Language of document : ECLI:EU:T:2010:505

Υπόθεση T‑303/08

Tresplain Investments Ltd

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας – Κοινοτικό εικονιστικό σήμα Golden Elephant Brand – Μη καταχωρισμένο εθνικό εικονιστικό σήμα GOLDEN ELEPHANT – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Παραπομπή στο εθνικό δίκαιο που διέπει το προγενέστερο σήμα – Σύστημα κανόνων που διέπει την αγωγή του common law λόγω προσβολής διακριτικού σημείου (action for passing off) – Άρθρο 74, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 [νυν άρθρο 76, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009] – Άρθρο 73 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρο 75 του κανονισμού 207/2009) – Άρθρο 8, παράγραφος 4, και άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 4, και άρθρο 53, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 207/2009] – Νέοι λόγοι – Άρθρο 48, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Διαδικασία – Δικόγραφο της προσφυγής – Τυπικά στοιχεία – Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών – Λόγοι ακυρώσεως μη περιλαμβανόμενοι στο δικόγραφο της προσφυγής – Γενική παραπομπή σε άλλα έγγραφα – Απαράδεκτο

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 21· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 44 § 1 και 48 § 2)

2.      Κοινοτικό σήμα – Δικονομικές διατάξεις – Αιτιολόγηση των αποφάσεων

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρο 73)

3.      Κοινοτικό σήμα – Δικονομικές διατάξεις – Αυτεπάγγελτη εξέταση των πραγματικών περιστατικών – Διαδικασία ακυρώσεως – Περιορισμός της εξετάσεως στα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι – Εκτίμηση από το ΓΕΕΑ του υποστατού των προβαλλόμενων πραγματικών περιστατικών και της αποδεικτικής ισχύος των στοιχείων που προσκομίζουν οι διάδικοι

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρο 74 § 1)

4.      Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία προσφυγής – Απόφαση επί της προσφυγής – Σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας – Περιεχόμενο της αρχής

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρο 73)

5.      Κοινοτικό σήμα – Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα – Σχετικοί λόγοι ακυρότητας – Ύπαρξη προγενέστερου δικαιώματος κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94 – Προϋποθέσεις

(Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρα 8 § 4 και 52 § 1, στοιχείο γ΄)

6.      Διαδικασία – Προβολή νέων ισχυρισμών κατά τη διάρκεια της διαδικασίας – Προϋποθέσεις – Λόγος ακυρώσεως στηριζόμενος σε στοιχεία που προέκυψαν κατά τη διαδικασία

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 48 § 2)

1.      Όπως προκύπτει από το άρθρο 21 του Οργανισμού του Δικαστηρίου και από τα άρθρα 44, παράγραφος 1, και 48, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, κάθε λόγος ακυρώσεως που δεν διατυπώνεται επαρκώς με το εισαγωγικό δικόγραφο πρέπει να θεωρείται απαράδεκτος.

Για το παραδεκτό μιας προσφυγής επιβάλλεται τα ουσιώδη πραγματικά και νομικά περιστατικά επί των οποίων αυτή στηρίζεται να προκύπτουν, τουλάχιστον συνοπτικώς, αλλά κατά τρόπο εύλογο και κατανοητό, από το κείμενο του δικογράφου. Συναφώς, μολονότι το κύριο μέρος του δικογράφου της προσφυγής μπορεί να θεμελιωθεί και να συμπληρωθεί, όσον αφορά συγκεκριμένα σημεία, με αναφορές σε αποσπάσματα συνημμένων σε αυτό εγγράφων, μια γενική αναφορά σε άλλα έγγραφα, έστω και συνημμένα στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν μπορεί να αντισταθμίσει την έλλειψη ουσιωδών στοιχείων νομικής επιχειρηματολογίας τα οποία, δυνάμει των προμνησθεισών διατάξεων, πρέπει να περιλαμβάνονται στο δικόγραφο της προσφυγής. Το Γενικό Δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση να ερευνά και να εξακριβώνει, στα συνημμένα στην προσφυγή έγγραφα, τους ισχυρισμούς ή λόγους που θα μπορούσαν, κατά την κρίση του, να αποτελούν τη βάση της προσφυγής, δεδομένου ότι τα συνημμένα αυτά έγγραφα επιτελούν απλώς λειτουργία αποδεικτικών και διευκρινιστικών στοιχείων.

(βλ. σκέψεις 37-38)

2.      Το τμήμα προσφυγών δεν υποχρεούται να λαμβάνει θέση επί όλων των επιχειρημάτων που προβάλλουν οι διάδικοι. Αρκεί να εκθέτει τα πραγματικά περιστατικά και τις νομικές εκτιμήσεις που έχουν αποφασιστική σημασία για την οικονομία της αποφάσεως. Κατά συνέπεια, από το γεγονός και μόνον ότι το τμήμα προσφυγών δεν επανέλαβε το σύνολο των επιχειρημάτων ενός εκ των διαδίκων ή δεν απάντησε σε καθένα από τα επιχειρήματα αυτά δεν μπορεί να συναχθεί ότι το τμήμα προσφυγών δεν τα έλαβε υπόψη.

(βλ. σκέψη 46)

3.      Κατά το άρθρο 74, παράγραφος 1, στο τέλος, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, σε διαδικασίες που αφορούν σχετικό λόγο απαραδέκτου της καταχωρίσεως, η εξέταση περιορίζεται στα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι καθώς και στα υποβληθέντα από αυτούς αιτήματα. Το άρθρο 74, παράγραφος 1, στο τέλος, του εν λόγω κανονισμού εφαρμόζεται επίσης στις διαδικασίες ακυρώσεως που αφορούν σχετικό λόγο ακυρότητας δυνάμει του άρθρου 52 του ίδιου κανονισμού. Επομένως, σε διαδικασίες κηρύξεως ακυρότητας που αφορούν σχετικό λόγο ακυρότητας, ο διάδικος που υπέβαλε την αίτηση για την κήρυξη ακυρότητας στηριζόμενος σε προγενέστερο εθνικό σήμα πρέπει να αποδείξει την ύπαρξη και, ενδεχομένως, το περιεχόμενο της προστασίας του προγενέστερου σήματος.

