Language of document : ECLI:EU:C:2024:8

Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 11ης Ιανουαρίου 2024 (*)

«Προδικαστική παραπομπή – Διανοητική και βιομηχανική ιδιοκτησία – Φάρμακο που προορίζεται για ανθρώπινη χρήση – Συμπληρωματικό πιστοποιητικό προστασίας (ΣΠΠ) – Οδηγία 2004/48/ΕΚ – Άρθρο 9, παράγραφος 7 – Διάθεση στην αγορά προϊόντων τα οποία προσβάλλουν τα δικαιώματα που παρέχονται με ΣΠΠ – Προσωρινά μέτρα διαταχθέντα βάσει ΣΠΠ – Εκ των υστέρων ακύρωση του ΣΠΠ και ανάκληση των μέτρων – Συνέπειες – Δικαίωμα σε προσήκουσα αποζημίωση προς αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από τα προσωρινά μέτρα – Ευθύνη του αιτούντος τα εν λόγω μέτρα για τη ζημία που αυτά προκάλεσαν – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα αντικειμενική ευθύνη»

Στην υπόθεση C‑473/22,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων, Φινλανδία) με απόφαση της 14ης Ιουλίου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 14 Ιουλίου 2022, στο πλαίσιο της δίκης

Mylan AB

κατά

Gilead Sciences Finland Oy,

Gilead Biopharmaceutics Ireland UC,

Gilead Sciences Inc.,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τους K. Jürimäe (εισηγήτρια), πρόεδρο τμήματος, N. Piçarra, M. Safjan, N. Jääskinen και M. Gavalec, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Szpunar

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Mylan AB, εκπροσωπούμενη από την A. Jäälinoja και τον B. Rapinoja, asianajajat,

–        οι Gilead Sciences Finland Oy, Gilead Biopharmaceutics Ireland UC και Gilead Sciences Inc., εκπροσωπούμενες από τους R. Hilli και M. Segercrantz, asianajajat,

–        η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. Pere,

–        η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την M. K. Bulterman και τον J. M. Hoogveld,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον S. L. Kalėda, τον P.‑J. Loewenthal, τον J. Ringborg, την J. Samnadda και την I. Söderlund,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 21ης Σεπτεμβρίου 2023,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ 2004, L 157, σ. 45, και διορθωτικό ΕΕ 2004, L 195, σ. 16).

2        Η ως άνω αίτηση υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, της Mylan AB και, αφετέρου των Gilead Sciences Finland Oy, Gilead Biopharmaceutics Ireland UC και Gilead Sciences Inc. (στο εξής, από κοινού: Gilead κ.λπ.) σχετικά με την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη η Mylan συνεπεία προσωρινού μέτρου το οποίο ελήφθη εις βάρος της κατόπιν αιτήσεως των Gilead κ.λπ. και το οποίο ανακλήθηκε εκ των υστέρων.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το διεθνές δίκαιο

3        Το πρώτο εδάφιο του προοιμίου της Συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (στο εξής: Συμφωνία TRIPS), η οποία αποτελεί το παράρτημα 1Γ της Συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) που υπογράφηκε στο Μαρακές στις 15 Απριλίου 1994 και εγκρίθηκε με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994), καθ’ όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (ΕΕ 1994, L 336, σ. 1), έχει ως εξής:

«[Τα μέλη επιθυμούν] να περιορίσουν τα φαινόμενα που συνεπάγονται στρεβλώσεις και εμπόδια για το διεθνές εμπόριο και λαμβάνο[υν] υπόψη την ανάγκη να προωθηθεί η αποτελεσματική και επαρκής προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, καθώς επίσης να διασφαλισθεί ότι τα μέτρα και οι διαδικασίες για την επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας δεν καταλήγουν να αποτελούν από μόνα τους φραγμούς για το νόμιμο εμπόριο.»

4        Το άρθρο 1 της Συμφωνίας TRIPS, το οποίο φέρει τον τίτλο «Φύση και έκταση των υποχρεώσεων», ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Τα μέλη θέτουν σε ισχύ τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα μέλη δικαιούνται, χωρίς να είναι υποχρεωμένα, να παρέχουν, στην εσωτερική τους έννομη τάξη, μεγαλύτερο βαθμό προστασίας προστασία από αυτήν που επιβάλλεται βάσει της παρούσας συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι η μεγαλύτερη αυτή προστασία δεν αντιβαίνει στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα μέλη είναι ελεύθερα να επιλέγουν τη μέθοδο που κρίνουν κατάλληλη για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας στο πλαίσιο της εσωτερικής τους έννομης τάξης και πρακτικής.»

5        Το άρθρο 50 της εν λόγω συμφωνίας αυτής, το οποίο φέρει τον τίτλο «Προσωρινά μέτρα», προβλέπει στην παράγραφο 7 τα ακόλουθα:

«Όταν τα προσωρινά μέτρα ανακαλούνται ή όταν η ισχύς τους παύει εξαιτίας κάποιας πράξης ή παράλειψης του ενάγοντος ή όταν διαπιστώνεται εκ των υστέρων ότι δεν έχει υπάρξει παραβίαση ή κίνδυνος παραβίασης ενός δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάξουν τον ενάγοντα, μετά από αίτηση του εναγομένου, να καταβάλει στον εναγόμενο εύλογη αποζημίωση για τη ζημία που έχει ενδεχομένως υποστεί εξαιτίας των εν λόγω μέτρων.»

  Το δίκαιο της Ένωσης

6        Οι αιτιολογικές σκέψεις 4, 5, 7, 8, 10 και 22 της οδηγίας 2004/48 έχουν ως εξής:

«(4)      Σε διεθνές επίπεδο, όλα τα κράτη μέλη, καθώς και η ίδια η [Ευρωπαϊκή] Κοινότητα για τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, δεσμεύονται από τη [Συμφωνία TRIPS].

(5)      Η συμφωνία TRIPS περιέχει, ειδικότερα, διατάξεις σχετικές με τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, οι οποίες αποτελούν κοινούς κανόνες που ισχύουν σε διεθνές επίπεδο και εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών μελών, περιλαμβανομένων των προβλεπομένων στη συμφωνία TRIPS.

