Language of document : ECLI:EU:C:2017:592

Γνωμοδότηση 1/15

Γνωμοδότηση δυνάμει του άρθρου 218, παράγραφος 11, ΣΛΕΕ

«Γνωμοδότηση δυνάμει του άρθρου 218, παράγραφος 11, ΣΛΕΕ – Σχέδιο συμφωνίας μεταξύ του Καναδά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαβίβαση δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών από την Ένωση προς τον Καναδά – Προσήκουσες νομικές βάσεις – Άρθρο 16, παράγραφος 2, άρθρο 82, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο δʹ, και άρθρο 87, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ – Συμβατός χαρακτήρας με τα άρθρα 7 και 8, καθώς και με το άρθρο 52, παράγραφος 1, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης»

Περίληψη – Γνωμοδότηση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 26ης Ιουλίου 2017

1.        Διεθνείς συμφωνίες – Σύναψη – Προηγούμενη γνωμοδότηση του Δικαστηρίου – Αντικείμενο – Ζητήματα απτόμενα του ουσιαστικού ή του τυπικού κύρους συμφωνίας έναντι των Συνθηκών – Συμβατός χαρακτήρας της συμφωνίας με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Άρθρα 6 § 1 ΣΕΕ, 217 ΣΛΕΕ και 218 ΣΛΕΕ)

2.        Πράξεις των θεσμικών οργάνων – Επιλογή νομικής βάσεως – Κριτήρια – Πράξη της Ένωσης επιδιώκουσα την επίτευξη διττού σκοπού και έχουσα δύο συστατικά στοιχεία – Παραπομπή στον κύριο ή τον κατισχύοντα σκοπό ή συστατικό στοιχείο – Σκοποί ή συστατικά στοιχεία που συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους – Σώρευση νομικών βάσεων – Όρια – Μη συμβατές μεταξύ τους διαδικασίες

3.        Διεθνείς συμφωνίες – Συμφωνίες της Ένωσης – Σύναψη – Συμφωνία ΕΕ-Καναδά σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών – Νομική βάση – Επιπτώσεις των προσαρτώμενων στις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ Πρωτοκόλλων αριθ. 21 και αριθ. 22 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιρλανδίας και της Δανίας – Μη εφαρμογή της συμφωνίας στη Δανία

(Άρθρα 16 § 2 ΣΛΕΕ και 87 § 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ· Πρωτόκολλα αριθ. 21 και αριθ. 22 τα οποία προσαρτώνται στις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ)

4.        Διεθνείς συμφωνίες – Συμφωνίες της Ένωσης – Σύναψη – Συμφωνία ΕΕ-Καναδά σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών – Συμφωνία έχουσα ως σκοπό την προστασία της δημόσιας ασφάλειας και την προστασία των δεδομένων των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Νομική βάση – Άρθρο 16, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ σε συνδυασμό με το άρθρο 87, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ

(Άρθρα 39 ΣΕΕ, 16 § 2 ΣΛΕΕ και 87 § 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ· Πρωτόκολλα αριθ. 21 και αριθ. 22 τα οποία προσαρτώνται στις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ· Δήλωση αριθ. 21 προσαρτηθείσα στις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ)

5.        Θεμελιώδη δικαιώματα – Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Πεδίο εφαρμογής – Επεξεργασία δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών βάσει διεθνούς συμφωνίας συναφθείσας μεταξύ της Ένωσης και τρίτης χώρας – Εμπίπτει – Ανάγκη να διασφαλίζεται επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων ισοδύναμο εκείνου της προστασίας που παρέχεται εντός της Ένωσης – Περιεχόμενο

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 8· οδηγία 95/46 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 25 § 6)

6.        Διεθνείς συμφωνίες – Συμφωνίες της Ένωσης – Σύναψη – Συμφωνία με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών – Επέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Υποχρέωση περιορισμού της επεμβάσεως στο απολύτως αναγκαίο – Περιεχόμενο

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 8)

7.        Θεμελιώδη δικαιώματα – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Περιορισμός στην άσκηση των δικαιωμάτων και ελευθεριών που κατοχυρώνονται με τον Χάρτη – Προϋποθέσεις – Απαίτηση να προβλέπεται ο περιορισμός από νόμο – Περιεχόμενο

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 52 § 1)

8.        Θεμελιώδη δικαιώματα – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Επεξεργασία με βάση τη συγκατάθεση του ενδιαφερομένου ή για άλλους θεμιτούς λόγους που προβλέπονται από τον νόμο – Έννοια του όρου νόμος – Συμφωνία με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Εμπίπτει

(Άρθρα 218 § 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ και 294 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 8 § 2 και 52 § 1)

9.        Θεμελιώδη δικαιώματα – Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Σύναψη από την Ένωση συμφωνίας με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Επέμβαση – Δικαιολόγηση – Προστασία της δημόσιας ασφάλειας από την τρομοκρατία και το σοβαρό διεθνικό έγκλημα – Επιτρεπτό

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 8· οδηγία 2016/681 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 6 § 4, 7 § 6 και 13 § 4)

10.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Σύναψη από την Ένωση συμφωνίας με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Ευαίσθητα δεδομένα – Ανάγκη επακριβούς και βάσιμης δικαιολογήσεως στηριζομένης σε άλλους λόγους εκτός της προστασίας της δημόσιας ασφάλειας από την τρομοκρατία και το σοβαρό διεθνικό έγκλημα

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7, 8, 21 και 52 § 1)

11.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Σύναψη από την Ένωση συμφωνίας με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας – Αυτοματοποιημένη επεξεργασία των δεδομένων – Εκτίμηση βάσει προτύπων, κριτηρίων και βάσεων δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την επεξεργασία αυτή

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 8)

12.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Σύναψη από την Ένωση συμφωνίας με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας – Επεξεργασία σύμφωνη με τους σκοπούς της Συμβάσεως του Σικάγου – Επιτρεπτό

13.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Σύναψη από την Ένωση συμφωνίας με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας – Ανάγκη να προβλέπονται σαφείς και επακριβείς κανόνες διέποντες την πρόσβαση στα δεδομένα αυτά και τη χρήση τους – Περιεχόμενο

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 8)

14.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Σύναψη από την Ένωση συμφωνίας με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας – Διατήρηση και χρήση των δεδομένων κατά τη διάρκεια της παραμονής των επιβατών στην τρίτη χώρα – Ελάχιστες απαιτήσεις

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 8)

15.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Σύναψη από την Ένωση συμφωνίας με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Τήρηση της αρχής της αναλογικότητας – Διατήρηση των δεδομένων κατόπιν της αναχωρήσεως των επιβατών από την τρίτη χώρα – Δεν επιτρέπεται – Εξαίρεση – Επιβάτες που θεωρούνται επικίνδυνοι όσον αφορά την τρομοκρατία και το σοβαρό διεθνικό έγκλημα

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 8)

16.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής – Σεβασμός κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Υποχρέωση να παρέχεται στον ενδιαφερόμενο πρόσβαση στα δεδομένα που τον αφορούν προς διακρίβωση της ακρίβειας και του νόμιμου χαρακτήρα τους – Περιεχόμενο – Σύναψη από την Ένωση συμφωνίας με τρίτη χώρα σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών – Ανάγκη να προβλέπεται η ενημέρωση των επιβατών για τη διαβίβαση και τη χρήση των δεδομένων τους

(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 47, εδ. 1)

17.      Θεμελιώδη δικαιώματα – Προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Ελεγκτικές αρχές – Απαίτηση περί ανεξαρτησίας – Αντικείμενο

(Άρθρο 16 § 2 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 8 § 3)

1.      Οι διατάξεις διεθνούς συμφωνίας που συνάπτει η Ένωση, σύμφωνα με τα άρθρα 217 και 218 ΣΛΕΕ, αποτελούν, από της θέσεώς τους σε ισχύ, αναπόσπαστο μέρος της έννομης τάξεως της Ένωσης. Οι διατάξεις μιας τέτοιας συμφωνίας πρέπει, επομένως, να είναι καθ’ όλα συμβατές με τις Συνθήκες και με τις συνταγματικές αρχές που απορρέουν από αυτές. Συναφώς, το άρθρο 218, παράγραφος 11, ΣΛΕΕ αποσκοπεί στην αποτροπή των περιπλοκών οι οποίες θα ανέκυπταν από ένδικες αμφισβητήσεις σχετικές με το αν διεθνείς συμφωνίες που δεσμεύουν την Ένωση είναι συμβατές με τις Συνθήκες. Πράγματι, δικαστική απόφαση με την οποία διαπιστώνεται, ενδεχομένως, κατόπιν της συνάψεως διεθνούς συμφωνίας δεσμεύουσας την Ένωση, ότι η συμφωνία αυτή, λόγω είτε του περιεχομένου της είτε της διαδικασίας που ακολουθήθηκε για τη σύναψή της, δεν είναι συμβατή με τις διατάξεις των Συνθηκών θα προκαλούσε, ασφαλώς, σοβαρές δυσχέρειες όχι μόνο εντός της Ένωσης, αλλά και σε επίπεδο διεθνών σχέσεων, και θα μπορούσε να βλάψει τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερομένων, περιλαμβανομένων των τρίτων χωρών. Λαμβανομένης υπόψη της λειτουργίας της διαδικασίας την οποία προβλέπει το άρθρο 218, παράγραφος 11, ΣΛΕΕ, απλώς και μόνον ο κίνδυνος της κηρύξεως πράξεως περί συνάψεως διεθνούς συμφωνίας ως ανίσχυρης αρκεί για την υπαγωγή του ζητήματος στην κρίση του Δικαστηρίου.

Πρέπει, επομένως, να εξετάζονται στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 218, παράγραφος 11, ΣΛΕΕ όλα τα ζητήματα που δύνανται να εγείρουν αμφιβολίες ως προς το ουσιαστικό ή το τυπικό κύρος της συμφωνίας έναντι των Συνθηκών. Η κρίση επί του συμβατού χαρακτήρα συμφωνίας με τις Συνθήκες ενδέχεται, συναφώς, να εξαρτάται, μεταξύ άλλων, όχι μόνον από τις διατάξεις που αφορούν την αρμοδιότητα, τη διαδικασία ή τη θεσμική οργάνωση της Ένωσης, αλλά και από διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. Το αυτό ισχύει και στην περίπτωση ζητήματος σχετικού με τον συμβατό χαρακτήρα διεθνούς συμφωνίας με το άρθρο 6, παράγραφος 1, ΣΕΕ και, κατά συνέπεια, με τις εγγυήσεις που κατοχυρώνονται βάσει του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι αυτός έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες.

(βλ. σκέψεις 67, 69, 70, 74)

2.      Βλ. το κείμενο της γνωμοδοτήσεως.

(βλ. σκέψεις 76-78)

3.      Η χρήση διττής νομικής βάσεως αποκλείεται οσάκις οι διαδικασίες που προβλέπονται για καθεμία από τις νομικές αυτές βάσεις δεν είναι συμβατές μεταξύ τους. Συναφώς, ενδεχόμενη διαφορά ως προς τους κανόνες ψηφοφορίας στο Συμβούλιο δύναται να συνεπάγεται ότι οι οικείες νομικές βάσεις δεν είναι συμβατές μεταξύ τους.

Όσον αφορά απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη σχεδιαζομένης διεθνούς συμφωνίας, βάσει του άρθρου 16, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ και του άρθρου 87, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ, τέτοια έλλειψη συμβατού χαρακτήρα δεν συνάγεται από τα Πρωτόκολλα αριθ. 21, για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, και αριθ. 22, για τη θέση της Δανίας, τα οποία προσαρτώνται στις Συνθήκες ΕΕ και ΛΕΕ. Πράγματι, όσον αφορά το Πρωτόκολλο αριθ. 21, δεδομένου ότι η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποίησαν την επιθυμία τους να συμμετάσχουν στην έκδοση της εν λόγω αποφάσεως, οι διατάξεις του πρωτοκόλλου αυτού δεν ασκούν επιρροή στους κανόνες περί ψηφοφορίας στο πλαίσιο του Συμβουλίου στην περίπτωση από κοινού επικλήσεως, ως βάσεων της εν λόγω αποφάσεως, του άρθρου 16, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ και του άρθρου 87, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ.

Όσον αφορά το Πρωτόκολλο αριθ. 22, αυτό έχει ως σκοπό τη θέσπιση νομικού πλαισίου το οποίο θα παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να αναπτύξουν περαιτέρω τη συνεργασία τους όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, λαμβάνοντας, χωρίς τη συμμετοχή του Βασιλείου της Δανίας, μέτρα που δεν θα δεσμεύουν το κράτος μέλος αυτό, παρέχοντας παράλληλα σε αυτό τη δυνατότητα να συμμετέχει στη λήψη μέτρων στον εν λόγω τομέα και να δεσμεύεται από αυτά υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπει το άρθρο 8 του εν λόγω πρωτοκόλλου. Συναφώς, δεδομένου ότι η απόφαση για τη σύναψη της σχεδιαζομένης συμφωνίας πρέπει να στηρίζεται τόσο στο άρθρο 16 όσο και στο άρθρο 87 ΣΛΕΕ και, ως εκ τούτου, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του τρίτου μέρους, τίτλος V, κεφάλαιο 5, της Συνθήκης ΛΕΕ, καθόσον πρέπει να στηρίζεται στο εν λόγω άρθρο 87 ΣΛΕΕ, το Βασίλειο της Δανίας δεν θα δεσμεύεται, βάσει των άρθρων 2 και 2α του Πρωτοκόλλου αριθ. 22, ούτε από τις διατάξεις της αποφάσεως αυτής ούτε, συνεπώς, από τη σχεδιαζόμενη συμφωνία. Επιπλέον, το Βασίλειο της Δανίας δεν θα συμμετάσχει, σύμφωνα με το άρθρο 1 του πρωτοκόλλου αυτού, στην έκδοση της αποφάσεως αυτής. Επομένως, το Πρωτόκολλο αριθ. 22 δεν συνεπάγεται, εν προκειμένω, την εφαρμογή διαφορετικών κανόνων περί ψηφοφορίας στο πλαίσιο του Συμβουλίου σε περίπτωση από κοινού επικλήσεως του άρθρου 16, παράγραφος 2, και του άρθρου 87, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ.

(βλ. σκέψεις 78, 107, 109-111, 113, 117)

4.      Λαμβανομένων υπόψη τόσο των σκοπών της όσο και του περιεχομένου της, η σχεδιαζόμενη συμφωνία μεταξύ του Καναδά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών έχει δύο συστατικά στοιχεία, εκ των οποίων το πρώτο αφορά την ανάγκη προστασίας της δημόσιας ασφάλειας και το δεύτερο την προστασία των δεδομένων που προέρχονται από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών. Τα δύο αυτά συστατικά στοιχεία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους και πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτό ότι αμφότερα έχουν ουσιώδη σημασία. Πράγματι, το περιεχόμενο της σχεδιαζομένης συμφωνίας αποτελείται, σε μεγάλο βαθμό, από λεπτομερείς κανόνες διασφαλίζοντες ότι η διαβίβαση των δεδομένων που προέρχονται από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών στον Καναδά με σκοπό τη χρήση τους για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας θα διενεργείται υπό όρους σύμφωνους με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Υπό τις συνθήκες αυτές, η απόφαση για τη σύναψη της σχεδιαζομένης συμφωνίας συνδέεται άμεσα, πρώτον, με τον σκοπό που επιδιώκει το άρθρο 16, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ. Πράγματι, η διάταξη αυτή συνιστά, με την επιφύλαξη του άρθρου 39 ΣΕΕ, προσήκουσα νομική βάση οσάκις η προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αποτελεί έναν από τους σκοπούς ή από τα ουσιώδη συστατικά στοιχεία των κανόνων που θεσπίζει ο νομοθέτης της Ένωσης, περιλαμβανομένων και αυτών που εντάσσονται στο πλαίσιο της λήψεως μέτρων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της Συνθήκης ΛΕΕ περί δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και περί αστυνομικής συνεργασίας, όπως επιβεβαιώνουν το άρθρο 6α του Πρωτοκόλλου αριθ. 21 και το άρθρο 2α του Πρωτοκόλλου αριθ. 22, καθώς και η Δήλωση σχετικά με την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και περί αστυνομικής συνεργασίας, η οποία προσαρτήθηκε στην τελική πράξη της διακυβερνητικής διασκέψεως που ενέκρινε τη Συνθήκη της Λισσαβώνας.

Δεύτερον, η απόφαση αυτή πρέπει επίσης να στηρίζεται στο άρθρο 87, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ, το οποίο προβλέπει ότι, για τους σκοπούς του άρθρου 87, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, κατά το οποίο η Ένωση αναπτύσσει αστυνομική συνεργασία στην οποία συμμετέχουν όλες οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να λαμβάνουν μέτρα που αφορούν τη συλλογή, αποθήκευση, επεξεργασία, ανάλυση και ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών. Αφενός, όμως, οι σχετικές πληροφορίες, κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, ΣΛΕΕ, στους τομείς της προλήψεως ή της εξακριβώσεως αξιόποινων πράξεων και της διερευνήσεώς τους, μπορεί να περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και, αφετέρου, οι όροι «επεξεργασία» και «ανταλλαγή» τέτοιων δεδομένων καλύπτουν τόσο τη διαβίβασή τους σε αρμόδιες σχετικώς αρχές των κρατών μελών όσο και τη χρήση τους από τις αρχές αυτές. Συναφώς, το γεγονός ότι τα δεδομένα που προέρχονται από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών συλλέγονται αρχικώς από αερομεταφορείς για εμπορικούς σκοπούς και όχι από αρχή αρμόδια για την πρόληψη, την εξακρίβωση και τη διερεύνηση των αξιόποινων πράξεων δεν αποκλείει το ενδεχόμενο η εν λόγω διάταξη να αποτελεί επίσης προσήκουσα νομική βάση της αποφάσεως του Συμβουλίου για τη σύναψη της σχεδιαζομένης συμφωνίας.

(βλ. σκέψεις 90, 92, 94-96, 98, 99, 101)

5.      Οι διάφοροι τρόποι επεξεργασίας της οποίας μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο, σύμφωνα με σχεδιαζόμενη διεθνή συμφωνία μεταξύ της Ένωσης και τρίτης χώρας, τα δεδομένα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών που ταξιδεύουν με πτήσεις μεταξύ της Ένωσης και της τρίτης αυτής χώρας, συγκεκριμένα δε η διαβίβασή τους από την Ένωση στην εν λόγω τρίτη χώρα, η πρόσβαση σε αυτά με σκοπό τη χρήση τους ή ακόμη η διατήρησή τους, θίγουν το θεμελιώδες δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, το οποίο κατοχυρώνεται με το άρθρο 7 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, το δικαίωμα αυτό αφορά κάθε πληροφορία σχετικά με φυσικό πρόσωπο η ταυτότητα του οποίου είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί. Επιπλέον, οι μορφές επεξεργασίας των δεδομένων που προέρχονται από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών εμπίπτουν επίσης στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 8 του Χάρτη, για τον λόγο ότι αποτελούν επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την έννοια του άρθρου αυτού και πρέπει, ως εκ τούτου, κατ’ ανάγκη να πληρούν τις απαιτήσεις περί προστασίας των δεδομένων οι οποίες απορρέουν από το εν λόγω άρθρο.

Συναφώς, το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτάσσει, μεταξύ άλλων, τη διασφάλιση της συνέχειας της υψηλού επιπέδου προστασίας των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων που παρέχεται βάσει του δικαίου της Ένωσης σε περίπτωση διαβιβάσεως δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Ένωση προς τρίτη χώρα. Ακόμη και αν τα μέσα που χρησιμοποιούνται προς διασφάλιση του επίπεδου προστασίας αυτού μπορούν να διαφέρουν από εκείνα που εφαρμόζονται εντός της Ένωσης για να διασφαλισθεί η τήρηση των απαιτήσεων που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης, τα μέσα αυτά πρέπει, πάντως, να αποδεικνύονται στην πράξη αποτελεσματικά ώστε να διασφαλίζουν προστασία κατ’ ουσίαν ισοδύναμη της παρεχομένης εντός της Ένωσης.

Η απαίτηση αυτή περί επιπέδου προστασίας των θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων κατ’ ουσίαν ισοδυνάμου του διασφαλιζομένου εντός της Ένωσης ισχύει και στην περίπτωση της κοινοποιήσεως δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών από την τρίτη χώρα σε άλλες τρίτες χώρες, προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο καταστρατηγήσεως του επιπέδου προστασίας που προβλέπει η συμφωνία αυτή διά της διαβιβάσεως δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε άλλες τρίτες χώρες και να διασφαλισθεί η συνέχεια ως προς το επίπεδο προστασίας που παρέχεται βάσει του δικαίου της Ένωσης. Υπό τις συνθήκες αυτές, μια τέτοια κοινοποίηση απαιτεί την ύπαρξη είτε συμφωνίας μεταξύ της Ένωσης και της οικείας τρίτης χώρας, ισοδύναμης με την εν λόγω, είτε αποφάσεως της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 25, παράγραφος 6, της οδηγίας 95/46, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, διαπιστώνουσας ότι η εν λόγω τρίτη χώρα διασφαλίζει επαρκή προστασία, κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης, και αφορώσας τις αρχές προς τις οποίες εξετάζεται να διαβιβασθούν τα δεδομένα από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών.

(βλ. σκέψεις 122, 123, 134, 214)

6.      Η κοινοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε τρίτο, όπως είναι μια δημόσια αρχή, συνιστά επέμβαση στο θεμελιώδες δικαίωμα που κατοχυρώνεται με το άρθρο 7 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξαρτήτως της μεταγενέστερης χρήσεως των κοινοποιούμενων πληροφοριών. Το αυτό ισχύει και για τη διατήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως και για την πρόσβαση στα δεδομένα αυτά με σκοπό τη χρήση τους από τις δημόσιες αρχές. Συναφώς, ελάχιστη σημασία έχει αν οι σχετικές με την ιδιωτική ζωή γνωστοποιούμενες πληροφορίες είναι ή όχι ευαίσθητου χαρακτήρα ή αν οι ενδιαφερόμενοι υπέστησαν ή όχι ενδεχομένως δυσμενείς συνέπειες λόγω της επεμβάσεως αυτής.

