Language of document : ECLI:EU:T:2012:691

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 13ης Δεκεμβρίου 2012

Υπόθεση T‑199/11 P

Guido Strack

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Αίτηση αναιρέσεως – Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Άρθρα 17, 17α, 19 και άρθρο 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ – Αίτηση άδειας για τη δημοσιοποίηση εγγράφων – Αίτηση άδειας για τη δημοσίευση κειμένου – Αίτηση άδειας για τη χρησιμοποίηση διαπιστώσεων ενώπιον εθνικών δικαστικών αρχών – Προσφυγή κριθείσα πρωτοδίκως απαράδεκτη – Απουσία βλαπτικής πράξεως – Άρθρο 90, στοιχείο α΄, του Κανονισμού Διαδικασίας»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δεύτερο τμήμα) της 20ής Ιανουαρίου 2011, F‑132/07, Strack κατά Επιτροπής.

Απόφαση:      Η αίτηση αναιρέσεως απορρίπτεται. Ο Guido Strack φέρει τα δικαστικά του έξοδα καθώς και τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο G. Strack υποχρεώνεται να καταβάλει 2 000 ευρώ στο Γενικό Δικαστήριο, προκειμένου να πληρωθεί μέρος των εξόδων στα οποία αυτό χρειάστηκε να υποβληθεί.

Περίληψη

1.      Ένδικη διαδικασία – Παραπομπή υποθέσεως λόγω εσωτερικών αναδιαρθρώσεων του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης – Παραβίαση της αρχής του φυσικού δικαστή – Δεν υφίσταται

(Κανονισμός Διαδικασίας του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, άρθρα 12 έως 14)

2.      Ένδικη διαδικασία – Δεδικασμένο – Περιεχόμενο

3.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αρχές – Θεμελιώδη δικαιώματα – Τήρηση η οποία διασφαλίζεται από τον δικαστή της Ένωσης – Λαμβάνεται υπόψη η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου – Δικαίωμα σε δίκαιη δίκη – Περιεχόμενο

(Άρθρο 6 § 3 ΣΕΕ)

4.      Αναίρεση – Λόγοι – Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών – Απαράδεκτο – Έλεγχος από το Γενικό Δικαστήριο της εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων – Αποκλείεται πλην της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου των εν λόγω στοιχείων

(Άρθρο 257 ΣΛΕΕ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, παράρτημα I, άρθρο 11)

5.      Υπαλληλικές προσφυγές – Βλαπτική πράξη – Έννοια – Πράξεις παράγουσες δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 90 και 91)

6.      Υπαλληλικές προσφυγές – Αίτηση κατά την έννοια του άρθρου 90, παράγραφος 1, του ΚΥΚ – Έννοια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90 § 1)

7.      Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Αποκάλυψη υπηρεσιακών πληροφοριών – Υποχρέωση προηγούμενης εγκρίσεως – Όροι υποβολής της αιτήσεως δημοσιοποιήσεως του εγγράφου – Υποχρέωση υποβολής στη Διοίκηση αρκούντως σαφούς αιτήσεως

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 11, εδ. 1, 17 και 19)

8.      Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Αποκάλυψη υπηρεσιακών πληροφοριών – Διαδικασία υποβολής της αιτήσεως δημοσιοποιήσεως εγγράφων που εμπίπτουν στα άρθρα 17 και 19 του ΚΥΚ – Μη εφαρμογή των αρχών που τυγχάνουν εφαρμογής στο πλαίσιο του κανονισμού 1049/2001

(Άρθρο 339 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 11, 12, 17 και 19· κανονισμός 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 2 § 1)

9.      Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Ελευθερία εκφράσεως – Άσκηση – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρα 11, 12, 17 και 19)

10.    Υπάλληλοι – Δικαιώματα και υποχρεώσεις – Καθήκον πίστεως – Έννοια – Περιεχόμενο

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 11)

11.    Ένδικη διαδικασία – Διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης – Εύλογη προθεσμία – Κριτήρια εκτιμήσεως

12.    Ένδικη διαδικασία – Δικαστικά έξοδα – Έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Γενικό Δικαστήριο στο πλαίσιο αναιρετικής διαδικασίας – Καταδίκη του υπαλλήλου στα συγκεκριμένα έξοδα

(Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 90, στοιχείο α΄)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 26 έως 30)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 15 Οκτωβρίου 2002, C‑238/99 P, C‑244/99 P, C‑245/99 P, C‑247/99 P, C‑250/99 P έως C‑252/99 P και C‑254/99 P, Limburgse Vinyl Maatschappij κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. I‑8375, σκέψεις 33 έως 39· 2 Οκτωβρίου 2003, C‑182/99 P, Salzgitter κατά Επιτροπής, Συλλογή 2003, σ. I‑10761, σκέψεις 28 έως 37

