπει ο εν λόγω κανονισμός. Εάν το Συμβούλιο είχε την πρόθεση να απαγορεύσει στο εν λόγω πρόσωπο να διαθέτει τα κεφάλαια και τα περιουσιακά στοιχεία του, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το ίδιο είδος μέτρων που εφαρμόζονται στα νομικά πρόσωπα ή στις οντότητες που περιλαμβάνονται στον ως άνω κατάλογο.

63.      Για τον λόγο αυτόν, εάν θεωρηθεί ότι το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, έχει την έννοια ότι απαγορεύει την κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου, όταν η κατάρτιση αυτή συνιστά ουσιώδη προϋπόθεση για την καταχώριση στο κτηματολόγιο κράτους μέλους, μια τέτοια ερμηνεία θα στερούσε από το οικείο νομικό πρόσωπο κάθε δυνατότητα διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων της και θα την περιήγε σε θέση παρόμοια με εκείνη των προσώπων που απαριθμούνται στο παράρτημα I του κανονισμού 269/2014. Κατά τη γνώμη μου, μια τέτοια ερμηνεία δεν φαίνεται να απηχεί τη βούληση του Συμβουλίου.

64.      Επομένως, η μοναδική ερμηνεία που θα απέτρεπε τυχόν ανακολουθίες μεταξύ των εν λόγω δύο κανονισμών θα ήταν εκείνη κατά την οποία η κατάρτιση αυθεντικής πράξης πώλησης ακινήτου που αφορά νομικό πρόσωπο με έδρα στη Ρωσία δεν απαγορεύεται δυνάμει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014.

65.      Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ότι, στο μέτρο που μια ερμηνεία κατά την οποία η διαδικασία κατάρτισης εξομοιώνεται με υπηρεσία νομικών συμβουλών θα καθιστούσε αδύνατη, για τα νομικά πρόσωπα με έδρα στη Ρωσία, τη διάθεση της ακίνητης περιουσίας τους, μια τέτοια ερμηνεία θα οδηγούσε, εξ ορισμού (26), σε περιορισμό του θεμελιώδους δικαιώματός τους στην ιδιοκτησία, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 17, παράγραφος 1, του Χάρτη. Το άρθρο αυτό προβλέπει, στην πρώτη περίοδο, ότι κάθε πρόσωπο δικαιούται να είναι κύριος των νομίμως κτηθέντων αγαθών του, να τα χρησιμοποιεί, να τα διαθέτει και να τα κληροδοτεί.

66.      Εντούτοις, το άρθρο 52, παράγραφος 1, του Χάρτη ορίζει ότι κάθε περιορισμός στην άσκηση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που αναγνωρίζονται σε αυτόν πρέπει, πρωτίστως, να προβλέπεται από τον νόμο. Εν προκειμένω, όπως υποστηρίζει η Φινλανδική Κυβέρνηση, δεν πληρούται η προϋπόθεση αυτή, δεδομένου ότι καμία από τις διατάξεις του κανονισμού 833/2014 δεν προβλέπει ρητή απαγόρευση επιβαλλόμενη σε όλα τα νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία να διαθέτουν τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία τους.

67.      Κατά συνέπεια, μια ερμηνεία που συνεπάγεται την απαγόρευση της συμβολαιογραφικής κατάρτισης σύμβασης πώλησης ακινήτου δυνάμει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 –και, ως εκ τούτου, τον περιορισμό του δικαιώματος ιδιοκτησίας νομικών προσώπων που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία– αντίκειται επίσης στο άρθρο 17, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 52, παράγραφος 1, του Χάρτη.

68.      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, η συστηματική ερμηνεία του κανονισμού 833/1904 δεν οδηγεί σε διαφορετικό συμπέρασμα από εκείνο που προκύπτει από τη γραμματική ερμηνεία του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, όπως εκτίθεται στο σημείο 50 των παρουσών προτάσεων. Αντιθέτως μάλιστα, ενισχύει την άποψη ότι η διενεργούμενη από συμβολαιογράφο διαδικασία κατάρτισης αυθεντικής πράξης, ιδίως όσον αφορά σύμβαση πώλησης ακίνητης περιουσίας, δεν εμπίπτει στην προβλεπόμενη από τη διάταξη αυτή απαγόρευση.

69.      Πρέπει να προσθέσω εν συντομία ότι το γεγονός ότι η Επιτροπή δήλωσε, στον οδηγό της για την εφαρμογή του κανονισμού 833/2014 (27), ότι οι δραστηριότητες των συμβολαιογράφων εμπίπτουν στην έννοια των «υπηρεσιών νομικών συμβουλών» δεν ασκεί επιρροή. Η Επιτροπή ορθώς παραδέχεται στον εν λόγω οδηγό ότι μόνον το Δικαστήριο είναι αρμόδιο να ερμηνεύει τους κανονισμούς που έχουν εφαρμογή στον τομέα των περιοριστικών μέτρων της Ένωσης, και τούτο σημαίνει ότι ο οδηγός αυτός δεν μπορεί να καθορίσει, με οποιονδήποτε τρόπο, το αποτέλεσμα της ανάλυσής μου ως προς την ορθή ερμηνεία του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014.

γ)      Τελεολογική ερμηνεία

70.      Τέλος, όσον αφορά το κατά πόσον η γραμματική ερμηνεία του κανονισμού 833/2014 που προτείνω συνάδει με τους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού, πρέπει να υπομνησθεί ότι ο κανονισμός 2022/1904 –ο οποίος τροποποίησε τον κανονισμό 833/2014 προκειμένου, μεταξύ άλλων, να προστεθεί σε αυτόν το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2– εκδόθηκε λαμβανομένης υπόψη της σοβαρότητας της κατάστασης στην Ουκρανία, κατόπιν της έκδοσης της απόφασης (ΚΕΠΠΑ) 2022/1909 (28). Η απόφαση αυτή περιγράφει την αλληλουχία των γεγονότων που παρακίνησαν το Συμβούλιο να θεσπίσει νέα περιοριστικά μέτρα (29), τα οποία οδήγησαν στη λεγόμενη «όγδοη δέσμη κυρώσεων» (30). Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 8 της απόφασης 2022/1909, τα νέα αυτά μέτρα υιοθετήθηκαν κατ’ ουσίαν για την αντιμετώπιση των παράνομων ενεργειών της Ρωσίας και για την περαιτέρω αύξηση της πίεσης στη χώρα αυτή ώστε να τερματίσει τον επιθετικό της πόλεμο.

71.      Παρατηρώ, εντούτοις, ότι, όσον αφορά την απαγόρευση παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών, στην απόφαση 2022/1909 –και, ως εκ τούτου, στον κανονισμό 2022/1904– δεν παρέχεται συγκεκριμένη εξήγηση προκειμένου να δικαιολογηθεί ο περιορισμός της παροχής των υπηρεσιών αυτών σε νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία. Εξήγηση δεν παρέχεται, επί παραδείγματι, ούτε για την απαγόρευση παροχής άλλων υπηρεσιών που εμπίπτουν στο άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 –ήτοι των αρχιτεκτονικών υπηρεσιών και υπηρεσιών μηχανικού και των συμβουλευτικών υπηρεσιών ΤΠ– καθώς και στο άρθρο 5ιδ, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού (31) – ήτοι, μεταξύ άλλων, των λογιστικών υπηρεσιών, ελεγκτικών υπηρεσιών, υπηρεσιών τήρησης λογιστικών βιβλίων ή υπηρεσιών παροχής φορολογικών συμβουλών.

72.      Δεν αμφισβητείται μεταξύ των διαδίκων ότι η απαγόρευση παροχής των εν λόγω επιχειρηματικά σημαντικών υπηρεσιών εντάσσεται στο πλαίσιο του γενικού σκοπού της στρατηγικής αποδυνάμωσης της ρωσικής οικονομικής και βιομηχανικής βάσης, ιδίως της στρατιωτικής-βιομηχανικής υποδομής, προκειμένου να πληγεί η ικανότητα της Ρωσικής Ομοσπονδίας να συνεχίσει τη χρηματοδότηση και διεξαγωγή του πολέμου. Αντιθέτως, οι διάδικοι διαφωνούν ως προς το κατά πόσον ο γενικός αυτός σκοπός εμπεριείχε επίσης τον σκοπό να εξαλειφθεί κάθε μορφής συναλλαγή με νομικά πρόσωπα που απλώς έχουν την έδρα τους στη Ρωσία ή, εναλλακτικά, τον σκοπό να καταστούν οι οικονομικές δραστηριότητες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης δυσχερέστερες για τα πρόσωπα αυτά.

73.      Αντιθέτως προς όσα υποστηρίζουν η Ολλανδική και η Εσθονική Κυβέρνηση, εκτιμώ ότι είναι σαφές, για τους λόγους που ήδη εκτέθηκαν κατά τη συστηματική ανάλυση του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, ότι κατά την έκδοση της απόφασης 2022/1909 και του κανονισμού 2022/1904 δεν υπήρχε πρόθεση απόλυτης απαγόρευσης των εμπορικών συναλλαγών με νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία. Η απόλυτη αυτή απαγόρευση προβλεπόταν μόνο για συγκεκριμένους οικονομικούς τομείς και για συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα που έχουν στενούς δεσμούς με το ρωσικό κράτος. Η αιτιολογική σκέψη 10 της απόφασης 2022/1909 είναι σαφής ως προς τούτο, δεδομένου ότι κάνει λόγο για απαγόρευση του συνόλου των συναλλαγών μόνον όσον αφορά «ορισμένα» νομικά πρόσωπα, οντότητες ή φορείς που ανήκουν στο ρωσικό κράτος ή ελέγχονται από αυτό (32).

74.      Περαιτέρω, βάσει της παραδοχής ότι η απαγόρευση παροχής επιχειρηματικά σημαντικών υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 5ιδ, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 833/2014 θεσπίστηκε ως μέσο πρόκλησης ζημίας στη ρωσική οικονομία, συνάγεται, πρώτον, ότι το Συμβούλιο θεωρούσε ότι η ρωσική οικονομία εξαρτάτο σε μεγάλο βαθμό από την εισαγωγή των υπηρεσιών αυτών από ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και εταιρίες (33). Ομολογουμένως, οι δραστηριότητες των συμβολαιογράφων δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εισαγωγής, και τούτο σημαίνει ότι η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου που βρίσκεται στο έδαφος της Ένωσης δεν θίγει τον σκοπό αυτόν.

75.      Δεύτερον, πρέπει να επισημανθεί ότι ένα από τα κύρια μελήματα που εξέφρασε το Συμβούλιο στην απόφαση 2022/1909, και ιδίως στην αιτιολογική της σκέψη 5, ήταν η ανάγκη περαιτέρω αποτροπής της καταστρατήγησης των κυρώσεων που έχουν θεσπιστεί για τις ρωσικές οντότητες (34). Υπό το πρίσμα της εν λόγω αιτιολογικής σκέψης, η απαγόρευση παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών, η οποία αποτελεί μία από τις κύριες κανονιστικές καινοτομίες που εισήγαγε η απόφαση 2022/1909, θα πρέπει επίσης να γίνει αντιληπτή ως ένας τρόπος παρεμπόδισης της παροχής βοήθειας από τους παρόχους νομικών υπηρεσιών, με συμβουλές τους στις ρωσικές οντότητες, προκειμένου αυτές να αποφύγουν τις συνέπειες των κυρώσεων της Ένωσης. Εντούτοις, όσον αφορά την κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης, είναι κατά τη γνώμη μου σαφές ότι, καθόσον ο κανονισμός 833/2014 δεν απαγορεύει τις εμπορικές συναλλαγές με νομικά πρόσωπα που απλώς έχουν την έδρα τους στη Ρωσία, η κατάρτιση τέτοιας πράξης δεν θίγει τις συνέπειες των περιοριστικών μέτρων που έχει θεσπίσει το Συμβούλιο στο τρέχον πλαίσιο, ούτε συμβάλλει στην καταστρατήγηση των συνεπειών αυτών.

76.      Τέλος, εάν υποτεθεί ότι το Συμβούλιο θέσπισε την απαγόρευση παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών με σκοπό την πρόκληση αντικτύπου στη ρωσική οικονομία, τούτο συνέβη διότι χωρίς τις εν λόγω υπηρεσίες, θα ήταν δυσχερέστερο για τις ρωσικές οντότητες που δραστηριοποιούνται στο έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διατηρήσουν τις εμπορικές τους δραστηριότητες εντός της Ένωσης. Συναφώς, η απόφαση νομικού προσώπου με έδρα στη Ρωσία να αποεπενδύσει από ακίνητη περιουσία ευρισκόμενη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, προσφεύγοντας σε συμβολαιογράφο για την κατάρτιση αυθεντικής πράξης πώλησης, αποτελεί στην πραγματικότητα την καλύτερη ένδειξη ότι το νομικό πρόσωπο παύει τις δραστηριότητές του στο έδαφος της Ένωσης και παραιτείται από τα οικονομικά οφέλη που ενδέχεται να αποφέρουν οι δραστηριότητες αυτές. Από τη σκοπιά αυτή, η παρέμβαση του συμβολαιογράφου στην εν λόγω συναλλαγή δεν αντιβαίνει στον επιδιωκόμενο από το Συμβούλιο σκοπό της αποδυνάμωσης της ρωσικής οικονομικής βάσης.

77.      Κατά συνέπεια, μια ερμηνεία κατά την οποία η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης δεν συνιστά «υπηρεσίες νομικών συμβουλών» κατά την έννοια του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 δεν αντιβαίνει στους σκοπούς που επιδιώκονται με την απόφαση 2022/1909, όπως εφαρμόστηκε στη συνέχεια με τον κανονισμό 2022/1904. Τουναντίον, η ερμηνεία αυτή ενισχύει τη γραμματική ερμηνεία του εν λόγω άρθρου, την οποία προτείνω στο Δικαστήριο.

78.      Από τις προεκτεθείσες εκτιμήσεις προκύπτει ότι κανένας από τους κανόνες ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης που εξετάστηκαν στα προηγούμενα σημεία των παρουσών προτάσεων δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου συνιστά υπηρεσία νομικών συμβουλών κατά την έννοια του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014.

79.      Ως εκ τούτου, φρονώ ότι δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι απαγορεύεται η κατάρτισή της δυνάμει της διάταξης αυτής.

2.      Η εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014

80.      Λαμβανομένου υπόψη του προεκτεθέντος συμπεράσματός μου, θα παρουσιάσω συνοπτικά και αποκλειστικά για λόγους πληρότητας την εκτίμησή μου σχετικά με το εάν η κατάρτιση αυθεντικής πράξης πώλησης ακινήτου δύναται, εν πάση περιπτώσει, να εξαιρεθεί της απαγόρευσης βάσει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014.

81.      Κατά το άρθρο αυτό, η απαγόρευση παροχής υπηρεσιών νομικών συμβουλών σε νομικά πρόσωπα που έχουν την έδρα τους στη Ρωσία, όπως ορίζει το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, δεν ισχύει για την παροχή υπηρεσιών που είναι απολύτως αναγκαίες για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε δικαστικές, διοικητικές ή διαιτητικές διαδικασίες, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω παροχή υπηρεσιών συνάδει προς τους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού και του κανονισμού 269/2014 (35).

82.      Επομένως, το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014 επιβάλλει να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις για την εφαρμογή της προβλεπόμενης σε αυτό εξαίρεσης: πρώτον, η σχετική πρόσβαση πρέπει να αφορά δικαστικές, διοικητικές ή διαιτητικές διαδικασίες, δεύτερον, οι υπό εξέταση υπηρεσίες νομικών συμβουλών πρέπει να είναι απολύτως αναγκαίες για τη διασφάλιση της πρόσβασης αυτής, και τρίτον, οι υπηρεσίες αυτές δεν πρέπει να θίγουν τους σκοπούς που επιδιώκουν οι κανονισμοί 833/2014 και 269/2014.

83.      Όσον αφορά την πρώτη από τις τρεις αυτές προϋποθέσεις, έχω ήδη επισημάνει ότι, κατά το Δικαστήριο, το κτηματολόγιο έχει κεφαλαιώδη σημασία για τη μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας, ιδίως στα κράτη μέλη που εφαρμόζουν το λατινικό συμβολαιογραφικό σύστημα (36). Ουσιαστικά, μόνον η καταχώριση στο κτηματολόγιο μπορεί να θεμελιώσει τα δικαιώματα του νέου ιδιοκτήτη και να καταστήσει δυνατή την επίκληση και προστασία τους.

