Language of document : ECLI:EU:C:2019:624

Υπόθεση C-476/17

Pelham GmbH κ.λπ.

κατά

Ralf Hütter
και
Florian Schneider-Esleben

(αίτηση του Bundesgerichtshof
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

 Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 29ης Ιουλίου 2019

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικά δικαιώματα – Οδηγία 2001/29/ΕΚ – Κοινωνία της πληροφορίας – Εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων – Δειγματοληψία (sampling) – Άρθρο 2, στοιχείο γʹ – Παραγωγός φωνογραφημάτων – Δικαίωμα αναπαραγωγής – “Εν μέρει” αναπαραγωγή – Άρθρο 5, παράγραφοι 2 και 3 – Εξαιρέσεις και περιορισμοί – Περιεχόμενο – Άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο δʹ – Παράθεση αποσπασμάτων – Οδηγία 2006/115/ΕΚ – Άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ – Δικαίωμα διανομής – Θεμελιώδη δικαιώματα – Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 13 – Ελευθερία των τεχνών»

1.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικά δικαιώματα – Οδηγία 2001/29 – Εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας – Δικαίωμα αναπαραγωγής – Περιεχόμενο – Χρήση από τρίτον ενός, έστω και πολύ σύντομου, ηχητικού δείγματος από φωνογράφημα, με σκοπό την ενσωμάτωση του δείγματος αυτού σε άλλο φωνογράφημα – Καλύπτεται – Εξαίρεση

(Οδηγία 2001/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 2, στοιχείο γʹ)

(βλ. σκέψεις 27, 34, 35, 37-39, διατακτ. 1)

2.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικά δικαιώματα – Οδηγία 2006/115 – Δικαίωμα διανομής – Αντίγραφο – Έννοια – Φωνογράφημα το οποίο περιέχει μουσικά δείγματα που έχουν ληφθεί από άλλο φωνογράφημα – Δεν εμπίπτει – Προϋποθέσεις

(Οδηγία 2006/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 9 § 1, στοιχείο βʹ)

(βλ. σκέψεις 47, 51, 52, 54, 55, διατακτ. 2)

3.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικά δικαιώματα – Οδηγία 2001/29 – Εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας – Δικαίωμα αναπαραγωγής – Εξαιρέσεις και περιορισμοί – Περιεχόμενο – Εξαίρεση ή περιορισμός πέραν των προβλεπόμενων από την οδηγία – Αποκλείεται

(Οδηγία 2001/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 2, στοιχείο γʹ, και 5)

(βλ. σκέψεις 58, 65, διατακτ. 3)

4.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικά δικαιώματα – Οδηγία 2001/29 – Εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας – Δικαίωμα αναπαραγωγής – Εξαιρέσεις και περιορισμοί – Έννοια της παράθεσης αποσπασμάτων – Περίπτωση όπου δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί από ποιο έργο προέρχεται το επίμαχο απόσπασμα – Δεν εμπίπτει

(Οδηγία 2001/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 5 § 3, στοιχείο δʹ)

(βλ. σκέψεις 72, 74, διατακτ. 4)

5.        Προσέγγιση των νομοθεσιών – Δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικά δικαιώματα – Οδηγία 2001/29 – Εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας – Δικαίωμα αναπαραγωγής – Περιεχόμενο – Πλήρης εναρμόνιση

(Οδηγία 2001/29 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 2, στοιχείο γʹ)

(βλ. σκέψεις 84-86, διατακτ. 5)

Σύνοψη

Με την απόφαση της 29ης Ιουλίου 2019, Pelham κ.λπ. (C-476/17), το τμήμα μείζονος συνθέσεως του Δικαστηρίου ερμήνευσε τόσο τα αποκλειστικά δικαιώματα των παραγωγών φωνογραφημάτων για αναπαραγωγή και διανομή των φωνογραφημάτων τους όσο και τις εξαιρέσεις και τους περιορισμούς των δικαιωμάτων αυτών, όπως προβλέπονται από τις οδηγίες 2001/29 (1) και 2006/115 (2), στο πλαίσιο μιας υπόθεσης που αφορούσε τη λήψη ηχητικού δείγματος (sample) από μουσικό κομμάτι με σκοπό τη χρήση του για τη δημιουργία ενός νέου μουσικού κομματιού.

Οι R. Hütter και F. Schneider-Esleben (στο εξής: Hütter κ.λπ.) είναι μέλη του μουσικού συγκροτήματος «Kraftwerk». Το συγκρότημα κυκλοφόρησε, το 1977, ένα φωνογράφημα το οποίο περιέχει το μουσικό κομμάτι με τίτλο «Metall auf Metall». Οι M. Pelham και H. Haas είναι συνθέτες του τραγουδιού με τίτλο «Nur mir», το οποίο κυκλοφόρησε σε φωνογραφήματα της εταιρίας Pelham το 1997. Οι Hütter κ.λπ. υποστήριζαν ότι η Pelham αντέγραψε, σε ηλεκτρονική μορφή, ηχητικό δείγμα (sample) διάρκειας δύο περίπου δευτερολέπτων από τη ρυθμική ακολουθία του μουσικού κομματιού «Metall auf Metall» και το ενσωμάτωσε, σε συνεχή επανάληψη, στο τραγούδι «Nur mir». Οι Hütter κ.λπ. θεώρησαν ότι η Pelham προσέβαλε το συγγενικό δικαίωμα το οποίο έχουν ως παραγωγοί φωνογραφημάτων.

Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο διαπίστωσε κατ’ αρχάς ότι η εκ μέρους χρήστη αναπαραγωγή ενός ηχητικού sample, έστω και πολύ μικρής διάρκειας, από φωνογράφημα πρέπει κατ’ αρχήν να θεωρηθεί ως «εν μέρει» αναπαραγωγή του φωνογραφήματος, η οποία καλύπτεται από το αποκλειστικό δικαίωμα που προβλέπει η οδηγία 2001/29 υπέρ του παραγωγού τέτοιου φωνογραφήματος.

Το Δικαστήριο υπενθύμισε ωστόσο ότι τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (3), όπως κατοχυρώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης), πρέπει να σταθμίζονται με τα άλλα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, όπως είναι η ελευθερία των τεχνών (4), η οποία, καθόσον εμπίπτει στη σφαίρα της ελευθερίας έκφρασης (5), καθιστά δυνατή τη συμμετοχή στη δημόσια ανταλλαγή πληροφοριών και κάθε είδους πολιτιστικών, πολιτικών και κοινωνικών ιδεών

Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αποφάνθηκε, υπό το πρίσμα του Χάρτη, ότι το αποκλειστικό δικαίωμα του παραγωγού φωνογραφημάτων να επιτρέπει ή να απαγορεύει την αναπαραγωγή του φωνογραφήματός του (6) του παρέχει τη δυνατότητα να αντιταχθεί στη χρήση από τρίτον ενός ηχητικού sample, έστω και πολύ μικρής διάρκειας, από το φωνογράφημά του, με σκοπό την ενσωμάτωση του sample σε άλλο φωνογράφημα, εκτός αν το sample ενσωματώνεται στο νέο έργο υπό μορφή τροποποιημένη και μη αναγνωρίσιμη κατά την ακρόαση.

Εν συνεχεία το Δικαστήριο διευκρίνισε επίσης, όσον αφορά το ίδιο αποκλειστικό δικαίωμα, ότι το άρθρο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2001/19 συνιστά μέτρο πλήρους εναρμόνισης του ουσιαστικού περιεχομένου του δικαιώματος στο οποίο αναφέρεται. Πράγματι, η εν λόγω οδηγία ορίζει με σαφήνεια το αποκλειστικό δικαίωμα αναπαραγωγής του οποίου απολαύουν οι παραγωγοί φωνογραφημάτων στην Ένωση, ενώ παράλληλα δεν συνοδεύεται από καμία προϋπόθεση ούτε εξαρτάται, ως προς την εκτέλεσή της ή την επέλευση των αποτελεσμάτων της, από οποιαδήποτε άλλη πράξη

Επιπλέον, ως προς το αποκλειστικό δικαίωμα του παραγωγού φωνογραφημάτων να θέτει στη διάθεσή του κοινού τα φωνογραφήματά του, περιλαμβανομένων τυχόν «αντιγράφων» τους (7), το Δικαστήριο έκρινε ότι ο όρος «αντίγραφο», ο οποίος χρησιμοποιείται επίσης στη Σύμβαση της Γενεύης (8), με την οποία πρέπει να είναι συνεπής η ερμηνεία, έχει την έννοια ότι δεν καλύπτει ένα φωνογράφημα που, ενώ περιέχει μουσικά samples από άλλο φωνογράφημα, δεν ενσωματώνει ολόκληρο το τελευταίο αυτό φωνογράφημα ή σημαντικό μέρος του.

Εξετάζοντας εξάλλου το ενδεχόμενο να χωρεί παρέκκλιση από το αποκλειστικό δικαίωμα των παραγωγών φωνογραφημάτων για αναπαραγωγή των φωνογραφημάτων τους, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να θεσπίσουν, στο εθνικό τους δίκαιο, άλλες εξαιρέσεις ή άλλους περιορισμούς στο ως άνω δικαίωμα, πέραν εκείνων που προβλέπονται στην οδηγία 2001/29 (9). Συναφώς, επανέλαβε ότι ο κατάλογος των εξαιρέσεων και των περιορισμών που προβλέπονται από την οδηγία αυτή είναι εξαντλητικός.

Τέλος, σε σχέση με τον όρο «παράθεση αποσπασμάτων» όπως χρησιμοποιείται στην οδηγία 2001/29 (10), το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η έννοια αυτή δεν καλύπτει την περίπτωση στην οποία είναι αδύνατο να προσδιοριστεί από ποιο έργο προέρχονται τα αποσπάσματα που παρατίθενται. Εντούτοις, όταν ο δημιουργός νέου μουσικού έργου χρησιμοποιεί ηχητικό sample που έχει ληφθεί από φωνογράφημα και είναι, για τον μέσο ακροατή, δυνaτό να προσδιοριστεί από ποιο έργο ελήφθη το εν λόγω sample, η χρήση του sample μπορεί, ανάλογα με τις περιστάσεις της υπόθεσης, να συνιστά «παράθεση αποσπασμάτων», κατά την έννοια της οδηγίας 2001/29, υπό το πρίσμα του άρθρου 13 του Χάρτη, εφόσον, αφενός, η εν λόγω χρήση αποσκοπεί στη διάδραση με το έργο από το οποίο ελήφθη το sample, κατά την έννοια των όσων παρατέθηκαν στη σκέψη 71 της παρούσας αποφάσεως, και, αφετέρου, πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις της οδηγίας 2001/29.


1      Οδηγία 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ 2001, L 167, σ. 10).


2      Οδηγία 2006/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με το δικαίωμα εκμίσθωσης, το δικαίωμα δανεισμού και ορισμένα δικαιώματα συγγενικά προς την πνευματική ιδιοκτησία στον τομέα των προϊόντων της διανοίας (ΕΕ 2006, L 376, σ. 28).


3      Άρθρο 17, παράγραφος 2, του Χάρτη.


4      Άρθρο 13 του Χάρτη.


5      Άρθρο 11 του Χάρτη.


6      Άρθρο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2001/29.


7      Άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2006/115.


8      Σύμβαση περί της προστασίας των παραγωγών φωνογραφημάτων εναντίον της μη επιτρεπόμενης αναπαραγωγής των φωνογραφημάτων τους, η οποία υπογράφηκε στη Γενεύη στις 29 Οκτωβρίου 1971, άρθρο 1, στοιχείο γʹ, και άρθρο 2.


9      Άρθρο 5 της οδηγίας 2001/29.


10      Άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο δʹ, της οδηγίας 2001/29.