[…]

(7)      Από τις διαβουλεύσεις που πραγματοποίησε η [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή για το θέμα αυτό προκύπτει ότι, παρά τις διατάξεις της συμφωνίας TRIPS, στα κράτη μέλη εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Για παράδειγμα, οι ρυθμίσεις περί εφαρμογής προσωρινών μέτρων που χρησιμοποιούνται ειδικότερα για τη διασφάλιση των αποδεικτικών στοιχείων, ο υπολογισμός της αποζημίωσης ή οι ρυθμίσεις περί εφαρμογής προσωρινών διαταγών ποικίλλουν σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. […]

(8)      Οι διαφορές μεταξύ των συστημάτων που ισχύουν στα κράτη μέλη όσον αφορά τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας υπονομεύουν την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και δεν επιτρέπουν τη διασφάλιση ισοδύναμου επιπέδου προστασίας εντός της Κοινότητας. […]

[…]

(10)      Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι η προσέγγιση των νομοθετικών συστημάτων [των κρατών μελών] προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλό, ισοδύναμο και ομοιογενές επίπεδο προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας στην εσωτερική αγορά.

[…]

(22)      Είναι επίσης απαραίτητο να προβλεφθούν προσωρινά μέτρα για την άμεση παύση της προσβολής πριν από την έκδοση αποφάσεως επί της ουσίας, χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα της υπεράσπισης, διασφαλίζοντας τον αναλογικό χαρακτήρα των προσωρινών μέτρων εν σχέσει με τις ιδιαιτερότητες της εκάστοτε περίπτωσης και αφού παρασχεθούν οι αναγκαίες εγγυήσεις για την κάλυψη των εξόδων και της ζημίας του εναγομένου από αδικαιολόγητη αίτηση. Τα μέτρα αυτά δικαιολογούνται ιδίως όταν οποιαδήποτε καθυστέρηση θα ήταν δυνατόν να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον δικαιούχο δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας.»

7        Κατά το άρθρο 1 της οδηγίας:

«Η παρούσα οδηγία αφορά τα μέτρα, τις διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο όρος “δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας” εμπεριέχει τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας.»

8        Το άρθρο 2 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Πεδίο εφαρμογής», ορίζει στην παράγραφο 3 τα εξής:

«Η παρούσα οδηγία δεν θίγει:

[…]

β)      τις υποχρεώσεις που υπέχουν τα κράτη μέλη από διεθνείς συμβάσεις, και ιδίως από τη συμφωνία TRIPS, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων που αφορούν ποινικές διαδικασίες και ποινές·

[…]».

9        Το κεφάλαιο II της οδηγίας 2004/48, το οποίο φέρει τον τίτλο «Μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης», περιλαμβάνει τα άρθρα 3 έως 15 της οδηγίας. Το άρθρο 3 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Γενική υποχρέωση», προβλέπει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη προβλέπουν τα μέτρα, τις διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που απαιτούνται για τη διασφάλιση της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που ρυθμίζονται με την παρούσα οδηγία. Τα εν λόγω μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης πρέπει να είναι θεμιτά και δίκαια, να μην είναι περίπλοκα και δαπανηρά άνευ λόγου και να μην προβλέπουν παράλογες προθεσμίες ούτε να συνεπάγονται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις.

2.      Τα εν λόγω μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης πρέπει επίσης να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά και να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η δημιουργία εμποδίων στο νόμιμο εμπόριο και να προβλέπονται εγγυήσεις κατά της κατάχρησής τους.»

10      Το άρθρο 7 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Μέτρα προστασίας των αποδεικτικών στοιχείων», έχει ως ακολούθως:

«1.      Ακόμη και πριν από την εξέταση της αγωγής επί της ουσίας, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται, κατόπιν αιτήσεως του μέρους που προσκόμισε ευλόγως διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία προς τεκμηρίωση των ισχυρισμών του περί προσβολής ή επικείμενης προσβολής του δικαιώματός του διανοητικής ιδιοκτησίας, να διατάσσουν την άμεση και αποτελεσματική λήψη προσωρινών μέτρων για την προστασία των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων που αφορούν την εικαζόμενη προσβολή, με την επιφύλαξη ότι διασφαλίζεται η προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών. Τα εν λόγω μέτρα μπορούν να περιλαμβάνουν τη λεπτομερή περιγραφή, με ή χωρίς λήψη δειγμάτων, ή την πραγματική κατάσχεση των παράνομων εμπορευμάτων και, εφόσον ενδείκνυται, των υλικών και εργαλείων που χρησιμοποιήθηκαν για την παραγωγή ή/και τη διανομή των εμπορευμάτων αυτών καθώς και των σχετικών εγγράφων. Τα μέτρα αυτά λαμβάνονται, εφόσον απαιτείται, και χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά, ιδίως όταν κάθε καθυστέρηση ενδέχεται να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον δικαιούχο ή όταν υπάρχει αποδεδειγμένος κίνδυνος καταστροφής των αποδεικτικών στοιχείων.

[…]

4.      Εάν τα μέτρα προστασίας των αποδεικτικών στοιχείων ανακληθούν ή παύσουν να ισχύουν εξαιτίας οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης του αιτούντος ή αν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάξουν τον αιτούντα, αιτήσει του καθού, να καταβάλει στον καθού τη δέουσα αποζημίωση για κάθε ζημία που υπέστη εξαιτίας των εν λόγω μέτρων.

[…]»

11      Το άρθρο 9 της οδηγίας, το οποίο φέρει τον τίτλο «Προσωρινά και συντηρητικά μέτρα», ορίζει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται, κατόπιν αιτήσεως του ενάγοντος:

α)      να εκδίδουν κατά του φερόμενου ως παραβάτη προσωρινή διαταγή, με σκοπό να προλάβουν κάθε επικείμενη προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας ή να απαγορεύσουν, προσωρινώς και, εφόσον απαιτείται, υπό την προϋπόθεση επαναληπτικής καταβολής προστίμου, εφόσον προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, τη συνέχιση των προσβολών του εν λόγω δικαιώματος ή να εξαρτήσουν τη συνέχιση της εν λόγω προσβολής από την παροχή εγγύησης με σκοπό να διασφαλισθεί η αποζημίωση του δικαιούχου· μπορεί επίσης να εκδίδεται προσωρινή διαταγή υπό τους ιδίους όρους κατά ενδιαμέσου, οι υπηρεσίες του οποίου χρησιμοποιούνται από τρίτον για την προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας· οι προσωρινές διαταγές κατά ενδιαμέσων, οι υπηρεσίες των οποίων χρησιμοποιούνται από τρίτον για την προσβολή του δικαιώματος του δημιουργού ή συγγενικού δικαιώματος, διέπονται από την οδηγία 2001/29/ΕΚ [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ 2001, L 167, σ. 10)]·

β)      να διατάσσουν την κατάσχεση ή την απόδοση των εμπορευμάτων για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι προσβάλλουν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας, προκειμένου να εμποδίσουν την είσοδο ή την κυκλοφορία τους στους εμπορικούς διαύλους.