84.      Επιπλέον, όταν η τήρηση του κτηματολογίου σε ένα κράτος μέλος ανατίθεται στα τοπικά δικαστήρια και διέπεται από δικονομικούς κανόνες, η καταχώριση αυτή πρέπει να θεωρείται ότι εμπίπτει στην έννοια της «δικαστικής διαδικασίας» κατά το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014. Ακόμη και εάν, ανεξαρτήτως της αρμοδιότητας των δικαστηρίων αυτών, οι διαδικασίες του κτηματολογίου δεν θεωρούνταν δικαστικού χαρακτήρα, θα χαρακτηρίζονταν, εν πάση περιπτώσει, ως διοικητικές. Το ίδιο θα ίσχυε και στις έννομες τάξεις όπου το κτηματολόγιο αποτελεί τμήμα της δημόσιας διοίκησης του ίδιου του κράτους μέλους (37).

85.      Επομένως, η πρώτη προϋπόθεση θα πληρούνταν υπό περιστάσεις παρόμοιες με αυτές της κύριας δίκης, δεδομένου ότι το σύνολο των στοιχείων αυτών φαίνεται να συντρέχουν βάσει της διάταξης περί παραπομπής.

86.      Όσον αφορά τη δεύτερη προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014, η οποία αφορά τον απολύτως αναγκαίο χαρακτήρα των υπό εξέταση υπηρεσιών για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε δικαστικές ή διοικητικές διαδικασίες, το κύριο χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης προϋπόθεσης έγκειται στο γεγονός ότι οι υπηρεσίες αυτές είναι ουσιώδεις στο πλαίσιο των εν λόγω διαδικασιών. Στην περίπτωση της διενεργούμενης από συμβολαιογράφο διαδικασίας κατάρτισης αυθεντικής πράξης, πρέπει να θεωρείται ότι η προϋπόθεση αυτή πληρούται, πρώτον, εάν η κατάρτισή της μπορεί να διενεργηθεί μόνον από τους συγκεκριμένους επαγγελματίες και, δεύτερον, εάν αποτελεί υποχρεωτικό όρο για την καταχώριση στο κτηματολόγιο (38).

87.      Και πάλι, τούτο θα ίσχυε, για παράδειγμα, σε υπόθεση παρόμοια με αυτή της κύριας δίκης, στην οποία, σύμφωνα με τις διευκρινίσεις που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο στη διάταξη περί παραπομπής, οι συμβολαιογράφοι έχουν αποκλειστική αρμοδιότητα τόσο για τη σύνταξη δημοσίων εγγράφων για ιδιωτικές συναλλαγές όσο και για τη δημόσια επικύρωση ιδιωτικών νομικών πράξεων (39). Ταυτόχρονα, η πρόσβαση στο κτηματολόγιο είναι δυνατή μόνον εφόσον έχει καταρτιστεί συμβολαιογραφικό έγγραφο για ιδιωτική συναλλαγή (40), όπερ συνεπάγεται ότι το κριτήριο της απόλυτης αναγκαιότητας πληρούται στο ακέραιο.

88.      Τέλος, όσον αφορά την τρίτη προϋπόθεση που προβλέπεται στο άρθρο 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014, σημειώνω συνοπτικώς, σύμφωνα με την τελεολογική ανάλυση που πραγματοποιήθηκε στα προηγούμενα σημεία των παρουσών προτάσεων, ότι η εξαίρεση της διαδικασίας κατάρτισης συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης που αφορά νομικό πρόσωπο με έδρα στη Ρωσία δεν θίγει τους σκοπούς που επιδιώκει ο εν λόγω κανονισμός ή ο κανονισμός 269/2014, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι το νομικό πρόσωπο που μετέχει στη συναλλαγή δεν περιλαμβάνεται στον τελευταίο κανονισμό ή δεν έχει κανέναν από τους δεσμούς που προβλέπει το άρθρο 5αα, παράγραφος 1, του κανονισμού 833/2014.

89.      Επομένως, η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης στο πλαίσιο συναλλαγής στην οποία μετέχει νομικό πρόσωπο με έδρα στη Ρωσία πληροί τις τρεις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση που το Δικαστήριο κρίνει ότι η κατάρτιση μιας τέτοιας πράξης εμπίπτει στην απαγόρευση που προβλέπει η παράγραφος 2 του άρθρου αυτού, η κατάρτιση της πράξης αυτής θα πρέπει και πάλι να εξαιρεθεί από την απαγόρευση δυνάμει της παραγράφου 6, του ίδιου άρθρου.

Β.      Επί του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος

90.      Με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί εάν το άρθρο 5ιδ, παράγραφοι 2 και 6, του κανονισμού 833/2014 απαγορεύει σε συμβολαιογράφο να εκτελέσει, μετά την κατάρτισή της, σύμβαση πώλησης ακινήτου το οποίο ανήκει σε νομικό πρόσωπο που έχει την έδρα του στη Ρωσία. Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο θέτει το ερώτημα αυτό σε σχέση με τρεις εργασίες τις οποίες οι δικαιοπρακτούντες θα μπορούσαν να αναθέσουν στον συμβολαιογράφο, ήτοι την ασφαλή φύλαξη και καταβολή του τιμήματος της αγοράς, την εξάλειψη των υφιστάμενων βαρών επί του ακινήτου, και την καταχώριση στο κτηματολόγιο της πράξης μεταβίβασης του ακινήτου υπέρ των νέων ιδιοκτητών.

