Language of document : ECLI:EU:F:2013:84

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

(τρίτο τμήμα)

της 19ης Ιουνίου 2013

Υπόθεση F‑8/12

BY

κατά

Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας (EΑSA)

«Προσωπικό της EΑSA – Έκτακτος υπάλληλος – Απόλυση λόγω επαγγελματικής ανεπάρκειας – Καθήκον μέριμνας – Αιτία εξωτερική σε σχέση με τις επαγγελματικές δυσκολίες – Ηθική παρενόχληση – Ασθένεια – Αποζημίωση»

Αντικείμενο:      Προσφυγή-αγωγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, με την οποία ο BY ζητεί την αποκατάσταση της ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη λόγω της από 10 Ιουνίου 2011 αποφάσεως του εκτελεστικού διευθυντή του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας (EASA ή στο εξής: Οργανισμός), περί απολύσεώς του, με ισχύ από 15 Δεκεμβρίου 2011, και της ηθικής παρενοχλήσεως που υπέστη στο πλαίσιο της εργασιακής σχέσεώς του με τον Οργανισμό.

Απόφαση:      Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας υποχρεούται να καταβάλει στον BY το ποσό που αντιστοιχεί σε εννέα μήνες των καθαρών αποδοχών που ελάμβανε την παραμονή της απολύσεώς του. Η προσφυγή-αγωγή απορρίπτεται κατά τα λοιπά. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας φέρει τα δικαστικά του έξοδα και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα του BY.




Περίληψη

1.      Υπάλληλοι – Απόλυση λόγω επαγγελματικής ανεπάρκειας – Καθήκον μέριμνας – Υποχρέωση συνεκτιμήσεως της παθολογικής αιτίας των δυσκολιών που αντιμετωπίζει υπάλληλος – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 24)

2.      Υπάλληλοι – Έκτακτοι υπάλληλοι – Καταγγελία συμβάσεως αορίστου χρόνου – Υπολογισμός προθεσμίας προειδοποιήσεως – Συνεκτίμηση της αναρρωτικής αδείας του ενδιαφερομένου

(Καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, άρθρο 47, στοιχείο γ΄, σημείο i)

3.      Υπάλληλοι – Εξωσυμβατική ευθύνη θεσμικών οργάνων – Προϋποθέσεις – Ζημία – Κριτήρια εκτιμήσεως

(Άρθρο 340 ΣΛΕΕ)

4.      Υπαλληλικές προσφυγές – Αγωγή αποζημιώσεως – Ακύρωση της προσβαλλόμενης παράνομης πράξεως – Ηθική βλάβη δυνάμενη να διαχωριστεί από την έλλειψη νομιμότητας και μη δυνάμενη να ικανοποιηθεί πλήρως με την ακύρωση

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 91)

1.      Το καθήκον μέριμνας επιβάλλει στη Διοίκηση, οσάκις υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την παθολογική αιτία των δυσκολιών που αντιμετωπίζει υπάλληλος στην εκτέλεση των καθηκόντων του, την υποχρέωση να καταβάλλει κάθε δυνατή επιμέλεια προκειμένου να αρθούν οι αμφιβολίες αυτές προτού εκδοθεί απόφαση τόσο σοβαρή όσο αυτή περί απολύσεως του οικείου υπαλλήλου.

Ομοίως, οι υποχρεώσεις που υπέχει η Διοίκηση από το καθήκον μέριμνας ενισχύονται ουσιωδώς, οσάκις πρόκειται για ιδιαίτερη περίπτωση υπαλλήλου του οποίου αμφισβητείται η ψυχική υγεία και, συνακόλουθα, η ικανότητά του να υπερασπισθεί λυσιτελώς τα συμφέροντά του.

Στο πλαίσιο αυτό, οσάκις η Διοίκηση διαθέτει επαρκή στοιχεία από τα οποία μπορεί να συναχθεί ευλόγως ότι η συμπεριφορά που προσάπτεται στον υπάλληλο μπορεί, τουλάχιστον εν μέρει, να αποδοθεί σε εξωτερικά αίτια και, ειδικότερα, σε εικαζόμενες πράξεις ηθικής παρενοχλήσεως ή σε παθολογικά αίτια, οφείλει, προτού εκδώσει την απόφαση περί απολύσεως, να καταβάλει κάθε δυνατή επιμέλεια προκειμένου να βεβαιωθεί ότι δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση. Τούτο προϋποθέτει, τουλάχιστον, ότι η Διοίκηση έχει λάβει γνώση των πορισμάτων της διοικητικής έρευνας που κινήθηκε στο πλαίσιο της αιτήσεως αρωγής για ηθική παρενόχληση.

