Language of document : ECLI:EU:T:2012:480

Υπόθεση T‑347/06

Nynäs Petroleum AB et

Nynas Belgium AB

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

«Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Ολλανδική αγορά της πίσσας οδοποιίας — Απόφαση διαπιστώνουσα παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ – Καταλογισμός της παραβάσεως — Πρόστιμα — Συνεργασία κατά τη διοικητική διαδικασία – Σημαντική πρόσθετη αποδεικτική αξία — Ίση μεταχείριση»

Περίληψη — Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 27ης Σεπτεμβρίου 2012

1.      Ανταγωνισμός — Κανόνες της Ένωσης — Παραβάσεις — Καταλογισμός — Μητρική εταιρία και θυγατρικές — Οικονομική ενότητα — Κριτήρια εκτιμήσεως — Τεκμήριο ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής από τη μητρική εταιρία επί των θυγατρικών που της ανήκουν εξ ολοκλήρου — Υποχρεώσεις, ως προς την απόδειξη, της εταιρίας που επιδιώκει την ανατροπή του τεκμηρίου αυτού — Εθνική νομοθεσία που επιβάλλει στις μητρικές εταιρίες ορισμένες υποχρεώσεις ως προς τις θυγατρικές τους — Δεν ασκεί επιρροή

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ)

2.      Ανταγωνισμός — Κανόνες της Ένωσης — Παραβάσεις — Καταλογισμός — Μητρική εταιρία και θυγατρικές — Οικονομική ενότητα — Κριτήρια εκτιμήσεως — Τεκμήριο ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής από τη μητρική εταιρία επί των θυγατρικών που της ανήκουν εξ ολοκλήρου — Παραβίαση της αρχής της προσωπικής ευθύνης — Δεν υφίσταται

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ)

3.      Ανταγωνισμός — Κανόνες της Ένωσης — Παραβάσεις — Καταλογισμός — Μητρική εταιρία και θυγατρικές — Οικονομική ενότητα — Κριτήρια εκτιμήσεως — Έλεγχος της μητρικής εταιρίας επί της θυγατρικής — Απαίτηση για συνάφεια με την παράνομη συμπεριφορά της θυγατρικής — Δεν υφίσταται

(Άρθρα 81 ΕΚ και 82 ΕΚ)

4.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως — Ανάγκη υπάρξεως συμπεριφοράς η οποία να διευκόλυνε την εκ μέρους της Επιτροπής διαπίστωση της παραβάσεως — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Βάρος αποδείξεως — Δικαστικός έλεγχος — Περιεχόμενο

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρα 18 και 23 § 2· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής, σημεία 20 έως 22)

5.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως — Προϋποθέσεις — Σημαντική προστιθέμενη αποδεικτική αξία των στοιχείων που έχει προσκομίσει η ενδιαφερόμενη επιχείρηση — Κριτήρια — Διαρκής χαρακτήρας της συνεργασίας — Συνεκτίμηση κατά το στάδιο του επακριβούς καθορισμού της μειώσεως του προστίμου

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής, σημεία 7 και 21 έως 23)

6.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως — Συνεκτίμηση του χρόνου της παρασχεθείσας συνεργασίας — Τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως — Κριτήρια εκτιμήσεως

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοινώσεις της Επιτροπής 96/C 207/04, τίτλος Δ, και 2002/C 45/03, σημεία 7 και 23)

7.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Μείωση του προστίμου σε αντάλλαγμα της συνεργασίας της κατηγορουμένης επιχειρήσεως — Ανάγκη υπάρξεως συμπεριφοράς η οποία να διευκόλυνε την εκ μέρους της Επιτροπής διαπίστωση της παραβάσεως — Εξουσία εκτιμήσεως της Επιτροπής — Τήρηση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως — Συγκρισιμότητα των περιπτώσεων

(Άρθρα 81 § 1 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοίνωση 2002/C 45/03 της Επιτροπής)

8.      Ένδικη διαδικασία — Εισαγωγικό δικόγραφο — Τυπικά στοιχεία — Συνοπτική έκθεση των προβαλλόμενων ισχυρισμών — Ανάλογες απαιτήσεις για τις αιτιάσεις που προβάλλονται προς στήριξη λόγου ακυρώσεως — Ασαφής διατύπωση αιτιάσεως — Απαράδεκτο

(Άρθρο 256 ΣΛΕΕ· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 44 § 1)

9.      Ανταγωνισμός — Πρόστιμα — Ύψος — Καθορισμός — Κριτήρια — Σοβαρότητα της παραβάσεως — Ελαφρυντικές περιστάσεις — Συνεργασία της κατηγορουμένης επιχειρήσεως πέραν του πεδίου εφαρμογής της ανακοινώσεως περί συνεργασίας — Προϋποθέσεις

(Άρθρο 81 § 1 ΕΚ· κανονισμός 1/2003 του Συμβουλίου, άρθρο 23 § 2· ανακοινώσεις της Επιτροπής 96/C 207/04 και 2002/C 45/03)

1.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 31-35, 37-38)

2.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 39-40)

3.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 48, 51-53, 55)

4.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 60, 62-63)

5.      Από τα σημεία 7, 21 και 22 της ανακοινώσεως σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων, προκύπτει ότι η Επιτροπή πρέπει να συνεκτιμά την πραγματική συμβολή εκάστης επιχειρήσεως, από άποψη ποιότητας και χρόνου, στη διαπίστωση της παραβάσεως, η δε έννοια της «σημαντικής πρόσθετης αποδεικτικής αξίας» αναφέρεται στον βαθμό κατά τον οποίο τα προσκομισθέντα αποδεικτικά στοιχεία ενισχύουν, λόγω της φύσεως και της ακρίβειάς τους, την ικανότητα της Επιτροπής να αποδείξει τα περιστατικά που στοιχειοθετούν την παράβαση. Επομένως, η Επιτροπή προσδίδει ιδιαίτερη αξία σε στοιχεία τα οποία της παρέχουν τη δυνατότητα, σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της, να αποδείξει την ύπαρξη παραβάσεως ή σε στοιχεία τα οποία επιβεβαιώνουν άλλα διαθέσιμα στοιχεία ή, ακόμη, σε στοιχεία τα οποία έχουν άμεση επίδραση όσον αφορά τον προσδιορισμό της σοβαρότητας ή της διάρκειας της παραβάσεως. Αντιθέτως, το καθοριστικό κριτήριο δεν είναι το αν η επιχείρηση «διευκολύνει το έργο της Επιτροπής».

Εξάλλου, η Επιτροπή δεν μπορεί να λάβει υπόψη της τη διάρκεια της συνεργασίας της επιχειρήσεως κατά την αξιολόγηση της πρόσθετης αποδεικτικής αξίας των προσκομισθέντων στοιχείων, διότι, σύμφωνα με την παράγραφο 23 της ανακοινώσεως περί συνεργασίας, ο βαθμός και η διάρκεια της συνεργασίας της επιχειρήσεως λαμβάνονται υπόψη όταν προσδιορίζεται επακριβώς το ποσοστό της μειώσεως, δηλαδή αφού η Επιτροπή εκτιμήσει ότι τα προσκομισθέντα στοιχεία έχουν σημαντική πρόσθετη αποδεικτική αξία.

Εξάλλου, το σημείο 22 της ανακοινώσεως περί συνεργασίας, με την οποία ορίζεται ο όρος «πρόσθετη αποδεικτική αξία», αποσκοπεί μόνο στην αποσαφήνιση της παραγράφου 21, όπου γίνεται λόγος για «σημαντική πρόσθετη αποδεικτική αξία». Ακόμη και ο όρος «πρόσθετη αποδεικτική αξία» εμφαίνει προδήλως ότι η Επιτροπή οφείλει, σε κάθε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας, να εκτιμά την αποδεικτική αξία των προσκομιζόμενων στοιχείων σε σύγκριση με τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία που έχουν περιέλθει σε γνώση της είτε κατόπιν επιτόπιων ελέγχων είτε από άλλες επιχειρήσεις. Η ενδεχόμενη αναγνώριση, κατά το προκαταρκτικό στάδιο, της πρόσθετης αποδεικτικής αξίας των προσκομισθέντων στοιχείων δεν θα είχε καμία επιρροή στην τελική εκτίμηση της Επιτροπής όσον αφορά το επίπεδο της μειώσεως του προστίμου της οικείας επιχειρήσεως, εκτίμηση η οποία γίνεται μόνο κατά το στάδιο αυτό.

(βλ. σκέψεις 65-66, 74)

6.      Από τα σημεία 7 και 23 της ανακοινώσεως σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων, προκύπτει σαφώς ότι, κατά την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των προσκομισθέντων πληροφοριακών στοιχείων, η Επιτροπή πρέπει να συνεκτιμά το χρονικό σημείο κατά το οποίο τα στοιχεία αυτά περιήλθαν σε γνώση της.

Συναφώς, όσον αφορά την υποχρέωση της Επιτροπής να τηρεί την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, γίνεται δεκτό μεν ότι, για να θεωρηθεί η συνεργασία μιας επιχειρήσεως συγκρίσιμη προς αυτήν άλλης επιχειρήσεως, αρκεί να επιδεικνύεται στο ίδιο στάδιο της διαδικασίας και όχι οπωσδήποτε αυθημερόν, πλην όμως η αρχή αυτή ίσχυε στο πλαίσιο του τίτλου Δ της ανακοινώσεως σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων, η οποία, σε αντίθεση προς την ανακοίνωση περί συνεργασίας, δεν προέβλεπε διαφορετική μεταχείριση των εμπλεκομένων επιχειρήσεων ανάλογα με τη χρονική σειρά με την οποία συνεργάστηκαν με την Επιτροπή.

(βλ. σκέψεις 76, 101)

7.      Η Επιτροπή υποχρεούται, κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειάς της, να ενεργεί σύμφωνα με την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως, η οποία παραβιάζεται όταν όμοιες καταστάσεις αντιμετωπίζονται κατά διαφορετικό τρόπο ή διαφορετικές καταστάσεις αντιμετωπίζονται καθ’ όμοιο τρόπο, εκτός αν μια τέτοια αντιμετώπιση δικαιολογείται αντικειμενικώς, η αρχή δε αυτή απαγορεύει στην Επιτροπή να μεταχειρίζεται διαφορετικά τη συνεργασία των εμπλεκομένων επιχειρήσεων τις οποίες αφορά η ίδια απόφαση. Η Επιτροπή δεν προσβάλλει αυτήν την αρχή, όταν εφαρμόζει μεγαλύτερη ή μικρότερη μείωση στα πρόστιμα ανάλογα με τον βαθμό στον οποίο συνεργάστηκε με αυτήν κάθε επιχείρηση κατά τη διοικητική διαδικασία Επομένως, μια διαφορετική μεταχείριση των εμπλεκομένων επιχειρήσεων πρέπει να θεωρηθεί ότι οφείλεται στον διαφορετικό βαθμό συνεργασίας τους, ιδίως καθόσον οι πληροφορίες που παρασχέθηκαν ήταν διαφορετικές ή προσκομίστηκαν σε διαφορετικά στάδια της διοικητικής διαδικασίας ή υπό διαφορετικές περιστάσεις.

Τέλος, όταν μια επιχείρηση απλώς επιβεβαιώνει, στο πλαίσιο της συνεργασίας, και μάλιστα με μικρότερη ακρίβεια και σαφήνεια, ορισμένα από τα πληροφοριακά στοιχεία που έχει ήδη προσκομίσει άλλη επιχείρηση στο πλαίσιο της συνεργασίας, ο βαθμός συνεργασίας της πρώτης, μολονότι ενδέχεται να έχει κάποια χρησιμότητα για την Επιτροπή, δεν μπορεί να θεωρηθεί συγκρίσιμος με αυτόν της επιχειρήσεως που πρώτη προσκόμισε τα στοιχεία αυτά. Πράγματι, μια δήλωση που απλώς ενισχύει, σε ορισμένο βαθμό, δήλωση που ήδη ευρισκόταν στη διάθεση της Επιτροπής δεν διευκολύνει σημαντικά το έργο της Επιτροπής. Συνεπώς, δεν αρκεί για να δικαιολογήσει τη μείωση του προστίμου λόγω συνεργασίας.

(βλ. σκέψεις 100, 102)

8.      Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

(βλ. σκέψεις 107-109)

9.      Κατά τις διατάξεις του σημείου 3, έκτη περίπτωση, των κατευθυντήριων γραμμών για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 2, του κανονισμού 17 και του άρθρου 65, παράγραφος 5, ΑΧ, η Επιτροπή δύναται να μειώσει το βασικό ποσό του προστίμου, σε περίπτωση ουσιαστικής συνεργασίας της επιχειρήσεως στο πλαίσιο της διαδικασίας, πέραν του πεδίου εφαρμογής της ανακοινώσεων σχετικά με την επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων. Η Επιτροπή δύναται, βάσει των διατάξεων αυτών των κατευθυντήριων γραμμών, να μειώσει το επιβληθέν πρόστιμο, σε περίπτωση συνεργασίας της επιχειρήσεως στο πλαίσιο διαδικασίας με αντικείμενο την παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού, μόνον εφόσον δεν έχει εφαρμογή η ανακοίνωση περί συνεργασίας.

Η ανακοίνωση περί συνεργασίας, κατ’ αναλογία προς την ανακοίνωση σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων, την οποία έχει αντικαταστήσει υπό ορισμένες προϋποθέσεις από τις 14 Φεβρουαρίου 2002, έχει εφαρμογή στις μυστικές συμπράξεις μεταξύ επιχειρήσεων με στόχο τον καθορισμό τιμών, ποσοστώσεων παραγωγής ή πωλήσεων, την κατανομή των αγορών, περιλαμβανομένης της νοθεύσεως των διαγωνισμών δημοσίων συμβάσεων, ή την απαγόρευση εισαγωγών ή εξαγωγών, αποκλειομένων έτσι των κάθετων συμπράξεων ή των συμπράξεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 82 ΕΚ.

Συνεπώς, εάν η παράβαση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της ανακοινώσεως περί συνεργασίας, οι διατάξεις του άρθρου 3, έκτη περίπτωση, των κατευθυντήριων γραμμών δεν έχουν εφαρμογή.

(βλ. σκέψεις 114-116)