Επομένως, προκειμένου περί διεθνούς συμφωνίας σχετικά με τη διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, της οποίας τη σύναψη σχεδιάζει η Ένωση, τόσο η διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων από την Ένωση στην αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας αυτής όσο και η διαπραγματευθείσα μεταξύ της Ένωσης και της εν λόγω τρίτης χώρας θέσπιση νομικού πλαισίου για τις προϋποθέσεις διατηρήσεως των δεδομένων αυτών, τη χρήση τους και ενδεχόμενες μεταγενέστερες διαβιβάσεις τους σε άλλες αρχές της ιδίας χώρας, την Ευρωπόλ, τη Eurojust, στις δικαστικές ή αστυνομικές αρχές των κρατών μελών ή, ακόμη, σε αρχές άλλων τρίτων χωρών, συνιστούν επεμβάσεις στο δικαίωμα που κατοχυρώνεται με το άρθρο 7 του Χάρτη. Οι πράξεις αυτές συνιστούν επίσης επέμβαση στο θεμελιώδες δικαίωμα της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που κατοχυρώνεται με το άρθρο 8 του Χάρτη, δεδομένου ότι πρόκειται για μορφές επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Τούτου δοθέντος, τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται με τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη δεν αποτελούν απόλυτα προνόμια, αλλά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε σχέση με τη λειτουργία που επιτελούν ως προς το κοινωνικό σύνολο. Συναφώς, η προστασία του θεμελιώδους δικαιώματος του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής στο επίπεδο της Ένωσης επιτάσσει οι παρεκκλίσεις από την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και οι περιορισμοί της να μην υπερβαίνουν τα όρια του απολύτως αναγκαίου. Προκειμένου να πληροί την απαίτηση αυτή, η επίμαχη ρύθμιση που συνεπάγεται την επέμβαση πρέπει να προβλέπει σαφείς και ακριβείς κανόνες που να διέπουν την έκταση και την εφαρμογή του οικείου μέτρου και να επιβάλλουν έναν ελάχιστο αριθμό απαιτήσεων, έτσι ώστε τα πρόσωπα των οποίων τα δεδομένα διαβιβάζονται να έχουν επαρκείς εγγυήσεις ότι προστατεύονται αποτελεσματικά τα προσωπικού χαρακτήρα δεδομένα τους από κινδύνους καταχρήσεως. Στη ρύθμιση πρέπει ιδίως να επισημαίνονται οι περιστάσεις και οι συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί να ληφθεί μέτρο προβλέπον την επεξεργασία τέτοιων δεδομένων, διασφαλιζομένου κατά τον τρόπο αυτό ότι η επέμβαση θα περιορίζεται στο απολύτως αναγκαίο. Η ανάγκη να παρέχονται τέτοιες εγγυήσεις είναι κατά μείζονα λόγο σημαντική οσάκις τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα υποβάλλονται σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία. Τα προεκτεθέντα ισχύουν ιδίως σε περίπτωση κατά την οποία διακυβεύεται η προστασία της ειδικής αυτής κατηγορίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα την οποία αποτελούν τα ευαίσθητα δεδομένα.

(βλ. σκέψεις 124-126, 136, 140, 141)

7.      Η απαίτηση, βάσει του άρθρου 52, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προβλέπεται από τον νόμο κάθε περιορισμός στην άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων συνεπάγεται ότι η νομική βάση που επιτρέπει την επέμβαση στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προσδιορίζει η ίδια το περιεχόμενο του περιορισμού στην άσκηση του οικείου δικαιώματος.

(βλ. σκέψη 139)

8.      Διεθνής συμφωνία σχετικά με τη διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, της οποίας τη σύναψη σχεδιάζει η Ένωση, εμπίπτει στην έννοια του νόμου, κατά το άρθρο 8, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, ως εκ τούτου, του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη.

Πράγματι, το άρθρο 218, παράγραφος 6, ΣΛΕΕ απηχεί, εξωτερικώς, την ισχύουσα σε εσωτερικό επίπεδο κατανομή εξουσιών μεταξύ των θεσμικών οργάνων και προβλέπει την ευθυγράμμιση της διαδικασίας λήψεως μέτρων της Ένωσης σε εσωτερικό επίπεδο με τη διαδικασία συνάψεως διεθνών συμφωνιών, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι, ως προς ένα συγκεκριμένο τομέα, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο διαθέτουν τις ίδιες εξουσίες, όπως επιτάσσει η θεσμική ισορροπία την οποία καθιερώνουν οι Συνθήκες. Επομένως, η σύναψη των διεθνών συμφωνιών που καλύπτουν τομείς ως προς τους οποίους, σε εσωτερικό επίπεδο, ισχύει η συνήθης νομοθετική διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 294 ΣΛΕΕ απαιτεί, βάσει του άρθρου 218, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, σημείο v, ΣΛΕΕ, την έγκριση του Κοινοβουλίου, οπότε δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι μια τέτοια συμφωνία αποτελεί, σε εξωτερικό επίπεδο, το ισοδύναμο αυτού που είναι σε εσωτερικό επίπεδο μια νομοθετική πράξη.

Ως εκ τούτου, η διαβίβαση δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών σε τρίτη χώρα, όπως σχεδιάζεται με την επίμαχη διεθνή συμφωνία, στηρίζεται σε άλλο λόγο ο οποίος προβλέπεται από τον νόμο, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 2, του Χάρτη.

(βλ. σκέψεις 145-147)

9.      Οι επεμβάσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα, τα οποία κατοχυρώνονται με τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συνεπάγεται διεθνής συμφωνία σχετικά με τη διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, της οποίας τη σύναψη σχεδιάζει η Ένωση, μπορούν να δικαιολογηθούν από σκοπό γενικού συμφέροντος της Ένωσης και δεν δύνανται να θίξουν το ουσιώδες περιεχόμενο των εν λόγω θεμελιωδών δικαιωμάτων, εφόσον η σχεδιαζόμενη συμφωνία έχει ως σκοπό, ιδίως, την προστασία της δημόσιας ασφάλειας μέσω της διαβιβάσεως δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών στο πλαίσιο της καταπολεμήσεως των τρομοκρατικών αξιόποινων πράξεων και των σοβαρών μορφών διεθνικού εγκλήματος. Πράγματι, ο σκοπός αυτός συνιστά σκοπό γενικού συμφέροντος της Ένωσης δυνάμενο να δικαιολογήσει ακόμη και σοβαρές επεμβάσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται με τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη. Κατά τα λοιπά, η προστασία της δημόσιας ασφάλειας συμβάλλει επίσης στην προστασία των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των τρίτων. Καθόσον η εκτίμηση περί της επικινδυνότητας των επιβατών αεροπορικών μεταφορών μέσω της αναλύσεως των δεδομένων αυτών πριν από την άφιξή τους διευκολύνει και επιταχύνει σε μεγάλο βαθμό τους ελέγχους ασφαλείας και τους συνοριακούς ελέγχους, μπορεί να γίνει δεκτό ότι η διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών και η συνακόλουθη επεξεργασία τους είναι πρόσφορες να διασφαλίσουν την επίτευξη του σκοπού που άπτεται της προστασίας της δημόσιας ασφάλειας, τον οποίο επιδιώκει η σχεδιαζόμενη συμφωνία.

