Language of document : ECLI:EU:T:2011:507

Υπόθεση T-1/10

Polyelectrolyte Producers Group GEIE (PPG) και SNF SAS

κατά

Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ΕΟΧΠ)

«Προσφυγή ακυρώσεως – REACH – Προσδιορισμός του ακρυλαμιδίου ως ουσίας λίαν ανησυχητικής – Πράξη μη δυνάμενη να προσβληθεί με προσφυγή – Απαράδεκτο»

Περίληψη της διατάξεως

Προσφυγή ακυρώσεως – Πράξεις δεκτικές προσφυγής – Έννοια – Πράξεις παράγουσες δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Προπαρασκευαστικές πράξεις – Δεν περιλαμβάνονται – Απόφαση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ΕΟΧΠ) περί προσδιορισμού του ακρυλαμιδίου ως ουσίας λίαν ανησυχητικής – Πράξη μη σκοπούσα στην παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων – Απαράδεκτο

(Άρθρο 263 ΣΛΕΕ· κανονισμός 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίού και του Συμβουλίου, άρθρα 57 και 59)

Προσφυγή ακυρώσεως μπορεί να ασκηθεί κατά κάθε πράξεως των οργάνων ή οργανισμών της Ένωσης που προορίζεται να παραγάγει έννομα αποτελέσματα, ανεξαρτήτως της φύσεως ή της μορφής της. Στην περίπτωση πράξεων ή αποφάσεων που λαμβάνονται στο πλαίσιο διαδικασίας, ιδίως εσωτερικής, περιλαμβάνουσας πλείονα στάδια, συνιστούν πράξεις δυνάμενες να προσβληθούν με προσφυγή ακυρώσεως μόνον τα μέτρα τα οποία παγιώνουν τη θέση του οικείου οργάνου ή οργανισμού της Ένωσης κατά το πέρας της διαδικασίας. Συνεπώς, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο προσφυγής ακυρώσεως μέτρα προκαταρκτικά ή αμιγώς προπαρασκευαστικής φύσεως.

Πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη η προσφυγή ακυρώσεως που ασκείται κατά αποφάσεως του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων (ΕΟΧΠ) περί προσδιορισμού του ακρυλαμιδίου ως λίαν ανησυχητικής ουσίας η οποία πληροί τα κριτήρια του άρθρου 57 του κανονισμού 1907/2006, για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH) και για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Χημικών Προϊόντων, σύμφωνα με το άρθρο 59 του κανονισμού αυτού, στο μέτρο που κατά τον χρόνο κατά τον οποίο πρέπει να εκτιμηθεί το παραδεκτό της προσφυγής αυτής, ήτοι κατά τον χρόνο υποβολής του δικογράφου της προσφυγής, η απόφαση αυτή δεν σκοπούσε στην παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων έναντι τρίτων.

Η διαδικασία του άρθρου 59 του κανονισμού 1907/2006, που συνίσταται στον προσδιορισμό ουσιών που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 57 του εν λόγω κανονισμού και στην κατάρτιση καταλόγου των υποψήφιων ουσιών, περιλαμβάνει πλείονα στάδια. Συναφώς, μολονότι από τον όρο «περιλαμβάνει» του άρθρου 59, παράγραφος 8, του ίδιου κανονισμού προκύπτει ότι το αρμόδιο για την εγγραφή ουσίας στον κατάλογο των υποψήφιων ουσιών όργανο του ΕΟΧΠ δεν έχει κανένα περιθώριο εκτιμήσεως ως προς την εγγραφή αυτή, η οποία έπεται αυτομάτως της συμφωνίας της επιτροπής των κρατών μελών, εντούτοις, πριν από την εγγραφή ουσίας στον κατάλογο των υποψήφιων ουσιών βάσει της εν λόγω διατάξεως, η πράξη προσδιορισμού μιας ουσίας ως λίαν ανησυχητικής στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 59 του εν λόγω κανονισμού δεν σκοπεί στην παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων έναντι τρίτων.

Συγκεκριμένα, πρώτον, οι υποχρεώσεις κοινοποιήσεως που απορρέουν από την πράξη η οποία αποτελεί αντικείμενο της διαδικασίας του άρθρου 59 του κανονισμού 1907/2006, όπως προβλέπονται στα άρθρα 7, παράγραφος 2, 31, παράγραφοι 1, στοιχείο γ΄, και 3, στοιχείο β΄, καθώς και 33, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού αυτού, αναφέρονται, αφενός, στις ουσίες που προσδιορίσθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 59, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού και, αφετέρου, στις ουσίες που ενεγράφησαν ή συμπεριελήφθησαν στον κατάλογο των υποψήφιων ουσιών. Από τον κανονισμό 1907/2006 δεν προκύπτει ότι σκοπός του νομοθέτη ήταν να εξασφαλίσει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων αυτών από τους ενδιαφερομένους σε διάφορα στάδια της διαδικασίας του άρθρου 59 του εν λόγω κανονισμού. Αντιθέτως, από τον τίτλο του άρθρου 59 του κανονισμού αυτού προκύπτει ότι η ουσιαστική λειτουργία που εξυπηρετεί η διαδικασία του άρθρου αυτού συνίσταται στον οριστικό προσδιορισμό των ουσιών που πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 57 του οικείου κανονισμού. Από το άρθρο 59, παράγραφος 1, του κανονισμού, που παραπέμπει στις παραγράφους 2 έως 10 του εν λόγω άρθρου όσον αφορά τη διαδικασία προσδιορισμού, προκύπτει ότι η εγγραφή ουσίας στον κατάλογο των υποψήφιων ουσιών, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 8 του ίδιου άρθρου, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της εν λόγω διαδικασίας. Ως εκ τούτου, οι παραπομπές, αφενός, στις ουσίες που προσδιορίσθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 59, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού και, αφετέρου, στις ουσίες που ενεγράφησαν ή συμπεριελήφθησαν στον κατάλογο των υποψήφιων ουσιών δεν είναι δυνατόν να αντιστοιχούν σε διαφορετικά στάδια της διαδικασίας προσδιορισμού, οπόταν οι υποχρεώσεις αυτές δεν υφίστανται πριν την πραγματική εγγραφή της ουσίας στον κατάλογο των υποψήφιων ουσιών.

Δεύτερον, στην περίπτωση που ο ΕΟΧΠ δεν έχει λάβει ούτε έχει υποβάλει οποιαδήποτε παρατήρηση επί της προτάσεως προσδιορισμού μιας ουσίας ως λίαν ανησυχητικής, εγγράφει την ουσία αυτή στον κατάλογο των υποψήφιων ουσιών (άρθρο 59, παράγραφος 6, του κανονισμού 1907/2006). Στην περίπτωση αυτή, ένα στάδιο προσδιορισμού στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 59 του εν λόγω κανονισμού, που εξετάζεται χωριστά από ένα συγκεκριμένο όργανο του ΕΟΧΠ όπως είναι η επιτροπή των κρατών μελών ή από ένα συγκεκριμένο θεσμικό όργανο όπως είναι η Επιτροπή κατά τις παραγράφους 8 και 9 του άρθρου αυτού, δεν ολοκληρώνεται. Δεδομένου ότι το χρονικό σημείο από το οποίο η πράξη προσδιορισμού μιας ουσίας ως λίαν ανησυχητικής στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 59 του κανονισμού αυτού μπορεί να θεωρηθεί ως σκοπούσα στην παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων δεν μπορεί να εξαρτάται από το αν υπέβαλε παρατηρήσεις ένα κράτος μέλος, ο ΕΟΧΠ ή ένας ενδιαφερόμενος, η πράξη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως σκοπούσα στην παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων μόνον από το χρονικό σημείο της εγγραφής της οικείας ουσίας στον κατάλογο των υποψήφιων ουσιών.

(βλ. σκέψεις 39-41, 43, 46-48, 51)