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 43)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 30 Σεπτεμβρίου 2003, C‑224/01, Köbler, Συλλογή 2003, σ. I‑10239, σκέψη 38· 29 Ιουνίου 2010, C-562/08, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, Συλλογή 1993, σ. I‑6151, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 67 έως 69)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 15 Δεκεμβρίου 2011, C‑411/11 P, Altner κατά Επιτροπής, σκέψεις 13 έως 15 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 74, 75, 169 και 172)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 10 Ιουλίου 2001, C‑315/99 P, Ismeri Europa κατά Ελεγκτικού Συνεδρίου, Συλλογή 2001, σ. I‑5281, σκέψη 19· 6 Απριλίου 2006, C‑551/03 P, General Motors κατά Επιτροπής, Συλλογή 2006, σ. I‑3173, σκέψη 54· 9 Δεκεμβρίου 2009, C‑528/08 P, Marcuccio κατά Επιτροπής, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 51· 2 Σεπτεμβρίου 2010, C‑399/08 P, Επιτροπή κατά Deutsche Post, σκέψη 64· 10 Φεβρουαρίου 2011, C‑260/09 P, Activision Blizzard Germany κατά Επιτροπής, σκέψη 53

ΓΔΕΕ: 16 Δεκεμβρίου 2010, T‑52/10 P, Lebedef κατά Επιτροπής, σκέψη 73

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 127 και 150)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 10 Ιανουαρίου 2006, C‑373/04 P, Επιτροπή κατά Alvarez Moreno, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

ΓΔΕΕ: 3 Απριλίου 1990, T‑135/89, Pfloeschner κατά Επιτροπής, Συλλογή 1990, σ. II‑153, σκέψη 11· 6 Ιουνίου 1996, T‑391/94, Baiwir κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1996, σ. I‑A‑269 και II‑787, σκέψη 34· 18 Ιουνίου 1996, T‑293/94, Vela Palacios κατά ΟΚΕ, Συλλογή Υπ.Υπ. 1996, σ. I‑A‑305 και II‑893, σκέψη 22· 29 Ιουνίου 2004, T‑188/03, Hivonnet κατά Συμβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2004, σ. I‑A‑199 και II‑889, σκέψη 16· 9 Σεπτεμβρίου 2008, T‑144/08, Marcuccio κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2008, σ. I‑A‑2‑51 και II‑A‑2‑341, σκέψη 25

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 129 και 130)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 12 Μαρτίου 1975, 23/74, Küster κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή τόμος 1975, σ. 133, σκέψη 11

ΓΔΕΕ: 11 Ιουνίου 1996, T‑110/94, Sánchez Mateo κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 1996, σ. I‑A‑275 και II‑805, σκέψη 26· 5 Ιουλίου 2005, T‑9/04, Marcuccio κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2005, σ. I‑A‑195 και II‑881, σκέψη 36

7.      Η αρχή που επιλαμβάνεται αιτήσεως περί κοινολογήσεως πληροφοριών βάσει των άρθρων 17 και 19 του ΚΥΚ οφείλει να προβεί, αφενός, σε εμπεριστατωμένη εξέταση όλων των κρίσιμων στοιχείων και, αφετέρου, σε στάθμιση των εμπλεκόμενων συμφερόντων, προκειμένου να κρίνει αν πρέπει να κατισχύσουν τα συμφέροντα της Ένωσης ή το δημόσιο συμφέρον για τη λήψη πληροφοριών. Στο πλαίσιο αυτό, στον υπάλληλο της Ένωσης που ζητεί την άδεια απόκειται να παράσχει όλες τις κρίσιμες πληροφορίες, και, ιδίως, σε περίπτωση που πρόκειται για έγγραφα, όσον αφορά την έκταση της δημοσιοποιήσεως και τον επιδιωκόμενο με τη δημοσιοποίηση σκοπό, προκειμένου να μπορέσει η αρμόδια αρχή να αποφανθεί σχετικώς. Το καθήκον ακρίβειας απορρέει από την όλη οικονομία των άρθρων 17 και 19 του ΚΥΚ αλλά και από τη σχέση ιδιαίτερης εμπιστοσύνης που υπάρχει μεταξύ της Ένωσης και των υπαλλήλων της, καθώς και από την υποχρέωση καλόπιστης συνεργασίας που υπέχουν οι υπάλληλοι από το άρθρο 11, πρώτο εδάφιο, του ΚΥΚ. Βάσει του εν λόγω καθήκοντος, ο υπάλληλος που ζητεί άδεια περί δημοσιοποιήσεως εγγράφων πρέπει να προσδιορίζει επακριβώς και εξατομικευμένως κάθε έγγραφο, περιγράφοντας το και διευκρινίζοντας τον λόγο της δημοσιοποιήσεως, προκειμένου να είναι, κατά τον τρόπο αυτό, δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος της αιτήσεως περί δημοσιοποιήσεως από την αρμόδια αρχή. Το καθήκον προσδιορισμού του σκοπού της δημοσιοποιήσεως δεν συνίσταται σε υποχρέωση αιτιολογήσεως της αιτήσεως η οποία υπόκειται σε έλεγχο βασίμου. Η απαίτηση επακριβούς προσδιορισμού του σκοπού δημοσιοποιήσεως στην αίτηση εντάσσεται σε ένα γενικότερο πλαίσιο και από αυτήν εξαρτάται η δυνατότητα εξετάσεως της αιτήσεως, συνεπώς εμπίπτει στον έλεγχο του παραδεκτού της.

(βλ. σκέψεις 131 και 132)

8.      Οι αρχές που τυγχάνουν εφαρμογής στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) 1049/2001 για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, δεν μπορούν να εφαρμοσθούν κατ’ αναλογία στις διαδικασίες χορηγήσεως άδειας δημοσιοποιήσεως εγγράφων που εμπίπτουν στα άρθρα 17 και 19 του ΚΥΚ. Ειδικότερα, σκοπός του κανονισμού 1049/2001 είναι η κατοχύρωση του δικαιώματος προσβάσεως του κοινού εν γένει στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων. Επομένως, κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, δικαίωμα προσβάσεως στα έγγραφα των θεσμικών οργάνων έχει κάθε πολίτης της Ένωσης και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατοικεί ή έχει την έδρα του σε ένα κράτος μέλος. Ο κανονισμός 1049/2001 διέπει, κατ’ ουσίαν, τις σχέσεις μεταξύ της Ένωσης και των πολιτών της, ενώ ο ΚΥΚ διέπει τη σχέση μεταξύ της Ένωσης και των υπαλλήλων της. Η διαφορά μεταξύ των διαδικασιών του κανονισμού 1049/2001, αφενός, και των άρθρων 17 και 19 του ΚΥΚ, αφετέρου, δικαιολογείται από την ιδιαίτερη σχέση εμπιστοσύνης που υπάρχει μεταξύ της Ένωσης και των υπαλλήλων της, η οποία όμως δεν υπάρχει, υπό την ίδια μορφή, με τους πολίτες της Ένωσης, τους οποίους αφορούν οι διατάξεις του κανονισμού 1049/2001. Κατά την εξέταση των αιτήσεων περί κοινολογήσεως πληροφοριών στο πλαίσιο των άρθρων 17 και 19 του ΚΥΚ, επιβάλλονται διαφορετικές απαιτήσεις, προκειμένου, αφενός, να διατηρηθεί η εν λόγω σχέση εμπιστοσύνης και, αφετέρου, τα θεσμικά όργανα της Ένωσης να εξασφαλίζουν ότι οι υπάλληλοι της Ένωσης ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους, λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον των θεσμικών οργάνων και τις υποχρεώσεις που υπέχουν δυνάμει του άρθρου 339 ΣΛΕΕ. Κατά συνέπεια, οι διαφορετικές προϋποθέσεις όσον αφορά, αφενός, τις αιτήσεις που υποβάλλουν οι υπάλληλοι της Ένωσης για την κοινολόγηση των πληροφοριών των οποίων λαμβάνουν γνώση στο πλαίσιο των καθηκόντων τους και, αφετέρου, τις αιτήσεις που υποβάλλουν οι πολίτες της Ένωσης, επιβάλλονται ακριβώς λόγω της ιδιαίτερης φύσεως των διαδικασιών που διέπει ο ΚΥΚ.

(βλ. σκέψη 134)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 137 έως 139)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 13 Δεκεμβρίου 1989, C‑100/88, Oyowe και Traore κατά Επιτροπής, Συλλογή 1989, σ. 4285, σκέψη 16· 6 Μαρτίου 2001, C‑274/99 P, Connolly κατά Επιτροπής, Συλλογή 2001, σ. I‑1611, σκέψεις 40 και 43 έως 46

10.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 179 και 180)

11.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 217 και 218)

Παραπομπή:

ΔΕΕ: 17 Δεκεμβρίου 1998, C‑185/95 P, Baustahlgewebe κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, σ. I‑8417, σκέψη 29· 26 Μαρτίου 2009, C‑146/08 P, Efkon κατά Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, που δεν έχει δημοσιευθεί στη Συλλογή, σκέψη 52 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

12.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 229 έως 232)