(βλ. σκέψεις 148, 149, 151-153)

10.    Προκειμένου περί διεθνούς συμφωνίας σχετικά με τη διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, της οποίας τη σύναψη σχεδιάζει η Ένωση, κάθε μέτρο που στηρίζεται στην παραδοχή ότι ένα ή περισσότερα εκ των χαρακτηριστικών γνωρισμάτων που μνημονεύονται στη σχεδιαζόμενη συμφωνία, όπως είναι η φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τα πολιτικά φρονήματα, οι θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, η συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις ή τα στοιχεία που αφορούν την υγεία ή τη σεξουαλική ζωή ενός προσώπου, θα μπορούσαν, αφ’ εαυτών και ανεξαρτήτως της ατομικής συμπεριφοράς του οικείου ταξιδιώτη, να είναι κρίσιμα για τον σκοπό της επεξεργασίας δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών αντιβαίνει στα δικαιώματα που κατοχυρώνονται με τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ερμηνευόμενα σε συνδυασμό με το άρθρο του 21. Λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου επεξεργασίας αντίθετης προς το άρθρο 21 του Χάρτη, για τη διαβίβαση τέτοιων δεδομένων στην οικεία τρίτη χώρα θα απαιτούνταν ακριβής και ιδιαιτέρως βάσιμη δικαιολόγηση, αντλούμενη από άλλους λόγους εκτός της προστασίας της δημόσιας ασφάλειας από την τρομοκρατία και το σοβαρό διεθνικό έγκλημα. Ελλείψει τέτοιας δικαιολογήσεως, τα άρθρα 7, 8 και 21, καθώς και το άρθρο 52, παράγραφος 1, του Χάρτη αντιτίθενται τόσο στη διαβίβαση ευαίσθητων δεδομένων προς τρίτο κράτος όσο και στο νομικό πλαίσιο που διαπραγματεύθηκε η Ένωση με το τρίτο αυτό κράτος όσον αφορά τις προϋποθέσεις για τη χρήση και τη διατήρηση τέτοιων δεδομένων από τις αρχές του τρίτου κράτους αυτού.

(βλ. σκέψεις 164-167)

11.    Στην περίπτωση διεθνούς συμφωνίας της οποίας τη σύναψη σχεδιάζει η Ένωση και η οποία έχει ως αντικείμενο τη διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, προβλέπει δε αυτοματοποιημένη επεξεργασία των δεδομένων αυτών με σκοπό την προστασία της δημόσιας ασφάλειας από την τρομοκρατία και το σοβαρό διεθνικό έγκλημα, το εύρος της επεμβάσεως που συνεπάγονται οι αυτοματοποιημένες αναλύσεις δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών στα δικαιώματα που κατοχυρώνονται με τα άρθρα 7 και 8 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαρτάται κατ’ ουσίαν από τα προκαθορισμένα πρότυπα και κριτήρια και από τις βάσεις δεδομένων, δηλαδή τα στοιχεία στα οποία στηρίζεται αυτό το είδος επεξεργασίας δεδομένων. Επομένως, τα προκαθορισμένα πρότυπα και κριτήρια θα πρέπει να είναι, αφενός, ειδικά και αξιόπιστα, καθιστώντας δυνατή την εξαγωγή αποτελεσμάτων βάσει των οποίων θα εντοπίζονται τα άτομα που μπορεί να βαρύνονται με εύλογη υποψία συμμετοχής σε τρομοκρατικές αξιόποινες πράξεις ή σε σοβαρά διεθνικά εγκλήματα, και, αφετέρου, να μην εισάγουν διακρίσεις. Επίσης, οι βάσεις δεδομένων προς τις οποίες αντιπαραβάλλονται τα δεδομένα από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών πρέπει να είναι αξιόπιστες και ενημερωμένες και να περιορίζονται σε βάσεις δεδομένων τις οποίες χρησιμοποιεί η οικεία τρίτη χώρα σχετικά με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και των σοβαρών μορφών διεθνικού εγκλήματος.

(βλ. σκέψεις 168, 172)

12.    Διεθνής συμφωνία σχετικά με τη διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών δεν υπερβαίνει τα όρια του απολύτως αναγκαίου καθόσον επιτρέπει τη διαβίβαση των εν λόγω δεδομένων του συνόλου των επιβατών αεροπορικών μεταφορών προς την τρίτη χώρα αυτή, στο μέτρο που τα δεδομένα αυτά καθιστούν, ιδίως, ευχερέστερους τους συνοριακούς ελέγχους ασφαλείας στους οποίους υπόκειται, σύμφωνα με το άρθρο 13 της Συμβάσεως του Σικάγου, για τη διεθνή πολιτική αεροπορία, το σύνολο των επιβατών κατά τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις της τρίτης χώρας.

(βλ. σκέψεις 187-189)

13.    Στην περίπτωση διεθνούς συμφωνίας της οποίας τη σύναψη σχεδιάζει η Ένωση και η οποία έχει ως αντικείμενο τη διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η διατήρηση των διαβιβαζόμενων δεδομένων, η πρόσβαση των διαλαμβανομένων στη σχεδιαζόμενη συμφωνία εθνικών αρχών στα δεδομένα αυτά και η χρήση τους περιορίζονται στο απολύτως αναγκαίο, η σχεδιαζόμενη συμφωνία θα πρέπει να προβλέπει σαφείς και ακριβείς κανόνες βάσει των οποίων θα προσδιορίζονται οι περιστάσεις και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα μπορούν οι αρχές αυτές να τα διατηρούν, να έχουν πρόσβαση σε αυτά και να τα χρησιμοποιούν.

Όσον αφορά τη διατήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η ρύθμιση πρέπει, ιδίως, να ανταποκρίνεται πάντοτε σε αντικειμενικά κριτήρια που να αποδεικνύουν τη σχέση μεταξύ των προς διατήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και του επιδιωκομένου σκοπού. Όσον αφορά την εκ μέρους αρχής χρήση νομίμως διατηρούμενων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, δεν αρκεί το μέτρο να ορίζει ότι η πρόσβαση στα εν λόγω δεδομένα πρέπει να συμβάλλει στην επίτευξη κάποιου από τους σκοπούς του, αλλά πρέπει να προβλέπει επίσης τις ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις που διέπουν τη χρήση αυτή.