2.      Στις περιπτώσεις προσβολών που διαπράττονται σε εμπορική κλίμακα, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται να διατάσσουν, εφόσον ο ζημιωθείς διάδικος αποδεικνύει την ύπαρξη περιστάσεων που είναι δυνατόν να θέσουν σε κίνδυνο την καταβολή της αποζημίωσης, τη συντηρητική κατάσχεση των κινητών και ακινήτων αγαθών του φερόμενου ως παραβάτη, περιλαμβανομένης της δέσμευσης των τραπεζικών του λογαριασμών και των λοιπών περιουσιακών του στοιχείων. Προς τούτο, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να ζητούν την κοινοποίηση τραπεζικών, χρηματοοικονομικών ή εμπορικών εγγράφων ή την προσήκουσα πρόσβαση στις σχετικές πληροφορίες.

3.      Οι δικαστικές αρχές έχουν, ως προς τα μέτρα που μνημονεύονται στις παραγράφους 1 και 2, την εξουσία να απαιτούν από τον αιτούντα να προσκομίσει κάθε ευλόγως διαθέσιμο αποδεικτικό στοιχείο για να σχηματίσουν με επαρκή βεβαιότητα την πεποίθηση ότι είναι ο δικαιούχος του δικαιώματος και ότι το δικαίωμά του προσβάλλεται ή ότι επίκειται προσβολή.

4.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η απόφαση περί των προσωρινών μέτρων των παραγράφων 1 και 2 να μπορεί να λαμβάνεται, εφόσον ενδείκνυται, χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά, ιδίως όταν τυχόν καθυστέρηση θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον δικαιούχο του δικαιώματος. Στην περίπτωση αυτή, οι διάδικοι ενημερώνονται αμελλητί το αργότερο κατόπιν της εκτελέσεως των μέτρων.

Η επανεξέταση των μέτρων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ακροάσεως, λαμβάνει χώρα κατόπιν αιτήσεως του καθού, προκειμένου να αποφασιστεί, εντός ευλόγου προθεσμίας από την κοινοποίηση των μέτρων, αν τα μέτρα τροποποιούνται, ανακαλούνται ή επιβεβαιώνονται.

5.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα προσωρινά μέτρα των παραγράφων 1 και 2 να ανακαλούνται, ή να παύει άλλως το αποτέλεσμά τους, κατόπιν αιτήσεως του καθού, αν ο αιτών δεν ασκήσει την επί της ουσίας αγωγή ενώπιον της αρμόδιας δικαστικής αρχής εντός ευλόγου προθεσμίας η οποία ορίζεται από τη δικαστική αρχή που διατάσσει τα μέτρα, όταν η νομοθεσία του κράτους μέλους το επιτρέπει, ή, εάν δεν ορισθεί προθεσμία, εντός χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τις 20 εργάσιμες ημέρες ή τις 31 ημερολογιακές ημέρες, αναλόγως του ποιο διάστημα είναι μεγαλύτερο.

6.      Οι αρμόδιες δικαστικές αρχές δύνανται να εξαρτούν τα προσωρινά μέτρα των παραγράφων 1 και 2 από τη σύσταση κατάλληλης ασφάλειας ή ισοδύναμης εγγύησης από τον αιτούντα, προκειμένου να διασφαλισθεί η ενδεχόμενη αποκατάσταση της ζημίας που θα υποστεί ο καθού, όπως αυτή ορίζεται στην παράγραφο 7.

7.      Εάν τα προσωρινά μέτρα καταργηθούν ή παύσουν να ισχύουν εξαιτίας οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης του αιτούντος ή αν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές διαθέτουν την εξουσία να διατάξουν τον αιτούντα, αιτήσει του καθού, να καταβάλει στον καθού προσήκουσα αποζημίωση για κάθε ζημία που υπέστη εξαιτίας των εν λόγω μέτρων.»

 Το φινλανδικό δίκαιο

12      Το κεφάλαιο 7 του oikeudenkäymiskaari (κώδικα πολιτικής δικονομίας) περιλαμβάνει άρθρο 11 από το οποίο προκύπτει ότι, σε περίπτωση κατά την οποία προσωρινό μέτρο ελήφθη άνευ λόγου κατόπιν αιτήσεως διαδίκου, ο συγκεκριμένος διάδικος υποχρεούται να αποζημιώσει τον αντίδικο για τη ζημία που προκάλεσαν το εν λόγο μέτρο και η εφαρμογή του, περιλαμβανομένων των εξόδων στα οποία υποβλήθηκε ο δεύτερος.

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

13      Στις 3 Δεκεμβρίου 2009 το Patentti- ja rekisterihallitus (Εθνικό Γραφείο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, Σημάτων και Καταχωρίσεων, Φινλανδία) χορήγησε στις Gilead κ.λπ., βάσει του επικυρωμένου στη Δημοκρατία της Φινλανδίας ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας αριθ. EP 0 915 894, το συμπληρωματικό πιστοποιητικό προστασίας αριθ. 266 «Ténofovir disoproxil (TD) και τα άλατα, υγρά, ταυτομερή και διαλύματα αυτού σε συνδυασμό με εμτρικιταβίνη» (στο εξής: επίμαχο ΣΠΠ), το οποίο αφορά αντιρετροϊκό φάρμακο που ενδείκνυται για τη θεραπεία ατόμων τα οποία έχουν προσβληθεί από τον ιό της ανοσολογικής ανεπάρκειας του ανθρώπου (HIV).

14      Την άνοιξη του 2017 η Mylan υπέβαλε προσφορές για τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων στο πλαίσιο διαγωνισμών που διοργανώθηκαν από δύο φινλανδικές υγειονομικές περιφέρειες με σκοπό την προμήθεια του γενόσημου φαρμάκου της «EMTRICITABINE/TENOFOVIR DISOPROXIL MYLAN 200 mg/245 mg, δισκίο επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο» (στο εξής: επίμαχο γενόσημο φάρμακο). Η Mylan AB επικράτησε σε αμφότερους τους διαγωνισμούς.

15      Η ισχύς του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας EP 0 915 894 έληξε στις 25 Ιουλίου 2017.

16      Στις 15 Σεπτεμβρίου 2017 οι Gilead κ.λπ. άσκησαν ενώπιον του markkinaoikeus (δικαστηρίου οικονομικών υποθέσεων, Φινλανδία) αγωγή λόγω προσβολής του επίμαχου ΣΠΠ κατά της Mylan. Οι Gilead κ.λπ. υπέβαλαν επίσης αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων κατά της Mylan. Η Mylan αντέκρουσε την αγωγή λόγω προσβολής δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και την αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων. Στις 30 Νοεμβρίου 2017 άσκησε επίσης, ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου, αγωγή με αίτημα τη διαπίστωση της ακυρότητας του επίμαχου ΣΠΠ.

17      Με απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2017, το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων) δέχθηκε την αίτηση λήψεως προσωρινών μέτρων που είχαν υποβάλει οι Gilead κ.λπ. βάσει του επίμαχου ΣΠΠ και απαγόρευσε στη Mylan, επ’ απειλή χρηματικής ποινής ύψους 500 000 ευρώ, να προσφέρει, να διαθέτει στην αγορά και να χρησιμοποιεί το επίμαχο γενόσημο φάρμακο κατά τη διάρκεια ισχύος του επίμαχου ΣΠΠ, καθώς και να εισάγει, να παρασκευάζει και να κατέχει το επίμαχο γενόσημο φάρμακο για τους σκοπούς αυτούς. Επιπλέον, διέταξε να παραμείνουν τα εν λόγω μέτρα σε ισχύ μέχρις ότου αποφανθεί επί της ουσίας της υποθέσεως ή μέχρι νεωτέρας.

18      Τα ως άνω προσωρινά μέτρα ανακλήθηκαν εν συνεχεία, κατόπιν αιτήματος της Mylan, με απόφαση του Korkein oikeus (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Φινλανδία) της 11ης Απριλίου 2019.

19      Με απόφαση της 25ης Σεπτεμβρίου 2019, το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων) ακύρωσε το επίμαχο ΣΠΠ. Κατά της εν λόγω αποφάσεως ασκήθηκε αναίρεση ενώπιον του Korkein oikeus (Ανωτάτου Δικαστηρίου), το οποίο, με απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2020, απέρριψε την αίτηση των Gilead κ.λπ. για την έγκριση της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως, με αποτέλεσμα η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση να αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου.

20      Κατόπιν τούτου, βάσει του άρθρου 11 του κεφαλαίου 7 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, με το οποίο μεταφέρεται στη φινλανδική έννομη τάξη το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, η Mylan ζήτησε από το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων), ήτοι το αιτούν δικαστήριο στην υπό κρίση υπόθεση, να υποχρεώσει τις Gilead κ.λπ. να της καταβάλουν αποζημίωση ύψους 2 367 854,99 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας, προς αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη εξαιτίας των άνευ λόγου ληφθέντων προσωρινών μέτρων βάσει του επίμαχου ΣΠΠ το οποίο ακυρώθηκε εκ των υστέρων.

21      Κατά τη Mylan, από την ερμηνεία του ως άνω άρθρου 9, παράγραφος 7, την οποία έδωσε το Δικαστήριο με την απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2019, Bayer Pharma (C‑688/17, στο εξής: απόφαση Bayer Pharma, EU:C:2019:722), δεν μπορεί να συναχθεί ότι η συγκεκριμένη οδηγία αντιτίθεται στην εφαρμογή της αρχής της αντικειμενικής ευθύνης, την οποία προβλέπει το φινλανδικό δίκαιο. Αντιθέτως, οι Gilead κ.λπ. υποστηρίζουν ότι με την απόφαση Bayer Pharma διατυπώθηκε ερμηνεία της εν λόγω διατάξεως η οποία αντιτίθεται στη δυνατότητα στοιχειοθετήσεως υποχρεώσεως αποζημιώσεως απλώς και μόνον επειδή ακυρώθηκε εκ των υστέρων το επίμαχο ΣΠΠ, του οποίου η προσβολή δικαιολόγησε την έκδοση της διατάξεως λήψεως προσωρινών μέτρων.

22      Το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι, κατά τη φινλανδική νομολογία και νομική θεωρία, το άρθρο 11 του κεφαλαίου 7 του κώδικα πολιτικής δικονομίας προβλέπει ευθύνη άνευ υπαιτιότητας, ήτοι αντικειμενική ευθύνη. Ως εκ τούτου, κάθε πρόσωπο υπέρ του οποίου διατάσσεται προσωρινό μέτρο υποχρεούται σε καταβολή αποζημιώσεως αν ο τίτλος διανοητικής ιδιοκτησίας βάσει του οποίου χορηγήθηκε το εν λόγω προσωρινό μέτρο ακυρώνεται εκ των υστέρων.

23      Τούτου δοθέντος, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά πάγια φινλανδική νομολογία, ακόμη και στις περιπτώσεις τις οποίες αφορά η ανωτέρω διάταξη, το ποσό της αποζημιώσεως μπορεί να μειωθεί για τον λόγο ότι ο ίδιος ο εναγόμενος κατέστησε δυνατή την επέλευση της ζημίας ή δεν έλαβε τα εύλογα μέτρα για να αποτρέψει ή να περιορίσει τη ζημία και, ως εκ τούτου, συνέβαλε στην επέλευσή της.

24      Επιπλέον, το αιτούν δικαστήριο υπογραμμίζει ότι η αρχή της αντικειμενικής ευθύνης, όπως ισχύει στη φινλανδική έννομη τάξη, λαμβάνεται επίσης υπόψη κατά την επιβολή προσωρινού μέτρου. Για να είναι δυνατή η λήψη τέτοιου μέτρου, πρέπει, συγκεκριμένα, να εκτιμηθεί η πιθανότητα ακυρώσεως του τίτλου διανοητικής ιδιοκτησίας βάσει του οποίου λαμβάνεται το μέτρο κατόπιν ενδεχόμενης ασκήσεως αγωγής με αίτημα την κήρυξη της ακυρότητας του τίτλου. Όσον αφορά τις ζημίες που έχουν αντιστοίχως προκληθεί, απαιτείται, κατά το αιτούν δικαστήριο, στάθμιση μεταξύ, αφενός, της ζημίας που προκαλεί στον καθού η λήψη του προσωρινού μέτρου και, αφετέρου, της ζημίας που θα υφίστατο ο αιτών αν δεν είχε χορηγηθεί το προσωρινό μέτρο.

25      Εντούτοις, λαμβανομένης υπόψη της ερμηνείας που προέκρινε το Δικαστήριο στην απόφαση Bayer Pharma, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν καθεστώς αποζημιώσεως το οποίο στηρίζεται στην αντικειμενική ευθύνη μπορεί να θεωρηθεί συμβατό με το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48.

26      Υπό τις συνθήκες αυτές, το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1.      Πρέπει να θεωρηθεί συμβατό με το άρθρο 9, παράγραφος 7, της [οδηγίας 2004/48] καθεστώς αποζημιώσεως το οποίο στηρίζεται στην άνευ υπαιτιότητας (αντικειμενική) ευθύνη, όπως το ισχύον στη Φινλανδία […];

2)      Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα: ποιο είδος ευθύνης αποτελεί στην περίπτωση αυτή έρεισμα για τη στοιχειοθέτηση της κατά το άρθρο 9, παράγραφος 7, της [οδηγίας 2004/48] ευθύνης για αποζημίωση; Πρέπει να θεωρηθεί ότι πρόκειται για μορφή ευθύνης λόγω υπαιτιότητας, για μορφή ευθύνης λόγω καταχρήσεως δικαιώματος ή για ευθύνη απορρέουσα από άλλον λόγο;

3)      Όσον αφορά το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα: ποιες περιστάσεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να κριθεί κατά πόσον θεμελιώνεται ευθύνη;

4)      Πρέπει, ιδίως σε συνάρτηση με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, η εν λόγω εκτίμηση να πραγματοποιείται αποκλειστικά με βάση τις περιστάσεις που είναι γνωστές κατά τον χρόνο λήψης του προσωρινού μέτρου ή μπορεί, επί παραδείγματι, να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι το δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας, επί της φερόμενης προσβολής του οποίου στηρίζεται το προσωρινό μέτρο, εκ των υστέρων, ήτοι μετά τη λήψη του, ακυρώθηκε εξ υπαρχής και, εάν ναι, ποια σημασία πρέπει να αποδίδεται στην τελευταία αυτή περίσταση;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

27      Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία προβλέπουσα μηχανισμό αποκαταστάσεως κάθε ζημίας που προκαλείται από προσωρινό μέτρο, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, ο οποίος στηρίζεται σε καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης του αιτούντος τη λήψη των εν λόγω μέτρων, στο πλαίσιο του οποίου ο δικαστής έχει, πάντως, την εξουσία να προσαρμόζει το ύψος της αποζημιώσεως λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως, περιλαμβανομένης της ενδεχόμενης συμβολής του καθού στην επέλευση της ζημίας.

28      Το άρθρο 9, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας 2004/48 προβλέπει ότι δικαιούχος δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας μπορεί να ζητήσει από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές τη λήψη διάφορων προσωρινών μέτρων, τα οποία απαριθμούνται στην εν λόγω διάταξη και τα οποία καθιστούν ιδίως δυνατή την άμεση παύση της προσβολής του συγκεκριμένου δικαιώματος πριν από την έκδοση αποφάσεως επί της ουσίας της υποθέσεως. Τα εν λόγω προσωρινά μέτρα, πάντως, πρέπει, όπως επισημαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 22 της οδηγίας, να λαμβάνονται κατά τρόπο διασφαλίζοντα τον σεβασμό των δικαιωμάτων άμυνας, να είναι αναλογικά, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της εκάστοτε περιπτώσεως, και να προβλέπουν τις αναγκαίες εγγυήσεις για την κάλυψη των εξόδων και της ζημίας του καθού από αδικαιολόγητη αίτηση.

29      Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας προβλέπει ότι, εάν τα προσωρινά μέτρα ανακληθούν ή παύσουν να ισχύουν λόγω οποιασδήποτε πράξεως ή παραλείψεως του αιτούντος ή εάν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, οι δικαστικές αρχές διαθέτουν την εξουσία να υποχρεώσουν τον αιτούντα, κατόπιν αιτήματος του καθού, να καταβάλει στον δεύτερο προσήκουσα αποζημίωση προς αποκατάσταση οποιασδήποτε ζημίας προκλήθηκε λόγω των συγκεκριμένων μέτρων.

30      Επομένως, από το γράμμα της ως άνω διατάξεως προκύπτει σαφώς ότι η επιληφθείσα τέτοιας αιτήσεως δικαστική αρχή οφείλει να εξετάσει αν πληρούνται οι τρεις προϋποθέσεις τις οποίες προβλέπει η συγκεκριμένη διάταξη. Πρώτον, πρέπει να διακριβώσει είτε ότι τα προσωρινά μέτρα ανακλήθηκαν ή έπαυσαν να ισχύουν λόγω πράξεως ή παραλείψεως του αιτούντος είτε ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας του συγκεκριμένου αιτούντος. Δεύτερον, πρέπει να εκτιμήσει την ύπαρξη ζημίας. Τρίτον, πρέπει να εξετάσει αν υφίσταται αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της ζημίας και των εν λόγω μέτρων.

31      Εντούτοις, διαπιστώνεται ότι η ίδια αυτή διάταξη δεν μνημονεύει μεταξύ των ως άνω προϋποθέσεων την υπαιτιότητα του αιτούντος τη λήψη των προσωρινών μέτρων.

32      Προκειμένου να καθορισθεί αν το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 επιβάλλει στα κράτη μέλη ειδικό καθεστώς ευθύνης ως προς τον αιτούντα τη λήψη προσωρινών μέτρων πρέπει να ληφθεί υπόψη το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η συγκεκριμένη διάταξη, οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος, καθώς και το ιστορικό θεσπίσεως της εν λόγω ρυθμίσεως.

33      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, κατά πάγια νομολογία, οι διατάξεις της εν λόγω οδηγίας δεν έχουν ως σκοπό τη ρύθμιση όλων των ζητημάτων που άπτονται των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, αλλά μόνον εκείνων που είναι συμφυή, αφενός, με τον σεβασμό των δικαιωμάτων αυτών και, αφετέρου, με τις προσβολές των συγκεκριμένων δικαιωμάτων, επιβάλλοντας την ύπαρξη αποτελεσματικών μέσων έννομης προστασίας για την αποτροπή ή την παύση κάθε προσβολής υπάρχοντος δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας ή την αποκατάσταση των συνεπειών της προσβολής αυτής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο νομοθέτης της Ένωσης επέλεξε να προβεί σε μια ελάχιστη εναρμόνιση όσον αφορά τον σεβασμό των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας εν γένει (πρβλ. απόφαση της 28ης Απριλίου 2022, Koch Media, C‑559/20, EU:C:2022:317, σκέψεις 31 και 32 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

34      Όσον αφορά, ειδικότερα, το δικαίωμα αποκαταστάσεως της ζημίας που υπέστη ο καθού λόγω των προσωρινών μέτρων, το γράμμα του άρθρου 9, παράγραφος 7, της εν λόγω οδηγίας αντιστοιχεί, κατ’ ουσίαν, σε εκείνο του άρθρου 50 παράγραφος 7, της Συμφωνίας TRIPS. Η εν λόγω συμφωνία, όμως, προβλέπει ρητώς, στο άρθρο της 1, παράγραφος 1, ότι τα μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου είναι ελεύθερα να καθορίζουν τη μέθοδο που κρίνουν κατάλληλη για την εφαρμογή των διατάξεων της συμφωνίας στο πλαίσιο της εσωτερικής τους έννομης τάξεως και πρακτικής.

35      Επομένως, ο νομοθέτης της Ένωσης, επαναλαμβάνοντας, στο άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, την ευρύτατη διατύπωση του άρθρου 50, παράγραφος 7, της Συμφωνίας TRIPS, κατέστησε σαφή τη βούλησή του, αφενός, να μην εναρμονίσει τους κανόνες περί αποζημιώσεως του καθού πέραν αυτού που απαιτείται από την εν λόγω συμφωνία και, αφετέρου, να αφήσει στα κράτη μέλη περιθώριο διακριτικής ευχέρειας ως προς τη συγκεκριμένη εφαρμογή του καθεστώτος ευθύνης του αιτούντος.

36      Ως εκ τούτου, το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 50, παράγραφος 7, της Συμφωνίας TRIPS, έχει την έννοια ότι προβλέπει ελάχιστο επίπεδο προστασίας όσον αφορά τον σεβασμό των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, καταλείποντας ταυτόχρονα, κατ’ αρχήν, στα κράτη μέλη διακριτική ευχέρεια η οποία τους παρέχει τη δυνατότητα να επιλέγουν, κατά περίπτωση, καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης ή καθεστώς ευθύνης λόγω υπαιτιότητας.

37      Βεβαίως, στην απόφαση Bayer Pharma, το Δικαστήριο έκρινε ότι το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας δεν αντιτίθεται, κατ’ αρχήν, σε εθνική νομοθεσία η οποία δεν αναγνωρίζει δικαίωμα αποζημιώσεως του καθού εις βάρος του οποίου ελήφθησαν προσωρινά μέτρα σε περίπτωση που δεν ενήργησε όπως ο μέσος άνθρωπος προκειμένου να αποφύγει ή να περιορίσει τη ζημία του, τούτο δε ακόμη και αν το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας βάσει του οποίου χορηγήθηκαν τα μέτρα αυτά ακυρώθηκε εκ των υστέρων. Ωστόσο, το Δικαστήριο διευκρίνισε ρητώς ότι μια τέτοια νομοθεσία είναι συμβατή με τη διάταξη αυτή μόνον υπό την προϋπόθεση ότι ο δικαστής δύναται να λάβει υπόψη, προκειμένου να αποφανθεί ενδεχομένως ότι δεν υφίσταται δικαίωμα αποζημιώσεως, όλες τις περιστάσεις της υποθέσεως (πρβλ. απόφαση Bayer Pharma, σκέψη 71).

38      Αντιθέτως, από την εν λόγω απόφαση δεν μπορεί να συναχθεί, λαμβανομένης υπόψη της ειδικής περιπτώσεως την οποία αφορούσε η απάντηση που έδωσε το Δικαστήριο με την απόφαση εκείνη, ότι το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 προβλέπει αποζημίωση του καθού μόνον σε περίπτωση υπαιτιότητας του αιτούντος προσωρινά μέτρα. Όπως προκύπτει από τη σκέψη 51 της αποφάσεως Bayer Pharma, το Δικαστήριο είχε απλώς την πρόθεση να υπενθυμίσει στη δικαστική αρχή ότι σ’ αυτήν απόκειται να εκτιμήσει τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υποθέσεως της οποίας έχει επιληφθεί, προκειμένου να αποφασίσει αν πρέπει να υποχρεωθεί ο αιτών να καταβάλει στον καθού «προσήκουσα» αποζημίωση, δηλαδή αποζημίωση δικαιολογημένη λαμβανομένων υπόψη των συγκεκριμένων περιστάσεων.

39      Πράγματι, μολονότι η εξουσία των αρμόδιων εθνικών δικαστηρίων να επιδικάζουν τέτοια αποζημίωση υπόκειται αυστηρώς στις προϋποθέσεις του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, το γεγονός ότι οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται σε συγκεκριμένη υπόθεση δεν συνεπάγεται ότι τα εν λόγω δικαστήρια οφείλουν αυτομάτως και σε κάθε περίπτωση να υποχρεώσουν τον αιτούντα να αποκαταστήσει κάθε ζημία την οποία υπέστη ο καθού εξαιτίας των ως άνω μέτρων (πρβλ. απόφαση Bayer Pharma, σκέψη 52).

40      Ως εκ τούτου, οσάκις τα κράτη μέλη μεταφέρουν στην εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη την απαίτηση κατά την οποία ο δικαστής πρέπει να έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει υπόψη όλες τις περιστάσεις της υποθέσεως της οποίας έχει επιληφθεί, περιλαμβανομένης της συμπεριφοράς των διαδίκων (πρβλ. απόφαση Bayer Pharma, σκέψη 71), τούτο δε ανεξαρτήτως του καθεστώτος ευθύνης που έχει επιλεγεί.

41      Η διακριτική ευχέρεια την οποία διαθέτουν τα κράτη μέλη ως προς τη συγκεκριμένη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη διέπεται επίσης από τις προβλέψεις του άρθρου 3 της οδηγίας 2004/48. Πράγματι, τα μέτρα που προβλέπουν τα κράτη μέλη για τη διασφάλιση του σεβασμού των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας κατ’ εφαρμογήν της οδηγίας πρέπει να είναι ιδίως, βάσει του εν λόγω άρθρου 3, δίκαια, αναλογικά και αποτρεπτικά και να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η δημιουργία εμποδίων στο νόμιμο εμπόριο, η προστασία του οποίου αποτελεί, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο του προοιμίου της Συμφωνίας TRIPS, έναν εκ των σκοπών της συγκεκριμένης συμφωνίας, και να παρέχονται εγγυήσεις κατά της καταχρήσεώς τους.

42      Για να καθορισθεί αν ένα καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης είναι σύμφωνο με τις διατάξεις του άρθρου 3 της οδηγίας 2004/48, πρέπει το συγκεκριμένο καθεστώς να κριθεί στο πλαίσιο των προσωρινών μέτρων που προβλέπει το άρθρο 9 της οδηγίας και να εξετασθεί αν το σύστημα που προκύπτει από τον συνδυασμό τους είναι δίκαιο και αναλογικό και δεν προκαλεί εμπόδια στο νόμιμο εμπόριο, εξακολουθώντας να είναι παράλληλα αποτρεπτικό.

43      Εν προκειμένω, από τις διευκρινίσεις που παρέσχε το αιτούν δικαστήριο προκύπτει ότι, κατά την επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική νομοθεσία, αιτών υπέρ του οποίου ελήφθη προσωρινό μέτρο άνευ λόγου ή άνευ ερείσματος οφείλει να αποζημιώσει τον καθού για τη ζημία που υπέστη ο δεύτερος λόγω του προσωρινού μέτρου και της εκτελέσεώς του, καθώς και για τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε συναφώς. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας νομοθεσίας δεν απαιτείται, επομένως, υπαιτιότητα του αιτούντος προκειμένου να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του. Ως εκ τούτου, όποιος ζητεί τη λήψη προσωρινού μέτρου υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση για την κάλυψη της προκληθείσας από το μέτρο αυτό ζημίας εφόσον κηρυχθεί εκ των υστέρων άκυρο το δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας βάσει του οποίου ελήφθη το εν λόγω μέτρο. Πάντως, κατά την εθνική νομολογία, το ύψος της αποζημιώσεως μπορεί να μειωθεί σε περίπτωση κατά την οποία ο ίδιος ο εναγόμενος κατέστησε δυνατή την επέλευση της ζημίας ή δεν έλαβε τα εύλογα μέτρα για να αποτρέψει ή να περιορίσει τη ζημία και, επομένως, συνέβαλε στην επέλευσή της.

44      Όσον αφορά, πρώτον, τον αναλογικό και δίκαιο χαρακτήρα ενός συστήματος προσωρινών μέτρων που ενσωματώνει καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης προκειμένου να διασφαλισθεί η αποζημίωση καθού που υπέστη ζημία από αδικαιολόγητα προσωρινά μέτρα, διαπιστώνεται ότι, με την οδηγία 2004/48, ο νομοθέτης της Ένωσης προέβλεψε ρυθμίσεις οι οποίες καθιστούν δυνατό τον συνολικό περιορισμό του ενδεχομένου να υποστεί ζημία ο καθού λόγω των προσωρινών μέτρων και οι οποίες του παρέχουν, ως εκ τούτου, προστασία (πρβλ. απόφαση της 28ης Απριλίου 2022, Phoenix Contact, C‑44/21, EU:C:2022:309, σκέψη 44). Κατ’ αυτόν τον τρόπο, βούληση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν η διασφάλιση ισορροπίας μεταξύ ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, αφενός, και των δικαιωμάτων και ελευθεριών του καθού, αφετέρου.

45      Πράγματι, από τα μέτρα, τις διαδικασίες και τα μέσα αποκαταστάσεως που προβλέπει η οδηγία 2004/48 προκύπτει ότι τα μέσα έννομης προστασίας που προορίζονται να διασφαλίσουν την προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας συμπληρώνονται με αγωγές αποζημιώσεως οι οποίες συνδέονται στενά με αυτά. Ως εκ τούτου, αφενός, το άρθρο 7, παράγραφος 1, και το άρθρο 9, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής προβλέπουν συντηρητικά και προσωρινά μέτρα τα οποία έχουν ως σκοπό, ειδικότερα, την αποτροπή κάθε επικείμενης προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας και στα οποία περιλαμβάνεται μεταξύ άλλων η κατάσχεση εμπορευμάτων για τα οποία υπάρχει υπόνοια ότι προσβάλλουν ένα τέτοιο δικαίωμα. Αφετέρου, προκειμένου να διασφαλισθεί η ισορροπία η οποία μνημονεύεται στη σκέψη 44 της παρούσας αποφάσεως, το άρθρο 7, παράγραφος 4, και το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας προβλέπουν μέτρα παρέχοντα στον καθού τη δυνατότητα να ζητήσει αποζημίωση σε περίπτωση κατά την οποία προκύψει εκ των υστέρων ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας. Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 22 της ίδιας οδηγίας, τα εν λόγω μέτρα αποζημιώσεως αποτελούν εγγυήσεις τις οποίες ο νομοθέτης θεώρησε αναγκαίες στον αντίποδα των ταχέων και αποτελεσματικών προσωρινών μέτρων των οποίων την ύπαρξη προέβλεψε (απόφαση της 16ης Ιουλίου 2015, Diageo Brands, C‑681/13, EU:C:2015:471, σκέψη 74).

46      Δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι μηχανισμός αντικειμενικής ευθύνης όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης θα έθετε υπό αμφισβήτηση την ισορροπία που μνημονεύθηκε στην προηγούμενη σκέψη, αποτρέποντας τον δικαιούχο δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας από το να προσφύγει στη δικαιοσύνη και να επικαλεσθεί το δικαίωμα αυτό. Πράγματι, τα προσωρινά μέτρα αποσκοπούν στην αποτροπή επικείμενης προσβολής τέτοιου δικαιώματος ή στην παύση της συνεχίσεως προβαλλόμενης πράξεως προσβολής. Ωστόσο, αν αποδειχθεί εν τέλει ότι δεν υπήρξε προσβολή του εν λόγω δικαιώματος, η βάση λήψεως των προσωρινών μέτρων εκλείπει, στοιχείο το οποίο υποχρεώνει, κατ’ αρχήν, τον αιτούντα να αποκαταστήσει κάθε ζημία που προκλήθηκε από τα συγκεκριμένα αδικαιολόγητα μέτρα. Ως προς το τελευταίο ζήτημα, πρέπει, πάντως, να επισημανθεί ότι ένας μηχανισμός αντικειμενικής ευθύνης, όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης, στο πλαίσιο του οποίου ο επιληφθείς της υποθέσεως δικαστής μπορεί να λάβει υπόψη όλες τις περιστάσεις της υποθέσεως, περιλαμβανομένης της ενδεχόμενης συμβολής του καθού στην επέλευση της ζημίας, καθιστά μεταξύ άλλων δυνατή την προσαρμογή του ύψους της αποζημιώσεως και, επομένως, περιορίζει το ενδεχόμενο αποτρεπτικό αποτέλεσμα για τον δικαιούχο του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας.

47      Το γεγονός ότι ο αιτών τα εν λόγω μέτρα οφείλει να εκτιμήσει τον κίνδυνο που ενέχει η εκτέλεσή τους αντιστοιχεί στον κίνδυνο που αναλαμβάνει ο καθού αποφασίζοντας να διαθέσει στο εμπόριο προϊόντα δυνάμενα να προσβάλουν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας. Επομένως, ένας μηχανισμός αντικειμενικής ευθύνης, ο οποίος στηρίζεται στον κίνδυνο που αναλαμβάνει ο αιτών, είναι αναλογικός προς τον σκοπό του νομοθέτη της Ένωσης περί διασφαλίσεως του σεβασμού των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, καθιστά δε παράλληλα δυνατό τον συνολικό περιορισμό του κινδύνου να υποστεί ζημία ο καθού λόγω των προσωρινών μέτρων.

48      Κατά τα λοιπά, η ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων του αιτούντος και εκείνων του καθού διασφαλίζεται πλήρως από μηχανισμό αντικειμενικής ευθύνης όπως ο επίμαχος στην υπόθεση της κύριας δίκης. Πράγματι, το γεγονός ότι ο καθού δεν υποχρεούται να αποδείξει υπαιτιότητα του αιτούντος αντισταθμίζει τη δυνατότητα του αιτούντος να επιτύχει τη λήψη τέτοιων μέτρων χωρίς να χρειάζεται να αποδείξει πέραν πάσης αμφιβολίας ενδεχόμενη προσβολή, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, της οδηγίας 2004/48.

49      Όσον αφορά, δεύτερον, την απουσία εμποδίων στο νόμιμο εμπόριο, επισημαίνεται ότι το τεκμήριο εγκυρότητας δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας παρέχει στον δικαιούχο του τη δυνατότητα να προσφύγει στη δικαιοσύνη και να ζητήσει τη λήψη προσωρινών μέτρων πριν από την άσκηση οποιασδήποτε αγωγής επί της ουσίας. Ωστόσο, ο δικαιούχος πρέπει να ασκήσει αγωγή λόγω προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας εντός της προθεσμίας που τάσσεται με το άρθρο 9, παράγραφος 5, της οδηγίας 2004/48, η δε αγωγή αυτή συνοδεύεται κατά κανόνα από αγωγή ή ανταγωγή με αίτημα την κήρυξη της ακυρότητας του εν λόγω δικαιώματος την οποία ασκεί ο καθού-εναγόμενος Αν, κατά το πέρας των εν λόγω διαδικασιών, το δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας το οποίο αποτέλεσε τη βάση για τη λήψη των προσωρινών μέτρων ακυρωθεί αναδρομικώς, όπως συμβαίνει στην υπόθεση της κύριας δίκης, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι πράξεις του καθού οι οποίες εμποδίστηκαν από τα εν λόγω μέτρα ενέπιπταν πλήρως στο νόμιμο εμπόριο και δεν θα έπρεπε να έχουν παρεμποδισθεί. Ομοίως, στην περίπτωση αυτή, δεν χωρεί επίκληση του υψηλού επιπέδου προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας που θέλησε ο νομοθέτης της Ένωσης, δεδομένου ότι το αναδρομικώς ακυρωθέν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας θεωρείται ότι ουδέποτε υπήρξε. Ως εκ τούτου, ένα σύστημα προσωρινών μέτρων που ενσωματώνει καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης όπως το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης δεν δημιουργεί εμπόδια στο νόμιμο εμπόριο.

50      Όσον αφορά, τρίτον, τον αποτρεπτικό χαρακτήρα συστήματος προσωρινών μέτρων, όπως το προβλεπόμενο από το άρθρο 9 της οδηγίας 2004/48, το οποίο ενσωματώνει καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης όπως το περιγραφόμενο στη σκέψη 43 της παρούσας αποφάσεως, επισημαίνεται ότι, καθόσον ο επιληφθείς αιτήματος αποζημιώσεως δικαστής δύναται να λάβει υπόψη όλες τις περιστάσεις της υποθέσεως, περιλαμβανομένης της συμπεριφοράς του καθού η αίτηση προσωρινών μέτρων, προκειμένου να καθορίσει το ύψος της αποζημιώσεως, ένα τέτοιο καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης δεν δύναται να υπονομεύσει τον αποτρεπτικό χαρακτήρα του συστήματος προσωρινών μέτρων. Πράγματι, το δικαίωμα αποζημιώσεως περιορίζεται αυστηρώς στις ζημίες που υπέστη ο καθού και οι οποίες προκλήθηκαν από τα αδικαιολόγητα προσωρινά μέτρα τα οποία ζήτησε ο δικαιούχος του επίμαχου δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας. Υπό το πρίσμα αυτό, δεν χωρεί επίκληση του δικαιώματος αποζημιώσεως που προβλέπει το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας προκειμένου να καλυφθεί το μέρος της ζημίας το οποίο οφείλεται στη συμπεριφορά του εν λόγω καθού και είχε ενδεχομένως ως αποτέλεσμα να επιτείνει τη ζημία που είχαν αρχικώς προκαλέσει τα προσωρινά μέτρα.

51      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία προβλέπουσα μηχανισμό αποκαταστάσεως κάθε ζημίας που προκαλείται από προσωρινό μέτρο, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, ο οποίος στηρίζεται σε καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης του αιτούντος τη λήψη των εν λόγω μέτρων, στο πλαίσιο του οποίου ο δικαστής έχει την εξουσία να προσαρμόζει το ύψος της αποζημιώσεως λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως, περιλαμβανομένης της ενδεχόμενης συμβολής του καθού στην επέλευση της ζημίας.

 Επί του δευτέρου, του τρίτου και του τετάρτου προδικαστικού ερωτήματος

52      Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα και στο μέτρο που το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα υποβάλλονται μόνον σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στα προδικαστικά ερωτήματα αυτά.

 Επί των δικαστικών εξόδων

53      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας,

έχει την έννοια ότι:

δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία προβλέπουσα μηχανισμό αποκαταστάσεως κάθε ζημίας που προκαλείται από προσωρινό μέτρο, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως, ο οποίος στηρίζεται σε καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης του αιτούντος τη λήψη των εν λόγω μέτρων, στο πλαίσιο του οποίου ο δικαστής έχει την εξουσία να προσαρμόζει το ύψος της αποζημιώσεως λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως, περιλαμβανομένης της ενδεχόμενης συμβολής του καθού στην επέλευση της ζημίας.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η φινλανδική.