Language of document : ECLI:EU:F:2016:77

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
(τρίτο τμήμα)

της 12ης Απριλίου 2016

Υπόθεση F‑135/15

Laurent Beiner

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Υπαλληλική υπόθεση – Διαγωνισμός – Προϋποθέσεις συμμετοχής – Επαγγελματική πείρα – Απόφαση της εξεταστικής επιτροπής να μην επιτρέψει τη συμμετοχή του προσφεύγοντος στον διαγωνισμό – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως»

Αντικείμενο:      Προσφυγή ασκηθείσα δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, το οποίο έχει εφαρμογή στη Συνθήκη ΕΚΑΕ βάσει του άρθρου 106α της Συνθήκης αυτής, με την οποία ο L. Beiner ζητεί, κατ’ ουσίαν, την ακύρωση της αποφάσεως με την οποία δεν επετράπη η συμμετοχή του στον γενικό διαγωνισμό EPSO/AST/130/14 (AST 3) που διοργανώθηκε με σκοπό την πρόσληψη βοηθών με βαθμό AST 3 στον τομέα των κτιριακών εγκαταστάσεων.

Απόφαση:      Η προσφυγή απορρίπτεται ως, εν μέρει, προδήλως απαράδεκτη και, εν μέρει, προδήλως αβάσιμη. Ο L. Beiner φέρει τα δικαστικά του έξοδα και καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Περίληψη

1.      Υπαλληλικές προσφυγές – Βλαπτική πράξη – Απόφαση εκδοθείσα κατόπιν επανεξετάσεως προγενέστερης αποφάσεως – Απόφαση εκδοθείσα από εξεταστική επιτροπή διαγωνισμού κατόπιν επανεξετάσεως του φακέλου υποψηφίου του οποίου η συμμετοχή στον διαγωνισμό δεν έγινε δεκτή

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 § 2 και 91 § 1)

2.      Υπάλληλοι – Διαγωνισμός – Διαγωνισμός βάσει τίτλων και εξετάσεων – Προϋποθέσεις συμμετοχής – Καθορισμός με την προκήρυξη διαγωνισμού – Εκτίμηση, εκ μέρους της εξεταστικής επιτροπής, της επαγγελματικής πείρας των υποψηφίων – Δικαστικός έλεγχος – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, παράρτημα III, άρθρα 2 και 5)

1.      Όταν ένας υποψήφιος του οποίου η αίτηση συμμετοχής σε διαγωνισμό απορρίφθηκε ζητήσει την επανεξέταση της αποφάσεως αυτής βάσει συγκεκριμένης διατάξεως που δεσμεύει τη Διοίκηση, η βλαπτική πράξη, κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 2, ή, ενδεχομένως, του άρθρου 91, παράγραφος 1, του ΚΥΚ, συνίσταται στην απόφαση που έλαβε η εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού κατόπιν επανεξετάσεως.

Η προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη στο μέτρο που στρέφεται κατά της αρχικής αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 21 και 33)

Παραπομπή:

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις της 24ης Σεπτεμβρίου 2009, Brown κατά Επιτροπής, F‑37/05, EU:F:2009:121, σκέψη 28, και της 4ης Φεβρουαρίου 2010, Wiame κατά Επιτροπής, F‑15/08, EU:F:2010:7, σκέψη 20

2.      Η εξεταστική επιτροπή διαγωνισμού έχει την ευθύνη να εκτιμήσει, κατά περίπτωση, κατά πόσον η δηλούμενη από κάθε υποψήφιο επαγγελματική πείρα αντιστοιχεί στο απαιτούμενο από την προκήρυξη διαγωνισμού επίπεδο. Η εξεταστική επιτροπή διαθέτει, προς τούτο, ευρεία εξουσία εκτιμήσεως, στο πλαίσιο των σχετικών με τις διαδικασίες διαγωνισμών διατάξεων του ΚΥΚ, ως προς την εκτίμηση της προγενέστερης επαγγελματικής πείρας των υποψηφίων, όσον αφορά τόσο τη φύση και τη διάρκειά της όσο και την περισσότερο ή λιγότερο στενή σχέση που μπορεί αυτή να έχει με τις απαιτήσεις της προς πλήρωση θέσεως. Επομένως, στο πλαίσιο του ελέγχου νομιμότητας που ασκεί, το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης πρέπει να περιορίζεται στην εξέταση του ζητήματος αν η άσκηση της εν λόγω εξουσίας ενέχει πρόδηλη πλάνη ή όχι. Στο πλαίσιο του ελέγχου αυτού, ο δικαστής της Ένωσης πρέπει να λαμβάνει υπόψη ότι εναπόκειται στον υποψήφιο διαγωνισμού να παράσχει στην εξεταστική επιτροπή του διαγωνισμού όλα τα πληροφοριακά στοιχεία και όλα τα έγγραφα που θεωρεί χρήσιμα για την εξέταση της υποψηφιότητάς του, προκειμένου να δοθεί στην εξεταστική επιτροπή η δυνατότητα να εξακριβώσει αν αυτός πληροί τις προϋποθέσεις της προκηρύξεως του διαγωνισμού, κατά μείζονα δε λόγο αν κλήθηκε προς τούτο ρητώς και επισήμως. Επομένως, η εξεταστική επιτροπή, όταν αποφαίνεται επί της συμμετοχής των υποψηφίων στον διαγωνισμό, επιτρέπεται να περιορίζει την εξέτασή της μόνο στις αιτήσεις υποψηφιότητας και στα συνημμένα σ’ αυτές έγγραφα.

Περαιτέρω, λαμβανομένης υπόψη της ευρείας εξουσίας εκτιμήσεως που διαθέτει η εξεταστική επιτροπή διαγωνισμού, η διαπίστωση ότι αυτή υπέπεσε κατά την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών σε πρόδηλη πλάνη ικανή να δικαιολογήσει την ακύρωση της ληφθείσας αποφάσεως προϋποθέτει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία οφείλει να προσκομίσει ο προσφεύγων, είναι επαρκή για να αναιρέσουν την αξιοπιστία των εκτιμήσεων της εν λόγω εξεταστικής επιτροπής.

(βλ. σκέψεις 35 έως 38)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: απόφαση της 12ης Ιουλίου 1989, Belardinelli κ.λπ. κατά Δικαστηρίου, 225/87, EU:C:1989:309, σκέψεις 13 και 14

ΓΔΕΕ: αποφάσεις της 12ης Δεκεμβρίου 1996, AIUFFASS και AKT κατά Επιτροπής, T‑380/94, EU:T:1996:195, σκέψη 59· της 13ης Μαρτίου 2002, Martínez Alarcón κατά Επιτροπής, T‑357/00, T‑361/00, T‑363/00 και T‑364/00, EU:T:2002:66, σκέψη 76· της 25ης Μαρτίου 2004, Petrich κατά Επιτροπής, T‑145/02, EU:T:2004:91, σκέψη 37, και της 12ης Φεβρουαρίου 2008, BUPA κ.λπ. κατά Επιτροπής, T‑289/03, EU:T:2008:29, σκέψη 221

ΔΔΔΕΕ: αποφάσεις της 25ης Νοεμβρίου 2008, Iordanova κατά Επιτροπής, F‑53/07, EU:F:2008:148, σκέψη 34 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, και της 24ης Απριλίου 2013, Demeneix κατά Επιτροπής, F‑96/12, EU:F:2013:52, σκέψεις 42 έως 45 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία