Language of document : ECLI:EU:T:2010:17

Υποθέσεις T-252/07, T-271/07 και T-272/07

Sungro, SA κ.λπ.

κατά

Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Εξωσυμβατική ευθύνη – Κοινή γεωργική πολιτική – Τροποποίηση του κοινοτικού καθεστώτος στηρίξεως για το βαμβάκι – Tίτλος IV, κεφάλαιο 10 α, του κανονισμού (ΕΚ) 1782/2003, που προστέθηκε με το άρθρο 1, σκέψη 20, του κανονισμού (ΕΚ) 864/2004 – Ακύρωση των επίδικων διατάξεων με απόφαση του Δικαστηρίου – Αιτιώδης συνάφεια»

Περίληψη της αποφάσεως

1.      Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Έλλειψη νομιμότητας – Ζημία – Αιτιώδης συνάφεια

(Άρθρο 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ)

2.      Εξωσυμβατική ευθύνη – Προϋποθέσεις – Έλλειψη νομιμότητας – Ζημία – Αιτιώδης συνάφεια

(Άρθρα 235 ΕΚ και 288, εδ. 2, ΕΚ· κανονισμοί του Συμβουλίου1782/2003, τίτλος IV, κεφάλαιο 10α , και 864/2004, εδ. 1, σημείο 20)

3.      Αγωγή αποζημιώσεως – Αντικείμενο – Αποκατάσταση της ζημίας που προκύπτει από τα δικαστικά έξοδα της ενώπιον του κοινοτικού δικαστή διαδικασίας

(Άρθρο 288, εδ. 2, ΕΚ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 91)

1.      Στο πλαίσιο της εξωσυμβατικής ευθύνης της Κοινότητας, για να θεωρηθεί ότι πληρούται η προϋπόθεση σχετικά με την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της προσαπτόμενης συμπεριφοράς και της προβαλλόμενης ζημίας, η προβαλλόμενη ζημία πρέπει να προκύπτει, αρκούντως άμεσα, από την προσαπτόμενη συμπεριφορά, δηλαδή η συμπεριφορά αυτή πρέπει να είναι η γενεσιουργός αιτία της ζημίας.

Για τον καθορισμό της καταλογιστέας σε συνιστώσα πταίσμα συμπεριφορά κοινοτικού οργάνου ζημίας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα της γενεσιουργού της στοιχειοθετήσεως της ευθύνης παραβάσεως και όχι εκείνα της πράξεως στην οποία αυτή εντάσσεται, εφόσον το θεσμικό όργανο μπορούσε ή όφειλε να εκδώσει πράξη με τα ίδια αποτελέσματα χωρίς να παραβεί τον κανόνα δικαίου. Η ανάλυση της αιτιώδους συνάφειας δεν δύναται να εκκινεί από την εσφαλμένη προϋπόθεση ότι, στην περίπτωση που δεν υφίστατο η μη σύννομη συμπεριφορά, το θεσμικό όργανο δεν θα εξέδιδε καμία πράξη ή θα εξέδιδε πράξη με αντίθετο περιεχόμενο, πράγμα το οποίο θα μπορούσε, επίσης, να συνιστά παράνομη συμπεριφορά εκ μέρους του, αλλά πρέπει να γίνεται με σύγκριση μεταξύ της καταστάσεως που δημιουργήθηκε, για τον ενδιαφερόμενο τρίτο, από τη συνιστώσα πταίσμα συμπεριφορά και της καταστάσεως που θα προέκυπτε γι’ αυτόν από συμπεριφορά του θεσμικού οργάνου σύμφωνη προς τον κανόνα δικαίου.

(βλ. σκέψεις 47-48)

2.      Ο κανονισμός 864/2004 και, μεταξύ άλλων, το κεφάλαιο 10α, περί της ενισχύσεως στους βαμβακοπαραγωγούς, που εισάγει στον τίτλο ΙV του κανονισμού 1782/2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στηρίξεως στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στηρίξεως για τους γεωργούς, εντάσσεται, όπως προκύπτει σαφώς από την αιτιολογία του, στο πλαίσιο της διαδικασίας μεταρρυθμίσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής, η οποία άρχισε με τον κανονισμό 1782/2003, με σκοπό την υποκατάσταση της πολιτικής στηρίξεως των τιμών και της παραγωγής με μια πολιτική άμεσης στηρίξεως των εισοδημάτων των γεωργών και ένα από τα κεντρικά σημεία της οποίας είναι η αποσύνδεση της άμεσης στηρίξεως των παραγωγών και η θέσπιση καθεστώτος ενιαίας ενισχύσεως.

Στο πλαίσιο της αγωγής αποζημιώσεως, βάσει των άρθρων 235 ΕΚ και 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, την οποία άσκησαν εκκοκκιστήρια κατόπιν αποφάσεως του Δικαστηρίου περί ακυρώσεως του άρθρου 10α, με σκοπό την αποκατάσταση της ζημίας που προβάλλουν ότι υπέστησαν λόγω της εκδόσεως και εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων, απόκειται στις ενάγουσες να αποδείξουν ότι, ελλείψει της διαπιστωθείσας παρανομίας, ο επίδικος κανονισμός δεν θα είχε εκδοθεί ή θα είχε εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο. Συγκεκριμένα, με την απόφαση του Δικαστηρίου, δεν επικρίθηκαν οι επίδικες διατάξεις καθεαυτές, με γνώμονα την παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, αλλά το γεγονός ότι δεν ελήφθησαν υπόψη τα σχετικά στοιχεία και οι σχετικές περιστάσεις, πριν από την έκδοση των εν λόγω διατάξεων, ειδικότερα με την πραγματοποίηση μελέτης περί των επιπτώσεων της μεταρρυθμίσεως. Υπό τις συνθήκες αυτές, στις ενάγουσες απόκειται, επομένως, να αποδείξουν ότι το Συμβούλιο, θεσπίζοντας νέο καθεστώς το οποίο να μη συνάδει μόνο με τον κανόνα δικαίου μέσω της πραγματοποιήσεως μελέτης περί των επιπτώσεων της μεταρρυθμίσεως, αλλά και με τους σκοπούς επί των οποίων στηρίζεται η μεταρρύθμιση της κοινής γεωργικής πολιτικής, αναπόφευκτα κατέληξε να δεχθεί ένα σύστημα και ένα ποσοστό αποσυνδέσεως της ενισχύσεως στους παραγωγούς που είναι διαφορετικά από τα προβλεπόμενα με τις επίδικες διατάξεις.

Συγκεκριμένα, κάθε μείωση των εισοδημάτων οφειλόμενη μόνο στη μεταρρύθμιση της γεωργικής πολιτικής στον τομέα του βαμβακιού δεν έχει αιτιώδη συνάφεια με τη διαπιστωθείσα από το Δικαστήριο παρανομία, εφόσον η παρανομία αυτή δεν θέτει εν αμφιβόλω την επιλογή πραγματοποιήσεως της μεταρρυθμίσεως αυτής.

(βλ. σκέψεις 60-61, 63)

3.      Τα έξοδα που πραγματοποιήθηκαν για τις διαδικασίες δικαστικού ελέγχου που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του κοινοτικού δικαστή πρέπει να θεωρηθούν ότι καλύπτονται από τις αποφάσεις που ελήφθησαν επί των δικαστικών εξόδων, δυνάμει των ειδικών δικονομικών κανόνων που εφαρμόζονται σε αυτό το είδος εξόδων, εντός των αποφάσεων περί τερματισμού της διαδικασίας και μετά την περάτωση των ειδικών διαδικασιών που προβλέπονται σε περίπτωση αμφισβητήσεως σχετικά με το ύψος των εξόδων. Οι διαδικασίες αυτές αποκλείουν τη διεκδίκηση των ιδίων ποσών, ή ποσών που δαπανήθηκαν για τους ίδιους σκοπούς, στο πλαίσιο αγωγής περί αναγνωρίσεως της εξωσυμβατικής ευθύνης της Κοινότητας, επίσης εκ μέρους προσώπων τα οποία, αφού ηττήθηκαν, υποχρεώθηκαν να επιβαρυνθούν με τα έξοδα.

(βλ. σκέψη 69)