Language of document :

Αναίρεση που άσκησαν στις 30 Απριλίου 2023 οι Polskie sieci elektroenergetyczne S.A., RTE Réseau de transport d'électricité, Svenska kraftnät και TenneT TSO BV κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο πενταμελές τμήμα) στις 15 Φεβρουαρίου 2023 στην υπόθεση T-606/20, Austrian Power Grid κ.λπ. κατά ACER

(Υπόθεση C-281/23 P)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσες: Polskie sieci elektroenergetyczne S.A., RTE Réseau de transport d'électricité, Svenska kraftnät, TenneT TSO BV (εκπρόσωποι: M. Levitt, avocat, B. Byrne και D. Jubrail, Solicitors)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER)

Αιτήματα

Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει εν όλω ή εν μέρει τη αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να ακυρώσει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση του συμβουλίου προσφυγών του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (στο εξής: συμβούλιο προσφυγών) της 16ης Ιουλίου 2020 στην υπόθεση A-001-2020 (ενοποιημένο κείμενο) (στο εξής: απόφαση του συμβουλίου προσφυγών)·και

να καταδικάσει τον ACER στα δικαστικά έξοδα της αναιρετικής διαδικασίας και της διαδικασίας ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αίτησης αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες προβάλλουν δύο λόγους αναιρέσεως.

Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε νομική πλάνη κρίνοντας ότι το συμβούλιο προσφυγών δεν παρέβη την υποχρέωση να διενεργήσει πλήρη έλεγχο της υποκείμενης απόφασης 02/2020 του ACER της 24ης Ιανουαρίου 2020, σχετικά με το πλαίσιο υλοποίησης της ευρωπαϊκής πλατφόρμας για την ανταλλαγή ενέργειας εξισορρόπησης από εφεδρείες αποκατάστασης συχνότητας με χειροκίνητη ενεργοποίηση. Κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασής του, το συμβούλιο προσφυγών έκρινε ότι δεν υπείχε νομική υποχρέωση να διενεργήσει πλήρη έλεγχο περίπλοκων, τεχνικής φύσης, εκτιμήσεων. Η ανωτέρω κρίση, η οποία είναι αντίθετη προς τη νομολογία του Δικαστηρίου, αποτυπώνεται ρητώς στην απόφαση του συμβουλίου προσφυγών. Το Γενικό Δικαστήριο δεν μπορούσε να ερμηνεύσει εκ νέου τη σαφή διατύπωση της απόφασης του συμβουλίου προσφυγών ώστε να καταλήξει στο συμπέρασμα– σε ευθεία αντίθεση προς αυτή τη διατύπωση– ότι το συμβούλιο προσφυγών διενήργησε πλήρη έλεγχο.

Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα τα άρθρα 21 και 37 του Κανονισμού (EΕ) 2017/2195 1 της Επιτροπής, της 23ης Νοεμβρίου 2017, σχετικά με τον καθορισμό κατευθυντήριας γραμμής για την εξισορρόπηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά την αξιολόγηση της νομικής βάσης για τις λειτουργίες «που απαιτούνται» για τη διαχείριση πλατφόρμας δυνάμει του άρθρου 21. Οι αναιρεσείουσες υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε δύο νομικές πλάνες. Πρώτον, σε αντίθεση προς το γράμμα και τη δομή του κανονισμού 2017/2195 της Επιτροπής, το Γενικό Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι η διαχείριση της δυναμικότητας μέσω του υπολογισμού της διαζωνικής δυναμικότητας μεταφοράς συνιστά λειτουργία που απαιτείται για τη διαχείριση πλατφόρμας δυνάμει του άρθρου 21, διότι το άρθρο 37 ορίζει ότι οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς (στο εξής: ΔΣΜ) διεξάγουν μια διαδικασία διαρκούς επικαιροποίησης της διαζωνικής δυναμικότητας μεταφοράς. Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο δεν σεβάστηκε τη διάκριση μεταξύ των νομικών υποχρεώσεων των ΔΣΜ για εκτέλεση μιας λειτουργίας «που απαιτείται» για τη διαχείριση πλατφόρμας δυνάμει του άρθρου 21 και των δικαιωμάτων τους (που περιλαμβάνoνται στην ίδια διάταξη) να προτείνουν πρόσθετες λειτουργίες πλατφόρμας.

____________

1 ΕΕ 2017, L 312, σ. 6.