Language of document : ECLI:EU:C:2023:653

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

MACIEJ SZPUNAR

της 7ης Σεπτεμβρίου 2023 (1)

Υπόθεση C-361/22

Industria de Diseño Textil SA (Inditex)

κατά

Buongiorno Myalert SA

[αίτηση του Tribunal Supremo (Avωτάτου Δικαστηρίου, Ισπανία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Σήματα – Οδηγία 89/104/ΕΟΚ – Οδηγία 2008/95/ΕΚ – Περιορισμός των αποτελεσμάτων του σήματος – Χρήση του σήματος για να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας – Προϋποθέσεις νόμιμης χρήσεως»






I.      Εισαγωγή

1.        Διάδικοι στη διαφορά της κύριας δίκης, στο πλαίσιο της οποίας υποβλήθηκε η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, είναι ένας πάροχος υπηρεσιών πληροφόρησης μέσω διαδικτύου και δικτύου κινητής τηλεφωνίας και ο δικαιούχος του σήματος ZARA, λόγω προβαλλόμενης προσβολής των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα αυτό. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια διαφημιστικής εκστρατείας, ο πάροχος των υπηρεσιών πληροφόρησης είχε προσφέρει ως δώρο τη συμμετοχή σε κλήρωση με έπαθλο, μεταξύ άλλων, μια δωροκάρτα ZARA, της οποίας η εικόνα παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της διαφημιστικής εκστρατείας. Ο δικαιούχος του σήματος άσκησε αγωγή κατά του εν λόγω παρόχου υπηρεσιών λόγω προσβολής διότι, κατά τη γνώμη του, ο τελευταίος άντλησε όφελος από τη φήμη του σήματος και έβλαψε τη φήμη αυτού.

2.        Επομένως, η διαφορά της κύριας δίκης βρίσκεται ενδεχομένως στο μεταίχμιο μεταξύ του δικαίου των σημάτων και του δικαίου του αθέμιτου ανταγωνισμού. Ωστόσο, το προδικαστικό ερώτημα στην υπό κρίση υπόθεση αφορά μόνον τις σχετικές με το δίκαιο των σημάτων οδηγίες.

3.        Συναφώς, ο δικαιούχος σήματος καταχωρισμένου σε ένα από τα κράτη μέλη δύναται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο ορισμένες χρήσεις των σημάτων οι οποίες προσβάλλουν το δικαίωμά του διανοητικής ιδιοκτησίας, λαμβανομένων υπόψη των προϋποθέσεων που προβλέπονται από τις οδηγίες αυτές.

4.        Ωστόσο, το αποκλειστικό δικαίωμα του δικαιούχου δεν είναι απόλυτο. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, των οδηγιών 89/104/ΕOΚ (2) και 2008/95/ΕΚ (3) προέβλεπε ότι ο δικαιούχος δεν μπορούσε να απαγορεύει τη χρήση του σήματος στις συναλλαγές από τρίτους, εάν αυτή ήταν αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί o προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν επρόκειτο για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά. Το 2015 η οδηγία 2008/95 αντικαταστάθηκε από την οδηγία (ΕΕ) 2015/2436 (4), της οποίας το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, φαίνεται να εισάγει, τουλάχιστον σε επίπεδο γραμματικής ερμηνείας, έναν ευρύτερο περιορισμό των αποτελεσμάτων του σήματος από εκείνον του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, των οδηγιών 89/104 και 2008/95.

5.        Εκτιμώντας ότι η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης συμπεριφορά εμπίπτει μάλλον στον ευρύτερο αυτόν περιορισμό, το αιτούν δικαστήριο ερωτά το Δικαστήριο, στο πλαίσιο του προδικαστικού ερωτήματος, αν το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436 τροποποίησε πράγματι την έκταση του επίμαχου περιορισμού ή αν η διάταξη αυτή αφορά χρήσεις που περιλαμβάνονταν ήδη σιωπηρώς στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, των οδηγιών 89/104 και 2008/95.

6.        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά μεν το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, των οδηγιών 89/104 και 2008/95, πλην όμως η σημασία της απαντήσεως που πρέπει να δοθεί στο ερώτημα που έχει διατυπωθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο υπερβαίνει κατά πολύ το σύστημα των εθνικών σημάτων.

7.        Πράγματι, αφενός, η απάντηση αυτή θα έχει αντίκτυπο και στο σύστημα των σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχει ως βάση τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 (5), ο οποίος αντικαταστάθηκε από 1ης Οκτωβρίου 2017 από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1001 (6). Στο μεταξύ, ο κανονισμός 207/2009 τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2424 (7). Ανάλογος περιορισμός με εκείνον του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104 περιλαμβανόταν και στο άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009. Ο κανονισμός 2015/2424 τροποποίησε την τελευταία αυτή διάταξη επαναλαμβάνοντας, κατ’ ουσίαν, το γράμμα του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436.

8.        Αφετέρου, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, ο προβλεπόμενος από τον νομοθέτη της Ένωσης περιορισμός των αποτελεσμάτων των δικαιωμάτων που αντλεί ο δικαιούχος του σήματος αποσκοπεί στο να συμβιβάσει τα θεμελιώδη συμφέροντα της προστασίας των δικαιωμάτων επί του σήματος με εκείνα της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών εντός της κοινής αγοράς, τούτο δε κατά τρόπον ώστε το δικαίωμα επί του σήματος να μπορεί να επιτελέσει τη λειτουργία του ως ουσιώδες στοιχείο του συστήματος ανόθευτου ανταγωνισμού, στη δημιουργία και τη διατήρηση του οποίου αποσκοπεί η Συνθήκη (8).

II.    Το νομικό πλαίσιο

Α.      Το δίκαιο της Ένωσης

1.      Η οδηγία 89/104

9.        Το άρθρο 5 της οδηγίας 89/104, το οποίο έφερε τον τίτλο «Δικαιώματα που παρέχει το σήμα», όριζε τα εξής:

«1.      Το καταχωρισμένο σήμα παρέχει στον δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα. O δικαιούχος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του:

α)      σημείο πανομοιότυπο με το σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες πανομοιότυπες με εκείνες για τις οποίες το σήμα έχει καταχωριστεί·

β)      σημείο για το οποίο, λόγω της ταυτότητας ή της ομοιότητάς του με το σήμα και της ταυτότητας ή της ομοιότητας των προϊόντων ή των υπηρεσιών που καλύπτονται από το σήμα και το σημείο, υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης του κοινού, συμπεριλαμβανομένου και του κινδύνου συσχέτισης του σημείου με το σήμα.

2.      Ένα κράτος μέλος μπορεί επίσης να προβλέπει ότι o δικαιούχος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του, σημείο πανομοιότυπο ή παρόμοιο με το σήμα, για προϊόντα ή υπηρεσίες μη παρόμοιες με εκείνες για τις οποίες το σήμα έχει καταχωριστεί, εάν αυτό χαίρει φήμης μέσα στο κράτος μέλος και η χρησιμοποίηση του σημείου, χωρίς νόμιμη αιτία, θα επέφερε, αχρεωστήτως, όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος ή θα ήταν βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη.

3.      Μπορεί, ιδίως, να απαγορεύεται, εάν πληρούνται οι όροι των παραγράφων 1 και 2:

α)      η επίθεση του σημείου επί των προϊόντων ή της συσκευασίας τους·

β)      η προσφορά των προϊόντων ή η εμπορία ή η κατοχή τους προς εμπορία ή η προσφορά ή παροχή υπηρεσιών υπό το σημείο·

γ)      η εισαγωγή ή η εξαγωγή των προϊόντων υπό το σημείο·

δ)      η χρησιμοποίηση του σημείου σε επαγγελματικό έντυπο υλικό και στη διαφήμιση.

[…]»

10.      Το άρθρο 6 της οδηγίας 89/104, το οποίο έφερε τον τίτλο «Περιορισμός των αποτελεσμάτων του σήματος», όριζε στην παράγραφο 1 τα εξής:

«1.      Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές:

[…]

β)      ενδείξεις περί το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση, τον χρόνο παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της
υπηρεσίας ή άλλα χαρακτηριστικά τους

γ)      το σήμα, εάν είναι αναγκαίο, προκειμένου να δηλωθεί o προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν
πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά,

εφόσον η χρήση αυτή γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο.»

2.      Η οδηγία 2008/95

11.      Η οδηγία 89/104 καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2008/95, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 28 Νοεμβρίου 2008. Η οδηγία 2008/95 δεν επέφερε ουσιώδεις τροποποιήσεις ούτε στο άρθρο 5, παράγραφος 2, ούτε στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχεία βʹ και γʹ, της οδηγίας 89/104.

3.      Η οδηγία 2015/2436

12.      Η οδηγία 2015/2436, η οποία κατήργησε και αντικατέστησε την οδηγία 2008/95 με ισχύ από τις 15 Ιανουαρίου 2019, προβλέπει στο άρθρο 14 το οποίο φέρει τον τίτλο «Περιορισμός των αποτελεσμάτων του σήματος»:

«1.      Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν, στις εμπορικές συναλλαγές:

[…]

γ)      το σήμα για τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα του δικαιούχου του εν λόγω σήματος, ιδίως αν η χρήση του σήματος είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά.

2.      Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνον εφόσον η χρήση από τους τρίτους γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο.

[…]»

Β.      Το ισπανικό δίκαιο

13.      Το άρθρο 34 του Ley 17/2001 de Marcas (νόμου 17/2001 περί σημάτων), της 7ης Δεκεμβρίου 2001 (BOE αριθ. 294, της 8ης Δεκεμβρίου 2001, σ. 45579), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: νόμος περί σημάτων), μετέφερε στην ισπανική έννομη τάξη το άρθρο 5 της οδηγίας 89/104. Το άρθρο αυτό όριζε τα εξής:

«1.      Η καταχώριση σήματος παρέχει στον δικαιούχο αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης του σήματος στις συναλλαγές.

2.      Ο δικαιούχος καταχωρισμένου σήματος δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές, χωρίς τη συγκατάθεσή του:

a)      σημείο πανομοιότυπο με το σήμα για προϊόντα ή υπηρεσίες πανομοιότυπες με εκείνες για τις οποίες έχει καταχωριστεί το σήμα·

b)      σημείο το οποίο, λόγω του ταυτόσημου ή της ομοιότητάς του με το σήμα και λόγω του ταυτόσημου ή της ομοιότητας των προϊόντων ή των υπηρεσιών, δημιουργεί κίνδυνο σύγχυσης στο κοινό. O κίνδυνος συγχύσεως περιλαμβάνει τον κίνδυνο συσχέτισης μεταξύ σημείου και σήματος·

c)      σημείο πανομοιότυπο ή παρόμοιο για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν ομοιάζουν με εκείνα για τα οποία έχει καταχωριστεί το σήμα, εάν το σήμα αυτό είναι παγκοίνως γνωστό ή χαίρει μεγάλης φήμης στην Ισπανία και η χωρίς νόμιμη αιτία χρήση του σημείου μπορεί να υποδηλώνει σχέση μεταξύ των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών και του δικαιούχου του σήματος ή, γενικώς, εάν η χρήση αυτή προσπορίζει αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τον παγκοίνως γνωστό χαρακτήρα ή τη μεγάλη φήμη του καταχωρισμένου σήματος ή είναι βλαπτική για τον εν λόγω χαρακτήρα ή τη φήμη του.»

14.      Το άρθρο 37, παράγραφος 1, στοιχείο c, του νόμου περί σημάτων, το οποίο μετέφερε το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104 στο ισπανικό δίκαιο, όριζε τα εξής:

«1.      Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές τα ακόλουθα στοιχεία, εφόσον η χρήση αυτή γίνεται σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο:

[…]

γ)      το σήμα, εάν είναι αναγκαίο προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν πρόκειται για εξάρτημα ή ανταλλακτικό.»

15.      Μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας 2015/2436, ο Ισπανός νομοθέτης τροποποίησε το άρθρο 37, παράγραφος 1, στοιχείο c, του νόμου περί σημάτων, το οποίο έχει ως εξής:

«1.      Το σήμα δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει στους τρίτους να χρησιμοποιούν στις συναλλαγές:

[…]

c)      το σήμα για τον προσδιορισμό ή την αναφορά προϊόντων ή υπηρεσιών όπως εκείνα του δικαιούχου του σήματος, ιδίως αν αυτή η χρήση του σήματος είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά.»

III. Τα πραγματικά περιστατικά της κύριας δίκης

16.      Η Buongiorno Myalert SA (στο εξής: Buongiorno) είναι εταιρία η οποία το 2010 παρείχε υπηρεσίες πληροφόρησης μέσω διαδικτύου και δικτύου κινητής τηλεφωνίας. Την ίδια χρονιά ξεκίνησε διαφημιστική εκστρατεία για την εγγραφή σε υπηρεσία εκπομπής περιεχομένου πολυμέσων μέσω SMS, την οποία διέθετε στην αγορά με την ονομασία «Club Blinko», στο πλαίσιο της οποίας προσέφερε ως δώρο τη συμμετοχή σε κλήρωση με έπαθλο, μεταξύ άλλων, μια δωροκάρτα ZARA αξίας 1 000 ευρώ. Ο συνδρομητής, αφού πατούσε σε εικονίδιο για να συμμετάσχει στην κλήρωση, έβλεπε να εμφανίζεται στην επόμενη οθόνη το σημείο «ZARA» σε ορθογώνιο πλαίσιο το οποίο θύμιζε τη μορφή των δωροκαρτών.

17.      Η εταιρία Industria de Diseño Textil SA (στο εξής: Inditex) άσκησε κατά της Buongiorno αγωγή λόγω προσβολής των αποκλειστικών δικαιωμάτων που παρέχει εθνικό σήμα το οποίο προστατεύει το σημείο «ZARA». Προς στήριξη της εν λόγω αγωγής, η οποία είχε ως βάση το άρθρο 34, παράγραφος 2, στοιχεία b και c, του νόμου περί σημάτων, η Inditex προέβαλε λόγους που αφορούσαν, αντιστοίχως, την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως, καθώς και το αντλούμενο από τη φήμη του σήματος όφελος και τη βλάβη της φήμης του.

18.      Η Buongiorno αρνήθηκε ότι υπήρξε προσβολή των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα ZARA, ισχυριζόμενη ότι είχε γίνει περιστασιακή χρήση του σημείου, όχι ως σήματος, αλλά προκειμένου να δηλωθεί σε τι συνίστατο ένα από τα έπαθλα που προσφέρονταν στους νικητές της κλήρωσης. Κατά την Buongiorno, η χρήση αυτή «για σκοπούς αναφοράς» εμπίπτει στις νόμιμες χρήσεις διακριτικών σημείων εκ μέρους τρίτων, οι οποίες διέπονται από το άρθρο 37 του νόμου περί σημάτων.

19.      Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε τα αιτήματα της Inditex. Αφού έκρινε ότι η χρήση του σήματος ZARA από την Buongiorno δεν συνιστούσε χρήση «για σκοπούς αναφοράς» εμπίπτουσα στο άρθρο 37 του νόμου περί σημάτων, το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 34, παράγραφος 2, στοιχεία b και c, του νόμου περί σημάτων.

20.      Η Inditex άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής, προβάλλοντας προσβολή του σήματος βάσει του άρθρου 34, παράγραφος 2, στοιχείο c, του νόμου περί σημάτων. Η έφεση αυτή απορρίφθηκε από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι η χρήση του σήματος ZARA δεν έθιγε τη φήμη του σήματος και ότι δεν αντλείτο αθέμιτο όφελος από την εν λόγω φήμη.

21.      Η Inditex άσκησε αναίρεση ενώπιον του Tribunal Supremo (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Ισπανία), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου στην υπό κρίση υπόθεση.

22.      Λαμβανομένης υπόψη της χρήσεως, στο άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436, του όρου «ιδίως», ο οποίος συνδέει τη γενικότερη συμπεριφορά («τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα του δικαιούχου του εν λόγω σήματος»), η οποία δεν περιλαμβανόταν στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104, με την ειδικότερη συμπεριφορά που μνημονεύεται στη δεύτερη αυτή οδηγία (αν η χρήση του σήματος «είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά»), το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς το πεδίο εφαρμογής του εδαφίου αυτού που εισήχθη στο άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436. Αναρωτιέται αν πρόκειται για διευκρίνιση ενός στοιχείου που περιλαμβανόταν σιωπηρώς στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104 ή αν διευρύνθηκε το πεδίο εφαρμογής των χρήσεων «για σκοπούς αναφοράς». Κατά το αιτούν δικαστήριο, η συμπεριφορά της Buongiorno αντιστοιχεί περισσότερο στο ισχύον γράμμα του άρθρου14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436 παρά σε εκείνο του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104.

23.      Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι κάλεσε τους διαδίκους της κύριας δίκης να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους επί της λυσιτέλειας μιας προδικαστικής παραπομπής σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104, «[γ]ια την περίπτωση που, κατόπιν της αποδοχής του λόγου αναιρέσεως που αφορά παράβαση του άρθρου 34, παράγραφος 2, στοιχείο c, του νόμου περί σημάτων, είναι αναγκαίο να εξεταστεί αν έχει εφαρμογή ο περιορισμός των αποτελεσμάτων του σήματος που προβλέπεται στο άρθρο 37[, παράγραφος 1], στοιχείο c, του εν λόγω νόμου».

IV.    Το προδικαστικό ερώτημα και η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

24.      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunal Supremo (Ανώτατο Δικαστήριο), με διάταξη της 12ης Μαΐου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 3 Ιουνίου 2022, αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα, το οποίο έχει ως εξής:

«Έχει το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας [89/104] την έννοια ότι περιλαμβάνει σιωπηρώς στους περιορισμούς του δικαιώματος επί του σήματος τη γενικότερη συμπεριφορά που αναφέρεται πλέον στο άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας [2015/2436], ήτοι η χρήση "το[υ] σήμα[τος] για τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα του δικαιούχου του εν λόγω σήματος", περιλαμβάνεται σιωπηρώς στον περιορισμό του δικαιώματος του σήματος;»

25.      Οι διάδικοι της κύριας δίκης, η Ισπανική Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσαν γραπτές παρατηρήσεις. Δεν διεξήχθη επ’ ακροατηρίου συζήτηση.

V.      Ανάλυση

Α.      Οριοθέτηση του προδικαστικού ερωτήματος

26.      Με το προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο ζητείται να διευκρινιστεί, κατ’ ουσίαν, αν το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 έχει την έννοια ότι η χρήση, κατά τις συναλλαγές, σήματος «για τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα του δικαιούχου του εν λόγω σήματος», η οποία αναφέρεται πλέον στο άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της πρώτης αυτής διατάξεως.

27.      Προκαταρκτικώς, λαμβανομένων υπόψη των όσων υπέβαλαν οι διάδικοι με τις γραπτές παρατηρήσεις τους, κρίνω σκόπιμο να διατυπωθούν οι ακόλουθες επισημάνσεις σχετικά με την οριοθέτηση του προδικαστικού ερωτήματος.

28.      Πρώτον, πρέπει να επισημανθεί ότι τα πραγματικά περιστατικά της κύριας δίκης έλαβαν χώρα το 2010, ενώ το προδικαστικό ερώτημα αναφέρεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104. Η εν λόγω οδηγία αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2008/95 η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 28 Νοεμβρίου 2008. Μολονότι η τελευταία αυτή οδηγία δεν τροποποίησε το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104, εντούτοις φαίνεται να έχει εφαρμογή ratione temporis στη διαφορά της κύριας δίκης. Ως εκ τούτου, στις παρούσες προτάσεις θα αναφερθώ στην οδηγία 2008/95 και στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, αυτής και, συνεπώς, προτείνω να αναδιατυπωθεί σχετικώς το προδικαστικό ερώτημα (9).

29.      Δεύτερον, το προδικαστικό ερώτημα θα μπορούσε να αναδιατυπωθεί επί τη βάσει του ότι το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 έχει την έννοια ότι στη διάταξη αυτή μπορεί να εμπίπτει συμπεριφορά συνιστάμενη στη χρήση του σήματος από τρίτον στο πλαίσιο διαφημιστικής εκστρατείας για να αναφερθεί σε έπαθλο το οποίο μπορεί να κερδίσει ένας από τους πελάτες του σε κλήρωση. Ωστόσο, η απάντηση στο προδικαστικό ερώτημα όπως αυτό έχει διατυπωθεί από το αιτούν δικαστήριο θα είναι χρήσιμη ώστε να του επιτρέψει να αποφανθεί επί της διαφοράς της οποίας έχει επιληφθεί και, επομένως, δεν συντρέχει λόγος υποκατάστασης του αιτούντος δικαστηρίου και αναδιατύπωσης του ερωτήματος.

30.      Τρίτον, η Buongiorno υποστηρίζει ότι το προδικαστικό ερώτημα δεν περιέχει καμία αναφορά στον περιορισμό των αποτελεσμάτων του σήματος που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2008/95, κατά το οποίο ο δικαιούχος σήματος δεν μπορεί να απαγορεύει σε τρίτον να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές ενδείξεις σχετικά με το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση, τον χρόνο παραγωγής του προϊόντος ή της παροχής της υπηρεσίας ή άλλα χαρακτηριστικά τους. Η Buongiorno, ωστόσο, επισημαίνει ότι είχε ήδη επικαλεστεί τη διάταξη αυτή σε πρώτο βαθμό για να υπερασπιστεί τη νομιμότητα της συμπεριφοράς της. Ως εκ τούτου, εκτιμά ότι, προκειμένου να δοθεί στο αιτούν δικαστήριο χρήσιμη και ολοκληρωμένη απάντηση, το Δικαστήριο πρέπει, επίσης, να εξετάσει το προδικαστικό ερώτημα υπό το πρίσμα της εν λόγω διατάξεως.

31.      Εφόσον το αιτούν δικαστήριο δεν εκφράζει αμφιβολίες ως προς την ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2008/95, δεν προτείνω στο Δικαστήριο να επαναδιατυπώσει το προδικαστικό ερώτημα ως προς το σημείο αυτό προκειμένου να ερμηνεύσει και τη διάταξη αυτή. Πράγματι, η δυνατότητα καθορισμού των ερωτημάτων που πρόκειται να υποβληθούν στο Δικαστήριο αναγνωρίζεται αποκλειστικώς στο εθνικό δικαστήριο και οι διάδικοι της κύριας δίκης δεν μπορούν να μεταβάλουν το περιεχόμενό τους (10).

32.      Τούτου δοθέντος, χάριν πληρότητας, πρέπει να παρατηρήσω, κατ’ αρχάς, ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2008/95 μπορεί να εφαρμοστεί μόνον αν η συμπεριφορά της Buongiorno θεωρηθεί ως «χρήση» κατά την έννοια του άρθρου 5 της οδηγίας αυτής. Εφόσον η πτυχή αυτή φαίνεται να αμφισβητείται και από την άποψη της εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της εν λόγω οδηγίας, θα επανέλθω στο σημείο αυτό στο πλαίσιο της επί της ουσίας αναλύσεως του προδικαστικού ερωτήματος (11).

33.      Κατά δεύτερον, όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο, το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2008/95 αποτελεί έκφραση της ανάγκης ελεύθερης χρήσεως. Για να μπορεί ένας τρίτος να προβάλει την ανάγκη ελεύθερης χρήσεως, επί της οποίας στηρίζεται η διάταξη αυτή, θα πρέπει η χρησιμοποιούμενη από αυτόν ένδειξη να είναι σχετική με κάποιο από τα χαρακτηριστικά του προϊόντος που ο τρίτος διαθέτει στο εμπόριο ή της υπηρεσίας που αυτός παρέχει (12). Εξάλλου, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί επίσης ότι η χρησιμοποίηση σημείου πανομοιότυπου με σήμα καταχωρισμένο, μεταξύ άλλων, για αυτοκίνητα σε αυτοκίνητα-μινιατούρες της σχετικής μάρκας, προκειμένου να αναπαραχθούν πιστά τα αυτοκίνητα αυτά, δεν σκοπεί στην παροχή ενδείξεως σχετικής με κάποιο χαρακτηριστικό των εν λόγω αυτοκινήτων σε μινιατούρα, αλλά αποτελεί ένα από τα στοιχεία της πιστής αναπαραγωγής των αυθεντικών αυτοκινήτων (13).

34.      Εν προκειμένω, το γεγονός ότι τρίτος απεικονίζει το σήμα του δικαιούχου στο πλαίσιο διαφημιστικής εκστρατείας για να αναφερθεί σε έπαθλο το οποίο οι πελάτες του μπορούν να κερδίσουν σε κλήρωση ισοδυναμεί με ένδειξη μάλλον ενός χαρακτηριστικού του προϊόντος του δικαιούχου παρά ενός χαρακτηριστικού της υπηρεσίας παροχής περιεχομένου πολυμέσων που προσφέρει ο εν λόγω τρίτος. Πράγματι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι η Inditex διέθεσε στην αγορά δωροκάρτες με τα χαρακτηριστικά που παρουσιάζονται στη διαφημιστική εκστρατεία της Buongiorno, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι σκοπός της αναπαραγωγής των συγκεκριμένων δωροκαρτών στην εν λόγω διαφημιστική εκστρατεία ήταν η παροχή ένδειξης σχετικής με χαρακτηριστικό της υπηρεσίας που παρείχε η Buongiorno.

35.      Τέταρτον, λαμβανομένου υπόψη του πραγματικού πλαισίου που περιγράφει το αιτούν δικαστήριο, θα μπορούσε επίσης να τεθεί το ερώτημα αν η συμπεριφορά της Buongiorno εμπίπτει στο άρθρο 7 της οδηγίας 2008/95, το οποίο φέρει τον τίτλο «Όρια του δικαιώματος που παρέχει το σήμα». Η διάταξη αυτή προέβλεπε ότι το δικαίωμα που παρείχε το σήμα δεν επέτρεπε στον δικαιούχο να απαγορεύει τη χρήση του σήματος για προϊόντα που είχαν διατεθεί υπό το σήμα αυτό στο εμπόριο μέσα στην Κοινότητα από τον ίδιο τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του, εκτός αν ο τελευταίος είχε νόμιμους λόγους να αντιταχθεί στη μεταγενέστερη εμπορική εκμετάλλευση των προϊόντων.

36.      Με την επιφύλαξη της απαντήσεως που θα δοθεί στο ερώτημα αυτό, πρέπει να παρατηρήσω, κατ’ αρχάς, ότι το αιτούν δικαστήριο δεν ζητεί την ερμηνεία του άρθρου 7 της οδηγίας 2008/95. Στη συνέχεια, η Inditex ισχυρίζεται ότι, ελλείψει μιας πρώτης πωλήσεως ή πρώτης διαθέσεως του προϊόντος, δηλαδή της δωροκάρτας, στην αγορά με τη συγκατάθεσή της, το δικαίωμά της επί του σήματος δεν είχε αναλωθεί κατά τον χρόνο χρήσεως του σήματός της από την Buongiorno. Τέλος, η εταιρία αυτή υποστηρίζει, σε άλλο πλαίσιο, ότι δεν εμπορεύεται, ούτε εμπορευόταν τότε, δωροκάρτες με τα χαρακτηριστικά που εμφανίζονταν να έχουν στη διαφημιστική εκστρατεία. Επομένως, πρόκειται για ανύπαρκτο προϊόν.

37.      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, προτείνω να αναλυθεί το νομικό ζήτημα που τίθεται με το προδικαστικό ερώτημα αποκλειστικά υπό το πρίσμα της σχέσεως μεταξύ του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 και του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436. Ωστόσο, πρέπει προηγουμένως να εξεταστούν τα επιχειρήματα που προέβαλαν οι διάδικοι σχετικά με το παραδεκτό του προδικαστικού ερωτήματος.

Β.      Επί του παραδεκτού

38.      Η Inditex προβάλλει δύο επιχειρήματα για να υποστηρίξει ότι η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι απαράδεκτη.

39.      Πρώτον, η Inditex παρατηρεί ότι, όπως διαπιστώνει το ίδιο το αιτούν δικαστήριο (14), η ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 μπορεί να του είναι χρήσιμη μόνον αν η αίτηση αναιρέσεως, επί της οποίας πρέπει να αποφανθεί το αιτούν δικαστήριο, γίνει δεκτή λόγω παράβασης του άρθρου 34, παράγραφος 2, στοιχείο c, του νόμου περί σημάτων το οποίο, ως εθνική διάταξη με την οποία ο Ισπανός νομοθέτης έκανε χρήση της δυνατότητας που προβλέπει το άρθρο 5, παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/95, παρέχει ειδική προστασία στα λεγόμενα σήματα «που χαίρουν φήμης». Ωστόσο, κατά την Inditex, η χρήση σημείου πανομοιότυπου ή παρόμοιου με σήμα που χαίρει φήμης, το οποίο αφορά η τελευταία αυτή διάταξη, δεν είναι σε καμία περίπτωση σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο, με αποτέλεσμα τρίτος ο οποίος κάνει χρήση του σήματος αυτού να μην μπορεί να επικαλεστεί το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της εν λόγω οδηγίας. Θα ήθελα να προσθέσω, με κίνδυνο να προκαταλάβω τις επόμενες παρατηρήσεις μου, ότι το επιχείρημα που προέβαλε ηInditex για να υποστηρίξει ότι το προδικαστικό ερώτημα είναι απαράδεκτο μπορεί, επίσης, να αναλυθεί, από απόψεως ουσίας, ως επιχείρημα σχετικό με την ερμηνεία των ως άνω διατάξεων (15).

40.      Δεύτερον, η Inditex υποστηρίζει ότι, εν πάση περιπτώσει, η απάντηση στο προδικαστικό ερώτημα δεν θα ήταν χρήσιμη, διότι είναι σαφώς ανεπαρκής για την επίλυση του νομικού ζητήματος που ανέκυψε στη διαφορά της κύριας δίκης. Πράγματι, η χρήση ενός σήματος «για σκοπούς αναφοράς» δεν είναι αυτή καθαυτή νόμιμη. Για να είναι νόμιμη μια τέτοια χρήση πρέπει να γίνεται «σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο» και να τηρεί τους κανόνες περί αναλώσεως του δικαιώματος επί του σήματος σε περίπτωση συναλλαγών που αφορούν προϊόντα τρίτων.

41.      Συναφώς, το επιχείρημα ότι ένα προδικαστικό ερώτημα στηρίζεται σε παραδοχή επί της οποίας το αιτούν δικαστήριο πρέπει ακόμη να αποφανθεί και, επομένως, το ερώτημα αυτό πρέπει να θεωρηθεί πρόωρο και υποθετικό (16), ή το επιχείρημα ότι η απάντηση που πρέπει να δοθεί σε προδικαστικό ερώτημα δεν αρκεί για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης (17) δεν οδηγούν αυτομάτως στο συμπέρασμα ότι το ερώτημα αυτό είναι απαράδεκτο.

42.      Πράγματι, εναπόκειται αποκλειστικώς στον εθνικό δικαστή, ο οποίος έχει επιληφθεί της διαφοράς και φέρει την ευθύνη για τη δικαστική απόφαση που πρόκειται να εκδοθεί, να εκτιμήσει, με γνώμονα τις ιδιαιτερότητες της υποθέσεως, εάν ερώτημα το οποίο υποβάλλει στο Δικαστήριο είναι λυσιτελές. Εφόσον το υποβληθέν ερώτημα αφορά την ερμηνεία ή το κύρος κανόνα του δικαίου της Ένωσης, το Δικαστήριο υποχρεούται, κατ’ αρχήν, να απαντήσει. Ως εκ τούτου, ένα προδικαστικό ερώτημα που αφορά το δίκαιο της Ένωσης είναι κατά τεκμήριο λυσιτελές. Το Δικαστήριο μπορεί να αρνηθεί να αποφανθεί επί τέτοιου ερωτήματος μόνον όταν προδήλως προκύπτει ότι η ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης την οποία ζητεί το εθνικό δικαστήριο δεν έχει καμία σχέση με το υποστατό ή το αντικείμενο της διαφοράς της κύριας δίκης, όταν το πρόβλημα είναι υποθετικής φύσεως ή ακόμη όταν το Δικαστήριο δεν διαθέτει τα πραγματικά ή νομικά στοιχεία που είναι αναγκαία προκειμένου να δώσει χρήσιμη απάντηση στα ερωτήματα που του υποβλήθηκαν (18).

43.      Τούτο δεν συμβαίνει εν προκειμένω. Βεβαίως, προκειμένου να αποφανθεί επί της αιτήσεως αναιρέσεως, το αιτούν δικαστήριο πρέπει να προβεί στις προεκτεθείσες εκτιμήσεις προτού εξετάσει το νομικό ζήτημα που εγείρει το προδικαστικό ερώτημα (χρήση σήματος που χαίρει φήμης κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95) και να προβεί, ενδεχομένως, σε συμπληρωματικές και μεταγενέστερες εκτιμήσεις (χρήση σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο). Εντούτοις, δεν προκύπτει προδήλως ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 δεν μπορεί να έχει εφαρμογή σε περίπτωση κατά την οποία ένα σήμα εμφανίζεται στο πλαίσιο διαφημιστικής εκστρατείας τρίτου για να αναφερθεί σε έπαθλο το οποίο μπορεί να κερδίσει ένας πελάτης του τρίτου σε κλήρωση.

44.      Εξάλλου, χωρίς να αμφισβητεί ρητώς το παραδεκτό του προδικαστικού ερωτήματος, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, καθόσον φαίνεται ότι το πρωτοβάθμιο εθνικό δικαστήριο δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι η χρήση του σήματος ZARA δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις «χρήσεως του σήματος» που προβλέπονται στο άρθρο 34 του νόμου περί σημάτων, με το οποίο ο Ισπανός νομοθέτης μετέφερε στο εσωτερικό δίκαιο το άρθρο 5 της οδηγίας 89/104, παρέλκει η εξέταση του αν πληρούνται εν προκειμένω οι προϋποθέσεις του άρθρου 37 του νόμου περί σημάτων και του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95.Ωστόσο, εκτιμώ ότι το επιχείρημα της Επιτροπής δεν μπορεί να οδηγήσει στο απαράδεκτο του προδικαστικού ερωτήματος για τους ίδιους λόγους με τους εκτιθέμενους στα σημεία 41 και 42 των παρουσών προτάσεων όσον αφορά τα επιχειρήματα της Inditex.

45.      Πράγματι, μολονότι συμμερίζομαι τα επιχειρήματα που προέβαλε η Επιτροπή προς στήριξη της θέσεώς της ότι η συμπεριφορά της Buongiorno δεν συνιστούσε χρήση, κατά την έννοια του άρθρου 5 της οδηγίας 89/104, πρέπει να υπομνησθεί ότι το αιτούν δικαστήριο δεν εκφράζει αμφιβολίες ως προς την ερμηνεία της διατάξεως αυτής και, επομένως, τούτο δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το προδικαστικό ερώτημα είναι απαράδεκτο (19).

46.      Συνεπώς, το προδικαστικό ερώτημα είναι παραδεκτό.

Γ.      Επί της ουσίας

47.      Προτού εξετάσω το νομικό ζήτημα που εγείρει το προδικαστικό ερώτημα, θα αναλύσω εν συντομία το στοιχείο που επικαλέστηκαν οι διάδικοι με τις γραπτές παρατηρήσεις τους και το οποίο αφορά τον χαρακτηρισμό της συμπεριφοράς της Buongiorno ως «χρήση σημείου πανομοιότυπου ή παρόμοιου με το φημισμένο σήμα», κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 89/104.

48.      Η ανάλυση αυτή παρουσιάζει διττό ενδιαφέρον. Πράγματι, αφενός, προκειμένου να είναι δυνατή η εφαρμογή του άρθρου 6 της οδηγίας 2008/95, ο τρίτος πρέπει να κάνει χρήση σημείου στην οποία ο δικαιούχος μπορεί να αντιταχθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας αυτής. Αφετέρου, το επιχείρημα της Inditex σχετικά με το απαράδεκτο του προδικαστικού ερωτήματος μπορεί, επίσης, να ερμηνευθεί ως επιχείρημα επί της ουσίας, κατά το οποίο το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να έχει εφαρμογή όταν πρόκειται για χρήση σχετική με σήμα που χαίρει φήμης, η οποία εμπίπτει στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της ίδιας οδηγίας.

1.      Επί της χρήσεως σήματος που χαίρει φήμης, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95

49.      Το ερώτημα αν η συμπεριφορά τρίτου η οποία αφορά σήμα μπορεί να είναι θεμιτή υπό το πρίσμα του κανόνα που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 τίθεται μόνον αν η συμπεριφορά αυτή θεωρείται ότι συνιστά χρήση, κατά την έννοια του άρθρου 5 της οδηγίας αυτής (20).

50.      Εν προκειμένω, το αιτούν δικαστήριο θέτει το προδικαστικό ερώτημα για την περίπτωση που γίνει δεκτός λόγος αναίρεσης για παράβαση του άρθρου 34, παράγραφος 2, στοιχείο c, του νόμου περί σημάτων, με το οποίο ο Ισπανός νομοθέτης έκανε χρήση της δυνατότητας που παρείχε το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95. Με άλλα λόγια, προτού κρίνει επί του επιχειρήματος περί χρήσης για σκοπούς αναφοράς, το αιτούν δικαστήριο θα έπρεπε να δεχθεί ότι η συμπεριφορά της Buongiorno αποτελούσε χρήση σημείου πανομοιότυπου ή παρόμοιου με το σήμα που χαίρει φήμης η οποία, χωρίς νόμιμη αιτία, προσπορίζει αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος ή είναι βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του.

51.      Όπως έχω ήδη επισημάνει στο σημείο 39 των παρουσών προτάσεων, το επιχείρημα της Inditex σχετικά με τον υποθετικό χαρακτήρα του προδικαστικού ερωτήματος μπορεί να γίνει αντιληπτό υπό την έννοια ότι, κατά την εταιρία αυτή, το δικαίωμα του δικαιούχου σήματος να αντιταχθεί στη χρήση που διαλαμβάνεται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95 δεν οριοθετείται σε καμία περίπτωση από τον περιορισμό των αποτελεσμάτων του σήματος, ο οποίος προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας αυτής.

52.      Συναφώς, η Inditex υποστηρίζει, αφενός, ότι η χρήση του σήματος για σκοπούς αναφοράς πρέπει, όπως απαιτεί το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 6, παράγραφος 1, infine, της οδηγίας 2008/95, να είναι σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Κατά την άποψή της, το Δικαστήριο έκρινε, με την απόφαση Gillette Company και Gillette Group Finland (21) ότι η χρήση σήματος δεν είναι σύμφωνη με τα εν λόγω χρηστά συναλλακτικά ήθη, ιδίως όταν θίγει την αξία του σήματος αντλώντας αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό του χαρακτήρα ή από τη φήμη του. Η Inditex επισημαίνει, αφετέρου, ότι η χρήση σήματος που χαίρει φήμης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας, συνίσταται στη χρήση σημείου πανομοιότυπου ή παρόμοιου με το σήμα που χαίρει φήμης η οποία, χωρίς νόμιμη αιτία, θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος ή θα έβλαπτε τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του.

53.      Υπό τις συνθήκες αυτές, κατά την Inditex, οι προβλεπόμενες στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 προϋποθέσεις της νόμιμης χρήσεως συμπίπτουν με εκείνες της χρήσεως σήματος που χαίρει φήμης, κατά της οποίας ο δικαιούχος του μπορεί να αντιταχθεί, σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 2, της ίδιας οδηγίας, με αποτέλεσμα οι δύο αυτές διατάξεις να αλληλοαποκλείονται. Εξ αυτού συνάγει ότι τρίτος ο οποίος κάνει χρήση σήματος που χαίρει φήμης, η οποία είναι παράνομη κατά το άρθρο 5, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας, δεν μπορεί να επικαλεστεί χρήση του σήματος για σκοπούς αναφοράς.

54.      Μολονότι συμμερίζομαι το επιχείρημα αυτό, φρονώ ότι εκτιμήσεις συστημικής και νομολογιακής φύσεως αντιτίθενται σε μια τέτοια στενή ερμηνεία η οποία, εκ των προτέρων και εν πάση περιπτώσει, αποκλείει τη δυνατότητα από κοινού εφαρμογής των δύο αυτών διατάξεων.

55.      Πριν εκθέσω τις εκτιμήσεις αυτές, πρέπει να παρατηρήσω ότι από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι, κατά τη χρήση της δυνατότητας που παρέχει το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95, ο Ισπανός νομοθέτης θέλησε να αποκλείσει τη δυνατότητα από κοινού εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων. Επομένως, παρέλκει η εξέταση του ζητήματος αν, στο πλαίσιο μιας τέτοιας εφαρμογής, ο εθνικός νομοθέτης μπορεί να αποφασίσει να μην υπαγάγει τα δικαιώματα του δικαιούχου σήματος που χαίρει φήμης στον περιορισμό που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας αυτής.

α)      Επί της σχέσεως μεταξύ του άρθρου 5, παράγραφος 2, και του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95

56.      Όπως έχει αποφανθεί το Δικαστήριο, η προστασία την οποία παρέχει το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/95 αποσκοπεί μόνο στο να επιτρέψει στον δικαιούχο του σήματος να προστατεύσει τα συγκεκριμένα συμφέροντά του ως δικαιούχου του σήματος, δηλαδή να διασφαλίσει ότι το σήμα μπορεί να επιτελέσει τις λειτουργίες του. Το Δικαστήριο έκρινε, πρώτον, ότι η άσκηση του αποκλειστικού δικαιώματος που παρέχει το σήμα πρέπει να επιφυλάσσεται για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η χρήση του σημείου από τρίτον θίγει ή ενδέχεται να θίξει τις λειτουργίες του σήματος. Το άρθρο 5, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει ότι τα σήματα τα οποία χαίρουν φήμης τυγχάνουν ευρύτερης προστασίας από εκείνη που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου. Τούτο υπό την ειδική προϋπόθεση ότι γίνεται, χωρίς νόμιμη αιτία, χρήση σημείου πανομοιότυπου ή παρόμοιου με καταχωρισμένο σήμα, η οποία είτε προσπορίζει ή θα μπορούσε να προσπορίσει αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος είτε θίγει ή θα μπορούσε να θίξει τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του (22).

57.      Επομένως, δεύτερον, αντιθέτως προς την περίπτωση που εμπίπτει στο άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2008/95, η άσκηση του δικαιώματος του δικαιούχου σήματος που χαίρει φήμης δεν προϋποθέτει την ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως του ενδιαφερόμενου κοινού (23).

58.      Μολονότι το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95 διακρίνει τρεις διαφορετικές περιπτώσεις προσβολής, ήτοι τη βλάβη που προκαλείται στον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος, την προκαλούμενη στη φήμη του σήματος βλάβη και το κατ’ αθέμιτο τρόπο αντλούμενο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος (24), εν προκειμένω, η Inditex προέβαλε, προς στήριξη της αγωγής της λόγω προσβολής, ότι η Buongiorno είχε αντλήσει όφελος από τη φήμη του σήματός της και είχε βλάψει τη φήμη του.

59.      Συναφώς, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η εξέταση της υπάρξεως προσβολής βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 –και, κατ’ επέκταση, βάσει του άρθρου 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95– πρέπει να στηρίζεται σε σφαιρική εκτίμηση που να λαμβάνει υπόψη όλα τα στοιχεία που ασκούν επιρροή στη συγκεκριμένη περίπτωση, μεταξύ των οποίων καταλέγονται, ιδίως, η ισχύς της φήμης και ο βαθμός του διακριτικού χαρακτήρα του σήματος, ο βαθμός ομοιότητας μεταξύ των συγκρουόμενων σημάτων, καθώς και η φύση και ο βαθμός εγγύτητας των οικείων προϊόντων ή υπηρεσιών (25).

60.      Εξάλλου, όταν ο δικαιούχος του σήματος που χαίρει φήμης έχει κατορθώσει να αποδείξει την ύπαρξη κάποιας από τις προσβολές που διαλαμβάνονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95, εναπόκειται στον τρίτο που έχει κάνει χρήση σημείου πανομοιότυπου ή παρόμοιου με το σήμα που χαίρει φήμης να αποδείξει ότι συντρέχει νόμιμη αιτία για τη χρήση του σημείου. Η επίκληση από τρίτον νόμιμης αιτίας για μια τέτοια χρήση υποχρεώνει τον δικαιούχο του σήματος να ανεχθεί τη χρήση του σημείου αυτού (26).

61.      Εκ πρώτης όψεως, η επίκληση νόμιμης αιτίας για τη χρήση σημείου πανομοιότυπου ή παρόμοιου με σήμα που χαίρει φήμης οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα με την επίκληση του περιορισμού των αποτελεσμάτων ενός σήματος, ο οποίος προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/95. Και στις δύο περιπτώσεις, ο δικαιούχος πρέπει να ανεχθεί τη χρήση σημείου πανομοιότυπου ή παρόμοιου με το σήμα του.

62.      Τούτου λεχθέντος, για να μπορεί ένας τρίτος να επικαλεστεί τον περιορισμό των αποτελεσμάτων του σήματος, ο οποίος προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95, η χρήση ενός σημείου πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις που θέτει η διάταξη αυτή καθώς και, όπως απαιτεί το άρθρο 6, παράγραφος 1, infine, της ως άνω οδηγίας, να είναι σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο.

63.      Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να οριοθετηθούν οι έννοιες «νόμιμη αιτία» και «χρήση [σύμφωνη] με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο», οι οποίες χρησιμοποιούνται αντιστοίχως στο άρθρο 5, παράγραφος 2, και στο άρθρο 6, παράγραφος 1, in fine, της οδηγίας 2008/95, προκειμένου να κριθεί αν η απουσία «νόμιμης αιτίας», κατά την έννοια της πρώτης διάταξης, συνεπάγεται ότι η χρήση δεν γίνεται, σε καμία περίπτωση, «σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη», κατά την έννοια της δεύτερης διάταξης.

64.      Συναφώς, υπάρχει, πρώτον, διαφορά σε γραμματικό επίπεδο μεταξύ των δύο αυτών εννοιών και, επομένως, δεν μπορεί να τεκμαρθεί η ταυτότητα του νοήματός τους.

65.      Δεύτερον, σε συστημικό επίπεδο, το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 δεν περιέχει καμία επιφύλαξη ικανή να αποκλείσει τη δυνατότητα εφαρμογής της διατάξεως αυτής στην περίπτωση προσβολής σήματος που χαίρει φήμης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής. Βεβαίως, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι μια τέτοια επιφύλαξη δεν εισήχθη στο κείμενο της εν λόγω οδηγίας για τον λόγο ότι ο περιορισμός που προβλέπεται στην πρώτη διάταξη πρέπει υποχρεωτικώς να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, ενώ εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος να αποφασίσει αν επιθυμεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που προβλέπει η δεύτερη διάταξη. Ωστόσο, διατάξεις ανάλογες προς το άρθρο 5, παράγραφος 2, και το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 περιλαμβάνονται στο σύστημα σημάτων της Ένωσης, το οποίο δεν αφήνει κανένα περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα κράτη μέλη (27).

66.      Τρίτον, αφενός, η προϋπόθεση χρήσεως «σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη» αποτελεί, κατ’ ουσίαν, έκφραση της υποχρεώσεως ενέργειας κατά θεμιτό τρόπο έναντι των νομίμων συμφερόντων του δικαιούχου του σήματος (28). Αφετέρου, σκοπός της έννοιας «νόμιμη αιτία» είναι να επιτευχθεί μια ισορροπία ανάμεσα στα εμπλεκόμενα συμφέροντα μέσω της συνεκτίμησης, εντός του ειδικού πλαισίου του άρθρου 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95 και λαμβανομένης υπόψη της διευρυμένης προστασίας της οποίας τυγχάνει το ως άνω σήμα, των συμφερόντων του τρίτου που χρησιμοποιεί το οικείο σημείο (29). Η έννοια «νόμιμη αιτία» δεν καλύπτει μόνον αντικειμενικώς υπέρτερους λόγους, αλλά μπορεί κάλλιστα να σχετίζεται και με τα ατομικά συμφέροντα του τρίτου που χρησιμοποιεί σημείο πανομοιότυπο ή παρόμοιο με το σήμα το οποίο χαίρει φήμης (30).

67.      Μολονότι ορισμένα από τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση καθεμιάς από τις δύο αυτές προϋποθέσεις ενδέχεται να αλληλεπικαλύπτονται, η ακολουθούμενη προσέγγιση στο πλαίσιο των εκτιμήσεων αυτών δεν είναι η ίδια. Με απλουστευμένο τρόπο, η προϋπόθεση «νόμιμη αιτία» επικεντρώνεται μάλλον στην προοπτική ενός τρίτου και των συμφερόντων του, ενώ η προϋπόθεση της χρήσεως «σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη» υιοθετεί την προοπτική του δικαιούχου. Σε συνέχεια της παρατηρήσεως αυτής, η σημασία που αποδίδεται σε στοιχείο που ελήφθη υπόψη στο πλαίσιο των δύο αυτών εκτιμήσεων μπορεί επίσης να διαφέρει.

68.      Τέταρτον, το ίδιο ισχύει και όσον αφορά στοιχεία τα οποία, αφενός, συνιστούν μία από τις τρεις περιπτώσεις προσβολής του σήματος που χαίρει φήμης, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95, και, αφετέρου, λαμβάνονται υπόψη κατά την εκτίμηση της προϋποθέσεως περί χρήσεως «σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη», κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 1, in fine, της οδηγίας αυτής. Προς επίρρωση των ανωτέρω, όπως επισημαίνει η Inditex, το Δικαστήριο έκρινε, βεβαίως, με την απόφαση Gillette Company και Gillette Group Finland (31) ότι η χρήση ενός σημείου δεν είναι σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη, ιδίως όταν θίγει την αξία του σήματος αντλώντας αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του. Εντούτοις, σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας, για να διαπιστωθεί προσβολή σήματος που χαίρει φήμης, αρκεί ο τρίτος να αντλεί αθέμιτο όφελος από τη φήμη του σήματος, χωρίς η συμπεριφορά του να θίγει την αξία του εν λόγω σήματος.

69.      Εξάλλου, τα διδάγματα που μπορούν να αντληθούν από τη νομολογία του Δικαστηρίου αποτελούν, και αυτά, σοβαρή ένδειξη ότι ο προβλεπόμενος στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 περιορισμός μπορεί να εφαρμοστεί και στην περίπτωση που ο δικαιούχος μπορεί, a priori, να επικαλεστεί εθνική διάταξη η οποία θεσπίστηκε δυνάμει της δυνατότητας την οποία παρέχει το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής.

β)      Επί της σχετικής νομολογίας

70.      Στο πλαίσιο της υποθέσεως επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Adam Opel (32),το Δικαστήριο ερωτήθηκε σχετικά με το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 89/104. Πρώτον, μολονότι το Δικαστήριο αρχικώς έκρινε ότι, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων της υποθέσεως της κύριας δίκης, ήταν σκόπιμο να παράσχει στο αιτούν δικαστήριο και ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας, αποφάνθηκε εντούτοις ότι εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εκτιμήσει τα πραγματικά περιστατικά σχετικά με το αν η επίμαχη χρήση συνιστούσε χρήση από την οποία αντλείται, χωρίς νόμιμη αιτία, αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος ή αν η χρήση αυτή ήταν βλαπτική για τον εν λόγω διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη (33). Δεύτερον, το Δικαστήριο προχώρησε σε ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, κάνοντας επίσης αναφορά στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της ίδιας οδηγίας (34). Συναφώς, πρέπει να επισημάνω ότι τόσο ο περιορισμός του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, όσο και αυτός του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104 τελούν υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση του σήματος γίνεται σύμφωνα προς τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο.

71.      Ομοίως, με την απόφαση adidas και adidas Benelux (35), λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι δεν αμφισβητήθηκε ότι η υπόθεση αφορούσε σήμα που χαίρει φήμης, το Δικαστήριο προέβη, καταρχάς, σε ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 2, και, εν συνεχεία, χωρίς καμία επιφύλαξη, στην ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 89/104 (36).

72.      Στο πνεύμα αυτό, όσον αφορά τον περιορισμό των αποτελεσμάτων του σήματος που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/95, ο οποίος επίσης τελεί υπό την προϋπόθεση της χρήσεως σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη, το Δικαστήριο έκρινε, με την απόφαση Céline (37), ότι η τήρηση της προϋποθέσεως αυτής πρέπει να εκτιμάται λαμβανομένου υπόψη, μεταξύ άλλων, του γεγονότος ότι πρόκειται για σήμα το οποίο χαίρει, στο κράτος μέλος στο οποίο έχει καταχωριστεί και εντός του οποίου ζητείται η προστασία του, ορισμένης φήμης από την οποία ο τρίτος θα μπορούσε να αντλήσει όφελος για την εμπορία των προϊόντων ή των υπηρεσιών του. Βάσει της αποφάσεως αυτής, μπορεί να υποστηριχθεί ότι, μολονότι, προκειμένου να κριθεί αν τρίτος μπορεί να επικαλεστεί έναν από τους περιορισμούς των αποτελεσμάτων του σήματος που προβλέπονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη και η φήμη του οικείου σήματος, εντούτοις δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οποιαδήποτε προσβολή σήματος που χαίρει φήμης, κατά την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας, εξαιρείται από τους περιορισμούς αυτούς.

73.      Από τη νομολογία αυτή συνάγω ότι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, δεν υφίσταται κατ’ ανάγκην αντίφαση μεταξύ, αφενός, της υπάρξεως χρήσεως στην οποία μπορεί, a priori, να αντιταχθεί ο δικαιούχος σήματος που χαίρει φήμης βάσει εθνικής διατάξεως θεσπισθείσας δυνάμει της δυνατότητας που παρέχει το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/95 και, αφετέρου, της επικλήσεως από τρίτον του περιορισμού που προβλέπεται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας αυτής.

74.      Επομένως, πρέπει να αναζητηθεί η ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95.

2.      Επί του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95

75.      Για την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης επιβάλλεται η συνεκτίμηση όχι μόνον του γράμματός της, αλλά και των σκοπών που αυτή επιδιώκει, καθώς και του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται. Το ιστορικό της θεσπίσεως μιας διατάξεως του δικαίου της Ένωσης μπορεί επίσης να προσφέρει κρίσιμα στοιχεία για την ερμηνεία της (38).

76.      Συναφώς, πρώτον, η σύγκριση σε επίπεδο γραμματικής ερμηνείας του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 και του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436 υποδηλώνει ότι η μοναδική χρήση που περιόριζε τα αποτελέσματα του σήματος («να χρησιμοποιούν […] το σήμα, εάν είναι αναγκαίο, προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και ιδίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά») αποτελεί πλέον μία από τις περιπτώσεις νόμιμης χρήσεως στην οποία ο δικαιούχος του σήματος δεν μπορεί να αντιταχθεί. Πράγματι, το άρθρο 14 της οδηγίας 2015/2436 ορίζει, πρώτον, ότι καλύπτει πλέον τη χρήση του σήματος για τον προσδιορισμό ή την αναφορά προϊόντων ή υπηρεσιών όπως εκείνα του δικαιούχου του σήματος αυτού και, στη συνέχεια, επαναλαμβάνει το κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 6,παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 και προηγείται αυτού ο όρος «ιδίως».

77.      Δεύτερον, η εκτίμηση αυτή επιρρωννύεται από την ανάλυση των προπαρασκευαστικών εργασιών σχετικά με την οδηγία 2015/2436.

78.      Πράγματι, κατ’ αρχάς, προκύπτει από την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής ότι θεωρήθηκε «[…] σκόπιμο να προβλεφθεί […] ρητός περιορισμός που να καλύπτει τη χρήση εν γένει για σκοπούς αναφοράς […]» (39). Επομένως, η Επιτροπή δεν θεώρησε ότι το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436 περιορίζεται να διευκρινίσει ή να συγκεκριμενοποιήσει τα όρια του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104. Η φράση «σκόπιμο να προβλεφθεί» υποδηλώνει τη βούληση του θεσμικού αυτού οργάνου να προτείνει περιορισμό των αποτελεσμάτων του σήματος που να αφορά γενικώς την χρήση για σκοπούς αναφοράς. Επιπλέον, ήταν εξαρχής ο γενικός χαρακτήρας του περιορισμού αυτού που τον διέκρινε από τον περιορισμό που προβλέπουν οι οδηγίες 89/104 και 2008/95, δεδομένου ότι ο τελευταίος αυτός περιορισμός έχει ειδικό και, ως εκ τούτου, λιγότερο εκτεταμένο πεδίο εφαρμογής.

79.      Εν συνεχεία, στο ίδιο πνεύμα, η αρχική διατύπωση της αιτιολογικής σκέψεως 25 της προτάσεως οδηγίας, η οποία αναφερόταν στην χρήση για σκοπούς αναφοράς, ήταν σαφέστερη από εκείνη της αιτιολογικής σκέψεως 27 της οδηγίας 2015/2436 όσον αφορά την πρόθεση διευρύνσεως του πεδίου εφαρμογής του περιορισμού που προέβλεπε προηγουμένως το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 (40). Πράγματι, η αιτιολογική σκέψη 25 ανέφερε ότι «ο δικαιούχος δεν θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τη γενική (41), θεμιτή και έντιμη χρήση του σήματος για τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα/ες του δικαιούχου του» (42).

80.      Τέλος, η συζήτηση που διεξήχθη κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες δεν αναιρεί την εκτίμηση ότι ο νομοθέτης της Ένωσης επιδίωξε να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής του περιορισμού που προβλέπεται πλέον στο άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436.

81.      Πράγματι, ενώ η αρχική πρόταση της Επιτροπής ανέφερε, με διατύπωση σχεδόν πανομοιότυπη με εκείνη του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436, «τη χρήση του σήματος όταν είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, ιδίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά», το Κοινοβούλιο πρότεινε να εισαχθούν ορισμένα πρόσθετα παραδείγματα της νόμιμης χρήσεως (43), ήτοι, μεταξύ άλλων, η χρήση «που πραγματοποιείται προκειμένου να στραφεί η προσοχή των καταναλωτών στη μεταπώληση αυθεντικών προϊόντων που είχαν πωληθεί αρχικά από τον δικαιούχο του σήματος ή με τη συναίνεση αυτού» και η χρήση που «πραγματοποιείται για σκοπούς διακωμώδησης, καλλιτεχνικής έκφρασης, κριτικής ή σχολιασμού». Ωστόσο, το Συμβούλιο αντιτάχθηκε στην πρόταση αυτή (44).

82.      Εν τέλει, η Επιτροπή συντάχθηκε με τη θέση του Συμβουλίου (45), προτείνοντας παράλληλα να αποτυπωθεί, τουλάχιστον εν μέρει, η θέση του Κοινοβουλίου στην αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας 2015/2436, κατά την οποία «[η] χρήση σήματος από τρίτους, με σκοπό να επιστήσουν την προσοχή των καταναλωτών στη μεταπώληση αυθεντικών προϊόντων που είχαν πωληθεί αρχικά εντός της Ένωσης από τον δικαιούχο του σήματος ή με τη συγκατάθεσή του, θα πρέπει να θεωρείται θεμιτή, υπό την προϋπόθεση ότι είναι ταυτόχρονα σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Η χρήση του σήματος από τρίτους για σκοπούς καλλιτεχνικής έκφρασης θα πρέπει να θεωρείται θεμιτή, υπό την προϋπόθεση ότι είναι ταυτόχρονα σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Επιπλέον, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζεται κατά τρόπο που να εξασφαλίζει τον πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, και ιδίως της ελευθερίας της έκφρασης».

83.      Τρίτον, το περιορισμένο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 σε σχέση με εκείνο του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436 φαίνεται να επιβεβαιώνεται από την ανάλυση της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου.

84.      Συναφώς, παραπέμποντας στις αποφάσεις Gillette Company και Gillette Group Finland (46) και Portakabin (47), το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι το Δικαστήριο φαίνεται να περιέστειλε το πεδίο εφαρμογής του περιορισμού που προβλέπει το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104 ώστε να αφορά μόνον τη χρήση που είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός ενός προϊόντος.

85.      Πράγματι, το Δικαστήριο διευκρίνισε με τις αποφάσεις αυτές ότι οι καταστάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 πρέπει να περιορίζονται σε εκείνες που αντιστοιχούν στον σκοπό της διατάξεως αυτής. Κατά το Δικαστήριο, σκοπός της εν λόγω διατάξεως είναι να παράσχει στους προμηθευτές προϊόντων ή υπηρεσιών συμπληρωματικών προς τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που προσφέρει ο δικαιούχος του σήματος τη δυνατότητα να το χρησιμοποιούν προκειμένου να ενημερώνουν το κοινό σχετικά με τη χρηστική σχέση που υφίσταται μεταξύ των προϊόντων ή υπηρεσιών τους και εκείνων του δικαιούχου του σήματος (48).

86.      Επιπλέον, το Δικαστήριο αναφέρθηκε εν συντομία, με την απόφαση Adam Opel (49), στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104, κρίνοντας ότι η επίθεση σήματος που αποτελείται από το λογότυπο του κατασκευαστή σε μινιατούρες αυτοκινήτων δεν αποσκοπούσε στο να υποδηλώσει τον προορισμό των εν λόγω παιχνιδιών. Εξ αυτού μπορεί να συναχθεί, a contrario, ότι η επίθεση σήματος επί προϊόντος τρίτου για να δηλωθεί ο προορισμός του προϊόντος μπορεί να εμπίπτει στον περιορισμό που προβλέπει η διάταξη αυτή.

87.      Στο πνεύμα αυτό, το Δικαστήριο φαίνεται να κρίνει, με την απόφαση BMW (50)ότι μόνον η χρήση για να δηλωθεί ο προορισμός ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας τρίτου συνιστά νόμιμη χρήση κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφο 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95. Το Δικαστήριο έκρινε με την απόφαση αυτή ότι «η χρήση του σήματος με σκοπό να καταστεί γνωστό στο κοινό ότι ο διαφημιζόμενος επισκευάζει και συντηρεί τα προϊόντα που φέρουν το σήμα αυτό αποτελεί χρήση δηλώνουσα τον προορισμό μιας υπηρεσίας, υπό την έννοια[της εν λόγω διατάξεως]. Πράγματι, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση της χρήσεως ενός σήματος με σκοπό τον προσδιορισμό των αυτοκινήτων στα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα ανταλλακτικό που δεν κατασκευάζεται από τον κατασκευαστή τους, η επίμαχη χρήση γίνεται με σκοπό τον προσδιορισμό των προϊόντων που αποτελούν το αντικείμενο της παρεχομένης υπηρεσίας» (51).

88.      Τέταρτον, η ερμηνεία ότι το άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 89/104 είχε σχετικά περιορισμένο περιεχόμενο σε σχέση με το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436 υποστηρίζεται ευρέως στη βιβλιογραφία.

89.      Πράγματι, η εισαγωγή γενικού περιορισμού για σκοπούς αναφοράς διά τροποποιήσεως του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 και του άρθρου 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009 είχε προταθεί από τη θεωρία πριν από την έκδοση της οδηγίας 2015/2436 και του κανονισμού 2015/2424 (52). Όπως επισήμανα στα σημεία 78 και 79 των παρουσών προτάσεων, ο νομοθέτης της Ένωσης είχε την πρόθεση να ακολουθήσει την προσέγγιση που προτείνει το μέρος αυτός της θεωρίας. Επιπλέον, όσον αφορά τις διατυπώσεις του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436 και του άρθρου 12, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 2015/2424, οι υπέρμαχοι αυτής της άποψης υποστηρίζουν ότι το περιεχόμενό τους είναι ευρύτερο από εκείνο των ανάλογων διατάξεων της οδηγίας 2008/95 και του κανονισμού 207/2009 (53).

90.      Λαμβανομένων υπόψη των ως άνω εκτιμήσεων σχετικά με τη γραμματική ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 και το ιστορικό θεσπίσεως της διατάξεως αυτής, καθώς και των νομολογιακών και θεωρητικών εκτιμήσεων, προτείνω να δοθεί στο προδικαστικό ερώτημα η απάντηση ότι η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι η χρήση, στις συναλλαγές, του σήματος «για τον προσδιορισμό ή την αναφορά προϊόντων ή υπηρεσιών ως προϊόντων ή υπηρεσιών του δικαιούχου του σήματος αυτού», η οποία πλέον μνημονεύεται στο άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436, δεν εμπίπτει στην πρώτη αυτή διάταξη, εκτός αν πρόκειται για χρήση αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας του εν λόγω τρίτου (54).

VI.    Πρόταση

91.      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο προδικαστικό ερώτημα που υπέβαλε το Tribunal Supremo (Ανώτατο Δικαστήριο, Ισπανία) ως εξής:

Το άρθρο 6 παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2008/95 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων

έχει την έννοια ότι:

η χρήση, στις συναλλαγές, του σήματος «για τον προσδιορισμό ή την αναφορά προϊόντων ή υπηρεσιών ως προϊόντων ή υπηρεσιών του δικαιούχου του σήματος αυτού», η οποία πλέον μνημονεύεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων, δεν εμπίπτει στην πρώτη αυτή διάταξη, εκτός αν πρόκειται για χρήση αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας του εν λόγω τρίτου.


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.


2      Πρώτη οδηγία του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 1989, L 40, σ. 1).


3      Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 2008, L 299, σ. 25).


4      Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 2015, L 336, σ. 1).


5      Κανονισμός του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1).


6      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1).


7      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την τροποποίηση του κανονισμού 207/2009 (ΕΕ 2015, L 341, σ. 21).


8      Βλ., όσον αφορά τόσο το σύστημα των εθνικών σημάτων όσο και αυτό των σημάτων της Ένωσης, διάταξη της 6ης Οκτωβρίου 2015, Ford Motor Company (C-500/14, EU:C:2015:680, σκέψη 43 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).


9      Βλ. σημείο 26 των παρουσών προτάσεων.


10      Βλ. απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2011, Danske Svineproducenter (C-316/10, EU:C:2011:863, σκέψη 32). Πρβλ., επίσης, απόφαση της 4ης Απριλίου 2000, Darbo (C-465/98, EU:C:2000:184, σκέψη 19).


11      Βλ. σημεία 49 έως 53 των παρουσών προτάσεων.


12      Πρβλ. απόφαση της 10ης Απριλίου 2008, adidas και adidas Benelux (C-102/07, EU:C:2008:217, σκέψεις 46 και 47).


13      Πρβλ. απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007, Adam Opel (C-48/05, EU:C:2007:55, σκέψη 44).


14      Βλ. σημείο 23 των παρουσών προτάσεων.


15      Βλ. σημεία 49 έως 53 των παρουσών προτάσεων.


16      Βλ., επί του ζητήματος αυτού, απόφαση της 12ης Ιανουαρίου 2023, RegioJet (C-57/21, EU:C:2023:6, σκέψεις 95 έως 97).


17      Βλ., επί του ζητήματος αυτού, απόφαση της 6ης Νοεμβρίου 2008, Trespa International (C‑248/07, EU:C:2008:607, σκέψεις 31 έως 37).


18      Βλ. προσφάτως, απόφαση της 29ης Ιουνίου 2023, International Protection Appeals Tribunal κ.λπ. (Επίθεση στο Πακιστάν) (C-756/21, EU:C:2023:523, σκέψη 36).


19      Βλ. σημεία 41 και 42 των παρουσών προτάσεων, στο μέτρο που αφορούν το επιχείρημα ότι το προδικαστικό ερώτημα στηρίζεται σε παραδοχή επί της οποίας το αιτούν δικαστήριο πρέπει ακόμη να αποφανθεί και, επομένως, το ερώτημα αυτό πρέπει να θεωρηθεί πρόωρο και υποθετικό.


20      Πρβλ. απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 1999, BMW (C-63/97, EU:C:1999:82, σκέψη 45).


21      Απόφαση της 17ης Μαρτίου 2005 (C-228/03, EU:C:2005:177).


22      Πρβλ. απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2014, Leidseplein Beheer και de Vries (C-65/12, EU:C:2014:49, σκέψεις 32 και 33).


23      Βλ. απόφαση της 11ης Απριλίου 2019, ÖKO-Test Verlag (C-690/17, EU:C:2019:317, σκέψη 45 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).


24      Πρβλ. απόφαση της 22ας Σεπτεμβρίου 2011, Interflora και Interflora British Unit (C-323/09, EU:C:2011:604, σκέψη 72).


25      Απόφαση της 18ης Ιουλίου 2013, Specsavers International Healthcare κ.λπ. (C-252/12, EU:C:2013:497, σκέψη 39).


26      Πρβλ. απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2014, Leidseplein Beheer και de Vries (C-65/12, EU:C:2014:49, σκέψη 46).


27      Βλ. άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, και άρθρο 12, στοιχείο γʹ, του κανονισμού 207/2009.


28      Πρβλ. απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 1999, BMW (C-63/97, EU:C:1999:82, σκέψη 61).


29      Πρβλ. απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2014, Leidseplein Beheer και de Vries (C-65/12, EU:C:2014:49, σκέψη 46).


30      Πρβλ. απόφαση της 6ης Φεβρουαρίου 2014, Leidseplein Beheer και de Vries (C-65/12, EU:C:2014:49, σκέψεις 44 και 45).


31      Απόφαση της 17ης Μαρτίου 2005 (C-228/03,EU:C:2005:177)


32      Απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007 (C-48/05, EU:C:2007:55, σκέψη 32).


33      Απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007, Adam Opel (C-48/05, EU:C:2007:55, σκέψη 36).


34      Απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007, Adam Opel (C-48/05, EU:C:2007:55, σκέψεις 38 και 45).


35      Απόφαση της 10ης Απριλίου 2008 (C-102/07,EU:C:2008:217, σκέψη 37).


36      Απόφαση της 10ης Απριλίου 2008, adidas και adidas Benelux (C-102/07, EU:C:2008:217, σκέψη 37).


37      Απόφαση της 11ης Σεπτεμβρίου 2007 (C-17/06, EU:C:2007:497, σκέψη 34).


38      Βλ., προσφάτως, απόφαση της 8ης Ιουνίου 2023, VB (Ενημέρωση του ερήμην καταδικασθέντος) (C-430/22 και C-468/22, EU:C:2023:458, σκέψη 24).


39      Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων [COM(2013) 162 τελικό] (η υπογράμμιση δική μου).


40      Η αιτιολογική σκέψη 27 της οδηγίας 2015/2436, η οποία διευκρινίζει το κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, αυτής, διαλαμβάνει ότι «[τ]α αποκλειστικά δικαιώματα που παρέχει το [ενωσιακό] σήμα δεν θα πρέπει να επιτρέπουν στον δικαιούχο του να απαγορεύει τη χρήση σημείων ή ενδείξεων από τρίτους, όταν η χρήση αυτή είναι θεμιτή και, ως εκ τούτου, σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. […] [Ο] δικαιούχος δεν θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να εμποδίζει τη θεμιτή και καλόπιστη χρήση του σήματος για τον προσδιορισμό ή την αναφορά προϊόντων ή υπηρεσιών ως δικών του». Η υπογράμμιση δική μου.


41      Ή, κατά την αγγλική εκδοχή, «general […] use».


42      Η υπογράμμιση δική μου.


43      P7_TA (2014) 0119 Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων [COM(2013)0162 – C7-0088/2013 – 2013/0089(COD)], διαθέσιμο στην ακόλουθη διεύθυνση: https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=celex%3A52014AP0119.


44      P7_TA (2014) 0119 Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014, όπ.π.


45      Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 294 παράγραφος 6 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη θέση του Συμβουλίου για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων [COM(2015) 588 final].


46      Απόφαση της 17ης Μαρτίου 2005 (C-228/03,EU:C:2005:177).


47      Απόφαση της 8ης Ιουλίου 2010 (C-558/08,EU:C:2010:416).


48      Βλ. αποφάσεις της 17ης Μαρτίου 2005, Gillette Company και Gillette Group Finland (C‑228/03, EU:C:2005:177, σκέψεις 33 και 34), και της 8ης Ιουλίου 2010, Portakabin (C‑558/08, EU:C:2010:416, σκέψη 64).


49      Απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2007 (C-48/05, EU:C:2007:55,σκέψη 39).


50      Απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 1999 (C-63/97, EU:C:1999:82).


51      Bλ. απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 1999, BMW (C-63/97, EU:C:1999:82, σκέψη 59).


52      Βλ., μεταξύ άλλων, Knaak, R., Kur, A., von Mühlendahl, A., «The Study on the Functioning of the European Trade Mark System», Max Planck Institute for Intellectual Property and Competition Law Research Paper, αριθ. 12-13, 2012, σ. 15: «Η μελέτη προτείνει έναν γενικό περιορισμό της χρήσης των σημάτων ως ένδειξη ή αναφορά στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες του δικαιούχου του σήματος» (ελεύθερη μετάφραση).


53      Βλ. Kur, A., Senftleben, M., European Trade Mark Law, Oxford University Press, Oxford, 2017, σ. 421, σημεία 6.39 έως 6.41, και σ. 429, σημείο 6.62.


54      Πρέπει να διευκρινίσω ότι η προτεινόμενη απάντησή μου δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η συμπεριφορά της Buongiorno θα ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2015/2436 αν η οδηγία αυτή είχε εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης. Η εκτίμηση αυτή εξαρτάται από διαπίστωση πραγματικών περιστατικών. Επιπλέον, ερμηνευόμενη υπό την έννοια αυτή, η προτεινόμενη απάντησή μου δεν θα ήταν χρήσιμη για το αιτούν δικαστήριο, καθόσον η εν λόγω οδηγία δεν έχει εφαρμογή ratione temporis στη διαφορά της κύριας δίκης.