(βλ. σκέψεις 34, 35 και 38)



Παραπομπή:

ΓΔΕΕ: 26 Φεβρουαρίου 2003, T‑145/01, Latino κατά Επιτροπής, σκέψη 93

ΔΔΔΕΕ: 28 Οκτωβρίου 2010, F‑92/09, U κατά Κοινοβουλίου, σκέψεις 65 και 67· 17 Φεβρουαρίου 2011, F‑119/07, Strack κατά Επιτροπής, σκέψη 85

2.      Όσον αφορά τον υπολογισμό της προθεσμίας προειδοποιήσεως σε περίπτωση καταγγελίας συμβάσεως εκτάκτου υπαλλήλου, σύμφωνα με το άρθρο 47, στοιχείο γ΄, σημείο i, του Καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, η Διοίκηση πρέπει να λαμβάνει υπόψη την αναρρωτική άδεια του ενδιαφερομένου, ούτως ώστε η προθεσμία προειδοποιήσεως να αρχίζει να τρέχει μετά την εν λόγω άδεια, αλλά εντός διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

(βλ. σκέψεις 40 και 49)

3.      Όσον αφορά την υλική ζημία που υπέστη υπάλληλος λόγω ελλείψεως νομιμότητας της αποφάσεως περί απολύσεως, σκόπιμο είναι, προκειμένου να εκτιμηθεί η ζημία, να ληφθούν υπόψη όλες οι περιστάσεις της υποθέσεως, ήτοι, μεταξύ άλλων, η φύση της τελεσθείσας παρατυπίας και κάθε περιστατικό, ακόμη και μεταγενέστερο της παράνομης αποφάσεως, που επιφέρει την αύξηση ή τη μείωση της προς αποκατάσταση ζημίας.

(βλ. σκέψη 46)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: 26 Οκτωβρίου 2006, F‑1/05, Landgren κατά ETF, σκέψη 95

4.      Η ab initio ακύρωση παράνομης πράξεως μπορεί να συνιστά, αυτή καθαυτή, πρόσφορη και καταρχήν επαρκή ικανοποίηση κάθε ηθικής βλάβης που τυχόν προκάλεσε η εν λόγω πράξη, εκτός εάν ο προσφεύγων-ενάγων αποδεικνύει ότι έχει υποστεί ηθική βλάβη η οποία μπορεί να διαχωριστεί από την έλλειψη νομιμότητας που δικαιολογεί την ακύρωση και η οποία δεν είναι δυνατό να ικανοποιηθεί πλήρως με την ακύρωση αυτή. Το αυτό ισχύει και στην περίπτωση διαπιστώσεως της ελλείψεως νομιμότητας διοικητικής πράξεως από τον δικαστή της Ένωσης, εφόσον ο προσφεύγων-ενάγων δεν ζήτησε τυπικώς την ακύρωση της εν λόγω πράξεως αλλά ήγειρε μόνον αξίωση αποζημιώσεως.

(βλ. σκέψη 52)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 9 Ιουλίου 1987, 44/85, 77/85, 294/85 και 295/85, Hochbaum και Rawes κατά Επιτροπής, σκέψη 22· 7 Φεβρουαρίου 1990, C‑343/87, Culin κατά Επιτροπής, σκέψεις 27 έως 28

ΓΔΕΕ: 9 Νοεμβρίου 2004, T‑116/03, Montalto κατά Συμβουλίου, σκέψη 127· 6 Ιουνίου 2006, T‑10/02, Girardot κατά Επιτροπής, σκέψη 131

ΔΔΔΕΕ: 8 Μαΐου 2008, F‑6/07, Suvikas κατά Συμβουλίου, σκέψη 151· U κατά Κοινοβουλίου, προπαρατεθείσα, σκέψη 95