Language of document : ECLI:EU:T:2011:178

Υπόθεση T-393/10 R

Westfälische Drahtindustrie κ.λπ.

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ασφαλιστικά μέτρα – Ανταγωνισμός – Απόφαση της Επιτροπής περί επιβολής προστίμου – Τραπεζική εγγύηση – Αίτηση αναστολής εκτελέσεως»

Περίληψη της διατάξεως

1.      Ασφαλιστικά μέτρα – Αναστολή εκτελέσεως – Προσωρινά μέτρα – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Fumus boni juris – Επείγον – Σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία – Σωρευτικός χαρακτήρας – Στάθμιση όλων των εμπλεκομένων συμφερόντων

(Άρθρα 256 § 1 ΣΛΕΕ, 278 ΣΛΕΕ και 279 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 104 § 2)

2.      Ασφαλιστικά μέτρα – Αναστολή εκτελέσεως – Αναστολή εκτελέσεως της υποχρεώσεως συστάσεως τραπεζικής εγγυήσεως ως προϋποθέσεως για τη μη άμεση είσπραξη προστίμου – Προϋποθέσεις χορηγήσεως

(Άρθρο 278 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 104 § 2)

3.      Ασφαλιστικά μέτρα – Αναστολή εκτελέσεως – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Fumus boni juris – Εκ πρώτης όψεως εξέταση των λόγων που προβάλλονται προς στήριξη της κύριας προσφυγής

(Άρθρο 278 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 104 § 2)

4.      Ασφαλιστικά μέτρα – Αναστολή εκτελέσεως – Προϋποθέσεις χορηγήσεως – Στάθμιση όλων των εμπλεκομένων συμφερόντων

(Άρθρο 278 ΣΛΕΕ)

1.      Από τον συνδυασμό των άρθρων, αφενός, 278 ΣΛΕΕ και 279 ΣΛΕΕ και, αφετέρου, 256, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ προκύπτει ότι ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων μπορεί, αν κρίνει ότι επιβάλλεται από τις περιστάσεις, να διατάξει την αναστολή της εκτελέσεως της προσβαλλομένης πράξεως ή τα αναγκαία προσωρινά μέτρα.

Το άρθρο 104, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου ορίζει ότι οι αιτήσεις ασφαλιστικών μέτρων προσδιορίζουν το αντικείμενο της διαφοράς, τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει το επείγον της υποθέσεως, καθώς και τους πραγματικούς και νομικούς ισχυρισμούς που δικαιολογούν, εκ πρώτης όψεως, τη λήψη του προσωρινού μέτρου το οποίο ζητείται. Ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων μπορεί να διατάξει αναστολή εκτελέσεως ή προσωρινά μέτρα αν έχει αποδειχθεί ότι η λήψη τους δικαιολογείται εκ πρώτης όψεως (fumus boni juris) βάσει των προβαλλομένων πραγματικών και νομικών ισχυρισμών και ότι τα μέτρα αυτά είναι επείγοντα, υπό την έννοια ότι είναι αναγκαίο, προκειμένου να αποφευχθεί σοβαρή και ανεπανόρθωτη ζημία των συμφερόντων του αιτούντος, να διαταχθούν και να παραγάγουν τα αποτελέσματά τους πριν την έκδοση της αποφάσεως επί της κυρίας δίκης. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι σωρευτικές, πράγμα που σημαίνει ότι τα προσωρινά μέτρα πρέπει να απορρίπτονται αν μία από αυτές δεν πληρούται. Ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων προβαίνει επίσης, κατά περίπτωση, σε στάθμιση των εμπλεκομένων συμφερόντων.

Στο πλαίσιο αυτής της συνολικής εξετάσεως, ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως και είναι ελεύθερος να καθορίσει, βάσει των ιδιαιτεροτήτων της υποθέσεως, τον τρόπο κατά τον οποίο πρέπει να εξακριβωθεί η συνδρομή των διαφόρων αυτών προϋποθέσεων καθώς και τη σειρά με την οποία θα διεξαχθεί η εξέταση αυτή, εφόσον κανένας κανόνας κοινοτικού δικαίου δεν του επιβάλλει προκαθορισμένο σχέδιο αναλύσεως για να εκτιμήσει την αναγκαιότητα της εκδόσεως διατάξεως προσωρινών μέτρων.

(βλ. σκέψεις 11-13)

2.      Αίτημα περί απαλλαγής από την υποχρέωση συστάσεως τραπεζικής εγγυήσεως ως προϋποθέσεως για τη μη άμεση είσπραξη του ποσού του προστίμου μπορεί να γίνει δεκτό μόνον υπό εξαιρετικές περιστάσεις. Πράγματι, η δυνατότητα επιβολής υποχρεώσεως συστάσεως εγγυήσεως προβλέπεται ρητώς στις διαδικασίες ασφαλιστικών μέτρων από τους Κανονισμούς Διαδικασίας του Δικαστηρίου και του Γενικού Δικαστηρίου και αποτελεί γενικό και εύλογο τρόπο συμπεριφοράς της Επιτροπής.

Η ύπαρξη τέτοιων εξαιρετικών περιστάσεων μπορεί, καταρχήν, να θεωρηθεί αποδεδειγμένη όταν ο διάδικος που ζητεί να απαλλαγεί από την υποχρέωση συστάσεως της ζητηθείσας τραπεζικής εγγυήσεως αποδεικνύει ότι του είναι αντικειμενικά αδύνατο να συστήσει την εν λόγω εγγύηση ή ότι η σύστασή της θα έθετε σε κίνδυνο την υπόστασή του.

(βλ. σκέψεις 22-23)

3.      Η σχετική με το fumus boni juris προϋπόθεση πληρούται εφόσον ένας τουλάχιστον από τους λόγους που προβάλλει ο αιτών προς στήριξη της κύριας προσφυγής του φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, πρόσφορος και, εν πάση περιπτώσει, μη στερούμενος ερείσματος ή εφόσον τα επιχειρήματα που προβάλλει δεν μπορούν να απορριφθούν χωρίς εμπεριστατωμένη εξέταση, η οποία εναπόκειται στο αρμόδιο να κρίνει επί της κύριας προσφυγής δικαστήριο.

Υφίσταται, εκ πρώτης όψεως, fumus boni juris προκειμένου για λόγο που εκτέθηκε κατά τρόπο επαρκώς σαφή ώστε παρέσχε στην Επιτροπή τη δυνατότητα να καταθέσει λεπτομερές πολυσέλιδο υπόμνημα και επιτρέπει, εξάλλου, στον δικαστή των ασφαλιστικών μέτρων να κρίνει ότι ο λόγος δεν φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, παντελώς αβάσιμος και ότι δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να απορριφθεί χωρίς εμπεριστατωμένη εξέταση, η οποία εμπίπτει στην αρμοδιότητα του δικαστή που θα αποφασίσει επί της κύριας προσφυγής.

(βλ. σκέψεις 54-55, 58, 61)

4.      Ο δικαστής των ασφαλιστικών μέτρων οφείλει να σταθμίζει τους κινδύνους που συνδέονται με κάθε μία από τις δυνατές λύσεις. Συγκεκριμένα, τούτο συνεπάγεται ότι ο δικαστής υποχρεούται να εξετάζει, ειδικότερα, αν το συμφέρον του αιτούντος στην αναστολή της εκτελέσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως κατισχύει του συμφέροντος για την άμεση εκτέλεση της αποφάσεως αυτής.

(βλ. σκέψη 62)