(βλ. σκέψεις 190-192)

14.    Στην περίπτωση διεθνούς συμφωνίας προβλέπουσας τη διατήρηση των δεδομένων που προέρχονται από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών και τη χρήση τους έως την αναχώρηση των επιβατών αυτών από την οικεία τρίτη χώρα, με σκοπό, ιδίως, να καταστούν ευχερέστεροι οι έλεγχοι ασφαλείας και οι συνοριακοί έλεγχοι, η διατήρηση και η χρήση τους προς τούτο δεν δύνανται, ως εκ της φύσεώς τους, να περιορίζονται σε ένα συγκεκριμένο κύκλο επιβατών αεροπορικών μεταφορών ή να απαιτούν τη χορήγηση προηγούμενης αδείας από δικαστήριο ή ανεξάρτητη διοικητική αρχή. Επομένως, καθόσον χρόνο οι επιβάτες αεροπορικών μεταφορών βρίσκονται στην οικεία τρίτη χώρα ή όταν πρόκειται να αναχωρήσουν από αυτήν, υφίσταται η αναγκαία σχέση μεταξύ των δεδομένων αυτών και του επιδιωκομένου με τη συμφωνία αυτή σκοπού, οπότε η συμφωνία δεν υπερβαίνει τα όρια του απολύτως αναγκαίου απλώς και μόνον επειδή επιτρέπει τη συστηματική διατήρηση και χρήση των προερχομένων από τις εν λόγω καταστάσεις δεδομένων του συνόλου των επιβατών αυτών. Ομοίως, η συστηματική χρήση των εν λόγω δεδομένων με σκοπό τη διακρίβωση της αξιοπιστίας και της ενημερότητας των προκαθορισμένων προτύπων και κριτηρίων, βάσει των οποίων διενεργείται η αυτοματοποιημένη επεξεργασία των δεδομένων αυτών, ή τον καθορισμό νέων προτύπων και κριτηρίων για την επεξεργασία αυτή, συνδέεται άμεσα με την εφαρμογή των ελέγχων ασφαλείας και των συνοριακών ελέγχων και πρέπει, επομένως, να γίνει δεκτό ότι ούτε και αυτή βαίνει πέραν των ορίων του απολύτως αναγκαίου.

Όσον αφορά τη χρήση των δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών κατά την παραμονή των επιβατών αεροπορικών μεταφορών στην οικεία τρίτη χώρα, η χρήση αυτή πρέπει να στηρίζεται σε νέες περιστάσεις, καθόσον επετράπη η είσοδος των επιβατών αυτών, κατόπιν ελέγχου των δεδομένων τους από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, στην επικράτεια της τρίτης χώρας αυτής. Η εν λόγω χρήση απαιτεί κανόνες ορίζοντες τις ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις που θα διέπουν τη χρήση αυτή με σκοπό, ιδίως, την προστασία των εν λόγω δεδομένων από τον κίνδυνο καταχρήσεως. Οι κανόνες αυτοί πρέπει να στηρίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια προκειμένου να καθορίζουν τις προϋποθέσεις και τις περιστάσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται η χρήση των δεδομένων από τις διαλαμβανόμενες στη σχεδιαζόμενη συμφωνία αρχές της οικείας τρίτης χώρας.

Συναφώς, οσάκις υφίστανται αντικειμενικά στοιχεία, βάσει των οποίων μπορεί να γίνει δεκτό ότι τα προερχόμενα από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών δεδομένα ενός ή περισσοτέρων επιβατών αεροπορικών μεταφορών θα μπορούσαν να συμβάλουν ουσιωδώς στην επίτευξη του σκοπού της καταπολεμήσεως των τρομοκρατικών αξιόποινων πράξεων και του σοβαρού διεθνικού εγκλήματος, η χρήση των δεδομένων αυτών δεν υπερβαίνει τα όρια του απολύτως αναγκαίου. Προκειμένου να διασφαλισθεί στην πράξη η πλήρης τήρηση των προϋποθέσεων αυτών είναι ουσιώδες η χρήση των διατηρούμενων δεδομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, κατά την παραμονή στην οικεία τρίτη χώρα των επιβατών αεροπορικών μεταφορών, να εξαρτάται, καταρχήν, εκτός αν πρόκειται για επείγουσες περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες, από προηγούμενο έλεγχο πραγματοποιούμενο είτε από δικαστήριο είτε από ανεξάρτητη διοικητική αρχή, η δε απόφαση του δικαστηρίου αυτού ή της αρχής αυτής πρέπει να εκδίδεται κατόπιν αιτιολογημένης αιτήσεως των αρμοδίων εθνικών αρχών υποβληθείσας, ιδίως, στο πλαίσιο διαδικασιών για την πρόληψη, την ανίχνευση ή την ποινική δίωξη.

(βλ. σκέψεις 197-202)