91.      Όπως προκύπτει από τα σημεία 30 και 39 των παρουσών προτάσεων, η αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904 αναφέρει ότι η έννοια των «υπηρεσιών νομικών συμβουλών» καλύπτει την εκτέλεση νομικών εγγράφων. Εντούτοις, η εργασία αυτή εμπίπτει στο άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, μόνον εάν ενέχει συμβουλευτικό χαρακτήρα, στοιχείο το οποίο καθίσταται, κατά συνέπεια, το κριτήριο βάσει του οποίου πρέπει να εξεταστεί το εν λόγω ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου.

92.      Υπενθυμίζω επίσης ότι, κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα, δυνάμει της αρχής της δικονομικής αυτονομίας, να θεσπίζουν κανόνες σχετικά με την αναγκαστική εκτέλεση των νομικών πράξεων και να αναθέτουν ρόλο στους συμβολαιογράφους στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής (41). Επομένως, η εθνική νομοθεσία μπορεί να αναθέτει στους συμβολαιογράφους την ευθύνη διενέργειας ορισμένων πράξεων που απαιτούνται για την εκτέλεση σύμβασης μετά την κατάρτισή της.

93.      Εξάλλου, επισημαίνεται ότι το γεγονός ότι οι απαιτούμενες πράξεις για την εκτέλεση της σύμβασης, τις οποίες αφορά το παρόν ερώτημα, μπορούν να διενεργούνται, για παράδειγμα, από τους ίδιους τους δικαιοπρακτούντες ή ακόμη και από τρίτους δεν είναι κρίσιμο για να εκτιμηθεί εάν απαγορεύονται δυνάμει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014. Πράγματι, ενώ το κριτήριο της απόλυτης αναγκαιότητας είναι ουσιώδες για την εφαρμογή της εξαίρεσης του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014, δεν ισχύει το ίδιο και με την απαγόρευση του 5ιδ, παράγραφος 2, για την οποία η ανάλυση πρέπει να επικεντρώνεται στο κατά πόσο μια συγκεκριμένη εργασία συνιστά νομική συμβουλή.

94.      Όσον αφορά την υπό κρίση υπόθεση, μολονότι οι πληροφορίες που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο δεν είναι ιδιαιτέρως πλήρεις, δύσκολα μπορώ να εντοπίσω, τυπικώς, κάποια ένδειξη παροχής νομικών συμβουλών στο πλαίσιο των συγκεκριμένων πράξεων για την εκτέλεση της σύμβασης πώλησης ακινήτου που μνημονεύει το αιτούν δικαστήριο. Οι πράξεις αυτές συνιστούν στην πραγματικότητα τα στάδια που αυτομάτως έπονται της κατάρτισης της εν λόγω σύμβασης.

95.      Ειδικότερα, όσον αφορά την ασφαλή φύλαξη και καταβολή του τιμήματος αγοράς, η ενέργεια αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί υπηρεσία νομικών συμβουλών, δεδομένου ότι ο ρόλος του συμβολαιογράφου περιορίζεται στη φύλαξη του κατατεθέντος τιμήματος αγοράς για λογαριασμό του αγοραστή και στην καταβολή του στον πωλητή. Το Δικαστήριο έχει κρίνει μάλιστα, συναφώς, ότι ο ρόλος του συμβολαιογράφου στο πλαίσιο της κατάθεσης του τιμήματος περιορίζεται στην εξακρίβωση της συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων (42).

96.      Το σκεπτικό αυτό ισχύει επίσης για την καταχώριση στο κτηματολόγιο της πράξης μεταβίβασης του ακινήτου υπέρ των νέων ιδιοκτητών, για την οποία απαιτείται μόνον η προσκόμιση του καταρτισθέντος συμβολαιογραφικού εγγράφου στο κτηματολόγιο ή, το πολύ, όπως ισχύει στο γερμανικό σύστημα, η υποβολή αίτησης ως απλής τυπικής προϋπόθεσης (43).

97.      Τέλος, όσον αφορά την εξάλειψη των υφιστάμενων βαρών επί του ακινήτου, η ενέργεια αυτή δεν φαίνεται να εμπίπτει επίσης στην κατηγορία των υπηρεσιών νομικών συμβουλών. Η εξάλειψη των βαρών προϋποθέτει, κατά κανόνα, μόνον την υποβολή αίτησης στο κτηματολόγιο, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει τη δήλωση συναίνεσης του δικαιούχου του εν λόγω βάρους ενώπιον συμβολαιογράφου (44).

98.      Κατά συνέπεια, οι εργασίες που αναλαμβάνει ο συμβολαιογράφος για την εκτέλεση σύμβασης πώλησης ακινήτου, το οποίο ανήκει σε νομικό πρόσωπο που έχει την έδρα του στη Ρωσία, μετά την κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξης, δεν εμπίπτουν στην απαγόρευση του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014.

99.      Εντούτοις, ελλείψει συγκεκριμένων πληροφοριών σχετικά με τις εργασίες αυτές και τον τρόπο διενέργειάς τους στη γερμανική έννομη τάξη, εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της υπόθεσης της κύριας δίκης, εάν οι εργασίες αυτές δύνανται να εκτελεστούν χωρίς την παροχή νομικών συμβουλών στους δικαιοπρακτούντες.

