Language of document : ECLI:EU:T:2013:135

Υπόθεση T‑301/10

Sophie in’t Veld

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Πρόσβαση στα έγγραφα — Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 — Έγγραφα σχετικά με το προσχέδιο διεθνούς εμπορικής συμφωνίας για την καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης (ACAC-ACTA) — Έγγραφα σχετικά με τις διαπραγματεύσεις — Άρνηση προσβάσεως — Εξαίρεση που αφορά την προστασία του δημοσίου συμφέροντος στον τομέα των διεθνών σχέσεων — Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως — Αναλογικότητα — Υποχρέωση αιτιολογήσεως»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα)
της 19ης Μαρτίου 2013

1.      Προσφυγή ακυρώσεως — Πράξεις δεκτικές προσφυγής — Ανάκληση εκ μέρους του θεσμικού οργάνου της πράξεως που αποτελεί αντικείμενο της προσφυγής — Κατάργηση της δίκης

2.      Ένδικη διαδικασία — Εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο — Τυπικά στοιχεία — Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών — Προβολή νέων ισχυρισμών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας —Ανάλογες προϋποθέσεις για τις αιτιάσεις που προβάλλονται προς στήριξη λόγου ακυρώσεως — Αιτιάσεις που δεν εκτίθενται στο δικόγραφο της προσφυγής — Απαράδεκτο

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 44 § 1, στοιχείο γ΄, και 48 § 2)

3.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία του δημοσίου συμφέροντος — Αρχή της αναλογικότητας — Δικαστικός έλεγχος — Περιεχόμενο — Όρια

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 4 § 1, στοιχείο α΄, και 6)

4.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Υποχρεωτικές εξαιρέσεις — Προηγούμενη στάθμιση των εμπλεκόμενων συμφερόντων — Δεν εμπίπτει

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο α΄)

5.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία του δημοσίου συμφέροντος — Διεθνείς σχέσεις — Περιεχόμενο — Έγγραφα σχετικά με τις διαπραγματεύσεις διεθνούς εμπορικής συμφωνίας — Εμπίπτουν

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο α΄, τρίτη περίπτωση)

6.      Θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Δικαίωμα προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα — Κανονισμός 1049/2001 — Εξαιρέσεις από το δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα — Προστασία του δημοσίου συμφέροντος — Διεθνείς σχέσεις — Περιεχόμενο — Έγγραφα που αφορούν τις θέσεις που έχει λάβει η Ένωση κατά τη διαπραγμάτευση διεθνούς εμπορικής συμφωνίας για την καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης — Εμπίπτουν

(Κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 4 § 1, στοιχείο α΄, τρίτη περίπτωση)

7.      Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο

(Άρθρο 296 ΣΛΕΕ)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 70, 71)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 97-100)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 107-110, 200)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 110, 131, 176)

5.      Τα θεσμικά όργανα μπορούν νομίμως να στηρίξουν την άρνηση προσβάσεως του κοινού στα έγγραφα στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, προκειμένου να τηρήσουν εμπιστευτικές τις θέσεις που διατυπώνονται στο πλαίσιο της διαπραγματεύσεως διεθνών συμφωνιών.

Πράγματι, η εν λόγω διαπραγμάτευση μπορεί να δικαιολογεί, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των διαπραγματεύσεων, ορισμένο επίπεδο εχεμύθειας το οποίο καθιστά δυνατή τη διασφάλιση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης των διαπραγματευτών και της διεξαγωγής ελεύθερου και γόνιμου διαλόγου.

Η πρωτοβουλία και η διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη διεθνούς συμφωνίας εμπίπτουν κατ’ αρχήν στην αρμοδιότητα της εκτελεστικής αρχής και η συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία διαπραγματεύσεως και συνάψεως διεθνούς συμφωνίας είναι κατ’ ανάγκη περιορισμένη, λαμβανομένου υπόψη του θεμιτού συμφέροντος να μην αποκαλυφθούν τα στρατηγικά στοιχεία των διαπραγματεύσεων.

(βλ. σκέψεις 118-120)

6.      Η γνωστοποίηση των θέσεων της Ένωσης ή άλλων διαπραγματευόμενων μερών σε διαπραγματεύσεις για τη σύναψη διεθνούς εμπορικής συμφωνίας για την καταπολέμηση της παραποίησης/απομίμησης μπορεί να θίξει την προστασία του δημόσιου συμφέροντος που προστατεύει το άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α΄, τρίτη περίπτωση, του κανονισμού 1049/2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, όσον αφορά τις διεθνείς σχέσεις.

Ειδικότερα, αφενός, δεν αποκλείεται με τη γνωστοποίηση αυτή να καθίσταται δυνατό να γίνουν, εμμέσως, γνωστές οι θέσεις των υπολοίπων διαπραγματευόμενων μερών. Αυτό μπορεί να συμβαίνει, ιδίως, στην περίπτωση που η θέση της Ένωσης εκφράζεται με αναφορά στη θέση άλλου διαπραγματευόμενου μέρους ή στην περίπτωση που η εξέταση της θέσεως της Ένωσης ή της εξελίξεώς της κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων καθιστά δυνατό να συναχθεί, κατά τρόπο λίγο έως πολύ ακριβή, η θέση ενός ή περισσοτέρων από τα άλλα διαπραγματευόμενα μέρη.

Αφετέρου, στο πλαίσιο των διεθνών διαπραγματεύσεων, οι θέσεις που λαμβάνει η Ένωση είναι, σε κάθε περίπτωση, ενδεχόμενο να εξελίσσονται ανάλογα με την πορεία των διαπραγματεύσεων αυτών, τις παραχωρήσεις και τους συμβιβασμούς στους οποίους προβαίνουν στο πλαίσιο αυτό τα διάφορα μέρη που συμμετέχουν σε αυτές. Η διατύπωση των διαπραγματευτικών θέσεων μπορεί να απαιτεί ορισμένες τακτικές εκτιμήσεις εκ μέρους των διαπραγματευτών, συμπεριλαμβανομένης και της ίδιας της Ένωσης. Στο πλαίσιο αυτό, δεν είναι δυνατόν να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η εκ μέρους της Ένωσης γνωστοποίηση προς το κοινό των διαπραγματευτικών της θέσεων, ενώ οι διαπραγματευτικές θέσεις των υπολοίπων μερών παραμένουν μυστικές, να έχει, στην πράξη, δυσμενείς επιπτώσεις στη διαπραγματευτική ικανότητα της Ένωσης.

Επιπλέον, στο πλαίσιο διεθνών διαπραγματεύσεων, η εκ μέρους ενός διαπραγματευόμενου μέρους μονομερής γνωστοποίηση των διαπραγματευτικών θέσεων ενός ή περισσοτέρων άλλων μερών, ακόμα και αν αυτό γίνεται εκ πρώτης όψεως ανωνύμως, ενδέχεται να επιδεινώσει σοβαρά, τόσο ως προς το διαπραγματευόμενο μέρος του οποίου η θέση δημοσιοποιείται όσο και ως προς τα υπόλοιπα διαπραγματευόμενα μέρη που γίνονται μάρτυρες αυτής της γνωστοποιήσεως, το απαραίτητο για την αποτελεσματικότητα των διαπραγματεύσεων κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης. Ως προς το σημείο αυτό, το γεγονός ότι ορισμένο έγγραφο είναι πρόταση που αφορά την τεχνική συνεργασία ουδόλως αναιρεί ότι πρόκειται για έγγραφο διαπραγματεύσεως. Η εγκαθίδρυση και η διατήρηση κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων αποτελεί πολύ λεπτό εγχείρημα.

Επιπλέον, η γνωστοποίηση αυτή θα μπορούσε να έχει επίδραση τόσο στην αξιοπιστία της Επιτροπής ως συνομιλητή στις διαπραγματεύσεις έναντι των άλλων διαπραγματευόμενων μερών όσο και στις σχέσεις όλων των διαπραγματευόμενων μερών —άρα και της Ένωσης— με τυχόν τρίτα κράτη που επιθυμούν να μετάσχουν στις διαπραγματεύσεις.

(βλ. σκέψεις 123-126, 128, 139, 145, 170, 172, 175)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 214)