Αντιθέτως, στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) απόκειται να εξετάσει αν, στο πλαίσιο διαδικασίας κηρύξεως ακυρότητας, πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται για να γίνει δεκτός ένας προβαλλόμενος λόγος κηρύξεως ακυρότητας. Στο πλαίσιο αυτό, το ΓΕΕΑ πρέπει να εκτιμήσει το υποστατό των προβαλλόμενων πραγματικών περιστατικών και την αποδεικτική ισχύ των στοιχείων που προσκομίζουν οι διάδικοι.

Το ΓΕΕΑ μπορεί να κληθεί να λάβει υπόψη, μεταξύ άλλων, το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους εντός του οποίου απολαύει προστασίας το προγενέστερο σήμα επί του οποίου στηρίζεται η αίτηση κηρύξεως ακυρότητας. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να ζητήσει αυτεπαγγέλτως πληροφορίες, χρησιμοποιώντας τα μέσα που κρίνει αναγκαία προς τον σκοπό αυτόν, σχετικές με τη νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους, εάν οι πληροφορίες αυτές είναι αναγκαίες για την εκτίμηση των προϋποθέσεων που πρέπει να πληρούνται για να γίνει δεκτός ένας λόγος κηρύξεως ακυρότητας και, ιδίως, για να εκτιμηθεί το υποστατό των προβληθέντων πραγματικών περιστατικών και της αποδεικτικής ισχύος των προσκομισθέντων στοιχείων. Πράγματι, ο περιορισμός της σχετικής με τα πραγματικά περιστατικά βάσεως της εξετάσεως την οποία διενεργεί το ΓΕΕΑ δεν αποκλείει το να λάβει το τμήμα αυτό υπόψη, πέραν των γεγονότων που ρητώς προέβαλαν οι διάδικοι στη διαδικασία κηρύξεως ακυρότητας, παγκοίνως γνωστά πραγματικά περιστατικά, ήτοι περιστατικά τα οποία μπορούν να γίνουν γνωστά στον οποιοδήποτε ή μπορούν να γίνουν γνωστά από γενικώς προσιτές πηγές.

(βλ. σκέψεις 65-67)

4.      Κατά το άρθρο 73 του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, οι αποφάσεις του ΓΕΕΑ μπορούν να στηρίζονται μόνο σε λόγους επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να λάβουν θέση.

Η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών περιλαμβάνεται στην πράξη με την οποία λαμβάνεται η απόφαση. Πάντως, το δικαίωμα ακροάσεως υφίσταται ως προς όλα τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία επί των οποίων στηρίζεται η πράξη με την οποία λαμβάνεται η απόφαση, όχι όμως ως προς την τελική θέση που προτίθεται να λάβει η διοίκηση.

(βλ. σκέψεις 80-81)

5.      Κατά το άρθρο 52, παράγραφος 1, στοιχείο γ΄, του κανονισμού 40/94 για το κοινοτικό σήμα, το κοινοτικό σήμα κηρύσσεται άκυρο μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), όταν υφίσταται προγενέστερο δικαίωμα προβλεπόμενο στο άρθρο 8, παράγραφος 4, του εν λόγω κανονισμού και πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπει η παράγραφος αυτή.

Από τον συνδυασμό των δύο αυτών διατάξεων προκύπτει ότι μπορεί να γίνει δεκτό αίτημα του δικαιούχου μη καταχωρισμένου σήματος που δεν έχει μόνον τοπική ισχύ περί κηρύξεως της ακυρότητας πλέον πρόσφατου κοινοτικού σήματος, όταν και εφόσον, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους που διέπει το σημείο αυτό, αφενός, έχουν κτηθεί δικαιώματα επί του εν λόγω σημείου πριν την ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος και, αφετέρου, το εν λόγω σημείο παρέχει στον δικαιούχο του το δικαίωμα να απαγορεύσει τη χρήση πλέον πρόσφατου σήματος.

Στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 8, παράγραφος 4, του κανονισμού 40/94, στο τμήμα προσφυγών απόκειται να λάβει υπόψη τόσο την εθνική νομοθεσία η οποία έχει εφαρμογή δυνάμει της παραπομπής στην οποία προβαίνει η εν λόγω διάταξη όσο και τις δικαστικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί εντός του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Επ’ αυτής της βάσεως, ο αιτών την κήρυξη της ακυρότητας πρέπει να αποδείξει ότι το επίμαχο σημείο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου του εμπλεκόμενου κράτους μέλους και ότι παρέχει τη δυνατότητα απαγορεύσεως της χρήσεως ενός πλέον πρόσφατου σήματος.

(βλ. σκέψεις 89-91)

6.      Το γεγονός ότι ο διάδικος έλαβε γνώση ενός πραγματικού στοιχείου κατά την ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία δεν σημαίνει ότι το στοιχείο αυτό ανέκυψε κατά τη διαδικασία. Πρέπει ακόμη ο διάδικος να μην ήταν σε θέση να το πληροφορηθεί προηγουμένως. Κατά μείζονα λόγο, το γεγονός ότι ο διάδικος έλαβε γνώση της νομικής κατάστασης μόνον κατά τη διάρκεια της διαδικασίας δεν μπορεί να αποτελεί νέο πραγματικό ή νομικό στοιχείο κατά την έννοια του άρθρου 48, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας.

(βλ. σκέψη 167)