100. Όσον αφορά το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού 833/2014, αρκεί να επισημανθεί ότι, δεδομένου ότι τις εργασίες αυτές μπορεί να αναλάβει όχι μόνο συμβολαιογράφος, αλλά και άλλοι παράγοντες, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και οι δικαιοπρακτούντες στην πώληση, δεν πληρούται εν προκειμένω το προαναφερθέν κριτήριο της αναγκαιότητας. Υπό τις περιστάσεις αυτές, εάν το Δικαστήριο κρίνει ότι οι διενεργούμενες από συμβολαιογράφο εργασίες για την εκτέλεση σύμβασης πώλησης ακινήτου εμπίπτουν στην απαγόρευση του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014, φρονώ ότι οι εργασίες αυτές δεν μπορούν να εξαιρεθούν της απαγόρευσης δυνάμει του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 6, του κανονισμού αυτού.

Γ.      Επί του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος

101. Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί εάν η απαγόρευση του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 έχει εφαρμογή στις υπηρεσίες που παρέχει διερμηνέας ο οποίος συνδράμει τον εκπρόσωπο νομικού προσώπου που έχει την έδρα του στη Ρωσία κατά τη διαδικασία κατάρτισης αυθεντικής πράξης.

102. Επισημαίνω ότι η παρέμβαση διερμηνέα στο πλαίσιο κατάρτισης αυθεντικής πράξης πώλησης ακινήτου εξυπηρετεί δύο κύριους σκοπούς.

103. Πρώτον, ο διερμηνέας συνδράμει παρέχοντας διερμηνεία στις συνομιλίες μεταξύ ενός προσώπου και του συμβολαιογράφου, καθώς και αποδίδοντας στη ζητούμενη γλώσσα τις ουσιώδεις πληροφορίες των προς κατάρτιση εγγράφων. Η εργασία αυτή διασφαλίζει τον σεβασμό του δικαιώματος ενημέρωσης κατά τη διαδικασία κατάρτισης, ιδίως για το πρόσωπο που χρειάζεται τη συνδρομή διερμηνέα.

104. Δεύτερον, ο διερμηνέας διασφαλίζει την αποτελεσματικότητα της προφορικής επικοινωνίας μεταξύ του συμβολαιογράφου και των δικαιοπρακτούντων. Όπως προεκτέθηκε (45), η αυθεντική πράξη συνιστά πλήρη απόδειξη των πραγματικών περιστατικών και των δηλώσεων που βεβαιώνονται από τον συμβολαιογράφο. Τα πραγματικά αυτά περιστατικά βασίζονται στην προσωπική του γνώση, που αποκτήθηκε κατά την προφορική επικοινωνία με τους δικαιοπρακτούντες. Ο συμβολαιογράφος πρέπει να είναι βέβαιος για τις προθέσεις των δικαιοπρακτούντων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, να καταγράφει τις δηλώσεις τους κατά τρόπο σαφή και αδιαμφισβήτητο. Οι ενέργειες αυτές εντάσσονται στον έλεγχο νομιμότητας που ασκεί ο συμβολαιογράφος, διότι επιδιώκουν να εξακριβωθεί αν τυχόν η συμφωνία έχει παράνομο ή αθέμιτο σκοπό, περίπτωση στην οποία ο συμβολαιογράφος οφείλει να αρνηθεί την κατάρτιση της πράξης.

105. Είναι σαφές ότι η διερμηνεία επιτρέπει την επαλήθευση της συνδρομής των νόμιμων προϋποθέσεων για την κατάρτιση της σύμβασης, και τούτο σημαίνει ότι η έλλειψη διερμηνείας θα παρακώλυε την κατάρτισή της αυτή καθεαυτήν. Επομένως, μολονότι αποτελεί παρεπόμενη υπηρεσία παροχής απλής συνδρομής στη διαδικασία κατάρτισης, η διερμηνεία είναι απαραίτητη για την ορθή διεξαγωγή της διαδικασίας.

106. Εντούτοις, είμαι πεπεισμένη ότι η συνδρομή του διερμηνέα δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014. Πράγματι, παρά τη σύνδεσή της με την κατάρτιση της αυθεντικής πράξης αυτή καθεαυτήν, διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες ως προς τον χαρακτηρισμό της διερμηνείας ως νομικής υπηρεσίας, δεδομένου ότι το επάγγελμα του διερμηνέα εξ ορισμού δεν είναι νομικής φύσης, ακόμη και όταν αυτός συνδράμει στην προετοιμασία νομικών εγγράφων. Ο ρόλος του διερμηνέα είναι να μεταφέρει προφορικά και με ακρίβεια τα λόγια ενός προσώπου στη γλώσσα ενός άλλου, και τούτο καθιστά τη διερμηνεία υπηρεσία επικοινωνίας, ανεξαρτήτως του μεταδιδόμενου περιεχομένου.

107. Εν ολίγοις, φρονώ ότι η δραστηριότητα της διερμηνείας στο πλαίσιο διαδικασίας κατάρτισης αυθεντικής πράξης δεν μπορεί να θεωρηθεί ως «υπηρεσία νομικών συμβουλών» κατά την έννοια του άρθρου 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 και, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διάταξης αυτής.

