Language of document : ECLI:EU:T:2014:1061

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 11ης Δεκεμβρίου 2014 (*)

«Κοινοτικό σήμα – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού εικονιστικού σήματος F1‑LIVE – Προγενέστερο κοινοτικό εικονιστικό σήμα, προγενέστερα εθνικά λεκτικά σήματα και προγενέστερο διεθνές λεκτικό σήμα F1 και F1 Formula 1 – Σχετικοί λόγοι απαραδέκτου – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, και παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 [νυν άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, και παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009]»

Στην υπόθεση T‑10/09 RENV,

Formula One Licensing BV, με έδρα το Ρότερνταμ (Κάτω Χώρες), εκπροσωπούμενη από τους B. Klingberg και K. Sandberg, δικηγόρους,

προσφεύγουσα,

κατά

Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), εκπροσωπούμενου από τον A. Folliard-Monguiral,

καθού,

αντίδικος κατά τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ και παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου:

ESPN Sports Media Ltd, με έδρα το Λονδίνο (Ηνωμένο Βασίλειο), εκπροσωπούμενη από τον T. de Haan, δικηγόρο,

με αντικείμενο προσφυγή κατά της αποφάσεως του πρώτου τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ της 16ης Οκτωβρίου 2008 (υπόθεση R 7/2008‑1), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ της Racing-Live και της Formula One Licensing BV,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους Δ. Γρατσία, πρόεδρο, M. Kancheva και C. Wetter (εισηγητή), δικαστές,

γραμματέας: C. Heeren, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 3ης Ιουλίου 2014,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

 Ιστορικό της διαφοράς

1        Στις 13 Απριλίου 2004 η Racing-Live SAS υπέβαλε αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος ενώπιον του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ), δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11, σ. 1), όπως έχει τροποποιηθεί [αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78, σ. 1)].

2        Το σήμα του οποίου ζητήθηκε η καταχώριση (στο εξής: επίμαχο σήμα) είναι το εξής εικονιστικό σημείο:

Image not found

3        Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση εμπίπτουν στις κλάσεις 16, 38 και 41 του Διακανονισμού της Νίκαιας, της 15ης Ιουνίου 1957, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών για την καταχώριση των σημάτων, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί, και αντιστοιχούν στην ακόλουθη περιγραφή:

–        κλάση 16: «Περιοδικά, φυλλάδια, βιβλία[,] με το σύνολο των προϊόντων αυτών να σχετίζεται με τη Φόρμουλα 1»·

–        κλάση 38: «Επικοινωνίες και διανομή βιβλίων, περιοδικών και εφημερίδων μέσω τερματικών ηλεκτρονικών υπολογιστών[,] με το σύνολο των προϊόντων αυτών να σχετίζεται με τη Φόρμουλα 1»·

–        κλάση 41: «Ηλεκτρονική δημοσίευση βιβλίων, περιοδικών και περιοδικών εκδόσεων· πληροφόρηση σχετικά με την ψυχαγωγία· διοργάνωση διαγωνισμών στο διαδίκτυο· κρατήσεις θέσεων για θεάματα· παίγνια [on-line,] με το σύνολο των υπηρεσιών αυτών να σχετίζεται με τη Φόρμουλα 1».

4        Η αίτηση καταχωρίσεως δημοσιεύθηκε στο Δελτίο κοινοτικών σημάτων αριθ. 5/2005, της 31ης Ιανουαρίου 2005.

5        Στις 2 Μαΐου 2005 η προσφεύγουσα, Formula One Licensing BV, άσκησε, δυνάμει του άρθρου 42 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρου 41 του κανονισμού 207/2009), ανακοπή κατά της καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος, προβάλλοντας την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, και παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94 [νυν άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, και παράγραφος 5, του κανονισμού 207/2009].

6        Η ανακοπή στηριζόταν, συγκεκριμένα, στις ακόλουθες προγενέστερες καταχωρίσεις:

–        σε τρεις καταχωρίσεις του λεκτικού σημείου F1, ήτοι, πρώτον, στη διεθνή καταχώριση αριθ. 732134, της 20ής Δεκεμβρίου 1999, η οποία παράγει αποτελέσματα στη Δανία, τη Γερμανία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ουγγαρία, για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 16, 38 και 41 που καλύπτουν κατ’ ουσίαν τα αντίστοιχα της αιτήσεως καταχωρίσεως του επίμαχου σήματος, δεύτερον, στη γερμανική καταχώριση αριθ. 30007412, της 10ης Μαΐου 2000, για υπηρεσίες σχετικές με τη «διοργάνωση αθλητικών εκδηλώσεων» της κλάσεως 41 και, τρίτον, στην καταχώριση αριθ. 2277746D, της 13ης Αυγούστου 2001, στο Ηνωμένο Βασίλειο για τα προϊόντα «χαρτί, κάρτες, χαρτόνι, εξοπλισμός εκτυπώσεως, ζωγραφικής και σχεδίου· κατάλογοι» της κλάσεως 16 και για «υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών· ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων, εικόνες και ήχοι μέσω τερματικών και δικτύων πληροφορικής» της κλάσεως 38·

–        στο υπ’ αριθ. 631531 κοινοτικό εικονιστικό σήμα, το οποίο καταχωρίστηκε στις 19 Μαΐου 2003 για προϊόντα και υπηρεσίες των κλάσεων 16, 38 και 41, όπως τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσδιορίζει το επίμαχο σήμα, και έχει ως εξής:

Image not found

7        Η ανακοπή στηριζόταν στο σύνολο των προϊόντων και των υπηρεσιών που κάλυπταν τα προγενέστερα σήματα και στρεφόταν κατά του συνόλου των προϊόντων και των υπηρεσιών τα οποία αφορούσε η αίτηση καταχωρίσεως σήματος.

8        Η προσφεύγουσα ζήτησε να αναγνωριστεί ότι όλα τα σήματα των οποίων είναι δικαιούχος έχουν ισχυρό διακριτικό χαρακτήρα λόγω της από μακρού χρόνου χρήσεώς τους σε σχέση με ποικίλα προϊόντα και υπηρεσίες.

9        Με απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2007, το τμήμα ανακοπών του ΓΕΕΑ απέρριψε την αίτηση καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, βασιζόμενο αποκλειστικώς στην προγενέστερη διεθνή καταχώριση αριθ. 732134. Διαπίστωσε ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα προσδιορίζουν προϊόντα και υπηρεσίες που είναι είτε παρόμοια είτε πανομοιότυπα και ότι υφίσταται ένας μεσαίος βαθμός ομοιότητας μεταξύ των αντίστοιχων σημείων, οπότε συντρέχει κίνδυνος συγχύσεως των οικείων σημάτων κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94.

10      Στις 14 Δεκεμβρίου 2007 η Global Sports Media Ltd, που διαδέχθηκε τη Racing-Live SAS ως δικαιούχος του επίμαχου σήματος, άσκησε ενώπιον του ΓΕΕΑ προσφυγή κατά της αποφάσεως του τμήματος ανακοπών, δυνάμει των άρθρων 57 έως 62 του κανονισμού 40/94 (νυν άρθρων 58 έως 64 του κανονισμού 207/2009).

11      Με απόφαση της 16ης Οκτωβρίου 2008 (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), το πρώτο τμήμα προσφυγών ακύρωσε την απόφαση του τμήματος ανακοπών. Έκρινε ότι, μολονότι τα οικεία προϊόντα και υπηρεσίες είναι όντως πανομοιότυπα ή παρόμοια, δεν συντρέχει κίνδυνος συγχύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, του επίμαχου σήματος με τα σήματα των οποίων δικαιούχος είναι η προσφεύγουσα, δεδομένου ότι υπάρχουν εμφανείς διαφορές μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων. Επιπλέον, κατά την εκτίμηση του τμήματος προσφυγών, το ενδιαφερόμενο κοινό, το οποίο αποτελείται από συνήθεις καταναλωτές και επαγγελματίες χρήστες, θα αντιλαμβανόταν τον συνδυασμό του γράμματος «f» και του ψηφίου «1» ως την ονομασία γένους μιας κατηγορίας αγωνιστικών αυτοκινήτων και, κατ’ επέκταση, των αγώνων με τέτοια αυτοκίνητα. Τέλος, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η φήμη των προγενέστερων σημάτων αφορά αποκλειστικώς και μόνον το στοιχείο «f1» του καταχωρισμένου υπ’ αριθ. 631531 σήματος.

12      Όσον αφορά το άρθρο 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94, το τμήμα προσφυγών αποφάνθηκε ότι, μολονότι το προγενέστερο εικονιστικό σήμα μπορεί να είναι εννοιολογικά φορτισμένο, καθόσον προκαλεί συνειρμούς σχετικούς με τεχνολογία αιχμής, αποκλειστικότητα και πολυτέλεια, εντούτοις μοναδικός φορέας του μηνύματος αυτού είναι το στοιχείο «f1» ως λογότυπος F1. Πάντως, λίγοι καταναλωτές θα απέδιδαν διακριτικό χαρακτήρα στη σύντμηση F1, αν δεν συνοδευόταν από τον συγκεκριμένο λογότυπο. Συναφώς, το τμήμα προσφυγών διαπίστωσε ότι κανένα στοιχείο του επίμαχου σήματος δεν θυμίζει στο κοινό τον λογότυπο αυτόν και ότι, ως εκ τούτου, το επίμαχο σήμα δεν θα παρασιτούσε εις βάρος των προγενέστερων σημάτων, ούτε θα έβλαπτε τη φήμη τους, ούτε θα παρείχε στον δικαιούχο του τη δυνατότητα να αντλήσει αθέμιτο όφελος από τη θετική τους εικόνα.

 Διαδικασίες ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και του Δικαστηρίου

13      Η προσφεύγουσα, με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 14 Ιανουαρίου 2009, άσκησε προσφυγή με αίτημα την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως λόγω παραβάσεως του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, και του άρθρου 8, παράγραφος 5, του κανονισμού 40/94.

14      Οι διάδικοι αγόρευσαν και απάντησαν στις ερωτήσεις του Γενικού Δικαστηρίου κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 10ης Ιουνίου 2010.

15      Με την απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2011, Formula One Licensing κατά ΓΕΕΑ – Global Sports Media (F1 – LIVE) (T‑10/09, Συλλογή, EU:T:2011:45, στο εξής: απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου), το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή και καταδίκασε την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

16      Το Γενικό Δικαστήριο αποφάνθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο έχοντας απορρίψει αμφότερους τους λόγους ακυρώσεως τους οποίους προέβαλε η προσφεύγουσα.

17      Η προσφεύγουσα, με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 29 Απριλίου 2011, άσκησε αναίρεση κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου.

18      Το Δικαστήριο αναίρεσε, με την απόφαση της 24ης Μαΐου 2012, Formula One Licensing κατά ΓΕΕΑ (C‑196/11 P, Συλλογή, EU:C:2012:314, στο εξής: αναιρετική απόφαση), την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου.

19      Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι το Γενικό Δικαστήριο έθεσε υπό αμφισβήτηση το κύρος των προγενέστερων σημάτων στο πλαίσιο διαδικασίας καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος και παρέβη, ως εκ τούτου, το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94. Υπό τις συνθήκες αυτές, η Formula One Licensing βασίμως υποστήριξε ότι η απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου ενείχε πλάνη περί το δίκαιο (αναιρετική απόφαση, προαναφερθείσα στην ανωτέρω σκέψη 18, EU:C:2012:314, σκέψεις 51 έως 53).

20      Το Δικαστήριο ανέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου προκειμένου το τελευταίο να εξετάσει κατά πόσον το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 θα μπορούσε να μην τύχει εφαρμογής, ανεξαρτήτως της διαπιστώσεως ότι το σημείο «f1», όπως εμφανίζεται στα προγενέστερα σήματα, στερείται διακριτικού χαρακτήρα.

21      Κατόπιν της εκδόσεως της αναιρετικής αποφάσεως και σύμφωνα με το άρθρο 118, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, η υπόθεση ανατέθηκε στο έκτο τμήμα. Εν συνεχεία, στο πλαίσιο τροποποιήσεως της συνθέσεως των τμημάτων του Γενικού Δικαστηρίου, ο εισηγητής δικαστής τοποθετήθηκε στο όγδοο τμήμα, στο οποίο, κατά συνέπεια, ανατέθηκε και η υπό κρίση υπόθεση.

22      Με έγγραφο της 11ης Ιουνίου 2014, η ESPN Sports Media Ltd ζήτησε να υπεισέλθει στη θέση της Global Sports Media Ltd ως παρεμβαίνουσα στη δίκη ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου για τον λόγο ότι τα δικαιώματα επί του επίμαχου σήματος είχαν μεταβιβαστεί σε αυτήν.

23      Με έγγραφο της 17ης Ιουνίου 2014, το Γενικό Δικαστήριο κάλεσε τους διαδίκους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σε σχέση με την ως άνω αίτηση υποκαταστάσεως. Το ΓΕΕΑ δεν προέβαλε, με το έγγραφο της 20ής Ιουνίου 2014, αντιρρήσεις ως προς την υποκατάσταση της Global Sports Media από την ESPN Sports Media στην παρούσα δίκη.

24      Με διάταξη της 30ής Ιουνίου 2014, το Γενικό Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) έκανε δεκτή την αίτηση υποκαταστάσεως.

 Αιτήματα των διαδίκων κατόπιν της αναπομπής

25      Οι διάδικοι κλήθηκαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το άρθρο 119, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας. Η προσφεύγουσα και το ΓΕΕΑ κατέθεσαν τα σχετικά υπομνήματα εμπροθέσμως, ήτοι στις 9 Αυγούστου 2012 και στις 28 Σεπτεμβρίου 2012 αντιστοίχως. Η παρεμβαίνουσα δεν κατέθεσε υπόμνημα εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

26      Με το υπόμνημα των γραπτών της παρατηρήσεων, η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

–        να καταδικάσει το ΓΕΕΑ και την παρεμβαίνουσα στα δικαστικά έξοδα των διαδικασιών ενώπιον του ΓΕΕΑ, του Γενικού Δικαστηρίου και του Δικαστηρίου.

27      Με το δικό του υπόμνημα γραπτών παρατηρήσεων, το ΓΕΕΑ ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

–        να απορρίψει την προσφυγή στο σύνολό της·

–        να καταδικάσει την προσφεύγουσα στα δικαστικά έξοδα.

 Σκεπτικό

28      Προς στήριξη των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους ακυρώσεως, οι οποίοι αφορούν, αντιστοίχως, παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 και παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 5, του ίδιου κανονισμού.

 Επί του πρώτου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αφορά παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94

29      Κατ’ αρχάς επιβάλλεται η διαπίστωση, στην οποία κατέληξε και το τμήμα προσφυγών, ότι το οικείο κοινό αποτελείται από τον μέσο καταναλωτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

30      Επίσης, το τμήμα προσφυγών ορθώς συνήγαγε με τις σκέψεις 25 έως 27 της προσβαλλομένης αποφάσεως το συμπέρασμα ότι τα αντιπαρατιθέμενα σήματα προσδιορίζουν προϊόντα και υπηρεσίες που είναι είτε πανομοιότυπα είτε παρόμοια.

31      Επιπλέον, δεν αμφισβητείται ότι ο συνδυασμός του γράμματος «f» και του ψηφίου «1» συνιστά σύντμηση του όρου «φόρμουλα 1», ο οποίος υποδηλώνει γενικώς μια κατηγορία αγωνιστικών αυτοκινήτων και, κατ’ επέκταση, τους αγώνες με τέτοια αυτοκίνητα.

32      Η προσφεύγουσα υποστηρίζει κατ’ ουσίαν ότι υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως του λεκτικού σήματος F1 (το οποίο προστατεύεται ως διεθνές σήμα στη Δανία, τη Γερμανία, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ουγγαρία) με το επίμαχο σήμα F1-LIVE. Το ίδιο ισχύει και ως προς, αφενός, το προγενέστερο κοινοτικό εικονιστικό σήμα και, αφετέρου, το επίμαχο σήμα.

33      Όπως προκύπτει από την αναιρετική απόφαση (προαναφερθείσα στην ανωτέρω σκέψη 18, EU:C:2012:314, σκέψη 47), για να μην υπάρχει παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, πρέπει να αναγνωριστεί ένας βαθμός διακριτικού χαρακτήρα στο εθνικό σήμα του οποίου γίνεται επίκληση προς στήριξη ανακοπής κατά της καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος.

34      Επομένως, δεν είναι δυνατό να γίνει δεκτό ότι το σημείο F1 έχει χαρακτήρα έννοιας γένους, είναι περιγραφικό και στερείται παντελώς διακριτικού χαρακτήρα, διότι άλλως θα ετίθετο υπό αμφισβήτηση το κύρος του προγενέστερου σήματος στο πλαίσιο διαδικασίας καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, όπερ θα σήμαινε ότι συντρέχει παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94 (αναιρετική απόφαση, προαναφερθείσα στην ανωτέρω σκέψη 18, EU:C:2012:314, σκέψεις 51 και 52).

35      Βεβαίως, όταν ασκείται ανακοπή κατά της καταχωρίσεως κοινοτικού σήματος, στηριζόμενη στην ύπαρξη προγενέστερου εθνικού σήματος, το ΓΕΕΑ και, κατά συνέπεια, το Γενικό Δικαστήριο οφείλουν να εξετάσουν με ποιον τρόπο το ενδιαφερόμενο κοινό αντιλαμβάνεται το σημείο που είναι πανομοιότυπο με το εν λόγω εθνικό σήμα και περιέχεται στο επίμαχο σήμα, καθώς και να εκτιμήσουν, ενδεχομένως, τον βαθμό του διακριτικού χαρακτήρα του σημείου αυτού (αναιρετική απόφαση, προαναφερθείσα στην ανωτέρω σκέψη 18, EU:C:2012:314, σκέψη 42).

36      Εντούτοις, η σχετική εξέταση δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη διαπίστωση της ελλείψεως διακριτικού χαρακτήρα ενός σημείου πανομοιότυπου με καταχωρισμένο και προστατευόμενο εθνικό σήμα, διότι μια τέτοια διαπίστωση θα αντέβαινε τόσο στη συνύπαρξη των κοινοτικών και των εθνικών σημάτων όσο και στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, του κανονισμού 40/94, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με την παράγραφο 2, στοιχείο α΄, σημείο ii, του ίδιου άρθρου (αναιρετική απόφαση, προαναφερθείσα στην ανωτέρω σκέψη 18, EU:C:2012:314, σκέψη 44).

37      Πράγματι, όπως καθίσταται σαφές με την αναιρετική απόφαση (προαναφερθείσα στην ανωτέρω σκέψη 18, EU:C:2012:314, σκέψη 45), η διαπίστωση αυτή θα απέβαινε εις βάρος τυχόν εθνικών σημάτων που είναι πανομοιότυπα με το σημείο το οποίο θεωρείται ότι στερείται διακριτικού χαρακτήρα, καθόσον η καταχώριση τέτοιου κοινοτικού σήματος θα μπορούσε να επιφέρει την άρση της εθνικής προστασίας των ως άνω σημάτων. Συγκεκριμένα, μια τέτοια διαπίστωση θα υπονόμευε το σύστημα το οποίο θεσπίστηκε με τον κανονισμό 40/94 και βασίζεται, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 5 του κανονισμού αυτού, στη συνύπαρξη των κοινοτικών και των εθνικών σημάτων, δεδομένου ότι το κύρος διεθνούς ή εθνικού σήματος μπορεί να προσβληθεί λόγω ελλείψεως διακριτικού χαρακτήρα αποκλειστικώς και μόνο στο πλαίσιο διαδικασίας κηρύξεως της ακυρότητας εντός του οικείου κράτους μέλους δυνάμει του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της πρώτης οδηγίας 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 40, σ. 1), και της οδηγίας 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299, σ. 25).

38      Ομολογουμένως, πάντως, από τα έγγραφα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία προσκόμισαν οι διάδικοι ενώπιον του ΓΕΕΑ προκύπτει ότι, όντως, το λεκτικό στοιχείο «f1», εφόσον αποτελεί κοινώς χρησιμοποιούμενη σύντμηση του όρου «φόρμουλα 1», έχει ασθενή διακριτικό χαρακτήρα. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που αφορά η αίτηση καταχωρίσεως σχετίζονται, ειδικότερα, με τον τομέα της φόρμουλα 1.

39      Επιπλέον, το επιχείρημα της προσφεύγουσας ότι το λεκτικό στοιχείο «f1» είναι το κυρίαρχο στο επίμαχο σήμα δεν είναι δυνατό να ευδοκιμήσει. Ειδικότερα, το σήμα αυτό είναι σχετικά σύνθετο, υπό την έννοια ότι απαρτίζεται από τα δύο λεκτικά στοιχεία «f1» και «live», χωρισμένα με μια παύλα και πλαισιωμένα από ένα πρωτότυπο γράφημα ώστε να δημιουργηθεί ένας συγκεκριμένος λογότυπος. Για τον λόγο αυτό, γίνονται οπτικώς αντιληπτά ως μία ενότητα.

40      Όσον αφορά το ζήτημα της φήμης των προγενέστερων σημάτων, από τη δικογραφία προκύπτει ότι ορθώς το τμήμα προσφυγών κατέληξε ότι τέτοιας φήμης χαίρει αποκλειστικώς ο λογότυπος του λεκτικού στοιχείου «f1».

41      Κατόπιν τούτου, πρέπει να γίνει μια σύγκριση ανάμεσα στα αντιπαρατιθέμενα σημεία, δηλαδή να αντιπαραβληθεί το επίμαχο σήμα, αφενός, με το προγενέστερο λεκτικό σήμα F1 και, αφετέρου, εφόσον παρίσταται ανάγκη, με το προγενέστερο εικονιστικό σήμα F1 Formula 1.

42      Υπογραμμίζεται εισαγωγικώς ότι ορθώς το τμήμα προσφυγών έκρινε, με τα σημεία 59 επ. της προσβαλλομένης αποφάσεως, ότι υφίσταται ορισμένος βαθμός ομοιότητας μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημείων λόγω του στοιχείου «f1», που είναι κοινό σε αμφότερα. Τα σημεία διαφέρουν όμως, από οπτικής απόψεως, λόγω του μεγέθους τους, της παρουσίας της λέξεως «live» και του γεγονότος ότι το επίμαχο σήμα περιλαμβάνει και εικονιστικό στοιχείο.

43      Από φωνητικής απόψεως, επισημαίνεται ότι το επίμαχο σήμα αποτελείται από δύο λέξεις ενώ τα προγενέστερα σήματα από μία. Η ύπαρξη μίας επιπλέον λέξεως, η οποία προφέρεται, εντός του επίμαχου σήματος αντισταθμίζει ως ένα βαθμό το κοινό στοιχείο «f1». Ωστόσο, στο μέτρο που τα αντιπαρατιθέμενα σήματα περιέχουν αμφότερα το στοιχείο «f1», το οποίο είναι και το πρώτο που προφέρεται εντός του επίμαχου σήματος, υπάρχει ορισμένος βαθμός ομοιότητας από φωνητικής απόψεως.

44      Από εννοιολογικής απόψεως, το προγενέστερο σήμα υποδηλώνει ένα συγκεκριμένο είδος αγωνιστικών αυτοκινήτων, ήτοι τα αυτοκίνητα της φόρμουλα 1, και μπορεί επίσης να γίνει αντιληπτό υπό την έννοια ότι αναφέρεται εμμέσως και στους αγώνες ταχύτητας της φόρμουλα 1. Το επίμαχο σήμα φέρει το ίδιο μήνυμα, όμως η προσθήκη της λέξεως «live», η οποία παραπέμπει στη ζωντανή κάλυψη ή την απευθείας αναμετάδοση γεγονότος, το καθιστά εννοιολογικώς πλουσιότερο από το προγενέστερο σήμα.

45      Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι υπάρχουν μεν ορισμένες οπτικές, φωνητικές και εννοιολογικές διαφορές μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων σημάτων, πλην όμως υφίσταται επίσης, σε κάποιο βαθμό, μια συνολική ομοιότητα λόγω της παρουσίας του λεκτικού στοιχείου του προγενέστερου σήματος εντός του επίμαχου εικονιστικού σήματος.

46      Ως εκ τούτου, πρέπει ακόμη να αξιολογηθεί σφαιρικώς αν συντρέχει κίνδυνος συγχύσεως των αντιπαρατιθέμενων σημάτων.

47      Κατά πάγια νομολογία, η σφαιρική εκτίμηση του ως άνω κινδύνου γίνεται με δεδομένο ότι υπάρχει μια αμφίδρομη σχέση μεταξύ των συνεκτιμωμένων παραγόντων και, ιδίως, της ομοιότητας των σημάτων και της ομοιότητας των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αυτά προσδιορίζουν. Ειδικότερα, τυχόν μικρή ομοιότητα μεταξύ των προσδιοριζομένων προϊόντων ή υπηρεσιών μπορεί να αντισταθμίζεται από την έντονη ομοιότητα μεταξύ των σημάτων και αντιστρόφως [αποφάσεις της 29ης Σεπτεμβρίου 1998, Canon, C‑39/97, Συλλογή, EU:C:1998:442, σκέψη 17, και της 14ης Δεκεμβρίου 2006, Mast‑Jägermeister κατά ΓΕΕΑ – Licorera Zacapaneca (VENADO με πλαίσιο κ.λπ.), T‑81/03, T‑82/03 και T‑103/03, Συλλογή, EU:T:2006:397, σκέψη 74].

48      Υπενθυμίζεται επ’ αυτού ότι το στοιχείο «f1», με μια κοινή γραμματοσειρά, έχει ασθενή μόνο διακριτικό χαρακτήρα σε σχέση με τα οικεία προϊόντα και τις οικείες υπηρεσίες, ενώ η ενδεχόμενη φήμη του χρησιμοποιούμενου εντός της Ένωσης εικονιστικού κοινοτικού σήματος συνδέεται, κατ’ ουσίαν, με τον ίδιο τον λογότυπο.

49      Επισημαίνεται πάντως ότι, ακόμη και αν ο διακριτικός χαρακτήρας του προγενέστερου σήματος είναι ασθενής, τούτο δεν σημαίνει ότι είναι αδύνατο να συντρέχει εν προκειμένω κίνδυνος συγχύσεως. Πράγματι, ο διακριτικός χαρακτήρας του προγενεστέρου σήματος πρέπει μεν να λαμβάνεται υπόψη όταν εκτιμάται ο κίνδυνος συγχύσεως (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση Canon, προαναφερθείσα στην ανωτέρω σκέψη 47, EU:C:1998:442, σκέψη 24), πλην όμως πρόκειται για ένα μόνον από τα στοιχεία που έχουν σημασία στο πλαίσιο της σχετικής αναλύσεως. Έτσι, έστω και αν το προγενέστερο σήμα έχει ασθενή διακριτικό χαρακτήρα, ενδέχεται να υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως, ιδίως λόγω ομοιότητας μεταξύ των σχετικών σημείων και μεταξύ των αντίστοιχων προϊόντων ή υπηρεσιών [βλ. απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2007, Xentral κατά ΓΕΕΑ – Pages jaunes (PAGESJAUNES.COM), T‑13/06, Συλλογή, EU:T:2007:387, σκέψη 70 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία].

50      Σημειωτέον συναφώς ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσδιορίζει το επίμαχο σήμα και εκείνα για τα οποία έχουν καταχωριστεί τα προγενέστερα σήματα είναι είτε πανομοιότυπα είτε παρόμοια.

51      Επιπλέον, όπως προεκτέθηκε στις ανωτέρω σκέψεις 42 και 45, το λεκτικό στοιχείο «f1» του προγενέστερου σήματος έχει περιληφθεί αυτούσιο στο επίμαχο σήμα. Ακόμη και αν το λεκτικό στοιχείο «f1» δεν μπορεί να θεωρηθεί ως το κυρίαρχο εντός του επίμαχου σήματος, τούτο δεν σημαίνει ότι είναι κατ’ ανάγκην και αμελητέο. Ειδικότερα, διαπιστώνεται ότι τα δύο άλλα επιμέρους στοιχεία του επίμαχου σήματος, ήτοι το λεκτικό στοιχείο «live» και το εικονιστικό στοιχείο, που συνίσταται σε έναν κύκλο ο οποίος εξέχει από το σκούρο γκρι πλαίσιο, θα μπορούσαν να γίνουν αντιληπτά υπό την έννοια ότι αναφέρονται, το πρώτο, στην αναμετάδοση αθλητικών γεγονότων σε πραγματικό χρόνο και, το δεύτερο, σε πίστα αγώνων ταχύτητας. Έτσι, εφόσον τα στοιχεία αυτά παραπέμπουν στη γενική ιδέα των δρώμενων με αγωνιστικά αυτοκίνητα, ο συνδυασμός τους με το λεκτικό στοιχείο «f1» συμβάλλει ώστε να εντυπωθεί στο οικείο κοινό η εικόνα αγώνων με αυτοκίνητα της φόρμουλα 1, την οποία φέρνει στο μυαλό το συγκεκριμένο λεκτικό στοιχείο.

52      Κατόπιν τούτου, εφόσον το κοινό θα συγκρατήσει στη μνήμη του μιαν ατελή μόνον εικόνα των αντιπαρατιθέμενων σημάτων, οπότε το κοινό τους στοιχείο «f1» δημιουργεί κάποια ομοιότητα μεταξύ τους, εφόσον υφίσταται αμφίδρομη σχέση μεταξύ των διαφόρων παραγόντων που πρέπει να ληφθούν υπόψη και εφόσον, τέλος, τα οικεία προϊόντα είναι είτε πανομοιότυπα είτε παρόμοια, επιβάλλεται το συμπέρασμα ότι δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να προκληθεί σύγχυση στο μυαλό των καταναλωτών. Με άλλα λόγια, υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρήσουν οι καταναλωτές ότι τα δύο σήματα συνδέονται, δηλαδή να εκλάβουν το επίμαχο σήμα ως μια παραλλαγή του προγενέστερου σήματος F1 λόγω της αυτούσιας επαναλήψεως του ίδιου λεκτικού στοιχείου και, ως εκ τούτου, να καταλήξουν ότι αυτά έχουν κοινή εμπορική προέλευση.

53      Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το τμήμα προσφυγών υπέπεσε σε σφάλμα κρίνοντας ότι δεν υπήρχε κίνδυνος συγχύσεως του επίμαχου σήματος με το προγενέστερο λεκτικό σήμα.

54      Επομένως, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί, χωρίς να χρειάζεται να συγκριθεί το επίμαχο σήμα με το προγενέστερο εικονιστικό σήμα και να εξεταστεί ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως.

 Επί των δικαστικών εξόδων

55      Με την αναιρετική απόφαση, το Δικαστήριο επιφυλάχθηκε ως προς τα δικαστικά έξοδα. Επομένως, εναπόκειται στο Γενικό Δικαστήριο να αποφανθεί, με την παρούσα απόφαση, επί του συνόλου των εξόδων καθ’ όλες τις διαδικασίες, σύμφωνα με το άρθρο 121 του Κανονισμού Διαδικασίας.

56      Κατά το άρθρο 87, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα.

57      Δεδομένου ότι το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα ηττήθηκαν, πρέπει να καταδικαστούν στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το αίτημα της προσφεύγουσας.

58      Η προσφεύγουσα ζητεί επίσης να καταδικαστούν το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα στα έξοδα στα οποία αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του ΓΕΕΑ. Συναφώς πρέπει να υπομνησθεί ότι, δυνάμει του άρθρου 136, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, τα αναγκαία έξοδα στα οποία υποβάλλονται οι διάδικοι στο πλαίσιο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαδικασίας θεωρούνται ως αποδοτέα. Δεν ισχύει όμως το ίδιο για τα έξοδα στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος ανακοπών του ΓΕΕΑ [απόφαση της 25ης Ιουνίου 2010, MIP Metro κατά ΓΕΕΑ – CBT Comunicación Multimedia (Metromeet), T‑407/08, Συλλογή, EU:T:2010:256, σκέψη 51]. Ως εκ τούτου, το αίτημα της προσφεύγουσας να καταδικαστούν το ΓΕΕΑ και η παρεμβαίνουσα, των οποίων τα αιτήματα απορρίφθηκαν, στα έξοδα της διοικητικής διαδικασίας ενώπιον του ΓΕΕΑ μπορεί να γίνει δεκτό μόνον όσον αφορά τα αναγκαία έξοδα της προσφεύγουσας στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών του ΓΕΕΑ.

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα)

αποφασίζει:

1)      Ακυρώνει την απόφαση του πρώτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΓΕΕΑ) της 16ης Οκτωβρίου 2008 (υπόθεση R 7/2008‑1).

2)      Καταδικάζει το ΓΕΕΑ και την ESPN Sports Media Ltd στα δικαστικά έξοδα της Formula One Licensing BV για τις δίκες ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και του Δικαστηρίου, καθώς και στα έξοδα στα οποία η τελευταία υποβλήθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του τμήματος προσφυγών.

Γρατσίας

Kancheva

Wetter

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο στις 11 Δεκεμβρίου 2014.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.