15.    Στην περίπτωση διεθνούς συμφωνίας της οποίας τη σύναψη σχεδιάζει η Ένωση και η οποία αφορά τη διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, προβλέπει δε τη διατήρηση των εν λόγω δεδομένων κατόπιν της αναχωρήσεως από την τρίτη χώρα αυτή των επιβατών αεροπορικών μεταφορών με σκοπό την προστασία της δημόσιας ασφάλειας από την τρομοκρατία και το σοβαρό διεθνικό έγκλημα, όσον αφορά τους επιβάτες αεροπορικών μεταφορών για τους οποίους δεν διαπιστώθηκε ότι αποτελούν κίνδυνο σχετιζόμενο με την τρομοκρατία και το σοβαρό διεθνικό έγκλημα κατά την άφιξή τους στην εν λόγω τρίτη χώρα και έως την αναχώρησή τους από τη χώρα αυτή, δεν υφίσταται, κατόπιν της αναχωρήσεώς τους, σχέση, έστω και έμμεση, μεταξύ των προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών δεδομένων τους και του σκοπού που επιδιώκεται με τη σχεδιαζόμενη συμφωνία, η οποία θα δικαιολογούσε τη διατήρηση των δεδομένων αυτών. Η διαρκής αποθήκευση των προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών δεδομένων του συνόλου των επιβατών αεροπορικών μεταφορών κατόπιν της αναχωρήσεώς τους από την οικεία τρίτη χώρα δεν περιορίζεται, επομένως, στο απολύτως αναγκαίο. Καθόσον, πάντως, διαπιστώνονται, σε ειδικές περιπτώσεις, αντικειμενικά στοιχεία δυνάμενα να καταδείξουν ότι ορισμένοι επιβάτες αεροπορικών μεταφορών θα μπορούσαν, ακόμη και κατόπιν της αναχωρήσεώς τους από την εν λόγω τρίτη χώρα, να αποτελούν κίνδυνο με γνώμονα την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του σοβαρού διεθνικού εγκλήματος, η αποθήκευση των προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών δεδομένων τους δύναται να επιτραπεί πέραν της παραμονής των προσώπων αυτών στην εν λόγω τρίτη χώρα. Η χρήση των ούτως αποθηκευμένων δεδομένων που προέρχονται από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια προκειμένου να καθορίζονται οι περιστάσεις και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες επιτρέπεται η πρόσβαση των διαλαμβανομένων στη σχεδιαζόμενη συμφωνία εθνικών αρχών στα δεδομένα αυτά. Ομοίως, η χρήση αυτή θα πρέπει, εκτός εκτάκτων περιπτώσεων δεόντως αιτιολογημένων, να εξαρτάται από προηγούμενο έλεγχο είτε δικαστηρίου είτε ανεξάρτητης διοικητικής αρχής, των οποίων η απόφαση, βάσει της οποίας επιτρέπεται η χρήση, εκδίδεται κατόπιν αιτιολογημένης αιτήσεως των αρχών αυτών, υποβληθείσας, ιδίως, στο πλαίσιο διαδικασιών για την πρόληψη, την ανίχνευση ή την ποινική δίωξη. Όσον αφορά τη χρονική διάρκεια της διατηρήσεως των δεδομένων αυτών, ενδεχόμενη πενταετής χρονική διάρκεια δεν βαίνει πέραν των ορίων του απολύτως αναγκαίου για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του σοβαρού διεθνικού εγκλήματος.

(βλ. σκέψεις 205-209)

16.    Το θεμελιώδες δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής, το οποίο κατοχυρώνεται με το άρθρο 7 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προϋποθέτει ότι ο ενδιαφερόμενος βεβαιώνεται ότι η επεξεργασία των δεδομένων του προσωπικού χαρακτήρα γίνεται κατά ακριβή και νόμιμο τρόπο. Προκειμένου να προβεί στις αναγκαίες διακριβώσεις, το πρόσωπο αυτό πρέπει να έχει δικαίωμα προσβάσεως στα δεδομένα που το αφορούν και τα οποία αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας.

Συναφώς, στην περίπτωση διεθνούς συμφωνίας σχετικά με τη διαβίβαση σε τρίτη χώρα δεδομένων προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών, της οποίας τη σύναψη σχεδιάζει η Ένωση, είναι σημαντικό να ενημερώνονται οι επιβάτες αεροπορικών μεταφορών για τη διαβίβαση των προερχομένων από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών δεδομένων τους προς την οικεία τρίτη χώρα και για τη χρήση των εν λόγω δεδομένων, από τη στιγμή που η ενημέρωση αυτή δεν δύναται να θέσει σε κίνδυνο τις έρευνες τις οποίες διεξάγουν οι διαλαμβανόμενες στη σχεδιαζόμενη συμφωνία δημόσιες αρχές. Πράγματι, η ενημέρωση αυτή είναι, στην πράξη, αναγκαία, προκειμένου οι επιβάτες αεροπορικών μεταφορών να μπορούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους περί παροχής προσβάσεως στα προερχόμενα από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών δεδομένα τα οποία τους αφορούν και, ενδεχομένως, διορθώσεως των δεδομένων αυτών και ασκήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 47, πρώτο εδάφιο, του Χάρτη, αποτελεσματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου.

Επομένως, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες υφίστανται αντικειμενικά στοιχεία δικαιολογούντα τη χρήση των δεδομένων που προέρχονται από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών με σκοπό την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και των σοβαρών μορφών διεθνικού εγκλήματος και για τα οποία απαιτείται η προηγούμενη άδεια δικαστικής αρχής ή ανεξάρτητης διοικητικής οντότητας, η ατομική ενημέρωση των επιβατών αεροπορικών μεταφορών καθίσταται αναγκαία. Το αυτό ισχύει και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες τα προερχόμενα από τις καταστάσεις με τα ονόματα των επιβατών δεδομένα κοινοποιούνται σε άλλες δημόσιες αρχές ή σε ιδιώτες. Η ενημέρωση αυτή, πάντως, πρέπει να πραγματοποιείται μόνον από τη στιγμή που δεν δύναται να θέσει σε κίνδυνο τις έρευνες τις οποίες διεξάγουν οι διαλαμβανόμενες στη σχεδιαζόμενη συμφωνία δημόσιες αρχές.

(βλ. σκέψεις 219, 220, 223, 224)

17.    Κατά το άρθρο 8, παράγραφος 3, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η τήρηση των απαιτήσεων περί επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα οι οποίες απορρέουν από το άρθρο του 8, παράγραφοι 1 και 2, υπόκειται στον έλεγχο ανεξάρτητης αρχής. Η εγγύηση περί ανεξαρτησίας αυτής της ελεγκτικής αρχής, της οποίας η σύσταση προβλέπεται και στο άρθρο 16, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ, σκοπεί στη διασφάλιση της αποτελεσματικότητας και της αξιοπιστίας του ελέγχου της τηρήσεως των διατάξεων περί προστασίας των φυσικών προσώπων από την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα του σκοπού αυτού. Η σύσταση ανεξάρτητης ελεγκτικής αρχής αποτελεί, επομένως, ουσιώδες στοιχείο του σεβασμού της προστασίας των ατόμων από την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(βλ. σκέψεις 228, 229)