V.      Πρόταση

108. Βάσει της προεκτεθείσας ανάλυσης, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα του Landgericht Berlin (πρωτοδικείου Βερολίνου, Γερμανία) ως εξής:

(1)      Το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014 του Συμβουλίου, της 31ης Ιουλίου 2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία,

έχει την έννοια ότι η κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου το οποίο ανήκει σε νομικό πρόσωπο που έχει την έδρα του στη Ρωσία δεν εμπίπτει στην προβλεπόμενη από την εν λόγω διάταξη απαγόρευση, εφόσον επιτρέπεται η συμμετοχή του προσώπου αυτού σε συναλλαγές βάσει του ως άνω κανονισμού και εφόσον η κατάρτιση της εν λόγω πράξης δεν συνοδεύεται από νομικές συμβουλές, όπερ εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.

(2)      Το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014

έχει την έννοια ότι οι υπηρεσίες που παρέχονται από διερμηνέα κατά την κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου το οποίο ανήκει σε νομικό πρόσωπο που έχει την έδρα του στη Ρωσία δεν εμπίπτουν στην προβλεπόμενη από την εν λόγω διάταξη απαγόρευση.

(3)      Το άρθρο 5ιδ, παράγραφος 2, του κανονισμού 833/2014

έχει την έννοια ότι η εκτέλεση από συμβολαιογράφο συμβολαιογραφικής πράξης πώλησης ακινήτου το οποίο ανήκει σε νομικό πρόσωπο που έχει την έδρα του στη Ρωσία, η οποία εκτέλεση συνίσταται ιδίως στη διασφάλιση με μεσεγγύηση του τιμήματος αγοράς και της καταβολής του στον πωλητή, στην εξάλειψη των υφιστάμενων βαρών επί του ακινήτου και στην καταχώριση στο κτηματολόγιο της πράξης μεταβίβασης του ακινήτου υπέρ των νέων ιδιοκτητών, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της προβλεπόμενης από την εν λόγω διάταξη απαγόρευσης, εφόσον επιτρέπεται η συμμετοχή του προσώπου αυτού σε συναλλαγές βάσει του ως άνω κανονισμού και οι ενέργειες αυτές δεν ενέχουν την παροχή νομικών συμβουλών, όπερ εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.


i      H ονομασία που έχει δοθεί στην παρούσα υπόθεση είναι πλασματική. Δεν αντιστοιχεί στο πραγματικό όνομα κανενός διαδίκου.


2      Κανονισμός του Συμβουλίου, της 31ης Ιουλίου 2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία (ΕΕ 2014, L 229, σ. 1).


3      Κανονισμός του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2022, για την τροποποίηση του κανονισμού 833/2014 (ΕΕ 2022, L 259I, σ. 3).


4      Στο εξής: οδηγός για την εφαρμογή του κανονισμού 833/2014, διαθέσιμος στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://finance.ec.europa.eu/publications/provision-services_en, σ. 14 και 15.


5      Απόφαση της 29ης Φεβρουαρίου 2024, JF (Μεταγενέστερη μεταβολή θρησκεύματος) (C‑222/22, EU:C:2024:192, σκέψη 25 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).


6      Απόφαση της 22ας Φεβρουαρίου 2024, Landkreis Jerichower Land (C‑85/23, EU:C:2024:161, σκέψη 30 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).


7      Βλ., όσον αφορά τη γερμανική έννομη τάξη, απόφαση της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑54/08, EU:C:2011:339, σκέψεις 18 και 90). Πρβλ. αποφάσεις της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Βελγίου (C‑47/08, EU:C:2011:334, σκέψεις 14 και 89), της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Γαλλίας (C‑50/08, EU:C:2011:335, σκέψεις 10 και 79), της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου (C‑51/08, EU:C:2011:336, σκέψεις 13 και 89), της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Αυστρίας (C‑53/08, EU:C:2011:338, σκέψεις 17 και 88), της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Ελλάδας (C‑61/08, EU:C:2011:340, σκέψεις 15 και 81), της 1ης Δεκεμβρίου 2011, Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών (C‑157/09, EU:C:2011:794, σκέψεις 9 και 62) και της 10ης Σεπτεμβρίου 2015, Επιτροπή κατά Λεττονίας (C‑151/14, EU:C:2015:577, σκέψη 57).


8      Βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑54/08, EU:C:2011:339, σκέψεις 90 και 91).


9      Βλ., ως παράδειγμα, Συμβούλιο των συμβολαιογραφικών συλλόγων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «Authentic Acts in Europe», διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.authentic-acts.eu/.


10      Απόφαση της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑54/08, EU:C:2011:339, σκέψη 91).


11      Βλ. υποσημείωση 7 των παρουσών προτάσεων.


12      Απόφαση της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑54/08, EU:C:2011:339, σκέψη 91).


13      Βλ., για παράδειγμα, τον ορισμό της έννοιας «συμβουλή» [στην αγγλική γλώσσα] στο Cambridge Advanced Learner’s Dictionary, διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://dictionary.cambridge.org/dictionary/english/advice.


14      Απόφαση της 1ης Φεβρουαρίου 2017, Επιτροπή κατά Ουγγαρίας (C‑392/15, EU:C:2017:73, σκέψη 126).


15      Απόφαση της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑54/08, EU:C:2011:339, σκέψη 99).


16      Βλ. σημεία 90 έως 100 των παρουσών προτάσεων.


17      Απόφαση της 24ης Μαΐου 2011, Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑54/08, EU:C:2011:339, σκέψη 90).


18      Βλ. επίσης αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904, η οποία κάνει λόγο για δραστηριότητες που διενεργούνται για «πελάτες».


19      Απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 1982, Cilfit κ.λπ. (283/81, EU:C:1982:335, σκέψη 20).


20      Πρβλ. απόφαση της 9ης Μαρτίου 2017, Piringer (C‑342/15, EU:C:2017:196, σκέψη 58).


