Language of document : ECLI:EU:T:2014:1080

Υπόθεση T‑558/08

Eni SpA

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Αγορά των κηρών παραφίνης —Απόφαση με την οποία διαπιστώνεται παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ — Καθορισμός των τιμών — Απόδειξη της παραβάσεως — Κατευθυντήριες γραμμές του 2006 για τον υπολογισμό των προστίμων — Ίση μεταχείριση — Επιβαρυντικές περιστάσεις — Υποτροπή — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Ελαφρυντικές περιστάσεις — Ιδιαιτέρως περιορισμένη συμμετοχή — Παράβαση διαπραχθείσα εξ αμελείας — Δικαιώματα άμυνας — Πλήρης δικαιοδοσία»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 12ης Δεκεμβρίου 2014

1.      Συμπράξεις — Συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων — Έννοια — Σύμπτωση βουλήσεως ως προς την ακολουθητέα στην αγορά πολιτική — Εμπίπτει — Συνέχιση των διαπραγματεύσεων σχετικά με ορισμένα στοιχεία του περιορισμού — Δεν ασκεί επιρροή

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

2.      Συμπράξεις — Εναρμονισμένη πρακτική — Έννοια — Συντονισμός και συνεργασία που δεν συνάδουν με την υποχρέωση εκάστης επιχειρήσεως να καθορίζει αυτοτελώς τη συμπεριφορά της στην αγορά — Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ ανταγωνιστών — Αντικείμενο ή αποτέλεσμα νοθεύον τον ανταγωνισμό — Τεκμήριο — Προϋποθέσεις

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

3.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση — Απόδειξη — Απόδειξη που συνίσταται σε σειρά διαφορετικών εκδηλώσεων της παραβάσεως — Επιτρέπεται — Προσφυγή σε δέσμη ενδείξεων — Απαιτούμενος βαθμός αποδεικτικής ισχύος όσον αφορά τις επιμέρους ενδείξεις — Έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία — Κριτήρια — Αξιοπιστία των προσκομιζόμενων αποδεικτικών στοιχείων — Υποχρέωση αποδείξεως την οποία υπέχουν οι επιχειρήσεις που αμφισβητούν το υποστατό της παραβάσεως

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

4.      Δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Αρχές — Θεμελιώδη δικαιώματα — Τεκμήριο αθωότητας — Διαδικασία στον τομέα του ανταγωνισμού — Δυνατότητα εφαρμογής — Περιεχόμενο — Συνέπειες

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

5.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση — Η Επιτροπή φέρει το βάρος αποδείξεως της παραβάσεως και της διάρκειάς της — Αποδεικτική ισχύς των εκούσιων καταθέσεων στις οποίες προβαίνουν οι κύριοι συμμετέχοντες σε σύμπραξη κατά επιχειρήσεως, προκειμένου να ωφεληθούν από την εφαρμογή της ανακοινώσεως περί συνεργασίας — Δηλώσεις σε βάρος των συμφερόντων της εν λόγω επιχειρήσεως — Αυξημένη αποδεικτική ισχύς

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής)

6.      Συμπράξεις — Συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων — Έννοια — Συμμετοχή σε συνεδριάσεις με αντικείμενο αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού — Εμπίπτει — Προϋπόθεση — Έλλειψη αποστασιοποιήσεως από τις ληφθείσες αποφάσεις — Κριτήρια εκτιμήσεως

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

7.      Ανταγωνισμός — Διοικητική διαδικασία — Απόφαση της Επιτροπής διαπιστώνουσα παράβαση που συνίσταται στη σύναψη συμφωνίας αντίθετης προς τους κανόνες του ανταγωνισμού — Απόφαση που βασίζεται σε έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία — Απόφαση μη έχουσα εμπορικό χαρακτήρα για την επιχείρηση στην οποία επιβλήθηκαν κυρώσεις — Δεν ασκεί επιρροή

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ)

8.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Δικαστικός έλεγχος — Πλήρης δικαιοδοσία του δικαστή της Ένωσης — Περιεχόμενο

(Άρθρο 229 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 23 § 2 και 31)

9.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Σοβαρότητα της παραβάσεως — Καθορισμός του προστίμου κατ’ αναλογία προς τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη για να εκτιμηθεί η σοβαρότητα της παραβάσεως

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 49 § 3· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

10.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως — Διαφορές μεταξύ επιχειρήσεων που τελούν σε αντικειμενικώς διαφορετική κατάσταση — Επιτρέπονται

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής)

11.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Σοβαρότητα της παραβάσεως — Ελαφρυντικές περιστάσεις — Παθητικός ρόλος — Σημαντικά περιορισμένη συμμετοχή — Ουσιαστική αποχή από την εφαρμογή της συμπράξεως — Κριτήρια εκτιμήσεως

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 §§ 2 και 3· ανακοινώσεις της Επιτροπής 98/C 9/03, σημείο 3, πρώτη περίπτωση, και 2006/C 210/02, σημείο 29, τρίτη περίπτωση)

12.    Πράξεις των οργάνων — Αιτιολογία — Υποχρέωση αιτιολογήσεως — Περιεχόμενο — Αξιολόγηση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως σε συνάρτηση με τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περιπτώσεως

(Άρθρο 253 ΕΚ)

13.    Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Σοβαρότητα της παραβάσεως — Επιβαρυντικές περιστάσεις — Υποτροπή — Μητρική εταιρία στην οποία δεν επιβλήθηκε κύρωση με προηγούμενη απόφαση εις βάρος θυγατρικής της και η οποία δεν υπήρξε αποδέκτρια ανακοινώσεως αιτιάσεων στο πλαίσιο αυτό — Αποκλείεται

(Κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2006/C 210/02 της Επιτροπής, σημείο 28, πρώτη περίπτωση)

14.    Ανταγωνισμός — Κανόνες της Ένωσης — Παραβάσεις — Καταλογισμός — Μητρική εταιρία και θυγατρικές — Οικονομική ενότητα — Κριτήρια εκτιμήσεως — Τεκμήριο ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής από τη μητρική εταιρία επί των θυγατρικών που της ανήκουν εξ ολοκλήρου — Μαχητό τεκμήριο — Υποχρέωση αποδείξεως την οποία υπέχει η εταιρία που επιδιώκει την ανατροπή του τεκμηρίου αυτού

(Άρθρο 81 ΕΚ)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 25-27, 133)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 28, 29, 149, 150)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 30, 34-45, 65, 116, 143, 251)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 31-33)

5.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 46-51, 63, 86)

6.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 69, 70, 104, 106)

7.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 111-113)

8.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 160-162, 314)

9.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 165-170, 175, 186)

10.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 181-185)

11.    Κατά την παράγραφο 29, τρίτη περίπτωση, των κατευθυντηρίων γραμμών για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 23, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού 1/2003, το βασικό ποσό του προστίμου μπορεί να μειωθεί όταν η Επιτροπή διαπιστώνει την ύπαρξη ελαφρυντικών περιστάσεων, μεταξύ άλλων όταν η οικεία επιχείρηση αποδεικνύει ότι η συμμετοχή της στην παράβαση είναι ιδιαίτερα περιορισμένη και, κατά συνέπεια, ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία συμμετείχε στην παράνομη συμφωνία απείχε κατ’ ουσία από την εφαρμογή αυτής, ακολουθώντας ανταγωνιστική συμπεριφορά στην αγορά. Τα δύο αυτά στοιχεία συνιστούν σωρευτικές προϋποθέσεις. Κατά την ίδια παράγραφο, το γεγονός ότι μια επιχείρηση συμμετείχε σε παράβαση για μικρότερη διάρκεια από τις λοιπές επιχειρήσεις δεν θεωρείται ελαφρυντική περίσταση, καθώς η περίσταση αυτή ήδη έχει ληφθεί υπόψη κατά τον καθορισμό του βασικού ποσού.

Στο πλαίσιο της παραγράφου 3, πρώτη περίπτωση, των κατευθυντήριων γραμμών για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 και του άρθρου 65, παράγραφος 5, της Συνθήκης ΕΚΑΧ, το γεγονός ότι η επιχείρηση «έχει παίξει αποκλειστικά παθητικό ρόλο ή μιμήθηκε απλώς τη συμπεριφορά άλλων επιχειρήσεων» στη διάπραξη της παράβασης μπορεί να συνιστά ελαφρυντική περίσταση. Η έννοια της «ιδιαίτερα περιορισμένης συμμετοχής» των κατευθυντηρίων γραμμών του 2006 και η έκφραση «η επιχείρηση έχει παίξει αποκλειστικά παθητικό ρόλο στη διάπραξη της παράβασης» των κατευθυντηρίων γραμμών του 1998 πρέπει να ερμηνευθούν κατά παρεμφερή τρόπο.

Επομένως, ο παθητικός ρόλος σημαίνει ότι η οικεία επιχείρηση υιοθετεί «χαμηλό προφίλ», δηλαδή δεν συμμετέχει ενεργά στην κατάρτιση της συμφωνίας ή των συμφωνιών οι οποίες θίγουν τον ανταγωνισμό. Ομοίως, μεταξύ των στοιχείων από τα οποία μπορεί να προκύψει ο παθητικός ρόλος μιας επιχείρησης στο εσωτερικό της σύμπραξης μπορούν να ληφθούν υπόψη ο αισθητά σποραδικότερος χαρακτήρας των συμμετοχών της στις συσκέψεις σε σχέση με τα τακτικά μέλη της σύμπραξης καθώς και η όψιμη είσοδός της στην αγορά που αποτέλεσε το αντικείμενο της παραβάσεως, ανεξαρτήτως της διάρκειας της συμμετοχής της σ’ αυτήν, ή ακόμη η ύπαρξη ρητών σχετικών δηλώσεων προερχόμενων από εκπροσώπους τρίτων επιχειρήσεων που μετείχαν στην παράβαση. Eπιπλέον, το γεγονός ότι άλλες επιχειρήσεις που μετέχουν στην ίδια και μόνο σύμπραξη επέδειξαν πιο ενεργό δράση έναντι συγκεκριμένου μετέχοντος δεν σημαίνει άνευ ετέρου ότι ο μετέχων αυτός είχε αποκλειστικώς παθητικό ή μιμητικό ρόλο στη σύμπραξη. Πράγματι, μόνον ο εντελώς παθητικός ρόλος θα μπορούσε να ληφθεί υπόψη και πρέπει να αποδειχθεί από τον διάδικο που τον επικαλείται. Πάντως, ο εντελώς παθητικός ρόλος δεν μπορεί να συναχθεί από το γεγονός ότι μια εμπλεκόμενη επιχείρηση δεν διοργάνωσε η ίδια μυστικές συναντήσεις αντίθετες προς τον ανταγωνισμό.

Περαιτέρω, το γεγονός ότι μια επιχείρηση, της οποίας η συμμετοχή έχει αποδειχθεί με τους ανταγωνιστές της σε συμφωνία περί των τιμών, δεν συμπεριφέρθηκε στην αγορά όπως είχε συμφωνήσει με τους ανταγωνιστές της δεν συνιστά κατ’ ανάγκην στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη, ως ελαφρυντική περίσταση, κατά την επιμέτρηση του προστίμου που πρέπει να επιβληθεί. Συγκεκριμένα, μια επιχείρηση η οποία, παρά τη συνεννόηση με τους ανταγωνιστές της, ακολουθεί μια κατά το μάλλον ή ήττον ανεξάρτητη πολιτική στην αγορά ενδέχεται απλώς να επιχειρεί να χρησιμοποιήσει τη σύμπραξη προς όφελός της. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να εξακριβωθεί αν τέτοιες περιστάσεις είναι ικανές να αποδείξουν ότι, για την περίοδο κατά την οποία η προσφεύγουσα προσχώρησε στις παράνομες συμφωνίες, όντως απέφυγε την εφαρμογή των εν λόγω συμφωνιών τηρώντας ανταγωνιστική συμπεριφορά στην αγορά ή, τουλάχιστον, ότι η προσφεύγουσα παρέβη σαφώς και σε σημαντικό βαθμό τις υποχρεώσεις που αποσκοπούσαν στην εφαρμογή της εν λόγω συμπράξεως, μέχρι σημείου ώστε να διαταράξει την ίδια τη λειτουργία της συμπράξεως αυτής.

(βλ. σκέψεις 189-191, 195, 196, 215, 216, 245, 246)

12.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψη 234)

13.    Κατά την παράγραφο 28 των κατευθυντηρίων γραμμών για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 23, παράγραφος 2, στοιχείο α΄, του κανονισμού 1/2003, το βασικό ποσό του προστίμου μπορεί να αυξάνεται, όταν η Επιτροπή διαπιστώνει την ύπαρξη επιβαρυντικών περιστάσεων. Μεταξύ των επιβαρυντικών περιστάσεων καταλέγεται και η υποτροπή.

Δεν μπορεί να γίνει δεκτό, βάσει της αρχής του σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας, ότι η Επιτροπή δύναται να θεωρεί, στο πλαίσιο αποδείξεως της συνδρομής της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής, ότι επιτρέπεται να καταλογίζεται ευθύνη σε μια επιχείρηση για προγενέστερη παράβαση ως προς την οποία δεν της επιβλήθηκαν κυρώσεις από την Επιτροπή και στο πλαίσιο αποδείξεως της οποίας η εν λόγω επιχείρηση ουδέποτε υπήρξε αποδέκτρια ανακοινώσεως αιτιάσεων. Συγκεκριμένα, δεν κατέστη δυνατό στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση, κατά τη διαδικασία που οδήγησε στην έκδοση της προγενέστερης αποφάσεως η οποία διαπίστωσε την παράβαση, να προβάλει τα επιχειρήματά της προκειμένου να αμφισβητήσει, στον βαθμό που την αφορά, το γεγονός ότι ενδεχομένως αποτελεί οικονομική μονάδα με άλλες επιχειρήσεις τις οποίες αφορά η προγενέστερη απόφαση. Το συμπέρασμα αυτό επιβάλλεται κατά μείζονα λόγο καθόσον, μολονότι αληθεύει ότι η αρχή της αναλογικότητας απαιτεί να λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος που έχει παρέλθει μεταξύ της επίμαχης παραβάσεως και μιας προγενέστερης παραβάσεως των κανόνων ανταγωνισμού προκειμένου να εκτιμηθεί το ζήτημα αν η επιχείρηση αυτή έχει την τάση να παραβαίνει τους εν λόγω κανόνες, η Επιτροπή δεν μπορεί να δεσμεύεται από ενδεχόμενη προθεσμία παραγραφής, προκειμένου να προβεί σε μια διαπίστωση υποτροπής και ότι, ως εκ τούτου, το θεσμικό αυτό όργανο μπορεί να προβεί στην εν λόγω διαπίστωση υποτροπής πολλά χρόνια μετά τη διαπίστωση παραβάσεως, σε χρονικό σημείο κατά το οποίο θα είναι σε κάθε περίπτωση ανέφικτο για την ενδιαφερόμενη επιχείρηση να αμφισβητήσει την ύπαρξη ενιαίας οικονομικής μονάδας.

Τέλος, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι, στην περίπτωση κατά την οποία μητρική εταιρία κατέχει το σύνολο σχεδόν του κεφαλαίου θυγατρικής, πρέπει να περιλαμβάνεται και η εν λόγω μητρική στους αποδέκτες της προειδοποιήσεως που απευθύνεται στη θυγατρική ως αποτέλεσμα προγενέστερης αποφάσεως της Επιτροπής με την οποία επιβλήθηκαν στην τελευταία κυρώσεις λόγω παραβάσεως του δικαίου ανταγωνισμού. Συγκεκριμένα, μολονότι όντως μπορεί ευλόγως να θεωρηθεί ότι μια μητρική εταιρία τελεί πράγματι σε γνώση προγενέστερης αποφάσεως την οποία η Επιτροπή απηύθυνε σε θυγατρική της οποίας η μητρική κατέχει σχεδόν το σύνολο του κεφαλαίου, η γνώση αυτή δεν μπορεί να θεραπεύσει την απουσία διαπιστώσεως, με την προγενέστερη απόφαση, ότι η μητρική και η θυγατρική εταιρία αποτελούν ενιαία οικονομική μονάδα, προκειμένου να καταλογισθεί στην εν λόγω μητρική εταιρία η ευθύνη για την προγενέστερη παράβαση και να προσαυξηθεί το ποσό των προστίμων που της επιβλήθηκαν λόγω υποτροπής.

(βλ. σκέψεις 274, 295-298)

14.    Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 282-285)