Language of document : ECLI:EU:T:2011:306

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΟΥ (αναιρετικό τμήμα)

της 28ης Ιουνίου 2011

Υπόθεση T‑454/09 P

Rinse van Arum

κατά

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

«Αίτηση αναίρεσης – Υπαλληλική υπόθεση – Υπάλληλοι – Βαθμολογία – Έκθεση βαθμολογίας – Περίοδος αξιολόγησης 2005 – Αίτηση αναίρεσης εν μέρει προδήλως απαράδεκτη και εν μέρει προδήλως αβάσιμη»

Αντικείμενο:      Αίτηση αναίρεσης κατά της απόφασης του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (δεύτερο τμήμα) της 10ης Σεπτεμβρίου 2009, F‑139/07, van Arum κατά Κοινοβουλίου (Συλλογή Υπ.Υπ. 2009, σ. I‑A‑1‑291 και II‑A‑1‑1571).

Απόφαση:      H αίτηση αναίρεσης απορρίπτεται. Ο Rinse van Arum φέρει τα δικαστικά του έξοδα, καθώς και τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.

Περίληψη

1.      Αναίρεση – Λόγοι – Απλή επανάληψη των λόγων ακύρωσης και της επιχειρηματολογίας που προβλήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης – Απαράδεκτο

(Άρθρο 225 ΕΚ· Οργανισμός του Δικαστηρίου, παράρτημα I, άρθρο 11 § 1· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρο 138 § 1)

2.      Υπάλληλοι – Προαγωγή – Συγκριτική εξέταση των προσόντων – Απονομή των μορίων αξιολόγησης

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 45)

3.      Αναίρεση – Λόγοι – Λόγος προβαλλόμενος για πρώτη φορά στο πλαίσιο της αίτησης αναίρεσης – Απαράδεκτο

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 58)

4.      Υπάλληλοι – Βαθμολογία – Έκθεση βαθμολογίας – Έλεγχος από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή στο πλαίσιο της ένστασης – Όρια

(Κανονισμός Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων, άρθρο 90)

5.      Διαδικασία – Εισαγωγικό της δίκης έγγραφο – Τυπικά στοιχεία

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, άρθρο 21· Κανονισμός Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, άρθρα 43 § 1 και 44 § 1, στοιχείο γ΄)

6.      Αναίρεση – Λόγοι – Εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών – Απαράδεκτο

(Οργανισμός του Δικαστηρίου, παράρτημα I, άρθρο 11)

1.      Από το άρθρο 11, παράγραφος 1, του παραρτήματος Ι του Οργανισμού του Δικαστηρίου και από το άρθρο 138, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο γ΄, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου συνάγεται ότι η αίτηση αναίρεσης πρέπει να αναφέρει επακριβώς τα επικρινόμενα στοιχεία της απόφασης της οποίας ζητείται η αναίρεση, καθώς και τα νομικά επιχειρήματα που στηρίζουν ειδικώς το αίτημα αυτό. Δεν ανταποκρίνεται στην απαίτηση αυτή η αίτηση αναίρεσης η οποία περιορίζεται σε επανάληψη ή κατά γράμμα παράθεση των λόγων και των επιχειρημάτων που προβλήθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης. Πράγματι, μια τέτοια αίτηση αναίρεσης αποτελεί στην πραγματικότητα αίτηση για απλή επανεξέταση της προσφυγής που είχε ασκηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, πράγμα που δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου.

(βλ. σκέψεις 26 και 27)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, 17 Μαρτίου 2010, T‑78/09 P, Κοινοβούλιο κατά Collée, σκέψεις 20 έως 22

2.      Σύμφωνα με το άρθρο 45 του ΚΥΚ, κατά το οποίο η προαγωγή γίνεται αποκλειστικά με επιλογή μεταξύ των προαγώγιμων υπαλλήλων μετά από συγκριτική εξέταση των προσόντων τους, η απόφαση απονομής των μορίων αξιολόγησης, την οποία προβλέπουν οι γενικές εκτελεστικές διατάξεις, δεν στηρίζεται στη μεμονωμένη εξέταση της έκθεσης βαθμολογίας κάθε υπαλλήλου, αλλά στη σύγκριση των προσόντων του με τα προσόντα άλλων υπαλλήλων. Κατά συνέπεια, το γεγονός ότι η τελική έκθεση βαθμολογίας ενός υπαλλήλου είναι ευνοϊκότερη γι’ αυτόν από την έκθεση που υπήρχε κατά την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης απονομής των μορίων αξιολόγησης δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι στον υπάλληλο αυτό πρέπει να δοθούν πρόσθετα μόρια αξιολόγησης.