21      Απόφαση της 24ης Μαΐου 2011 (C‑54/08, EU:C:2011:339, σκέψη 25).


22      Πρβλ. απόφαση της 9ης Μαρτίου 2017, Piringer (C‑342/15, EU:C:2017:196, σκέψη 59).


23      Όπ.π. (σκέψη 58).


24      Επισημαίνω εν συντομία ότι η προηγούμενη παρατήρηση έχει εφαρμογή μόνο στα κράτη μέλη στα οποία υφίσταται παρέμβαση συμβολαιογράφου για τη μεταβίβαση κυριότητας ακίνητης περιουσίας. Όσον αφορά τα κράτη μέλη όπου δεν ισχύει αυτό, αρκεί να επισημανθεί ότι, δεδομένου ότι η περίπτωση αυτή δεν αποτελεί το αντικείμενο της υπό κρίση υπόθεσης, η σχετική ανάλυση θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί, εάν απαιτείτο, μόνο στο πλαίσιο αίτησης προδικαστικής αποφάσεως που θα αφορούσε ειδικώς τις συγκεκριμένες έννομες τάξεις.


25      Κανονισμός του Συμβουλίου, της 17ης Μαρτίου 2014, σχετικά με περιοριστικά μέτρα για ενέργειες που υπονομεύουν ή απειλούν την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της Ουκρανίας (ΕΕ 2014, L 78, σ. 6).


26      Πρβλ. απόφαση της 30ής Ιουλίου 1996, Bosphorus (C‑84/95, EU:C:1996:312, σκέψη 22).


27      Βλ. υποσημείωση 4 των παρουσών προτάσεων.


28      Απόφαση του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2022, για την τροποποίηση της απόφασης 2014/512/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα λόγω ενεργειών της Ρωσίας που αποσταθεροποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία (ΕΕ 2022, L 259I, σ. 122).


29      Αιτιολογικές σκέψεις 1 έως 9 της απόφασης 2022/1909.


30      Βλ. δελτίο τύπου της 6ης Οκτωβρίου 2022, «Ουκρανία: η ΕΕ καταλήγει σε συμφωνία για όγδοη δέσμη κυρώσεων κατά της Ρωσίας», διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/el/ip_22_5989.


31      Το άρθρο αυτό εισήχθη αρχικά στον κανονισμό 833/2014 με τον κανονισμό (ΕΕ) 2022/879 του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2022 (ΕΕ 2022, L 153, σ. 53), κατόπιν της «έκτης δέσμης κυρώσεων».


32      Βλ., επίσης, αιτιολογική σκέψη 16 του κανονισμού 2022/1904.


33      Βλ. αιτιολογική σκέψη 12 της απόφασης 2022/1909, η οποία εκθέτει ότι ενδείκνυται να επεκταθεί η ισχύουσα απαγόρευση παροχής ορισμένων υπηρεσιών «στη Ρωσική Ομοσπονδία». Βλ. επίσης, συναφώς, Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, «Ποιες υπηρεσίες της ΕΕ προς τη Ρωσία απαγορεύονται;» στην Επισκόπηση των κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας, η οποία είναι διαθέσιμη στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://www.consilium.europa.eu/el/policies/sanctions/restrictive-measures-against-russia-over-ukraine/sanctions-against-russia-explained/#services.


34      Βλ. άρθρο 12 του κανονισμού 833/2014. Βλ. επίσης Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «Ερωτήσεις και απαντήσεις σχετικά με την όγδοη δέσμη περιοριστικών μέτρων κατά της Ρωσίας», διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/el/qanda_22_5990.


35      Βλ. επίσης αιτιολογική σκέψη 19 του κανονισμού 2022/1904.


36      Βλ. σημείο 58 των παρουσών προτάσεων.


37      Βλ. European Land Registry Association (Ευρωπαϊκή Ένωση Κτηματολογίων, ELRA), «αρμόδιος φορέας», διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://www.elra.eu/facts-sheets/description-of-land-registration-systems/responsible-agency/.


38      Βλ. σημεία 56 έως 58 των παρουσών προτάσεων.


39      Βλ. επίσης Malavet, P. A., «Counsel for the situation: The Latin notary, a historical and comparative model», Hastings International and Comparative Law Review, τόμος 19(3), 1996, σ. 455.


40      Βλ. επίσης Wilsch, H., «The German “Grundbuchordnung”: History, principles and future about land registry in Germany», Fachbeitrag, τόμος 137, 2012, σ. 228.


41      Πρβλ. απόφαση της 1ης Οκτωβρίου 2015, ERSTE Bank Hungary (C‑32/14, EU:C:2015:637, σκέψη 49 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).


42      Απόφαση της 1ης Φεβρουαρίου 2017, Επιτροπή κατά Ουγγαρίας (C‑392/15, EU:C:2017:73, σκέψη 118).


43      Όσον αφορά το γερμανικό σύστημα, βλ. Wilsch, H., όπ.π., σ. 227, και Christian, H. και Hartmut, W., «Real property law and procedure in the European Union – National report: Germany», European University Institute, 2005, σ. 11 και 14.


44      Βλ., για παράδειγμα, Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εσωτερικών και Επικράτειας της Γερμανίας, «Encumbrances and restrictions in the land register deletion», διαθέσιμο στην ηλεκτρονική διεύθυνση https://verwaltung.bund.de/leistungsverzeichnis/EN/leistung/99043017064000/herausgeber/BB‑109438956/region/12.


45      Βλ. σημεία 32 και 43 των παρουσών προτάσεων.