(βλ. σκέψη 67)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, 17 Μαρτίου 2010, Κοινοβούλιο κατά Collée, προπαρατεθείσα, σκέψη 61

3.      Αν επιτρεπόταν στον διάδικο να προβάλει για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου ισχυρισμό που δεν είχε προβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης, τούτο θα σήμαινε ότι ο διάδικος αυτός θα είχε τη δυνατότητα να υποβάλει στην κρίση του Γενικού Δικαστηρίου, του οποίου η αρμοδιότητα επί των αιτήσεων αναιρέσεως είναι περιορισμένη, διαφορά με ευρύτερο περιεχόμενο από τη διαφορά που εκδίκασε το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης. Όταν έχει ασκηθεί αναίρεση, η αρμοδιότητα του Γενικού Δικαστηρίου περιορίζεται συνεπώς στον έλεγχο της νομικής λύσης που δόθηκε κατόπιν των ισχυρισμών που προβλήθηκαν και εξετάστηκαν πρωτοδίκως.

(βλ. σκέψη 79)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 11 Νοεμβρίου 2004, C‑186/02 P και C‑188/02 P, Ramondín κ.λπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. I‑10653, σκέψη 60· 22 Ιουνίου 2006, C‑25/05 P, Storck κατά ΓΕΕΑ, Συλλογή 2006, σ. I‑5719, σκέψη 61

4.      Οι εκθέσεις βαθμολογίας εκφράζουν την άποψη που διατυπώνουν ελεύθερα οι βαθμολογητές και όχι την εκτίμηση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής. Κατά συνέπεια, όταν έχει υποβληθεί ένσταση κατά της έκθεσης βαθμολογίας, η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, όπως ακριβώς και ο δικαστής που καλείται να εκδικάσει την προσφυγή, δεν έχει το δικαίωμα να υποκαθιστά τους βαθμολογητές και να πραγματοποιεί διεξοδικό έλεγχο, αλλά πρέπει να προβαίνει σε περιορισμένο έλεγχο.

(βλ. σκέψη 109)

Παραπομπή:

ΔΕΕ, 3 Ιουλίου 1980, 6/79 και 97/79, Grassi κατά Συμβουλίου, Συλλογή τόμος 1980/ΙΙ, σ. 419, σκέψη 15· ΓΔΕΕ, 16 Ιουλίου 1992, T‑1/91, Della Pietra κατά Επιτροπής, Συλλογή 1992, σ. II‑2145, σκέψη 23· 3 Οκτωβρίου 2000, T‑187/98, Cubero Vermurie κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2000, σ. I‑A‑195 και II‑885, σκέψη 36· 13 Ιουλίου 2006, T‑165/04, Βουνάκης κατά Επιτροπής, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I‑A‑2155 και II‑A‑735, σκέψη 28

5.      Στο δικόγραφο της προσφυγής πρέπει να περιέχονται όλα τα ουσιώδη στοιχεία της επιχειρηματολογίας του προσφεύγοντος, καθόσον τα παραρτήματα του δικογράφου αυτού επιτελούν απλώς λειτουργία αποδεικτικών στοιχείων.

(βλ. σκέψη 133)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, 5 Δεκεμβρίου 2006, T‑416/03, Αγγελίδης κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή Υπ.Υπ. 2006, σ. I-A-2-317 και II-A-2-1607, σκέψεις 92 και 93 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία

6.      Δεδομένου ότι, κατά το άρθρο 11 του παραρτήματος Ι του Οργανισμού του Δικαστηρίου, η αίτηση αναίρεσης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου περιορίζεται σε νομικά ζητήματα, μόνον το Δικαστήριο Δημόσιας Διοίκησης είναι αρμόδιο να διαπιστώνει τα πραγματικά περιστατικά, εκτός αν η ανακρίβεια των διαπιστώσεών του απορρέει από έγγραφα της δικογραφίας που του έχουν υποβληθεί, και να προβαίνει στην εκτίμηση των περιστατικών αυτών.

(βλ. σκέψη 153)

Παραπομπή:

ΓΔΕΕ, 19 Μαρτίου 2010, T‑338/07 P, Bianchi κατά ETF, σκέψη 61 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία